Οι πολυάριθμες διακρίσεις καταδεικνύουν την προσήλωσή της εταιρείας στη βιώσιμη ανάπτυξη, την καινοτομία και την παροχή αξίας στους καταναλωτές, τους εργαζομένους και την κοινωνία.
Πολυτεχνείο - Γιώργος Οικονόμου: Με πυροβόλησαν πισώπλατα - Σώθηκα από θαύμα
Πολυτεχνείο - Γιώργος Οικονόμου: Με πυροβόλησαν πισώπλατα - Σώθηκα από θαύμα
«Ήταν απίστευτο κάποιος που είχε τραυματιστεί από σφαίρα στην αορτή να επιζήσει», θυμάται 49 χρόνια μετά ο τότε φοιτητής του Μαθηματικού
Το ημερολόγιο έδειχνε Παρασκευή 16 Νοεμβρίου 1973. Το κέντρο της Αθήνας ήδη από τις πρώτες απογευματινές ώρες είχε πνιγεί από δακρυγόνα σε μια προσπάθεια της χούντας να αντιμετωπιστούν οι χιλιάδες λαού που είχαν κατέβει στους δρόμους για να διαδηλώσουν κατά του καθεστώτος αλλά και να στηρίξουν τους φοιτητές που βρίσκονταν επί τρεις μέρες πίσω από τα κάγκελα του Πολυτεχνείου.
Οι διαδηλωτές όχι μόνο δεν έκαναν πίσω αλλά εξακολουθούσαν να συρρέουν αφήνοντας στην άκρη τον φόβο. Συνθήματα όπως «Κάτω η χούντα», «ο λαός στους δρόμους», «Ελευθερία», «Δημοκρατία» δονούσαν την ατμόσφαιρα. Η χούντα βλέποντας ότι η κατάσταση άρχισε να βγαίνει εκτός ελέγχου και πήρε την απόφαση να καταστείλει τις διαδηλώσεις κατεβάζοντας στους δρόμους τα τανκς και τον στρατό.
Πλησιάζοντας προς το βράδυ της Παρασκευής οι ελεύθεροι σκοπευτές είχαν λάβει θέσεις στα κτίρια που βρίσκονταν γύρω από το Πολυτεχνείο ανοίγοντας πυρ χτυπώντας στο ψαχνό. Το αποτέλεσμα ήταν να υπάρξουν νεκροί και τραυματίες.
Ένας εκ των τραυματιών ήταν και ο 23χρονος Γιώργος Ν. Οικονόμου, φοιτητής τότε του Μαθηματικού, ο οποίος δέχθηκε πισώπλατα μία σφαίρα την ώρα που βρισκόταν στην είσοδο του Πολυτεχνείου. Μετά κόπων και βασάνων μεταφέρθηκε στο τότε Ρυθμιστικό Κέντρο Αθηνών - σημερινό Γενικό Κρατικό Αθηνών - και υποβλήθηκε σε χειρουργεία καθώς η σφαίρα του είχε προκαλέσει τρώση αορτής. Ήταν τυχερός καθώς εάν η σφαίρα είχε προχωρήσει περισσότερο θα ήταν νεκρός.
Μετά από 49 χρόνια ο κ. Οικονόμου ο οποίος είχε ενεργή συμμετοχή στο αντιδικτατορικό φοιτητικό κίνημα και σήμερα είναι διδάκτορας στο πανεπιστήμιο της Κρήτης, ξετυλίγει το κουβάρι των αναμνήσεων του και διηγείται μέσω του protothema.gr τα γεγονότα εκείνης της εποχής.
Παράλληλα απαντώντας σε όσους λένε ότι για τα κακά της Μεταπολίτευσης φταίει η γενιά του Πολυτεχνείου ξεκαθαρίζει πως «αυτό είναι ένα τεράστιο ψεύδος και φανερώνει την παρακμή της νεοελληνικής κοινωνίας».
Τέλος o κ. Οικονόμου εκφράζει την άποψη πως «το Πολυτεχνείο μπορεί να αποτελέσει εφαλτήριο και έμπνευση για σημερινούς και μελλοντικούς αγώνες».
Γυρίζοντας το ρολόι πίσω στον χρόνο ξεκινάει την διήγηση του με την γιγάντωση του φοιτητικού κινήματος στην Ελλάδα λέγοντας μεταξύ άλλων πως για να συμβεί αυτό έπαιξε σημαίνοντα ρόλο ο γαλλικός Μάης του ’68.
«Η ανάπτυξη του φοιτητικού κινήματος οφείλεται στο γεγονός ότι βρισκόταν σε εξέλιξη το ανελεύθερο και αυταρχικό καθεστώς της δικτατορίας που είχε επιβληθεί το 1967. Φυσικά στην ανάπτυξη συνετέλεσαν και οι ανελευθερίες μέσα στο πανεπιστήμιο, η απουσία των ελεύθερων διοικητικών συμβουλίων και των ελεύθερων εκλογών. Όλα αυτά ήταν μαύρα και άραχνα που λέει ο λαός. Οι φοιτητές άρχισαν να αφυπνίζονται και να ζητούν ορισμένα δικαιώματα από τις αρχές του 1972, με ποικίλες πρωτοβουλίες, συγκεντρώσεις και μικροδιαδηλώσεις, όλες βέβαια παράνομες. Το καθοριστικό στοιχείο ήταν η αυτοοργάνωση, ο αυτοκαθορισμός και η ανεξαρτησία του φοιτητικού κινήματος. Το πιο σημαντικό που ήθελαν οι φοιτητές ξεκινώντας τον αντιδικτατορικό αγώνα ήταν η ελευθερία και η δημοκρατία. Δηλαδή δεν θα μπορούσε να γίνει κάτι ουσιαστικό ούτε μέσα στα πανεπιστήμια ούτε μέσα στην κοινωνία, εάν δεν έπεφτε η χούντα.
Στην πορεία τους και στους προβληματισμούς τους συνάντησαν πολλά ρεύματα σκέψης και γεγονότα, μεταξύ των οποίων το εμβληματικό γεγονός του γαλλικού Μάη. Ο Μάης του ’68 ήταν ένα από τα μεγαλύτερα κινήματα της νεολαίας και άλλων στρωμάτων του πληθυσμού. Πρέπει να πούμε ότι ήταν ένα εμβληματικό γεγονός που επηρέασε όχι μόνο τους Έλληνες φοιτητές αλλά σχεδόν και ολόκληρο τον κόσμο», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Πώς ήταν όμως για έναν νέο εκείνης της εποχής να ακούει συνέχεια τη λέξη «απαγορεύεται»; Μπορούσε να αντιδράσει κάτω από το καθεστώς του φόβου και της τρομοκρατίας;
Όπως επισημαίνει ο κ. Οικονόμου «το να ακούμε τη λέξη “απαγορεύεται” ήταν πολύ άσχημο και πολύ δύσκολο. Διότι δεν μπορούσες να πεις τη γνώμη σου στον άλλον, δεν μπορούσες να έχεις εμπιστοσύνη στον διπλανό σου και βεβαίως παντού στις σχολές υπήρχαν οι χαφιέδες. Δεν ήξερες ποιος ήταν ο χαφιές. Υπήρχε διαρκής φόβος και τρομοκρατία από την άποψη ότι εάν έλεγες κάτι αντίθετο θα σε έπιαναν και θα είχες συνέπειες. Να φανταστείτε ότι “Τα Νέα” που ήταν η εφημερίδα που προτιμούσαν οι φοιτητές, την παίρναμε διπλωμένη ενώ δεν υπήρχαν οι εφημερίδες της αριστεράς. Την ίδια στιγμή οι εφημερίδες που υπήρχαν έγραφαν όσα τους υπαγόρευε το καθεστώς της χούντας, ενώ που και που ορισμένα πράγματα ξέφευγαν από τη λογοκρισία.
Το κλίμα που επικρατούσε ήταν άγριο, με μεγάλη τρομοκρατία και αστυνομοκρατία. Δεν υπήρχαν όσα βλέπουμε σήμερα και κερδήθηκαν μετά την Μεταπολίτευση. Διαδίδονται αρκετές αντιφατικές απόψεις με συνέπεια ο κόσμος να έχει άγνοια και να μην καταλαβαίνει πολύ καλά τι σημαίνει δικτατορία. Δικτατορία ή Χούντα δεν είναι να αλλάζει μία κυβέρνηση και να έρχεται μία άλλη ομαλά, όπως γίνεται σήμερα. Είναι ένα καθεστώς που καταργεί το Σύνταγμα, τις ελευθερίες, τις εκλογές, τα κόμματα, φυλακίζει, εξορίζει, βασανίζει εξοντώνει».
«Όλα τα άσχημα πράγματα που ακούμε για τις χώρες του τρίτου κόσμου συνέβησαν σε αυτή τη χώρα που λέγεται Ελλάδα μέχρι το 1974. Η επέτειος της εξέγερσης δίνει την ευκαιρία σε πολλούς να μιλήσουν και να δώσουν αυτές τις συνθήκες που υπήρχαν τότε στη χώρα και είναι ένα δύσκολο κομμάτι στην ελληνική ιστορία. Πρόκειται για ένα δραματικό γεγονός διότι μία κοινωνία και ο πολιτικός κόσμος εκείνης της εποχής δεν μπόρεσαν να αποσοβήσουν την στρατιωτική δικτατορία που επιβλήθηκε και με την βοήθεια των Αμερικανών», συμπληρώνει.
Σύμφωνα με τον ίδιο το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967 δεν συνέβη έτσι ξαφνικά αλλά υπήρχαν κάποια πράγματα που οδήγησαν εκεί και γι’ αυτό ευθύνεται τόσο το πολιτικό σύστημα όσο και η κοινωνία.
«Κατά κάποιο τρόπο οι πολιτικές δυνάμεις της δεξιάς, ας το πούμε έτσι, είχαν τις ευθύνες τους για να φτάσουμε στην 21η Απριλίου, διότι συμπορεύθηκαν με τον βασιλιά Κωνσταντίνο και έκαναν το πραξικόπημα εναντίον της νόμιμης κυβερνήσεως του Γεωργίου Παπανδρέου. Δηλαδή υπήρχε μία νοσηρή κατάσταση με τις αποστασίες μέσα στο ίδιο το κοινοβουλευτικό καθεστώς που ήταν ελεγχόμενο από τη βασιλεία (όχι όπως σήμερα που έχουμε αβασίλευτο καθεστώς) και αυτή η κατάσταση οδήγησε στη δικτατορία. Οπότε ο ένοχος ήταν το πολιτικό σύστημα, αλλά υπήρχαν ευθύνες και στην κοινωνία που δεν μπόρεσε να κάνει κάτι. Όλα αυτά τα άσχημα που συμβαίνουν σήμερα είτε συνέβησαν τότε, είτε οποιαδήποτε εποχή, δεν θα είχαν συμβεί εάν η κοινωνία είχε αντιδράσει.
Για όσα συμβαίνουν δεν ευθύνεται μόνο κάποιος ξένος, κάποιος Αμερικανός ιμπεριαλιστής, κάποιος Άγγλος, κάποιος Ευρωπαίος ή μόνο το πολιτικό σύστημα. Ευθύνεται και η κοινωνία που συναινεί ή το ανέχεται, ακόμα και σήμερα. Αυτή η ανοχή “έσπασε” όταν έγινε το Πολυτεχνείο και γι’ αυτό η κατάληψη και η εξέγερση έχουν μεγάλη πολιτική και ηθική αξία. Μέσα στη γενικευμένη απάθεια, στη συνθηκολόγηση και στην αποδοχή της δικτατορίας οι φοιτητές βγήκαν μπροστά, έσπασαν το κλίμα τρομοκρατίας και άνοιξαν έναν δρόμο για να μπορέσει να κινητοποιηθεί ο κόσμος και να διώξει το καθεστώς. Αυτό ήταν ένα από τα πιο σημαντικά μηνύματα και ο πολιτικός χαρακτήρας του φοιτητικού κινήματος που κατέληξε στη μεγαλειώδη εξέγερση του Πολυτεχνείου τον Νοέμβριο του 1973», υπογραμμίζει.
Οι διαδηλωτές όχι μόνο δεν έκαναν πίσω αλλά εξακολουθούσαν να συρρέουν αφήνοντας στην άκρη τον φόβο. Συνθήματα όπως «Κάτω η χούντα», «ο λαός στους δρόμους», «Ελευθερία», «Δημοκρατία» δονούσαν την ατμόσφαιρα. Η χούντα βλέποντας ότι η κατάσταση άρχισε να βγαίνει εκτός ελέγχου και πήρε την απόφαση να καταστείλει τις διαδηλώσεις κατεβάζοντας στους δρόμους τα τανκς και τον στρατό.
Πλησιάζοντας προς το βράδυ της Παρασκευής οι ελεύθεροι σκοπευτές είχαν λάβει θέσεις στα κτίρια που βρίσκονταν γύρω από το Πολυτεχνείο ανοίγοντας πυρ χτυπώντας στο ψαχνό. Το αποτέλεσμα ήταν να υπάρξουν νεκροί και τραυματίες.
Ένας εκ των τραυματιών ήταν και ο 23χρονος Γιώργος Ν. Οικονόμου, φοιτητής τότε του Μαθηματικού, ο οποίος δέχθηκε πισώπλατα μία σφαίρα την ώρα που βρισκόταν στην είσοδο του Πολυτεχνείου. Μετά κόπων και βασάνων μεταφέρθηκε στο τότε Ρυθμιστικό Κέντρο Αθηνών - σημερινό Γενικό Κρατικό Αθηνών - και υποβλήθηκε σε χειρουργεία καθώς η σφαίρα του είχε προκαλέσει τρώση αορτής. Ήταν τυχερός καθώς εάν η σφαίρα είχε προχωρήσει περισσότερο θα ήταν νεκρός.
Μετά από 49 χρόνια ο κ. Οικονόμου ο οποίος είχε ενεργή συμμετοχή στο αντιδικτατορικό φοιτητικό κίνημα και σήμερα είναι διδάκτορας στο πανεπιστήμιο της Κρήτης, ξετυλίγει το κουβάρι των αναμνήσεων του και διηγείται μέσω του protothema.gr τα γεγονότα εκείνης της εποχής.
Παράλληλα απαντώντας σε όσους λένε ότι για τα κακά της Μεταπολίτευσης φταίει η γενιά του Πολυτεχνείου ξεκαθαρίζει πως «αυτό είναι ένα τεράστιο ψεύδος και φανερώνει την παρακμή της νεοελληνικής κοινωνίας».
Τέλος o κ. Οικονόμου εκφράζει την άποψη πως «το Πολυτεχνείο μπορεί να αποτελέσει εφαλτήριο και έμπνευση για σημερινούς και μελλοντικούς αγώνες».
Γυρίζοντας το ρολόι πίσω στον χρόνο ξεκινάει την διήγηση του με την γιγάντωση του φοιτητικού κινήματος στην Ελλάδα λέγοντας μεταξύ άλλων πως για να συμβεί αυτό έπαιξε σημαίνοντα ρόλο ο γαλλικός Μάης του ’68.
«Η ανάπτυξη του φοιτητικού κινήματος οφείλεται στο γεγονός ότι βρισκόταν σε εξέλιξη το ανελεύθερο και αυταρχικό καθεστώς της δικτατορίας που είχε επιβληθεί το 1967. Φυσικά στην ανάπτυξη συνετέλεσαν και οι ανελευθερίες μέσα στο πανεπιστήμιο, η απουσία των ελεύθερων διοικητικών συμβουλίων και των ελεύθερων εκλογών. Όλα αυτά ήταν μαύρα και άραχνα που λέει ο λαός. Οι φοιτητές άρχισαν να αφυπνίζονται και να ζητούν ορισμένα δικαιώματα από τις αρχές του 1972, με ποικίλες πρωτοβουλίες, συγκεντρώσεις και μικροδιαδηλώσεις, όλες βέβαια παράνομες. Το καθοριστικό στοιχείο ήταν η αυτοοργάνωση, ο αυτοκαθορισμός και η ανεξαρτησία του φοιτητικού κινήματος. Το πιο σημαντικό που ήθελαν οι φοιτητές ξεκινώντας τον αντιδικτατορικό αγώνα ήταν η ελευθερία και η δημοκρατία. Δηλαδή δεν θα μπορούσε να γίνει κάτι ουσιαστικό ούτε μέσα στα πανεπιστήμια ούτε μέσα στην κοινωνία, εάν δεν έπεφτε η χούντα.
Στην πορεία τους και στους προβληματισμούς τους συνάντησαν πολλά ρεύματα σκέψης και γεγονότα, μεταξύ των οποίων το εμβληματικό γεγονός του γαλλικού Μάη. Ο Μάης του ’68 ήταν ένα από τα μεγαλύτερα κινήματα της νεολαίας και άλλων στρωμάτων του πληθυσμού. Πρέπει να πούμε ότι ήταν ένα εμβληματικό γεγονός που επηρέασε όχι μόνο τους Έλληνες φοιτητές αλλά σχεδόν και ολόκληρο τον κόσμο», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Πώς ήταν όμως για έναν νέο εκείνης της εποχής να ακούει συνέχεια τη λέξη «απαγορεύεται»; Μπορούσε να αντιδράσει κάτω από το καθεστώς του φόβου και της τρομοκρατίας;
Όπως επισημαίνει ο κ. Οικονόμου «το να ακούμε τη λέξη “απαγορεύεται” ήταν πολύ άσχημο και πολύ δύσκολο. Διότι δεν μπορούσες να πεις τη γνώμη σου στον άλλον, δεν μπορούσες να έχεις εμπιστοσύνη στον διπλανό σου και βεβαίως παντού στις σχολές υπήρχαν οι χαφιέδες. Δεν ήξερες ποιος ήταν ο χαφιές. Υπήρχε διαρκής φόβος και τρομοκρατία από την άποψη ότι εάν έλεγες κάτι αντίθετο θα σε έπιαναν και θα είχες συνέπειες. Να φανταστείτε ότι “Τα Νέα” που ήταν η εφημερίδα που προτιμούσαν οι φοιτητές, την παίρναμε διπλωμένη ενώ δεν υπήρχαν οι εφημερίδες της αριστεράς. Την ίδια στιγμή οι εφημερίδες που υπήρχαν έγραφαν όσα τους υπαγόρευε το καθεστώς της χούντας, ενώ που και που ορισμένα πράγματα ξέφευγαν από τη λογοκρισία.
Το κλίμα που επικρατούσε ήταν άγριο, με μεγάλη τρομοκρατία και αστυνομοκρατία. Δεν υπήρχαν όσα βλέπουμε σήμερα και κερδήθηκαν μετά την Μεταπολίτευση. Διαδίδονται αρκετές αντιφατικές απόψεις με συνέπεια ο κόσμος να έχει άγνοια και να μην καταλαβαίνει πολύ καλά τι σημαίνει δικτατορία. Δικτατορία ή Χούντα δεν είναι να αλλάζει μία κυβέρνηση και να έρχεται μία άλλη ομαλά, όπως γίνεται σήμερα. Είναι ένα καθεστώς που καταργεί το Σύνταγμα, τις ελευθερίες, τις εκλογές, τα κόμματα, φυλακίζει, εξορίζει, βασανίζει εξοντώνει».
«Όλα τα άσχημα πράγματα που ακούμε για τις χώρες του τρίτου κόσμου συνέβησαν σε αυτή τη χώρα που λέγεται Ελλάδα μέχρι το 1974. Η επέτειος της εξέγερσης δίνει την ευκαιρία σε πολλούς να μιλήσουν και να δώσουν αυτές τις συνθήκες που υπήρχαν τότε στη χώρα και είναι ένα δύσκολο κομμάτι στην ελληνική ιστορία. Πρόκειται για ένα δραματικό γεγονός διότι μία κοινωνία και ο πολιτικός κόσμος εκείνης της εποχής δεν μπόρεσαν να αποσοβήσουν την στρατιωτική δικτατορία που επιβλήθηκε και με την βοήθεια των Αμερικανών», συμπληρώνει.
Σύμφωνα με τον ίδιο το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967 δεν συνέβη έτσι ξαφνικά αλλά υπήρχαν κάποια πράγματα που οδήγησαν εκεί και γι’ αυτό ευθύνεται τόσο το πολιτικό σύστημα όσο και η κοινωνία.
«Κατά κάποιο τρόπο οι πολιτικές δυνάμεις της δεξιάς, ας το πούμε έτσι, είχαν τις ευθύνες τους για να φτάσουμε στην 21η Απριλίου, διότι συμπορεύθηκαν με τον βασιλιά Κωνσταντίνο και έκαναν το πραξικόπημα εναντίον της νόμιμης κυβερνήσεως του Γεωργίου Παπανδρέου. Δηλαδή υπήρχε μία νοσηρή κατάσταση με τις αποστασίες μέσα στο ίδιο το κοινοβουλευτικό καθεστώς που ήταν ελεγχόμενο από τη βασιλεία (όχι όπως σήμερα που έχουμε αβασίλευτο καθεστώς) και αυτή η κατάσταση οδήγησε στη δικτατορία. Οπότε ο ένοχος ήταν το πολιτικό σύστημα, αλλά υπήρχαν ευθύνες και στην κοινωνία που δεν μπόρεσε να κάνει κάτι. Όλα αυτά τα άσχημα που συμβαίνουν σήμερα είτε συνέβησαν τότε, είτε οποιαδήποτε εποχή, δεν θα είχαν συμβεί εάν η κοινωνία είχε αντιδράσει.
Για όσα συμβαίνουν δεν ευθύνεται μόνο κάποιος ξένος, κάποιος Αμερικανός ιμπεριαλιστής, κάποιος Άγγλος, κάποιος Ευρωπαίος ή μόνο το πολιτικό σύστημα. Ευθύνεται και η κοινωνία που συναινεί ή το ανέχεται, ακόμα και σήμερα. Αυτή η ανοχή “έσπασε” όταν έγινε το Πολυτεχνείο και γι’ αυτό η κατάληψη και η εξέγερση έχουν μεγάλη πολιτική και ηθική αξία. Μέσα στη γενικευμένη απάθεια, στη συνθηκολόγηση και στην αποδοχή της δικτατορίας οι φοιτητές βγήκαν μπροστά, έσπασαν το κλίμα τρομοκρατίας και άνοιξαν έναν δρόμο για να μπορέσει να κινητοποιηθεί ο κόσμος και να διώξει το καθεστώς. Αυτό ήταν ένα από τα πιο σημαντικά μηνύματα και ο πολιτικός χαρακτήρας του φοιτητικού κινήματος που κατέληξε στη μεγαλειώδη εξέγερση του Πολυτεχνείου τον Νοέμβριο του 1973», υπογραμμίζει.
Στη συνέχεια η κουβέντα μας πηγαίνει και στη στιγμή του τραυματισμού του έξω από το Πολυτεχνείο. Αν και έχουν περάσει 49 χρόνια από τότε θυμάται με λεπτομέρεια όλα όσα συνέβησαν. Από τη στιγμή του πυροβολισμού μέχρι την μεταφορά του στο Ρυθμιστικό Κέντρο Αθηνών (νυν Γενικό Κρατικό Αθηνών). Η περιγραφή του είναι συγκλονιστική.
«Το βράδυ της Παρασκευής 16 Νοεμβρίου είχα βγει για λίγο έξω από το Πολυτεχνείο», λέει αρχικά ο κ. Οικονόμου. «Όταν πήγα να μπω πάλι μέσα τότε δέχθηκα μία σφαίρα από Έλληνα αστυνομικό. Πρέπει να πούμε ότι τα θύματα, οι 24 επισήμως καταγεγραμμένοι νεκροί - που εγώ πιστεύω ότι ήταν περισσότεροι - και οι 1.000 τραυματίες ήταν από σφαίρες Ελλήνων αστυνομικών και στρατιωτικών. Αμέσως μετά με μετέφεραν στο πρόχειρο ιατρείο που είχε στηθεί στο Πολυτεχνείο και μου παρείχαν τις πρώτες βοήθειες. Εκεί είδα τραυματίες καθώς και τον πρώτο νεκρό. Ήθελαν να με στείλουν στο νοσοκομείο διότι η περίπτωση μου ήταν πια πολύ άσχημη καθώς πονούσα πάρα πολύ και δεν μπορούσαν να μου κάνουν τίποτα. Ήρθε κάποιος ιδιώτης με το αυτοκίνητό του και με πήρε και με μετέφερε στο ΙΚΑ στη λεωφόρο Αλεξάνδρας. Από εκεί μας παρέπεμψαν στο Ρυθμιστικό Κέντρο Αθηνών.
Μέσα στο Πολυτεχνείο με είχαν τοποθετήσει πάνω σε μία πόρτα - είχε τον ρόλο του φορείου - διότι δεν μπορούσα να σταθώ με τίποτα καθώς η σφαίρα είχε χτυπήσει την αορτή και υπήρχε άμεση ανάγκη για χειρουργείο. Μαζί μου στο αυτοκίνητο ήταν ένας φίλος μου ο Παναγιώτης και άλλοι δύο τραυματίες. Όταν φτάσαμε στο Ρυθμιστικό εκεί βρίσκονταν αστυνομικοί οι οποίοι προσπάθησαν να πιάσουν τον φίλο μου αλλά εκείνος τους ξέφυγε. Μετά με μετέφεραν με φορείο μέσα στο νοσοκομείο και με άφησαν στον διάδρομο. Δεν ενδιαφέρθηκε κανείς για την περίπτωση μου, επικρατούσε ο κακός χαμός. Μετά από κάποιες ώρες με μετέφεραν σε ένα δωμάτιο και μου είπαν “μην λες ότι είσαι τραυματίας από το Πολυτεχνείο διότι μπαίνουν μέσα αστυνομικοί φορώντας μπλούζες γιατρών και χτυπούν κόσμο”. Ήταν μία κόλαση και ειδικότερα όταν μας είπαν ότι μπήκαν τα τανκς στο Πολυτεχνείο έπεσε μαύρο σκότος.
Κάποια στιγμή ήρθε κοντά μου μία νοσοκόμα και είδε ότι πονάω. Της έλεγα “κάντε κάτι πονάω”. Εκείνη μου απάντησε ότι θα με φροντίσουν και με ρώτησε εάν είχαν έρθει αστυνομικοί. Όταν απάντησα αρνητικά μου είπε ότι στο διπλανό δωμάτιο όπου υπήρχε τραυματίας πήγαν και τον χτύπησαν. Μιλάμε για τέτοιες αγριότητες και βαρβαρότητες. Δηλαδή να είσαι στο νοσοκομείο τραυματισμένος και να ακούς τέτοια πράγματα. Φανταστείτε τι καταστάσεις ζήσαμε σε αυτή τη χώρα. Αυτό δεν πρέπει να το ξεχνάμε και δεν πρέπει να ξανασυμβούν τέτοιες βαρβαρότητες», συνεχίζει.
Η περίπτωση του τραυματισμού του ήταν τέτοια που χρειάστηκε άμεση χειρουργική επέμβαση. Το δύσκολο έργο ανέλαβε ο Κώστας Χαρώνης - επονομαζόμενος και ως ο «γιατρός του Πολυτεχνείου» - ο οποίος ως διευθυντής της Γ΄Χειρουργικής Κλινικής, έπαιξε σημαίνοντα ρόλο στη διάσωση εκατοντάδων τραυματιών του Πολυτεχνείου.
Ωστόσο στη συνέχεια κρίθηκε απαραίτητη η μεταφορά του στο Ιπποκράτειο προκειμένου να υποβληθεί σε αγγειοχειρουργική επέμβαση από έναν από τους καλύτερους αγγειοχειρουργούς της εποχής τον Γιώργο Ανδριτσάκη. Μάλιστα όπως λέει «ήταν απίστευτο να επιζήσει κάποιος που είχε τραυματιστεί από σφαίρα στην αορτή».
«Στο Ρυθμιστικό Κέντρο ο πρώτος γιατρός που με χειρούργησε ήταν ο Κώστας Χαρώνης ο οποίος διέκρινε την σοβαρή μου κατάσταση διότι η σφαίρα είχε κάνει τρώση στην αορτή (μετά την καρδιά είναι το πιο βασικό όργανο). Εάν είχε προχωρήσει λίγο ακόμα και είχε δημιουργήσει ακατάσχετη αιμορραγία σήμερα δεν θα ζούσα.
Έτσι λοιπόν με χειρούργησε και όταν ξύπνησα από την νάρκωση μου είπαν θα σε μεταφέρουμε στο Ιπποκράτειο για καλύτερη περίθαλψη. Υπό την παρουσία του κ. Χαρώνη και της ξαδέρφης μου που με είχε βρει μέσα στο Ρυθμιστικό έγινε η μεταφορά μου στο Ιπποκράτειο όπου και χειρουργήθηκα για δεύτερη φορά. Εκεί είχα την τύχη να με χειρουργήσει ένας από τους καλύτερους αγγειοχειρουργούς της εποχής ο Γιώργος Ανδριτσάκης. Η εγχείρηση ήταν πάρα πολύ δύσκολη, με εξωσωματικό σύστημα κυκλοφορίας.
Έγινε η εξαγωγή της σφαίρας, σπληνεκτομή και συρραφή της αορτής. Να φανταστείτε ότι μετά την εγχείρηση και αφού βγήκα από τον θάλαμο ανανήψεως, έρχονταν φοιτητές της Ιατρικής για να δουν τι έγινε κλπ. Ήταν απίστευτο κάποιος που είχε τραυματιστεί από σφαίρα στην αορτή να επιζήσει», θυμάται ο τότε φοιτητής του Μαθηματικού.
Όταν η υγεία του αποκαταστάθηκε έψαξε να δει ποιος ήταν αυτός που τον πυροβόλησε. Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι μάλλον πυροβολήθηκε από κάποιον που βρισκόταν στο υπουργείο Δημόσιας Τάξης το οποίο τότε στεγαζόταν στην διασταύρωση Μάρνη και Αβέρωφ.
«Έψαξα να δω ποιος ήταν εκείνος που με πυροβόλησε και κατέληξα στο συμπέρασμα ότι τα πυρά προήλθαν μάλλον από το υπουργείο Δημόσιας Τάξης που τότε βρισκόταν στη γωνία Τοσίτσα με Αχαρνών. Από εκεί έριχναν προς την κατεύθυνση του Πολυτεχνείου. Σε εκείνο το σημείο είχαν στρατοπεδεύσει αστυνομικοί, στρατιωτικοί, παρακρατικοί προσπαθώντας να τρομοκρατήσουν τον κόσμο», σημειώνει.
«Ο αντικειμενικός σκοπός των πυροβολισμών και των δακρυγόνων ήταν να διαλύσουν τον κόσμο γύρω από το Πολυτεχνείο - την Παρασκευή 16 Νοεμβρίου είχε κατέβει πάρα πολύς κόσμος - και ένας τρόπος ήταν αυτός. Εν συνεχεία, όταν θα είχε διαλυθεί ο κόσμος, θα εκκένωναν το Πολυτεχνείο. Ο κόσμος αποτελούσε τον φρουρό του Πολυτεχνείου», προσθέτει στη συνέχεια ο κ. Οικονόμου.
Πολλοί εκ των πρωταγωνιστών εκείνης της εποχής λένε ότι εάν δεν γινόταν η άγρια καταστολή τα ξημερώματα της Παρασκευής προς Σάββατο 17 Νοεμβρίου και συνεχιζόταν η κατάληψη δεν αποκλείεται η χούντα να οδηγούνταν σε κατάρρευση. «Είναι μία πιθανοφανής υπόθεση αυτή η άποψη», είναι η απάντηση που μου δίνει ο κ. Οικονόμου.
«Τέτοια καταστολή, με τανκς και νεκρούς γύρω από το Πολυτεχνείο αλλά και σε ολόκληρη την Αθήνα δεν είχε ξαναγίνει ούτε επί γερμανικής κατοχής. Αυτό σημαίνει ότι η χούντα κλονίστηκε και φοβήθηκε. Δεν περίμενε τέτοια κοσμοσυρροή. Είναι πιθανόν λοιπόν το Σάββατο να κατέβαινε περισσότερος κόσμος και τα πράγματα να γίνονταν πιο δύσκολα για το καθεστώς.
Στη δική μας λογική αλλά και της χούντας εάν ο κόσμος κατέβαινε και το Σάββατο και την Κυριακή αυτή θα έπεφτε. Διότι σε τέτοια περίπτωση δεν θα μπορούσε να σκοτώσει χιλιάδες για να τον διαλύσει. Αυτό δεν έχει γίνει ούτε και στα πιο ολοκληρωτικά καθεστώτα. Δεν μπορείς να κάνεις αυτή τη σφαγή, αλλά προσπαθείς να τον διαλύσεις με κάθε άλλο μέσο. Έτσι και σκοτώσεις χιλιάδες αυτό σημαίνει την πιο άγρια βαρβαρότητα εκφρασμένη άμεσα και δημοσίως. Είναι εις βάρος οποιουδήποτε καθεστώτος», προσθέτει.
Η συζήτηση μας πηγαίνει και στα βασανιστήρια που υπέστησαν εκατοντάδες άνθρωποι που αντιστάθηκαν στο καθεστώς της 21ης Απριλίου. «Τα βασανιστήρια που πέρασαν πολλοί στα κρατητήρια της Αστυνομίας και του ΕΑΤ-ΕΣΑ δεν ξεχνιούνται και σου μένουν για όλη σου τη ζωή. Αυτό που προσπαθούμε στην επέτειο του Πολυτεχνείου είναι να δώσουμε στον κόσμο τι έγινε τότε έτσι ώστε να μην το ξαναζήσουμε. Διότι αυτό που διαπιστώνουμε σήμερα είναι μια παθητικότητα των ανθρώπων και αυτό νομίζω πρέπει να κουβεντιάσουμε. Η επέτειος για το Πολυτεχνείο δεν είναι ένα μνημόσυνο.
Πρέπει να δούμε τη σημασία που έχει σήμερα, ώστε αυτά τα πράγματα που ζήσαμε εμείς, να μην τα ζήσει η νέα γενιά διότι τίποτε δεν είναι δεδομένο. Το βλέπουμε και σήμερα στην παγκόσμια κατάσταση. Η ελευθερία, η δημοκρατία, η δικαιοσύνη και τα δικαιώματα δεν είναι δεδομένα. Εάν δεν αγωνιστεί η κοινωνία, τίποτε δεν μπορεί να γίνει και σήμερα αυτό που δυστυχώς διαπιστώνουμε είναι ότι η κοινωνία δεν ενδιαφέρεται και κατά κάποιο τρόπο η εξουσία πατάει σε αυτή την αδιαφορία και την απάθεια και φτιάχνει νομοσχέδια, άσχημες καταστάσεις οι οποίες προοιωνίζουν αυταρχικά φαινόμενα.
Δηλαδή φαλκιδεύουν ελευθερίες και δικαιώματα, όπως για παράδειγμα η αστυνομία στα πανεπιστήμια είναι μια τέτοια κατάσταση και πρέπει να καταγγελθεί για να μπορέσει ο κόσμος να καταλάβει ότι δεν είναι ένα απλό γεγονός, αλλά είναι μία πράξη που έχει ως απώτερο σκοπό την αστυνόμευση της κοινωνικής και πολιτικής ζωής».
Δεν είναι λίγοι εκείνοι που ακόμα και σήμερα λένε ότι το Πολυτεχνείο ήταν ο προάγγελος της πτώσης της χούντας η οποία κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος με τα γεγονότα της Κύπρου το καλοκαίρι του 1974. Συμμερίζεται αυτή την άποψη ο κ. Οικονόμου;
«Χωρίς το Πολυτεχνείο δεν θα έπεφτε η χούντα. Αυτή ήταν η αρχή της πτώσης. Βέβαια δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στην κατάρρευση συνετέλεσε και το μεγάλο έγκλημα της προδοσίας της Κύπρου από την δικτατορία. Από την πλευρά του, το Πολυτεχνείο έδωσε στον κόσμο να καταλάβει ότι η χούντα δεν ήταν άτρωτη και δεν είχε το καλό πρόσωπο που διοχέτευε μέσα από τα μέσα ενημέρωσης που ήλεγχε. Αυτό το ψευδές πρόσωπο έσπασε και γκρεμίστηκε από τη σφαγή άοπλων νέων. Δεν υπάρχει πιο μεγάλη βαρβαρότητα.
Αυτή η βαρβαρότητα πέρασε σε ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας και βεβαίως απομόνωσε το δικτατορικό καθεστώς. Δεν μπορεί να σκοτώνεις άοπλους νέους και από την άλλη να μιλάς για λαμπρό μέλλον. Έτσι άρχισε η απογύμνωση της χούντας από κάθε ηθικό και πολιτικό έρεισμα και ταυτοχρόνως άρχισαν τα εσωτερικά προβλήματα και οι φράξιες στο εσωτερικό της. Με την εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο, την ανικανότητα του στρατιωτικού καθεστώτος και το αλαλούμ που επικράτησε στην επιστράτευση αναγκάστηκαν οι χουντικοί να παραχωρήσουν την κυβέρνηση στις πολιτικές δυνάμεις», υποστηρίζει.
Η γενιά του Πολυτεχνείου στην πυρά
Ειδικότερα στα χρόνια του Μνημονίου η γενιά του Πολυτεχνείου ρίχτηκε στην πυρά καθώς μία μερίδα της ελληνικής κοινωνίας εκφράζει την άποψη ότι φέρει την ευθύνη για τα κακά της Μεταπολίτευσης.
«Κατ΄αρχάς, απέναντι από τους εξεγερμένους, με το μέρος της δικτατορίας και των τανκς βρίσκονταν συνομήλικοι μας που ήταν αντίθετοι στην εξέγερση. Από την άλλη, όσοι συμμετείχαν στο φοιτητικό κίνημα και στην κατάληψη-εξέγερση δεν ήταν ολόκληρη η "γενιά". Ήταν κάποια άτομα. Άρα η χρήση του όρου «γενιά» είναι προβληματική και δημιουργεί συγχύσεις. Οι συμμετέχοντες λοιπόν στην εξέγερση δεν φταίνε σε τίποτε. Αντιθέτως, ο αγώνας τους αναγνωρίστηκε από την κοινωνία ποικιλοτρόπως.
Αυτοί που συμμετείχαν μόνο καλό έκαναν: συνέβαλαν στην αρχή της πτώσης της δικτατορίας, και στην δημιουργία μιας νέας περιόδου που έχουμε στη χώρα, δηλαδή το ομαλό κοινοβουλευτικό καθεστώς που δεν υπήρξε ποτέ άλλοτε στην νεοελληνική ιστορία. Αυτά οφείλονται στην εξέγερση του Πολυτεχνείου. Για τη χρεοκοπία φταίει το πολιτικό σύστημα. Το πολιτικό σύστημα κυβερνούσε, λάμβανε αποφάσεις, ξόδευε τα δάνεια και έφτιαχνε τους νόμους επί 36 έτη.
Οι αγωνιστές του Πολυτεχνείου δεν έφτιαχναν αυτά τα πράγματα. Πρόκειται συνεπώς για ένα τεράστιο ψεύδος και φανερώνει την παρακμή αυτής της μερίδας της νεοελληνικής κοινωνίας και κάποιων δημοσιογράφων που λανσάρουν αυτές τις ιδέες, διότι δεν θέλουν να δουν τις πραγματικές αιτίες για την χρεοκοπία και την κατάντια της χώρας και από την άλλη προσπαθούν να καλύψουν τις ευθύνες του πολιτικού συστήματος», υποστηρίζει ο κ. Οικονόμου.
«Ας δούμε και κάτι άλλο. Ποιος ευθύνεται για την δικτατορία; ποιος ευθύνεται για τα Ιουλιανά; ποιος ευθύνεται για τον εμφύλιο πόλεμο; Ευθύνεται κάποια "γενιά"; Όχι βέβαια. Ευθύνεται ένα σύστημα που φτιάχνει νόμους και κυβερνά. Για τη χρεοκοπία της χώρας ευθύνονται τα δύο μεγάλα κόμματα που κυβέρνησαν στην Μεταπολίτευση. Η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ. Αυτοί έπαιρναν τις αποφάσεις, διαχειρίζονταν τα χρήματα που υποτίθεται ότι πήγαιναν για το καλό του λαού αλλά ουσιαστικά ήταν για τις τσέπες κάποιων επιτήδειων. Συνεπώς πρέπει να τελειώνουμε με αυτό το ψεύδος, την ανοησία και την απάτη. Απλώς διάφοροι προσπαθούν να μειώσουν την προσφορά της εξέγερσης και την πολιτική της σημασία. Δεν πρέπει να ξεχνάμε, αμέσως μετά την Μεταπολίτευση, τα διάφορα ψεύδη από τους χουντικούς και τους φίλους τους. Διέδιδαν ότι δεν υπήρχαν νεκροί, ότι δεν υπήρχαν τραυματίες στο Πολυτεχνείο. Αυτά τα ψεύδη τα έλεγαν και κάποιοι που σήμερα βρίσκονται στην κυβέρνηση. Ας επαναλάβω λοιπόν ότι αυτά περί ευθύνης της «γενιάς» είναι τεράστιο ψεύδος και μεγάλη αθλιότητα. Επιτρέψτε μου να πω ότι το ζήτημα αυτό έχω εξετάσει αναλυτικά στο βιβλίο μου "Πολυτεχνείο 1973: Η απαρχή του αυτόνομου κινήματος".
Μια διευκρίνιση: στην περίπτωση της χρεοκοπίας δεν ταυτίζω την κοινωνία με το πολιτικό σύστημα. Η κοινωνία δεν εξέλεξε τους κυβερνώντες για να χρεοκοπήσουν τη χώρα. Συνεπώς οι ένοχοι είναι τα δύο κόμματα που κυβέρνησαν και τα καταδικάζουμε. Η κοινωνία είναι υπεύθυνη με την εκλογή της, και προσπαθούμε να της δώσουμε να καταλάβει ότι δεν έκανε καλά και έπρεπε να κάνει κάτι άλλο, δηλαδή να μην επαναλάβει τα λάθη της. Ωστόσο εκείνους που μας οδήγησαν στην καταστροφή έπρεπε να τους δικάσουμε, αλλά δυστυχώς δεν το κάναμε. Πλήρωσαν λίγοι», συνεχίζει.
Τον ρωτάω εάν γύρισε ποτέ στον τόπο της εξέγερσης κατά τη διάρκεια της Μεταπολίτευσης. «Πολλές φορές έχω βρεθεί στο Πολυτεχνείο. Αυτά τα πράγματα δεν τα ξεχνάς και το πιο σημαντικό είναι να θυμηθεί ο κόσμος», μου λέει.
«Κάθε χρόνο όσοι γράφουν για το Πολυτεχνείο έχουν το ηθικό χρέος να διερευνήσουν την αλήθεια και να την πουν, διότι χωρίς την αλήθεια δεν μπορούμε να έχουμε ελευθερία, δικαιώματα και δημοκρατία. Πρέπει να θυμόμαστε. Το Πολυτεχνείο είναι μία μέρα μνήμης και αγώνα. Εάν θέλουμε να το τιμήσουμε και όχι να μιλάμε έτσι απλά για να μιλάμε, πρέπει αφενός να διερευνήσουμε τι έγινε και αφετέρου να συνεχίσουμε τον αγώνα εκείνων των νέων. Εκείνος ο αγώνας δεν σημαίνει ότι ολοκληρώθηκε με την πτώση της δικτατορίας, άρα πρέπει να συνεχιστεί. Διότι κάποια από τα αιτήματα τους ναι μεν υλοποιήθηκαν, αλλά κάποια άλλα όχι. Αυτό είναι το πιο σημαντικό που πρέπει να περάσουμε στον κόσμο.
Όπως είπε ο μεγάλος συγγραφέας Μίλαν Κούντερα “ο αγώνας εναντίον της λήθης είναι αγώνας εναντίον της εξουσίας”. Η μνήμη λοιπόν είναι σημαντικό πράγμα και δεύτερον ο αγώνας εκείνων των ημερών που πρέπει να συνεχιστεί εναντίον κάθε μορφής αυταρχισμού, ανελευθερίας, αντιδημοκρατίας και οποιουδήποτε απειλεί την ελευθερία μας, τα δικαιώματα και τον ομαλό πολιτικό και κοινωνικό βίο. Αυτό θα έλεγα ότι είναι το μήνυμα που έχει να μας πει σήμερα το Πολυτεχνείο. Παραμένει δηλαδή επίκαιρο», αναφέρει ακόμη.
Η επόμενη μου ερώτηση έχει να κάνει με την δικαίωση του αγώνα των φοιτητών τον Νοέμβρη του ’73. Ο κ. Οικονόμου δηλώνει πως «ο αγώνας εκείνων των ημερών νομίζω ότι δικαιώθηκε εν μέρει. Η Μεταπολίτευση στηρίχθηκε πάνω στο Πολυτεχνείο. Η ιδρυτική πράξη της είναι πάνω στην εξέγερση και στο μήνυμα της, ασχέτως πως το εκλαμβάνει ο καθένας. Υπήρχε ένα μήνυμα αγωνιστικότητας και στην πρώτη επέτειο διαδήλωσε πάνω από ένα εκατομμύριο κόσμος, ενώ κάθε χρόνο μετά στην επέτειο μαζεύονταν εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι για να διαδηλώσουν αυτά που νόμιζαν ότι τους εκφράζουν.
Με αυτή την έννοια υπάρχει μία δικαίωση του Πολυτεχνείου μέσα στους κόλπους της κοινωνίας. Όμως υπάρχει και μία δικαίωση μέσα στις θετικές αλλαγές που έγιναν μετά, οφειλόμενες στη δυναμική που έφερε η εξέγερση: για πρώτη φορά έχουμε ένα ομαλό κοινοβουλευτικό καθεστώς χωρίς δικτατορίες, εξορίες και διώξεις.
Η Ελλάδα μέχρι το 1974 βρισκόταν σε διαρκή κατάσταση ανωμαλίας: πραξικοπήματα, δικτατορίες, εμφύλιοι, διώξεις των αντιφρονούντων από τους εθνικόφρονες, πολίτες α΄ και β΄κατηγορίας. Οι συμμετέχοντες στο φοιτητικό κίνημα είναι οι τελευταίοι που βασανίστηκαν, εξορίστηκαν, τραυματίστηκαν και κάποιοι έχασαν τη ζωή τους.
Πάνω στο αίμα και τον αγώνα αυτών των ανθρώπων στηρίχτηκε η Μεταπολίτευση και έφερε ορισμένες θεσμικές αλλαγές, πρωτόγνωρες για την Ελλάδα, όπως το νέο Σύνταγμα, την κατάργηση της μοναρχίας με δημοψήφισμα. τις ελεύθερες εκλογές, την ελευθερία των κομμάτων, ατομικές ελευθερίες και δικαιώματα, τη νομιμοποίηση του ΚΚΕ, την καθιέρωση της δημοτικής που δεν υπήρχε πριν. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι επί δεκαετίες είχαμε την καθαρεύουσα - ένα άχρηστο πράγμα - που φαινόταν στο παραλήρημα του Παπαδόπουλου».
Ωστόσο στη συνέχεια συμπληρώνει ότι «υπήρχαν και στόχοι που δεν δικαιώθηκαν όπως η πραγματική δημοκρατία. Πρέπει να πούμε ότι σήμερα έχουμε έναν κοινοβουλευτισμό, αλλά αυτός ο κοινοβουλευτισμός δεν είναι καθόλου δημοκρατικός. Αυτοί που αγωνίζονταν τότε ήξεραν πολύ καλά τι ήθελαν. Δεν έκαναν αγώνες για να έρθουν τα κόμματα και να φτιάξουν ένα κομματικό καθεστώς. Αγωνιζόντουσαν για μία πραγματική δημοκρατία που είχαν μέσα στο Πολυτεχνείο και αυτό πρέπει να το πούμε.
Μέσα στο Πολυτεχνείο δεν υπήρχε κανένας αρχηγός, κανένα κόμμα. Η βάση της κατάληψης ήταν όλοι οι συμμετέχοντες, ενώ η κύρια πτυχή της ήταν η αυτοοργάνωση, ο αυτοκαθορισμός και η άμεση δημοκρατία. Δηλαδή γίνονταν συνελεύσεις κατά σχολές και έβγαζαν όργανα, επιτροπές για να αποτελέσουν τη Συντονιστική Επιτροπή. Η Συντονιστική δεν ήταν αρχηγός που καθοδηγούσε, απλά συντόνιζε τον αγώνα και ήταν μόνο για 24 ώρες. Την επομένη θα γίνονταν νέες συνελεύσεις, νέες συζητήσεις, νέες ψηφοφορίες, θα έβγαιναν νέα άτομα για να αποτελέσουν τη νέα Συντονιστική. Αυτό το δημοκρατικό στοιχείο δεν επισφραγίστηκε μετά. Είναι ένα ζητούμενο και νομίζω ότι κάποιοι το έχουν υπόψιν».
Θέλοντας να βάλει έναν επίλογο στη συζήτηση μας ο κ. Οικονόμου δηλώνει πως «το πιο σημαντικό είναι να καταλάβουμε ότι το 1974 δεν έγινε καμία αποκατάσταση της Δημοκρατίας, όπως συνήθως λέγεται, διότι πριν από τη χούντα δεν υπήρχε Δημοκρατία. Υπήρχε Μοναρχία, ένα ελεγχόμενο καθεστώς υπό την κηδεμονία του βασιλιά, όπως είπα. Από τη μία ήταν οι κυνηγοί και από την άλλη οι κυνηγημένοι. Αυτό το είδαμε και στο βασιλικό πραξικόπημα και στα Ιουλιανά το 1965.
Το 1974 εγκαθιδρύθηκε στη χώρα ένα κοινοβουλευτικό καθεστώς με δικαιώματα και ελευθερίες, όμως όχι δημοκρατία. Το αίτημα του Πολυτεχνείου για πραγματική δημοκρατία μένει να υλοποιηθεί. Το Πολυτεχνείο μπορεί να αποτελέσει εφαλτήριο και έμπνευση για σημερινούς και μελλοντικούς αγώνες».
Ειδήσεις σήμερα:
Καλάθι του νοικοκυριού: Έρχεται νέα λίστα για πολίτες με ειδικές διατροφικές ανάγκες - Εξετάζεται για τις γιορτές
ΗΠΑ: «Πράσινο φως» για το πρώτο εργαστηριακό κρέας πουλερικών για ανθρώπινη κατανάλωση έδωσε η FDA
Στηβ Μιλάτος: Παραπέμπεται σε δίκη για βιασμό
«Το βράδυ της Παρασκευής 16 Νοεμβρίου είχα βγει για λίγο έξω από το Πολυτεχνείο», λέει αρχικά ο κ. Οικονόμου. «Όταν πήγα να μπω πάλι μέσα τότε δέχθηκα μία σφαίρα από Έλληνα αστυνομικό. Πρέπει να πούμε ότι τα θύματα, οι 24 επισήμως καταγεγραμμένοι νεκροί - που εγώ πιστεύω ότι ήταν περισσότεροι - και οι 1.000 τραυματίες ήταν από σφαίρες Ελλήνων αστυνομικών και στρατιωτικών. Αμέσως μετά με μετέφεραν στο πρόχειρο ιατρείο που είχε στηθεί στο Πολυτεχνείο και μου παρείχαν τις πρώτες βοήθειες. Εκεί είδα τραυματίες καθώς και τον πρώτο νεκρό. Ήθελαν να με στείλουν στο νοσοκομείο διότι η περίπτωση μου ήταν πια πολύ άσχημη καθώς πονούσα πάρα πολύ και δεν μπορούσαν να μου κάνουν τίποτα. Ήρθε κάποιος ιδιώτης με το αυτοκίνητό του και με πήρε και με μετέφερε στο ΙΚΑ στη λεωφόρο Αλεξάνδρας. Από εκεί μας παρέπεμψαν στο Ρυθμιστικό Κέντρο Αθηνών.
Μέσα στο Πολυτεχνείο με είχαν τοποθετήσει πάνω σε μία πόρτα - είχε τον ρόλο του φορείου - διότι δεν μπορούσα να σταθώ με τίποτα καθώς η σφαίρα είχε χτυπήσει την αορτή και υπήρχε άμεση ανάγκη για χειρουργείο. Μαζί μου στο αυτοκίνητο ήταν ένας φίλος μου ο Παναγιώτης και άλλοι δύο τραυματίες. Όταν φτάσαμε στο Ρυθμιστικό εκεί βρίσκονταν αστυνομικοί οι οποίοι προσπάθησαν να πιάσουν τον φίλο μου αλλά εκείνος τους ξέφυγε. Μετά με μετέφεραν με φορείο μέσα στο νοσοκομείο και με άφησαν στον διάδρομο. Δεν ενδιαφέρθηκε κανείς για την περίπτωση μου, επικρατούσε ο κακός χαμός. Μετά από κάποιες ώρες με μετέφεραν σε ένα δωμάτιο και μου είπαν “μην λες ότι είσαι τραυματίας από το Πολυτεχνείο διότι μπαίνουν μέσα αστυνομικοί φορώντας μπλούζες γιατρών και χτυπούν κόσμο”. Ήταν μία κόλαση και ειδικότερα όταν μας είπαν ότι μπήκαν τα τανκς στο Πολυτεχνείο έπεσε μαύρο σκότος.
Κάποια στιγμή ήρθε κοντά μου μία νοσοκόμα και είδε ότι πονάω. Της έλεγα “κάντε κάτι πονάω”. Εκείνη μου απάντησε ότι θα με φροντίσουν και με ρώτησε εάν είχαν έρθει αστυνομικοί. Όταν απάντησα αρνητικά μου είπε ότι στο διπλανό δωμάτιο όπου υπήρχε τραυματίας πήγαν και τον χτύπησαν. Μιλάμε για τέτοιες αγριότητες και βαρβαρότητες. Δηλαδή να είσαι στο νοσοκομείο τραυματισμένος και να ακούς τέτοια πράγματα. Φανταστείτε τι καταστάσεις ζήσαμε σε αυτή τη χώρα. Αυτό δεν πρέπει να το ξεχνάμε και δεν πρέπει να ξανασυμβούν τέτοιες βαρβαρότητες», συνεχίζει.
Η περίπτωση του τραυματισμού του ήταν τέτοια που χρειάστηκε άμεση χειρουργική επέμβαση. Το δύσκολο έργο ανέλαβε ο Κώστας Χαρώνης - επονομαζόμενος και ως ο «γιατρός του Πολυτεχνείου» - ο οποίος ως διευθυντής της Γ΄Χειρουργικής Κλινικής, έπαιξε σημαίνοντα ρόλο στη διάσωση εκατοντάδων τραυματιών του Πολυτεχνείου.
Ωστόσο στη συνέχεια κρίθηκε απαραίτητη η μεταφορά του στο Ιπποκράτειο προκειμένου να υποβληθεί σε αγγειοχειρουργική επέμβαση από έναν από τους καλύτερους αγγειοχειρουργούς της εποχής τον Γιώργο Ανδριτσάκη. Μάλιστα όπως λέει «ήταν απίστευτο να επιζήσει κάποιος που είχε τραυματιστεί από σφαίρα στην αορτή».
«Στο Ρυθμιστικό Κέντρο ο πρώτος γιατρός που με χειρούργησε ήταν ο Κώστας Χαρώνης ο οποίος διέκρινε την σοβαρή μου κατάσταση διότι η σφαίρα είχε κάνει τρώση στην αορτή (μετά την καρδιά είναι το πιο βασικό όργανο). Εάν είχε προχωρήσει λίγο ακόμα και είχε δημιουργήσει ακατάσχετη αιμορραγία σήμερα δεν θα ζούσα.
Έτσι λοιπόν με χειρούργησε και όταν ξύπνησα από την νάρκωση μου είπαν θα σε μεταφέρουμε στο Ιπποκράτειο για καλύτερη περίθαλψη. Υπό την παρουσία του κ. Χαρώνη και της ξαδέρφης μου που με είχε βρει μέσα στο Ρυθμιστικό έγινε η μεταφορά μου στο Ιπποκράτειο όπου και χειρουργήθηκα για δεύτερη φορά. Εκεί είχα την τύχη να με χειρουργήσει ένας από τους καλύτερους αγγειοχειρουργούς της εποχής ο Γιώργος Ανδριτσάκης. Η εγχείρηση ήταν πάρα πολύ δύσκολη, με εξωσωματικό σύστημα κυκλοφορίας.
Έγινε η εξαγωγή της σφαίρας, σπληνεκτομή και συρραφή της αορτής. Να φανταστείτε ότι μετά την εγχείρηση και αφού βγήκα από τον θάλαμο ανανήψεως, έρχονταν φοιτητές της Ιατρικής για να δουν τι έγινε κλπ. Ήταν απίστευτο κάποιος που είχε τραυματιστεί από σφαίρα στην αορτή να επιζήσει», θυμάται ο τότε φοιτητής του Μαθηματικού.
Όταν η υγεία του αποκαταστάθηκε έψαξε να δει ποιος ήταν αυτός που τον πυροβόλησε. Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι μάλλον πυροβολήθηκε από κάποιον που βρισκόταν στο υπουργείο Δημόσιας Τάξης το οποίο τότε στεγαζόταν στην διασταύρωση Μάρνη και Αβέρωφ.
«Έψαξα να δω ποιος ήταν εκείνος που με πυροβόλησε και κατέληξα στο συμπέρασμα ότι τα πυρά προήλθαν μάλλον από το υπουργείο Δημόσιας Τάξης που τότε βρισκόταν στη γωνία Τοσίτσα με Αχαρνών. Από εκεί έριχναν προς την κατεύθυνση του Πολυτεχνείου. Σε εκείνο το σημείο είχαν στρατοπεδεύσει αστυνομικοί, στρατιωτικοί, παρακρατικοί προσπαθώντας να τρομοκρατήσουν τον κόσμο», σημειώνει.
«Ο αντικειμενικός σκοπός των πυροβολισμών και των δακρυγόνων ήταν να διαλύσουν τον κόσμο γύρω από το Πολυτεχνείο - την Παρασκευή 16 Νοεμβρίου είχε κατέβει πάρα πολύς κόσμος - και ένας τρόπος ήταν αυτός. Εν συνεχεία, όταν θα είχε διαλυθεί ο κόσμος, θα εκκένωναν το Πολυτεχνείο. Ο κόσμος αποτελούσε τον φρουρό του Πολυτεχνείου», προσθέτει στη συνέχεια ο κ. Οικονόμου.
Πολλοί εκ των πρωταγωνιστών εκείνης της εποχής λένε ότι εάν δεν γινόταν η άγρια καταστολή τα ξημερώματα της Παρασκευής προς Σάββατο 17 Νοεμβρίου και συνεχιζόταν η κατάληψη δεν αποκλείεται η χούντα να οδηγούνταν σε κατάρρευση. «Είναι μία πιθανοφανής υπόθεση αυτή η άποψη», είναι η απάντηση που μου δίνει ο κ. Οικονόμου.
«Τέτοια καταστολή, με τανκς και νεκρούς γύρω από το Πολυτεχνείο αλλά και σε ολόκληρη την Αθήνα δεν είχε ξαναγίνει ούτε επί γερμανικής κατοχής. Αυτό σημαίνει ότι η χούντα κλονίστηκε και φοβήθηκε. Δεν περίμενε τέτοια κοσμοσυρροή. Είναι πιθανόν λοιπόν το Σάββατο να κατέβαινε περισσότερος κόσμος και τα πράγματα να γίνονταν πιο δύσκολα για το καθεστώς.
Στη δική μας λογική αλλά και της χούντας εάν ο κόσμος κατέβαινε και το Σάββατο και την Κυριακή αυτή θα έπεφτε. Διότι σε τέτοια περίπτωση δεν θα μπορούσε να σκοτώσει χιλιάδες για να τον διαλύσει. Αυτό δεν έχει γίνει ούτε και στα πιο ολοκληρωτικά καθεστώτα. Δεν μπορείς να κάνεις αυτή τη σφαγή, αλλά προσπαθείς να τον διαλύσεις με κάθε άλλο μέσο. Έτσι και σκοτώσεις χιλιάδες αυτό σημαίνει την πιο άγρια βαρβαρότητα εκφρασμένη άμεσα και δημοσίως. Είναι εις βάρος οποιουδήποτε καθεστώτος», προσθέτει.
Η συζήτηση μας πηγαίνει και στα βασανιστήρια που υπέστησαν εκατοντάδες άνθρωποι που αντιστάθηκαν στο καθεστώς της 21ης Απριλίου. «Τα βασανιστήρια που πέρασαν πολλοί στα κρατητήρια της Αστυνομίας και του ΕΑΤ-ΕΣΑ δεν ξεχνιούνται και σου μένουν για όλη σου τη ζωή. Αυτό που προσπαθούμε στην επέτειο του Πολυτεχνείου είναι να δώσουμε στον κόσμο τι έγινε τότε έτσι ώστε να μην το ξαναζήσουμε. Διότι αυτό που διαπιστώνουμε σήμερα είναι μια παθητικότητα των ανθρώπων και αυτό νομίζω πρέπει να κουβεντιάσουμε. Η επέτειος για το Πολυτεχνείο δεν είναι ένα μνημόσυνο.
Πρέπει να δούμε τη σημασία που έχει σήμερα, ώστε αυτά τα πράγματα που ζήσαμε εμείς, να μην τα ζήσει η νέα γενιά διότι τίποτε δεν είναι δεδομένο. Το βλέπουμε και σήμερα στην παγκόσμια κατάσταση. Η ελευθερία, η δημοκρατία, η δικαιοσύνη και τα δικαιώματα δεν είναι δεδομένα. Εάν δεν αγωνιστεί η κοινωνία, τίποτε δεν μπορεί να γίνει και σήμερα αυτό που δυστυχώς διαπιστώνουμε είναι ότι η κοινωνία δεν ενδιαφέρεται και κατά κάποιο τρόπο η εξουσία πατάει σε αυτή την αδιαφορία και την απάθεια και φτιάχνει νομοσχέδια, άσχημες καταστάσεις οι οποίες προοιωνίζουν αυταρχικά φαινόμενα.
Δηλαδή φαλκιδεύουν ελευθερίες και δικαιώματα, όπως για παράδειγμα η αστυνομία στα πανεπιστήμια είναι μια τέτοια κατάσταση και πρέπει να καταγγελθεί για να μπορέσει ο κόσμος να καταλάβει ότι δεν είναι ένα απλό γεγονός, αλλά είναι μία πράξη που έχει ως απώτερο σκοπό την αστυνόμευση της κοινωνικής και πολιτικής ζωής».
Δεν είναι λίγοι εκείνοι που ακόμα και σήμερα λένε ότι το Πολυτεχνείο ήταν ο προάγγελος της πτώσης της χούντας η οποία κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος με τα γεγονότα της Κύπρου το καλοκαίρι του 1974. Συμμερίζεται αυτή την άποψη ο κ. Οικονόμου;
«Χωρίς το Πολυτεχνείο δεν θα έπεφτε η χούντα. Αυτή ήταν η αρχή της πτώσης. Βέβαια δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στην κατάρρευση συνετέλεσε και το μεγάλο έγκλημα της προδοσίας της Κύπρου από την δικτατορία. Από την πλευρά του, το Πολυτεχνείο έδωσε στον κόσμο να καταλάβει ότι η χούντα δεν ήταν άτρωτη και δεν είχε το καλό πρόσωπο που διοχέτευε μέσα από τα μέσα ενημέρωσης που ήλεγχε. Αυτό το ψευδές πρόσωπο έσπασε και γκρεμίστηκε από τη σφαγή άοπλων νέων. Δεν υπάρχει πιο μεγάλη βαρβαρότητα.
Αυτή η βαρβαρότητα πέρασε σε ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας και βεβαίως απομόνωσε το δικτατορικό καθεστώς. Δεν μπορεί να σκοτώνεις άοπλους νέους και από την άλλη να μιλάς για λαμπρό μέλλον. Έτσι άρχισε η απογύμνωση της χούντας από κάθε ηθικό και πολιτικό έρεισμα και ταυτοχρόνως άρχισαν τα εσωτερικά προβλήματα και οι φράξιες στο εσωτερικό της. Με την εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο, την ανικανότητα του στρατιωτικού καθεστώτος και το αλαλούμ που επικράτησε στην επιστράτευση αναγκάστηκαν οι χουντικοί να παραχωρήσουν την κυβέρνηση στις πολιτικές δυνάμεις», υποστηρίζει.
Η γενιά του Πολυτεχνείου στην πυρά
Ειδικότερα στα χρόνια του Μνημονίου η γενιά του Πολυτεχνείου ρίχτηκε στην πυρά καθώς μία μερίδα της ελληνικής κοινωνίας εκφράζει την άποψη ότι φέρει την ευθύνη για τα κακά της Μεταπολίτευσης.
«Κατ΄αρχάς, απέναντι από τους εξεγερμένους, με το μέρος της δικτατορίας και των τανκς βρίσκονταν συνομήλικοι μας που ήταν αντίθετοι στην εξέγερση. Από την άλλη, όσοι συμμετείχαν στο φοιτητικό κίνημα και στην κατάληψη-εξέγερση δεν ήταν ολόκληρη η "γενιά". Ήταν κάποια άτομα. Άρα η χρήση του όρου «γενιά» είναι προβληματική και δημιουργεί συγχύσεις. Οι συμμετέχοντες λοιπόν στην εξέγερση δεν φταίνε σε τίποτε. Αντιθέτως, ο αγώνας τους αναγνωρίστηκε από την κοινωνία ποικιλοτρόπως.
Αυτοί που συμμετείχαν μόνο καλό έκαναν: συνέβαλαν στην αρχή της πτώσης της δικτατορίας, και στην δημιουργία μιας νέας περιόδου που έχουμε στη χώρα, δηλαδή το ομαλό κοινοβουλευτικό καθεστώς που δεν υπήρξε ποτέ άλλοτε στην νεοελληνική ιστορία. Αυτά οφείλονται στην εξέγερση του Πολυτεχνείου. Για τη χρεοκοπία φταίει το πολιτικό σύστημα. Το πολιτικό σύστημα κυβερνούσε, λάμβανε αποφάσεις, ξόδευε τα δάνεια και έφτιαχνε τους νόμους επί 36 έτη.
Οι αγωνιστές του Πολυτεχνείου δεν έφτιαχναν αυτά τα πράγματα. Πρόκειται συνεπώς για ένα τεράστιο ψεύδος και φανερώνει την παρακμή αυτής της μερίδας της νεοελληνικής κοινωνίας και κάποιων δημοσιογράφων που λανσάρουν αυτές τις ιδέες, διότι δεν θέλουν να δουν τις πραγματικές αιτίες για την χρεοκοπία και την κατάντια της χώρας και από την άλλη προσπαθούν να καλύψουν τις ευθύνες του πολιτικού συστήματος», υποστηρίζει ο κ. Οικονόμου.
«Ας δούμε και κάτι άλλο. Ποιος ευθύνεται για την δικτατορία; ποιος ευθύνεται για τα Ιουλιανά; ποιος ευθύνεται για τον εμφύλιο πόλεμο; Ευθύνεται κάποια "γενιά"; Όχι βέβαια. Ευθύνεται ένα σύστημα που φτιάχνει νόμους και κυβερνά. Για τη χρεοκοπία της χώρας ευθύνονται τα δύο μεγάλα κόμματα που κυβέρνησαν στην Μεταπολίτευση. Η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ. Αυτοί έπαιρναν τις αποφάσεις, διαχειρίζονταν τα χρήματα που υποτίθεται ότι πήγαιναν για το καλό του λαού αλλά ουσιαστικά ήταν για τις τσέπες κάποιων επιτήδειων. Συνεπώς πρέπει να τελειώνουμε με αυτό το ψεύδος, την ανοησία και την απάτη. Απλώς διάφοροι προσπαθούν να μειώσουν την προσφορά της εξέγερσης και την πολιτική της σημασία. Δεν πρέπει να ξεχνάμε, αμέσως μετά την Μεταπολίτευση, τα διάφορα ψεύδη από τους χουντικούς και τους φίλους τους. Διέδιδαν ότι δεν υπήρχαν νεκροί, ότι δεν υπήρχαν τραυματίες στο Πολυτεχνείο. Αυτά τα ψεύδη τα έλεγαν και κάποιοι που σήμερα βρίσκονται στην κυβέρνηση. Ας επαναλάβω λοιπόν ότι αυτά περί ευθύνης της «γενιάς» είναι τεράστιο ψεύδος και μεγάλη αθλιότητα. Επιτρέψτε μου να πω ότι το ζήτημα αυτό έχω εξετάσει αναλυτικά στο βιβλίο μου "Πολυτεχνείο 1973: Η απαρχή του αυτόνομου κινήματος".
Μια διευκρίνιση: στην περίπτωση της χρεοκοπίας δεν ταυτίζω την κοινωνία με το πολιτικό σύστημα. Η κοινωνία δεν εξέλεξε τους κυβερνώντες για να χρεοκοπήσουν τη χώρα. Συνεπώς οι ένοχοι είναι τα δύο κόμματα που κυβέρνησαν και τα καταδικάζουμε. Η κοινωνία είναι υπεύθυνη με την εκλογή της, και προσπαθούμε να της δώσουμε να καταλάβει ότι δεν έκανε καλά και έπρεπε να κάνει κάτι άλλο, δηλαδή να μην επαναλάβει τα λάθη της. Ωστόσο εκείνους που μας οδήγησαν στην καταστροφή έπρεπε να τους δικάσουμε, αλλά δυστυχώς δεν το κάναμε. Πλήρωσαν λίγοι», συνεχίζει.
Τον ρωτάω εάν γύρισε ποτέ στον τόπο της εξέγερσης κατά τη διάρκεια της Μεταπολίτευσης. «Πολλές φορές έχω βρεθεί στο Πολυτεχνείο. Αυτά τα πράγματα δεν τα ξεχνάς και το πιο σημαντικό είναι να θυμηθεί ο κόσμος», μου λέει.
«Κάθε χρόνο όσοι γράφουν για το Πολυτεχνείο έχουν το ηθικό χρέος να διερευνήσουν την αλήθεια και να την πουν, διότι χωρίς την αλήθεια δεν μπορούμε να έχουμε ελευθερία, δικαιώματα και δημοκρατία. Πρέπει να θυμόμαστε. Το Πολυτεχνείο είναι μία μέρα μνήμης και αγώνα. Εάν θέλουμε να το τιμήσουμε και όχι να μιλάμε έτσι απλά για να μιλάμε, πρέπει αφενός να διερευνήσουμε τι έγινε και αφετέρου να συνεχίσουμε τον αγώνα εκείνων των νέων. Εκείνος ο αγώνας δεν σημαίνει ότι ολοκληρώθηκε με την πτώση της δικτατορίας, άρα πρέπει να συνεχιστεί. Διότι κάποια από τα αιτήματα τους ναι μεν υλοποιήθηκαν, αλλά κάποια άλλα όχι. Αυτό είναι το πιο σημαντικό που πρέπει να περάσουμε στον κόσμο.
Όπως είπε ο μεγάλος συγγραφέας Μίλαν Κούντερα “ο αγώνας εναντίον της λήθης είναι αγώνας εναντίον της εξουσίας”. Η μνήμη λοιπόν είναι σημαντικό πράγμα και δεύτερον ο αγώνας εκείνων των ημερών που πρέπει να συνεχιστεί εναντίον κάθε μορφής αυταρχισμού, ανελευθερίας, αντιδημοκρατίας και οποιουδήποτε απειλεί την ελευθερία μας, τα δικαιώματα και τον ομαλό πολιτικό και κοινωνικό βίο. Αυτό θα έλεγα ότι είναι το μήνυμα που έχει να μας πει σήμερα το Πολυτεχνείο. Παραμένει δηλαδή επίκαιρο», αναφέρει ακόμη.
Η επόμενη μου ερώτηση έχει να κάνει με την δικαίωση του αγώνα των φοιτητών τον Νοέμβρη του ’73. Ο κ. Οικονόμου δηλώνει πως «ο αγώνας εκείνων των ημερών νομίζω ότι δικαιώθηκε εν μέρει. Η Μεταπολίτευση στηρίχθηκε πάνω στο Πολυτεχνείο. Η ιδρυτική πράξη της είναι πάνω στην εξέγερση και στο μήνυμα της, ασχέτως πως το εκλαμβάνει ο καθένας. Υπήρχε ένα μήνυμα αγωνιστικότητας και στην πρώτη επέτειο διαδήλωσε πάνω από ένα εκατομμύριο κόσμος, ενώ κάθε χρόνο μετά στην επέτειο μαζεύονταν εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι για να διαδηλώσουν αυτά που νόμιζαν ότι τους εκφράζουν.
Με αυτή την έννοια υπάρχει μία δικαίωση του Πολυτεχνείου μέσα στους κόλπους της κοινωνίας. Όμως υπάρχει και μία δικαίωση μέσα στις θετικές αλλαγές που έγιναν μετά, οφειλόμενες στη δυναμική που έφερε η εξέγερση: για πρώτη φορά έχουμε ένα ομαλό κοινοβουλευτικό καθεστώς χωρίς δικτατορίες, εξορίες και διώξεις.
Η Ελλάδα μέχρι το 1974 βρισκόταν σε διαρκή κατάσταση ανωμαλίας: πραξικοπήματα, δικτατορίες, εμφύλιοι, διώξεις των αντιφρονούντων από τους εθνικόφρονες, πολίτες α΄ και β΄κατηγορίας. Οι συμμετέχοντες στο φοιτητικό κίνημα είναι οι τελευταίοι που βασανίστηκαν, εξορίστηκαν, τραυματίστηκαν και κάποιοι έχασαν τη ζωή τους.
Πάνω στο αίμα και τον αγώνα αυτών των ανθρώπων στηρίχτηκε η Μεταπολίτευση και έφερε ορισμένες θεσμικές αλλαγές, πρωτόγνωρες για την Ελλάδα, όπως το νέο Σύνταγμα, την κατάργηση της μοναρχίας με δημοψήφισμα. τις ελεύθερες εκλογές, την ελευθερία των κομμάτων, ατομικές ελευθερίες και δικαιώματα, τη νομιμοποίηση του ΚΚΕ, την καθιέρωση της δημοτικής που δεν υπήρχε πριν. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι επί δεκαετίες είχαμε την καθαρεύουσα - ένα άχρηστο πράγμα - που φαινόταν στο παραλήρημα του Παπαδόπουλου».
Ωστόσο στη συνέχεια συμπληρώνει ότι «υπήρχαν και στόχοι που δεν δικαιώθηκαν όπως η πραγματική δημοκρατία. Πρέπει να πούμε ότι σήμερα έχουμε έναν κοινοβουλευτισμό, αλλά αυτός ο κοινοβουλευτισμός δεν είναι καθόλου δημοκρατικός. Αυτοί που αγωνίζονταν τότε ήξεραν πολύ καλά τι ήθελαν. Δεν έκαναν αγώνες για να έρθουν τα κόμματα και να φτιάξουν ένα κομματικό καθεστώς. Αγωνιζόντουσαν για μία πραγματική δημοκρατία που είχαν μέσα στο Πολυτεχνείο και αυτό πρέπει να το πούμε.
Μέσα στο Πολυτεχνείο δεν υπήρχε κανένας αρχηγός, κανένα κόμμα. Η βάση της κατάληψης ήταν όλοι οι συμμετέχοντες, ενώ η κύρια πτυχή της ήταν η αυτοοργάνωση, ο αυτοκαθορισμός και η άμεση δημοκρατία. Δηλαδή γίνονταν συνελεύσεις κατά σχολές και έβγαζαν όργανα, επιτροπές για να αποτελέσουν τη Συντονιστική Επιτροπή. Η Συντονιστική δεν ήταν αρχηγός που καθοδηγούσε, απλά συντόνιζε τον αγώνα και ήταν μόνο για 24 ώρες. Την επομένη θα γίνονταν νέες συνελεύσεις, νέες συζητήσεις, νέες ψηφοφορίες, θα έβγαιναν νέα άτομα για να αποτελέσουν τη νέα Συντονιστική. Αυτό το δημοκρατικό στοιχείο δεν επισφραγίστηκε μετά. Είναι ένα ζητούμενο και νομίζω ότι κάποιοι το έχουν υπόψιν».
Θέλοντας να βάλει έναν επίλογο στη συζήτηση μας ο κ. Οικονόμου δηλώνει πως «το πιο σημαντικό είναι να καταλάβουμε ότι το 1974 δεν έγινε καμία αποκατάσταση της Δημοκρατίας, όπως συνήθως λέγεται, διότι πριν από τη χούντα δεν υπήρχε Δημοκρατία. Υπήρχε Μοναρχία, ένα ελεγχόμενο καθεστώς υπό την κηδεμονία του βασιλιά, όπως είπα. Από τη μία ήταν οι κυνηγοί και από την άλλη οι κυνηγημένοι. Αυτό το είδαμε και στο βασιλικό πραξικόπημα και στα Ιουλιανά το 1965.
Το 1974 εγκαθιδρύθηκε στη χώρα ένα κοινοβουλευτικό καθεστώς με δικαιώματα και ελευθερίες, όμως όχι δημοκρατία. Το αίτημα του Πολυτεχνείου για πραγματική δημοκρατία μένει να υλοποιηθεί. Το Πολυτεχνείο μπορεί να αποτελέσει εφαλτήριο και έμπνευση για σημερινούς και μελλοντικούς αγώνες».
Ειδήσεις σήμερα:
Καλάθι του νοικοκυριού: Έρχεται νέα λίστα για πολίτες με ειδικές διατροφικές ανάγκες - Εξετάζεται για τις γιορτές
ΗΠΑ: «Πράσινο φως» για το πρώτο εργαστηριακό κρέας πουλερικών για ανθρώπινη κατανάλωση έδωσε η FDA
Στηβ Μιλάτος: Παραπέμπεται σε δίκη για βιασμό
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα