Γιατί η ΚΝΕ του ’73 αποκήρυξε τον Μίμη Ανδρουλάκη

Το πόνημα με τίτλο «Πριν σβήσουν τα φώτα» και η θύελλα οργής των πρωταγωνιστών της φοιτητικής εξέγερσης που καταγγέλλουν τον Μίμη Ανδρουλάκη για «πολλά ψέματα και λίγες αλήθειες» από ένα απλό μέλος της συντονιστικής επιτροπής που, όπως λένε, αυτοπροβάλλεται ως πρωταγωνιστής με στόχο να «τονώσει την αίσθηση μεγαλείου για τον εαυτό του»

Το παρελθόν φυγείν αδύνατον. Οπως το πόνημα του Μίμη Ανδρουλάκη «Πριν σβήσουν τα φώτα». Αποτέλεσμα; Τα φώτα όχι μόνο δεν έσβησαν, αλλά πολλές φωτιές άναψαν και κάποιον έκαψαν. Το πρώτο που προσπάθησα ήταν να μιλήσω με τον συγγραφέα. Με τον Μίμη Ανδρουλάκη. Που οφείλω, δημοσίως, να αναγνωρίσω μερικές από τις αρετές του: το θηλυκό μυαλό του. Την αέναη ανησυχία του. Τον σαρωτικό χαρακτήρα των έργων του. Προσπάθησα τηλεφωνικά να τον βρω για να ακούσω τις απόψεις του. Δηλαδή τις απαντήσεις του σχετικά με μια ανακοίνωση 15 μελών και στελεχών της ΚΝΕ του 1973, παρόντων, αλλά και πρωταγωνιστών στην Εξέγερση του Πολυτεχνείου.



Εξαφανίστηκε

Επειδή λοιπόν τον χαρακτηρίζουν «κλεπτομνήμων», καταγγελία σοβαρή, «κακουργηματικού χαρακτήρα», σε ό,τι αφορά την ακρίβεια των αφηγήσεων και των γεγονότων, έσπευσα να του μιλήσω.

«Ναι φυσικά», μου υποσχέθηκε. Και πρόσθεσε: «Τώρα όμως επιβιβάζομαι στο αεροπλάνο για Κρήτη. Πάρε με σε μία ώρα».

Πράγμα που έκανα. Κι όμως, παρά την υπόσχεσή του, το τηλέφωνο κλειστό. Εκεί εγώ να επιμένω. Πάλι κλειστό. Συνεχώς κλειστό. Δεν υποχώρησα. Και αποφάσισα να ψάξω, να ερευνήσω και με παλιούς Κνίτες να μιλήσω και να ερευνήσω. Ποια τα γεγονότα. Ποια η ιστορική αλήθεια. Ποιοι οι πρωταγωνιστές. Ηταν άραγε ο Μίμης βασικός μοχλός αυτής της θρυλικής εξέγερσης; Ανεξάρτητα από προσωπικές προτιμήσεις. Ανεξάρτητα από την πορεία που αργότερα ακολούθησαν αρκετοί εκ των στελεχών της ΚΝΕ και κατόπιν του ΚΚΕ.

Για παράδειγμα, ας πούμε, ο Θανάσης Σκαμνάκης, μέλος τότε της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματος, υπεύθυνος Πολιτισμού, διαφώνησε με τη συγκυβέρνηση ΚΚΕ και Νέας Δημοκρατίας του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. Διαφώνησε και μαζί με τον βουλευτή Κώστα Κάππο, έναν από τους πιο ανιδιοτελείς αγωνιστές, αλλά και τον Κώστα Τζιαντζή, που έφυγαν και στη συνέχεια συγκρότησαν το Νέο Αριστερό Ρεύμα (ΝΑΡ). Και οι δύο δεν βρίσκονται πια ανάμεσά μας. Ο μεν Κώστας Τζιαντζής, της κομμουνιστικής ελίτ, «έφυγε» νωρίς, το 2001. Και τέσσερα χρόνια αργότερα τον ακολούθησε ο Κώστας Κάππος. Εφυγαν πικραμένοι και για τους περισσότερους ξεχασμένοι.

Κώστας Τζιαντζής, ο αρχηγός

Προς στιγμήν σκέφτηκα να στραφώ και στη Μαρία Δαμανάκη, την πασίγνωστη φωνή του Πολυτεχνείου. Ωστόσο, συγκρατήθηκα και αμέσως κάθε τέτοια προσπάθεια απέρριψα.
Η Μαρία, η μοναδική περίπτωση, εξ όλων των πρωταγωνιστών, που συστηματικά αρνείται να μιλήσει, να αναφερθεί σε εκείνα τα γεγονότα. Η αποχή, δείγμα σοβαρότητας, σεμνότητας και ήθους. Ο ιστορικός του μέλλοντος θα κρίνει. Με την εύγλωττη σιωπή μου το Πολυτεχνείο και την ιστορική μνήμη τιμώ.

Τα γεγονότα λοιπόν πάνε κάπως έτσι: με το τέλος της... σχολικής χρονιάς του 1973 εκατοντάδες φοιτητές όλων των πανεπιστημιακών σχολών φεύγουν για τα χωριά τους και τις πόλεις τους κουβαλώντας μαζί τους το αντιδικτατορικό πάθος τους. Κάπως έτσι, εκείνο το καλοκαίρι, παντού, στις περισσότερες γωνιές της επικράτειας, μικρές και μεγάλες, μετά από αλλεπάλληλες ζυμώσεις δημιουργούνται πολιτιστικοί και άλλοι επαγγελματικοί σύλλογοι με αντιδικτατορικό χαρακτήρα. Η σπίθα από εκεί αρχίζει να ανάβει.

Οταν οι φοιτητές επιστρέφουν στην Αθήνα, φορτωμένοι με το αντιδικτατορικό μίσος και αποφασισμένοι για μεγάλες κινητοποιήσεις, οργανώνονται δεκάδες συνελεύσεις. Οχι εντός των σχολών, αλλά στους διαδρόμους, ακόμα και στις σκάλες. Η φλόγα καίει τα σπλάχνα τους. Καμία δύναμη δεν είναι ικανή να τους σταματήσει. Αυτή η αυθόρμητη εσωτερική σπίθα ανάβει και σπρώχνει, με σαρωτική δύναμη, τα γεγονότα.

Κάπως έτσι, τον Νοέμβριο του 1973 αποφασίζεται μετά από συνελεύσεις των σχολών η κατάληψη του Πολυτεχνείου. Στην αρχή η Καθοδήγηση της ΚΝΕ, με πρωταγωνιστή τον Κώστα Τζιαντζή, σκέφτεται διαφορετικά. Δηλαδή η κατάληψη να είναι αποτέλεσμα κλιμάκωσης πολλών κινητοποιήσεων. Αυτός ο δισταγμός κρατά μερικές ώρες. «Ομως το ίδιο βράδυ αποφασίζουμε να πάρουμε μέρος», με διαβεβαιώνει εις εκ των πρωταγωνιστών. Ολοι λοιπόν οι Κνίτες είναι εκεί. Την Πέμπτη το πρωί «αποφασίζουμε να οργανώσουμε τη δουλειά». Μάλιστα εκείνο το βράδυ της Τετάρτης υπάρχουν συνθήματα γραμμένα στους τοίχους, όπως «Κάτω το κράτος» και «Κάτω η εξουσία». Συνθήματα αναρχικών ομάδων που προσπαθούν να δώσουν έναν αντεξουσιαστικό και ως εκ τούτου αντιμαζικό χαρακτήρα.

Με την παρέμβαση αυτών των στελεχών της ΚΝΕ, αλλά και των άλλων παρατάξεων, τα συνθήματα αλλάζουν προς αντιδικτατορική και αντιαμερικανική κατεύθυνση. Ποιος ο άνθρωπος που μεταφέρει τη γραμμή από την Καθοδήγηση προς τα κάτω; Ο Κώστας Τζιαντζής, γραμματέας της Σπουδάζουσας. Αυτή η αλήθεια. Αυτός καθοδηγεί την οργάνωση του Πολυτεχνείου στην ΚΝΕ. Αυτός ο δημιουργός της Αντι-ΕΦΕΕ.



Χολιγουντιανό action movie

Και ο Μίμης Ανδρουλάκης; Τότε, λοιπόν, ένα απλό μέλος της ΚΝΕ χωρίς ιδιαίτερο ρόλο. Ενας από τους εκλεγμένους της Σχολής των Τοπογράφων, ως μέλος της Συντονιστικής Επιτροπής. Που τώρα, στο πόνημά του, παρουσιάζει τον εαυτό του ως βασικό άξονα της Κομμουνιστικής Νεολαίας Ελλάδος.

Το δεύτερο ολίσθημά του, ότι αφηγείται περιστατικά που δεν επιβεβαιώνονται από πουθενά. Το τρίτο, ότι αφηγείται πληροφορίες που δεν έχει αντλήσει από δική του εμπειρία.

Το τέταρτο έχει να κάνει με κάποια καταδίωξη κινηματογραφικού χαρακτήρα. Σαν σκηνή από action movie. Οπου τον καταδιώκουν αστυνομικοί με αρχηγό τον Ευάγγελο Μάλλιο, αξιωματικό της χουντικής Αστυνομίας Πόλεων. Διαβόητος και πασίγνωστος για τις επιδόσεις και τις μεθόδους του. Χειρότερος από τον Ιαβέρη των «Αθλίων» του Βίκτωρος Ουγκώ.

Ο Μάλλιος, λοιπόν, να τρέχει στα στενά, ξοπίσω από τον Μίμη φωνάζοντας: «Πιάστε τον αρχηγό, τον κοντό». Εκείνος να σκαρφαλώνει, να πηδάει μάντρες και στο τέλος να πέφτει στα χέρια τους και εκείνοι να τον τσακίζουν στο ξύλο!

Το αποτέλεσμα όλων αυτών των περιγραφών προκάλεσε τη μήνιν πολλών πρωταγωνιστών και (τότε) μελών της Κομμουνιστικής Νεολαίας Ελλάδος. Κάπως έτσι διατυπώθηκε και κυκλοφόρησε η ακόλουθη ανακοίνωση ή δήλωση των 15 με τίτλο «Περισσότερα ψέματα, λιγότερες αλήθειες στο βιβλίο του Μίμη Ανδρουλάκη»:

«Αυτές τις ημέρες κυκλοφόρησε το βιβλίο του Μίμη Ανδρουλάκη “Πριν σβήσουν τα φώτα”, το οποίο ο συγγραφέας χαρακτηρίζει αυτοβιογραφικό-ιστορικό. Θεωρούμε πως με τα όσα γράφει στην ενότητα του βιβλίου του με τίτλο “Ημουν ένας από αυτούς - Αντίσταση - Πολυτεχνείο 1973” έχει παραβεί κάθε μεθοδολογική και δεοντολογική αρχή που πρέπει να διέπει μια προσωπική μαρτυρία. Εμείς ιστορικοί δεν είμαστε. Βρεθήκαμε όμως για πολλά χρόνια, και κυρίως την εποχή της δικτατορίας, στις τάξεις της ΚΝΕ και του ΚΚΕ. Ως μάρτυρες των συμβάντων και ως συμμέτοχοι διαπιστώνουμε πως τα ψέματα, οι ανακρίβειες και οι ηθελημένες ασάφειες που περιέχει είναι πολύ περισσότερα από τις (λίγες) αλήθειες. Ολοι μας γνωρίσαμε τον Μ.Α. μετά τη Μεταπολίτευση και άρα όποτε μας τοποθετεί σε συναντήσεις μαζί του είναι ανακριβή. Ο Μίμης Ανδρουλάκης αναφέρεται σε πολλά και σε πολλούς. Για τα περισσότερα όμως δεν παραθέτει καμία ιστορική πηγή. Κανένα αντικειμενικό στοιχείο που να επιβεβαιώνει τα λεγόμενά του. Αντί αυτού, λειτουργεί ως αδίστακτος κλεπτομνήμων υφαρπάζοντας αφηγήσεις άλλων που παρουσιάζει δικές του, ως προσωπικές μαρτυρίες, προκειμένου να δώσει ισχύ στους αναπόδεικτους ισχυρισμούς του. Τσιμπολογάει περιστατικά και φράσεις, τα μεταπλάθει σε διαλόγους που παραθέτει εντός εισαγωγικών, και τα πλασάρει με τρόπο που να φαίνεται ότι ήταν “αυτόπτης μάρτυς”.

Και όπου δυσκολεύεται ή δεν έχει υλικό προς απαλλοτρίωση που να τον βολεύει ή θέλει να προσδώσει μεγαλύτερη δραματική ένταση στα λεγόμενά του, καταφεύγει στο ακόμα πιο εξωφρενικό: επικαλείται λόγια που του έχουν δήθεν “εκμυστηρευτεί” ή “εξομολογηθεί” ακριβοί σύντροφοι που από χρόνια δεν βρίσκονται στη ζωή και, φυσικά, δεν μπορούν ούτε να τον διαψεύσουν, ούτε να τον επιβεβαιώσουν. Ο ίδιος υποστηρίζει πως μιλάει για πρώτη φορά ύστερα από 49 χρόνια, προφανώς για να δώσει μία ακόμη δραματική ένταση στη “μαρτυρία” του. Τον διαψεύδει ο εαυτός του. Καθένας που ενδιαφέρεται μπορεί να ανατρέξει στις πολλές προηγούμενες και έντυπες δημόσιες αφηγήσεις του. Σε αυτές, όπως και στην τωρινή, προσθέτει ή αφαιρεί σκηνές από τον αντιδικτατορικό βίο του ανάλογα με τις πολιτικές ή προσωπικές επιδιώξεις του της στιγμής.

Στην παρούσα έκδοση ο επιδιωκόμενος στόχος είναι η ανάδειξή του σε ρόλο κύριου πρωταγωνιστή, ισχυρισμός που δεν έχει σχέση με την πραγματικότητα και δεν επιβεβαιώνεται σε καμία από τις μέχρι τώρα περισσότερες από 100 επώνυμες μαρτυρίες οι οποίες έχουν δει τη δημοσιότητα τα τελευταία 49 χρόνια. Δεν φαίνεται όμως πως όλα αυτά του αρκούν. Προχωράει σε μία ακόμη απρέπεια. Προσπαθεί να προβάλει τον εαυτό του ως το κύριο πρόσωπο σε αντίστιξη με την εμπαθή εκμηδένιση του ρόλου του τότε γραμματέα της Οργάνωσης Σπουδάζουσας της ΚΝΕ Κώστα Τζιαντζή τόσο στην αντιδικτατορική πάλη γενικά όσο και στην Εξέγερση του Πολυτεχνείου ειδικότερα. Και μάλιστα 11 χρόνια μετά τον θάνατό του. Ο Μ.Α. επιχειρεί έναν φθηνό αντιπερισπασμό. Δεν τον έπιασε έτσι ξαφνικά ο πόνος για την “Πανσπουδαστική Νο 8”. Αλλος είναι ο στόχος της τυμβωρυχίας του: ρίχνοντας το αποκλειστικό ανάθεμα στον Κώστα Τζιαντζή για όλες τις οργανωτικές “ανεπάρκειες” της ευρισκόμενης τότε σε βαθιά παρανομία καθοδήγησης του ΚΚΕ και της ΚΝΕ, παρουσιάζοντάς τον ως τον αποκλειστικό φορέα του “αμετάκλητου σφάλματος” τονώνει την αίσθηση μεγαλείου για τον εαυτό του, που φαίνεται ότι την έχει ανάγκη.

Δεν είναι στις προθέσεις μας να αφαιρέσουμε ούτε ένα αντιδικτατορικό γαλόνι από τον Μ.Α. Ηταν μέλος της Συντονιστικής Επιτροπής στο Πολυτεχνείο, χωρίς να είναι χρεωμένος με οποιονδήποτε ιδιαίτερο ή πολύ περισσότερο κρίσιμο τομέα της. Ηταν κι αυτός ένας ανάμεσα σε άλλους, πολλοί από τους οποίους στάθηκαν περισσότερο άτυχοι στα χρόνια της μαύρης παρανομίας, καταδιώχτηκαν, συνελήφθησαν και βασανίστηκαν στα μπουντρούμια της ΕΣΑ και της Ασφάλειας.Το βιβλίο αυτό δεν είναι, όπως ο ίδιος έχει προαναγγείλει, παρά ο πρώτος τόμος και θα ακολουθήσει ο δεύτερος που θα περιέχει τα όσα συνέβησαν μετά το 1974. Οπότε και εμείς επιφυλασσόμαστε για μια συνολική απάντηση μετά την ολοκλήρωση του “πονήματος”, οπότε θα έχουμε τη συνολική εκδοχή της ανακατασκευής, με επίκεντρο τον ίδιο, της κατά Μ.Α. Σύγχρονης Ιστορίας. Αναστασιάδης Κίμων, Βαλαβάνη Νάντια, Καραγιάννης Γιώργος, Κυπραίος Τάκης, Παντάκας Δημήτρης, Πάντος Στέφανος, Παπαγκίκα Κατερίνα, Παπαδήμας Αλκης, Παπαπέτρου Γιώργος, Σκαμνάκης Θανάσης, Σορολοπίδης Γιώργος, Τσακνής Διονύσης, Τσικόπουλος Νίκος, Φιλιππάκης Γιώργος, Χατζόπουλος Στάθης».

Από αριστερά, Αλέκος Αλαβάνος, Παναγιώτης Λαφαζάνης και Μίμης Ανδρουλάκης
Οι νεκροί λένε πάντα την αλήθεια

Επειδή έχω γνωρίσει μερικούς εξ αυτών, έχω να πω ότι δεν ανήκουν όλοι στην ίδια παράταξη και δεν συμμερίζονται τις ιδεολογικές απόψεις του Σκαμνάκη και του Τζιαντζή. Αντιθέτως, μάλιστα. Ωστόσο, όλοι αυτοί ήταν παρόντες, έζησαν, βίωσαν και αγωνίστηκαν. Και ένα πράγμα τούς συνδέει: η Εξέγερση στο Πολυτεχνείο. Για να το πω πιο απλά: μπορεί ο ένας να είναι της «αριστερής πλευράς» του ΚΚΕ και ο άλλος της «δεξιάς και οπορτουνιστικής». Η ιστορική αλήθεια, όμως, είναι μία.

Το συμπέρασμα απλό και συγκεκριμένο: πρωταγωνιστής ο Κώστας Τζιαντζής. Από κοντά ο Θανάσης Σκαμνάκης, η Νάντια Βαλαβάνη, η Μαρία Δαμανάκη, ο Γιώργος Παπαπέτρου και αρκετοί άλλοι. Ο Μίμης Ανδρουλάκης σε δεύτερο, ίσως και τρίτο ρόλο. Δεν πειράζει. Ηταν εκεί, όχι όμως πρωταγωνιστής. Ομως, ο Τζιαντζής δεν βρίσκεται ανάμεσά μας. Και όπως λένε οι ιατροδικαστές εξετάζοντας τα πτώματα των δολοφονημένων, «οι νεκροί λένε πάντα την αλήθεια».
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr