Κύπρος: Οικονομική στήριξη σε γυναίκες-θύματα βιασμού κατά την εισβολή

Οι συγκλονιστικές τους μαρτυρίες είναι 40 χρόνια μετά ανατριχιαστικές

Οι γυναίκες που έπεσαν θύματα βιασμού από τους Τούρκους στρατιώτες κατά την εισβολή του 1974 στη Κύπρο, για πρώτη φορά αναγνωρίζονται από το κράτος το οποίο, τους προσφέρει 41 χρόνια μετά οικονομική στήριξη. 

Η Κύπρια υπουργός Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων Ζέτα Αιμιλιανίδου, διαβεβαιώνει ότι όλες αυτές οι γυναίκες αν αιτηθούν, θα τύχουν οικονομικής βοήθειας μέσα από μια διακριτική διαδικασία, λόγω της ευαισθησίας του θέματος.

Οι περισσότερες από αυτές τις γυναίκες ήταν έφηβες το 1974 και τα χρόνια που ακολούθησαν έζησαν στο σκοτάδι, προσπαθώντας να κρύψουν το δράμα τους το οποίο ο κοινωνικός περίγυρος θεωρούσε στίγμα.

Το Κυπριακό Πρακτορείο Ειδήσεων εξασφάλισε μαρτυρίες από δύο γυναίκες που βιάστηκαν επανειλημμένα τότε, την Άννα από χωριό της επαρχίας Κερύνειας και την Μαρία από χωριό της επαρχίας Αμμοχώστου. Ήταν και οι δυο, δεκατεσσάρων χρόνων το '74.


«Με βίαζαν τρεις μήνες»
Ο πατέρας της Μαρίας, κτηνοτρόφος, δεν ήθελε να εγκαταλείψει τα ζώα του όταν ξέσπασε το κακό, κι έτσι έμεινε όλη η οικογένεια εγκλωβισμένη. 

«Βγήκαμε στα περιβόλια, έξω από το χωριό. Ήμασταν εκεί κάπου εκατό άτομα, τέσσερις ημέρες κρυμμένοι. Η νύκτα γινόταν μέρα. Έριχναν φωτοβολίδες κι ήξεραν ότι ήμασταν κρυμμένοι. Ακούγαμε τα τανκς στο δρόμο που πηγαινοέρχονταν ασταμάτητα. Μας έριξαν φυλλάδια από ελικόπτερο, με την μισή Κύπρο ζωγραφισμένη άσπρη και την άλλη μισή κόκκινη και μας έλεγαν να παραδοθούμε, αλλιώς θα μας σκοτώσουν.

»Μπήκαμε στο χωριό με τα χέρια ψηλά. Βλέπαμε ανθρώπους σκοτωμένους στο δρόμο. Μας μάζεψαν στην αυλή του σχολείου. Μας τραβούσαν απο 'δώ και απο 'κεί. Ξεχώρισαν άνδρες από γυναίκες, μωρά, τους ηλικιωμένους άνω των εξήντα, τους έβαλαν σε αίθουσες σχολείου. Σε δύο φορτηγά φόρτωσαν αιχμαλώτους. Τον πατέρα μου τον πήραν αιχμάλωτο.

»Εμένα, τη μητέρα μου και την αδελφή μου έξι χρόνων με άλλες γυναίκες μας πήραν στα τελευταία σπίτια του χωριού. Από την πρώτη νύκτα ήρθαν να μας μετρήσουν. Έπιασαν εμένα κι άλλες κοπέλες και μας πήραν μέσα στα χωράφια θεοσκότεινα. Με τραβούσε η μάνα μου αλλά την κτυπούσαν με το κοντάκι. Με τράβηξαν με το ζόρι, έξω μακριά. Έφευγε ο ένας κι ερχόταν άλλος κι εγώ να αιμορραγώ, να παρακαλώ τον Θεό να με βοηθήσει, να φωνάζω, ένα μωρό δεκατεσσάρων χρόνων. 

»Έκαναν το κέφι τους και μας έπαιρναν πίσω. Άκουγα τις γυναίκες που σκέφτονταν να αφήσουν το γκάζι της κουζίνας ανοικτό για να αυτοκτονήσουμε, να γλιτώσουμε από αυτό το μαρτύριο.

»Κάθε νύκτα τα ίδια πράγματα. Κρυβόμαστε στο πατάρι του σπιτιού, αλλά μας έβρισκαν και μας τραβούσαν από τα μαλλιά. Συνέχισε αυτή η φρίκη μέχρι δύο-τρεις μήνες».

Η Μαρία σήμερα, είναι διαζευγμένη με τρία παιδιά, άρρωστη και με σοβαρά οικονομικά προβλήματα. Σε κανένα δεν έχει πει ποτέ το τι πέρασε, ούτε ακόμη και στον ίδιο της τον πατέρα που πέθανε πέρσι χωρίς να γνωρίζει οτιδήποτε.


«Ντυνόμουν με τα ρούχα της γιαγιάς μου»
Παρόμοια και η ιστορία της Άννας. Ακόμα έχει το σημάδι στο στήθος από την ξιφολόγχη των Τούρκων. Μόνο που αυτή έφυγε στο εξωτερικό για να συνεχίσει την ζωή της.
«Μας βάλανε σε αίθουσα του σχολείου στη Βώνη, μαζί με την υπόλοιπη οικογένεια. Εκεί έμπαιναν όποτε ήθελαν, διάλεγαν και μας πήγαιναν για να ικανοποιήσουν τις σεξουαλικές τους επιθυμίες. Δεν έβγαινα να πάρω συσσίτιο. Φορούσα συνέχεια τα ρούχα της γιαγιάς για να φαίνομαι γριά αλλά έβλεπαν το πρόσωπο. Έβγαινα έξω μόνο όταν πήγαινα τουαλέτα. Ήμουν συνέχεια τυλιγμένη με ένα πάπλωμα και καθόντουσαν όλα τα πιτσιρίκια από πάνω μου για να μην με τραβάνε συνέχεια και να με βιάζουν οι Τούρκοι. Αυτό κράτησε τρεις μήνες, πριν έρθει ο Ερυθρός Σταυρός, στον οποίον πήγε ένας άνδρας που δραπέτευσε και τους ενημέρωσε ότι ήμασταν εγκλωβισμένοι. Ο Ερυθρός Σταυρός μαζί με άλλα πράγματα, μας έστελνε τότε και χάπια σε περίπτωση εγκυμοσύνης... Ένιωθα φόβο, μεγάλο φόβο, όπως και τώρα ακόμη... Φοβάμαι.

»Όταν θυμάμαι τι γινόταν με τους συγγενείς, νιώθω θυμό. Έλεγαν της μάνας μου - “να την πάρεις και να φύγεις από τη χώρα, γιατί έτσι που είναι τώρα δεν την θέλει κανένας”. Ήμουν η ντροπή της οικογένειας μετά το βιασμό. Κι έτσι μας έχουνε κάνει κι έτσι έχουμε παραμείνει - ντροπή της οικογένειας. Και τώρα που μας έστειλαν μια επιστολή να προσκομίσουμε ιατρικά πιστοποιητικά για το βιασμό μας, αυτό μας εξευτελίζει και πάλι από την αρχή.

»Το ότι έφυγα από την Κύπρο, μου έκανε καλό. Δεν έβλεπα αυτούς που με είχαν ως στίγμα της οικογένειας, δεν έβλεπα κανένα από τους χωριανούς που νόμιζα ότι όλοι ξέρανε για μένα. Παντρεύτηκα, έχω δύο παιδιά και δύο εγγόνια. Είμαι 55 χρόνων και το βιασμό δεν τον έχω ξεχάσει ποτέ μου».

Μέχρι σήμερα - αν και οι περισσότερες με ψυχολογικά τραύματα - αυτές οι γυναίκες δεν έτυχαν ποτέ κάποιας βοήθειας ψυχολογικής, ιατρικής ή οικονομικής από το κράτος.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr