Άρειος Πάγος: Οταν διαφωνούν οι γονείς, οι δικαστές αποφασίζουν το όνομα για το παιδί
Άρειος Πάγος: Οταν διαφωνούν οι γονείς, οι δικαστές αποφασίζουν το όνομα για το παιδί
Η υπόθεση διαφωνίας των γονέων ενός αγοριού πυροδότησε τη δικαστική διένεξη, με τη Δικαιοσύνη να τάσσεται υπέρ της μητέρας επικαλούμενη το «βέλτιστο συμφέρον του παιδιού»
Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Ποιος έχει τον τελικό λόγο για το όνομα που θα δοθεί στο παιδί; Προφανώς αυτό θα είναι κοινή απόφαση των γονέων. Εάν όμως το παιδί έχει γεννηθεί εκτός γάμου, η κατάσταση περιπλέκεται και τελικά τον τελευταίο λόγο για το όνομα του παιδιού τον έχει η Δικαιοσύνη, η οποία θα αποφασίσει σύμφωνα με το «βέλτιστο συμφέρον του παιδιού», όπως επιτάσσει το οικογενειακό δίκαιο.
Το καλοκαίρι του 2015 γεννήθηκε ένα αγοράκι εκτός γάμου και ο βιολογικός του πατέρας, ήδη πριν από τη γέννησή του, το αναγνώρισε ως γνήσιο τέκνο του με συμβολαιογραφική πράξη. Με την ίδια συμβολαιογραφική πράξη η μητέρα του παιδιού, πλέον του ότι συναίνεσε στην αναγνώριση του ανήλικου, χορήγησε στον βιολογικό πατέρα «ειδική πληρεξουσιότητα για να προβεί σε κάθε απαιτούμενη ενέργεια για την ονοματοδοσία του παιδιού».
Μετά τη γέννηση του παιδιού, όμως, οι σχέσεις του ζευγαριού οξύνθηκαν σε μεγάλο βαθμό. Κι εκείνη, με νέα συμβολαιογραφική πράξη, ανακάλεσε την πληρεξουσιότητα που είχε δώσει στον πρώην σύντροφό της αναφορικά με το θέμα της ονοματοδοσίας.
Πέντε μήνες μετά, η μητέρα του αγοριού, χωρίς να ενημερώσει τον πατέρα του, πήγε στο Ληξιαρχείο δήμου της Αττικής και δήλωσε ως όνομα ανήλικου το όνομα «Μ», το οποίο και καταχωρήθηκε στη ληξιαρχική πράξη γέννησής του.
Οπως η ίδια υποστηρίζει, το όνομα του παιδιού «το επέλεξε χάριν του συνονόματου πατέρα της, ο οποίος εξαρχής της συμπαραστάθηκε υλικά και ηθικά στην ανατροφή του τέκνου της, δοθέντος ότι η ίδια δεν εργάζεται και στερείται οικονομικών πόρων».
Στη συνέχεια έκανε ακόμα ένα βήμα. Εναν χρόνο αργότερα βάπτισε το αγοράκι με το ίδιο όνομα σε εκκλησία του Πειραιά.
Τις εξελίξεις αυτές τις πληροφορήθηκε ο πατέρας του παιδιού, ο οποίος μετά την αναγνώρισή του, σύμφωνα με το οικογενειακό δίκαιο, έχει «αποκτήσει τη γονική μέριμνά του και ως εκ τούτου έχει δικαίωμα να αποφασίζει από κοινού με τη μητέρα του για την ονοματοδοσία του».
Ο πατέρας διαφώνησε με την επιλογή του ονόματος με το οποίο το βάπτισε η μητέρα του και δήλωσε ότι επιθυμεί να δοθεί στο αγοράκι «το όνομα του αποβιώσαντος πατέρα του, “Π”, για το οποίο εκείνη ήταν αρχικά σύμφωνη, όσο ήταν ακόμα μαζί και για τον λόγο, δε, αυτόν άλλωστε του είχε χορηγήσει την πληρεξουσιότητα να ρυθμίσει, μεταξύ άλλων, και το θέμα της ονοματοδοσίας του υιού τους».
Η διένεξη αυτή των γονέων είχε ως αποτέλεσμα η μητέρα του, το συγγενικό και το κοινωνικό της περιβάλλον, αλλά και στον Παιδικό Σταθμό να φωνάζουν το παιδί με το όνομα «Μ», ενώ αντίθετα ο πατέρας του και οι συγγενείς του να το φωνάζουν με το όνομα «Π».
Συνέπεια όλων αυτών ήταν να ενταθούν οι διενέξεις για το όνομα του παιδιού, οι οποίες κατέληξαν στα δικαστήρια. Ο πατέρας ζήτησε την αντικατάσταση του ονόματος από «Μ» σε «Π», όμως κρίθηκε ότι «τυχόν αντικατάσταση του δοθέντος σε αυτό ονόματος με το αιτούμενο δεν είναι προς το συμφέρον του τέκνου, καθόσον θα του δημιουργήσει σοβαρή σύγχυση στην ταυτότητά του».
Το καλοκαίρι του 2015 γεννήθηκε ένα αγοράκι εκτός γάμου και ο βιολογικός του πατέρας, ήδη πριν από τη γέννησή του, το αναγνώρισε ως γνήσιο τέκνο του με συμβολαιογραφική πράξη. Με την ίδια συμβολαιογραφική πράξη η μητέρα του παιδιού, πλέον του ότι συναίνεσε στην αναγνώριση του ανήλικου, χορήγησε στον βιολογικό πατέρα «ειδική πληρεξουσιότητα για να προβεί σε κάθε απαιτούμενη ενέργεια για την ονοματοδοσία του παιδιού».
Μετά τη γέννηση του παιδιού, όμως, οι σχέσεις του ζευγαριού οξύνθηκαν σε μεγάλο βαθμό. Κι εκείνη, με νέα συμβολαιογραφική πράξη, ανακάλεσε την πληρεξουσιότητα που είχε δώσει στον πρώην σύντροφό της αναφορικά με το θέμα της ονοματοδοσίας.
Πέντε μήνες μετά, η μητέρα του αγοριού, χωρίς να ενημερώσει τον πατέρα του, πήγε στο Ληξιαρχείο δήμου της Αττικής και δήλωσε ως όνομα ανήλικου το όνομα «Μ», το οποίο και καταχωρήθηκε στη ληξιαρχική πράξη γέννησής του.
Οπως η ίδια υποστηρίζει, το όνομα του παιδιού «το επέλεξε χάριν του συνονόματου πατέρα της, ο οποίος εξαρχής της συμπαραστάθηκε υλικά και ηθικά στην ανατροφή του τέκνου της, δοθέντος ότι η ίδια δεν εργάζεται και στερείται οικονομικών πόρων».
Στη συνέχεια έκανε ακόμα ένα βήμα. Εναν χρόνο αργότερα βάπτισε το αγοράκι με το ίδιο όνομα σε εκκλησία του Πειραιά.
Τις εξελίξεις αυτές τις πληροφορήθηκε ο πατέρας του παιδιού, ο οποίος μετά την αναγνώρισή του, σύμφωνα με το οικογενειακό δίκαιο, έχει «αποκτήσει τη γονική μέριμνά του και ως εκ τούτου έχει δικαίωμα να αποφασίζει από κοινού με τη μητέρα του για την ονοματοδοσία του».
Ο πατέρας διαφώνησε με την επιλογή του ονόματος με το οποίο το βάπτισε η μητέρα του και δήλωσε ότι επιθυμεί να δοθεί στο αγοράκι «το όνομα του αποβιώσαντος πατέρα του, “Π”, για το οποίο εκείνη ήταν αρχικά σύμφωνη, όσο ήταν ακόμα μαζί και για τον λόγο, δε, αυτόν άλλωστε του είχε χορηγήσει την πληρεξουσιότητα να ρυθμίσει, μεταξύ άλλων, και το θέμα της ονοματοδοσίας του υιού τους».
Η διένεξη αυτή των γονέων είχε ως αποτέλεσμα η μητέρα του, το συγγενικό και το κοινωνικό της περιβάλλον, αλλά και στον Παιδικό Σταθμό να φωνάζουν το παιδί με το όνομα «Μ», ενώ αντίθετα ο πατέρας του και οι συγγενείς του να το φωνάζουν με το όνομα «Π».
Συνέπεια όλων αυτών ήταν να ενταθούν οι διενέξεις για το όνομα του παιδιού, οι οποίες κατέληξαν στα δικαστήρια. Ο πατέρας ζήτησε την αντικατάσταση του ονόματος από «Μ» σε «Π», όμως κρίθηκε ότι «τυχόν αντικατάσταση του δοθέντος σε αυτό ονόματος με το αιτούμενο δεν είναι προς το συμφέρον του τέκνου, καθόσον θα του δημιουργήσει σοβαρή σύγχυση στην ταυτότητά του».
Επανέρχεται ο πατέρας και προτείνει ως λύση τη διπλή ονοματοδοσία του ανήλικου σε «Μ και Π». Ομως και αυτή η λύση της διπλής ονοματοδοσίας οι δικαστές αποφάνθηκαν ότι «δεν κρίνεται ενδεδειγμένη, εν όψει του κινδύνου που εγκυμονεί για την ομαλή διαμόρφωση του χαρακτήρα και της προσωπικότητας του ανηλίκου, καθόσον θεωρείται βέβαιο ότι καθένας εκ των διαδίκων, πατέρας και μητέρα (εν όψει μάλιστα και των ιδιαίτερα κακών μεταξύ τους σχέσεων, όπως μαρτυρά και η ανταλλαγή μεταξύ τους εξωδίκων οχλήσεων, αλλά και η υποβολή μηνύσεων σε βάρος του πατέρα από τη μητέρα για παραβίαση της ορισθείσας δικαστικώς υποχρέωσής του περί διατροφής του ανηλίκου τέκνου, ποσού 250 ευρώ μηνιαίως), θα επιμένει να αποκαλεί το τέκνο με το όνομα της δικής του προτιμήσεως».
Η απόφαση
Ετσι, οι εφέτες, ερμηνεύοντας και εφαρμόζοντας το οικογενειακό δίκαιο όπως αυτό διατυπώνεται στον Αστικό Κώδικα και τον νόμο 4800/2021 για «τις σχέσεις γονέων και τέκνων κ.λπ.», υπογραμμίζουν ότι οι νομοθετικές αυτές διατάξεις αποβλέπουν στο «βέλτιστο συμφέρον» του παιδιού και το συμφέρον του «επιβάλλει να δοθεί σ’ αυτό το όνομα “Μˮ».
Και εξηγούν οι δικαστές ότι βέλτιστο συμφέρον επιβάλλει να δοθεί το όνομα «Μ» αφού:
«α) από την αρχή της ζωής του ανήλικου προσφωνείται με το όνομα αυτό, με αυτό έχει καθιερωθεί στις προσωπικές και κοινωνικές του σχέσεις και σ’ αυτό με προθυμία ανταποκρίνεται,
β) αποτελεί το όνομα αυτό μέρος της προσωπικής του ταυτότητας και
γ) σε περίπτωση οποιασδήποτε μεταβολής ή τροποποίησης αυτού (προσθήκη και δευτέρου ονόματος) εγκυμονεί κινδύνους για την ομαλή διαμόρφωση του χαρακτήρα και της προσωπικότητας αυτού (ανηλίκου), οι παραδοχές δε αυτές πληρούν το πραγματικό των νομοθετικών διατάξεων ως προς το ζήτημα της ονοματοδοσίας του ανηλίκου».
Ο πατέρας, το 2020, αφού έχασε τη δικαστική μάχη στο Εφετείο για την ονοματοδοσία του γιου του προσέφυγε στον Αρειο Πάγο ζητώντας να αναιρεθεί η εφετειακή απόφαση.
Οι αρεοπαγίτες του Α2 Πολιτικού Τμήματος, όμως, απέρριψαν ως αβάσιμους όλους τους λόγους που προέβαλε κρίνοντας με τη σειρά τους ότι για το βέλτιστο συμφέρον του ανηλίκου πρέπει να δοθεί το όνομα που του είχε δώσει η μητέρα του («Μ»).
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: 123 RF / Visual Helllas
Η απόφαση
Ετσι, οι εφέτες, ερμηνεύοντας και εφαρμόζοντας το οικογενειακό δίκαιο όπως αυτό διατυπώνεται στον Αστικό Κώδικα και τον νόμο 4800/2021 για «τις σχέσεις γονέων και τέκνων κ.λπ.», υπογραμμίζουν ότι οι νομοθετικές αυτές διατάξεις αποβλέπουν στο «βέλτιστο συμφέρον» του παιδιού και το συμφέρον του «επιβάλλει να δοθεί σ’ αυτό το όνομα “Μˮ».
Και εξηγούν οι δικαστές ότι βέλτιστο συμφέρον επιβάλλει να δοθεί το όνομα «Μ» αφού:
«α) από την αρχή της ζωής του ανήλικου προσφωνείται με το όνομα αυτό, με αυτό έχει καθιερωθεί στις προσωπικές και κοινωνικές του σχέσεις και σ’ αυτό με προθυμία ανταποκρίνεται,
β) αποτελεί το όνομα αυτό μέρος της προσωπικής του ταυτότητας και
γ) σε περίπτωση οποιασδήποτε μεταβολής ή τροποποίησης αυτού (προσθήκη και δευτέρου ονόματος) εγκυμονεί κινδύνους για την ομαλή διαμόρφωση του χαρακτήρα και της προσωπικότητας αυτού (ανηλίκου), οι παραδοχές δε αυτές πληρούν το πραγματικό των νομοθετικών διατάξεων ως προς το ζήτημα της ονοματοδοσίας του ανηλίκου».
Ο πατέρας, το 2020, αφού έχασε τη δικαστική μάχη στο Εφετείο για την ονοματοδοσία του γιου του προσέφυγε στον Αρειο Πάγο ζητώντας να αναιρεθεί η εφετειακή απόφαση.
Οι αρεοπαγίτες του Α2 Πολιτικού Τμήματος, όμως, απέρριψαν ως αβάσιμους όλους τους λόγους που προέβαλε κρίνοντας με τη σειρά τους ότι για το βέλτιστο συμφέρον του ανηλίκου πρέπει να δοθεί το όνομα που του είχε δώσει η μητέρα του («Μ»).
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: 123 RF / Visual Helllas
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα