Χιλιάδες ζευγάρια σε λίστες αναμονής: Επτά χρόνια «Οδύσσεια» για την υιοθεσία ενός παιδιού
07.02.2024
15:58
Την ώρα που το θέμα της τεκνοθεσίας από τα ομόφυλα ζευγάρια κυριαρχεί στην επικαιρότητα, χιλιάδες ετερόφυλα υποβάλλονται σε μια βασανιστική διαδικασία για να μπορέσουν να γίνουν γονείς - Αιτία οι αυστηρότατες διαδικασίες αλλά και η έλλειψη παιδιών που είναι διαθέσιμα για να δοθούν σε οικογένειες
Oσο η ελληνική κοινωνία είναι διχασμένη για το αν θα πρέπει να μπορούν να υιοθετούν παιδιά τα ομόφυλα ζευγάρια, από την προσοχή των πολλών διαφεύγει μια σημαντική «λεπτομέρεια»: στη λίστα αναμονής, πριν από τα ομόφυλα ζευγάρια, βρίσκονται χιλιάδες ετερόφυλα τα οποία υποβάλλονται εδώ και αρκετά χρόνια στη βασανιστική διαδικασία του «περίμενε» για να υιοθετήσουν ένα παιδί.
Όπως αποκαλύπτει το «ΘΕΜΑ», ο μέσος χρόνος αναμονής για να τεκνοθετήσει ένα ζευγάρι κυμαίνεται περίπου στα επτά χρόνια, ενώ μπορεί να φτάσει ακόμα και τα 15, με τους υποψήφιους γονείς να υποβάλλονται σε εξαντλητικά τεστ και ελέγχους, ώστε να διαπιστώσουν οι Αρχές ότι είναι όντως ικανοί να μεγαλώσουν ένα παιδί που σήμερα βρίσκεται σε ένα ίδρυμα...
Η ύψιστη πράξη αγάπης, αλληλεγγύης και αυτοθυσίας. Ετσι χαρακτηρίζεται η πράξη της υιοθεσίας. Σκεφτείτε το: εκατοντάδες παιδιά έχουν την ευκαιρία να γλιτώσουν από την εγκατάλειψη και τη μοναξιά σε κάποιο ίδρυμα και να ζήσουν μια «κανονική» ζωή, όπως όλα τα άλλα παιδιά, με στοργή, ανεμελιά και ασφάλεια. Κι όμως, χιλιάδες ζευγάρια που έχουν άπλετη αγάπη να προσφέρουν -αλλά και να πάρουν- καλούνται να περάσουν από... χίλια κύματα και να κάνουν ιώβειο υπομονή μέχρι τελικά να υιοθετήσουν ένα παιδάκι που περιμένει λίγη ζεστασιά.
Φταίει (και) η... γραφειοκρατία. Αυτή είναι μια αιτία για την οποία ένα ζευγάρι το οποίο έχει αποφασίσει να υιοθετήσει ένα παιδί, μπορεί να περιμένει από 3-3,5 μέχρι και 15 (!) χρόνια για να το υποδεχτεί στο σπίτι του. Η έλλειψη παιδιών προς υιοθεσία, η υποστελέχωση των αρμόδιων υπηρεσιών, το πολύ «σφιχτό» νομικό πλαίσιο και η πρόβλεψη για... ατέλειωτες διαδικασίες προκαλούν καθυστερήσεις επί καθυστερήσεων που μετατρέπουν την υιοθεσία ενός παιδιού σε έναν πολυετή, επίπονο και απελπιστικό Γολογοθά.
110 παιδιά για 2.604 γονείς
Από την άλλη, όσο παράξενο και αν φαίνεται, στην Ελλάδα υπάρχουν λίγα παιδιά για υιοθεσία και πολύ περισσότεροι υποψήφιοι γονείς. Σύμφωνα με τα στοιχεία που υπάρχουν στο σύστημα της Γενικής Γραμματείας Δημογραφικής και Στεγαστικής Πολιτικής, τον Ιανουάριο του 2024 στα ιδρύματα όλης της επικράτειας υπάρχουν 1.265 παιδιά (από 1.351 τον Ιούλιο του 2023). Από αυτά, προς υιοθεσία είναι μόνο 110, ενώ άλλα 110 βρίσκονται σε αυτό που οι Αρχές αποκαλούν «διαδικασία σύνδεσης». Πρόκειται για τη γνωριμία και την επαφή μεταξύ του παιδιού και των υποψήφιων γονέων. Τα παιδιά αυτά φιλοξενούνται στις δημόσιες, ιδιωτικές και εκκλησιαστικές δομές προστασίας ανηλίκων. Συγκεκριμένα, από τα 512 που φιλοξενούνται σε δημόσιες δομές μόλις 47 είναι διαθέσιμα προς υιοθεσία, ενώ στις ιδιωτικές και εκκλησιαστικές δομές φιλοξενούνται 753 παιδιά, από τα οποία μόλις 63 παιδιά έχουν προοπτική υιοθεσίας. Τα υπόλοιπα παιδιά βρίσκονται σε νομική διαδικασία επιστροφής στις φυσικές τους οικογένειες, προς αναδοχή, ή είναι ΑμεΑ - για τα οποία ακολουθούνται διαφορετικές διαδικασίες. Στον αντίποδα, είναι πολύ περισσότεροι αυτοί που έχουν ανοίξει τις αγκάλες τους και... έχουν μείνει με τα χέρια ανοιχτά. Βάσει της ίδιας πηγής, σε εκκρεμότητα (ή προώθηση) σήμερα υπάρχουν 2.604 αιτήσεις, οι οποίες έχουν κατατεθεί ηλεκτρονικά και αναμένουν τη δική τους σειρά προτεραιότητας. Για πόσο;
Αυτό είναι μια «λεπτομέρεια» που θα δούμε παρακάτω, αν και έχει μεγάλο ενδιαφέρον να δούμε τους ρυθμούς με τους οποίους τρέχουν οι υιοθεσίες στη χώρα μας. Από το 2020 μέχρι και τον Δεκέμβριο του 2023 ολοκληρώθηκαν συνολικά 789 υιοθεσίες σε ολόκληρη τη χώρα. Από αυτές, οι 194 ολοκληρώθηκαν στη διάρκεια του περασμένου έτους και η ελπίδα είναι ότι άλλες τόσες τουλάχιστον θα γίνουν φέτος. Από τις 2.604 αιτήσεις υιοθεσίας έχει ελεγχθεί ποσοστό που ξεπερνά το 50%, ενώ από τις 331 αιτήσεις για αναδοχή, οι 79 καταχωρήθηκαν στο μητρώο υποψήφιων ανάδοχων γονέων.
Οι παραπάνω αριθμοί αφορούν τα παιδιά. Για τα βρέφη υπάρχει άλλη λίστα αναμονής, η οποία είναι (πολύ) μεγαλύτερη, ενώ τα προς υιοθεσία νεογνά είναι πολύ λιγότερα. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικής Αλληλεγγύης (αφορούν το β’ τρίμηνο του 2023), διαθέσιμα προς υιοθεσία μωρά, ηλικίας 0 έως 2 ετών, είναι μόλις 4 αγόρια και ένα κορίτσι και προς αναδοχή ίδιας ηλικίας 5 αγόρια και 4 κορίτσια. Μεγαλύτερα από 2 ετών ως 6, προς υιοθεσία είναι τρία αγόρια (21 αγόρια και 12 κορίτσια προς αναδοχή), από 6 ως 12 ετών είναι 27 αγόρια και 19 κορίτσια (122 αγόρια και 86 κορίτσια προς αναδοχή), από 12 ως 15 ετών είναι από 29 αγόρια και κορίτσια (προς αναδοχή 79 αγόρια και 111 κορίτσια) και από 15 ως 18 ετών, περιμένουν 14 αγόρια και 23 κορίτσια (ενώ αντίστοιχα για αναδοχή σε αυτή την ηλικία, 64 αγόρια και 68 κορίτσια).
Όπως αποκαλύπτει το «ΘΕΜΑ», ο μέσος χρόνος αναμονής για να τεκνοθετήσει ένα ζευγάρι κυμαίνεται περίπου στα επτά χρόνια, ενώ μπορεί να φτάσει ακόμα και τα 15, με τους υποψήφιους γονείς να υποβάλλονται σε εξαντλητικά τεστ και ελέγχους, ώστε να διαπιστώσουν οι Αρχές ότι είναι όντως ικανοί να μεγαλώσουν ένα παιδί που σήμερα βρίσκεται σε ένα ίδρυμα...
Η ύψιστη πράξη αγάπης, αλληλεγγύης και αυτοθυσίας. Ετσι χαρακτηρίζεται η πράξη της υιοθεσίας. Σκεφτείτε το: εκατοντάδες παιδιά έχουν την ευκαιρία να γλιτώσουν από την εγκατάλειψη και τη μοναξιά σε κάποιο ίδρυμα και να ζήσουν μια «κανονική» ζωή, όπως όλα τα άλλα παιδιά, με στοργή, ανεμελιά και ασφάλεια. Κι όμως, χιλιάδες ζευγάρια που έχουν άπλετη αγάπη να προσφέρουν -αλλά και να πάρουν- καλούνται να περάσουν από... χίλια κύματα και να κάνουν ιώβειο υπομονή μέχρι τελικά να υιοθετήσουν ένα παιδάκι που περιμένει λίγη ζεστασιά.
Φταίει (και) η... γραφειοκρατία. Αυτή είναι μια αιτία για την οποία ένα ζευγάρι το οποίο έχει αποφασίσει να υιοθετήσει ένα παιδί, μπορεί να περιμένει από 3-3,5 μέχρι και 15 (!) χρόνια για να το υποδεχτεί στο σπίτι του. Η έλλειψη παιδιών προς υιοθεσία, η υποστελέχωση των αρμόδιων υπηρεσιών, το πολύ «σφιχτό» νομικό πλαίσιο και η πρόβλεψη για... ατέλειωτες διαδικασίες προκαλούν καθυστερήσεις επί καθυστερήσεων που μετατρέπουν την υιοθεσία ενός παιδιού σε έναν πολυετή, επίπονο και απελπιστικό Γολογοθά.
110 παιδιά για 2.604 γονείς
Από την άλλη, όσο παράξενο και αν φαίνεται, στην Ελλάδα υπάρχουν λίγα παιδιά για υιοθεσία και πολύ περισσότεροι υποψήφιοι γονείς. Σύμφωνα με τα στοιχεία που υπάρχουν στο σύστημα της Γενικής Γραμματείας Δημογραφικής και Στεγαστικής Πολιτικής, τον Ιανουάριο του 2024 στα ιδρύματα όλης της επικράτειας υπάρχουν 1.265 παιδιά (από 1.351 τον Ιούλιο του 2023). Από αυτά, προς υιοθεσία είναι μόνο 110, ενώ άλλα 110 βρίσκονται σε αυτό που οι Αρχές αποκαλούν «διαδικασία σύνδεσης». Πρόκειται για τη γνωριμία και την επαφή μεταξύ του παιδιού και των υποψήφιων γονέων. Τα παιδιά αυτά φιλοξενούνται στις δημόσιες, ιδιωτικές και εκκλησιαστικές δομές προστασίας ανηλίκων. Συγκεκριμένα, από τα 512 που φιλοξενούνται σε δημόσιες δομές μόλις 47 είναι διαθέσιμα προς υιοθεσία, ενώ στις ιδιωτικές και εκκλησιαστικές δομές φιλοξενούνται 753 παιδιά, από τα οποία μόλις 63 παιδιά έχουν προοπτική υιοθεσίας. Τα υπόλοιπα παιδιά βρίσκονται σε νομική διαδικασία επιστροφής στις φυσικές τους οικογένειες, προς αναδοχή, ή είναι ΑμεΑ - για τα οποία ακολουθούνται διαφορετικές διαδικασίες. Στον αντίποδα, είναι πολύ περισσότεροι αυτοί που έχουν ανοίξει τις αγκάλες τους και... έχουν μείνει με τα χέρια ανοιχτά. Βάσει της ίδιας πηγής, σε εκκρεμότητα (ή προώθηση) σήμερα υπάρχουν 2.604 αιτήσεις, οι οποίες έχουν κατατεθεί ηλεκτρονικά και αναμένουν τη δική τους σειρά προτεραιότητας. Για πόσο;
Αυτό είναι μια «λεπτομέρεια» που θα δούμε παρακάτω, αν και έχει μεγάλο ενδιαφέρον να δούμε τους ρυθμούς με τους οποίους τρέχουν οι υιοθεσίες στη χώρα μας. Από το 2020 μέχρι και τον Δεκέμβριο του 2023 ολοκληρώθηκαν συνολικά 789 υιοθεσίες σε ολόκληρη τη χώρα. Από αυτές, οι 194 ολοκληρώθηκαν στη διάρκεια του περασμένου έτους και η ελπίδα είναι ότι άλλες τόσες τουλάχιστον θα γίνουν φέτος. Από τις 2.604 αιτήσεις υιοθεσίας έχει ελεγχθεί ποσοστό που ξεπερνά το 50%, ενώ από τις 331 αιτήσεις για αναδοχή, οι 79 καταχωρήθηκαν στο μητρώο υποψήφιων ανάδοχων γονέων.
Οι παραπάνω αριθμοί αφορούν τα παιδιά. Για τα βρέφη υπάρχει άλλη λίστα αναμονής, η οποία είναι (πολύ) μεγαλύτερη, ενώ τα προς υιοθεσία νεογνά είναι πολύ λιγότερα. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικής Αλληλεγγύης (αφορούν το β’ τρίμηνο του 2023), διαθέσιμα προς υιοθεσία μωρά, ηλικίας 0 έως 2 ετών, είναι μόλις 4 αγόρια και ένα κορίτσι και προς αναδοχή ίδιας ηλικίας 5 αγόρια και 4 κορίτσια. Μεγαλύτερα από 2 ετών ως 6, προς υιοθεσία είναι τρία αγόρια (21 αγόρια και 12 κορίτσια προς αναδοχή), από 6 ως 12 ετών είναι 27 αγόρια και 19 κορίτσια (122 αγόρια και 86 κορίτσια προς αναδοχή), από 12 ως 15 ετών είναι από 29 αγόρια και κορίτσια (προς αναδοχή 79 αγόρια και 111 κορίτσια) και από 15 ως 18 ετών, περιμένουν 14 αγόρια και 23 κορίτσια (ενώ αντίστοιχα για αναδοχή σε αυτή την ηλικία, 64 αγόρια και 68 κορίτσια).
Η (νόμιμη) διαδικασία
Οι Αρχές ευελπιστούν ότι ο ρυθμός εξόδου παιδιών από τις δομές θα αυξηθεί φέτος -ο σχεδιασμός θέλει 1.200 παιδιά να αποχωρούν- και ότι αντίστοιχα θα μειωθεί -στο ένα έτος- η αναμονή των υποψήφιων θετών γονέων. Ομως είναι ένα ερώτημα το πόσο εύκολα μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο, μια και οι διαδικασίες που ακολουθούνται για μια νόμιμη διαδικασία είναι χρονοβόρες. Και ας γίνονται πια (σχεδόν) όλα ηλεκτρονικά. Οι υποψήφιοι γονείς μπαίνουν στην κρατική ψηφιακή πλατφόρμα, συμπληρώνουν τα στοιχεία που απαιτούνται και θέτουν -εάν έχουν- τα κριτήρια των προτιμήσεών τους σχετικά με το φύλο του παιδιού, την ηλικία κ.λπ. Απαραίτητες προϋποθέσεις είναι να μην έχουν κάποιο σοβαρό νόσημα που να απειλεί τη ζωή τους, να έχουν συμπληρώσει το 30ό έτος της ηλικίας τους και να μην υπερβαίνουν τα 60, καθώς και να μην έχουν διαφορά ηλικίας με το παιδί μικρότερη των 18 χρόνων και μεγαλύτερη των 50 (αρκεί οι προϋποθέσεις αυτές να ικανοποιούνται από τον έναν υποψήφιο γονέα, εάν πρόκειται για ζευγάρι). Προβλέπεται εξαίρεση μόνο εφόσον πρόκειται για υιοθεσία τέκνου του συζύγου εκείνου που υιοθετεί ή αν συντρέχει άλλος σπουδαίος λόγος. Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να συναινέσουν στην υιοθεσία και οι φυσικοί γονείς του υιοθετούμενου ανηλίκου (ή ο επίτροπός του, αν αυτοί δεν βρίσκονται στη ζωή), κάτι που επιτρέπεται μετά τους πρώτους 3 μήνες από τη γέννηση του παιδιού. Συναίνεση μπορεί να δώσει και ο υιοθετούμενος αν έχει συμπληρώσει τα 12 του χρόνια.
Αφού συγκεντρώσουν και τα απαραίτητα έγγραφα και πιστοποιητικά που θα υποβάλουν (για παράδειγμα, το λευκό ποινικό μητρώο), τότε αρχίζουν να... περιμένουν. Η αίτηση που έχουν κάνει διαβιβάζεται στο δικαστήριο (άλλωστε πρόκειται για δικαστική διαδικασία) και αναμένεται να οριστεί κοινωνικός λειτουργός που θα ελέγξει την ικανότητα των υποψηφίων να αναθρέψουν ένα παιδί. Αυτή είναι και η πρώτη... αναμονή. Λόγω της μεγάλης έλλειψης σε κοινωνικούς λειτουργούς, οι υποψήφιοι θα περιμένουν περίπου ένα έτος μέχρι να οριστεί κάποιος.
Από εκεί και πέρα ξεκινά η διαδικασία του ελέγχου και της αξιολόγησης, η οποία είναι εξοντωτική. «Οχι άδικα», σχολιάζουν στελέχη δομών φιλοξενίας παιδιών, «καθώς οφείλουμε να ξέρουμε πού θα πάει το παιδί». Οι κοινωνικοί λειτουργοί -συνήθως δεν είναι ένας- πραγματοποιούν επισκέψεις στην κατοικία των υποψήφιων γονέων, ελέγχουν τους χώρους και την υγιεινή τους, καθώς και τον χώρο στον οποίο θα φιλοξενηθεί το παιδί. Οι υπάλληλοι της Κοινωνικής Υπηρεσίας κάνουν σειρά συνεντεύξεων με τους υποψηφίους για να αξιολογήσουν την προσωπικότητά τους και την ψυχική τους υγεία, ενώ συχνά πραγματοποιούν συνεντεύξεις με πρόσωπα του περιβάλλοντός τους - οικογενειακού, επαγγελματικού, ακόμα και γείτονες. Η κοινωνική έρευνα εξετάζει τη γονεϊκότητα, το κατά πόσο δηλαδή ένας άνθρωπος ή ζευγάρι είναι έτοιμο να γίνει γονέας. Η αξιολόγηση αποτελείται από περίπου 10 ή και περισσότερες συναντήσεις των υποψηφίων με τους κοινωνικούς λειτουργούς, την κοινωνική έρευνα στον τόπο κατοικίας του αιτούντος και στο οικογενειακό του περιβάλλον και, στο τέλος, παραδίδονται δύο επιστολές από πρόσωπα (τα οποία με τη σειρά τους θα πρέπει να έχουν οικογένεια και ένα κοινωνικό υπόβαθρο) τα οποία θα εγγυώνται για το ποιόν και την ικανότητα των υποψηφίων να υιοθετήσουν παιδί.
Ταυτόχρονα συλλέγονται στοιχεία για την οικονομική/περιουσιακή κατάσταση των υποψηφίων για να υιοθετήσουν. Δεν υπάρχουν σαφείς οικονομικές προϋποθέσεις παρά μόνο ελέγχεται εάν οι γονείς έχουν την ευχέρεια να μεγαλώσουν ένα παιδί και να του προσφέρουν ένα σταθερό, ασφαλές περιβάλλον. Ετσι, για παράδειγμα, προτιμάται οι υποψήφιοι να έχουν σπίτι ιδιοκτησίας τους, να μην έχουν χρέη και να διαθέτουν σταθερό εισόδημα. Είναι πολύ συνηθισμένο να ζητείται μια απόδειξη ότι κάποια περιουσιακά στοιχεία θα περάσουν στην ιδιοκτησία του υιοθετούμενου παιδιού.
Αφού ολοκληρωθεί αυτή η διαδικασία, οι κοινωνικές υπηρεσίες συντάσσουν μια έκθεση η οποία έχει τη μορφή της τεκμηριωμένης γνωμοδότησης. Αυτή η εισήγηση παραδίδεται και στο δικαστήριο το οποίο θα τη λάβει υπόψη του για να αποφανθεί θετικά ή αρνητικά περί της καταλληλόλητας των γονέων και άρα να κάνει δεκτή την αίτησή τους να μπουν στο Μητρώο των υποψηφίων για να υιοθετήσουν ένα παιδί (Ειδικό Μητρώο Υποψήφιων Θετών και Αναδόχων Γονέων). Εδώ χρειάζεται μεγάλη υπομονή και επιμονή από τους υποψήφιους γονείς, καθώς η επταετία αναμονής είναι σχεδόν... στάνταρ. Αν υποτεθεί ότι βρίσκεται το παιδί και όλα πάνε καλά, η τυπική διαδικασία συνεχίζεται.
Οπως εξηγούν στο «ΘΕΜΑ» υπάλληλοι που ειδικεύονται στις υιοθεσίες, «οι διαδικασίες μπορεί να είναι χρονοβόρες, όμως δεν είναι αυτές που κρατούν τους υποψήφιους γονείς στην αναμονή. Είναι το γεγονός ότι δεν υπάρχουν παιδιά». Σύμφωνα με την ίδια πηγή, η συντριπτική πλειοψηφία των υποψήφιων γονέων, στα κριτήρια που θέτει για την υιοθεσία παιδιού είναι η μικρή ηλικία. Αυτό, όπως εξηγεί, το κάνουν για να μην έχει το παιδί -κατά το δυνατό- μνήμες από τα ιδρύματα, ή και από τους φυσικούς του γονείς.
«Ολοι θέλουν μικρά στην ηλικία, κάτω των 6 ετών, υγιή και λευκά. Τα υπόλοιπα κανείς δεν τα θέλει». Στην πράξη, αυτό σημαίνει ότι μπορεί να αργούν οι γραφειοκρατικές διαδικασίες ή αυτές του ελέγχου, αλλά, ακόμα και αν έτρεχαν, οι υποθέσεις θα έμεναν στάσιμες, αφού δεν θα υπήρχε επιλέξιμο παιδί. Ετσι, μπορεί να χρειάζεται ένας χρόνος για να τοποθετηθεί κοινωνικός λειτουργός, αλλά κατά μέσον όρο χρειάζονται από τρία έως επτά χρόνια για να εντοπιστεί ένα παιδί σύμφωνα με τα κριτήρια που έχουν θέσει οι γονείς.
Σε αυτό προσθέστε και τη λίστα αναμονής. Η ένταξη στο Μητρώο Υποψήφιων Θετών και Αναδόχων Γονέων δίνει στους υποψηφίους έναν συγκεκριμένο αριθμό προτεραιότητας. Εδώ όσοι συνομιλήσαμε για το ρεπορτάζ -υποψήφιοι γονείς σε αναμονή, γονείς που έχουν ολοκληρώσει την υιοθεσία, υποψήφιοι γονείς που απελπίστηκαν και παραιτήθηκαν της διαδικασίας, υπάλληλοι των δομών, δικαστικοί, δικηγόροι κ.λπ.- διαβεβαιώνουν πως το σύστημα είναι αδιάβλητο και η σειρά προτεραιότητας τηρείται ευλαβικά. Δεν υπάρχει καμία δυνατότητα παρέμβασης και επιτάχυνσης των διαδικασιών.
Κοινωνικές υπηρεσίες
Αυτό που υπάρχει, όμως, είναι το κριτήριο. Οι κοινωνικές υπηρεσίες, λένε υποψήφιοι γονείς που συμμετέχουν στη διαδικασία, επειδή έχουν ως μοναδικό μέλημα την προστασία του υπέρτερου συμφέροντος του παιδιού, τείνουν να δείχνουν μια ιδιαίτερη προτίμηση στους υποψηφίους που είναι νεότεροι στην ηλικία και δείχνουν ικανοί να του προσφέρουν ασφάλεια και ευζωία. Ακόμα κι έτσι όμως, η λίστα είναι μακρά, καθώς -όπως δείχνουν και οι αριθμοί που είδαμε παραπάνω- τα βρέφη είναι ελάχιστα και τα παιδιά προσχολικής ηλικίας πολύ λίγα. Κατά μέσον όρο δίνονται 12 βρέφη κατ’ έτος (φέτος δεν υπάρχουν περισσότερα από 5), ενώ οι υποψήφιοι είναι περισσότεροι από 200. Λογικό είναι, λοιπόν, οι υποψήφιοι γονείς που έχουν επιλέξει μεγαλύτερης ηλικίας παιδιά για υιοθεσία να ολοκληρώνουν πιο γρήγορα τη διαδικασία.
Στο μεταξύ, οι γονείς έχουν επιλέξει μια κοινωνική υπηρεσία στην οποία παρακολουθούν μια σειρά από εκπαιδευτικά και επιμορφωτικά σεμινάρια που τους προετοιμάζουν για την υιοθεσία. Τα σεμινάρια αυτά είναι υποχρεωτικά και διεξάγονται από εξειδικευμένους επιστήμονες, κυρίως νομικούς, ψυχολόγους και κοινωνικούς λειτουργούς. Και αυτή η διαδικασία μπορεί να κρατήσει μέχρι και ένα έτος.
Σε κάθε περίπτωση, ο κοινωνικός λειτουργός που έχει χρεωθεί τους υποψήφιους γονείς και έχει όλα τα στοιχεία γι’ αυτούς, όταν έρθει η σειρά προτεραιότητάς τους, εάν θεωρήσει ότι υπάρχει κατάλληλο παιδί για να υιοθετήσουν, έρχεται σε επικοινωνία με συνάδελφό του ο οποίος έχει αναλάβει ένα παιδί προς υιοθεσία (έχει, δηλαδή, διεξαγάγει ανάλογη κοινωνική έρευνα για την καταλληλότερη οικογένεια να φιλοξενήσει το παιδί και έχει συντάξει μια λίστα κριτηρίων). Μαζί συνεκτιμούν τα κριτήρια και αν συμφωνήσουν πως υπάρχει συμβατότητα μεταξύ των δύο πλευρών τις φέρνουν σε επικοινωνία. Αυτή είναι μια άλλη διαδικασία, στην οποία οι υποψήφιοι θετοί γονείς υπάγονται -με ηλεκτρονική τους αίτηση- στο Ειδικό Μητρώο της αρμόδιας κοινωνικής υπηρεσίας και ξεκινά η επικοινωνία τους με το παιδί. Για να γνωριστεί το παιδί με την υποψήφια οικογένειά του πραγματοποιείται σειρά συναντήσεών του μαζί της. Το διάστημα της γνωριμίας συνήθως κρατά από 6 μήνες μέχρι ένα έτος και, στη συνέχεια, το παιδί εγκλιματίζεται στον χώρο που θα γίνει το νέο του σπίτι. Μένει, δηλαδή, για ένα διάστημα στο σπίτι των θετών του γονέων, δοκιμαστικά, για ένα εξάμηνο. Εάν όλα πάνε καλά, η διαδικασία συνεχίζεται.
Οι υποψήφιοι γονείς, τώρα, πρέπει μέσω του δικηγόρου τους να υποβάλουν αίτηση υιοθεσίας στο δικαστήριο, για την ακρίβεια στο Μονομελές Πρωτοδικείο του τόπου της συνήθους διαμονής του ανήλικου παιδιού. Αφού ελεγχθούν από το δικαστήριο οι νόμιμοι όροι της υιοθεσίας, η νομιμότητα αλλά και η σκοπιμότητά της, δηλαδή αν λειτουργεί υπέρ του υιοθετούμενου τέκνου, εκδίδεται η τελεσίδικη δικαστική απόφαση αποδοχή της αίτησης των υποψήφιων θετών γονέων. Η διαδικασία όμως δεν τελειώνει εδώ.
Η απόφαση αυτή επιδίδεται σε εισαγγελέα ο οποίος και την ελέγχει και, αν όλα είναι καλά, η απόφαση τελεσιδικεί.
Η διαδικασία ενώπιον του δικαστηρίου κρατάει χρόνια -λόγω του φόρτου εργασίας των δικαστηρίων- και, όταν ολοκληρωθεί, οι θετοί γονείς έχουν άλλη μια τυπική εκκρεμότητα μπροστά τους. Τώρα θα πρέπει να εγγράψουν τα στοιχεία της τελεσίδικης δικαστικής απόφασης στο Ληξιαρχείο, ώστε να εγγραφεί το παιδί στην οικογενειακή μερίδα τους και ταυτόχρονα να διαγραφούν οριστικά τα στοιχεία των βιολογικών γονέων. Με αυτόν τον τρόπο ιδρύεται η συγγενική σχέση του υιοθετούμενου ανηλίκου με τους θετούς γονείς και οι βιολογικοί γονείς χάνουν κάθε δικαίωμα επικοινωνίας με το ανήλικο.
Οι ιδιωτικές
Η εξοντωτικά δύσκολη και βασανιστικά αργή διαδικασία για την υιοθεσία ενός παιδιού απογοητεύει μια μεγάλη μερίδα υποψήφιων γονέων, οι οποίοι -εάν έχουν τη δυνατότητα φυσικά- καταφεύγουν στη λύση της (φαινομενικά νόμιμης) ιδιωτικής υιοθεσίας. Σε αυτή παρακάμπτουν τις πολυετείς διαδικασίες, ερχόμενοι σε συμφωνία με τους φυσικούς γονείς του για την υιοθεσία του. Εδώ, η διαδικασία δεν είναι καθόλου χρονοβόρα, καθώς ουσιαστικά χρειάζεται μια συμβολαιογραφική πράξη με την οποία οι φυσικοί γονείς θα παραιτούνται των δικαιωμάτων τους από το παιδί και θα το δίνουν προς υιοθεσία στους υποψηφίους με τους οποίους έχουν συμφωνήσει. Η όλη διαδικασία μπορεί να κρατήσει μέχρι και κάποιες εβδομάδες, μέχρι το παιδί να φτάσει στο νέο του σπίτι, στο οποίο θα μεγαλώσει.
Μοιάζει απλό και αθώο: το τέκνο που προκύπτει από μια ανεπιθύμητη κύηση ή ένα παιδί από μια οικογένεια που δεν έχει τη δυνατότητα να το αναθρέψει δίνεται για να σωθεί. Υπάρχουν και αυτές οι περιπτώσεις, φυσικά, αλλά υπάρχουν και οι... άλλες: αυτές στις οποίες ενδιάμεσοι φέρνουν σε επαφή τους υποψήφιους γονείς με τους φυσικούς και συμφωνούν -συχνά πριν καν τη γέννηση του παιδιού- την υιοθεσία του. Επειδή ακριβώς εδώ όλα είναι πιο γρήγορα και πιο εύκολα, είναι και (πολύ) πιο ακριβά. Στην αθώα περίπτωση, το κόστος της υιοθεσίας δεν είναι μεγαλύτερο από την αμοιβή του συμβολαιογράφου που θα κάνει την πράξη και τα έξοδα παράστασης του δικηγόρου της τυπικής διαδικασίας στο δικαστήριο. Στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, ωστόσο, υπάρχει ταρίφα η οποία ξεκινά από τα 20.000 ευρώ. «Τα χρήματα αυτά, συνήθως δεν τα παίρνουν οι φυσικοί γονείς του παιδιού (μόνο ένα μικρό τους μέρος) αλλά οι ενδιάμεσοι, οι οποίοι και κανονίζουν την ολοκλήρωση της υιοθεσίας. Αυτοί, άλλωστε, πλησιάζουν, συνήθως μέσω τρίτων (δικηγόρων, γιατρών, νοσηλευτών, νοσοκόμων κ.ά.), τους υποψήφιους γονείς, τους προτείνουν τη “λύση” και αναλαμβάνουν να “πείσουν” τη φυσική οικογένεια να δώσει το παιδί για υιοθεσία», λέει στο «ΘΕΜΑ» πηγή με γνώση της όλης διαδικασίας. Αυτή, ωστόσο, εκτός του ότι είναι ακριβή και είναι μόνο τύποις νόμιμη, εμπεριέχει άλλους κινδύνους.
Για παράδειγμα, το πιο συνηθισμένο: να επανεμφανίζονται, έπειτα από ένα διάστημα και όταν η διαδικασία υιοθεσίας βρίσκεται ένα βήμα προτού ολοκληρωθεί στο δικαστήριο, οι φυσικοί γονείς και να δηλώνουν στους θετούς ότι το μετάνιωσαν, ότι πεθύμησαν το παιδί, έκαναν λάθος και θέλουν να το πάρουν πίσω. Αυτό, βέβαια, είναι ένας συγκαλυμμένος εκβιασμός προς τους θετούς γονείς, με απώτερο σκοπό να τους πανικοβάλλει και να τους «πείσει» να προσφέρουν κι άλλο χρηματικό ποσό, όσο το δυνατό μεγαλύτερο. Το κύκλωμα αυτό, σημειώνει η ίδια πηγή, συχνά εντοπίζει τους θετούς γονείς που έχουν προχωρήσει τη διαδικασία νόμιμης υιοθεσίας κάποιου παιδιού που βρίσκεται σε δομή. Συνήθως επιλέγουν οικογένειες που βρίσκονται στην τελική φάση -δηλαδή έχουν ζήσει ένα εξάμηνο με το παιδί και έχουν δημιουργήσει ψυχική επαφή- και επανεμφανίζουν τους φυσικούς γονείς (ανθρώπους ευαίσθητων κοινωνικών ομάδων, όπως Ρομά, τους οποίους μπορούν εύκολα να χειραγωγήσουν) για να διεκδικήσουν πάλι το παιδί. Σε αυτές τις περιπτώσεις, ωστόσο, οι πιθανότητες να υποκύψουν οι θετοί γονείς στον εκβιασμό είναι μικρότερες, καθώς έχουν δίπλα τους τους ανθρώπους των δομών προστασίας ανηλίκων που τους κατευθύνουν-, ενώ είναι εξαιρετικά σπάνιο, στην περίπτωση που δεν υποκύψουν και οι φυσικοί γονείς προσφύγουν δικαστικά κατά της υιοθεσίας, να μη δικαιωθούν οι θετοί γονείς.
Από το εξωτερικό
Δημοφιλείς, τα προηγούμενα χρόνια, λόγω της καθυστέρησης των διαδικασιών στην Ελλάδα, ήταν οι υιοθεσίες παιδιών από χώρες του εξωτερικού. Ειδικά σε χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ, ήταν πολύ εύκολο και πολύ φθηνό να υιοθετήσει κανείς ένα από τα πολλά παιδιά που βρίσκονταν σε ορφανοτροφεία. Οι διαδικασίες ήταν πολύ απλές -με δεδομένο ότι τα ιδρύματα ήθελαν να φύγουν τα παιδιά από τη δικαιοδοσία τους-, πολύ σύντομες και δεν ελέγχονταν οι τυπικές προϋποθέσεις, το μόνο που χρειαζόταν ένας υποψήφιος γονέας ή ένα ζευγάρι, επιστρέφοντας στην Ελλάδα, ήταν το τυπικό. Δηλαδή να προσκομίσει τα έγγραφα του ιδρύματος του εξωτερικού που να πιστοποιούν την υιοθεσία του παιδιού ή τις ενυπόγραφες δηλώσεις των φυσικών γονέων ότι συναινούν στην υιοθεσία. Με αυτό το σκεπτικό και καθώς χρειαζόταν ένα ποσό -ανάλογα τη χώρα βέβαια- σχετικά λογικό για την υιοθεσία, ήταν μια αρκετά δημοφιλής λύση για όσους δεν άντεχαν να περιμένουν τις γραφειοκρατικές διαδικασίες της Ελλάδας, το να υιοθετούν παιδιά από χώρες όπως η Ουκρανία, η Γεωργία, η Βουλγαρία, η Αλβανία κ.ά.
Αυτό έχει ατονήσει τα τελευταία χρόνια. Κι αυτό γιατί έχουν αλλάξει οι διαδικασίες που ακολουθούνται πλέον από τα κράτη, με σκοπό να καταπολεμηθεί το εμπόριο βρεφών και παιδιών που είχε φουντώσει, με ανθρώπους απ’ όλο τον κόσμο να αγοράζουν παιδιά από κυκλώματα εκείνων των χωρών. Πλέον, οι διαδικασίες στις περισσότερες χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ δεν διαφέρουν κατά πολύ με αυτές των δυτικών χωρών (όπως και της δικής μας), καθώς οι υποψήφιοι γονείς ελέγχονται εξονυχιστικά, απαιτείται να προσκομίσουν μια σειρά από έγγραφα και χρειάζεται να τηρούν κάποιες προϋποθέσεις.
Κάτι παρεμφερές συμβαίνει και με τις χώρες της Αφρικής, όπου, παρότι υπάρχουν περισσότερα από 5.000 παιδιά σε ορφανοτροφεία, η πολιτική σχετικά με τις υιοθεσίες έχει γίνει πιο σκληρή. Πάντως κι εδώ η διαδικασία για να υιοθετηθεί νόμιμα ένα παιδί χρειάζεται κάποιον χρόνο -κάτι παραπάνω από ένα έτος- και κοστίζει κάτι παραπάνω από 20.000 ευρώ.
Οι υποψήφιοι γονείς απευθύνονται στην Κοινωνική Διεθνή Υπηρεσία και ξεκινούν τις διαδικασίες με την καθοδήγησή της. Στη συνέχεια μεταβαίνουν στην πρεσβεία ή στο προξενείο της χώρας στην Αθήνα, όπου μαζί με την αίτηση καταθέτουν και μια επιστολή με τους λόγους για τους οποίους επιθυμούν να υιοθετήσουν και γιατί συγκεκριμένα από αυτή τη χώρα. Συντάσσεται ένας φάκελος ο οποίος κατατίθεται στις διπλωματικές αρχές της χώρας και στις ελληνικές αρχές. Επειτα, διεξάγεται μια σειρά εξετάσεων για να βεβαιωθεί ότι οι υποψήφιοι γονείς είναι σωματικά και ψυχικά υγιείς. Για το δεύτερο κομμάτι πραγματοποιείται τεστ στο Αιγινήτειο όπου οι υποψήφιοι θετοί γονείς καλούνται -υπό συνθήκες πίεσης- να απαντήσουν σε έναν βομβαρδισμό από περισσότερες από 600 ερωτήσεις. Στη συνέχεια γίνεται ο έλεγχος του σπιτιού και του κοινωνικού περιβάλλοντος των υποψήφιων θετών γονέων από τις κοινωνικές υπηρεσίες και καλούνται να επιλέξουν επιθυμητό φύλο και ηλικία του παιδιού.
Οι υποψήφιοι πληρώνουν το κόστος των επίσημων μεταφράσεων των εγγράφων (περίπου 1.500-2.000 ευρώ), τις αμοιβές των δικηγόρων και των ορφανοτροφείων (περίπου 15.000 ευρώ) και να ταξιδέψουν με δικά τους έξοδα στον τόπο όπου βρίσκεται το παιδί, τουλάχιστον δύο φορές: μία για να το γνωρίσουν και να γνωριστούν με τους υπεύθυνους του ορφανοτροφείου και μία για να το παραλάβουν. Η όλη διαδικασία κρατά περίπου ένα έτος και, όπως αντιλαμβάνεται κανείς, χρειάζεται να έχει ο υποψήφιος μια οικονομική επιφάνεια για να αντεπεξέλθει.
«Φάμπρικες» με παρένθετες και παράνομες υιοθεσίες
Την περασμένη εβδομάδα, το Μεικτό Ορκωτό Εφετείο Θεσσαλονίκης καταδίκασε σε φυλάκιση 4 ετών έναν δικηγόρο της πόλης για μεσολάβηση σε παράνομες υιοθεσίες, με επίκεντρο τη βόρεια Ελλάδα. Σύμφωνα με τη δικογραφία, ο δικηγόρος, μαζί με άλλα μέλη, σε τουλάχιστον πέντε περιπτώσεις παράνομων υιοθεσιών - η μία το 2014 και οι τέσσερις το 2016, έπειθαν τις βιολογικές μητέρες με καταγωγή από τη Βουλγαρία, λόγω της οικονομικής τους δυσχέρειας, να έρθουν να γεννήσουν σε κλινικές της Ελλάδας δίνοντας στη συνέχεια, έναντι μικρής αμοιβής, τα νεογνά για υιοθεσία. Σύμφωνα με τη δικογραφία, ο καταδικασθείς δικηγόρος εισέπραττε καθαρές αμοιβές οι οποίες ξεπέρασαν τα 32.000 ευρώ. Ο ίδιος στην απολογία του αρνήθηκε την κατηγορία, λέγοντας ότι τα χρήματα προορίζονταν για αμοιβές σε κλινικές, συμβολαιογράφους κ.ά.
Αυτό είναι μόνο μια σταγόνα στον ωκεανό της «φάμπρικας» που έχει στηθεί με τις παράνομες υιοθεσίες. Κυκλώματα, πλησιάζουν ζευγάρια τα οποία περιμένουν χρόνια στη σειρά για να υιοθετήσουν ένα παιδί και τα δελεάζουν με μια πρόταση στην οποία είναι δύσκολο να αντισταθούν: «Υπάρχει παιδί ηλικίας 8 μηνών. Με 18.000 ευρώ μπορεί να γίνει δικό σας απολύτως νόμιμα». Πρόκειται για κυκλώματα τα οποία διατηρούν -σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας- «φάρμες» (έτσι ονομάζονται στην αργκό της μαφίας) με γυναίκες από τη Γεωργία, την Ουκρανία, τη Βουλγαρία, Ρομά κ.ά., οι οποίες κυοφορούν για να δώσουν το παιδί που θα φέρουν στον κόσμο προς υιοθεσία αντί -μικρής συνήθως- αμοιβής.
Υπάρχουν κι άλλες περιπτώσεις. Η αποκάλυψη του κυκλώματος παράνομων υιοθεσιών στα Χανιά, στα μέσα του 2023, έφερε στο φως λεπτομέρειες γι’ αυτές. Σε κλινική -η οποία έχασε την άδειά της, ενώ ο γυναικολόγος, ο ιδιοκτήτης της κλινικής, ο εμβρυολόγος και δύο μέλη βοηθητικού προσωπικού προφυλακίστηκαν- το κύκλωμα έπαιρνε από τα θύματά του ποσά που ξεπερνούσαν τα 20.000 ευρώ για να κάνει εικονικές εμβρυομεταφορές. Οι Αρχές διαπίστωσαν πως η εγκληματική οργάνωση είχε βιομηχανοποιήσει την υποβοηθούμενη αναπαραγωγή, με χαρακτηριστική την περίπτωση αλλοδαπής, μητέρας έξι παιδιών, η οποία έγινε δύο φορές παράνομα παρένθετη μητέρα.
Από τον Δεκέμβριο του 2022 μέχρι σήμερα διαπιστώθηκαν τέσσερις τετελεσμένες παράνομες υιοθεσίες ή απόπειρες, ενώ 71 γυναίκες ήταν συστηματικά δότριες ωαρίων και 98 τέθηκαν σε εργασιακή εκμετάλλευση ως παρένθετες μητέρες.
Ειδήσεις σήμερα:
Πιερρακάκης: Από τον Σεπτέμβριο του ‘25 η λειτουργία των μη κρατικών ΑΕΙ - Με ΙΒ ή με Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής η εγγραφή
Προφυλακίστηκε ο τράπερ Ricta που έστειλε στην εντατική τον φοιτητή
Ετσι θα γίνεται η ταυτοποίηση για την είσοδο των φιλάθλων στα γήπεδα- Βήμα βήμα η διαδικασία - Δείτε βίντεο
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr