Κύκλωμα trafficking με πλοκάμια από Κολομβία έως Κολωνό - Ο ρόλος της 71χρονης «Μαρίνας»
18.07.2023
10:13
Πώς οι σωματέμποροι παγίδευαν τα θύματά τους - H σύνδεση της υπόθεσης με αυτή της σεξουαλικής κακοποίησης της 12χρονης
Αγνωστες πτυχές από τη δράση του διεθνούς κυκλώματος σωματεμπορίας που εξέδιδε στην πορνεία οικονομικά ευάλωτες γυναίκες από την Κολομβία έρχονται στο φως από τη δικογραφία που έχουν σχηματίσει οι Αρχές για τη συγκεκριμένη υπόθεση, βασικά σημεία της οποίας παρουσιάζει το «ΘΕΜΑ».
Πρόκειται για εγκληματική οργάνωση η οποία διέθετε περισσότερους από δέκα οίκους ανοχής σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη και αποκόμιζε μεγάλα οικονομικά οφέλη εκμεταλλευόμενη συνολικά 50 γυναίκες, τις οποίες προωθούσε στην πορνεία κάτω από σκληρές και απάνθρωπες συνθήκες. Η υπόθεση αυτή μάλιστα έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις Αρχές, δεδομένου ότι σε έναν από τους οίκους ανοχής που διατηρούσαν αρχηγικά μέλη του κυκλώματος στην Αθήνα είχε βρεθεί και η 12χρονη από τον Κολωνό. Το παιδί είχε οδηγήσει στον συγκεκριμένο χώρο, σύμφωνα με στοιχεία που έχει στα χέρια της η Δικαιοσύνη, ο βιαστής και μαστροπός του Ηλίας Μίχος.
Οι αστυνομικές αρχές έφτασαν στα ίχνη του κυκλώματος έπειτα από συντονισμένη επιχείρηση σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, συλλαμβάνοντας συνολικά 22 άτομα, τα οποία βρέθηκαν αντιμέτωπα με βαρύτατες κατηγορίες: για εγκληματική οργάνωση, εμπορία ανθρώπων, ξέπλυμα μαύρου χρήματος κ.ά. Μετά τις απολογίες τους στην αρμόδια ανακρίτρια οι τέσσερις εξ αυτών προφυλακίστηκαν, ενώ οι υπόλοιποι αφέθηκαν ελεύθεροι με ή χωρίς περιοριστικούς όρους. Συγκεκριμένα, προσωρινά κρατούμενοι κρίθηκαν ένα ζευγάρι που διατηρούσε τους οίκους ανοχής στη Θεσσαλονίκη, η περιβόητη «Μαρίνα» 71 ετών και ο 57χρονος σύντροφός της. Οι δύο τελευταίοι εκμεταλλεύονταν τους οίκους ανοχής στην Αθήνα, σε έναν από τους οποίους, που βρίσκεται στο κέντρο της Αθήνας, φέρεται να είχε εκδοθεί αντί αμοιβής από τον Μίχο και η 12χρονη από τον Κολωνό.
Φωτογραφίες για έγκριση
Οπως αναφέρεται στη δικογραφία, τα μέλη του κυκλώματος, εκμεταλλευόμενα την ευάλωτη οικονομικά και κοινωνικά θέση των γυναικών από την Κολομβία, τις έπειθαν να έρθουν στην Ελλάδα με την υπόσχεση ότι στη χώρα μας θα βγάλουν αρκετά χρήματα και θα έχουν μια καλύτερη ζωή. Προκειμένου να «ψαρέψουν» τα θύματά τους οι δράστες χρησιμοποιούσαν ως «κράχτες» άλλες γυναίκες ίδιας εθνικότητας με τις άτυχες αλλοδαπές, οι οποίες στο παρελθόν είχαν εργαστεί και αυτές στους οίκους ανοχής τους. «Οι συγκεκριμένες γυναίκες παρουσίαζαν μια ωραιοποιημένη κατάσταση σχετικά με τις συνθήκες εργασίας στους οίκους ανοχής και τις υψηλές οικονομικές απολαβές, η οποία όμως δεν ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα», αναφέρεται στη δικογραφία.
Με αυτόν τον τρόπο κατάφερναν να πείθουν τις αλλοδαπές να εργαστούν ως εκδιδόμενες και μετά τις έφερναν σε επαφή με τον αρχηγό της εγκληματικής οργάνωσης μέσω μηνυμάτων της εφαρμογής WhatsApp. «Αρχικά ο εν λόγω ζητούσε από τις γυναίκες να του αποστείλουν φωτογραφίες τους ώστε να τις εγκρίνει εμφανισιακά και στη συνέχεια το διαβατήριό τους προκειμένου να τους εκδώσει αεροπορικά εισιτήρια για τον ερχομό τους στην Ελλάδα. Τα εισιτήρια εκδίδονταν μετ’ επιστροφής, καθώς οι πολίτες της Κολομβίας μπορούν να παραμείνουν στη χώρα μας για τρεις μήνες με τη σφραγίδα θεώρησης της εισόδου τους στα σημεία διαβατηριακού ελέγχου.
Επίσης, τους ανακοίνωνε λεπτομέρειες σχετικά με την απασχόλησή τους ως εκδιδόμενες, ενημερώνοντας ταυτόχρονα τις γυναίκες ότι το κάθε ερωτικό ραντεβού θα κόστιζε στον πελάτη τουλάχιστον 50€ έως 150€, από τα οποία εκείνος θα κρατούσε τα μισά και τα υπόλοιπα η οργάνωση. Επαναλάμβανε και ο ίδιος τις πολύ καλές συνθήκες εργασίας, για παράδειγμα, τη χορήγηση ρεπό αλλά και τη διαμονή τους στην Ελλάδα, ενώ παράλληλα υποσχόταν την πλήρη κάλυψη αφενός των αεροπορικών τους εισιτηρίων, που εκείνες θα αποπλήρωναν με ευκολία και σε μικρό χρονικό διάστημα μέσω της εργασίας τους, και αφετέρου των εξόδων διαμονής και μεταφοράς τους από και προς τους οίκους ανοχής», αναφέρεται ακόμη στον φάκελο της υπόθεσης.
Στριπτίζ
Οι υποσχέσεις όμως των κατηγορουμένων απέναντι στις άτυχες γυναίκες για μια καλύτερη ζωή και η ωραιοποίηση των συνθηκών εργασίας τους στη χώρα μας δεν σταματούσαν εδώ. Στη δικογραφία αναφέρεται σχετικά: «Κάποιες φορές ο αρχηγός της εγκληματικής οργάνωσης, αφού ενέκρινε εμφανισιακά τις γυναίκες, της παρέπεμπε στον (...) κατηγορούμενο, ο οποίος για να κάμψει την αντίστασή τους υποσχόταν ακόμα και ότι από το αντίτιμο κάθε ερωτικού ραντεβού οι γυναίκες θα κρατούσαν το 70% και η οργάνωση 30%, γεγονός που δεν αντιστοιχούσε στην αλήθεια. Για να εκπληρώσει τον σκοπό του δεν δίστασε ακόμα και να υποσχεθεί στην (...) στην Κολομβία ότι η δουλειά για την οποία την προσκάλεσε την Ελλάδα είναι η διενέργεια στριπτίζ».
Η άφιξη στην ελλαδα
Μετά τη φάση της στρατολόγησης των γυναικών ακολουθούσε η μεταφορά τους στην Ελλάδα, η οποία πραγματοποιούνταν αεροπορικώς. Οι γυναίκες με την άφιξή τους στο αεροδρόμιο «Ελευθέριος Βενιζέλος» είτε παραλαμβάνονταν από μέλη της οργάνωσης, είτε χρησιμοποιούσαν ταξί και μετέβαιναν σε ένα από τα διαμερίσματα που διατηρούσε η εγκληματική οργάνωση στον Κεραμεικό, στην Καλλιθέα και τα Εξάρχεια. «Τα διαμερίσματα είχαν διαμορφωθεί κατά τέτοιον τρόπο που προσομοίαζαν με ορόφους ξενοδοχείου στους οποίους υπάρχουν διάφορα δωμάτια, ενώ επιπρόσθετα επιτηρούνταν πλήρως από κάμερες που τα μέλη της οργάνωσης είχαν εγκαταστήσει και διαχειρίζονταν μέσω εφαρμογών στα κινητά τους τηλέφωνα».
Πρόκειται για εγκληματική οργάνωση η οποία διέθετε περισσότερους από δέκα οίκους ανοχής σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη και αποκόμιζε μεγάλα οικονομικά οφέλη εκμεταλλευόμενη συνολικά 50 γυναίκες, τις οποίες προωθούσε στην πορνεία κάτω από σκληρές και απάνθρωπες συνθήκες. Η υπόθεση αυτή μάλιστα έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις Αρχές, δεδομένου ότι σε έναν από τους οίκους ανοχής που διατηρούσαν αρχηγικά μέλη του κυκλώματος στην Αθήνα είχε βρεθεί και η 12χρονη από τον Κολωνό. Το παιδί είχε οδηγήσει στον συγκεκριμένο χώρο, σύμφωνα με στοιχεία που έχει στα χέρια της η Δικαιοσύνη, ο βιαστής και μαστροπός του Ηλίας Μίχος.
Οι αστυνομικές αρχές έφτασαν στα ίχνη του κυκλώματος έπειτα από συντονισμένη επιχείρηση σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, συλλαμβάνοντας συνολικά 22 άτομα, τα οποία βρέθηκαν αντιμέτωπα με βαρύτατες κατηγορίες: για εγκληματική οργάνωση, εμπορία ανθρώπων, ξέπλυμα μαύρου χρήματος κ.ά. Μετά τις απολογίες τους στην αρμόδια ανακρίτρια οι τέσσερις εξ αυτών προφυλακίστηκαν, ενώ οι υπόλοιποι αφέθηκαν ελεύθεροι με ή χωρίς περιοριστικούς όρους. Συγκεκριμένα, προσωρινά κρατούμενοι κρίθηκαν ένα ζευγάρι που διατηρούσε τους οίκους ανοχής στη Θεσσαλονίκη, η περιβόητη «Μαρίνα» 71 ετών και ο 57χρονος σύντροφός της. Οι δύο τελευταίοι εκμεταλλεύονταν τους οίκους ανοχής στην Αθήνα, σε έναν από τους οποίους, που βρίσκεται στο κέντρο της Αθήνας, φέρεται να είχε εκδοθεί αντί αμοιβής από τον Μίχο και η 12χρονη από τον Κολωνό.
Φωτογραφίες για έγκριση
Οπως αναφέρεται στη δικογραφία, τα μέλη του κυκλώματος, εκμεταλλευόμενα την ευάλωτη οικονομικά και κοινωνικά θέση των γυναικών από την Κολομβία, τις έπειθαν να έρθουν στην Ελλάδα με την υπόσχεση ότι στη χώρα μας θα βγάλουν αρκετά χρήματα και θα έχουν μια καλύτερη ζωή. Προκειμένου να «ψαρέψουν» τα θύματά τους οι δράστες χρησιμοποιούσαν ως «κράχτες» άλλες γυναίκες ίδιας εθνικότητας με τις άτυχες αλλοδαπές, οι οποίες στο παρελθόν είχαν εργαστεί και αυτές στους οίκους ανοχής τους. «Οι συγκεκριμένες γυναίκες παρουσίαζαν μια ωραιοποιημένη κατάσταση σχετικά με τις συνθήκες εργασίας στους οίκους ανοχής και τις υψηλές οικονομικές απολαβές, η οποία όμως δεν ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα», αναφέρεται στη δικογραφία.
Με αυτόν τον τρόπο κατάφερναν να πείθουν τις αλλοδαπές να εργαστούν ως εκδιδόμενες και μετά τις έφερναν σε επαφή με τον αρχηγό της εγκληματικής οργάνωσης μέσω μηνυμάτων της εφαρμογής WhatsApp. «Αρχικά ο εν λόγω ζητούσε από τις γυναίκες να του αποστείλουν φωτογραφίες τους ώστε να τις εγκρίνει εμφανισιακά και στη συνέχεια το διαβατήριό τους προκειμένου να τους εκδώσει αεροπορικά εισιτήρια για τον ερχομό τους στην Ελλάδα. Τα εισιτήρια εκδίδονταν μετ’ επιστροφής, καθώς οι πολίτες της Κολομβίας μπορούν να παραμείνουν στη χώρα μας για τρεις μήνες με τη σφραγίδα θεώρησης της εισόδου τους στα σημεία διαβατηριακού ελέγχου.
Επίσης, τους ανακοίνωνε λεπτομέρειες σχετικά με την απασχόλησή τους ως εκδιδόμενες, ενημερώνοντας ταυτόχρονα τις γυναίκες ότι το κάθε ερωτικό ραντεβού θα κόστιζε στον πελάτη τουλάχιστον 50€ έως 150€, από τα οποία εκείνος θα κρατούσε τα μισά και τα υπόλοιπα η οργάνωση. Επαναλάμβανε και ο ίδιος τις πολύ καλές συνθήκες εργασίας, για παράδειγμα, τη χορήγηση ρεπό αλλά και τη διαμονή τους στην Ελλάδα, ενώ παράλληλα υποσχόταν την πλήρη κάλυψη αφενός των αεροπορικών τους εισιτηρίων, που εκείνες θα αποπλήρωναν με ευκολία και σε μικρό χρονικό διάστημα μέσω της εργασίας τους, και αφετέρου των εξόδων διαμονής και μεταφοράς τους από και προς τους οίκους ανοχής», αναφέρεται ακόμη στον φάκελο της υπόθεσης.
Στριπτίζ
Οι υποσχέσεις όμως των κατηγορουμένων απέναντι στις άτυχες γυναίκες για μια καλύτερη ζωή και η ωραιοποίηση των συνθηκών εργασίας τους στη χώρα μας δεν σταματούσαν εδώ. Στη δικογραφία αναφέρεται σχετικά: «Κάποιες φορές ο αρχηγός της εγκληματικής οργάνωσης, αφού ενέκρινε εμφανισιακά τις γυναίκες, της παρέπεμπε στον (...) κατηγορούμενο, ο οποίος για να κάμψει την αντίστασή τους υποσχόταν ακόμα και ότι από το αντίτιμο κάθε ερωτικού ραντεβού οι γυναίκες θα κρατούσαν το 70% και η οργάνωση 30%, γεγονός που δεν αντιστοιχούσε στην αλήθεια. Για να εκπληρώσει τον σκοπό του δεν δίστασε ακόμα και να υποσχεθεί στην (...) στην Κολομβία ότι η δουλειά για την οποία την προσκάλεσε την Ελλάδα είναι η διενέργεια στριπτίζ».
Η άφιξη στην ελλαδα
Μετά τη φάση της στρατολόγησης των γυναικών ακολουθούσε η μεταφορά τους στην Ελλάδα, η οποία πραγματοποιούνταν αεροπορικώς. Οι γυναίκες με την άφιξή τους στο αεροδρόμιο «Ελευθέριος Βενιζέλος» είτε παραλαμβάνονταν από μέλη της οργάνωσης, είτε χρησιμοποιούσαν ταξί και μετέβαιναν σε ένα από τα διαμερίσματα που διατηρούσε η εγκληματική οργάνωση στον Κεραμεικό, στην Καλλιθέα και τα Εξάρχεια. «Τα διαμερίσματα είχαν διαμορφωθεί κατά τέτοιον τρόπο που προσομοίαζαν με ορόφους ξενοδοχείου στους οποίους υπάρχουν διάφορα δωμάτια, ενώ επιπρόσθετα επιτηρούνταν πλήρως από κάμερες που τα μέλη της οργάνωσης είχαν εγκαταστήσει και διαχειρίζονταν μέσω εφαρμογών στα κινητά τους τηλέφωνα».
Οταν οι γυναίκες έφταναν στα διαμερίσματα τις υποδεχόταν μία εκ των κατηγορουμένων, η οποία τους ανακοίνωνε τα δωμάτια όπου θα διέμεναν, τους παρέδιδε το κλειδί, τους εξηγούσε τις λεπτομέρειες της δουλειάς, τα ωράρια και τους οίκους ανοχής όπου θα εκδίδονταν, τα χρηματικά ποσά που κόστιζαν τα ερωτικά ραντεβού στους πελάτες, αλλά και το μερίδιο που τα μέλη της οργάνωσης θα κρατούσαν από την κάθε εκδιδόμενη. Στη συνέχεια και αφού περνούσαν οι πρώτες ώρες παραμονής των εκδιδόμενων γυναικών στη χώρα μας, η γυναίκα-μέλος της εγκληματικής οργάνωσης τους αφαιρούσε το διαβατήριο λέγοντάς τους ότι θα τα παραλάβουν ξανά αφού ξεχρεώσουν. Στη δικογραφία αναφέρεται σχετικά: «Η κατηγορούμενη ανακοίνωνε στις εκδιδόμενες την ύπαρξη χρέους προς τα μέλη της οργάνωσης και το συγκεκριμενοποιούσε αναλύοντας πως αυτό προέκυψε από την κάλυψη των μεταφορικών τους εξόδων, την πληρωμή ταξί ή οδηγού από το αεροδρόμιο ως την οικία, την προσφορά διαμονής και φαγητού.
Τακτική των κατηγορουμένων ήταν η υπερκοστολόγηση των προαναφερόμενων εξόδων και η δημιουργία υπέρογκου χρέους που κυμαινόταν από 2.400€ έως 2.800€, πλην όμως αυτό ήταν συνεχώς αυξανόμενο αφού τα αρχηγικά μέλη της οργάνωσης επέβαλαν πρόστιμα στις αλλοδαπές χρησιμοποιώντας διάφορες προφάσεις, όπως, για παράδειγμα, αργοπορία στη δουλειά. Κατ’ αυτόν τον τρόπο αναδεικνύονται οι ψευδείς υποσχέσεις των μελών της οργάνωσης κατά τη φάση της στρατολόγησης, καθώς και ο στόχος τους να αποκομίσουν τεράστια οικονομικά έσοδα από την εξαναγκαστική γενετήσια εκμετάλλευση των θυμάτων τους, αφού το χρέος δεν ήταν σχεδόν εφικτό να αποπληρωθεί».
Στη Θεσσαλονίκη
Οι γυναίκες δεν έμεναν όλες στην Αθήνα, αλλά κάποιες από αυτές μεταφέρονταν με τρένο ή από κάποιον από τους κατηγορούμενους στη Θεσσαλονίκη, όπου το δίκτυο της εγκληματικής οργάνωσης διατηρούσε και εκμεταλλευόταν δύο οίκους ανοχής. «Οταν οι αλλοδαπές έφταναν στην Θεσσαλονίκη παραλαμβάνονταν από την (....) κατηγορούμενη που τις εγκαθιστούσε σε δύο διαμερίσματα». Η δράση των κατηγορουμένων ήταν καλά οργανωμένη καθώς διαφήμιζαν το «εμπόρευμά» τους στο Διαδίκτυο μέσω συγκεκριμένων ιστοσελίδων. Οι συνθήκες κάτω από τις οποίες αυτές οι γυναίκες εκδίδονταν ήταν απάνθρωπες.
«Δεν τους χορηγούσαν σχεδόν ποτέ ρεπό, ακόμα και σε περιπτώσεις που οι εκδιδόμενες είτε αντιμετώπιζαν πρόβλημα υγείας, όπως γυναικολογικά ή πυρετό. Σε περίπτωση δε που οι γυναίκες αντιδρούσαν τους επέβαλαν πρόστιμα ύψους 100€», αναφέρει το διαβιβαστικό έγγραφο της Αστυνομίας, σύμφωνα με το οποίο τα θύματα ήταν υποχρεωμένα να πραγματοποιούν ραντεβού σε δύο βάρδιες στους οίκους ανοχής στην Αθήνα και σε τέσσερις σε αυτούς της Θεσσαλονίκης. Το κάθε ραντεβού στοίχιζε στον πελάτη 50 ευρώ στην Αθήνα και 40 ευρώ στη Θεσσαλονίκη, ανάλογα πάντα με το είδος των υπηρεσιών.
Καθεστώς τρόμου
Σύμφωνα με τη δικογραφία, οι δράστες είχαν δημιουργήσει ένα «καθεστώς τρόμου στις εκδιδόμενες γυναίκες, τις οποίες μάλιστα πίεζαν να στρατολογήσουν αι εκείνες άλλα θύματα για να μειωθεί το χρέος τους κατά 300 ευρώ». Οι γυναίκες «διαβιούσαν σε καθεστώς εξαθλίωσης», εφόσον από τα «πενιχρά τους έσοδα» έπρεπε να καταβάλλουν στους μαστροπούς τους το αντίτιμο της μεταφοράς στους οίκους ανοχής, αλλά και να πληρώνουν οι ίδιες τη διατροφή τους και τα προϊόντα «που χρειάζονταν στην εργασία τους».
Σύμφωνα με τις Αρχές, η δράση του κυκλώματος τοποθετείται χρονικά τουλάχιστον από τον Ιούλιο του 2018, με τα έσοδα από την εκμετάλλευση των άτυχων γυναικών να είναι μεγάλα και τα χρήματα να αποθηκεύονται σε καθημερινή βάση σε χρηματοκιβώτια που βρίσκονταν στους οίκους ανοχής σε Θεσσαλονίκη και Αθήνα.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr