Πώς περνάγαμε τις Πρωτοχρονιές στα 80s: Μινιόν, Βοσκόπουλος και Barbarella
arthrou-prwtoxrinies-longform

Πώς περνάγαμε τις Πρωτοχρονιές στα 80s: Μινιόν, Βοσκόπουλος και Barbarella

Ένα ταξίδι στον χρόνο, από τα λαμπερά 60s, μέχρι το Millennium και την κρίση - Οι δεκαετίες που άλλαξαν τον τρόπο εορτασμού της Πρωτοχρονιάς, οι ντισκοτέκ, οι μαζικοί εορτασμοί, αλλά και τα επεισόδια που έφεραν την απαξίωση

Οι παλιότεροι έχουν να θυμούνται -χωρίς καμία υπερβολή- ότι τη δεκαετία του 1960 και έως και τα μέσα του ’70 η Αθήνα ήταν με διαφορά η πιο φωτισμένη πρωτεύουσα της Ευρώπης. Το κέντρο της πόλης, δηλαδή, ήταν γεμάτο με πολυκαταστήματα και καταστήματα, κινηματογράφους, θέατρα και νυχτερινά κέντρα.

Δεν ήταν μόνο ο στολισμός της πόλης, καθώς τα περισσότερα χρόνια τοποθετούνταν στις κολόνες ηλεκτροφωτισμού χριστουγεννιάτικα δέντρα γεμάτα με λαμπιόνια, αλλά και οι ίδιες οι επιχειρήσεις που δημιουργούσαν αυτή τη λαμπερή εικόνα. Στην Πανεπιστημίου, στη Σταδίου και στην Ακαδημίας, στην πλατεία Ομονοίας -τότε το κέντρο της πόλης- και στο Σύνταγμα, παντού υπήρχαν μεγάλες, πολύχρωμες, φωτεινές επιγραφές.

Επάνω στις πολυκατοικίες, στις προσόψεις κτιρίων και στους δρόμους υπήρχαν φωτεινές διαφημιστικές ταμπέλες, ενώ εντυπωσιακή ήταν και η εικόνα των δεκάδων κινηματογράφων και θεάτρων που υπήρχαν στο κέντρο (χαρακτηριστικό είναι ότι μόνο στο κτίριο του «Ρεξ» υπήρχαν τρεις διαφορετικοί κινηματογράφοι).

Αυτό από μόνο του έδινε λάμψη στο κέντρο της πόλης, αφού σε αυτά πρωταγωνιστούσαν οι σούπερ σταρ της εποχής. Τα Χριστούγεννα του 1965 στο θέατρο Κεντρικόν η Τζένη Καρέζη, ο Ανδρέας Μπάρκουλης, ο Κώστας Καρράς και ο Στέφανος Ληναίος προσκαλούσαν τον κόσμο να κάνουν μαζί... ρεβεγιόν βλέποντας την παράσταση των Γιαλαμά - Πρετεντέρη «Η κυρία εκυκλοφόρησε».

Η αλλαγή του χρόνου γινόταν σε σπίτια όπου μαζεύονταν οι Αθηναίοι για να διασκεδάσουν, αλλά κυρίως για να παίξουν το… παραδοσιακό χαρτί. Μάλιστα, με τον φόβο της Αστυνομίας να παραμονεύει, ήταν κοινή πρακτική να νοικιάζονται διαμερίσματα μόνο για τη νύχτα της Παραμονής Πρωτοχρονιάς ή και της πρώτης ημέρας του καινούριου χρόνου ώστε να «το στρώσουν» εκεί οι παρέες χωρίς τον φόβο των… γειτόνων και του αστυφύλακα της γειτονιάς.

Ηταν διαφορετικές οι κοινωνικές συνθήκες που επικρατούσαν τότε. Στα 60s όλοι ήθελαν να αφήσουν πίσω τις μνήμες του πολέμου και της μεταπολεμικής φτώχειας και να ζήσουν λίγη από τη λάμψη του αναπτυσσόμενου κόσμου. Οι γιορτές της Πρωτοχρονιάς αποτελούσαν την ιδανική ευκαιρία για πλούσιους και φτωχούς να διασκεδάσουν. Και το έκαναν όχι μόνο τη μέρα, όταν ήταν συνηθισμένο να συναντά κανείς παρέες νεαρών -πέραν των παιδιών- να τραγουδούν ανέμελες τα κάλαντα για να κρατηθεί το έθιμο και να διασκεδάσουν και όχι ως… μπίζνες. Ο έντονος φωτισμός ήταν αποτέλεσμα της διάθεσης του κόσμου να κινείται στους δρόμους του κέντρου ως αργά τη νύχτα. Η εγκληματικότητα ήταν σε αρκετά χαμηλά επίπεδα, ικανά να μην προκαλούν φόβο, και έτσι όλοι ξεχύνονταν στους δρόμους, με τις πόρτες κάθε σπιτιού να ανοίγουν στα παιδάκια που έλεγαν τα κάλαντα κρατώντας το καραβάκι και τα τριγωνάκια τους - και χωρίς τη συνοδεία γονιών. «Λαοθάλασσα...

Στα Χαυτεία αυτό που συνέβαινε ήταν αδιανόητο... Μιλάμε για χιλιάδες κόσμου που έβγαινε τα Χριστούγεννα για να κάνει βόλτα, να νιώσει το χριστουγεννιάτικο κλίμα και να ψωνίσει», θυμούνται οι παλιότεροι. Τη δύσκολη δεκαετία του 1960, σε αυτή τη λαοθάλασσα, ακόμη και τα παιδάκια των οικογενειών με χαμηλότερα εισοδήματα, που τα έβγαζαν δύσκολα πέρα, περίμεναν το δώρο τους. Ενα καινούριο ζευγάρι παπούτσια, ρούχα και παιχνίδια ήταν το «γεγονός της χρονιάς» στις καρδιές τους και η επίσκεψη στα πολυκαταστήματα «Αφοί Λαμπρόπουλοι», «Μινιόν» και «Δραγώνας» ήταν κάτι πολύ μεγάλο. Αν κατάφερνε βέβαια κανείς να φτάσει περνώντας από το τεράστιο πλήθος που βρισκόταν όλη μέρα μέσα και έξω από αυτά.

Τα πρώτα μποτιλιαρίσματα

Στην πολύβουη Αθήνα την περίοδο των εορτών είχαν τη συνεισφορά τους και τα... αυτοκίνητα, καθώς ήταν χιλιάδες αυτοί που τα είχαν αποκτήσει και τα προτιμούσαν για να πάνε τη βόλτα τους στο πραγματικό κέντρο της πόλης, εκεί όπου συνέβαιναν όλα τα ενδιαφέροντα. Αυτό λοιπόν συνεπαγόταν ότι υπήρχε κίνηση, την οποία ρύθμιζαν οι ανεβασμένοι στα υπερυψωμένα κουβούκλια τροχονόμοι.

Το κυκλοφοριακό χάος που επικρατούσε εκείνες τις μέρες μάλλον λίγο απασχολούσε τους τροχονόμους. Κι αυτό γιατί υπήρχε η συνήθεια γύρω από τα κουβούκλια να αφήνει ο κόσμος, αλλά και εταιρείες, δώρα για την Πρωτοχρονιά, ως δείγμα της εκτίμησης για τη δουλειά που έκαναν καθημερινά. Τα δώρα δεν ήταν αμελητέα, αφού ήταν πολλά και συχνά ακριβά. Από φαγητά και γλυκά μέχρι ρούχα, αλλά και ψυγεία και κουζίνες αφήνονταν εκεί. Η Τροχαία τα συγκέντρωνε και τα κλήρωνε στο προσωπικό της.

Την Παραμονή Πρωτοχρονιάς του 1960, σε κάθε γωνιά της πόλης συναντούσε κανείς άνδρες ντυμένους Αγιοβασίληδες και τους συνεργάτες τους που εκμεταλλεύονταν την άρτι αφιχθείσα τότε στην Ελλάδα τεχνολογία της Polaroid. Ολα τα παιδάκια ήθελαν μια φωτογραφία με τον Αϊ-Βασίλη, την οποία έπαιρναν -έναντι αντιτίμου, φυσικά- τυπωμένη στο χέρι εκείνη τη στιγμή! Για όσους δεν μπορούσαν να αντεπεξέλθουν στο αντίτιμο, υπήρχαν μικρότερες χαρές για να δώσουν χαμόγελο στα παιδικά πρόσωπα, όπως τα πολύχρωμα μπαλόνια που πούλαγαν οι πλανόδιοι. Και εκτός από τους μπαλονάδες, εκείνες οι μέρες ήταν οι καλύτερες για τους λαχειοπώλες, οι οποίοι πούλαγαν την ελπίδα να πιάσει κανείς το Πρωτοχρονιάτικο Λαχείο και να αλλάξει τη ζωή του.

Χρυσές δουλειές έκαναν και τα παιχνιδάδικα, με τα παιδιά να συνωστίζονται γύρω από τα ποδηλατάκια, τις μπάλες, τα κουκλάκια και τις πορσελάνινες κούκλες με τα φανταχτερά φορέματα. Τα ζαχαροπλαστεία και οι φούρνοι άπλωναν έξω τεράστια ταψιά με βουνά από κουραμπιέδες -με ταμπέλες «80 δραχμάς η οκά»- και άλλα γλυκίσματα που κοσμούσαν το γιορτινό τραπέζι και στην αγορά της Βαρβακείου ο συνωστισμός ήταν τεράστιος. Εξω από τα κρεοπωλεία κρεμασμένα πουλερικά και κρέατα που... έφευγαν, άλλωστε, πολύ γρήγορα.

Τα κομμωτήρια ήταν γεμάτα από τις κυρίες που έσπευδαν να φτιάξουν τις κουπ τους σύμφωνα με τις επιταγές της μόδας της εποχής, όπως τις είχαν διαβάσει στις εφημερίδες και τα περιοδικά, ώστε να είναι απαστράπτουσες στο ρεβεγιόν της Πρωτοχρονιάς. Και το ρεβεγιόν ήταν γεμάτο με ζεϊμπεκιές, βαλς, αλλά και χάλι γκάλι...

Στα νυχτερινά κέντρα, μεγάλα και μικρά, δεν έπεφτε καρφίτσα. Γεγονός λογικό, αν σκεφτεί κανείς ότι ο κόσμος διασκέδαζε με τεράστια, αξεπέραστα ονόματα του πενταγράμμου. Στέλιος Καζαντζίδης, Γιώργος Ζαμπέτας, Βασίλης Τσιτσάνης, Βίκυ Μοσχολιού, Μανώλης Χιώτης - Μαίρη Λίντα, Τζένη Βάνου, Μαρινέλλα, Γρηγόρης Μπιθικώτσης, Πάνος Γαβαλάς, Μανώλης Αγγελόπουλος - όλοι στην ακμή τους.

Λαμπερές μουσικές βραδιές, αλλά για τους ολίγους της αριστοκρατίας, διοργάνωναν και τα ξενοδοχεία. Πιο σημαντικό, βέβαια, το ρεβεγιόν της «Μεγάλης Βρεταννίας», όπου έκανε Πρωτοχρονιά όλος ο καλός κόσμος. Στις φωτογραφίες της εποχής βλέπουμε τη βασιλική οικογένεια με τις κυρίες της αυλής να συμμετέχει σε εκδήλωση του ξενοδοχείου.

Με το ξημέρωμα της Πρωτοχρονιάς, αυτοί που είχαν ξεμείνει στα γλέντια των μπουζουκιών και τα σπίτια-χαρτοπαικτικές λέσχες έβλεπαν τις στρατιωτικές μπάντες να διασχίζουν την πόλη, παιανίζοντας εορταστικά σαλπίσματα. Προορισμός η Μητρόπολη Αθηνών, όπου συγκεντρωνόταν η πολιτική και στρατιωτική ηγεσία της χώρας και, φυσικά, το βασιλικό ζεύγος τους οποίους υποδεχόταν ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών για την πρώτη, πανηγυρική δοξολογία της χρονιάς.

Χαρακτηριστικό το παράδειγμα της πρώτης μέρας του 1967, όπως την περιγράφουν τα «Επίκαιρα». Στη Μητρόπολη, αναφέρουν, ο βασιλιάς Κωνσταντίνος και η Αννα-Μαρία έγιναν δεκτοί με ζητωκραυγές και χειροκροτήματα «από τα πλήθη που τους ανέμεναν έξωθεν του ναού», ενώ η Ελληνική Βασιλική Αεροπορία είχε στείλει αλεξιπτωτιστές ντυμένους Αϊ-Βασίληδες στο Δοξάτο της Δράμας. «Ο αεροπόρος Αγιος Βασίλης κυκλωμένος από δεκάδες παιδιά μοιράζει τα παιχνίδια του και εισπράττει ευχαριστώ», αναφέρει το σπικάζ.

Θλιβερή εξαίρεση

Ετσι κυλούσε όλη η δεκαετία του ’60. Μοναδική εξαίρεση τα μαύρα Χριστούγεννα του 1966. Το φριχτό ναυάγιο του «Ηράκλειον» στη Φαλκονέρα με τα 250 θύματα ήταν πολύ πρόσφατο (8 Δεκεμβρίου) και δεν μπορούσε να φύγει από το μυαλό κανενός. Την επικαιρότητα τότε μονοπωλούσαν ο εφοπλιστής Τυπάλδος, ιδιοκτήτης του μοιραίου πλοίου, οι έρευνες και οι διηγήσεις για το πώς έγινε το ναυάγιο αφήνοντας τα Χριστούγεννα μάλλον σε δεύτερη μοίρα...

Τα επόμενα Χριστούγεννα, αυτά του ’67, κυριαρχούσε ένα άλλο γεγονός, αυτή τη φορά χαρούμενο και καλλιτεχνικό. Ηταν η πρεμιέρα της ταινίας «Το πιο λαμπρό αστέρι» της εταιρείας Καραγιάννης - Καρατζόπουλος στους αθηναϊκούς κινηματογράφους. Οι εφημερίδες και οι αφίσες στους τοίχους με τη διαφήμιση της ταινίας έγραφαν: «Η Αλίκη και ο Δημήτρης σάς εύχονται Καλά Χριστούγεννα με την έγχρωμη ταινία τους “Το πιο λαμπρό αστέρι”». Και ο κόσμος αδημονούσε να δει το αγαπημένο του ζευγάρι (ξανά) στην οθόνη...

Για να κατανοήσει κανείς τη δυναμική που είχαν οι μεγάλοι σταρ της εποχής, αρκεί να μεταφερθεί μερικές μέρες πριν από την Πρωτοχρονιά του 1961 στο θέατρο Διονύσια του κέντρου της Αθήνας. Εκεί, το περιοδικό «Φαντασία» βράβευε τους δημοφιλέστερους καλλιτέχνες της εποχής, με το πρώτο βραβείο να απονέμεται στους Βουγιουκλάκη - Παπαμιχαήλ. Οταν μαθεύτηκε αυτό, μαζεύτηκε τόσος κόσμος για να δει από κοντά και να αγγίξει τους σταρ, που η οδός Αμερικής ήταν κυριολεκτικά απροσπέλαστη. Μάλιστα η φρενίτιδα του κοινού ήταν τέτοια που έσπασαν τζαμαρίες, τραυματίστηκαν αστυφύλακες (οι οποίοι ήταν εκεί για να συγκρατήσουν το πλήθος) και η Βουγιουκλάκη και ο Παπαμιχαήλ φυγαδεύτηκαν (!) από τον φεγγίτη του κτιρίου στην Πανεπιστημίου.

Την Πρωτοχρονιά του 1969, στο «Χάραμα» εμφανίστηκε για πρώτη φορά ο Βασίλης Τσιτσάνης με τον Γιάννη Παπαϊωάννου. Γινόταν τέτοια κοσμοσυρροή στο κέντρο που λένε ότι την πρώτη βραδιά της εμφάνισης ήταν αδύνατο να περπατήσει κανείς προς το πάλκο, από τα βουνά των σπασμένων πιάτων. Η αλλαγή του χρόνου έγινε με… θόρυβο.

Τα διαφορετικά 70s

Η δεκαετία του 1970 ήταν το ίδιο γλυκιά και ρομαντική, αλλά διαφορετική από αυτήν του ’60, κάτι που επιβεβαιώθηκε τα Χριστούγεννα του 1970. Ανήμερα στις 12.30 το μεσημέρι από το πρωτόγονο στούντιο της Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού της ΥΕΝΕΔ μεταδόθηκε ζωντανά σε ολόκληρη τη χώρα ένα ημίωρο σκετς με λιλιπούτειους ηθοποιούς. Ηταν η πρώτη φορά στην ελληνική ιστορία που μεταδόθηκε ζωντανό θεατρικό έργο και μάλιστα με πρωταγωνιστές παιδάκια.

Την Παραμονή Πρωτοχρονιάς του 1970 η Ομόνοια είχε στολιστεί με πορτοκαλί και κόκκινες γιρλάντες και φωτεινές μπάλες στα ίδια χρώματα. Η Αθήνα κινούνταν στους αναμενόμενους ρυθμούς. Τα πολυκαταστήματα «Μινιόν» και «Αφοί Λαμπρόπουλοι» με τις εκδηλώσεις, τα πάρτυ και τα προϊόντα που έφερναν είχαν γίνει το επίκεντρο των εορτασμών, αλλά ο κόσμος συνέρρεε ανά χιλιάδες και στα υπόλοιπα καταστήματα, το «Κατράντζος», το «Ακρον Ιλιον Κρυστάλ», που άνοιγε τμήμα με παιχνίδια μόνο τις ημέρες των εορτών στο υπόγειό του, και σε πολλά ακόμα.

Καθώς στην Αθήνα περιπλανιόνταν οι Αϊ-Βασίληδες με τις βαμβακερές γενειάδες, οι μπαλονάδες, οι λαχειοπώλες και ο κόσμος που κατέβαινε στο κέντρο για να ψωνίσει, στο Ζάππειο είχε στηθεί μια χριστουγεννιάτικη πολιτεία διασκέδασης: ένα μικρό λούνα παρκ, μια κινηματογραφική και θεατρική σκηνή, χορωδίες και η μπάντα του Δήμου Αθηναίων που ξεκινούσε ξημερώματα από την οδό Αιόλου για να μεταφέρει το χαρμόσυνο μήνυμα της Γέννησης του Θεανθρώπου στους δρόμους της πόλης και να καταλήξει στο Ζάππειο.

Στην πλατεία έξω από το δημαρχείο μικροπωλητές έστηναν ένα αυτοσχέδιο -αλλά μεγάλο- πανηγύρι, όπου μπορούσε κανείς να βρει παιχνίδια και στολίδια και από την οδό Αθηνάς και τα ψώνια για τα δώρα ο κόσμος κατευθυνόταν στην Κρεαταγορά και τη Λαχαναγορά της Βαρβακείου. Από εκεί τα παιδιά με τα γλειφιτζούρια-κοκοράκια ή το μαλλί της γριάς στα χέρια ακολουθούσαν τους γονείς στην υπόλοιπη βόλτα στη γιορτινή Αθήνα και τον σταθμό του Ηλεκτρικού στην Ομόνοια, όπου ανεβοκατέβαιναν την κυλιόμενη σκάλα μερικές φορές για παιχνίδι...

Τα θέατρα αποτελούσαν και πάλι πόλο έλξης για το κοινό και διατηρούσαν την ίδια λάμψη, με τα παλιά αστέρια όπως ο Κώστας Χατζηχρήστος, η Ρένα Βλαχοπούλου, ο Γιάννης Γκιωνάκης, η Δέσποινα Στυλιανοπούλου, αλλά και τα νέα αστέρια, όπως η Ζωή Λάσκαρη που έκανε την πρώτη της εμφάνιση σε θέατρο στο «Μπουρνέλη» το 1971.

Και στη νυχτερινή διασκέδαση τα πράγματα άλλαζαν. Ο Πασχάλης, ο οποίος έκανε πλέον σόλο καριέρα, ανταγωνιζόταν νέα και μη ταλέντα που μεσουρανούσαν στα 70s, όπως ο Γιάννης Πάριος, ο Δάκης, ο Θέμης Ανδρεάδης, η Βίκυ Λέανδρος, η Ελπίδα κ.ά. Ο κόσμος συνέρρεε στο κέντρο όπου τραγουδούσε το απόλυτο είδωλο της εποχής, ο Τόλης Βοσκόπουλος, με την ελπίδα να τον δει να τραγουδά στη Ζωή Λάσκαρη, αλλά και εκεί που τραγουδούσε η Βίκυ Μοσχολιού, με την ευχή να συναντήσει τον «στρατηγό» Μίμη Δομάζο που είχε οδηγήσει το ’71 τον Παναθηναϊκό στη δόξα του Γουέμπλεϊ.

Αλλά και κάποια πράγματα έμεναν ίδια με τα 60s. Πρωτοχρονιά του 1971, στη «Φαντασία» τραγουδάει ο Γιώργος Ζαμπέτας και το κλίμα είναι όπως συνήθως: πλάκες, φάρσες, τραγούδια, χορός και δυνατά γέλια. Ανάμεσα στους θαμώνες είναι και ο Αριστοτέλης Ωνάσης, ο οποίος κάνει αλλαγή χρόνου στο κέντρο. Λίγο μετά την Πρωτοχρονιά ζητάει να του φέρουν «τα συνηθισμένα»: χίλια πιάτα τα οποία σπάνε ένα-ένα μπροστά του, με τον ίδιο να καπνίζει το πούρο του και να γελάει με τις πλάκες του Ζαμπέτα.

Μοναδική διαφορετική χρονιά είναι η Πρωτοχρονιά του 1975. Είναι η χρονιά μετά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο, αλλά και η πρώτη μετά τη Μεταπολίτευση. Η αλλαγή του χρόνου γίνεται στους δρόμους και στα μπουζούκια, ενώ την πρώτη μέρα του χρόνου όλοι είναι κολλημένοι στην τηλεόραση, καθώς η ΕΙΡΤ προβάλλει την εκπομπή «Ρεπόρτερς» με οικοδεσπότες τη Νόνικα Γαληνέα και τον Αλέκο Αλεξανδράκη και πλήθος εκπροσώπων του καλλιτεχνικού και πολιτικού κόσμου που χορεύουν με τα τραγούδια που τραγουδά η Μελίνα Μερκούρη.
Η πρώτη Πρωτοχρονιά της Μεταπολίτευσης | Αρχείο ΕΡΤ


Τα ανέμελα 80s

Κατά έναν περίεργο τρόπο, η μοίρα του «Μινιόν» είναι συνδεδεμένη με αυτήν του κέντρου της Αθήνας. Ετσι όταν αυτό έγινε στάχτες, άρχισε να παρακμάζει σαν να θάφτηκε μέσα στις στάχτες του η λάμψη του κέντρου της πρωτεύουσας. Αυτό φάνηκε λίγο πριν από τα Χριστούγεννα του 1980 -στις 19 Δεκεμβρίου- όταν το «Μινιόν» είχε ήδη φωταγωγηθεί και στολιστεί, αλλά και ανοίξει τον έκτο του όροφο, που λειτουργούσε μόνο τις γιορτές. Τα Χριστούγεννα, ως συνήθως, χιλιάδες κόσμου περίμεναν να το επισκεφτούν.

Εκείνο το ξημέρωμα, μερικές ώρες αφότου στη Βουλή είχε ψηφιστεί ο Προϋπολογισμός, όλες οι δυνάμεις της Πυροσβεστικής έσπευσαν στο πολυκατάστημα «Κατράντζος Σπορ» στο κέντρο της Αθήνας. Η φωτιά που είχε ξεσπάσει στο ιστορικό πολυκατάστημα ήταν τόσο δυνατή που οι 200 πυροσβέστες με γερανοφόρα, κλιμακοφόρα και άλλα οχήματα αναγκάζονταν να χρησιμοποιήσουν τη βοήθεια και πολιτών. Και ενώ η μάχη στο «Κατράντζος» φαινόταν χαμένη από την πρώτη ώρα, από τους ασυρμάτους ακούστηκε μια εντολή που έμοιαζε με εφιαλτική φάρσα: «Ολες οι διαθέσιμες δυνάμεις να μεταβούν Πατησίων και Βερανζέρου. Μεγάλη πυρκαγιά στο πολυκατάστημα “Μινιόν”».

Ό Εμπρησμός ΜΙΝΙΟΝ - ΚΑΤΡΑΝΤΖΟΣ ΣΠΟΡ |ΑΘΗΝΑ 1980

Οταν οι πυροσβεστικές δυνάμεις έφτασαν εκεί, διαπίστωσαν ότι λίγα μπορούσαν να κάνουν. Οι θερμοκρασίες που αναπτύσσονταν στο φλεγόμενο κτίριο ήταν κάτι που δεν είχαν καν φανταστεί ότι θα αντιμετώπιζαν στη ζωή τους. Λόγω αυτών, οι κολόνες ηλεκτροφωτισμού έλιωναν και κατέρρεαν. Το «Μινιόν» κάηκε ολοσχερώς και απέμεινε μόνο ο σκελετός του από οπλισμένο σκυρόδεμα. Το κτίριο του Κατράντζου επίσης κατέρρευσε. Η περιοχή του κέντρου βυθίστηκε στο σκοτάδι κυριολεκτικά και μεταφορικά. Την ευθύνη για τους εμπρησμούς ανέλαβε η τρομοκρατική οργάνωση «Δεκέμβρης 1980», η οποία φέρεται να χρησιμοποίησε εμπρηστικές βόμβες με επιταχυντή από καύσιμα αεροσκαφών και αργότερα έκαψε και τα άλλα μεγάλα πολυκαταστήματα της Αθήνας («Κλαουδάτος», «Δραγώνας», «Ατενέ», «Αφοί Λαμπρόπουλοι»).

Εκείνην την Παραμονή Πρωτοχρονιάς, που τα στολίδια του κέντρου, τα εμπορικά της πολυκαταστήματα, είχαν καεί, τη λάμψη τους ανέλαβε να αντικαταστήσει η Μαρινέλλα, η οποία είχε ετοιμάσει ένα σόου στη δημόσια τηλεόραση που υποσχόταν ότι «θα αφήσει εποχή». Προορισμοί, πάντως, υπήρχαν πολλοί για ρεβεγιόν, ακόμα και καλλιτεχνικοί, με τους κινηματογράφους να παίζουν «Τα τσακάλια» του Γιάννη Δαλιανίδη με τους Πάνο Μιχαλόπουλο και Σταμάτη Γαρδέλη και τον «Ροζ Γάτο» με τον Σωτήρη Μουστάκα, ενώ ζωντανές εμφανίσεις έκανε και ο νέος σούπερ σταρ Στάθης Ψάλτης.

Τα επόμενα χρόνια το «Μινιόν» ξανάνοιξε προσφέροντας τόσο στα παιδιά όσο και στα μεγάλα παιδιά ως δώρα για τις γιορτές των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς ό,τι και πριν, αλλά και τη σύγχρονη τεχνολογία. Φωτογραφικές μηχανές που «δεν βγάζουν φωτογραφίες», το απίθανο View Master που πρόβαλλε τρισδιάστατες εικόνες, αυτοκινητάκια και τρενάκια που πέρναγαν πάνω από τα κεφάλια των παιδιών όπως στα όνειρά τους, μέχρι και ζωάκια όπως τα φημισμένα σκυλιά των Κινέζων βασιλιάδων, Πεκινουά, έφερε το πολυκατάστημα.

Κάπως έτσι, το κέντρο της Αθήνας συνέχισε να αποτελεί τον βασικό πρωτοχρονιάτικο προορισμό της χώρας σε όλα τα 80s, μια δεκαετία αλλαγών σε όλα τα επίπεδα, από το τεχνολογικό έως το πολιτικό και κοινωνικό. Η Ελλάδα, όμως, έχει αρχίσει να αλλάζει. Προορισμός ήταν πλέον οι ντισκοτέκ, όπως η «Μπαρμπαρέλα», η οποία την Πρωτοχρονιά του 1985 συγκέντρωσε τόσο πολύ κόσμο που προσπαθούσε να μπει ώστε έσπασαν οι πόρτες, έγιναν επεισόδια και παρενέβη η Αστυνομία.

Τα μαζικά 90s

Στην πλατεία Ομονοίας τα συντριβάνια αντικαταστάθηκαν το 1988, επί δημαρχίας Εβερτ (και αντιδημαρχίας Σταύρου Ξαρχάκου) από το υπέροχο γλυπτό του Κώστα Βαρώτσου «Δρομέας» από γυαλί και σίδερο που δίχασε τότε το κοινό, για να καταλήξει απέναντι από το «Χίλτον» λόγω των έργων για το μετρό. Ως το τέλος της δεκαετίας την κίνηση συνέχισε να ρυθμίζει τροχονόμος μέσα σε βαρέλι, το οποίο ωστόσο δεχόταν όλο και λιγότερα δώρα κάθε Χριστούγεννα….

Το 1995, ο νεοεκλεγείς τότε δήμαρχος Αθηναίων Δημήτρης Αβραμόπουλος έστησε στην πλατεία Συντάγματος το ψηλότερο χριστουγεννιάτικο δέντρο της Ευρώπης, μια σιδηροκατασκευή ύψους 31 μέτρων με περισσότερα από 100.000 λαμπιόνια, και προσκάλεσε τους Αθηναίους σε μια φαντασμαγορική γιορτή για να υποδεχθούν το νέο έτος με φόντο αυτό το δέντρο.

Είκοσι χιλιάδες Αθηναίοι ανταποκρίθηκαν εκείνη τη χρονιά - αλλά αυτό ήταν μόνον η αρχή: όλο και περισσότεροι προγραμμάτιζαν αλλαγή του χρόνου στο Σύνταγμα, όπου τραγουδούσαν οι κορυφαίοι καλλιτέχνες της χώρας. Αποκορύφωμα ήταν το 1998, όπου 300.000 Αθηναίοι και μη άλλαξαν χρονιά με τον δήμαρχο και τη Ρούλα Κορομηλά να μετρούν αντίστροφα και γλέντησαν με την Αννα Βίσση, τον Λευτέρη Πανταζή, τον Γιώργο Αλκαίο, την Αντζελα Δημητρίου, την Ευρυδίκη, τη Λίτσα Γιαγκούση, τον Αντώνη Ρέμο, τον Λάμπη Λιβιεράτο και άλλους.

1998 Κορομηλά Μαστοράκης Αβραμόπουλος


Τα μουντά 00s

Θα περίμενε κανείς ότι το πολυαναμενόμενο Millennium το κέντρο της Αθήνας θα ήταν πιο φωτισμένο από ποτέ κάνοντας τα εμπορικά κέντρα της Νέας Υόρκης, του Τόκιο και του Λονδίνου να μοιάζουν σκοτεινά και αδιάφορα. Αυτό, ωστόσο, κάθε άλλο παρά συνέβη. Το κέντρο της Αθήνας είχε αρχίσει να πέφτει σε σταδιακή παρακμή και έπαψε να αποτελεί πρωτοχρονιάτικο προορισμό.

Το Millennium, η Αθήνα το υποδέχθηκε με μια πανδαισία ήχου και χρώματος στην Ακρόπολη, με την πλατεία Συντάγματος να μπαίνει σε δεύτερη μοίρα και να προτιμάται περισσότερο από αλλοδαπούς μετανάστες και μερικές οικογένειες.

Βλέποντας αυτή την παρακμή να… έρχεται, ο Δημήτρης Αβραμόπουλος «απάντησε» με υπερβολή. Το 2001, το δέντρο του Συντάγματος έφτασε τα 40 μέτρα ύψους -μπαίνοντας στο Βιβλίο Γκίνες- και στολίστηκε με 100.000 λαμπιόνια και μια γιρλάντα μήκους... 60 χιλιομέτρων! Την επόμενη Πρωτοχρονιά, ωστόσο, η γιορτή για την αλλαγή του χρόνου στο Σύνταγμα δεν θα ήταν τόσο… γιορτή, αφού σημαδεύτηκε από φρικτές εικόνες. Ομάδες αλλοδαπών επιδόθηκαν σε κλοπές και μαζικές επιθέσεις σε γυναίκες που βρίσκονταν στο Σύνταγμα για να γιορτάσουν, με τις κάμερες να καταγράφουν εικόνες γυναικών σε απόγνωση προσπαθώντας να ξεφύγουν από το πλήθος ανδρών που τις θώπευαν. Οπως ήταν αναμενόμενο, ακολούθησαν άγρια επεισόδια.

Την Πρωτοχρονιά του 2003, δήμαρχος ήταν πια η Ντόρα Μπακογιάννη, η οποία προτίμησε ένα μικρότερο δέντρο, στολισμό της πλατείας με λαμπιόνια και «κατάληψή» της από τη Ζαχαρούπολη και το Καρουζέλ. Η γιορτή αλλαγής του χρόνου είχε μεταφερθεί στην πλατεία Κοτζιά.

Διαδηλώσεις και επεισόδια

Αυτό το παραμυθένιο σκηνικό κράτησε μέχρι το 2007, όταν δήμαρχος ανέλαβε ο Νικήτας Κακλαμάνης, ο οποίος ήταν και ο άτυχος δήμαρχος που είδε την (όχι και τόσο) γιορτή της Πρωτοχρονιάς του 2008. Λίγες ημέρες νωρίτερα είχε προηγηθεί η δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου και η Αθήνα ήταν σε κλίμα διαδηλώσεων και επεισοδίων. Αναμφίβολα, εικόνα της χρονιάς ήταν το πυρπολημένο χριστουγεννιάτικο δέντρο της πλατείας Συντάγματος, το οποίο αντικαταστάθηκε με καινούριο που φυλασσόταν από αστυνομική δύναμη και... στολίστηκε με σκουπίδια.

Τα επόμενα χρόνια, αυτά της κρίσης, η γιορτή για την αλλαγή του χρόνου μεταφέρθηκε στο Θησείο, με τον δήμαρχο Γιώργο Καμίνη να «σπάει» το μουντό κλίμα δύο φορές με μια επαναλαμβανόμενη γκάφα. Το 2012 η χρονιά έχει αλλάξει και ο δήμαρχος δεν το έχει… καταλάβει, καθώς συνεχίζει να διαβάζει τον λόγο του. Οταν λοιπόν τελειώνει έχουν περάσει ήδη δύο λεπτά από την αλλαγή του χρόνου και οι Αθηναίοι έχουν ευχηθεί, πανηγυρίσει αλλά και γελάσει. Την επόμενη Πρωτοχρονιά ο δήμαρχος έχει μεν χρονομετρήσει την ομιλία του, αλλά δεν τα καταφέρνει αυτή τη φορά χάνοντας την αλλαγή για 4 δευτερόλεπτα…
Καμίνης - Τρία, δύο, ένα.... ΜΗΔΕΝ!!!!!


Το πρωτοχρονιάτικο πάρτυ της Αθήνας επιστρέφει στο Σύνταγμα από τον Κώστα Μπακογιάννη, ο οποίος το 2020 φροντίζει το χριστουγεννιάτικο δέντρο της πλατείας να έρθει από το Καρπενήσι, την ιδιαίτερη πατρίδα του. Την επόμενη χρονιά είναι χρονιά πανδημίας και οι Αθηναίοι κάνουν αλλαγή κλεισμένοι στα σπίτια τους. Το ίδιο και την Πρωτοχρονιά του 2022, όταν ωστόσο το lockdown σπάνε ομάδες Πακιστανών μεταναστών που μαζεύονται στο Σύνταγμα για να γιορτάσουν. Οι επόμενες Πρωτοχρονιές αποτέλεσαν μια τρόπον τινά «επιστροφή στην κανονικότητα» - παρότι το υπόλοιπο κέντρο δεν ανέκτησε ποτέ τη λάμψη και φωτεινότητά του.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
δειτε ολες τις ειδησεις

Δείτε Επίσης