Η συμμορία των 11 «Fast & Furious» από τα Διαβατά και ο αρχηγός με το παρατσούκλι «Στρουμφάκι»
26.05.2023
11:39
Επαιζαν στα δάχτυλα την υψηλή τεχνολογία - Είχαν στρατηγείο στα Διαβατά, οι στόχοι τους όμως ήταν βίλες στην Αττική - Επιχειρούσαν με supercars τα οποια μεταμόρφωναν σε δικό τους συνεργείο - Πώς το κινητό οδήγησε στον αρχηγό
Για τους αναλυτές της Ασφάλειας ήταν η συμμορία «Fast & Furious». Μια ομάδα που έπαιζε στα δάχτυλα την υψηλή τεχνολογία, διέθετε ασύρματη ενδοεπικοινωνία, ειδικές στολές με κράνη, ειδικά γάντια για να μην αφήνουν ίχνη DNA, ενώ χτυπούσαν έχοντας ως «επιχειρησιακά» οχήματα γρήγορες BMW, Audi και Mercedes. Το εντυπωσιακό είναι ότι διέθεταν και δικό τους συνεργείο στα δυτικά προάστια, στο οποίο έμπαιναν τα οχήματα και σε λίγη ώρα έβγαιναν αγνώριστα, έχοντας αλλάξει χρώμα και χαρακτηριστικά.
Τελικά, μετά από έρευνες μηνών, η «Συμμορία των 11» -τόσα είναι τα άτομα που έως τώρα έχουν συλληφθεί, ενώ κατηγορείται κι ένας νεαρός αστυνομικός- έπεσαν στα δίχτυα του νόμου και πλέον αντιμετωπίζουν βαρύτατες κατηγορίες, καθώς μέχρι στιγμής έχουν ταυτοποιηθεί 42 περιπτώσεις διαρρήξεων σε όλη την Αττική.
Ωστόσο, όπως λένε οι πληροφορίες, ο αριθμός των χτυπημάτων αναμένεται το επόμενο διάστημα να ανέβει, καθώς έχουν μπει στο μικροσκόπιο των Αρχών και εξετάζονται δεκάδες άλλες καταγγελίες που «κουμπώνουν» απόλυτα με τον τρόπο δράσης της συγκεκριμένης συμμορίας. Την υπόθεση εξιχνίασε η Υποδιεύθυνση Ασφαλείας ΒΑ Αττικής με τη συνδρομή των Τ.Α. Κηφισιάς και Αμαρουσίου.
Η «ομάδα των φαντασμάτων», όπως την αποκαλούσαν οι αναλυτές της ΕΛ.ΑΣ., καθώς χτυπούσαν χωρίς να αφήνουν πίσω τους το παραμικρό ίχνος, ούτε καν στίγμα κινητού, αποτελούνταν από σεσημασμένους νεαρούς άνδρες που κινούνταν στις παρυφές της μαφίας των Ρομά. Αρχηγός, ένας 30χρονος. Το στρατηγείο τους είχε στηθεί στα Διαβατά της Θεσσαλονίκης και επισκέπτονταν την Αθήνα για λίγες ημέρες, προκειμένου να χτυπήσουν βίλες και να εξαφανιστούν.
Τα «φαντάσματα»
Η αρχή του τέλους για τη συμμορία με τα γρήγορα αυτοκίνητα ξεκίνησε πριν από μερικούς μήνες. Σύμφωνα με το διαβιβαστικό της δικογραφίας που παρουσιάζει το «ΘΕΜΑ»: «Εναυσμα για την έναρξη των αστυνομικών ερευνών στάθηκαν οι μαζικές και αλλεπάλληλες κλοπές σε οικίες και εταιρείες που παρατηρήθηκαν από τον περασμένο Οκτώβριο και έκτοτε σε περιοχές των βορείων και νοτίων προαστίων. Φυσικοί αυτουργοί αυτών τύγχαναν τα μέλη εγκληματικής ομάδας αποτελούμενης από τουλάχιστον πέντε άτομα που χρησιμοποιούσαν επιχειρησιακό όχημα μάρκας BMW, σκούρου χρώματος.
Κατά τη διάπραξη των κλοπών, η σύνθεση των ατόμων ήταν πενταμελής, πλην όμως τα άτομα προέρχονταν από μια δεξαμενή τουλάχιστον 7-8, μεταξύ των οποίων τυγχάνουν οι κατηγορούμενοι και άλλοι άγνωστοι δράστες. Τον περασμένο Ιανουάριο, κατά τη διάρκεια της έρευνας, έφτασε μια νεότερη πληροφορία, η οποία ανέφερε ότι ο ... (σ.σ.: αναφέρει το όνομα) με το ψευδώνυμο “Στρουμφάκι”, από κοινού με δύο ακόμη άτομα ήταν μέλη της οργάνωσης και το επιχειρησιακό όχημα BMW που χρησιμοποιεί η ομάδα, σταθμεύει σε ειδικό σημείο-καβάντζα, στην Ελευσίνα».
Οι αξιωματικοί κάνουν ιδιαίτερη μνεία σε ένα από τα βασικά στοιχεία της συμμορίας, ότι δηλαδή διέθεταν πανάκριβα και εξαιρετικά γρήγορα «επιχειρησιακά» οχήματα. Χαρακτηριστικά αναφέρεται το εξής: «Για την επίτευξη του κεντρικού τους στόχου, που ήταν ο παράνομος πλουτισμός, συμπλήρωναν τη βασική εγκληματική τους δράση με τη χρήση επιχειρησιακών οχημάτων BMW, Audi και Mercedes, τα οποία διέθεταν μεγάλη ιπποδύναμη και εφάρμοζαν κλεμμένες ή πλαστογραφημένες πινακίδες κυκλοφορίας οχημάτων ίδιας μάρκας και μοντέλου. Το γεγονός αυτό καταδεικνύει αφενός ότι είχαν σκοπό να παραπλανήσουν τις αστυνομικές αρχές και αφετέρου πως είχαν προαποφασίσει ότι ακόμη και στην περίπτωση που υποστούν αστυνομικό έλεγχο πριν ή μετά την τέλεση των κλοπών, μοναδικό μέλημά τους ήταν η επιτυχής διαφυγή, αδιαφορώντας για οτιδήποτε άλλο πέραν αυτής».
Ωστόσο, παρότι χρησιμοποιούσαν πανάκριβα αυτοκίνητα χιλιάδων ευρώ, φρόντιζαν να τα μεταμορφώνουν σε τακτά χρονικά διαστήματα. «Κυρίαρχο χαρακτηριστικό της δράσης τους αποτελούσε η εναλλαγή των επιχειρησιακών οχημάτων και ιδιαίτερα η διαφοροποίηση εμφανισιακά του ίδιου οχήματος με αλλαγή χρωματισμού σκελετού, τοποθέτηση φιμέ ζελατίνης ή ζαντών διαφορετικού σχήματος και χρώματος», αναφέρεται στο διαβιβαστικό. Η συμμορία των «Fast & Furious» διέθετε ειδικό φανοποιείο αυτοκινήτων και υπεύθυνο τον «Νίκο τον Τέλειο», όπως τον αποκαλούσαν, ο οποίος αναλάμβανε να μεταμορφώσει τα οχήματά τους.
Τελικά, μετά από έρευνες μηνών, η «Συμμορία των 11» -τόσα είναι τα άτομα που έως τώρα έχουν συλληφθεί, ενώ κατηγορείται κι ένας νεαρός αστυνομικός- έπεσαν στα δίχτυα του νόμου και πλέον αντιμετωπίζουν βαρύτατες κατηγορίες, καθώς μέχρι στιγμής έχουν ταυτοποιηθεί 42 περιπτώσεις διαρρήξεων σε όλη την Αττική.
Ωστόσο, όπως λένε οι πληροφορίες, ο αριθμός των χτυπημάτων αναμένεται το επόμενο διάστημα να ανέβει, καθώς έχουν μπει στο μικροσκόπιο των Αρχών και εξετάζονται δεκάδες άλλες καταγγελίες που «κουμπώνουν» απόλυτα με τον τρόπο δράσης της συγκεκριμένης συμμορίας. Την υπόθεση εξιχνίασε η Υποδιεύθυνση Ασφαλείας ΒΑ Αττικής με τη συνδρομή των Τ.Α. Κηφισιάς και Αμαρουσίου.
Η «ομάδα των φαντασμάτων», όπως την αποκαλούσαν οι αναλυτές της ΕΛ.ΑΣ., καθώς χτυπούσαν χωρίς να αφήνουν πίσω τους το παραμικρό ίχνος, ούτε καν στίγμα κινητού, αποτελούνταν από σεσημασμένους νεαρούς άνδρες που κινούνταν στις παρυφές της μαφίας των Ρομά. Αρχηγός, ένας 30χρονος. Το στρατηγείο τους είχε στηθεί στα Διαβατά της Θεσσαλονίκης και επισκέπτονταν την Αθήνα για λίγες ημέρες, προκειμένου να χτυπήσουν βίλες και να εξαφανιστούν.
Τα «φαντάσματα»
Η αρχή του τέλους για τη συμμορία με τα γρήγορα αυτοκίνητα ξεκίνησε πριν από μερικούς μήνες. Σύμφωνα με το διαβιβαστικό της δικογραφίας που παρουσιάζει το «ΘΕΜΑ»: «Εναυσμα για την έναρξη των αστυνομικών ερευνών στάθηκαν οι μαζικές και αλλεπάλληλες κλοπές σε οικίες και εταιρείες που παρατηρήθηκαν από τον περασμένο Οκτώβριο και έκτοτε σε περιοχές των βορείων και νοτίων προαστίων. Φυσικοί αυτουργοί αυτών τύγχαναν τα μέλη εγκληματικής ομάδας αποτελούμενης από τουλάχιστον πέντε άτομα που χρησιμοποιούσαν επιχειρησιακό όχημα μάρκας BMW, σκούρου χρώματος.
Κατά τη διάπραξη των κλοπών, η σύνθεση των ατόμων ήταν πενταμελής, πλην όμως τα άτομα προέρχονταν από μια δεξαμενή τουλάχιστον 7-8, μεταξύ των οποίων τυγχάνουν οι κατηγορούμενοι και άλλοι άγνωστοι δράστες. Τον περασμένο Ιανουάριο, κατά τη διάρκεια της έρευνας, έφτασε μια νεότερη πληροφορία, η οποία ανέφερε ότι ο ... (σ.σ.: αναφέρει το όνομα) με το ψευδώνυμο “Στρουμφάκι”, από κοινού με δύο ακόμη άτομα ήταν μέλη της οργάνωσης και το επιχειρησιακό όχημα BMW που χρησιμοποιεί η ομάδα, σταθμεύει σε ειδικό σημείο-καβάντζα, στην Ελευσίνα».
Οι αξιωματικοί κάνουν ιδιαίτερη μνεία σε ένα από τα βασικά στοιχεία της συμμορίας, ότι δηλαδή διέθεταν πανάκριβα και εξαιρετικά γρήγορα «επιχειρησιακά» οχήματα. Χαρακτηριστικά αναφέρεται το εξής: «Για την επίτευξη του κεντρικού τους στόχου, που ήταν ο παράνομος πλουτισμός, συμπλήρωναν τη βασική εγκληματική τους δράση με τη χρήση επιχειρησιακών οχημάτων BMW, Audi και Mercedes, τα οποία διέθεταν μεγάλη ιπποδύναμη και εφάρμοζαν κλεμμένες ή πλαστογραφημένες πινακίδες κυκλοφορίας οχημάτων ίδιας μάρκας και μοντέλου. Το γεγονός αυτό καταδεικνύει αφενός ότι είχαν σκοπό να παραπλανήσουν τις αστυνομικές αρχές και αφετέρου πως είχαν προαποφασίσει ότι ακόμη και στην περίπτωση που υποστούν αστυνομικό έλεγχο πριν ή μετά την τέλεση των κλοπών, μοναδικό μέλημά τους ήταν η επιτυχής διαφυγή, αδιαφορώντας για οτιδήποτε άλλο πέραν αυτής».
Ωστόσο, παρότι χρησιμοποιούσαν πανάκριβα αυτοκίνητα χιλιάδων ευρώ, φρόντιζαν να τα μεταμορφώνουν σε τακτά χρονικά διαστήματα. «Κυρίαρχο χαρακτηριστικό της δράσης τους αποτελούσε η εναλλαγή των επιχειρησιακών οχημάτων και ιδιαίτερα η διαφοροποίηση εμφανισιακά του ίδιου οχήματος με αλλαγή χρωματισμού σκελετού, τοποθέτηση φιμέ ζελατίνης ή ζαντών διαφορετικού σχήματος και χρώματος», αναφέρεται στο διαβιβαστικό. Η συμμορία των «Fast & Furious» διέθετε ειδικό φανοποιείο αυτοκινήτων και υπεύθυνο τον «Νίκο τον Τέλειο», όπως τον αποκαλούσαν, ο οποίος αναλάμβανε να μεταμορφώσει τα οχήματά τους.
Modus operandi
Ο αρχηγός της ομάδας με το ψευδώνυμο «Στρουμφάκι» δεν ήταν από την πρωτεύουσα, αλλά από τα Διαβατά. «Χρησιμοποιώντας ιδιόκτητα ή νοικιασμένα οχήματα, τρένα και αεροπλάνα, μετέβαινε για μεγάλα χρονικά διαστήματα στην Αθήνα όπου διέμενε είτε σε οικίες συγγενικών του προσώπων, είτε σε οικίες Airbnb. Κατά τον χρόνο παραμονής του στην Αττική, η δράση της οργάνωσης ήταν διαρκής και αδυσώπητη, σχεδόν καθημερινή, αποτελώντας τη μοναδική πηγή των εισοδημάτων τους, ενώ κατά τις περιόδους απουσίας του τα επιχειρησιακά οχήματα μάρκας BMW, Audi και Mercedes, τα οποία είχε επιλέξει και προμηθευτεί ο ίδιος για την οργάνωση, παρέμεναν κρυμμένα στις καβάντζες τους.
Τα μέλη της οργάνωσης συνδέονταν με συγγενικές σχέσεις και στενές φιλίες, ενώ, πέραν αυτών, η κοινή καταγωγή και οι πολιτισμικές καταβολές ενίσχυαν την πίστη και υποταγή των μελών στη βούληση της ομάδας, σε τέτοιον βαθμό που ουδείς προέβαινε σε οποιαδήποτε ενέργεια δίχως τη σύμφωνη γνώμη και συγκατάθεση του αρχηγού».
Κατά τη διάρκεια των έξι τελευταίων μηνών, όπου η ειδική ομάδα των αξιωματικών της Υποδιεύθυνσης Ασφάλειας Βορειοανατολικής Αττικής παρακολουθούσε τις κινήσεις της συμμορίας, διαπίστωσαν πως είχαν ένα συγκεκριμένο modus operandi για τις επιθέσεις τους: «Ως προς τον τρόπο δράσης τους προέκυψε ότι βραδινές ή πρώτες πρωινές ώρες προσέγγιζαν με το επιχειρησιακό τους όχημα τις οικίες-στόχους και αφού διαπίστωναν πως οι ένοικοί τους απουσίαζαν, προέβαιναν στην παραβίαση κεντρικών θυρών ή παραθύρων προκαλώντας σημαντικές υλικές ζημιές.
Για την επιχειρησιακή τους είσοδο ήταν πάντα κατάλληλα εφοδιασμένοι με όλα τα απαραίτητα μέσα για τη διάπραξη διαρρήξεων, όπως λοστούς, βαριοπούλες και άλλα εργαλεία. Αξιο ιδιαίτερης μνείας τυγχάνει το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια των κλοπών ελάμβαναν υψηλότατα μέτρα αυτοπροστασίας, καθόσον φρόντιζαν να καλύπτουν όλα τα μέλη του σώματός τους εκτός των ματιών τους, χρησιμοποιώντας αξεσουάρ, όπως γάντια, κράνη μηχανής και κουκούλες full face. Από βιντεοληπτικό υλικό παρατηρήθηκε ότι ως επιπλέον μέτρο προστασίας στεγανοποιούσαν την ένωση των γαντιών με το πανωφόρι χρησιμοποιώντας κολλητική ταινία.
Αυτή η κάλυψη είχε διττό ρόλο. Αφενός ελαχιστοποιούσε τις πιθανότητες αναγνώρισής τους σε μεταγενέστερο χρόνο, αφετέρου εκμηδένιζε την πιθανότητα εγκατάλειψης βιολογικού υλικού ή αποτυπωμάτων στον χώρο των κλοπών δυσχεραίνοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο τις προσπάθειες ταυτοποίησής τους από τις διωκτικές αρχές. Οπως διαπιστώθηκε κατά τη διάπραξη των κλοπών, δεν έφεραν μαζί τους κινητά τηλέφωνα παρά μόνο ασύρματη ενδοεπικοινωνία.
Με την πάροδο των ετών, έχοντας εμπλουτίσει το επιχειρησιακό τους παλμαρέ, γνώριζαν πως οι επικοινωνίες τους θα μπορούσαν να εντοπιστούν μέσω σάρωσης των κεραιών κινητής τηλεφωνίας, είτε ακόμη να παγιδευτούν μέσω νόμιμης επισύνδεσης. Ετσι, στην περιοχή που ελάμβανε χώρα η εγκληματική τους δράση, ουσιαστικά, τα άτομα που επιχειρούσαν ήταν “φαντάσματα”, έχοντας φροντίσει να εξαφανίσουν τα φυσικά και τεχνητά τους ίχνη», επισημαίνεται στη δικογραφία.
Το κοτσιδάκι
Το έργο των αναλυτών για την ταυτοποίηση των δραστών ήταν εξαιρετικά δύσκολο. Κι αυτό γιατί από τα βίντεο που έβλεπαν οι αστυνομικοί μετά από κάθε χτύπημα ξεχώριζαν μόνο τα δύο μάτια των δραστών και τίποτε άλλο, ενώ για πολλά τετράγωνα μακριά δεν υπήρχε κανένα στίγμα κινητού τηλεφώνου. Παράλληλα, τα πανάκριβα αυτοκίνητα άλλαζαν συχνά χρώμα, ζάντες και πινακίδες και ήταν δύσκολο να ταυτοποιηθούν, ενώ σε καμία από τις 42 εξακριβωμένες μέχρι στιγμής ενέργειες δεν υπάρχει DNA ή αποτυπώματα.
Ετσι, έχοντας μόνο ως πληροφορία το ποιοι κρύβονται πίσω από τα χτυπήματα, ζήτησαν άρση τηλεφωνικού απορρήτου συγκεκριμένων κινητών τηλεφώνων. Διαπίστωσαν, λοιπόν, ότι όταν το τηλέφωνο από τον μεγάλο αρχηγό με το ψευδώνυμο «Στρουμφάκι» εξέπεμπε από την Αττική, υπήρχε μπαράζ διαρρήξεων στα βόρεια και τα νότια προάστια.
Ωστόσο, στις 20 του περασμένου Οκτωβρίου ο αρχηγός και ο υπαρχηγός έκαναν ένα λάθος. Το κινητό τους τηλέφωνο εξέπεμπε από κεραίες της Κηφισιάς και της Νέας Ερυθραίας, ενώ για σχεδόν δύο ώρες τα τηλέφωνα τους δεν έκαναν καμία κίνηση. Την ίδια ώρα, στην οδό Στρατηγού Μακρυγιάννη στην Κηφισιά η συμμορία πραγματοποίησε διάρρηξη σε βίλα. Το χτύπημα έγινε μόλις μερικά μέτρα από το σημείο όπου εξέπεμπε το κινητό. Ετσι, όπως αναφέρεται στη δικογραφία, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι μόνο τυχαίες δεν ήταν οι παραπάνω συμπτώσεις.
Στο διαβιβαστικό, δε, αναφέρεται το εξής: «Υστερα από επισταμένη μελέτη των στιγμιοτύπων που υπήρχαν στο αρχείο της υπηρεσίας μας και αφορούσαν τις διαπραχθείσες κλοπές της εγκληματικής ομάδας που μας είχαν απασχολήσει στο παρελθόν καταλήξαμε με βεβαιότητα στο ασφαλές συμπέρασμα ότι ο βασικός δράστης αυτής έχει πανομοιότυπη εικόνα. Οσον αφορά στη σωματοδομή και τον ρουχισμό, φοράει φαρδιά πουκάμισα ή πανωφόρια και κουκούλα τύπου full face με κοτσιδάκι στο πάνω μέρο,ς με τον αρχηγό της εγκληματικής ομάδας να είναι ο 30χρονος» (σ.σ.: αναφέρεται το όνομά του) με το ψευδώνυμο “Στρουμφάκι”».
Η νομική άποψη
Ο δικηγόρος του κατηγορούμενου με το προσωνύμιο «Νίκος ο Τέλειος» Αλέξανδρος Παπαϊωαννίδης τονίζει στο «ΘΕΜΑ»: «Ο εντολέας μου δεν έχει την παραμικρή εμπλοκή με την υπόθεση. Οι όποιες ενδείξεις ανάμειξής του με παράνομες πράξεις που αναφέρονται στο διαβιβαστικό της Αστυνομίας δεν οδηγούν πουθενά. Η όλη υπόθεση στηρίζεται σε εικασίες χωρίς αποδείξεις και στοιχεία».
Ο αρχηγός της ομάδας με το ψευδώνυμο «Στρουμφάκι» δεν ήταν από την πρωτεύουσα, αλλά από τα Διαβατά. «Χρησιμοποιώντας ιδιόκτητα ή νοικιασμένα οχήματα, τρένα και αεροπλάνα, μετέβαινε για μεγάλα χρονικά διαστήματα στην Αθήνα όπου διέμενε είτε σε οικίες συγγενικών του προσώπων, είτε σε οικίες Airbnb. Κατά τον χρόνο παραμονής του στην Αττική, η δράση της οργάνωσης ήταν διαρκής και αδυσώπητη, σχεδόν καθημερινή, αποτελώντας τη μοναδική πηγή των εισοδημάτων τους, ενώ κατά τις περιόδους απουσίας του τα επιχειρησιακά οχήματα μάρκας BMW, Audi και Mercedes, τα οποία είχε επιλέξει και προμηθευτεί ο ίδιος για την οργάνωση, παρέμεναν κρυμμένα στις καβάντζες τους.
Τα μέλη της οργάνωσης συνδέονταν με συγγενικές σχέσεις και στενές φιλίες, ενώ, πέραν αυτών, η κοινή καταγωγή και οι πολιτισμικές καταβολές ενίσχυαν την πίστη και υποταγή των μελών στη βούληση της ομάδας, σε τέτοιον βαθμό που ουδείς προέβαινε σε οποιαδήποτε ενέργεια δίχως τη σύμφωνη γνώμη και συγκατάθεση του αρχηγού».
Κατά τη διάρκεια των έξι τελευταίων μηνών, όπου η ειδική ομάδα των αξιωματικών της Υποδιεύθυνσης Ασφάλειας Βορειοανατολικής Αττικής παρακολουθούσε τις κινήσεις της συμμορίας, διαπίστωσαν πως είχαν ένα συγκεκριμένο modus operandi για τις επιθέσεις τους: «Ως προς τον τρόπο δράσης τους προέκυψε ότι βραδινές ή πρώτες πρωινές ώρες προσέγγιζαν με το επιχειρησιακό τους όχημα τις οικίες-στόχους και αφού διαπίστωναν πως οι ένοικοί τους απουσίαζαν, προέβαιναν στην παραβίαση κεντρικών θυρών ή παραθύρων προκαλώντας σημαντικές υλικές ζημιές.
Για την επιχειρησιακή τους είσοδο ήταν πάντα κατάλληλα εφοδιασμένοι με όλα τα απαραίτητα μέσα για τη διάπραξη διαρρήξεων, όπως λοστούς, βαριοπούλες και άλλα εργαλεία. Αξιο ιδιαίτερης μνείας τυγχάνει το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια των κλοπών ελάμβαναν υψηλότατα μέτρα αυτοπροστασίας, καθόσον φρόντιζαν να καλύπτουν όλα τα μέλη του σώματός τους εκτός των ματιών τους, χρησιμοποιώντας αξεσουάρ, όπως γάντια, κράνη μηχανής και κουκούλες full face. Από βιντεοληπτικό υλικό παρατηρήθηκε ότι ως επιπλέον μέτρο προστασίας στεγανοποιούσαν την ένωση των γαντιών με το πανωφόρι χρησιμοποιώντας κολλητική ταινία.
Αυτή η κάλυψη είχε διττό ρόλο. Αφενός ελαχιστοποιούσε τις πιθανότητες αναγνώρισής τους σε μεταγενέστερο χρόνο, αφετέρου εκμηδένιζε την πιθανότητα εγκατάλειψης βιολογικού υλικού ή αποτυπωμάτων στον χώρο των κλοπών δυσχεραίνοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο τις προσπάθειες ταυτοποίησής τους από τις διωκτικές αρχές. Οπως διαπιστώθηκε κατά τη διάπραξη των κλοπών, δεν έφεραν μαζί τους κινητά τηλέφωνα παρά μόνο ασύρματη ενδοεπικοινωνία.
Με την πάροδο των ετών, έχοντας εμπλουτίσει το επιχειρησιακό τους παλμαρέ, γνώριζαν πως οι επικοινωνίες τους θα μπορούσαν να εντοπιστούν μέσω σάρωσης των κεραιών κινητής τηλεφωνίας, είτε ακόμη να παγιδευτούν μέσω νόμιμης επισύνδεσης. Ετσι, στην περιοχή που ελάμβανε χώρα η εγκληματική τους δράση, ουσιαστικά, τα άτομα που επιχειρούσαν ήταν “φαντάσματα”, έχοντας φροντίσει να εξαφανίσουν τα φυσικά και τεχνητά τους ίχνη», επισημαίνεται στη δικογραφία.
Το κοτσιδάκι
Το έργο των αναλυτών για την ταυτοποίηση των δραστών ήταν εξαιρετικά δύσκολο. Κι αυτό γιατί από τα βίντεο που έβλεπαν οι αστυνομικοί μετά από κάθε χτύπημα ξεχώριζαν μόνο τα δύο μάτια των δραστών και τίποτε άλλο, ενώ για πολλά τετράγωνα μακριά δεν υπήρχε κανένα στίγμα κινητού τηλεφώνου. Παράλληλα, τα πανάκριβα αυτοκίνητα άλλαζαν συχνά χρώμα, ζάντες και πινακίδες και ήταν δύσκολο να ταυτοποιηθούν, ενώ σε καμία από τις 42 εξακριβωμένες μέχρι στιγμής ενέργειες δεν υπάρχει DNA ή αποτυπώματα.
Ετσι, έχοντας μόνο ως πληροφορία το ποιοι κρύβονται πίσω από τα χτυπήματα, ζήτησαν άρση τηλεφωνικού απορρήτου συγκεκριμένων κινητών τηλεφώνων. Διαπίστωσαν, λοιπόν, ότι όταν το τηλέφωνο από τον μεγάλο αρχηγό με το ψευδώνυμο «Στρουμφάκι» εξέπεμπε από την Αττική, υπήρχε μπαράζ διαρρήξεων στα βόρεια και τα νότια προάστια.
Ωστόσο, στις 20 του περασμένου Οκτωβρίου ο αρχηγός και ο υπαρχηγός έκαναν ένα λάθος. Το κινητό τους τηλέφωνο εξέπεμπε από κεραίες της Κηφισιάς και της Νέας Ερυθραίας, ενώ για σχεδόν δύο ώρες τα τηλέφωνα τους δεν έκαναν καμία κίνηση. Την ίδια ώρα, στην οδό Στρατηγού Μακρυγιάννη στην Κηφισιά η συμμορία πραγματοποίησε διάρρηξη σε βίλα. Το χτύπημα έγινε μόλις μερικά μέτρα από το σημείο όπου εξέπεμπε το κινητό. Ετσι, όπως αναφέρεται στη δικογραφία, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι μόνο τυχαίες δεν ήταν οι παραπάνω συμπτώσεις.
Στο διαβιβαστικό, δε, αναφέρεται το εξής: «Υστερα από επισταμένη μελέτη των στιγμιοτύπων που υπήρχαν στο αρχείο της υπηρεσίας μας και αφορούσαν τις διαπραχθείσες κλοπές της εγκληματικής ομάδας που μας είχαν απασχολήσει στο παρελθόν καταλήξαμε με βεβαιότητα στο ασφαλές συμπέρασμα ότι ο βασικός δράστης αυτής έχει πανομοιότυπη εικόνα. Οσον αφορά στη σωματοδομή και τον ρουχισμό, φοράει φαρδιά πουκάμισα ή πανωφόρια και κουκούλα τύπου full face με κοτσιδάκι στο πάνω μέρο,ς με τον αρχηγό της εγκληματικής ομάδας να είναι ο 30χρονος» (σ.σ.: αναφέρεται το όνομά του) με το ψευδώνυμο “Στρουμφάκι”».
Η νομική άποψη
Ο δικηγόρος του κατηγορούμενου με το προσωνύμιο «Νίκος ο Τέλειος» Αλέξανδρος Παπαϊωαννίδης τονίζει στο «ΘΕΜΑ»: «Ο εντολέας μου δεν έχει την παραμικρή εμπλοκή με την υπόθεση. Οι όποιες ενδείξεις ανάμειξής του με παράνομες πράξεις που αναφέρονται στο διαβιβαστικό της Αστυνομίας δεν οδηγούν πουθενά. Η όλη υπόθεση στηρίζεται σε εικασίες χωρίς αποδείξεις και στοιχεία».
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr