Το μοντέλο και η συγγραφέας: Πώς η Βίκυ Καγιά έγινε Ιωάννα Καρυστιάνη
20.05.2024
09:18
Η παρουσιάστρια πρωταγωνιστεί στο νέο φιλμ «Πολύδροσο» του Αλέξανδρου Βούλγαρη, γιου του Παντελή Βούλγαρη και της Ιωάννας Καρυστιάνη, ενσαρκώνοντας τη μητέρα και τη σχέση με την κόρη της, σε μια αλληγορική αναδρομή στη ζωή του διάσημου σκηνοθέτη
Την ξέρουμε -κυριολεκτικά- από μικρό κορίτσι. Την έχουμε δει να πρωταγωνιστεί σε διαφημιστικά σποτ, να φιγουράρει σε εξώφυλλα περιοδικών, να σουλατσάρει στις πασαρέλες, να εκκολάπτεται από μαθητευόμενη τηλεπαρουσιάστρια σε πολύφερνη τηλεοπτική σταρ, να γίνεται μούσα του Σταμάτη Φασουλή στο θέατρο («Δύο τρελοί παραγωγοί») αλλά και του Νίκου Περράκη («Σειρήνες στο Αιγαίο») στον κινηματογράφο.
Και μόνο βέβαια για το γεγονός ότι η Βίκυ Καγιά παρέδωσε στην ελληνική ποπ κουλτούρα τον νεολογισμό «συγκλό!» (βλ. σύντμηση της λέξης «συγκολονιστικό»), μαζί με μια ντουζίνα άλλα επιφωνήματα ενθουσιασμού που τροφοδότησαν με σπαρταριστή πρώτη ύλη τα βίντεο του Luben, από το μετερίζι του «Greece’s Next Top Model» τής οφείλουμε αιώνια ευγνωμοσύνη. Θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι το κοινό γνωρίζει την Καγιά από την καλή και την ανάποδη -άλλοι την έχουν μεγαλώσει, μεταφορικά, στα πόδια τους και με άλλους μεγαλώνει σε παράλληλο χρόνο-, ότι την έχει δει να επιχειρεί και να δοκιμάζει τα πάντα, ότι τέλος πάντων δεν υπάρχουν πολλά πράγματα τα οποία θα μπορούσε να κάνει και που θα προκαλούσαν έκπληξη ή, πολύ περισσότερο, ανατροπή στην εικόνα της.
Κι αυτό θα ήταν εν πολλοίς αληθές μέχρι την προηγούμενη Πέμπτη. Οταν δηλαδή στους κινηματογράφους κυκλοφόρησε η νέα ταινία του The Boy -κατά κόσμον Αλέξανδρου Βούλγαρη- με τίτλο «Πολύδροσο» και πρωταγωνίστρια εκείνη. Η απορία είναι εύλογη. Τι γυρεύει ένα πρόσωπο ταυτισμένο με αυτό που με την ευρεία έννοια συνιστά το mainstream στο εναλλακτικό, σχεδόν ποιητικό σύμπαν ενός Ελληνα κινηματογραφιστή, ο οποίος, όπως προδίδει το επώνυμό του, είναι γιος του σπουδαιότερου εν ζωή Ελληνα σκηνοθέτη, δηλαδή του Παντελή Βούλγαρη, και της συγγραφέως Ιωάννας Καρυστιάνη; Μήπως πρόκειται για κάποιου είδους φάρσα, για μια μεταχρονολογημένη Πρωταπριλιά;
Ο ρόλος
Ακριβώς αυτή τη σκέψη έκανε και η ίδια η Βίκυ Καγιά όταν δέχτηκε το πρώτο τηλεφώνημα από την εταιρεία παραγωγής του φιλμ και άκουσε μια πρόταση που στα αυτιά της τότε ήχησε ως τρολιά. Χρειάστηκαν αρκετά ακόμα τηλεφωνήματα ώστε εκείνη να πειστεί πως δεν είχε πέσει θύμα κάποιας πλάκας και ακόμα περισσότερη συζήτηση ώστε να πειστεί να συμμετάσχει σε μια παραγωγή που θα την έβγαζε έξω από τα νερά και την comfort zone της. Στην πραγματικότητα, βέβαια, εκείνο που ζητούσε ο 43χρονος Αλέξανδρος Βούλγαρης, ο οποίος αναμετρήθηκε για ενάμιση χρόνο με τη σκέψη για το εάν και το κατά πόσο η επιλογή της Καγιά θα λειτουργούσε, από εκείνη ήταν να επιστρέψει στις ρίζες της, στη γειτονιά όπου γεννήθηκε, μεγάλωσε, πήγε σχολείο και από την οποία έφυγε για να διαγράψει την καριέρα στο μόντελινγκ και τελικά στο θέαμα που σε αδρές γραμμές όλοι γνωρίζουμε.
Ακόμα πιο ενδιαφέρουσα κάνει τη συνάντηση σκηνοθέτη και -ας χρησιμοποιήσουμε καταχρηστικά και με περίσσευμα συγγραφικής αδείας τον όρο- μούσας το γεγονός ότι οι δυο τους φοιτούσαν στο ίδιο σχολείο στη γειτονιά των βορείων προαστίων. Μάλιστα, ο Βούλγαρης θυμάται την έφηβη τότε Καγιά να εμφανίζεται με θάρρος και πυγμή στο καπνιστήριο του σχολείου και να ζητά από τους συμμαθητές της την ψήφο τους για την εκλογή της στο 15μελές μαθητικό συμβούλιο. Είναι μια εικόνα που μπορεί να μην τον καθόρισε, λειτούργησε όμως καταλυτικά στην επιλογή του να είναι η αλλοτινή συμμαθήτριά του το ιδανικό πρόσωπο για να ενσαρκώσει τη μία από τις δύο Σοφίες της νέας ταινίας του. Η άλλη είναι η γνωστή και ταλαντούχα ηθοποιός Σοφία Κόκκαλη - πολλοί ενδεχομένως τη θυμούνται από τον πρόσφατο τηλεοπτικό ρόλο της στο «Milky Way» του Βασίλη Κεκάτου.
Οχι, η ιδέα του σκηνοθέτη, ο οποίος είναι συνειδητά αποστασιοποιημένος από την πολλή συνάφεια του κόσμου, έχει μάλλον εσωστρεφή στάση απέναντι στη δημοσιότητα και δεν έχει προσπαθήσει ούτε κατά διάνοια να εξαργυρώσει το πατρογονικό όνομά του στην τέχνη του, δεν είναι ένα εφεύρημα για να φέρει virality και εισιτήρια. Μπορεί το πάντρεμα mainstream και εναλλακτικού να λειτουργεί παβλοφικά ως περίφημο τυράκι προς μαζική κατανάλωση, όμως η πρόθεση του ίδιου ήταν απλώς να γυρίσει μια ταινία τοποθετημένη στην περιοχή του Πολύδροσου, με πρωταγωνιστές ανθρώπους που σμίλεψαν τις παιδικές αναμνήσεις τους στο συγκεκριμένο γεωγραφικό μήκος και πλάτος, σε μια γειτονιά, την οποία, όπως ο ίδιος λέει, οι περισσότεροι προσπερνούν, δεν γνωρίζουν ή παραγνωρίζουν, έχει όμως τη δική της μυθολογία, που δεν φτιάχνεται από υπερήρωες αλλά από ανθρώπους της διπλανής πόρτας.
Και μόνο βέβαια για το γεγονός ότι η Βίκυ Καγιά παρέδωσε στην ελληνική ποπ κουλτούρα τον νεολογισμό «συγκλό!» (βλ. σύντμηση της λέξης «συγκολονιστικό»), μαζί με μια ντουζίνα άλλα επιφωνήματα ενθουσιασμού που τροφοδότησαν με σπαρταριστή πρώτη ύλη τα βίντεο του Luben, από το μετερίζι του «Greece’s Next Top Model» τής οφείλουμε αιώνια ευγνωμοσύνη. Θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι το κοινό γνωρίζει την Καγιά από την καλή και την ανάποδη -άλλοι την έχουν μεγαλώσει, μεταφορικά, στα πόδια τους και με άλλους μεγαλώνει σε παράλληλο χρόνο-, ότι την έχει δει να επιχειρεί και να δοκιμάζει τα πάντα, ότι τέλος πάντων δεν υπάρχουν πολλά πράγματα τα οποία θα μπορούσε να κάνει και που θα προκαλούσαν έκπληξη ή, πολύ περισσότερο, ανατροπή στην εικόνα της.
Κι αυτό θα ήταν εν πολλοίς αληθές μέχρι την προηγούμενη Πέμπτη. Οταν δηλαδή στους κινηματογράφους κυκλοφόρησε η νέα ταινία του The Boy -κατά κόσμον Αλέξανδρου Βούλγαρη- με τίτλο «Πολύδροσο» και πρωταγωνίστρια εκείνη. Η απορία είναι εύλογη. Τι γυρεύει ένα πρόσωπο ταυτισμένο με αυτό που με την ευρεία έννοια συνιστά το mainstream στο εναλλακτικό, σχεδόν ποιητικό σύμπαν ενός Ελληνα κινηματογραφιστή, ο οποίος, όπως προδίδει το επώνυμό του, είναι γιος του σπουδαιότερου εν ζωή Ελληνα σκηνοθέτη, δηλαδή του Παντελή Βούλγαρη, και της συγγραφέως Ιωάννας Καρυστιάνη; Μήπως πρόκειται για κάποιου είδους φάρσα, για μια μεταχρονολογημένη Πρωταπριλιά;
Ο ρόλος
Ακριβώς αυτή τη σκέψη έκανε και η ίδια η Βίκυ Καγιά όταν δέχτηκε το πρώτο τηλεφώνημα από την εταιρεία παραγωγής του φιλμ και άκουσε μια πρόταση που στα αυτιά της τότε ήχησε ως τρολιά. Χρειάστηκαν αρκετά ακόμα τηλεφωνήματα ώστε εκείνη να πειστεί πως δεν είχε πέσει θύμα κάποιας πλάκας και ακόμα περισσότερη συζήτηση ώστε να πειστεί να συμμετάσχει σε μια παραγωγή που θα την έβγαζε έξω από τα νερά και την comfort zone της. Στην πραγματικότητα, βέβαια, εκείνο που ζητούσε ο 43χρονος Αλέξανδρος Βούλγαρης, ο οποίος αναμετρήθηκε για ενάμιση χρόνο με τη σκέψη για το εάν και το κατά πόσο η επιλογή της Καγιά θα λειτουργούσε, από εκείνη ήταν να επιστρέψει στις ρίζες της, στη γειτονιά όπου γεννήθηκε, μεγάλωσε, πήγε σχολείο και από την οποία έφυγε για να διαγράψει την καριέρα στο μόντελινγκ και τελικά στο θέαμα που σε αδρές γραμμές όλοι γνωρίζουμε.
Ακόμα πιο ενδιαφέρουσα κάνει τη συνάντηση σκηνοθέτη και -ας χρησιμοποιήσουμε καταχρηστικά και με περίσσευμα συγγραφικής αδείας τον όρο- μούσας το γεγονός ότι οι δυο τους φοιτούσαν στο ίδιο σχολείο στη γειτονιά των βορείων προαστίων. Μάλιστα, ο Βούλγαρης θυμάται την έφηβη τότε Καγιά να εμφανίζεται με θάρρος και πυγμή στο καπνιστήριο του σχολείου και να ζητά από τους συμμαθητές της την ψήφο τους για την εκλογή της στο 15μελές μαθητικό συμβούλιο. Είναι μια εικόνα που μπορεί να μην τον καθόρισε, λειτούργησε όμως καταλυτικά στην επιλογή του να είναι η αλλοτινή συμμαθήτριά του το ιδανικό πρόσωπο για να ενσαρκώσει τη μία από τις δύο Σοφίες της νέας ταινίας του. Η άλλη είναι η γνωστή και ταλαντούχα ηθοποιός Σοφία Κόκκαλη - πολλοί ενδεχομένως τη θυμούνται από τον πρόσφατο τηλεοπτικό ρόλο της στο «Milky Way» του Βασίλη Κεκάτου.
Οχι, η ιδέα του σκηνοθέτη, ο οποίος είναι συνειδητά αποστασιοποιημένος από την πολλή συνάφεια του κόσμου, έχει μάλλον εσωστρεφή στάση απέναντι στη δημοσιότητα και δεν έχει προσπαθήσει ούτε κατά διάνοια να εξαργυρώσει το πατρογονικό όνομά του στην τέχνη του, δεν είναι ένα εφεύρημα για να φέρει virality και εισιτήρια. Μπορεί το πάντρεμα mainstream και εναλλακτικού να λειτουργεί παβλοφικά ως περίφημο τυράκι προς μαζική κατανάλωση, όμως η πρόθεση του ίδιου ήταν απλώς να γυρίσει μια ταινία τοποθετημένη στην περιοχή του Πολύδροσου, με πρωταγωνιστές ανθρώπους που σμίλεψαν τις παιδικές αναμνήσεις τους στο συγκεκριμένο γεωγραφικό μήκος και πλάτος, σε μια γειτονιά, την οποία, όπως ο ίδιος λέει, οι περισσότεροι προσπερνούν, δεν γνωρίζουν ή παραγνωρίζουν, έχει όμως τη δική της μυθολογία, που δεν φτιάχνεται από υπερήρωες αλλά από ανθρώπους της διπλανής πόρτας.
Στο φιλμ, η Βίκυ Καγιά υποδύεται τη μητέρα Σοφία και η Σοφία Κόκκαλη την κόρη Σοφία, η οποία επιστρέφει στο πατρικό της για να φροντίσει την άρρωστη μητέρα της και να περπατήσουν μαζί τα τελευταία μέτρα της ζωής της πρώτης. Ναι, πρόκειται για μια περίφημη αντιστροφή ρόλων γονέα και παιδιού, την οποία όμως ο Βούλγαρης δεν αποδίδει με γραμμική αφήγηση αλλά περισσότερο σαν ένα ξεθωριασμένο, φιλτραρισμένο με την πατίνα του χρόνου οπτικό και αισθητικό όνειρο. Αλλά αυτό είναι κάτι που γνωρίζουν όσοι έχουν παρακολουθήσει κάποιες από τις προηγούμενες κινηματογραφικές δουλειές του.
Επιστροφή στις ρίζες
Ο Βούλγαρης ήθελε να δημιουργήσει μια ταινία για την παιδική ηλικία και για την παιδική γειτονιά του. Εξάλλου, τα γυρίσματα πραγματοποιήθηκαν κατόπιν πολύ συνειδητής επιλογής του στο σπίτι όπου μεγάλωσε ο ίδιος -η οικογένεια Βούλγαρη εγκαταστάθηκε στο Πολύδροσο το 1987-, παρότι κάθε άλλο παρά κινηματογραφικό θα το έλεγε κανείς. Ηταν επίσης κρίσιμο για εκείνον οι πρωταγωνίστριες του φιλμ να είχαν βιωμένες αναμνήσεις από το Πολύδροσο ώστε να ιχνηλατήσουν μαζί τις ηρωίδες τους πίσω στον χρόνο.
Και παρότι έχουμε να κάνουμε με την ιστορία και τη σχέση ανάμεσα σε μια μάνα και μια κόρη, ο δημιουργός δεν θα μπορούσε να μην μπολιάσει την αφήγησή του με μνήμες και στιγμιότυπα από εκείνα που έζησε ο ίδιος ως παιδί με τη μητέρα του. Η Ιωάννα Καρυστιάνη ήταν παρούσα σε αρκετά από τα γυρίσματα και μάλιστα, σύμφωνα με όσα είπε η Βίκυ Καγιά σε πρόσφατη συνέντευξή της στο περιοδικό «Marie Claire», είχε όχι ακριβώς ενεργό αλλά κρίσιμο ρόλο στην παραγωγή, αναλαμβάνοντας να είναι μια άτυπη οικοδέσποινα. «Να οι μαραθόπιτες, να οι πρασόπιτες, να οι τυρόπιτες, να τα καλτσούνια, άσε τι φάγαμε!
Μια εμπειρία που δεν θα ξεχάσω ποτέ, ουσιαστική και αληθινή, με ένα υπέροχο crew, με όλα τα παιδιά να είναι εκεί για τον ίδιο λόγο, να δημιουργήσουν και να αφηγηθούν μια ιστορία», αφηγήθηκε η τηλεπαρουσιάστρια και εν προκειμένω κινηματογραφική πρωταγωνίστρια. Ο ένας μήνας μάλιστα που διήρκεσαν τα γυρίσματα της ταινίας έγιναν για εκείνην ένα κενό από τις συνήθεις -και μάλλον φωτογενέστερες- επαγγελματικές υποχρεώσεις της, μια περίοδος διαλογισμού και επιστροφής σε αυτό από το οποίο ως έφηβη ήθελε να αποδράσει. Στο Πολύδροσο.
Και οι τρεις βασικοί συντελεστές της ταινίας -Βούλγαρης, Καγιά, Κόκκαλη- έζησαν μάλλον μια λυτρωτική εμπειρία συνδεόμενοι, έστω και μέσω της σύμβασης μιας ταινίας, με τη γειτονιά της παιδικής ηλικίας τους, την αθωότητα, την εποχή που δεν είχε τεχνολογία, reel stories και κυρίαρχη την αίσθηση πως όλοι είμαστε διαθέσιμοι στους άλλους ανά πάσα στιγμή, αλλά και τη συναίσθηση της ενηλικίωσης και της αντίστροφης μέτρησης με την οποία καθένας μοιραία αναμετριέται.
Ο χρόνος άλλωστε είναι κομβικός και σε αυτό το φιλμ του σκηνοθέτη -ειδικά το τέλος του χρόνου μας με τους άλλους πάνω στη Γη-, αφού, όπως ο ίδιος έχει πει, αυτή είναι η δεύτερη ταινία του στην οποία καταπιάνεται με τη θεματική της φθοράς, του θανάτου, του πένθους και της διαχείρισής του - θα ακολουθήσει ακόμα μία που θα ολοκληρώσει την τριλογία. Η φθορά είναι ένα ζήτημα που απασχολεί τον Βούλγαρη και σε προσωπικό επίπεδο και μοιραία περνά και μέσα στην τέχνη του. Αν, βέβαια, κάτι φοβάται πραγματικά, είναι, σύμφωνα με κάποιες παλαιότερες δηλώσεις του, η τρέλα. Οτι δηλαδή κάποια στιγμή θα τρελαθεί. Αλλά και ποιος δεν το φοβάται πια;
The Boy
Ο Αλέξανδρος Βούλγαρης ή The Boy, όπως είναι περισσότερο γνωστός μέσα από τη μουσική που δημιουργεί και τις ταινίες που φτιάχνει, γεννήθηκε το 1981. Ηρθε μάλιστα στον κόσμο την ημέρα του μεγάλου σεισμού στις Αλκυονίδες Νήσους. Μικρός ήθελε για κάποιον ακατανόητο λόγο να γίνει καστανάς και κατόπιν αποφάσισε πως ήθελε να είναι ο Βασίλης Λογοθετίδης. Σημαδιακή -με την τραυματική έννοια, όπως καταλαβαίνει κανείς από τον τρόπο που την έχει περιγράψει- εμπειρία της ζωής του ήταν η στράτευσή του στις τάξεις της ΚΝΕ σε ηλικία μόλις 12 ετών.
Τελικά αποφάσισε -επαγγελματικά τουλάχιστον- πως το καλύτερο που είχε να κάνει ήταν να εστιάσει στη ζωή και τη δημιουργικότητά του -η αυτοναναφορικότητα είναι συστατικό στοιχείο της δουλειάς του, όχι όμως με τη ναρκισσιστική ερμηνεία- στη μουσική, τη συγγραφή και το σινεμά. Ευρύτερα γνωστός ξεκίνησε να γίνεται το 2005 μέσα από το γκρουπ Mary & The Boy, το οποίο είχε δημιουργήσει με τη Μαίρη Τσώνη, ηθοποιό που πρωταγωνίστησε στον «Κυνόδοντα» του Γιώργου Λάνθιμου και πέθανε σε ηλικία μόλις 30 ετών, τον Μάιο του 2017.
Η μουσική και ο κινηματογράφος είναι δύο αδιαχώριστες τέχνες για τον Βούλγαρη και στο έργο του συχνά εμπεριέχονται η μία μέσα στην άλλη - η μουσική έχει κυρίαρχο αφηγηματικό ρόλο και στο «Πολύδροσο». Παρότι γιος του Βούλγαρη και της Καρυστιάνη, δύο ονομάτων που από άλλους θα αξιοποιούνταν ως διαβατήριο ή εχέγγυο, ο Αλέξανδρος Βούλγαρης σχεδόν αποσιωπά ή τέλος πάντων κάθε άλλο παρά διαφημίζει ή καπηλεύεται τα έργα και τις ημέρες των γονιών του.
Ομοίως και η αδελφή του Κωνσταντίνα Βούλγαρη, η οποία έχει επίσης ασχοληθεί με το σινεμά. Πατέρας και γιος, πάντως, συνεργάστηκαν για την ταινία «Το τελευταίο σημείωμα», για την οποία ο The Boy, έπειτα από έρευνα επτά μηνών, συνέθεσε το soundtrack. Ομως αν τον ρωτήσεις να συστηθεί, το πρώτο πράγμα που πιθανότατα θα απαντήσει δεν θα είναι «ο γιος του Βούλγαρη και της Καρυστιάνη», αλλά ένα αγόρι που από μικρό συνήθισε να φορά γυαλιά και όταν μεγάλωσε αποφάσισε να λέει ιστορίες για ευαίσθητους ανθρώπους που είχαν την ατυχία -ή μήπως την τύχη;- να γεννηθούν σε έναν όχι τόσο ευαίσθητο κόσμο.
Ειδήσεις σήμερα:
Νεκροί ο πρόεδρος του Ιράν και ο υπουργός Εξωτερικών - Βρέθηκαν τα συντρίμμια του ελικοπτέρου
«Σαρώνει» τη Βόρεια Ελλάδα ο Μητσοτάκης για να φρενάρει διαρροές - Στη Θεσσαλονίκη με ατζέντα καθημερινότητας
Από πού προήλθαν τα χρήματα και πώς έφτασαν να κυριαρχούν στη ζωή μας
Επιστροφή στις ρίζες
Ο Βούλγαρης ήθελε να δημιουργήσει μια ταινία για την παιδική ηλικία και για την παιδική γειτονιά του. Εξάλλου, τα γυρίσματα πραγματοποιήθηκαν κατόπιν πολύ συνειδητής επιλογής του στο σπίτι όπου μεγάλωσε ο ίδιος -η οικογένεια Βούλγαρη εγκαταστάθηκε στο Πολύδροσο το 1987-, παρότι κάθε άλλο παρά κινηματογραφικό θα το έλεγε κανείς. Ηταν επίσης κρίσιμο για εκείνον οι πρωταγωνίστριες του φιλμ να είχαν βιωμένες αναμνήσεις από το Πολύδροσο ώστε να ιχνηλατήσουν μαζί τις ηρωίδες τους πίσω στον χρόνο.
Και παρότι έχουμε να κάνουμε με την ιστορία και τη σχέση ανάμεσα σε μια μάνα και μια κόρη, ο δημιουργός δεν θα μπορούσε να μην μπολιάσει την αφήγησή του με μνήμες και στιγμιότυπα από εκείνα που έζησε ο ίδιος ως παιδί με τη μητέρα του. Η Ιωάννα Καρυστιάνη ήταν παρούσα σε αρκετά από τα γυρίσματα και μάλιστα, σύμφωνα με όσα είπε η Βίκυ Καγιά σε πρόσφατη συνέντευξή της στο περιοδικό «Marie Claire», είχε όχι ακριβώς ενεργό αλλά κρίσιμο ρόλο στην παραγωγή, αναλαμβάνοντας να είναι μια άτυπη οικοδέσποινα. «Να οι μαραθόπιτες, να οι πρασόπιτες, να οι τυρόπιτες, να τα καλτσούνια, άσε τι φάγαμε!
Μια εμπειρία που δεν θα ξεχάσω ποτέ, ουσιαστική και αληθινή, με ένα υπέροχο crew, με όλα τα παιδιά να είναι εκεί για τον ίδιο λόγο, να δημιουργήσουν και να αφηγηθούν μια ιστορία», αφηγήθηκε η τηλεπαρουσιάστρια και εν προκειμένω κινηματογραφική πρωταγωνίστρια. Ο ένας μήνας μάλιστα που διήρκεσαν τα γυρίσματα της ταινίας έγιναν για εκείνην ένα κενό από τις συνήθεις -και μάλλον φωτογενέστερες- επαγγελματικές υποχρεώσεις της, μια περίοδος διαλογισμού και επιστροφής σε αυτό από το οποίο ως έφηβη ήθελε να αποδράσει. Στο Πολύδροσο.
Και οι τρεις βασικοί συντελεστές της ταινίας -Βούλγαρης, Καγιά, Κόκκαλη- έζησαν μάλλον μια λυτρωτική εμπειρία συνδεόμενοι, έστω και μέσω της σύμβασης μιας ταινίας, με τη γειτονιά της παιδικής ηλικίας τους, την αθωότητα, την εποχή που δεν είχε τεχνολογία, reel stories και κυρίαρχη την αίσθηση πως όλοι είμαστε διαθέσιμοι στους άλλους ανά πάσα στιγμή, αλλά και τη συναίσθηση της ενηλικίωσης και της αντίστροφης μέτρησης με την οποία καθένας μοιραία αναμετριέται.
Ο χρόνος άλλωστε είναι κομβικός και σε αυτό το φιλμ του σκηνοθέτη -ειδικά το τέλος του χρόνου μας με τους άλλους πάνω στη Γη-, αφού, όπως ο ίδιος έχει πει, αυτή είναι η δεύτερη ταινία του στην οποία καταπιάνεται με τη θεματική της φθοράς, του θανάτου, του πένθους και της διαχείρισής του - θα ακολουθήσει ακόμα μία που θα ολοκληρώσει την τριλογία. Η φθορά είναι ένα ζήτημα που απασχολεί τον Βούλγαρη και σε προσωπικό επίπεδο και μοιραία περνά και μέσα στην τέχνη του. Αν, βέβαια, κάτι φοβάται πραγματικά, είναι, σύμφωνα με κάποιες παλαιότερες δηλώσεις του, η τρέλα. Οτι δηλαδή κάποια στιγμή θα τρελαθεί. Αλλά και ποιος δεν το φοβάται πια;
The Boy
Ο Αλέξανδρος Βούλγαρης ή The Boy, όπως είναι περισσότερο γνωστός μέσα από τη μουσική που δημιουργεί και τις ταινίες που φτιάχνει, γεννήθηκε το 1981. Ηρθε μάλιστα στον κόσμο την ημέρα του μεγάλου σεισμού στις Αλκυονίδες Νήσους. Μικρός ήθελε για κάποιον ακατανόητο λόγο να γίνει καστανάς και κατόπιν αποφάσισε πως ήθελε να είναι ο Βασίλης Λογοθετίδης. Σημαδιακή -με την τραυματική έννοια, όπως καταλαβαίνει κανείς από τον τρόπο που την έχει περιγράψει- εμπειρία της ζωής του ήταν η στράτευσή του στις τάξεις της ΚΝΕ σε ηλικία μόλις 12 ετών.
Τελικά αποφάσισε -επαγγελματικά τουλάχιστον- πως το καλύτερο που είχε να κάνει ήταν να εστιάσει στη ζωή και τη δημιουργικότητά του -η αυτοναναφορικότητα είναι συστατικό στοιχείο της δουλειάς του, όχι όμως με τη ναρκισσιστική ερμηνεία- στη μουσική, τη συγγραφή και το σινεμά. Ευρύτερα γνωστός ξεκίνησε να γίνεται το 2005 μέσα από το γκρουπ Mary & The Boy, το οποίο είχε δημιουργήσει με τη Μαίρη Τσώνη, ηθοποιό που πρωταγωνίστησε στον «Κυνόδοντα» του Γιώργου Λάνθιμου και πέθανε σε ηλικία μόλις 30 ετών, τον Μάιο του 2017.
Η μουσική και ο κινηματογράφος είναι δύο αδιαχώριστες τέχνες για τον Βούλγαρη και στο έργο του συχνά εμπεριέχονται η μία μέσα στην άλλη - η μουσική έχει κυρίαρχο αφηγηματικό ρόλο και στο «Πολύδροσο». Παρότι γιος του Βούλγαρη και της Καρυστιάνη, δύο ονομάτων που από άλλους θα αξιοποιούνταν ως διαβατήριο ή εχέγγυο, ο Αλέξανδρος Βούλγαρης σχεδόν αποσιωπά ή τέλος πάντων κάθε άλλο παρά διαφημίζει ή καπηλεύεται τα έργα και τις ημέρες των γονιών του.
Ομοίως και η αδελφή του Κωνσταντίνα Βούλγαρη, η οποία έχει επίσης ασχοληθεί με το σινεμά. Πατέρας και γιος, πάντως, συνεργάστηκαν για την ταινία «Το τελευταίο σημείωμα», για την οποία ο The Boy, έπειτα από έρευνα επτά μηνών, συνέθεσε το soundtrack. Ομως αν τον ρωτήσεις να συστηθεί, το πρώτο πράγμα που πιθανότατα θα απαντήσει δεν θα είναι «ο γιος του Βούλγαρη και της Καρυστιάνη», αλλά ένα αγόρι που από μικρό συνήθισε να φορά γυαλιά και όταν μεγάλωσε αποφάσισε να λέει ιστορίες για ευαίσθητους ανθρώπους που είχαν την ατυχία -ή μήπως την τύχη;- να γεννηθούν σε έναν όχι τόσο ευαίσθητο κόσμο.
Ειδήσεις σήμερα:
Νεκροί ο πρόεδρος του Ιράν και ο υπουργός Εξωτερικών - Βρέθηκαν τα συντρίμμια του ελικοπτέρου
«Σαρώνει» τη Βόρεια Ελλάδα ο Μητσοτάκης για να φρενάρει διαρροές - Στη Θεσσαλονίκη με ατζέντα καθημερινότητας
Από πού προήλθαν τα χρήματα και πώς έφτασαν να κυριαρχούν στη ζωή μας
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr