Aγνωστες ιστορίες με τον Χρήστο Λαμπράκη: Οι έφοδοι, τα πάθη του και ο «σασμός» με τα σουτζουκάκια
04.07.2023
13:13
Συγγενείς, με πρώτη την αδελφή του Λένα Σαββίδη, και συνεργάτες του στον ΔΟΛ σκιαγραφούν την «άγνωστη» προσωπικότητα του αείμνηστου εκδότη
Πόσο εύκολα μπορεί να φανταστεί κανείς τον ιστορικό εκδότη του ΔΟΛ εκτός από την όπερα να αγαπάει τα σουτζουκάκια, τα οποία έπαιξαν κρίσιμο ρόλο στην αναθέρμανση των σχέσεών του με τον Παπανδρέου, και ποιο ήταν το κρυφό του προφίλ που ήξεραν ελάχιστοι; Ο Χρήστος Λαμπράκης δεν υπήρξε μόνο εκδότης ενός ιστορικού μιντιακού ομίλου, άμεσα συνδεδεμένος με τη σύγχρονη πολιτική και ιστορική ζωή της χώρας, αλλά και ένας άνθρωπος των γραμμάτων, της τέχνης και του πολιτικού παρασκηνίου.
Δεδομένου ότι το όνομά του ήταν άμεσα συνυφασμένο με την ιστορία των μίντια και της πολιτικής ζωής και ότι ο ίδιος δεν κρατούσε κάποιο αρχείο, η Ελευθερία Κόλλια, εργαζόμενη στον Δημοσιογραφικό Οργανισμό Λαμπράκη για μια εικοσαετία, ανέλαβε να φέρει εις πέρας μια μεγάλη έρευνα διασταυρώνοντας πηγές και καταγράφοντας προφορικές μαρτυρίες των εργαζομένων στον ιστορικό ΔΟΛ για τα τεκταινόμενα στο Συγκρότημα τις ημέρες του Λαμπράκη.
Το αποτέλεσμα ήταν ένα βιβλίο με τίτλο «Στα χρόνια του Χρήστου Λαμπράκη - Μαρτυρίες και αφηγήσεις για τον Δημοσιογραφικό Οργανισμό Λαμπράκη 1957-2017» που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πατάκη. Μεταξύ άλλων, αποκαλύπτεται η προβληματική σχέση του Λαμπράκη με τον Ανδρέα Παπανδρέου, η κακή του χημεία με τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη.
Παρότι οι στενές σχέσεις του Χρήστου Λαμπράκη με συγκεκριμένα πολιτικά ονόματα όπως ο Κώστας Σημίτης, ο Βαγγέλης Βενιζέλος ή Μιλτιάδης Εβερτ είναι γνωστές, ελάχιστοι τον γνώριζαν πραγματικά, αν εξαιρέσει κανείς τις δύο του αδελφές, την Αννα Λαμπράκη και τη Λένα Σαββίδη, η οποία μιλάει για πρώτη φορά, εδώ, δημόσια, για τον αδελφό της.
Σύζυγος του Γιώργου Σαββίδη, προσωπική φίλη του Γιώργου και της Μαρώς Σεφέρη αποκαλύπτει πολλά για τις συνήθειές του: πολλοί, μάλιστα, έχουν αναφέρει ότι ο Λαμπράκης επέλεγε τους ανθρώπους με βάση τα μουσικά τους γούστα και ένας λόγος που δεν ανέπτυξε ποτέ καλή σχέση με τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη ήταν, εκτός από τα γεγονότα της Αποστασίας, ότι δεν αγαπούσε την όπερα!
Οι περισσότεροι πάντως από τους συνεντευξιαζομένους, από τη Λιάνα Κανέλλη μέχρι τον Πέτρο Ευθυμίου και από τον Γιάννη Πρετεντέρη μέχρι τον Βασίλη Νικολόπουλο, μιλούν για έναν άνθρωπο ο οποίος μπορεί να απολάμβανε τις υψηλές συζητήσεις, αλλά ταυτόχρονα χαιρόταν να συναναστρέφεται με τους κλητήρες και τα ανώνυμα στελέχη της εφημερίδας.
Με τους κλητήρες
Χαρακτηριστικές είναι οι απρόβλεπτες έφοδοι που πραγματοποιούσε τις μικρές ώρες, κατά τις 4 το πρωί, οπότε έκλεινε το κυριακάτικο «Βήμα», με διάφορα κωμικά περιστατικά από τις συναντήσεις του με τους θυρωρούς και τους κλητήρες που καταγράφονται στο βιβλίο, όπως αυτή με τον κλητήρα που τον ενημέρωσε, σοκάροντάς τον, ότι οι διευθυντές έριχναν έναν υπνάκο στο «νεκροτομείο», όπως αποκαλούσαν στην εσωτερική αργκό το μικρό γραφείο με τις δύο πολυθρόνες όπου ξεκουράζονταν τα στελέχη, αν δεν έβγαιναν όλοι μαζί για πατσά στην κεντρική αγορά.
Ο ίδιος, πάντως, ο εκδότης προτιμούσε να πηγαίνει παντού στο κέντρο με τα πόδια, αν δεν έπαιρνε τον παλιό σκαραβαίο του, ενώ, σε αντίθεση με άλλους κραταιούς διευθυντές, απεχθανόταν το επίσημο ένδυμα (ο Πέτρος Ευθυμίου λέει ότι εξεπλάγη όταν στην πρώτη τους επίσημη συνάντηση ήρθε ντυμένος πρόχειρα, όπως άλλωστε και ο ίδιος).
Δεδομένου ότι το όνομά του ήταν άμεσα συνυφασμένο με την ιστορία των μίντια και της πολιτικής ζωής και ότι ο ίδιος δεν κρατούσε κάποιο αρχείο, η Ελευθερία Κόλλια, εργαζόμενη στον Δημοσιογραφικό Οργανισμό Λαμπράκη για μια εικοσαετία, ανέλαβε να φέρει εις πέρας μια μεγάλη έρευνα διασταυρώνοντας πηγές και καταγράφοντας προφορικές μαρτυρίες των εργαζομένων στον ιστορικό ΔΟΛ για τα τεκταινόμενα στο Συγκρότημα τις ημέρες του Λαμπράκη.
Το αποτέλεσμα ήταν ένα βιβλίο με τίτλο «Στα χρόνια του Χρήστου Λαμπράκη - Μαρτυρίες και αφηγήσεις για τον Δημοσιογραφικό Οργανισμό Λαμπράκη 1957-2017» που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πατάκη. Μεταξύ άλλων, αποκαλύπτεται η προβληματική σχέση του Λαμπράκη με τον Ανδρέα Παπανδρέου, η κακή του χημεία με τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη.
Παρότι οι στενές σχέσεις του Χρήστου Λαμπράκη με συγκεκριμένα πολιτικά ονόματα όπως ο Κώστας Σημίτης, ο Βαγγέλης Βενιζέλος ή Μιλτιάδης Εβερτ είναι γνωστές, ελάχιστοι τον γνώριζαν πραγματικά, αν εξαιρέσει κανείς τις δύο του αδελφές, την Αννα Λαμπράκη και τη Λένα Σαββίδη, η οποία μιλάει για πρώτη φορά, εδώ, δημόσια, για τον αδελφό της.
Σύζυγος του Γιώργου Σαββίδη, προσωπική φίλη του Γιώργου και της Μαρώς Σεφέρη αποκαλύπτει πολλά για τις συνήθειές του: πολλοί, μάλιστα, έχουν αναφέρει ότι ο Λαμπράκης επέλεγε τους ανθρώπους με βάση τα μουσικά τους γούστα και ένας λόγος που δεν ανέπτυξε ποτέ καλή σχέση με τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη ήταν, εκτός από τα γεγονότα της Αποστασίας, ότι δεν αγαπούσε την όπερα!
Οι περισσότεροι πάντως από τους συνεντευξιαζομένους, από τη Λιάνα Κανέλλη μέχρι τον Πέτρο Ευθυμίου και από τον Γιάννη Πρετεντέρη μέχρι τον Βασίλη Νικολόπουλο, μιλούν για έναν άνθρωπο ο οποίος μπορεί να απολάμβανε τις υψηλές συζητήσεις, αλλά ταυτόχρονα χαιρόταν να συναναστρέφεται με τους κλητήρες και τα ανώνυμα στελέχη της εφημερίδας.
Με τους κλητήρες
Χαρακτηριστικές είναι οι απρόβλεπτες έφοδοι που πραγματοποιούσε τις μικρές ώρες, κατά τις 4 το πρωί, οπότε έκλεινε το κυριακάτικο «Βήμα», με διάφορα κωμικά περιστατικά από τις συναντήσεις του με τους θυρωρούς και τους κλητήρες που καταγράφονται στο βιβλίο, όπως αυτή με τον κλητήρα που τον ενημέρωσε, σοκάροντάς τον, ότι οι διευθυντές έριχναν έναν υπνάκο στο «νεκροτομείο», όπως αποκαλούσαν στην εσωτερική αργκό το μικρό γραφείο με τις δύο πολυθρόνες όπου ξεκουράζονταν τα στελέχη, αν δεν έβγαιναν όλοι μαζί για πατσά στην κεντρική αγορά.
Ο ίδιος, πάντως, ο εκδότης προτιμούσε να πηγαίνει παντού στο κέντρο με τα πόδια, αν δεν έπαιρνε τον παλιό σκαραβαίο του, ενώ, σε αντίθεση με άλλους κραταιούς διευθυντές, απεχθανόταν το επίσημο ένδυμα (ο Πέτρος Ευθυμίου λέει ότι εξεπλάγη όταν στην πρώτη τους επίσημη συνάντηση ήρθε ντυμένος πρόχειρα, όπως άλλωστε και ο ίδιος).
Κοσμοπολίτης και πολυταξιδεμένος, ήταν πάντοτε εραστής της καλής κουζίνας, ενώ είναι γνωστό το πάθος του για την κλασική μουσική - δημιούργησε το Μέγαρο Μουσικής: «Το πάθος του για την απολλώνεια τέχνη τον ωθεί στην απόκτηση σπάνιων εκτελέσεων», γράφει η Κόλλια. «Απευθύνει προσκλήσεις σε φίλους για την από κοινού απόλαυση μουσικών έργων στο διαμέρισμά του. Το δυσεύρετο βίντεο της γαλλικής εντυπωσιακής παράστασης του Λυκόφωτος των Θεών του Ρίχαρντ Βάγκνερ αποτελεί τρόπον τινά καμάρι του. Είναι απολύτως ενήμερος για ό,τι καινούριο προστίθεται στον κόσμο των εκδόσεων στην αγγλική και τη γαλλική γλώσσα.
Οργανώνει ταξίδια για να παρακολουθήσει παραστάσεις. Στο Λονδίνο, στο Παρίσι, στη Βιέννη. Θα συνηθίζει -με τη μητέρα του Ελζα- να επισκέπτεται κάθε χρόνο την Αυστρία για το ιστορικό φεστιβάλ του Ζάλτσμπουργκ. Η όπερα είναι η λατρεία του. Προτιμά τον Μοντεβέρντι, τον Βάγκνερ, τον Μότσαρτ. Η μουσική όμως είναι μία και αδιαίρετη. Γνωρίζει τραγούδια της επιθεώρησης, αγαπά τα ρεμπέτικα. Πηγαίνει στο Σκοπευτήριο, στην Καισαριανή, και ακούει τον Βασίλη Τσιτσάνη. Του αρέσει εξαιρετικά η Σωτηρία Μπέλλου».
Ο «σασμός» με τα σουτζουκάκια
Ανάμεσα στις μαρτυρίες, ξεχωριστή θέση καταλαμβάνει αυτή του Γιάννη Καψή, ο οποίος είχε καταφέρει να αναθερμάνει τις ψυχρές σχέσεις ανάμεσα στον Χρήστο Λαμπράκη και τον Ανδρέα Παπανδρέου. Η συνάντηση και η επαναπροσέγγιση έγινε, μάλιστα, γύρω από ένα πιάτο σουτζουκάκια. Αφηγείται χαρακτηριστικά ο Γιάννης Καψής:
«Εζησα από κοντά μια από τις πιο αποφασιστικές στιγμές στην πορεία του Χρήστου Λαμπράκη ως εκδότη και ανθρώπου της δημόσιας ζωής. Η εκστρατεία συκοφάντησης εναντίον του, αλλά και εναντίον του Ανδρέα Παπανδρέου, είχε ως αποτέλεσμα να μην έχουν προσωπικές σχέσεις.
Ηταν τέλος 1974 - αρχές 1975, στο διάλειμμα μιας δίκης στα δικαστήρια στο Αρσάκειο και με υπόδικους τον Καραπαναγιώτη, τον Μητρόπουλο και εμένα. Μάρτυρες υπεράσπισής μας ήταν ο Χρήστος Λαμπράκης και ο Ανδρέας Παπανδρέου. Κάποια στιγμή βγήκα στο διάδρομο και τους είδα και τους δυο μακριά τον έναν από τον άλλο. Γελώντας ειρωνικά, τους είπα ότι είναι αστείο να μη μιλάνε: “Δώστε τα χέρια και αφήστε τα παιδιαρίσματα”, τους είπα και έτσι έσπασε ο πάγος.
Η συνέχεια γράφτηκε γύρω από μια πιατέλα με σμυρναίικα σουτζουκάκια στο σπίτι μου, με τους τρεις μας. Θυμάμαι, όταν ανεβαίναμε με τον Χρήστο Λαμπράκη στο σπίτι, να μου λέει για τον Ανδρέα:
“Για το μόνο που διαφωνώ μαζί του είναι που θέλει να φύγουμε από την Κοινή Αγορά”.
Δείτε Βίντεο: Aφιέρωμα στη ζωή του Χρήστου Λαμπράκη
“Είσαι σίγουρος; Προσέχεις τι λέει; Εκβιάζει τους εταίρους!”, του είπα - και είχα δίκιο. Το γεύμα κράτησε μέχρι το σούρουπο. Διήρκεσε τόσο που, αν δεν σηκωνόμουν εγώ, παρόλο που ήμουν αμφιτρύων, θα φτάναμε στο δείπνο.
Από τότε ο Ανδρέας και ο Χρήστος Λαμπράκης σφυρηλάτησαν μια μοναδική φιλία, που άντεξε μέχρι το τέλος. Και όχι μόνο. Ο Λέων Καραπαναγιώτης ήταν ευθύς εξαρχής στενός φίλος του Ανδρέα - και εγώ φυσικά. Αυτό όμως δεν μας εμπόδιζε μερικές φορές να γκρινιάζουμε στις μεταξύ μας συζητήσεις. Ο Χρήστος Λαμπράκης έπαιρνε πάντα το μέρος του Ανδρέα».
«Μια μεγάλη λαϊκή εφημερίδα»
Ο Παντελής Καψής, που διετέλεσε διευθυντής των «Νέων» από το 2001 ως τον θάνατο του Χρήστου Λαμπράκη, στα τέλη του 2009 διηγήθηκε πώς έπιασε δουλειά στην εφημερίδα. «Hμουν στον Θούριο, το περιοδικό που έβγαζε ο Ρήγας Φεραίος. Με είχε γοητεύσει η δημοσιογραφία - έτσι κι αλλιώς ήταν οικογενειακή παράδοση. Μεταπήδησα στα Νέα. Αρχικά έκανα για πολύ λίγο καιρό ελεύθερο ρεπορτάζ. Οταν έγινε διευθυντής ο Καραπαναγιώτης, με έβαλε στο οικονομικό. Μόλις είχε βγει το ΠΑΣΟΚ και το οικονομικό ρεπορτάζ ήταν στο επίκεντρο της πολιτικής αντιπαράθεσης.
Παρακολούθησα ολόκληρη την πρώτη φάση, περίπου ως το ’85, με Αρσένη, Σημίτη και τη "σταθεροποίηση". Hταν μια πολύ ενδιαφέρουσα περίοδος. Γίνονταν πολλά, ασχέτως με το αν κάποια αποδείχθηκαν λανθασμένα. Τη θυμάμαι πάντως ως μεταβατική περίοδο στην εφημερίδα - περνάγαμε από τη λινοτυπία στη φωτοσύνθεση. Είχαν έρθει τότε στα Νέα πρόσωπα όπως ο Κομίνης (διευθυντής σύνταξης) και ο Μετζιδάκης, που είχαν γνώση του καινούριου συστήματος. Συνεισέφεραν, βοήθησαν στο πέρασμα, αλλά νομίζω ότι δεν μπήκαν στην κουλτούρα του ΔΟΛ. Πρέπει να ήμουν ακόμη στο ελεύθερο, όταν ο Καραπαναγιώτης μού είχε πει κάτι που μου είχε χάνει εντύπωση: "Τα Νέα είναι μια μεγάλη λαϊκή εφημερίδα".
Κατευθυντήρια γραμμή της εκδοτικής μας πολιτικής ήταν ότι είμαστε πάντα η εφημερίδα της μεγάλης δημοκρατικής παράταξης. Ηταν ένα άγραφο συμβόλαιο, μια σχέση με τους αναγνώστες με βάση την οποία μας έκριναν. Oχι μόνο από το αν έχουμε κάθε μέρα πλήρη κάλυψη της ειδησεογραφίας. Το δεύτερο στοιχείο, δομικό της κουλτούρας ΔΟΛ, ήταν ο σεβασμός στους κανόνες δεοντολογίας. Δεν υπήρχε περίπτωση να βάλεις την άποψή σου εμβόλιμη στο κείμενο, να γράψεις πράγματα που δεν ίσχυαν, να σπάσεις το οff the record. Υπήρχε μια αίσθηση σοβαρότητας, πως ό,τι κάνουμε έχει σημασία και μετράει. Eχει μια βαρύτητα.
Το ένιωσα από την πρώτη μέρα που έγραφα στα οικονομικά. Μονόστηλο ήταν, κι αγωνιούσα να το αποδώσω σωστά, να μη βρεθεί την άλλη μέρα κάποιος να με πάρει τηλέφωνο και να μου πει πως ήταν λάθος. Η συγκεκριμένη εσωτερική διαδικασία, ότι αυτό που κάνεις μετράει, είχε τεράστιο αντίκρισμα και στην ικανοποίηση που έπαιρνες από τη δουλειά σου και στο πώς έβλεπες την πολιτική ζωή, στα πάντα. Δεν λέω ότι δεν γίνονταν λάθη. Αυτή η αίσθηση της ευθύνης καθόριζε όμως την κουλτούρα ΔΟΛ. Μου το είχε πει πάρα πολύ ωραία ένας καλός δημοσιογράφος που "έφυγε" νωρίς, ο Γιάννης ο Διαχογιάννης, όταν έγινα διευθυντής στα Νέα: «Παντελή μου, τώρα έχεις αναλάβει τη μεγαλύτερη εφημερίδα των Βαλκανίων. Αυτό είναι τεράστια ευθύνη».
Η άγνωστη πολιτική λέσχη
Ο δημοσιογράφος Αθανάσιος Παπανδρόπουλος φέρνει στο φως δεκαετίες αργότερα τη δημιουργία μιας πολιτικής λέσχης με ιθύνοντα νου τον Χρήστο Λαμπράκη. Η διήγησή του είναι ενδιαφέρουσα. «Είναι Οκτώβριος του 1977 και στις βουλευτικές εκλογές που έχουν γίνει η Νέα Δημοκρατία έχει πετύχει οριακή κοινοβουλευτική πλειοψηφία, το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου έχει διπλασιάσει το ποσοστό του σε σχέση με τις προηγούμενες εκλογές, η Ενωση Κέντρου είναι υπό κατάρρευση.
Ενας σημαντικός παράγοντας της ελληνικής πολιτικής και εκδοτικής ζωής, ο αείμνηστος Χρήστος Δ. Λαμπράκης ανησυχεί με την εξέλιξη αυτή γιατί διαβλέπει ότι στη χώρα μας οι δυνάμεις της ευρωπαϊκής προοπτικής της και του εκσυγχρονισμού της, εν όψει της εισόδου της στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα, έχουν περιθωριοποιηθεί και απειλούνται με πλήρη ισοπέδωση από τη λαϊκιστική λαίλαπα του ΠΑΣΟΚ. Ετσι, με ένα κληροδότημα τον πατρός του, ο επικεφαλής του ΔΟΛ δημιουργεί μία πολιτική λέσχη που φέρει τον τίτλο "Δημοκρατική Ενημέρωση" και στην οποία συνευρίσκονται άνθρωποι όπως οι Γιώργος Κουμάντος, Αδ. Πεπελάσης, Θοδ. Καρατζάς, Χριστ. Αργυρόπουλος, Σπήλιος Παπασπηλιόπουλος, Τίμος Σταυρόπουλος, Τάσος Γιαννίτσης, Νίκος Φραγκάχης, Χρ. Ροζάκης, Γιάννης Τζαννετάκος, Απ. Δοξιάδης, Γιάννης Μάνος, Γιάννης Σουριαδάκης. Γ. Γιαννόπουλος, Κ. Κοκκομέλης, Βάσος Μαθιόπουλος και άλλοι πολλοί.
Σκοποί της λέσχης είναι η εκπόνηση ενός μεταρρυθμιστικού προγράμματος που να αποσκοπεί στην ομαλή και επιτυχή ενσωμάτωση της χώρας στην τότε ευρωπαϊκή οικογένεια, ανοίγοντας ταυτοχρόνως τον δρόμο και για την ύπαρξη μιας αμιγώς ευρωκεντρικής σοσιαλδημοκρατικής παράταξης, ικανής να οδηγήσει προς μεταρρυθμιστικές κατευθύνσεις και την Κεντροδεξιά που είχε ήδη αρχίσει να εδραιώνει ο Κων. Καραμανλής υπό τη σημαία του "ριζοσπαστικού φιλελευθερισμού". Στο πλαίσιο αυτό, η "Δημοκρατική Ενημέρωση" χωρίζεται σε τέσσερις ομάδες εργασίας, οι οποίες εκπονούν και τέσσερα προγράμματα ακολουθητέας μεταρρυθμιστικής πολιτικής στους βασικούς τομείς της οικονομίας, της παιδείας, της δημόσιας διοίκησης και των εξωτερικών επιλογών της χώρας. Επίσης, με επικεφαλής τον αείμνηστο Σπήλιο Παπασπηλιόπουλο, η "Δημοκρατική Ενημέρωση" ασχολείται για πρώτη φορά στη χώρα και με την οικολογία, την οποία τότε συντριπτική μερίδα του λαού μας έγραφε στα παλαιότερα των υποδημάτων της.
Τελικά, το πολύτιμo για την εποχή εκείνη έργο της "Δημοκρατικής Ενημέρωσης" έμεινε αναξιοποίητο, γιατί οι ιδέες και οι προτάσεις της -που ήσαν την εποχή τους αυτές μιας σύγχρονης σοσιαλδημοκρατίας στην Ελλάδα, αλλά χωρίς λαϊκό υπόβαθρο- ισοπεδώθηκαν από τον λαϊκισμό ενός τριτοκοσμικού ΠΑΣΟΚ».
Η Μελίνα και ο Κόπολα
Η Λιάνα Κανέλλη, που υπήρξε από τις στενότερες συνεργάτιδες του Χρήστου Λαμπράκη, θυμάται: «Τη δεκαετία του ’80, είχε έλθει ο Φράνσις Φορντ Κόπολα στην Ελλάδα για τα γυρίσματα της ταινίας “Life with Zoe”, μιας από αυτές που συνέθεσαν την τριλογία New York Stories - παρουσιάστηκε στις Κάννες τελικά, το 1989. Μαζί του είχε έρθει ο μυθικός Στοράρο, στενός συνεργάτης του, πολύ παραπάνω από διευθυντής φωτογραφίας. Ημουν τότε διευθύντρια προγράμματος στον σταθμό. “Εχουμε πρόβλημα”, μου λέει ο Λαμπράκης στο τηλέφωνο. “Ο Κόπολα θέλει να γυρίσει μια σκηνή πάνω και μέσα στην Ακρόπολη και οι αρχαιολόγοι δεν τον αφήνουν με τίποτα για να μη χαλάσει ο Βράχος”. Η Μελίνα Μερκούρη, υπουργός Πολιτισμού τότε, τραβούσε τα μαλλιά της.
Είχε ζητήσει βοήθεια γιατί δεν καταλάβαιναν οι “αρμόδιοι” τι κακό θα έκανε στη χώρα να παίζει φλάουτο ο πρωταγωνιστής της ταινίας Τζιανκάρλο Τζιανίνι, με φόντο τον Παρθενώνα, σε πλάνο νυχτερινό και καλά φωτισμένο, σε σκηνοθεσία Κόπολα. Ο Top FM χρίστηκε εν μια νυκτί χορηγός επικοινωνίας του όλου εγχειρήματος κι εγώ βρέθηκα να πρέπει να καλμάρω τη δικαιολογημένη αγανάκτηση της παραγωγής του Κόπολα, αλλά και του ίδιου, που είχαν έρθει στην Αθήνα μόνο με άδεια από τη Μελίνα. Η περιπέτεια κράτησε μέρες πολλές. Ο Top FM είχε οργανώσει συνέντευξη Τύπου, στην οποία έκανα και τη μεταφράστρια. Για να καταλάβει το ελληνικό κοινό και το κράτος τι “Αποκάλυψη τώρα” θα ήταν η τελευταία σκηνή της ταινίας για τον ελληνικό πολιτισμό. Θα γυριζόταν πολύ γρήγορα, με μόλις πενήντα κομπάρσους που έπαιζαν το κοινό και χωρίς να πειραχτεί ούτε ένα πετραδάκι από τον Ιερό Βράχο.
Το έζησα στιγμή τη στιγμή. Στρώθηκαν μοκέτες πάνω στον Βράχο. Χρησιμοποιήθηκαν λεία και μαλακά ξύλα για να μη γέρνουν οι ελαφριές καρέκλες λόγω κλίσεως. Ντύθηκαν με αφρολέξ τα τρίποδα των προβολέων. Μην τυχόν και γίνει καμία στραβή και “πέσουν κεφάλια, με πρώτο το δικό μου και το δικό σου, χρυσό μου”, όπως έλεγε η χυμώδης Μελίνα στα ελληνικά για να μην καταλάβει “αυτό το υπέροχο, γλυκό τέρας, ο Φράνσις” τα βάσανα που έχει ο πολιτισμός σ’ αυτόν τον υπέροχο τόπο”. Η ταινία έγινε. Στην Ακρόπολη».
Οργανώνει ταξίδια για να παρακολουθήσει παραστάσεις. Στο Λονδίνο, στο Παρίσι, στη Βιέννη. Θα συνηθίζει -με τη μητέρα του Ελζα- να επισκέπτεται κάθε χρόνο την Αυστρία για το ιστορικό φεστιβάλ του Ζάλτσμπουργκ. Η όπερα είναι η λατρεία του. Προτιμά τον Μοντεβέρντι, τον Βάγκνερ, τον Μότσαρτ. Η μουσική όμως είναι μία και αδιαίρετη. Γνωρίζει τραγούδια της επιθεώρησης, αγαπά τα ρεμπέτικα. Πηγαίνει στο Σκοπευτήριο, στην Καισαριανή, και ακούει τον Βασίλη Τσιτσάνη. Του αρέσει εξαιρετικά η Σωτηρία Μπέλλου».
Ο «σασμός» με τα σουτζουκάκια
Ανάμεσα στις μαρτυρίες, ξεχωριστή θέση καταλαμβάνει αυτή του Γιάννη Καψή, ο οποίος είχε καταφέρει να αναθερμάνει τις ψυχρές σχέσεις ανάμεσα στον Χρήστο Λαμπράκη και τον Ανδρέα Παπανδρέου. Η συνάντηση και η επαναπροσέγγιση έγινε, μάλιστα, γύρω από ένα πιάτο σουτζουκάκια. Αφηγείται χαρακτηριστικά ο Γιάννης Καψής:
«Εζησα από κοντά μια από τις πιο αποφασιστικές στιγμές στην πορεία του Χρήστου Λαμπράκη ως εκδότη και ανθρώπου της δημόσιας ζωής. Η εκστρατεία συκοφάντησης εναντίον του, αλλά και εναντίον του Ανδρέα Παπανδρέου, είχε ως αποτέλεσμα να μην έχουν προσωπικές σχέσεις.
Ηταν τέλος 1974 - αρχές 1975, στο διάλειμμα μιας δίκης στα δικαστήρια στο Αρσάκειο και με υπόδικους τον Καραπαναγιώτη, τον Μητρόπουλο και εμένα. Μάρτυρες υπεράσπισής μας ήταν ο Χρήστος Λαμπράκης και ο Ανδρέας Παπανδρέου. Κάποια στιγμή βγήκα στο διάδρομο και τους είδα και τους δυο μακριά τον έναν από τον άλλο. Γελώντας ειρωνικά, τους είπα ότι είναι αστείο να μη μιλάνε: “Δώστε τα χέρια και αφήστε τα παιδιαρίσματα”, τους είπα και έτσι έσπασε ο πάγος.
Η συνέχεια γράφτηκε γύρω από μια πιατέλα με σμυρναίικα σουτζουκάκια στο σπίτι μου, με τους τρεις μας. Θυμάμαι, όταν ανεβαίναμε με τον Χρήστο Λαμπράκη στο σπίτι, να μου λέει για τον Ανδρέα:
“Για το μόνο που διαφωνώ μαζί του είναι που θέλει να φύγουμε από την Κοινή Αγορά”.
Δείτε Βίντεο: Aφιέρωμα στη ζωή του Χρήστου Λαμπράκη
“Είσαι σίγουρος; Προσέχεις τι λέει; Εκβιάζει τους εταίρους!”, του είπα - και είχα δίκιο. Το γεύμα κράτησε μέχρι το σούρουπο. Διήρκεσε τόσο που, αν δεν σηκωνόμουν εγώ, παρόλο που ήμουν αμφιτρύων, θα φτάναμε στο δείπνο.
Από τότε ο Ανδρέας και ο Χρήστος Λαμπράκης σφυρηλάτησαν μια μοναδική φιλία, που άντεξε μέχρι το τέλος. Και όχι μόνο. Ο Λέων Καραπαναγιώτης ήταν ευθύς εξαρχής στενός φίλος του Ανδρέα - και εγώ φυσικά. Αυτό όμως δεν μας εμπόδιζε μερικές φορές να γκρινιάζουμε στις μεταξύ μας συζητήσεις. Ο Χρήστος Λαμπράκης έπαιρνε πάντα το μέρος του Ανδρέα».
«Μια μεγάλη λαϊκή εφημερίδα»
Ο Παντελής Καψής, που διετέλεσε διευθυντής των «Νέων» από το 2001 ως τον θάνατο του Χρήστου Λαμπράκη, στα τέλη του 2009 διηγήθηκε πώς έπιασε δουλειά στην εφημερίδα. «Hμουν στον Θούριο, το περιοδικό που έβγαζε ο Ρήγας Φεραίος. Με είχε γοητεύσει η δημοσιογραφία - έτσι κι αλλιώς ήταν οικογενειακή παράδοση. Μεταπήδησα στα Νέα. Αρχικά έκανα για πολύ λίγο καιρό ελεύθερο ρεπορτάζ. Οταν έγινε διευθυντής ο Καραπαναγιώτης, με έβαλε στο οικονομικό. Μόλις είχε βγει το ΠΑΣΟΚ και το οικονομικό ρεπορτάζ ήταν στο επίκεντρο της πολιτικής αντιπαράθεσης.
Παρακολούθησα ολόκληρη την πρώτη φάση, περίπου ως το ’85, με Αρσένη, Σημίτη και τη "σταθεροποίηση". Hταν μια πολύ ενδιαφέρουσα περίοδος. Γίνονταν πολλά, ασχέτως με το αν κάποια αποδείχθηκαν λανθασμένα. Τη θυμάμαι πάντως ως μεταβατική περίοδο στην εφημερίδα - περνάγαμε από τη λινοτυπία στη φωτοσύνθεση. Είχαν έρθει τότε στα Νέα πρόσωπα όπως ο Κομίνης (διευθυντής σύνταξης) και ο Μετζιδάκης, που είχαν γνώση του καινούριου συστήματος. Συνεισέφεραν, βοήθησαν στο πέρασμα, αλλά νομίζω ότι δεν μπήκαν στην κουλτούρα του ΔΟΛ. Πρέπει να ήμουν ακόμη στο ελεύθερο, όταν ο Καραπαναγιώτης μού είχε πει κάτι που μου είχε χάνει εντύπωση: "Τα Νέα είναι μια μεγάλη λαϊκή εφημερίδα".
Κατευθυντήρια γραμμή της εκδοτικής μας πολιτικής ήταν ότι είμαστε πάντα η εφημερίδα της μεγάλης δημοκρατικής παράταξης. Ηταν ένα άγραφο συμβόλαιο, μια σχέση με τους αναγνώστες με βάση την οποία μας έκριναν. Oχι μόνο από το αν έχουμε κάθε μέρα πλήρη κάλυψη της ειδησεογραφίας. Το δεύτερο στοιχείο, δομικό της κουλτούρας ΔΟΛ, ήταν ο σεβασμός στους κανόνες δεοντολογίας. Δεν υπήρχε περίπτωση να βάλεις την άποψή σου εμβόλιμη στο κείμενο, να γράψεις πράγματα που δεν ίσχυαν, να σπάσεις το οff the record. Υπήρχε μια αίσθηση σοβαρότητας, πως ό,τι κάνουμε έχει σημασία και μετράει. Eχει μια βαρύτητα.
Το ένιωσα από την πρώτη μέρα που έγραφα στα οικονομικά. Μονόστηλο ήταν, κι αγωνιούσα να το αποδώσω σωστά, να μη βρεθεί την άλλη μέρα κάποιος να με πάρει τηλέφωνο και να μου πει πως ήταν λάθος. Η συγκεκριμένη εσωτερική διαδικασία, ότι αυτό που κάνεις μετράει, είχε τεράστιο αντίκρισμα και στην ικανοποίηση που έπαιρνες από τη δουλειά σου και στο πώς έβλεπες την πολιτική ζωή, στα πάντα. Δεν λέω ότι δεν γίνονταν λάθη. Αυτή η αίσθηση της ευθύνης καθόριζε όμως την κουλτούρα ΔΟΛ. Μου το είχε πει πάρα πολύ ωραία ένας καλός δημοσιογράφος που "έφυγε" νωρίς, ο Γιάννης ο Διαχογιάννης, όταν έγινα διευθυντής στα Νέα: «Παντελή μου, τώρα έχεις αναλάβει τη μεγαλύτερη εφημερίδα των Βαλκανίων. Αυτό είναι τεράστια ευθύνη».
Η άγνωστη πολιτική λέσχη
Ο δημοσιογράφος Αθανάσιος Παπανδρόπουλος φέρνει στο φως δεκαετίες αργότερα τη δημιουργία μιας πολιτικής λέσχης με ιθύνοντα νου τον Χρήστο Λαμπράκη. Η διήγησή του είναι ενδιαφέρουσα. «Είναι Οκτώβριος του 1977 και στις βουλευτικές εκλογές που έχουν γίνει η Νέα Δημοκρατία έχει πετύχει οριακή κοινοβουλευτική πλειοψηφία, το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου έχει διπλασιάσει το ποσοστό του σε σχέση με τις προηγούμενες εκλογές, η Ενωση Κέντρου είναι υπό κατάρρευση.
Ενας σημαντικός παράγοντας της ελληνικής πολιτικής και εκδοτικής ζωής, ο αείμνηστος Χρήστος Δ. Λαμπράκης ανησυχεί με την εξέλιξη αυτή γιατί διαβλέπει ότι στη χώρα μας οι δυνάμεις της ευρωπαϊκής προοπτικής της και του εκσυγχρονισμού της, εν όψει της εισόδου της στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα, έχουν περιθωριοποιηθεί και απειλούνται με πλήρη ισοπέδωση από τη λαϊκιστική λαίλαπα του ΠΑΣΟΚ. Ετσι, με ένα κληροδότημα τον πατρός του, ο επικεφαλής του ΔΟΛ δημιουργεί μία πολιτική λέσχη που φέρει τον τίτλο "Δημοκρατική Ενημέρωση" και στην οποία συνευρίσκονται άνθρωποι όπως οι Γιώργος Κουμάντος, Αδ. Πεπελάσης, Θοδ. Καρατζάς, Χριστ. Αργυρόπουλος, Σπήλιος Παπασπηλιόπουλος, Τίμος Σταυρόπουλος, Τάσος Γιαννίτσης, Νίκος Φραγκάχης, Χρ. Ροζάκης, Γιάννης Τζαννετάκος, Απ. Δοξιάδης, Γιάννης Μάνος, Γιάννης Σουριαδάκης. Γ. Γιαννόπουλος, Κ. Κοκκομέλης, Βάσος Μαθιόπουλος και άλλοι πολλοί.
Σκοποί της λέσχης είναι η εκπόνηση ενός μεταρρυθμιστικού προγράμματος που να αποσκοπεί στην ομαλή και επιτυχή ενσωμάτωση της χώρας στην τότε ευρωπαϊκή οικογένεια, ανοίγοντας ταυτοχρόνως τον δρόμο και για την ύπαρξη μιας αμιγώς ευρωκεντρικής σοσιαλδημοκρατικής παράταξης, ικανής να οδηγήσει προς μεταρρυθμιστικές κατευθύνσεις και την Κεντροδεξιά που είχε ήδη αρχίσει να εδραιώνει ο Κων. Καραμανλής υπό τη σημαία του "ριζοσπαστικού φιλελευθερισμού". Στο πλαίσιο αυτό, η "Δημοκρατική Ενημέρωση" χωρίζεται σε τέσσερις ομάδες εργασίας, οι οποίες εκπονούν και τέσσερα προγράμματα ακολουθητέας μεταρρυθμιστικής πολιτικής στους βασικούς τομείς της οικονομίας, της παιδείας, της δημόσιας διοίκησης και των εξωτερικών επιλογών της χώρας. Επίσης, με επικεφαλής τον αείμνηστο Σπήλιο Παπασπηλιόπουλο, η "Δημοκρατική Ενημέρωση" ασχολείται για πρώτη φορά στη χώρα και με την οικολογία, την οποία τότε συντριπτική μερίδα του λαού μας έγραφε στα παλαιότερα των υποδημάτων της.
Τελικά, το πολύτιμo για την εποχή εκείνη έργο της "Δημοκρατικής Ενημέρωσης" έμεινε αναξιοποίητο, γιατί οι ιδέες και οι προτάσεις της -που ήσαν την εποχή τους αυτές μιας σύγχρονης σοσιαλδημοκρατίας στην Ελλάδα, αλλά χωρίς λαϊκό υπόβαθρο- ισοπεδώθηκαν από τον λαϊκισμό ενός τριτοκοσμικού ΠΑΣΟΚ».
Η Μελίνα και ο Κόπολα
Η Λιάνα Κανέλλη, που υπήρξε από τις στενότερες συνεργάτιδες του Χρήστου Λαμπράκη, θυμάται: «Τη δεκαετία του ’80, είχε έλθει ο Φράνσις Φορντ Κόπολα στην Ελλάδα για τα γυρίσματα της ταινίας “Life with Zoe”, μιας από αυτές που συνέθεσαν την τριλογία New York Stories - παρουσιάστηκε στις Κάννες τελικά, το 1989. Μαζί του είχε έρθει ο μυθικός Στοράρο, στενός συνεργάτης του, πολύ παραπάνω από διευθυντής φωτογραφίας. Ημουν τότε διευθύντρια προγράμματος στον σταθμό. “Εχουμε πρόβλημα”, μου λέει ο Λαμπράκης στο τηλέφωνο. “Ο Κόπολα θέλει να γυρίσει μια σκηνή πάνω και μέσα στην Ακρόπολη και οι αρχαιολόγοι δεν τον αφήνουν με τίποτα για να μη χαλάσει ο Βράχος”. Η Μελίνα Μερκούρη, υπουργός Πολιτισμού τότε, τραβούσε τα μαλλιά της.
Είχε ζητήσει βοήθεια γιατί δεν καταλάβαιναν οι “αρμόδιοι” τι κακό θα έκανε στη χώρα να παίζει φλάουτο ο πρωταγωνιστής της ταινίας Τζιανκάρλο Τζιανίνι, με φόντο τον Παρθενώνα, σε πλάνο νυχτερινό και καλά φωτισμένο, σε σκηνοθεσία Κόπολα. Ο Top FM χρίστηκε εν μια νυκτί χορηγός επικοινωνίας του όλου εγχειρήματος κι εγώ βρέθηκα να πρέπει να καλμάρω τη δικαιολογημένη αγανάκτηση της παραγωγής του Κόπολα, αλλά και του ίδιου, που είχαν έρθει στην Αθήνα μόνο με άδεια από τη Μελίνα. Η περιπέτεια κράτησε μέρες πολλές. Ο Top FM είχε οργανώσει συνέντευξη Τύπου, στην οποία έκανα και τη μεταφράστρια. Για να καταλάβει το ελληνικό κοινό και το κράτος τι “Αποκάλυψη τώρα” θα ήταν η τελευταία σκηνή της ταινίας για τον ελληνικό πολιτισμό. Θα γυριζόταν πολύ γρήγορα, με μόλις πενήντα κομπάρσους που έπαιζαν το κοινό και χωρίς να πειραχτεί ούτε ένα πετραδάκι από τον Ιερό Βράχο.
Το έζησα στιγμή τη στιγμή. Στρώθηκαν μοκέτες πάνω στον Βράχο. Χρησιμοποιήθηκαν λεία και μαλακά ξύλα για να μη γέρνουν οι ελαφριές καρέκλες λόγω κλίσεως. Ντύθηκαν με αφρολέξ τα τρίποδα των προβολέων. Μην τυχόν και γίνει καμία στραβή και “πέσουν κεφάλια, με πρώτο το δικό μου και το δικό σου, χρυσό μου”, όπως έλεγε η χυμώδης Μελίνα στα ελληνικά για να μην καταλάβει “αυτό το υπέροχο, γλυκό τέρας, ο Φράνσις” τα βάσανα που έχει ο πολιτισμός σ’ αυτόν τον υπέροχο τόπο”. Η ταινία έγινε. Στην Ακρόπολη».
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr