Φωτιά στη Βοιωτία - Μονή Οσίου Λουκά: Ανοικτός για τους επισκέπτες ο χώρος

Οι ζημιές που έχουν αποκατασταθεί - Ενημερωτική συνάντηση με τον Ηγούμενο πατέρα Σεραφείμ είχε αντιπροσωπεία από το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο

Συνεχίζονται τα έργα αποκατάστασης στο Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO μετά τη μεγάλη πυρκαγιά στη Βοιωτία. Ελεύθεροι και ασφαλείς να επισκεφθούν τις εγκαταστάσεις της Ιεράς Μονής του Οσίου Λουκά είναι οι επισκέπτες, Έλληνες και ξένοι, δήλωσε ο Ηγούμενος του Βυζαντινού Μοναστηριού πατέρας Σεραφείμ.

Ήδη από τη Δευτέρα είναι καθαρισμενοι όλοι οι χώροι και επισκέψιμοι για όλους, πλην του τμήματος μπροστά στο ημικατεστραμένο κτιριο που ήταν το κελί του αείμνηστου Ηγουμενου Παπα-Ιωασαφ.Κατα τις πληροφορίες και οι τέσσερις τοίχοι είναι σε καλή κατάσταση και μπορεί εύκολα να αποκατασταθεί και αυτό μετα απο μελέτη.

Πολλοί επισκεσκεπτες βρέθηκαν σήμερα σε όλους τους χώρους, κυρίως στο ναό, εκκλησια Παναγίας, Κρύπτη Αγίας Βαρβάρας, αναπαλαιωμενα κελιά και κελάρια, περίβολο με καλντερίμια.



Στον χώρο κάτω από τον γερο-πλάτανο, η θέα από εκεί προς την ελαιόφυτη Λάκα και τον Ελικώνα δεν υπάρχει μετά τις φωτιές. 

Ενημερωτική συνάντηση με τον Ηγούμενο πατέρα Σεραφείμ είχε σήμερα αντιπροσωπεία από το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο με επικεφαλής τον αναπληρωτή Καθηγητή Αντισεισμικής Χαράλαμπο Μουζάκη, το Εργαστήριο του οποίου έχει εγκαταστήσει προ ετών ειδικό σύστημα διαδικτυακής καταγραφής σεισμικής δραστηριότητας από τον Ναο.

Για τους αρμόδιους, πρώτο μέλημα φαινεται να ειναι η αποκατάσταση μικροζημιών σε ενα απο τα WC και καποιων φραχτων, ενω από τα μεγαλύτερα έργα που αφορούν στον περιβαλλοντα χώρο είναι η ταχεία μελέτη και εκτέλεση έργων για αποφυγή αποσάθρωσης του επικλινους εδαφους καθως καηκαν ολα τα ελαιόδεντρα και οι αμυγδαλιές όπως και αυτοφυεί θάμνοι.

Απαραίτητη καθίσταται η χάραξη αντιπυρικών ζωνων και μετρων σε κεντρικο επίπεδο για αποκατασταση του φυσικου περιβαλλοντος για το Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO.



Το καλύτερα διατηρημένο μοναστηριακό συγκρότημα της μεσοβυζαντινής περιόδου

Η Μονή Οσίου Λουκά, στη δυτική πλαγιά του Όρους Ελικών, κάτω από την ακρόπολη του Αρχαίου Στείριου, είναι το καλύτερα διατηρημένο μοναστηριακό συγκρότημα της μεσοβυζαντινής περιόδου στην Ελλάδα. Αποτελείται από το σύμπλεγμα δύο εκκλησιών, τη μονή της Παναγίας και το Καθολικό του Οσίου Λουκά, που πλαισιώνονται από κελιά και βοηθητικά κτίσματα.

Ο παλαιότερος ναός που είναι αφιερωμένος στην Παναγία χρονολογείται στο β' μισό τού 10ου αι. Το καθολικό του ανήκει στον τύπο του σύνθετου σταυροειδούς εγγεγραμμένου τετρακιόνιου ναού που αναπτύχθηκε αρχικά στην Κωνσταντινούπολη. Είναι ο πρώτος ναός αυτού του τύπου στην Ελλάδα και πρότυπο για όλους τους ναούς της ονομαζόμενης «ελλαδικής σχολής», με κύριο χαρακτηριστικό την επιμελημένη εξωτερική εμφάνιση με την πλινθοπερίκλειστη τοιχοποιία και τον πλίνθινο διάκοσμο. Τετρακιόνιος ονομάζεται επειδή ο κεντρικός τρούλος στηρίζεται σε τέσσερις κίονες ελεύθερους στο μέσο του ενιαίου χώρου. Ο τρούλος είναι οκτάπλευρος, στέφεται με τοξωτά γείσα και έχει ένθετους κιονίσκους στις ακμές των πλευρών που απολήγουν σε υδρορροές με μορφή λεοντοκεφαλής. Αυτά είναι τα κύρια χαρακτηριστικά του λεγόμενου «αθηναϊκού» τρούλου, επειδή χρησιμοποιήθηκε σε μεγάλο αριθμό αθηναϊκών μνημείων. Όμως η εμφάνισή του στο ναό της Παναγίας αποτελεί το παλαιότερο γνωστό παράδειγμα. Η μοναδική τοιχογραφία που σώθηκε από την αρχική διακόσμηση του ναού της Παναγίας ιστορεί την εμφάνιση του αρχάγγελου Μιχαήλ στον Ιησού του Ναυή πριν από την άλωση της Ιεριχούς. Τοιχογραφίες διασώζονται και στο νότιο σκέλος του σταυρού και το διακονικό. Παριστάνονται συνολικά πέντε μορφές ιεραρχών, που έχουν χρονολογηθεί στο τέλος του 12ου αι.

Το Καθολικό χτίστηκε στις πρώτες δεκαετίες του 11ου αιώνα μ.Χ.

Το Καθολικό του Οσίου Λουκά, που κτίσθηκε στις πρώτες δεκαετίες του 11ου αι. για να στεγάσει το λείψανο του Οσίου, είναι μεγαλύτερο στις διαστάσεις με υπόγεια κρύπτη. Τα ψηφιδωτά, που διακοσμούν τους τοίχους του καθολικού και χρονολογούνται γύρω στη δεύτερη και τρίτη δεκαετία του 11ου αι., αποτελούν κορυφαία αριστουργήματα της βυζαντινής τέχνης. Το Καθολικό του Οσίου Λουκά ανήκει στον αρχιτεκτονικό τύπο των ηπειρωτικών σύνθετων οκταγωνικών ναών λόγω της στήριξης του τρούλου σε οκτώ σημεία. Θεωρείται ο πρώτος αυτού του τύπου στην Ελλάδα.

Το καθολικό του Οσίου Λουκά χαρακτηρίζεται για τον ευρύ τρούλο του (διάμετρο περίπου 9 μ.) και αντίστοιχα το διευρυμένο ενιαίο τετράγωνο χώρο κάτω από αυτόν. Το βάρος του τρούλου φέρουν οκτώ ογκώδεις πεσσοί που γεφυρώνονται σε μεγάλο ύψος από τέσσερα μεγάλα τόξα ανάμεσα σε τέσσερα ημιχώνια. Από τα παρεκκλήσια που πλαισιώνουν τον τετράγωνο πυρήνα, ιδιαίτερη σημασία έχει το βορειανατολικό γιατί εκεί, και στο σημείο επικοινωνίας με τη βόρεια κεραία του σταυρού, έχει τοποθετηθεί η μαρμάρινη λειψανοθήκη του οσίου. Πρόκειται για το τμήμα του καθολικού που συνδέεται με τον ναό της Παναγίας, διευκολύνοντας τη διέλευση των προσκυνητών μπροστά από το ιερό λείψανο και την είσοδό τους στο ναό της Παναγίας. Ταυτόχρονα με το καθολικό κτίσθηκε η κρύπτη, που έχει σε κάτοψη το σχήμα σταυροειδούς τετρακιόνιου ναού. Στην κρύπτη στεγάζεται ο αρχικός τάφος του οσίου Λουκά, που βρίσκεται στον βόρειο τοίχο, ακριβώς κάτω από τον χώρο του καθολικού, όπου τοποθετήθηκε η λειψανοθήκη του οσίου. Δύο ακόμα τάφοι στην κρύπτη ανήκουν σε επιφανείς ηγούμενους του μοναστηριού.

Πλήθος πιστών συρρέει στο μοναστήρι για το λείψανο του οσίου Λουκά

Η πρώτη μοναστική κοινότητα ιδρύθηκε από τον ίδιο τον όσιο, που εγκαταστάθηκε στην περιοχή το 946, σύμφωνα με το κείμενο του Βίου του. Με τη χρηματοδότηση του στρατηγού του θέματος της Ελλάδος, του Κρηνίτη Αροτρά, ο όσιος Λουκάς κατασκεύασε ναό της Αγίας Βαρβάρας. Μετά το θάνατό του, το 953, η φήμη ότι το λείψανό του ήταν θαυματουργό έκανε πλήθος πιστών να συρρέουν στο μοναστήρι και τα αρχικά κτίσματα έδωσαν τη θέση τους σε μνημειωδέστερα. Οι τεράστιες δαπάνες που απαιτήθηκαν για την ανέγερση και η ποιότητα και η πολυτέλεια των υλικών φανερώνουν όχι μόνο την εύνοια Βυζαντινών αυτοκρατόρων και αξιωματούχων αλλά και τη μετάκληση συνεργείων από την Κωνσταντινούπολη.

Το μοναστήρι ήταν τόσο ισχυρό κατά τον 11ο αιώνα, ώστε ίδρυσε δύο μετόχια στην Εύβοια και ένα στην Αντίκυρα με διώροφο ναό οκταγωνικού τύπου, σήμερα εξαφανισμένο. Μετά την ανέγερση και των συνοδευτικών κτισμάτων, το συγκρότημα οχυρώθηκε, όμως ελάχιστα λείψανα από την αρχική αυτή οχύρωση σώζονται σήμερα. Ο Ρώσος μοναχός Barskij, ο οποίος απεικόνισε τα κτήρια αυτά στα μέσα του 18ου αιώνα, δίνει καλή εικόνα για τη μορφή της οχύρωσης και γενικά της μονής. Οι πτέρυγες των κελιών, που άρχισαν να ανοικοδομούνται συστηματικά τον 17ο αιώνα, υπέστησαν μεγάλες βλάβες κατά τη Φραγκοκρατία και την Πρώιμη Τουρκοκρατία. Σημαντικές καταστροφές προκάλεσαν στη μονή τα οθωμανικά στρατεύματα κατά την Ελληνική Επανάσταση και οι βομβαρδισμοί του 1943 κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.

Αναστηλωμένο σε μεγάλο βαθμό σήμερα όλο το συγκρότημα, εντάχθηκε το 1990 στον Κατάλογο Μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO, εγγραφή που έγινε μαζί με τη Μονή Δαφνίου και Νέα Μονή Χίου. Σύμφωνα με τον παγκόσμιο οργανισμό (https://whc.unesco.org/en/list/537/), αν και τα τρία αυτά μοναστήρια της μεσοβυζαντινής περιόδου είναι γεωγραφικά απομακρυσμένα μεταξύ τους, ανήκουν στην ίδια τυπολογική σειρά και μοιράζονται τα ίδια αισθητικά και αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά.

Ειδήσεις σήμερα:

Γεβγκένι Πριγκόζιν: Λίγο πριν το αεροπορικό δυστύχημα χαμογελούσε και έβγαζε selfies στην Αφρική

Έβρος: «Ήθελα να τους βοηθήσω γιατί είχαν εγκαύματα» λέει τώρα ο άνδρας που «συνέλαβε» τέσσερις μετανάστες

Νέες ταυτότητες: Το δίχως... λέξεις τρεντ που έχει σαρώσει το twitter
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr