Μαριάννα Κιμούλη στον Δανίκα: Τέσσερις μήνες έκανα πρόβες για να γίνω «Ψυχοκόρη»
03.04.2024
12:29
Η νεαρή ηθοποιός μιλά για τη σειρά που πρωταγωνιστεί, τη σχέση της με το θέατρο που ξεκίνησε από τα τρία της χρόνια, τη διαδρομή της και τις δυσκολίες της στις ερωτικές σκηνές
Πόσοι της νέας, καλλιτεχνικής, γενιάς διαθέτουν τέτοιες και τόσες εκπαιδευτικές σπουδές και λονδρέζικες, του θεάτρου, υποδομές όπως η Μαριάννα Κιμούλη; Ελάχιστοι. Πόσες νέες του θεάτρου, του σινεμά και της τηλεόρασης πορεύονται με τέτοια συγκροτημένη και χαμηλόφωνη αυτογνωσία; Ελάχιστοι.
Και πόσες του ίδιου χώρου απαντούν αυτομάτως «αν η ελπίδα έχει πεθάνει, πρέπει να την ξαναεφεύρουμε»; Εγώ δεν ξέρω άλλον κανέναν. Θα μου πείτε, το όνομα «Κιμούλη» ανοίγει πόρτες. Θα σας απαντήσω, αντιθέτως, κλείνει πόρτες. Οι λόγοι γνωστοί. Ο φθόνος και οι εύκολες, ρηχές και επιπόλαιες τοποθετήσεις, το προσφιλές σπορ της νεοελληνικής φυλής. Οπως «έλα μωρέ, ποια είναι αυτή; Επειδή είναι κόρη του Γιώργου Κιμούλη και της Μαρίας Δαμανάκη;».
Και ως επιχείρημα για την ωριμότητά της ένα έχω να πω. Και αυτό επειδή τη γνωρίζω από μικρό κοριτσάκι. Τρία τα χαρακτηριστικά της: αυτονομία σκέψης, αυτοδυναμία στις πράξεις της και περιφρόνηση της παροιμιώδους σοβαροφάνειας. Με απλά λόγια, η Μαριάννα πάντα έκανε του κεφαλιού της. Μπράβο της!
Σκηνή 1η
«Ονειρευόμουν να μείνω για πάντα στην Αγγλία»
-Πότε ξεκίνησε το ενδιαφέρον σου για το θέατρο; Πόσο μικρή ήσουν; «Από όταν θυμάμαι τον εαυτό μου... Τριών;».
-Τόσο μικρή; Επηρεασμένη από τον μπαμπά; «Νομίζω πως ναι. Γνώρισα από μέσα αυτό τον χώρο, που είτε σε μαγεύει είτε σε απωθεί πλήρως. Δεν υπάρχει κάτι ενδιάμεσο. Και για ένα παιδί είναι πολύ μαγικό όλο αυτό».
-Γιατί να σε απωθήσει όμως; «Γιατί γνωρίζεις και τις δυσκολίες. Οπως ότι χρειάζεται τεράστια αντοχή, τύχη, και να σου αρέσει πραγματικά. Η επιλογή σου δοκιμάζεται διαρκώς, κάθε μέρα. Είναι πολύ δύσκολο, είναι επάγγελμα που στην Ελλάδα δεν ξέρω αν εκτιμάται ιδιαίτερα -και συνολικά ο πολιτισμός που παράγεται- από την πολιτική εξουσία».
-Μόνο από την πολιτική εξουσία ή και από την ίδια την κοινωνία; Εχουμε τα λιγότερα εισιτήρια, τους λιγότερους θεατές, τους λιγότερους αναγνώστες. «Σίγουρα. Και νομίζω ότι είναι κι ένα στοίχημα της δικής μου γενιάς το κατά πόσο θα μπορέσουμε να ξανακερδίσουμε το κοινό, να επιστρέψει στις αίθουσες∙ είτε αυτές είναι του σινεμά είτε του θεάτρου».
-Εβλεπες πολύ θέατρο, φαντάζομαι. «Ναι, και με τον πατέρα μου και με τη μητέρα μου και με φίλους πιο μετά. Από τα 16 και μετά άρχισα να πηγαίνω και μόνη μου και με φίλους πολύ».
-Τι σε είχε εντυπωσιάσει πιο πολύ απ’ όλα; Ποιο ήταν το όνειρό σου στα 16 σου χρόνια. Θυμάσαι; «Ονειρευόμουν να κάνω καριέρα στην Αγγλία όταν ήμουν 16. Ηθελα να μείνω για πάντα στην Αγγλία. Ετσι το είχα στο κεφάλι μου, ότι θα φύγω να σπουδάσω εκεί και θα μείνω εκεί. Δεν είχα και πρόβλημα με τα αγγλικά και θεωρούσα ότι η Αγγλία ίσως είναι ένας καλύτερος τόπος για το επάγγελμα του ηθοποιού».
Σκηνή 2η
Συμβουλές από τον Αντονι Χόπκινς
-Στην αρχή λοιπόν πηγαίνεις Αγγλία; «Στα 17 μου και έμεινα εκεί πέντε χρόνια. Εκεί σπούδασα».
-Τι σπούδασες; «Drama αναφέρει το πτυχίο μου. Το αντίστοιχο εδώ, το πιο κοντινό, είναι η Θεατρολογία. Σπούδασα και Υποκριτική σε δραματική σχολή και δούλεψα κιόλας».
-Πού; «Στο BBC ως βοηθός ενδυματολόγου».
-Ενδυματολόγου; Γιατί; «Ηθελα να είμαι αυτόνομη οικονομικά. Και γνώρισα εκεί μια ενδυματολόγο, η οποία μου πρότεινε να πάω μαζί της σε μια ταινία μικρού μήκους, στην αρχή ως βοηθός της. Στη συνέχεια έκανε και μια ταινία σε σκηνοθεσία Ρίτσαρντ Εϊρ, με τον Αντονι Χόπκινς και τον Ιαν ΜακΚέλεν, το “The Dresser” (σ.σ.: “Ο Αμπιγιέρ”)».
-Α, έχεις γνωρίσει τον Χόπκινς από κοντά; «Ναι, έχω μιλήσει μαζί του».
-Τι τύπος είναι; Οχι σαν ηθοποιός. Στην καθημερινότητα. «Ηταν από τα καλύτερα παραδείγματα. Πάρα πολύ γειωμένος, πάρα πολύ προσιτός, υπέροχος. Και πολύ γενναιόδωρος με τα νέα παιδιά, να βοηθήσει, να δώσει συμβουλές».
-Και τον Ιαν ΜακΚέλεν, είπες. Αλλη τρομερή προσωπικότητα. «Ναι, ήταν μια περίοδος της ζωής μου που ήταν λίγο ονειρική. Από τη μία η Ελεν Μίρεν, από την άλλη ο Αλαν Ρίκμαν -γιατί συνεργαζόταν και με αυτούς η ενδυματολόγος μου-, οπότε είχα πάρε-δώσε με όλους αυτούς. Το θυμάμαι σαν όνειρο».
-Και γιατί εγκατέλειψες το όνειρο; «Αν έφευγα τώρα, μπορεί να ήταν αλλιώς. Ισως τότε ήμουν πολύ μικρή για όλο αυτό. Πήγαινα πανεπιστήμιο, δούλευα, σπούδαζα και στη δραματική σχολή, όλα αυτά ταυτόχρονα. Και αποφάσισα όταν τελείωσα να γυρίσω απλώς για ένα καλοκαίρι στην Ελλάδα. Και όταν γύρισα εδώ συνειδητοποίησα το πόσο μόνη μου ένιωθα στην Αγγλία. Για εκείνη την ηλικία δεν το άντεχα».
Σκηνή 3η
Αριστούχα παντού
-Και επιστρέφεις στο Ελλάντα. «Και αποφασίζω να δώσω για τη Δραματική Σχολή του Εθνικού».
-Α, συνέχισες! Δεν σου αρκούσε το πτυχίο του Λονδίνου; Ησουν πλήρως εξοπλισμένη. «Θεωρούσα ότι δεν έχω κάνει σπουδές στη γλώσσα, στα ελληνικά. Είχα κάνει στα αγγλικά. Και επειδή το εργαλείο μας είναι η γλώσσα, θα έπρεπε κάπως να δουλέψω και την Υποκριτική στα ελληνικά. Η Αγγλία ήταν μια τριβή με το αντικείμενο σε ένα προστατευμένο περιβάλλον, χωρίς έκθεση».
-Και έμεινες τρία χρόνια εκεί. «Ναι, αριστούχα».
-Α, μπράβο. Παντού δεν ήσουν αριστούχα ή κάνω λάθος; «Ναι, μέχρι στιγμής».
-Και μετά; «Μετά... COVID. Ημουν αυτή η φουρνιά που βγαίνοντας πέσαμε πάνω στον COVID. Εγώ είχα την τύχη και μπόρεσα να δουλέψω στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος. Η πρώτη μου παράσταση μετά τη σχολή ήταν στην Επίδαυρο, στους “Όρνιθες” του Αριστοφάνη. Στον Χορό, και είχα και ρόλο Κήρυκα. Το έργο ξαναπήγε μετά, οπότε ήμουν δύο χρόνια στο Κρατικό Θέατρο στη Θεσσαλονίκη. Μετά επέστρεψα εδώ, έπαιξα σε κάποιες παραστάσεις, προέκυψε η πρόταση του Μανούσου Μανουσάκη για το “Κόκκινο Ποτάμι”, έκανα έναν μικρό ρόλο εκεί, και μετά ήρθαν οι “Ψυχοκόρες”».
-Εχεις προτάσεις για σινεμά; «Τώρα γίνεται η πρώτη μου συζήτηση για την πρώτη μου ταινία μεγάλου μήκους, αλλά δεν ξέρω ακόμα».
-Σε πρωταγωνιστικό ρόλο; «Ναι».
Σκηνή 4η
Η θρυλική Φρόσω Ράλλη
-Και με τις «Ψυχοκόρες» πώς έγινε; Η σειρά σκίζει, έτσι δεν είναι; «Ναι, πάει πάρα πολύ καλά. Ξεκίνησε με ένα τηλεφώνημα από τη Φρόσω Ράλλη».
-Η Φρόσω Ράλλη είναι θρυλικό πρόσωπο, μισό αιώνα στο κουρμπέτι. Σε ήξερε; «Δεν με ήξερε προσωπικά. Μου είπε “σε έχω δει και νομίζω ότι μπορεί να κάνεις για κάτι στη σειρά που ετοιμάζουμε”».
-Ποιος είναι ο σκηνοθέτης; «Ο Μιχάλης Χαραλαμπίδης. Συναντήθηκα λοιπόν με αυτούς τους δύο, και μετά μίλησα με τη Σοφία Δημοπούλου που κάνει το κάστινγκ για τη σειρά. Και κάναμε τέσσερις μήνες κάστινγκ».
-Δηλαδή, τι σημαίνει τέσσερις μήνες κάστινγκ; «Σημαίνει τέσσερις μήνες που πηγαίναμε στα γραφεία της Σοφίας Δημοπούλου και δοκιμάζαμε ρόλους. Εμένα με δοκίμασαν για τρεις διαφορετικούς ρόλους, τις τρεις από τις τέσσερις κόρες. Πρώτα για τη Φρόσω, μετά για τη Βασιλική και τελευταία ήρθε η Μαρίκα, που είναι ο ρόλος που κάνω, η μεγαλύτερη αδερφή».
-Θύμισέ μου ποιες είναι οι άλλες τρεις. «Είναι η Ασημένια Βουλιώτη που κάνει τη Δεσποινιώ, η Αννα Λουιζίδη που κάνει τη Φρόσω και η Μαργαρίτα Αλεξιάδη που κάνει τη Βασιλική».
-Ολα νέα κορίτσια, στην ηλικία σου. «Ναι, πάνω-κάτω».
-25 ετών δεν είσαι; «Τώρα είμαι 29».
Σκηνή 5η
«Οταν φιλάς τον συμπρωταγωνιστή σου πρέπει να το ζεις»
-Ενας ηθοποιός ανακαλεί μνήμες την ώρα που παίζει; Πολλοί αναρωτιούνται, για παράδειγμα, όταν κλαίει ένας ηθοποιός αν θυμάται κάτι δυσάρεστο από το παρελθόν του. Πώς γίνεται να δακρύζει τόσο εύκολα; «Αν αφεθείς στη στιγμή και πραγματικά τη ζεις, έρχεται και το δάκρυ. Για μένα το αυθεντικό γέλιο είναι πιο δύσκολο απ’ ό,τι το δάκρυ».
-Μια ερωτική σκηνή πώς γίνεται; Τόσο εύκολα μπορείς να φιλήσεις έναν άνθρωπο; «Πρέπει να το κάνεις. Αν είναι ένα καλογραμμένο σενάριο, σημαίνει ότι θα είναι απαραίτητη αυτή η ερωτική σκηνή να υπάρχει, οπότε είναι μέρος της δουλειάς μας κι αυτό».
-Πρέπει όμως να το κάνεις πειστικό αυτό. «Μα το ζεις εκείνη την ώρα».
-Δηλαδή πώς το ζεις; «Είναι και θέμα κατασκευής. Καταρχάς είναι πολύ διαφορετικό το τελικό αποτέλεσμα από αυτό που βιώνουμε εμείς. Δηλαδή εκείνη την ώρα υπάρχουν στο σετ δέκα με είκοσι τεχνικοί και άλλοι . Υπάρχει μια συγκεκριμένη χορογραφία που πρέπει να ακολουθήσεις - είναι μια χορογραφία όλο αυτό. Παίζουν πολλά πράγματα ρόλο εκείνη τη στιγμή».
Σκηνή 6η
«Συμβαίνει να ερωτεύεσαι τον συμπρωταγωνιστή σου, εγώ μέχρι τώρα όχι»
-Εχεις ερωτευτεί έναν συμπρωταγωνιστή σου; «Οχι, ποτέ».
-Συμβαίνει όμως αυτό, ε; «Συμβαίνει πολύ συχνά. Ακριβώς, νομίζω, για τους λόγους που είπαμε πριν. Οτι αφήνεσαι και το ζεις. Ενα μέρος σου το ζει».
-Και σε άλλες, πιο αποκαλυπτικές, πιο τολμηρές σκηνές, δεν έχεις πρόβλημα; «Κανένα. Αρκεί να δικαιολογείται στο σενάριο».
-Ααα, τα κρίνεις τόσο αυστηρά. Δηλαδή βλέπεις το σενάριο και τι κοιτάς; Τον σκηνοθέτη, τον παραγωγό ή το περιεχόμενο; «Για μια πιθανή συνεργασία; Πρώτα τους ανθρώπους με τους οποίους θα συνεργαστώ και μετά το σενάριο - έρχεται δεύτερο».
Σκηνή 7η
«Game of Thrones»
-Πιστεύεις ότι πάνω απ’ όλα είναι το σενάριο ή ο σκηνοθέτης; «Θα πω πρώτα ένας καλός σκηνοθέτης και μετά ένα καλό σενάριο. Αλλά αυτό με επιφύλαξη γιατί είμαι νέα ακόμα, μπορεί να το πάρω πίσω».
-Εγώ πιστεύω πως αν το σενάριο είναι καλό, τότε ένας μέτριος σκηνοθέτης κάνει μια καλή ταινία. Βέβαια, έχουν γυριστεί ταινίες χωρίς σενάριο. Ο Γκοντάρ έκανε ταινίες με δυο-τρεις σελίδες, ας πούμε, που τις άλλαζε κιόλας, τις έφτιαχνε στο πόδι. Αλλά έκανε πρωτοποριακά αριστουργήματα. «Ηταν ο Γκοντάρ, όμως».
-Σωστά, ήταν ιδιοφυΐα. Ο σκηνοθέτης σας, ο Μιχάλης Χαραλαμπίδης, τι άλλο έχει γυρίσει; «Αυτός ήταν στην Αμερική. Είναι η πρώτη του σειρά εδώ. Στην Αμερική δούλεψε στο “Game of Thrones”. Ηταν, νομίζω, στα visual effects. Μετά ήρθε εδώ, έχει κάνει κάποιες μικρού μήκους και αυτή ήταν η πρώτη του μεγάλη δουλειά εδώ. Είχε βέβαια και τον Κώστα Σκύφτα και την Κατερίνα Αθανασίου σε κάθε συνεργείο - γιατί είχαμε δύο συνεργεία. Δουλεύαμε και με τους τρεις».
-Α, είχατε τρεις σκηνοθέτες. Ποιος έχει γράψει το σενάριο; «Η Πένυ Φυλακτάκη και ο Βαγγέλης Νάσης».
-Για πόσα επεισόδια; «Εξήντα».
-Τόσα πολλά! Μήπως υπάρχει ένα πρόβλημα εκεί; Θεωρείς ότι τα πολλά επεισόδια ξεχειλώνουν την ιστορία και ότι τα κάνουν αναγκαστικά στην Ελλάδα λόγω περιορισμένων χρηματικών πόρων; «Για μένα, σίγουρα. Και νομίζω ότι στην τηλεόραση, τώρα που βλέπουμε ότι γίνεται μια προσπάθεια προς κάτι που φαίνεται να είναι καλό, θα έπρεπε να λειτουργούν περισσότερο με όρους ποιότητας παρά ποσότητας. Ελπίζω να γίνει
αυτό».
Σκηνή 8η
«Δουλειά να υπάρχει κι ό,τι να 'ναι»
-Από την εμπειρία που απέκτησες στα γυρίσματα, τι σου έκανε περισσότερη εντύπωση; Ποια ήταν μια κορυφαία στιγμή, αρνητική ή θετική; «Κορυφαία στιγμή δεν ξέρω αν έχω. Πάντως αυτό που μου έχει μείνει είναι ότι είχα μια αίσθηση ότι αυτό που συμβαίνει εδώ, σε σχέση με τους ανθρώπους που έχουμε, που κάπως μαζευτήκαμε σε αυτή τη δουλειά, είναι σπάνιο - βέβαια εγώ δεν έχω να το συγκρίνω με πάρα πολλές
δουλειές».
-Γιατί σπάνιο; «Γιατί συνάντησα πολύ όμορφους και γενναιόδωρους ανθρώπους και όλοι ήταν έτσι∙ δεν υπήρχε καμία εξαίρεση. Δεν ξέρω αν έφταιγε ο ενθουσιασμός μου και το ότι ήταν μία από τις πρώτες μου δουλειές, και τα έβλεπα όλα πιο θετικά από ό,τι ήταν. Οταν μίλησα όμως και με άλλους ανθρώπους που είχαν χρόνια εμπειρίας, όπως ο Πυγμαλίων Δαδακαρίδης, η Κατερίνα Αθανασίου, συνειδητοποίησα ότι όλοι είχαμε την ίδια άποψη, ότι συμβαίνει κάτι πολύ σπάνιο εδώ».
-Οι αμοιβές είναι καλές; «Ναι».
-Δηλαδή μπορεί να ζήσει ένας ηθοποιός από την αμοιβή που εισπράττει στην τηλεόραση; «Ειδικά, ναι. Γενικά, είναι ένα τεράστιο ζήτημα. Ανάλογα την αμοιβή. Αλλά νομίζω το βασικότερο θέμα είναι ότι δεν έχουμε την απαραίτητη εργασιακή ασφάλεια. Αλλά αυτό είναι μια άλλη συζήτηση».
-Είναι πάρα πολλοί οι ηθοποιοί. «Είναι πάρα πολλοί οι ηθοποιοί, πάρα πολλά τα θέατρα, δεν είναι τόσοι πολλοί οι θεατές. Και μακάρι να υπήρχε μεγαλύτερη εργασιακή ασφάλεια, δηλαδή να είχαμε συλλογικές συμβάσεις στον ιδιωτικό τομέα. Για μένα αυτό είναι πολύ βασικό. Οταν δεν υπάρχει αυτό, είμαστε όλοι στον αέρα».
-Και οι συμφωνίες που γίνονται στο θέατρο; Αν τα ξέρεις αυτά βέβαια. Οι πρόβες πληρώνονται ή όχι; «Οφείλουν να πληρώνονται, σαφέστατα».
-Δεν τις πληρώνουν όμως απ’ ό,τι ξέρω. «Παλεύουμε, νομίζω είναι και θέμα της νεότερης γενιάς να τα διεκδικήσει αυτά. Μακάρι να τα καταφέρουμε, τι να πω. Αλλά τις πρόβες οφείλουν να τις πληρώνουν».
-Και ένας νέος ηθοποιός σήμερα, που ξεκινάει να δουλεύει, δεν μπορεί να ζήσει με τα χρήματα αυτά. Περιμένει μια πρόταση από την τηλεόραση, πάει στη διαφήμιση... «Εχουμε μπει σε μια συνθήκη και σε μια θέση που είναι “δουλειά να υπάρχει κι ό,τι να ’ναι”. Και χάνουμε και το ότι θα πρέπει να μας αφορά και καλλιτεχνικά αυτό που κάνουμε γιατί υποτίθεται πως είμαστε καλλιτέχνες. Οι νέοι άνθρωποι δεν έχουν πάντα αυτή την επιλογή. Αναγκάζονται να είναι σε δουλειές που δεν τους αφορούν καλλιτεχνικά, γιατί προφανώς πρέπει να βιοποριστούν κάπως. Είναι μια πολύ βίαιη συνθήκη».
Σκηνή 9η
Υπέρ του κινήματος #Metoo
-Θέατρο τώρα θα κάνεις; «Δεν ξέρω ακόμα, μάλλον από Σεπτέμβρη κοιτάω. Αλλά θέλω να αφήσω λίγο ανοιχτές τις επιλογές μου. Θέλω και θέατρο και κινηματογράφο. Αυτά τα δύο είναι που κυνηγάω».
-Kυνηγάς και τον κινηματογράφο; «Ναι, πολύ. Την ερωτεύτηκα την κάμερα».
-Ο πατέρας σου δεν σου λέει ότι πρέπει να δουλέψεις πιο πολύ στο θέατρο; «Ο πατέρας μου δεν μου έλεγε ποτέ τι να κάνω. Είμαι αυτόνομο πλάσμα, κάνω τις επιλογές μου».
-Να σε ρωτήσω για το θέμα της σεξουαλικής παρενόχλησης. Εχεις ποτέ τέτοια περιστατικά στη ζωή σου; «Οχι».
-Ποια είναι η γνώμη σου πάνω σε αυτό. Μήπως υπερβάλλουν μερικές γυναίκες; Μήπως είναι μια υπερβολή το #MeToo; «Δεν θεωρώ ότι είναι μια υπερβολή. Καταλαβαίνω τους λόγους για τους οποίους το κίνημα αυτό ξεκίνησε από το θέατρο, γιατί πέφτουν τα φώτα πάνω σ’ αυτό τον χώρο, αλλά είναι σημαντικό να καταλάβουμε ότι πρέπει να επεκταθεί σε όλους τους εργασιακούς χώρους. Δεν αφορά δηλαδή μόνο τον καλλιτέχνη».
Σκηνή 10η
«Είμαι πολύ ερωτευμένη»
-Στην προσωπική σου ζωή πώς είσαι; «Είμαι πολύ χαρούμενη».
-Τι σημαίνει αυτό; Εχεις μια καλή σχέση; «Ναι, έχω μια καλή σχέση, είμαι πολύ ερωτευμένη, είμαι καλά».
-Μπράβο, ωραία. Πρόκειται να παντρευτείς δηλαδή; «Δεν το βλέπω, είμαι μικρή ακόμα. Ούτε ξέρω αν θέλω να παντρευτώ ακόμα. Δεν έχω αποφασίσει».
-Εχεις δει την ταινία του Λάνθιμου; «Ναι, βέβαια».
-Και τι γνώμη έχεις; «Μου άρεσε πάρα πολύ. Εκτίμησα πολύ την προσπάθεια να καταλάβει ένας άνδρας την πορεία μιας γυναίκας. Η Εμα Στόουν είναι εκπληκτική, της έχω λατρεία, ξετρελάθηκα με τη φωτογραφία της ταινίας - και με το σενάριο».
-Θα ήθελες να δουλέψεις με τον Λάνθιμο, φαντάζομαι. «Ναι, μακάρι, δεν το συζητάω καν».
-Είδα τώρα μια ταινία, το «Μαμά Γκλόρια». Παίζει ένα κοριτσάκι έξι ετών. Σου συνιστώ να πας να τη δεις στο «Αστυ» μόνο και μόνο για την ερμηνεία του. Πώς είναι δυνατόν να παίζει ένα κοριτσάκι τόσο καλά; «Αυτή την απορία την έχω κι εγώ. Αν βρεις την απάντηση να μου την πεις κι εμένα. Πάντα την έχω όταν βλέπω μικρά παιδιά να παίζουν εκπληκτικά».
-Από τους Ελληνες ηθοποιούς ποιους εκτιμάς πολύ; Πες μου δυο-τρία ονόματα. «Θα πω τον Δημήτρη Καταλειφό, τη Ράνια Οικονομίδου, τη Φιλαρέτη Κομνηνού, την Καρυοφυλλιά Καραμπέτη...».
-Από τους νεότερους; «Την Κάτια Γκουλιώνη από τους νεότερους».
Επίλογος
«Προσπαθώ να παίρνω σοβαρά αυτό που κάνω, όχι τον εαυτό μου»
-Ποια συνθήκη θα κάνει τη Μαριάννα Κιμούλη να ανθίσει ερμηνευτικά, θεατρικά, κινηματογραφικά; «Μακάρι να ’ξερα. Δεν έχω βρει την απάντηση σε αυτό, αλλιώς θα το είχα κάνει και θα είχα ανθίσει κιόλας».
-Τι είναι εκείνο που απεχθάνεσαι στη ζωή γενικά; Που δεν το αντέχεις; «Την τσιγκουνιά. Οχι στο χρήμα, σε όλα. Κάποιος που είναι τσιγκούνης στο χρήμα είναι τσιγκούνης και στα συναισθήματα. Το πιστεύω και προσπαθώ να το κάνω και πράξη, ότι η ζωή είναι για να τη μοιραζόμαστε».
-Τα παιδιά με τα οποία συναναστρέφεσαι πώς βλέπουν την κατάσταση σήμερα; Και την παγκόσμια και την ελληνική; «Σκοτεινή, αβέβαιη, γεμάτη ανασφάλεια. Στους καλλιτεχνικούς χώρους υπάρχει τρομακτικά αυτό, αλλά και συνολικότερα στη νέα γενιά. Ελπίζω να τα καταφέρουμε κάπως».
-Η ελπίδα είναι τραυματισμένη, έχει πεθάνει; «Αν έχει πεθάνει, οφείλουμε να την ξαναεφεύρουμε».
Πριν φύγει της είπα: «Εχεις διαβάσει αυτά που είχε πει δημοσίως η Σίρλεϊ ΜακΛέιν, πως δηλαδή "όποια πρωταγωνίστρια στο Χόλιγουντ σας πει ότι δεν έχει πάει με τον σκηνοθέτη της και τον συμπρωταγωνιστή της
λέει ψέματα"»;
Χαμογέλασε και μου είπε: «Συμβαίνει»!
Και πόσες του ίδιου χώρου απαντούν αυτομάτως «αν η ελπίδα έχει πεθάνει, πρέπει να την ξαναεφεύρουμε»; Εγώ δεν ξέρω άλλον κανέναν. Θα μου πείτε, το όνομα «Κιμούλη» ανοίγει πόρτες. Θα σας απαντήσω, αντιθέτως, κλείνει πόρτες. Οι λόγοι γνωστοί. Ο φθόνος και οι εύκολες, ρηχές και επιπόλαιες τοποθετήσεις, το προσφιλές σπορ της νεοελληνικής φυλής. Οπως «έλα μωρέ, ποια είναι αυτή; Επειδή είναι κόρη του Γιώργου Κιμούλη και της Μαρίας Δαμανάκη;».
Και ως επιχείρημα για την ωριμότητά της ένα έχω να πω. Και αυτό επειδή τη γνωρίζω από μικρό κοριτσάκι. Τρία τα χαρακτηριστικά της: αυτονομία σκέψης, αυτοδυναμία στις πράξεις της και περιφρόνηση της παροιμιώδους σοβαροφάνειας. Με απλά λόγια, η Μαριάννα πάντα έκανε του κεφαλιού της. Μπράβο της!
Σκηνή 1η
«Ονειρευόμουν να μείνω για πάντα στην Αγγλία»
-Πότε ξεκίνησε το ενδιαφέρον σου για το θέατρο; Πόσο μικρή ήσουν; «Από όταν θυμάμαι τον εαυτό μου... Τριών;».
-Τόσο μικρή; Επηρεασμένη από τον μπαμπά; «Νομίζω πως ναι. Γνώρισα από μέσα αυτό τον χώρο, που είτε σε μαγεύει είτε σε απωθεί πλήρως. Δεν υπάρχει κάτι ενδιάμεσο. Και για ένα παιδί είναι πολύ μαγικό όλο αυτό».
-Γιατί να σε απωθήσει όμως; «Γιατί γνωρίζεις και τις δυσκολίες. Οπως ότι χρειάζεται τεράστια αντοχή, τύχη, και να σου αρέσει πραγματικά. Η επιλογή σου δοκιμάζεται διαρκώς, κάθε μέρα. Είναι πολύ δύσκολο, είναι επάγγελμα που στην Ελλάδα δεν ξέρω αν εκτιμάται ιδιαίτερα -και συνολικά ο πολιτισμός που παράγεται- από την πολιτική εξουσία».
-Μόνο από την πολιτική εξουσία ή και από την ίδια την κοινωνία; Εχουμε τα λιγότερα εισιτήρια, τους λιγότερους θεατές, τους λιγότερους αναγνώστες. «Σίγουρα. Και νομίζω ότι είναι κι ένα στοίχημα της δικής μου γενιάς το κατά πόσο θα μπορέσουμε να ξανακερδίσουμε το κοινό, να επιστρέψει στις αίθουσες∙ είτε αυτές είναι του σινεμά είτε του θεάτρου».
-Εβλεπες πολύ θέατρο, φαντάζομαι. «Ναι, και με τον πατέρα μου και με τη μητέρα μου και με φίλους πιο μετά. Από τα 16 και μετά άρχισα να πηγαίνω και μόνη μου και με φίλους πολύ».
-Τι σε είχε εντυπωσιάσει πιο πολύ απ’ όλα; Ποιο ήταν το όνειρό σου στα 16 σου χρόνια. Θυμάσαι; «Ονειρευόμουν να κάνω καριέρα στην Αγγλία όταν ήμουν 16. Ηθελα να μείνω για πάντα στην Αγγλία. Ετσι το είχα στο κεφάλι μου, ότι θα φύγω να σπουδάσω εκεί και θα μείνω εκεί. Δεν είχα και πρόβλημα με τα αγγλικά και θεωρούσα ότι η Αγγλία ίσως είναι ένας καλύτερος τόπος για το επάγγελμα του ηθοποιού».
Σκηνή 2η
Συμβουλές από τον Αντονι Χόπκινς
-Στην αρχή λοιπόν πηγαίνεις Αγγλία; «Στα 17 μου και έμεινα εκεί πέντε χρόνια. Εκεί σπούδασα».
-Τι σπούδασες; «Drama αναφέρει το πτυχίο μου. Το αντίστοιχο εδώ, το πιο κοντινό, είναι η Θεατρολογία. Σπούδασα και Υποκριτική σε δραματική σχολή και δούλεψα κιόλας».
-Πού; «Στο BBC ως βοηθός ενδυματολόγου».
-Ενδυματολόγου; Γιατί; «Ηθελα να είμαι αυτόνομη οικονομικά. Και γνώρισα εκεί μια ενδυματολόγο, η οποία μου πρότεινε να πάω μαζί της σε μια ταινία μικρού μήκους, στην αρχή ως βοηθός της. Στη συνέχεια έκανε και μια ταινία σε σκηνοθεσία Ρίτσαρντ Εϊρ, με τον Αντονι Χόπκινς και τον Ιαν ΜακΚέλεν, το “The Dresser” (σ.σ.: “Ο Αμπιγιέρ”)».
-Α, έχεις γνωρίσει τον Χόπκινς από κοντά; «Ναι, έχω μιλήσει μαζί του».
-Τι τύπος είναι; Οχι σαν ηθοποιός. Στην καθημερινότητα. «Ηταν από τα καλύτερα παραδείγματα. Πάρα πολύ γειωμένος, πάρα πολύ προσιτός, υπέροχος. Και πολύ γενναιόδωρος με τα νέα παιδιά, να βοηθήσει, να δώσει συμβουλές».
-Και τον Ιαν ΜακΚέλεν, είπες. Αλλη τρομερή προσωπικότητα. «Ναι, ήταν μια περίοδος της ζωής μου που ήταν λίγο ονειρική. Από τη μία η Ελεν Μίρεν, από την άλλη ο Αλαν Ρίκμαν -γιατί συνεργαζόταν και με αυτούς η ενδυματολόγος μου-, οπότε είχα πάρε-δώσε με όλους αυτούς. Το θυμάμαι σαν όνειρο».
-Και γιατί εγκατέλειψες το όνειρο; «Αν έφευγα τώρα, μπορεί να ήταν αλλιώς. Ισως τότε ήμουν πολύ μικρή για όλο αυτό. Πήγαινα πανεπιστήμιο, δούλευα, σπούδαζα και στη δραματική σχολή, όλα αυτά ταυτόχρονα. Και αποφάσισα όταν τελείωσα να γυρίσω απλώς για ένα καλοκαίρι στην Ελλάδα. Και όταν γύρισα εδώ συνειδητοποίησα το πόσο μόνη μου ένιωθα στην Αγγλία. Για εκείνη την ηλικία δεν το άντεχα».
Σκηνή 3η
Αριστούχα παντού
-Και επιστρέφεις στο Ελλάντα. «Και αποφασίζω να δώσω για τη Δραματική Σχολή του Εθνικού».
-Α, συνέχισες! Δεν σου αρκούσε το πτυχίο του Λονδίνου; Ησουν πλήρως εξοπλισμένη. «Θεωρούσα ότι δεν έχω κάνει σπουδές στη γλώσσα, στα ελληνικά. Είχα κάνει στα αγγλικά. Και επειδή το εργαλείο μας είναι η γλώσσα, θα έπρεπε κάπως να δουλέψω και την Υποκριτική στα ελληνικά. Η Αγγλία ήταν μια τριβή με το αντικείμενο σε ένα προστατευμένο περιβάλλον, χωρίς έκθεση».
-Και έμεινες τρία χρόνια εκεί. «Ναι, αριστούχα».
-Α, μπράβο. Παντού δεν ήσουν αριστούχα ή κάνω λάθος; «Ναι, μέχρι στιγμής».
-Και μετά; «Μετά... COVID. Ημουν αυτή η φουρνιά που βγαίνοντας πέσαμε πάνω στον COVID. Εγώ είχα την τύχη και μπόρεσα να δουλέψω στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος. Η πρώτη μου παράσταση μετά τη σχολή ήταν στην Επίδαυρο, στους “Όρνιθες” του Αριστοφάνη. Στον Χορό, και είχα και ρόλο Κήρυκα. Το έργο ξαναπήγε μετά, οπότε ήμουν δύο χρόνια στο Κρατικό Θέατρο στη Θεσσαλονίκη. Μετά επέστρεψα εδώ, έπαιξα σε κάποιες παραστάσεις, προέκυψε η πρόταση του Μανούσου Μανουσάκη για το “Κόκκινο Ποτάμι”, έκανα έναν μικρό ρόλο εκεί, και μετά ήρθαν οι “Ψυχοκόρες”».
-Εχεις προτάσεις για σινεμά; «Τώρα γίνεται η πρώτη μου συζήτηση για την πρώτη μου ταινία μεγάλου μήκους, αλλά δεν ξέρω ακόμα».
-Σε πρωταγωνιστικό ρόλο; «Ναι».
Σκηνή 4η
Η θρυλική Φρόσω Ράλλη
-Και με τις «Ψυχοκόρες» πώς έγινε; Η σειρά σκίζει, έτσι δεν είναι; «Ναι, πάει πάρα πολύ καλά. Ξεκίνησε με ένα τηλεφώνημα από τη Φρόσω Ράλλη».
-Η Φρόσω Ράλλη είναι θρυλικό πρόσωπο, μισό αιώνα στο κουρμπέτι. Σε ήξερε; «Δεν με ήξερε προσωπικά. Μου είπε “σε έχω δει και νομίζω ότι μπορεί να κάνεις για κάτι στη σειρά που ετοιμάζουμε”».
-Ποιος είναι ο σκηνοθέτης; «Ο Μιχάλης Χαραλαμπίδης. Συναντήθηκα λοιπόν με αυτούς τους δύο, και μετά μίλησα με τη Σοφία Δημοπούλου που κάνει το κάστινγκ για τη σειρά. Και κάναμε τέσσερις μήνες κάστινγκ».
-Δηλαδή, τι σημαίνει τέσσερις μήνες κάστινγκ; «Σημαίνει τέσσερις μήνες που πηγαίναμε στα γραφεία της Σοφίας Δημοπούλου και δοκιμάζαμε ρόλους. Εμένα με δοκίμασαν για τρεις διαφορετικούς ρόλους, τις τρεις από τις τέσσερις κόρες. Πρώτα για τη Φρόσω, μετά για τη Βασιλική και τελευταία ήρθε η Μαρίκα, που είναι ο ρόλος που κάνω, η μεγαλύτερη αδερφή».
-Θύμισέ μου ποιες είναι οι άλλες τρεις. «Είναι η Ασημένια Βουλιώτη που κάνει τη Δεσποινιώ, η Αννα Λουιζίδη που κάνει τη Φρόσω και η Μαργαρίτα Αλεξιάδη που κάνει τη Βασιλική».
-Ολα νέα κορίτσια, στην ηλικία σου. «Ναι, πάνω-κάτω».
-25 ετών δεν είσαι; «Τώρα είμαι 29».
Σκηνή 5η
«Οταν φιλάς τον συμπρωταγωνιστή σου πρέπει να το ζεις»
-Ενας ηθοποιός ανακαλεί μνήμες την ώρα που παίζει; Πολλοί αναρωτιούνται, για παράδειγμα, όταν κλαίει ένας ηθοποιός αν θυμάται κάτι δυσάρεστο από το παρελθόν του. Πώς γίνεται να δακρύζει τόσο εύκολα; «Αν αφεθείς στη στιγμή και πραγματικά τη ζεις, έρχεται και το δάκρυ. Για μένα το αυθεντικό γέλιο είναι πιο δύσκολο απ’ ό,τι το δάκρυ».
-Μια ερωτική σκηνή πώς γίνεται; Τόσο εύκολα μπορείς να φιλήσεις έναν άνθρωπο; «Πρέπει να το κάνεις. Αν είναι ένα καλογραμμένο σενάριο, σημαίνει ότι θα είναι απαραίτητη αυτή η ερωτική σκηνή να υπάρχει, οπότε είναι μέρος της δουλειάς μας κι αυτό».
-Πρέπει όμως να το κάνεις πειστικό αυτό. «Μα το ζεις εκείνη την ώρα».
-Δηλαδή πώς το ζεις; «Είναι και θέμα κατασκευής. Καταρχάς είναι πολύ διαφορετικό το τελικό αποτέλεσμα από αυτό που βιώνουμε εμείς. Δηλαδή εκείνη την ώρα υπάρχουν στο σετ δέκα με είκοσι τεχνικοί και άλλοι . Υπάρχει μια συγκεκριμένη χορογραφία που πρέπει να ακολουθήσεις - είναι μια χορογραφία όλο αυτό. Παίζουν πολλά πράγματα ρόλο εκείνη τη στιγμή».
Σκηνή 6η
«Συμβαίνει να ερωτεύεσαι τον συμπρωταγωνιστή σου, εγώ μέχρι τώρα όχι»
-Εχεις ερωτευτεί έναν συμπρωταγωνιστή σου; «Οχι, ποτέ».
-Συμβαίνει όμως αυτό, ε; «Συμβαίνει πολύ συχνά. Ακριβώς, νομίζω, για τους λόγους που είπαμε πριν. Οτι αφήνεσαι και το ζεις. Ενα μέρος σου το ζει».
-Και σε άλλες, πιο αποκαλυπτικές, πιο τολμηρές σκηνές, δεν έχεις πρόβλημα; «Κανένα. Αρκεί να δικαιολογείται στο σενάριο».
-Ααα, τα κρίνεις τόσο αυστηρά. Δηλαδή βλέπεις το σενάριο και τι κοιτάς; Τον σκηνοθέτη, τον παραγωγό ή το περιεχόμενο; «Για μια πιθανή συνεργασία; Πρώτα τους ανθρώπους με τους οποίους θα συνεργαστώ και μετά το σενάριο - έρχεται δεύτερο».
Σκηνή 7η
«Game of Thrones»
-Πιστεύεις ότι πάνω απ’ όλα είναι το σενάριο ή ο σκηνοθέτης; «Θα πω πρώτα ένας καλός σκηνοθέτης και μετά ένα καλό σενάριο. Αλλά αυτό με επιφύλαξη γιατί είμαι νέα ακόμα, μπορεί να το πάρω πίσω».
-Εγώ πιστεύω πως αν το σενάριο είναι καλό, τότε ένας μέτριος σκηνοθέτης κάνει μια καλή ταινία. Βέβαια, έχουν γυριστεί ταινίες χωρίς σενάριο. Ο Γκοντάρ έκανε ταινίες με δυο-τρεις σελίδες, ας πούμε, που τις άλλαζε κιόλας, τις έφτιαχνε στο πόδι. Αλλά έκανε πρωτοποριακά αριστουργήματα. «Ηταν ο Γκοντάρ, όμως».
-Σωστά, ήταν ιδιοφυΐα. Ο σκηνοθέτης σας, ο Μιχάλης Χαραλαμπίδης, τι άλλο έχει γυρίσει; «Αυτός ήταν στην Αμερική. Είναι η πρώτη του σειρά εδώ. Στην Αμερική δούλεψε στο “Game of Thrones”. Ηταν, νομίζω, στα visual effects. Μετά ήρθε εδώ, έχει κάνει κάποιες μικρού μήκους και αυτή ήταν η πρώτη του μεγάλη δουλειά εδώ. Είχε βέβαια και τον Κώστα Σκύφτα και την Κατερίνα Αθανασίου σε κάθε συνεργείο - γιατί είχαμε δύο συνεργεία. Δουλεύαμε και με τους τρεις».
-Α, είχατε τρεις σκηνοθέτες. Ποιος έχει γράψει το σενάριο; «Η Πένυ Φυλακτάκη και ο Βαγγέλης Νάσης».
-Για πόσα επεισόδια; «Εξήντα».
-Τόσα πολλά! Μήπως υπάρχει ένα πρόβλημα εκεί; Θεωρείς ότι τα πολλά επεισόδια ξεχειλώνουν την ιστορία και ότι τα κάνουν αναγκαστικά στην Ελλάδα λόγω περιορισμένων χρηματικών πόρων; «Για μένα, σίγουρα. Και νομίζω ότι στην τηλεόραση, τώρα που βλέπουμε ότι γίνεται μια προσπάθεια προς κάτι που φαίνεται να είναι καλό, θα έπρεπε να λειτουργούν περισσότερο με όρους ποιότητας παρά ποσότητας. Ελπίζω να γίνει
αυτό».
Σκηνή 8η
«Δουλειά να υπάρχει κι ό,τι να 'ναι»
-Από την εμπειρία που απέκτησες στα γυρίσματα, τι σου έκανε περισσότερη εντύπωση; Ποια ήταν μια κορυφαία στιγμή, αρνητική ή θετική; «Κορυφαία στιγμή δεν ξέρω αν έχω. Πάντως αυτό που μου έχει μείνει είναι ότι είχα μια αίσθηση ότι αυτό που συμβαίνει εδώ, σε σχέση με τους ανθρώπους που έχουμε, που κάπως μαζευτήκαμε σε αυτή τη δουλειά, είναι σπάνιο - βέβαια εγώ δεν έχω να το συγκρίνω με πάρα πολλές
δουλειές».
-Γιατί σπάνιο; «Γιατί συνάντησα πολύ όμορφους και γενναιόδωρους ανθρώπους και όλοι ήταν έτσι∙ δεν υπήρχε καμία εξαίρεση. Δεν ξέρω αν έφταιγε ο ενθουσιασμός μου και το ότι ήταν μία από τις πρώτες μου δουλειές, και τα έβλεπα όλα πιο θετικά από ό,τι ήταν. Οταν μίλησα όμως και με άλλους ανθρώπους που είχαν χρόνια εμπειρίας, όπως ο Πυγμαλίων Δαδακαρίδης, η Κατερίνα Αθανασίου, συνειδητοποίησα ότι όλοι είχαμε την ίδια άποψη, ότι συμβαίνει κάτι πολύ σπάνιο εδώ».
-Οι αμοιβές είναι καλές; «Ναι».
-Δηλαδή μπορεί να ζήσει ένας ηθοποιός από την αμοιβή που εισπράττει στην τηλεόραση; «Ειδικά, ναι. Γενικά, είναι ένα τεράστιο ζήτημα. Ανάλογα την αμοιβή. Αλλά νομίζω το βασικότερο θέμα είναι ότι δεν έχουμε την απαραίτητη εργασιακή ασφάλεια. Αλλά αυτό είναι μια άλλη συζήτηση».
-Είναι πάρα πολλοί οι ηθοποιοί. «Είναι πάρα πολλοί οι ηθοποιοί, πάρα πολλά τα θέατρα, δεν είναι τόσοι πολλοί οι θεατές. Και μακάρι να υπήρχε μεγαλύτερη εργασιακή ασφάλεια, δηλαδή να είχαμε συλλογικές συμβάσεις στον ιδιωτικό τομέα. Για μένα αυτό είναι πολύ βασικό. Οταν δεν υπάρχει αυτό, είμαστε όλοι στον αέρα».
-Και οι συμφωνίες που γίνονται στο θέατρο; Αν τα ξέρεις αυτά βέβαια. Οι πρόβες πληρώνονται ή όχι; «Οφείλουν να πληρώνονται, σαφέστατα».
-Δεν τις πληρώνουν όμως απ’ ό,τι ξέρω. «Παλεύουμε, νομίζω είναι και θέμα της νεότερης γενιάς να τα διεκδικήσει αυτά. Μακάρι να τα καταφέρουμε, τι να πω. Αλλά τις πρόβες οφείλουν να τις πληρώνουν».
-Και ένας νέος ηθοποιός σήμερα, που ξεκινάει να δουλεύει, δεν μπορεί να ζήσει με τα χρήματα αυτά. Περιμένει μια πρόταση από την τηλεόραση, πάει στη διαφήμιση... «Εχουμε μπει σε μια συνθήκη και σε μια θέση που είναι “δουλειά να υπάρχει κι ό,τι να ’ναι”. Και χάνουμε και το ότι θα πρέπει να μας αφορά και καλλιτεχνικά αυτό που κάνουμε γιατί υποτίθεται πως είμαστε καλλιτέχνες. Οι νέοι άνθρωποι δεν έχουν πάντα αυτή την επιλογή. Αναγκάζονται να είναι σε δουλειές που δεν τους αφορούν καλλιτεχνικά, γιατί προφανώς πρέπει να βιοποριστούν κάπως. Είναι μια πολύ βίαιη συνθήκη».
Σκηνή 9η
Υπέρ του κινήματος #Metoo
-Θέατρο τώρα θα κάνεις; «Δεν ξέρω ακόμα, μάλλον από Σεπτέμβρη κοιτάω. Αλλά θέλω να αφήσω λίγο ανοιχτές τις επιλογές μου. Θέλω και θέατρο και κινηματογράφο. Αυτά τα δύο είναι που κυνηγάω».
-Kυνηγάς και τον κινηματογράφο; «Ναι, πολύ. Την ερωτεύτηκα την κάμερα».
-Ο πατέρας σου δεν σου λέει ότι πρέπει να δουλέψεις πιο πολύ στο θέατρο; «Ο πατέρας μου δεν μου έλεγε ποτέ τι να κάνω. Είμαι αυτόνομο πλάσμα, κάνω τις επιλογές μου».
-Να σε ρωτήσω για το θέμα της σεξουαλικής παρενόχλησης. Εχεις ποτέ τέτοια περιστατικά στη ζωή σου; «Οχι».
-Ποια είναι η γνώμη σου πάνω σε αυτό. Μήπως υπερβάλλουν μερικές γυναίκες; Μήπως είναι μια υπερβολή το #MeToo; «Δεν θεωρώ ότι είναι μια υπερβολή. Καταλαβαίνω τους λόγους για τους οποίους το κίνημα αυτό ξεκίνησε από το θέατρο, γιατί πέφτουν τα φώτα πάνω σ’ αυτό τον χώρο, αλλά είναι σημαντικό να καταλάβουμε ότι πρέπει να επεκταθεί σε όλους τους εργασιακούς χώρους. Δεν αφορά δηλαδή μόνο τον καλλιτέχνη».
Σκηνή 10η
«Είμαι πολύ ερωτευμένη»
-Στην προσωπική σου ζωή πώς είσαι; «Είμαι πολύ χαρούμενη».
-Τι σημαίνει αυτό; Εχεις μια καλή σχέση; «Ναι, έχω μια καλή σχέση, είμαι πολύ ερωτευμένη, είμαι καλά».
-Μπράβο, ωραία. Πρόκειται να παντρευτείς δηλαδή; «Δεν το βλέπω, είμαι μικρή ακόμα. Ούτε ξέρω αν θέλω να παντρευτώ ακόμα. Δεν έχω αποφασίσει».
-Εχεις δει την ταινία του Λάνθιμου; «Ναι, βέβαια».
-Και τι γνώμη έχεις; «Μου άρεσε πάρα πολύ. Εκτίμησα πολύ την προσπάθεια να καταλάβει ένας άνδρας την πορεία μιας γυναίκας. Η Εμα Στόουν είναι εκπληκτική, της έχω λατρεία, ξετρελάθηκα με τη φωτογραφία της ταινίας - και με το σενάριο».
-Θα ήθελες να δουλέψεις με τον Λάνθιμο, φαντάζομαι. «Ναι, μακάρι, δεν το συζητάω καν».
-Είδα τώρα μια ταινία, το «Μαμά Γκλόρια». Παίζει ένα κοριτσάκι έξι ετών. Σου συνιστώ να πας να τη δεις στο «Αστυ» μόνο και μόνο για την ερμηνεία του. Πώς είναι δυνατόν να παίζει ένα κοριτσάκι τόσο καλά; «Αυτή την απορία την έχω κι εγώ. Αν βρεις την απάντηση να μου την πεις κι εμένα. Πάντα την έχω όταν βλέπω μικρά παιδιά να παίζουν εκπληκτικά».
-Από τους Ελληνες ηθοποιούς ποιους εκτιμάς πολύ; Πες μου δυο-τρία ονόματα. «Θα πω τον Δημήτρη Καταλειφό, τη Ράνια Οικονομίδου, τη Φιλαρέτη Κομνηνού, την Καρυοφυλλιά Καραμπέτη...».
-Από τους νεότερους; «Την Κάτια Γκουλιώνη από τους νεότερους».
Επίλογος
«Προσπαθώ να παίρνω σοβαρά αυτό που κάνω, όχι τον εαυτό μου»
-Ποια συνθήκη θα κάνει τη Μαριάννα Κιμούλη να ανθίσει ερμηνευτικά, θεατρικά, κινηματογραφικά; «Μακάρι να ’ξερα. Δεν έχω βρει την απάντηση σε αυτό, αλλιώς θα το είχα κάνει και θα είχα ανθίσει κιόλας».
-Τι είναι εκείνο που απεχθάνεσαι στη ζωή γενικά; Που δεν το αντέχεις; «Την τσιγκουνιά. Οχι στο χρήμα, σε όλα. Κάποιος που είναι τσιγκούνης στο χρήμα είναι τσιγκούνης και στα συναισθήματα. Το πιστεύω και προσπαθώ να το κάνω και πράξη, ότι η ζωή είναι για να τη μοιραζόμαστε».
-Τα παιδιά με τα οποία συναναστρέφεσαι πώς βλέπουν την κατάσταση σήμερα; Και την παγκόσμια και την ελληνική; «Σκοτεινή, αβέβαιη, γεμάτη ανασφάλεια. Στους καλλιτεχνικούς χώρους υπάρχει τρομακτικά αυτό, αλλά και συνολικότερα στη νέα γενιά. Ελπίζω να τα καταφέρουμε κάπως».
-Η ελπίδα είναι τραυματισμένη, έχει πεθάνει; «Αν έχει πεθάνει, οφείλουμε να την ξαναεφεύρουμε».
Πριν φύγει της είπα: «Εχεις διαβάσει αυτά που είχε πει δημοσίως η Σίρλεϊ ΜακΛέιν, πως δηλαδή "όποια πρωταγωνίστρια στο Χόλιγουντ σας πει ότι δεν έχει πάει με τον σκηνοθέτη της και τον συμπρωταγωνιστή της
λέει ψέματα"»;
Χαμογέλασε και μου είπε: «Συμβαίνει»!
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr