Μίνως Μάτσας: «Εζησα κρυμμένος και τώρα βγαίνω στο φως»
22.09.2023
07:33
Λίγο πριν τη συναυλία στο Ηρώδειο στις 28 Σεπτεμβρίου, ο συνθέτης μιλάει για την καριέρα του, το σοκ που αντιμετώπισε στην Αμερική, τη σχέση του με τη σύζυγό του Ολγα Κεφαλογιάννη, αλλά και τη χαρά να βλέπει τα παιδιά του να ανακαλύπτουν, για πρώτη φορά, την πραγματικότητα
Είχε την τύχη να μεγαλώσει στην καρδιά των μεγάλων γεγονότων όταν ο πολιτισμός ανθούσε, κι εκεί όπου ουσιαστικά γράφτηκε η μουσική ιστορία της χώρας, να γνωρίσει από κοντά σπουδαίες προσωπικότητες και να μάθει τη μουσική σε όλες τις εκδοχές της. Στην πορεία, όμως, αφού σπούδασε Νομικά και έφυγε για την Αμερική όπου μαθήτευσε στη σπουδαία σχολή Julliard και συνεργάστηκε με κορυφαία ονόματα, συνεχίζοντας παράλληλα να γράφει μουσικές για θέατρο και ταινίες, κατέκτησε τη δική του μουσική σφραγίδα που φέρει αναφαίρετα το όνομά του.
Ο λόγος για τον συνθέτη Μίνω Μάτσα, ο οποίος έχει υπογράψει τη μουσική και τα τραγούδια για άπειρες θεατρικές παραστάσεις, ταινίες και σειρές σημειώνοντας κορυφαίες επιτυχίες: αξέχαστα τα «Καράβια βγήκαν στη στεριά», «Ως κι οι θάλασσες», η μουσική από το «Νησί», οι «Ορνιθες» σε σκηνοθεσία Σωτήρη Χατζάκη αλλά και κινηματογραφικές επιτυχίες όπως το «Είσαι εσύ ο άνθρωπός μου» (ρεμπέτικο του 1950 σε μουσική Σπύρου Περιστέρη και στίχους του παππού του και ιδρυτή της γνωστής δισκογραφικής εταιρείας Μίνως Μάτσας και Υιός), το «Ονειρο απατηλό» και όλα τα τραγούδια που ακούστηκαν στην ταινία «Ευτυχία», ενώ αυτές τις μέρες παίζεται ήδη το τρέιλερ της σειράς «Οι Πανθέοι», το οποίο έχει επίσης στολίσει μουσικά.
Δηλώνει ευτυχισμένος που περνάει μία από τις πιο όμορφες περιόδους της ζωής του στο πλευρό της συζύγου του Ολγας Κεφαλογιάννη και σε λίγες μέρες, στις 28 Σεπτεμβρίου, θα δώσει μια μεγάλη συναυλία στο Ηρώδειο με τη Συμφωνική Ορχήστρα της ΕΡΤ, υπό τη διεύθυνση του Μίλτου Λογιάδη, με τη συμμετοχή κορυφαίων τραγουδιστών, όπως ο Γιώργος Νταλάρας, η Ελεωνόρα Ζουγανέλη, ο Κώστας Τριανταφυλλίδης και η Μυρτώ Βασιλείου.
Δεδομένης της μεγάλης καριέρας του και των επιτυχιών σε θέατρο, κινηματογράφο και τηλεόραση, είναι παράδοξο που δεν εμφανίζεται σε μεγάλες συναυλίες ο ίδιος και ίσως να είναι η πρώτη φορά που αποφασίζει, μετά τις εμφανίσεις του στο «Gazarte» και μία συναυλία στο Μέγαρο Μουσικής, να βγει προς τα έξω.
Περίοδος εσωστρέφειας
«Ισως να έχεις δίκιο ότι περνάω περίοδο εξωστρέφειας. Η αλήθεια είναι ότι το πρώτο κομμάτι της ζωής μου το έζησα κρυμμένος και, αν εξαιρέσεις τη μεγάλη συναυλία στον Κήπο του Μεγάρου, δεν αποφάσιζα να κάνω το επόμενο βήμα και να σταματήσω να κρύβομαι. Πάντα ήθελα να παίζω τη μουσική μου, αλλά σκεφτόμουν την οργάνωση και τον χρόνο που απαιτεί μια μεγάλη συναυλία. Αλλά μετά τις τελευταίες εμφανίσεις στο “Gazarte”, είδα τη γλύκα, αυτή του να δίνεις σε ανθρώπινες δόσεις όλα όσα κάνουν εσένα και τη ζωή σου ωραία».
Ανασύροντας τα μουσικά κομμάτια για τη συναυλία συνειδητοποιεί το εύρος της δουλειάς του. «Η αλήθεια είναι ότι ανασύροντας τα κομμάτια από τους σκληρούς δίσκους αντιλήφθηκα το μέγεθος της δουλειάς. Σχεδόν ζαλίστηκα. Αλλά, τελικά, παρά την πίεση του χρόνου και παρά το άγχος, νιώθω τυχερός που κάνω αυτό που αγαπάω. Μου δίνει μεγάλη χαρά και δεν νιώθω τόσο ότι ζορίζομαι ακριβώς επειδή είναι η επιλογή μου».
Σε αντίθεση, ωστόσο, με ό,τι κανείς θα περίμενε, δεν του είναι εύκολο να λέει «όχι» σε δουλειές. «Εχω αρχίσει να αρνούμαι δουλειές, αλλά, πίστεψε με, δεν είναι εύκολο. Κι αυτό γιατί πάντα ανακαλύπτω κάτι που θα με κινητοποιήσει. Κάθε δουλειά είναι μια περιπέτεια, αφού μπαίνεις σε έναν άλλο κόσμο, δουλεύεις με συνεργάτες, συνδιαλέγεσαι με σενάρια και κείμενα. Θέλεις, επομένως, εκ των πραγμάτων να δεις αν υπάρχει κάτι. Να αναζητήσεις αυτή τη σπίθα που θα σε κινητοποιήσει ώστε να ξεκινήσεις να φτιάχνεις έναν άλλο κόσμο, δικό σου. Από έμφυτη περιέργεια λοιπόν δεν λέω “όχι” γιατί θέλω να δω τι είναι αυτό που μπορεί να με ιντριγκάρει και να δημιουργήσω. Πάντα παίρνεις πράγματα από μια δουλειά και πάντα μαθαίνεις».
Οι μουσικές του δεν είναι απλώς επιτυχίες που μεταμορφώνουν μια ταινία, αλλά αφηγούνται ιστορίες και δημιουργούν εικόνες - κάτι πολύ βασικό γι’ αυτόν. Προτού, μάλιστα, καν οι υπόλοιποι γύρω του αντιληφθούν ότι θέλει να ασχοληθεί επαγγελματικά με τη μουσική, άρχισε να γράφει τα δικά του τραγούδια. «Νομίζω ότι από μικρός αντιμετώπιζα πολύ σοβαρά τη μουσική και το τραγούδι, τα έβλεπα ως πράξη ευθύνης - και δεν έχω πάψει να τα βλέπω έτσι. Δεν ξέρω αν είχε να κάνει επειδή έπρεπε να αντιμετωπίσω την καχυποψία των άλλων ή των ανθρώπων γύρω μου που ήξεραν από μουσική, αλλά ενδεχομένως να την αντιμετώπισα κι εγώ πιο σοβαρά απ’ ο,τι έπρεπε. Το μόνο που ήξερα ήταν το μεγάλο μου όνειρο να δημιουργήσω τη δική μου μουσική και όταν αγαπάς κάτι απόλυτα και με συνέπεια, δεν μπορείς να μην είσαι αφοσιωμένος. Βέβαια, θα ήταν καλό να είχα κάνει και μερικές μπούρδες, ανάλογες με την ηλικία μου και να μη λειτουργούσα πάντα ως μεγάλος».
Ο λόγος για τον συνθέτη Μίνω Μάτσα, ο οποίος έχει υπογράψει τη μουσική και τα τραγούδια για άπειρες θεατρικές παραστάσεις, ταινίες και σειρές σημειώνοντας κορυφαίες επιτυχίες: αξέχαστα τα «Καράβια βγήκαν στη στεριά», «Ως κι οι θάλασσες», η μουσική από το «Νησί», οι «Ορνιθες» σε σκηνοθεσία Σωτήρη Χατζάκη αλλά και κινηματογραφικές επιτυχίες όπως το «Είσαι εσύ ο άνθρωπός μου» (ρεμπέτικο του 1950 σε μουσική Σπύρου Περιστέρη και στίχους του παππού του και ιδρυτή της γνωστής δισκογραφικής εταιρείας Μίνως Μάτσας και Υιός), το «Ονειρο απατηλό» και όλα τα τραγούδια που ακούστηκαν στην ταινία «Ευτυχία», ενώ αυτές τις μέρες παίζεται ήδη το τρέιλερ της σειράς «Οι Πανθέοι», το οποίο έχει επίσης στολίσει μουσικά.
Δηλώνει ευτυχισμένος που περνάει μία από τις πιο όμορφες περιόδους της ζωής του στο πλευρό της συζύγου του Ολγας Κεφαλογιάννη και σε λίγες μέρες, στις 28 Σεπτεμβρίου, θα δώσει μια μεγάλη συναυλία στο Ηρώδειο με τη Συμφωνική Ορχήστρα της ΕΡΤ, υπό τη διεύθυνση του Μίλτου Λογιάδη, με τη συμμετοχή κορυφαίων τραγουδιστών, όπως ο Γιώργος Νταλάρας, η Ελεωνόρα Ζουγανέλη, ο Κώστας Τριανταφυλλίδης και η Μυρτώ Βασιλείου.
Δεδομένης της μεγάλης καριέρας του και των επιτυχιών σε θέατρο, κινηματογράφο και τηλεόραση, είναι παράδοξο που δεν εμφανίζεται σε μεγάλες συναυλίες ο ίδιος και ίσως να είναι η πρώτη φορά που αποφασίζει, μετά τις εμφανίσεις του στο «Gazarte» και μία συναυλία στο Μέγαρο Μουσικής, να βγει προς τα έξω.
Περίοδος εσωστρέφειας
«Ισως να έχεις δίκιο ότι περνάω περίοδο εξωστρέφειας. Η αλήθεια είναι ότι το πρώτο κομμάτι της ζωής μου το έζησα κρυμμένος και, αν εξαιρέσεις τη μεγάλη συναυλία στον Κήπο του Μεγάρου, δεν αποφάσιζα να κάνω το επόμενο βήμα και να σταματήσω να κρύβομαι. Πάντα ήθελα να παίζω τη μουσική μου, αλλά σκεφτόμουν την οργάνωση και τον χρόνο που απαιτεί μια μεγάλη συναυλία. Αλλά μετά τις τελευταίες εμφανίσεις στο “Gazarte”, είδα τη γλύκα, αυτή του να δίνεις σε ανθρώπινες δόσεις όλα όσα κάνουν εσένα και τη ζωή σου ωραία».
Ανασύροντας τα μουσικά κομμάτια για τη συναυλία συνειδητοποιεί το εύρος της δουλειάς του. «Η αλήθεια είναι ότι ανασύροντας τα κομμάτια από τους σκληρούς δίσκους αντιλήφθηκα το μέγεθος της δουλειάς. Σχεδόν ζαλίστηκα. Αλλά, τελικά, παρά την πίεση του χρόνου και παρά το άγχος, νιώθω τυχερός που κάνω αυτό που αγαπάω. Μου δίνει μεγάλη χαρά και δεν νιώθω τόσο ότι ζορίζομαι ακριβώς επειδή είναι η επιλογή μου».
Σε αντίθεση, ωστόσο, με ό,τι κανείς θα περίμενε, δεν του είναι εύκολο να λέει «όχι» σε δουλειές. «Εχω αρχίσει να αρνούμαι δουλειές, αλλά, πίστεψε με, δεν είναι εύκολο. Κι αυτό γιατί πάντα ανακαλύπτω κάτι που θα με κινητοποιήσει. Κάθε δουλειά είναι μια περιπέτεια, αφού μπαίνεις σε έναν άλλο κόσμο, δουλεύεις με συνεργάτες, συνδιαλέγεσαι με σενάρια και κείμενα. Θέλεις, επομένως, εκ των πραγμάτων να δεις αν υπάρχει κάτι. Να αναζητήσεις αυτή τη σπίθα που θα σε κινητοποιήσει ώστε να ξεκινήσεις να φτιάχνεις έναν άλλο κόσμο, δικό σου. Από έμφυτη περιέργεια λοιπόν δεν λέω “όχι” γιατί θέλω να δω τι είναι αυτό που μπορεί να με ιντριγκάρει και να δημιουργήσω. Πάντα παίρνεις πράγματα από μια δουλειά και πάντα μαθαίνεις».
Οι μουσικές του δεν είναι απλώς επιτυχίες που μεταμορφώνουν μια ταινία, αλλά αφηγούνται ιστορίες και δημιουργούν εικόνες - κάτι πολύ βασικό γι’ αυτόν. Προτού, μάλιστα, καν οι υπόλοιποι γύρω του αντιληφθούν ότι θέλει να ασχοληθεί επαγγελματικά με τη μουσική, άρχισε να γράφει τα δικά του τραγούδια. «Νομίζω ότι από μικρός αντιμετώπιζα πολύ σοβαρά τη μουσική και το τραγούδι, τα έβλεπα ως πράξη ευθύνης - και δεν έχω πάψει να τα βλέπω έτσι. Δεν ξέρω αν είχε να κάνει επειδή έπρεπε να αντιμετωπίσω την καχυποψία των άλλων ή των ανθρώπων γύρω μου που ήξεραν από μουσική, αλλά ενδεχομένως να την αντιμετώπισα κι εγώ πιο σοβαρά απ’ ο,τι έπρεπε. Το μόνο που ήξερα ήταν το μεγάλο μου όνειρο να δημιουργήσω τη δική μου μουσική και όταν αγαπάς κάτι απόλυτα και με συνέπεια, δεν μπορείς να μην είσαι αφοσιωμένος. Βέβαια, θα ήταν καλό να είχα κάνει και μερικές μπούρδες, ανάλογες με την ηλικία μου και να μη λειτουργούσα πάντα ως μεγάλος».
Ωστόσο, ομολογεί ότι έχει φροντίσει να κρατήσει ζωντανό μέσα του το «κριτήριο της αθωότητας», όπως αποκαλεί αυτή την αγνή, παιδική ματιά που για εκείνον είναι πιο ζωτική από οποιαδήποτε αισθητική συνθήκη. «Μα, γι’ αυτό επέλεξα τη Νομική. Γιατί με ενθουσιάζει η υπεράσπιση των αθώων ανθρώπων. Οσο αφελές και αν ακούγεται, αυτός ήταν ο στόχος μου, εκτός από το ότι ήμουν πάντα θεωρητικός και πήγα στην Γ’ Δέσμη. Αγαπούσα πολύ τα αρχαία κείμενα και πάντα θα υπάρχει ένα τέτοιο βιβλίο στο κομοδίνο μου.
Αλλά δεν πρέπει να συγχέουμε την αθωότητα με την αφέλεια. Το γεγονός ότι έχω συνειδητά κρατήσει μέσα μου ζωντανό ένα κομμάτι αθωότητας δεν σημαίνει ότι είμαι αφελής, άσχετα αν κάποιοι θέλουν να πιστεύουν το αντίθετο. Το κάνω σκόπιμα, γιατί πιστεύω ότι είναι ένας τομέας που θέλει περιφρούρηση, ακόμα περισσότερο και από την αισθητική. Τη μουσική μου ξέρω και φροντίζω να την κάνω όμορφη, αλλά το να περιφρουρήσεις το στοιχείο της αθωότητας, θέλει πολλή εγρήγορση και φροντίδα. Αλλά αν αυτό χαθεί, δεν θα είσαι ποτέ ειλικρινής με αυτό που κάνεις».
«Τα παιδιά μου»
Γι’ αυτό μένει ώρες να παρατηρεί τα παιδιά του, τρελαίνεται να βλέπει την αμεσότητα και την αθωότητα με την οποία προσεγγίζουν την πραγματικότητα. «Είναι ένας μοναδικός συνδυασμός αθωότητας και ποιητικότητας. Εντυπωσιάζομαι τόσο πολύ με τις αντιδράσεις των παιδιών μας, τρελαίνομαι να βλέπω πώς αντιδρούν και πώς σκέφτονται. Τις προάλλες, για παράδειγμα, ήμασταν στη θάλασσα και όταν φεύγαμε τα έβλεπα να σηκώνουν το χέρι και να την αποχαιρετούν. Ηταν τόσο όμορφο. Τρομερό και τρελό».
Γι’ αυτό λέει ότι θα ήθελε να μπορεί να περνάει περισσότερο χρόνο με τα παιδιά του. «Δεν υπάρχει κάτι πιο όμορφο από το να παρατηρώ τα μικρά, να βλέπω πώς σκέφτονται, τις αντιδράσεις τους. Είναι τρελό να βλέπεις με τι αυθορμητισμό γεννιόμαστε και πώς τον χάνουμε στην πορεία. Μοιάζει σχεδόν ιδανική αυτή η αγνότητα των παιδιών. Ηταν τόσο υπέροχο που ήρθαν στη ζωή μας και ότι όλες αυτές οι αλλαγές έγιναν την περίοδο της πανδημίας. Για εμάς τα παιδιά ήταν απρόσμενο δώρο, η ανατροπή της πλοκής στη σχέση μας, το plot twist που λένε στις ταινίες», λέει γελώντας, με την αυθόρμητη χαρά που θέλει τόσο να διαφυλάξει σε κάθε πτυχή της ζωής του.
Οσο για τη δυσκολία τού να συνδυάζει ταυτόχρονα τόσους ρόλους -πατέρας, μουσικός, συνθέτης, σύζυγος- μας λέει ότι του φαίνεται απολύτως φυσικό και καθόλου δύσκολο. «Δεν κάνω καν προσπάθεια. Σίγουρα θα ήθελα περισσότερο χρόνο, αλλά σταδιακά προσαρμόστηκα, ξυπνάω πια πολύ πρωί και έτσι πολλά πράγματα λειτουργούν καλύτερα».
Η Ολγα και η πολιτική
Αναφορικά με τον κόσμο της πολιτικής, παρότι ανοίκειος, δεν του φαίνεται πια τόσο ξένος. «Για χρόνια μού φαινόταν κάτι εντελώς έξω από εμένα, ένας άγνωστος κόσμος. Εσκεμμένα κρατούσα αποστάσεις, όχι γιατί δεν με ενδιέφερε, αλλά προτιμούσα να μην ξέρω πολλά. Βέβαια, επειδή ήμουν περίεργος και μου αρέσει να μαθαίνω, κάτι με κινητοποίησε, όταν γνώρισα την Ολγα, ώστε να προσεγγίσω περισσότερο αυτή την άγνωστη χώρα της πολιτικής. Κάποιες φοβίες επιβεβαιώθηκαν, σε άλλα, όμως, ήμουν νεοφώτιστος. Κάτι αντίστοιχο συνέβη και με εκείνη γιατί, παρότι αγαπάει πολύ τη μουσική και το τραγούδι, δεν φανταζόταν ποτέ τη δουλειά που κρύβει. Μου έλεγε μάλιστα χαρακτηριστικά ότι δεν περίμενε ποτέ ότι χρειάζεται να δουλέψει κανείς τόσους μήνες για ένα live, αλλά όλα τα πράγματα φαίνονται εντελώς διαφορετικά αν τα γνωρίσεις από μέσα».
Ο ίδιος παραδέχεται ότι παρότι γνώρισε νωρίς και από πολύ κοντά τον κόσμο και τους ανθρώπους της μουσικής, δεν τους απομυθοποίησε - το αντίθετο: «Ηταν αυτοί οι σπουδαίοι άνθρωποι που με έκαναν να θέλω να γίνω μουσικός. Απλώς άρχισα να ψάχνω πολλά πράγματα μόνος μου και να γράφω προτού καν ολοκληρώσω τις μουσικές σπουδές μου. Μπορεί οι σπουδές να σε βοηθάνε και να σου μαθαίνουν πού να βασίζεσαι όταν μπλοκάρει η σπίθα της έμπνευσης, αλλά στην ουσία λειτουργείς πέρα από αυτό. Με τον ίδιο τρόπο δουλεύω από τότε που ξεκίνησα μέχρι σήμερα».
Ωστόσο, όλα όσα βίωσε στην Αμερική άλλαξαν την κοσμοθεωρία του, τον έμαθαν ότι δεν αρκεί η φαντασία. «Στην Αμερική σού κόβεται η θεωρία γιατί όλα είναι άμεσα, σχεδόν κοφτά. Στην αρχή είχα πρόβλημα επικοινωνίας και προσαρμογής, αλλά στην πορεία κατάλαβα ότι είναι εντελώς διαφορετική η νοοτροπία. Είναι ένα ξεκάθαρο σύστημα που μπορεί κάποιοι να αποκαλούν σκληρό, καπιταλιστικό ή ακραίο, αλλά κατ’ ουσίαν έχει τους δικούς του κανόνες. Οταν συνεργάζεσαι με ολόκληρες ομάδες, ειδικά σε επαγγελματικό επίπεδο, καταλαβαίνεις ότι αυτομάτως πρέπει να περιορίσεις το εγώ σου. Σημασία έχει να γίνει η δουλειά. Δεν είναι όπως στην Ελλάδα, όπου ξέρεις ποιοι είναι οι μουσικοί που κάνουν την ίδια δουλειά μ’ εσένα - εκεί καταλαβαίνεις ότι υπάρχουν άλλα 15.000 ταλέντα που διεκδικούν την ίδια δουλειά. Πρόκειται για πολύ σκληρό ανταγωνισμό και για άλλα μεγέθη που αυτομάτως θέτουν άλλες προοπτικές για τη δουλειά σου, μαθαίνοντάς σου ότι δεν είσαι μοναδικός. Επίσης, είναι πολύ δύσκολο να συνεργαστείς με έναν σκηνοθέτη με τους ίδιους όρους που είχες μάθει στην Ελλάδα.
Οταν ξέρεις ότι μία ώρα δουλειάς κοστίζει άπειρα χρήματα, δεν μπορείς να πεις στον σκηνοθέτη ότι δεν συμφωνείς γιατί έχεις τη δική σου θεωρία. Μαθαίνεις να υποχωρείς και να προσαρμόζεσαι. Μπορεί να ακούγεται σκληρό, αλλά έτσι είναι. Γιατί εκεί έμαθα τι σημαίνει πραγματικά βιομηχανία και όχι βιοτεχνία. Γενικά μιλώντας, κρατάω πολύ καλά πράγματα από την Αμερική, ανθρώπους που γνώρισα και με τους οποίους συνεργάστηκα, δουλειές, αλλά κυρίως το μεγάλο μάθημα ότι πρέπει όχι μόνο να ξέρεις τους όρους όταν δουλεύεις σε μια ταινία, αλλά οφείλεις να είσαι υποχωρητικός και διπλωμάτης».
Ραντεβού στο Ηρώδειο
Το σπουδαιότερο, πάντως, δώρο που θεωρεί ότι έχει κρατήσει στη δουλειά του είναι πως έχει διαμορφώσει ελεύθερα τη δική μουσική γλώσσα, η οποία φαίνεται να γίνεται αντιληπτή εξίσου από τους συνεργάτες του και τον κόσμο. «Πρόκειται για μια συλλογική δουλειά και εξυπακούεται ότι πρέπει να υπηρετήσεις το όραμα μιας ομάδας και του σκηνοθέτη, αλλά είναι βασικό να μπορείς να μιλάς και να αναπτύσσεις τη δική σου μουσική γλώσσα. Πρόκειται για μια ύψιστη πράξη ευθύνης ή, τουλάχιστον, έτσι το βλέπω εγώ».
Καθώς βλέπουμε διάφορα κινηματογραφικά ενσταντανέ από ταινίες που ετοιμάζει, συνειδητοποιώ πόσο διαφορετικά δείχνουν τα πλάνα με τη μουσική επένδυση, σαν να αναπτύσσουν μια αφήγηση από μόνα τους. «Αυτή την περίοδο θέλω τα πράγματα να είναι πιο αφαιρετικά και πιο απλά. Ας πούμε ότι νιώθω την ανάγκη για μια ησυχία, όσο παράδοξο και αν ακούγεται, δεδομένου ότι στη συναυλία στο Ηρώδειο θα έχουμε μια συμφωνική ορχήστρα. Θέλω, όμως, να ακούγονται με ευκρίνεια τα λόγια και τα πράγματα να είναι όσο γίνεται πιο ανάγλυφα».
Το πρότζεκτ που θα δούμε στο Ηρώδειο, την Πέμπτη 28 Σεπτεμβρίου, το ετοιμάζει εδώ και έναν χρόνο «με τρεις σπουδαίους στην ενορχήστρωση, τον Γιάννη Γκίκα, τον Αντώνη Σουσάμογλου και τον Λάζαρο Τσαβδαρίδη και με μεγάλο ενθουσιασμό». Μας υπόσχεται πολύ «φρέσκες» ενορχηστρώσεις, ενώ δηλώνει πολύ ευτυχής που συνυπάρχει, επιτέλους, με τη συμφωνική της ΕΡΤ και τον Μίλτο Λογιάδη.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr