Υπόθεση Novartis: Μεθοδεύσεις για την κάλυψη των εισαγγελέων διαφθοράς και των προστατευόμενων μαρτύρων

Τους έδωσαν την ιδιότητα του προστατευόμενου μάρτυρα μετά την αποστολή της δικογραφίας στη Βουλή - Παρέμβαση Θάνου-Μαξίμου μετά την κίνηση εφετών να μαζέψουν υπογραφές για να αφαιρεθεί η δικογραφία από την εισαγγελία διαφθοράς

Κυβερνητικός πανικός ξέσπασε με την είσοδο της σαρακοστής για την υπόθεση της Novartis
, εν όψει μάλιστα και της σημερινής συζήτησης και ψηφοφορίας στην Βουλή.

Επιστρατεύθηκαν όλες οι κυβερνητικές δυνάμεις  για τη διάσωση τόσο των τριών εισαγγελέων διαφθοράς, όσο και των τριών προστατευόμενων μαρτύρων, ενώ εντάθηκε η προσπάθεια του Μαξίμου, όταν έγινε γνωστό την Τρίτη ότι ο πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ
Ευάγγελος Βενιζέλος και ο αντιπρόεδρος της ΝΔ Άδωνις Γεωργιάδη, κατέθεσαν μηνύσεις, μετά  τους 
Αντώνη Σαμαρά και Δημήτρη Αβραμόπουλο που είχαν καταθέσει πριν την Καθαρά Δευτέρα.

Μάλιστα, «κατόπιν εορτής» έγιναν δικαστικές ενέργειες για να διαφυλαχθούν και να προστατευτούν εισαγγελικοί λειτουργοί, αλλά  και οι τρεις προστατευόμενοι μάρτυρες, κάτι που έριξε λάδι στην ήδη υπάρχουσα πολιτική ένταση. Ενδεικτικός, του κυβερνητικού πανικού  είναι ότι στους προστατευόμενους τρεις μάρτυρες, αφού διαβιβάστηκε η δικογραφία στη Βουλή του προσδόθηκε και ο χαρακτηρισμός των  «μαρτύρων δημοσίου συμφέροντος».

Παράλληλα, τρέχουν και δεν φτάνουν να καλύψουν τις επιπολαιότητες και τις αβλεψίες   που διέπραξαν κάτω από την πίεση του χρόνου, καθώς ήθελαν να βγει στη δημοσιότητα η υπόθεση της Novartis, αμέσως μετά το συλλαλητήριο για το Μακεδονικό.

Ενδεικτικό της πίεσης είναι ότι ανήμερα του συλλαλητηρίου προστατευόμενος μάρτυρας έδινε κατάθεση, ενώ δεν παρέλειψε στο παρά ένα να επισκεφθεί την εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ξένη Δημητρίου ο κυβερνητικός εκπρόσωπος  Δημήτρης Τζανακόπουλος.

 
Ευάγγελος Βενιζέλος
Μόλις έγινε γνωστό χθες ότι ο πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Ευάγγελος Βενιζέλος προσέφυγε στη Δικαιοσύνη για την υπόθεση Novartis,   καταθέτοντας μήνυση 22 σελίδων σε βάρος του ανώνυμου μάρτυρα με το κωδικό όνομα «Μάξιμος Σαράφης», έκανε ωμή -όπως τη χαρακτηρίζουν πρώην εν ενεργεία συνάδελφοι της- παρέμβαση η  πρώην πρόεδρος του Αρείου Πάγου και νυν προϊστάμενη στο Νομικό Γραφείο του πρωθυπουργού Βασιλική Θάνου.   

Αναλυτικά,  ο πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ κατηγορεί την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ για «προφητική γνώση της μετέπειτα δικογραφίας και ωμή αντιποίηση εισαγγελικών αρμοδιοτήτων», αφού -όπως λέει ο κ. Βενιζέλος- ο Αλέξης Τσίπρας από τον Φεβρουάριο του 2017 είχε αναφερθεί σε λεπτομέρειες των καταθέσεων που έγιναν από τους προστατευόμενους μάρτυρες εννέα μήνες μετά (οι καταθέσεις των ανώνυμων μαρτύρων ξεκίνησαν τον Νοέμβριο του 2017).

Ακόμη, στην μηνυτήρια αναφορά του ο πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ αναφέρεται και στο καθεστώς προστασίας που απονεμήθηκε στους τρεις προστατευόμενους μάρτυρες επιχειρηματολογώντας ότι θα έπρεπε η Βουλή να αποφασίσει για την ένταξή τους σε καθεστώς προστασίας.

Ειδικότερα, αναφέρει ότι «αν μάλιστα ο μάρτυρας ζήτησε να υπαχθεί σε καθεστώς προστασίας για να καταθέσει για πρόσωπα υπαγόμενα στην ποινική δικαιοδοσία της Βουλής, το σχετικό αίτημα έπρεπε να τεθεί ενώπιον της Βουλής και να κριθεί από αυτήν που ενεργεί ως ο εισαγγελέας, ο δε εισαγγελέας είχε υποχρέωση αμελλητί διαβίβασης στη Βουλή κατά το άρθρο 86 παρ. 3 Συντάγματος».

Κατόπιν αυτών, ο Ευάγγελος Βενιζέλος σε δήλωσή του αναφέρει: ««Κατέθεσα σήμερα έγκληση και μήνυση κατά του ενός από τους τρεις ανώνυμους μάρτυρες που ψέλλισε το όνομά μου κατά τρόπο αυταπόδεικτα ψευδή. Στρέφομαι όμως και κατά των αυτουργών και των συνεργών μιας σειράς εγκλημάτων που έχουν βαρύ θεσμικό χαρακτήρα.  Η κραυγαλέα ψευδορκία και συκοφαντική δυσφήμηση είναι το λιγότερο. Διεπράχθη σε βάρος μου κατάχρηση εξουσίας με τη νομική έννοια του όρου. Με εξέθεσαν σε δίωξη, ενώ γνώριζαν όχι απλώς ότι είμαι αθώος αλλά παντελώς άσχετος με την υπόθεση. Αυτά που συνέβησαν τις τελευταίες βδομάδες έχουν προαναγγελθεί από τον  πρωθυπουργό και υπουργούς του ένα χρόνο πριν. Η κυβέρνηση αντιποιείται εισαγγελικά και δικαστικά καθήκοντα. Προαναγγέλλει, προετοιμάζει, οργανώνει, παρεμβαίνει, αξιολογεί, προωθεί. Πρόκειται για σφετερισμό της ιδιότητας του κρατικού οργάνου για να αλλοιωθούν θεμελιώδεις αρχές και θεσμοί του πολιτεύματός μας, όπως η διάκριση των εξουσιών και η ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης. Αυτό το οποίο συμβαίνει στο χώρο της δικαιοσύνης, δηλαδή η θεσμική τερατογένεση μέσα από τη μείξη δικαιοσύνης και πολιτικής είναι ζήτημα πολύ σοβαρότερο και από την αποτυχία της λεγόμενης καθαρής εξόδου στην οικονομία, κι από τις διολισθήσεις στο μέτωπο των εθνικών θεμάτων και της εξωτερικής πολιτικής. Τελειώνει ο πολιτικός τους χρόνος. Αλλά φεύγοντας καταστρέφουν τις γέφυρες και ναρκοθετούν τον τόπο. Εμείς ως υπεύθυνοι πολίτες πρέπει να αντισταθούμε, πρέπει να αγωνιστούμε για τους θεσμούς, τη δημοκρατία, το κράτος δικαίου και την προοπτική των παιδιών μας».
 

Βασιλική Θάνου
Δεν πρόλαβε να σβήσει ο απόηχος της δήλωσης του Ευάγγελου Βενιζέλου και η Βασιλική Θάνου προέβη σε δήλωση στο κρατικό Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, η οποία από τους εν ενεργεία συναδέλφους της χαρακτηρίστηκε ως απαράδεκτη ωμή παρέμβαση επηρεασμού  σε εκκρεμή δίκη.

Αναλυτικότερα, η Βασιλική Θάνου χαρακτήρισε μη νόμιμο «το αίτημα για σύγκληση της ολομέλειας του Εφετείου Αθηνών, το οποίο όπως έγινε γνωστό προσπαθούν να θέσουν ορισμένοι με τη συλλογή υπογραφών με στόχο να αφαιρεθεί η δικογραφία της Novartis από τον ανακριτή διαφθοράς στον οποίο έχει χρεωθεί και να πάει σε εφέτη ανακριτή».

Συγκεκριμένα, η Βασιλική Θάνου δήλωσε:  «Οι ανακριτές διαφθοράς, όπως και οι εισαγγελείς διαφθοράς είναι αποκλειστικής αρμοδιότητας για τη διερεύνηση των εγκλημάτων κατά της διαφθοράς σύμφωνα με τον νόμο 4022/2011. Το άρθρο 29 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας για την ανάθεση της ανάκρισης σε εφέτη ανακριτή δεν εφαρμόζεται στα εγκλήματα διαφθοράς. Επομένως, είναι μη νόμιμο το αίτημα για σύγκληση της ολομέλειας του Εφετείου Αθηνών, το οποίο όπως έγινε γνωστό προσπαθούν να θέσουν ορισμένοι με τη συλλογή υπογραφών με στόχο να αφαιρεθεί η δικογραφία της Novartis από τον ανακριτή διαφθοράς στον οποίο έχει χρεωθεί και να πάει σε εφέτη ανακριτή».

Δεν πρέπει να λησμονείται ότι η Βασιλική Θάνου την περασμένη εβδομάδα με συνέντευξή της, είχε χαρακτηρίσει την υπόθεση Novartis ως ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα και σε επίπεδο μεθοδεύσεων και σε επίπεδο εύρους των εμπλεκομένων προσώπων, εκφράζοντας παράλληλα την πλήρη εμπιστοσύνη της στην Δικαιοσύνη. Η άποψη αυτή της πρώην πρόεδρου του Αρείου Πάγου είναι ταυτόσημη με αυτή του αναπληρωτή υπουργού Δικαιοσύνης Δημήτρη Παπαγγελόπουλου που έχει γίνει λίγες μέρες πριν.
 

Κινήσεις για σύγκληση ολομέλειας Εφετών 
Αμέσως μετά την παρέμβαση της Βασιλικής Θάνου, έγινε γνωστό το Εφετείο Αθηνών τηρεί στάση αναμονής   για την υπόθεση της Novartiis και αναμένονται τα αποτελέσματα της σημερινής συνεδρίασης της Βουλής όπου θα διεξαχθεί ψηφοφορία για τα δέκα πολιτικά πρόσωπα.

Το Εφετείο  Αθηνών  αναμένει τα αποτελέσματα της   ψηφοφορίας, δηλαδή εάν στην υπόθεση της φαρμακοβιομηχανίας Novartiis θα εμπλακούν τελικά ή όχι πολιτικά πρόσωπα.

Στην περίπτωση της εμπλοκής πολιτικών προσώπων, υπάρχουν  σκέψεις να γίνει επίκληση του άρθρου 29 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, προκειμένου  να συγκληθεί η Ολομέλεια Εφετών Αθηνών για   να ανατεθεί η υπόθεση της Novartiis σε ειδικό Εφέτη ανακριτή, λόγω της σπουδαιότητάς της και  να φύγει   από τα χέρια  των ανακριτριών  κατά της διαφθοράς.

Για να συγκληθεί η Ολομέλεια Εφετών δύο προϋποθέσεις υπάρχουν. Η πρώτη είναι ο προϊστάμενος (διευθύνων) του Εφετείου Αθηνών Θεόδωρος Κανελλόπουλος επικαλούμενος το άρθρο 29 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας να συγκαλέσει την Ολομέλεια Εφετών προκειμένου η επίμαχη υπόθεση λόγω της σπουδαιότητας της να ανατεθεί σε Εφέτη Ανακριτή.

Η δεύτερη περίπτωση είναι 20 Εφέτες με τις υπογραφές τους να ζητήσουν από τον προϊστάμενο του Εφετείου Αθηνών την σύγκληση της Ολομέλειας, προκειμένου να κριθεί δια ψηφοφορίας  εάν πρέπει να ανατεθεί η υπόθεση σε Εφέτη Ανακριτή.

Ήδη, για την σύγκληση της Ολομέλειας έχουν συγκεντρωθεί    16 υπογραφές, αλλά κρίθηκε αναγκαίο να «παγώσει» προσωρινά το θέμα εν όψει της συνεδρίασης της Βουλής.

Υπενθυμίζεται ότι το άρθρο 29 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αναφέρει τα εξής:
«1. Το δικαστήριο των εφετών συνεδριάζοντας ως συμβούλιο σε ολομέλεια με την παρουσία και του εισαγγελέα έχει το δικαίωμα να ακούει τις ανακοινώσεις μέλους του (άρθρο 37) και να παραγγέλλει στον αρμόδιο εισαγγελέα να κινήσει την ποινική δίωξη.

2. Έχει ακόμα το δικαίωμα να διατάξει τον εισαγγελέα εφετών να κινήσει ποινική δίωξη για κάθε έγκλημα και για κάθε υπαίτιο, αν αυτή έχει ήδη ασκηθεί από τον εισαγγελέα πλημμελειοδικών, έχει το δικαίωμα να διατάξει να υποβληθούν τα έγγραφα στον εισαγγελέα εφετών.

3. Και στις δύο περιπτώσεις της παρ. 2 ένας από τους εφέτες, που τον ορίζει η ολομέλεια, εκπληρώνει καθήκοντα ανακριτή στην υπόθεση και ή ενεργεί ο ίδιος κάθε ανακριτική πράξη ή αναθέτει την ενέργειά τους στον ανακριτή πλημμελειοδικών. «Ο εφέτης, που ορίσθηκε από την Ολομέλεια Εφετών ως ανακριτής, ολοκληρώνει την ανάκριση, έστω και αν μετά τον ορισμό του προαχθεί. Το ίδιο ισχύει και για τις υποθέσεις, για τις οποίες η Ολομέλεια του Εφετείου έχει ήδη ορίσει Εφέτη Ανακριτή.» Ο εισαγγελέας εφετών έχει όλα τα δικαιώματα και τα καθήκοντα του εισαγγελέα πλημμελειοδικών, το συμβούλιο εφετών έχει τα δικαιώματα και τα καθήκοντα του συμβουλίου πλημμελειοδικών και αποφασίζει για την κατηγορία σε πρώτο και τελευταίο βαθμό.

4. Για εγκλήματα σχετικά με την υπηρεσία (άρθρα 235 - 263α ΠΚ) καθώς και για τα εγκλήματα που τιμωρούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2331/1995 (ΦΕΚ 173 Α), όπως ισχύει, εφόσον έχουν τελεσθεί από δικαστικό λειτουργό και τιμωρούνται σε βαθμό κακουργήματος, όπως και για τα συναφή με αυτά κακουργήματα ή πλημμελήματα, ανεξάρτητα από τον τόπο τέλεσης τους, αρμόδιο είναι το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Αθηνών. Η προκαταρκτική εξέταση για τα ανωτέρω εγκλήματα διενεργείται από Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, ο οποίος μπορεί να παραγγέλλει τη διενέργεια ανακριτικών πράξεων από τους κατά τόπον Εισαγγελείς Εφετών ή Πρωτοδικών. Η ποινική δίωξη ασκείται από τον Εισαγγελέα Εφετών Αθηνών, μετά από παραγγελία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, ο οποίος διενήργησε την προκαταρκτική εξέταση. Για την ανάκριση των εγκλημάτων αυτών ορίζεται από την Ολομέλεια του Εφετείου Αθηνών ως ανακριτής Πρόεδρος Εφετών ή Εφέτης, οι οποίοι ολοκληρώνουν την ανάκριση, έστω και αν μετά τον ορισμό τους προαχθούν. Το ίδιο ισχύει και για τις υποθέσεις για τις οποίες η Ολομέλεια του Εφετείου Αθηνών έχει ήδη ορίσει Εφέτη Ανακριτή. Αν ο δικαστικός λειτουργός υπηρετεί στο Εφετείο ή στην Εισαγγελία Εφετών Αθηνών, μετά την άσκηση της ποινικής δίωξης σε βάρος του για τα παραπάνω εγκλήματα, δύναται, κατόπιν αποφάσεως του αρμόδιου δικαστικού συμβουλίου, να μετατεθεί σε άλλο Εφετείο ή Εισαγγελία Εφετών, έως την έκδοση αμετάκλητης απόφασης.

Στις ανωτέρω περιπτώσεις δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 136 στοιχ. ε' και 137 Κ.Π.Δ.».
 
 
 Άδωνις Γεωργιάδης
Ακολούθησε χθες η ανακοίνωση του αντιπροέδρου της Νέας Δημοκρατίας, για κατάθεση μήνυσης για  ψευδορκία, συκοφαντική δυσφήμιση και ψευδή καταμήνυση κατά των τριών προστατευόμενων μαρτύρων με τους κωδικούς Μάξιμος Σαράφης, Ιωάννης Αναστασίου και Αικατερίνη Κελέση.
 
 
Ο αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Δημήτριος Παπαγεωργίου 
Λίγο μετά τη γνωστοποίηση της μήνυσης του Άδωνη Γεωργιάδη, ο αρμόδιος για την εποπτεία και τον συντονισμό του έργου των Εισαγγελέων Εγκλημάτων Διαφθοράς αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Δημήτριος Παπαγεωργίου μέσα από το σάιτ της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου ανάρτησε ανακοίνωση για τους τρεις προστατευόμενους μάρτυρες.

Ο Δημήτριος Παπαγεωργίου διευκρινίζει ότι μόλις την 9η Φεβρουαρίου 2018, χαρακτηρίστηκαν   οι τρεις προστατευόμενοι μάρτυρες στην υπόθεση της Novartis ως «μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος», δηλαδή αφού η δικογραφία είχε διαβιβαστεί στη Βουλή.

Ειδικότερα, ο Δημήτριος Παπαγεωργίου, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει στην ανακοίνωσή του «με αφορμή τεθέντα ερωτήματα και δημόσιες δηλώσεις», διευκρινίζει ότι :

1) «Οι υπ΄ αριθμ. 12/2017, 13/2017 και 1/2018 Εισαγγελικές Διατάξεις, εκδοθείσες σύμφωνα με το άρθρο 9 §§ 7, 1-5  Ν. 2928/2001 (όπως ισχύει μετά το Ν. 4254/2014) και αφορώσες στην παροχή προστασίας στα τρία πρόσωπα που εξετάσθηκαν με κωδική ονομασία κατά την προκαταρκτική εξέταση της «υπόθεσης Novartis» («προστατευόμενοι μάρτυρες»), δεν υποβλήθηκαν σε μας προς έγκριση διότι δεν απαιτείται τέτοια έγκριση κατά τις προαναφερθείσες διατάξεις του νόμου» και

2) «Όμως, την 9-2-2018, εγκρίναμε άλλη πράξη της Εισαγγελέως Εγκλημάτων Διαφθοράς Αθηνών (υπ΄ αριθμ. 3/2018), εκδοθείσα σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 45Β § 1 ΚΠΔ (που προστέθηκε με το Ν. 4254/2014), με την οποία τα εν λόγω πρόσωπα χαρακτηρίσθηκαν ως «μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος».
 

Παρέμβαση Ευάγγελου Βενιζέλου
Ο Ευάγγελος Βενιζέλος μόλις πληροφορήθηκε την ανακοίνωση του Δημητρίου Παπαγεωργίου σε νεώτερη δήλωσή του ανέφερε ότι «καθίσταται πλέον επισήμως σαφές ότι οι τρεις ανώνυμοι μάρτυρες εξετάσθηκαν χωρίς να έχουν προηγουμένως χαρακτηρισθεί ως μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος» και  δεν παραλείπει να επισημάνει ότι «η Ελλάδα βρίσκεται πλέον ένα βήμα πριν εξομοιωθεί με την Πολωνία και την Ουγγαρία στην εκθεμελίωση του κράτους δικαίου και της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης».

Αναλυτικότερα, ο πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ επισημαίνει ότι  οι μάρτυρες εξετάσθηκαν με βάση τη διάταξη της παραγράφου 7 του άρθρου 9 ν.2928/2001 που επιτρέπει να δοθεί το καθεστώς ανωνυμίας σε «οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο συμβάλλει ουσιωδώς» στην αποκάλυψη ορισμένων αξιόποινων πράξεων  και προσθέτει:

Κατά την ορθή  συστηματική ερμηνεία των παραγράφων 7 και 2 του άρθρου 9 του ν. 2928/2001 και στις περιπτώσεις αυτές, όταν η πρωτοβουλία ανήκει στον Εισαγγελέα Διαφθοράς, απαιτείται δική του διάταξη και έγκριση του αρμόδιου αντεισαγγελέα του ΑΠ και δεν αρκεί διάταξη του Εισαγγελέα Πρωτοδικών, όπως έγινε με τους τρεις. Άρα η προδικασία πάσχει από απόλυτη ακυρότητα και κακώς οι μάρτυρες κατέθεσαν ανώνυμα.

«Τα πράγματα έγιναν όμως ακόμη χειρότερα, γιατί τώρα πληροφορούμαστε ότι μετά τη διαβίβαση της δικογραφίας στη Βουλή, η Εισαγγελέας Διαφθοράς, βλέποντας την ακυρότητα, χαρακτήρισε με διάταξή της, εκ των υστέρων, τους τρεις ανώνυμους μάρτυρες ως μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος κατά το άρθρο 45Β του ΚΠΔ και η διάταξή της αυτή εγκρίθηκε από τον Αντεισαγγελέα του ΑΠ στις 9.2.2018, συνέχισε ο Ευάγγελος Βενιζέλος. 

Ακόμη, ο Ευάγγελος Βενιζέλος σημείωσε:

Συμπτωματικώς στις 9.2.2018 με επιστολή μου προς τον Πρόεδρο της Βουλής ζήτησα να διαβιβασθεί στη Βουλή η μη περιλαμβανομένη στη δικογραφία πράξη χαρακτηρισμού των μαρτύρων ως δημοσίου συμφέροντος!

Δυστυχώς προκύπτουν έτσι δυο άλλα, ακόμη πιο μεγάλα, θέματα:

Πρώτον, μετά τη διαβίβαση της δικογραφίας στη Βουλή, αρμόδιος εισαγγελέας είναι η ίδια η Βουλή είτε ως Ολομέλεια είτε ως κοινοβουλευτική επιτροπή προκαταρκτικής εξέτασης. Δεν έχει πλέον δικαιοδοσία ούτε ο Εισαγγελέας Διαφθοράς ούτε ο Αντεισαγγελέας του ΑΠ για τους μάρτυρες που έχουν καταθέσει σε δικογραφία της ποινικής δικαιοδοσίας της Βουλής. Ούτε  φυσικά  οι μεταγενέστερες αυτές διατάξεις μπορούν να διαβιβαστούν στη Βουλή, ούτε τη δεσμεύουν. Είναι άλλωστε παράνομες.

Δεύτερον, οι μεταγενέστερες αυτές διατάξεις με επίκληση του άρθρου 45 Β του ΚΠΔ εκδόθηκαν με τόσο ακραίο δικονομικά τρόπο προφανώς για να μπορεί να εφαρμοστεί η παράγραφος 3 του άρθρου 45Β και να παραγγελθεί η οριστική αποχή από την ποινική δίωξη των ανώνυμων μαρτύρων μετά την ομοβροντία μηνύσεων για ψευδορκία και συκοφαντική δυσφήμηση. Εφόσον όμως οι μηνύσεις γίνονται από πρόσωπα που υπάγονται στην ποινική δικαιοδοσία της Βουλής και οι πράξεις εκ των υστέρων χαρακτηρισμού των μαρτύρων ως δημοσίου συμφέροντος εκδόθηκαν μετά τη διαβίβαση της δικογραφίας στη Βουλή, αποχή από την ποινική δίωξη δεν μπορεί να διαταχθεί.

Ελπίζω ότι ο κ. Αντεισαγγελέας του ΑΠ θα εγγυηθεί το σεβασμό βασικών εγγυήσεων του Συντάγματος και της ΕΣΔΑ και δεν θα επιτρέψει την κατάλυση του δικαιώματος δικαστικής προστασίας για δυο πρώην πρωθυπουργούς, ένα πρώην αντιπρόεδρο της κυβέρνησης, τον Διοικητή της ΤτΕ, τον Έλληνα Επίτροπο στην ΕΕ, τον αντιπρόεδρο της αξιωματικής αντιπολίτευσης, τον κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο του δεύτερου κόμματος της αντιπολίτευσης και τρεις πρώην υπουργούς».
 

Νομικά κενά και παράδοξα
Ωστόσο, νομικά ερωτηματικά, κενά, αλλά   και  αδιέξοδα (πλέον των πολιτικών ερωτηματικών) ανακύπτουν  από τη διπλή  «βάπτιση» των τριών μαρτύρων στην υπόθεση της Novartis, τόσο ως προστατευομένων μαρτύρων, όσο  και ως μαρτύρων δημοσίου συμφέροντος. Δηλαδή, προς θωράκισή τους   προσδόθηκαν δύο ιδιότητες μαρτύρων, χωρίς παρ΄ όλα αυτά να  είναι απόλυτη η προστασία τους.

Αναγκαίο είναι να διευκρινιστεί ότι σε περίπτωση κατά την οποία μπορεί να τεθεί σε κίνδυνο τη ζωή ή την υγεία ενός μάρτυρα ή της οικογένειας και των φίλων του, τότε σε  αυτό  το μάρτυρα  μπορεί  να προσδοθεί η ιδιότητα του προστατευόμενου.  Έτσι, τα στοιχεία της ταυτότητάς του δεν γίνονται γνωστά και λαμβάνει ένα κωδικό όνομα, είτε αριθμού, είτε άλλου άσχετου ονόματος. Στο δικαστήριο δεν εμφανίζεται και η μαρτυρική κατάθεσή του μπορεί να γίνει μέσω τηλεδιάσκεψης, χωρίς να εμφανίζεται το πρόσωπό του, ακόμη και με αλλοιωμένη τη φωνή του μέσω  τεχνικών μέσων.

Ο μάρτυρας δημοσίου συμφέροντος έχει κατ΄  αρχάς την ίδια προστασία με τον προστατευόμενο μάρτυρα (Κωδικό, κ.λπ.), αλλά και πρόσθετη προστασία από μηνύσεις για ορισμένα αδικήματα.

Όπως είναι γνωστό στην  υπόθεση της Novartis υπάρχουν τρεις προστατευόμενοι μάρτυρες με τους κωδικούς Μάξιμος Σαράφης, Ιωάννης Αναστασίου και Αικατερίνη Κελέση.

Τώρα, ο αρμόδιος για την εποπτεία και τον συντονισμό του έργου των Εισαγγελέων Εγκλημάτων Διαφθοράς αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Δημήτριος Παπαγεωργίου στην ανακοίνωσή του αναφέρει ότι για τους τρεις μάρτυρες στην υπόθεση της Novartis  οι οποίοι χρίστηκαν προστατευόμενοι  δεν υποβλήθηκε στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου σχετική  έγκριση από τους εισαγγελείς διαφθοράς (Ελένη  Τουλουπάκη και  επίκουροι   Εισαγγελείς Διαφθοράς Χρήστος Ντζούρας και Στέλιος Μανώλης «διότι δεν απαιτείται τέτοια έγκριση» σύμφωνα με τις επιταγές του νόμου   (νόμος  2928/2001, όπως ισχύει μετά το νόμο 4254/2014).

Απλά, αναφέρει ο Δημήτριος Παπαγεωργίου εκδόθηκαν οι  υπ΄ αριθμ. 12/2017, 13/2017 και 1/2018 Εισαγγελικές Διατάξεις για τους εν λόγω τρεις μάρτυρες (ως προστατευόμενοι μάρτυρες).

Πάντως, να σημειωθεί ότι από το περιβάλλον των εισαγγελέων διαφθοράς λεγόταν, έως σήμερα και σε κάθε  τόνο, ότι νόμιμα  έχει επικυρωθεί η ιδιώτης του  προστατευόμενου στους τρεις μάρτυρες, η οποία μάλιστα έχει επικυρωθεί και από την Εισαγγελία του Αρείου Πάγου.         

Στην συνέχεια ο Δημήτριος Παπαγεωργίου   «με αφορμή τεθέντα ερωτήματα και δημόσιες δηλώσεις», όπως διευκρινίζει στην σημερινή ανακοίνωσή του, στους τρεις μάρτυρες προσδόθηκε από 9 Φεβρουαρίου 2018 και η ιδιότητα  του «μάρτυρα δημοσίου συμφέροντος».

Οι μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος πράγματι τυγχάνουν κάποιας ιδιαίτερης προστασίας υπό ορισμένες όμως συνθήκες και προϋποθέσεις, αλλά όχι της απόλυτα ζητουμένης.... προστασίας.

Κατ΄  αρχάς τίθεται ένα σημαντικό θέμα. Για την προστασία τους αναφορικά με τις καταθέσεις τους για το χρονικό διάστημα πριν  την 9η  Φεβρουαρίου 2018, που δεν είχαν την ιδιότητα του   «μάρτυρα δημοσίου συμφέροντος». Δηλαδή, για το διάστημα πριν διαβιβαστεί η επίμαχη δικογραφία στη Βουλή.

Να διευκρινιστεί ότι δεν μπορεί να έχει αναδρομική ισχύ η ιδιότητα του «μάρτυρα δημοσίου συμφέροντος» (εκ των υστέρων «βάπτιση»).

Ακόμη, το σημαντικότερο είναι ότι η προστασία των εν λόγω μαρτύρων ως «μαρτύρων δημοσίου συμφέροντος»,  ανάγεται σε εγκλήματα δωροδοκίας και όχι σε άλλα αδικήματα.    

Οι διατάξεις του άρθρου 45Β παράγραφος  1 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας για τους μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος  δεν προσφέρει προστασία για τα αδικήματα της ψευδορκίας, της συκοφαντικής δυσφήμησης, της παραβίασης υπηρεσιακού απορρήτου, κ.λπ.

Πέρα όμως από όλα αυτά, το βασικότερο για τους προστατευόμενους μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος, είναι ότι το τελικό λόγο για την τύχη τους, ως προς τα αδικήματα της ψευδορκίας, της ψευδούς καταμήνυσης, της συκοφαντικής δυσφήμησης, της παραβίασης υπηρεσιακού απορρήτου, κ.λπ.,   έχει  ο ίδιος ο Δημήτριος Παπαγεωργίου, μετά από ενημέρωση του αρμόδιου  για την άσκηση της ποινικής δίωξης εισαγγελέα.

Και αυτό γιατί σύμφωνα με την τελευταία παράγραφο  του άρθρου 45Β παράγραφος  1 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, ο Δημήτριος Παπαγεωργίου εάν  κρίνει μετά από την   ενημέρωσή του, ότι «η ποινική δίωξη των εγκλημάτων της ψευδορκίας, της ψευδούς καταμήνυσης, της συκοφαντικής δυσφήμησης ή της παραβίασης υπηρεσιακού απορρήτου ή των εγκλημάτων των παραγράφων 4 ή 8 του άρθρου 22 του ν. 2472/1997, δεν είναι απαραίτητη για την προστασία του δημοσίου συμφέροντος, μπορεί να παραγγείλει στον αρμόδιο για την άσκηση της ποινικής δίωξης εισαγγελέα την οριστική αποχή από την ποινική δίωξη για τις εν λόγω πράξεις».

Το πλήρες κείμενο του   άρθρου 45Β παράγραφος  1 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας έχει ως εξής;

1. Σε υποθέσεις σχετικές με τις αξιόποινες πράξεις των άρθρων 159, 159Α, 235, 236, 237 και 237Α του Ποινικού Κώδικα και τις συναφείς με αυτές πράξεις, είναι δυνατόν, μετά από έγκριση του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου που εποπτεύει και συντονίζει το έργο των Εισαγγελέων Εγκλημάτων Διαφθοράς, να χαρακτηρίζεται ως μάρτυς δημοσίου συμφέροντος με πράξη του κατά τόπον αρμόδιου εισαγγελέα πλημμελειοδικών ή του Εισαγγελέα Εγκλημάτων Διαφθοράς όποιος, χωρίς να εμπλέκεται καθ' οιονδήποτε τρόπο στις εν λόγω πράξεις και χωρίς να αποβλέπει σε ίδιον όφελος, συμβάλλει ουσιωδώς, με τις πληροφορίες που παρέχει στις διωκτικές αρχές, στην αποκάλυψη και δίωξή τους. Η κατά το προηγούμενο εδάφιο πράξη του εισαγγελέα μπορεί να ανακαλείται με τον ίδιο τρόπο και σε οποιοδήποτε στάδιο της ποινικής δίκης, αν ο εισαγγελέας κρίνει ότι δεν συντρέχουν οι λόγοι που τον οδήγησαν στην έκδοσή της.

2. Αν έχει υποβληθεί έγκληση ή μήνυση για τα εγκλήματα της ψευδορκίας, της ψευδούς καταμήνυσης, της συκοφαντικής δυσφήμησης ή της παραβίασης υπηρεσιακού απορρήτου του Ποινικού Κώδικα ή για τις πράξεις των παραγράφων 4 ή 8 του άρθρου 22 του ν. 2472/1997 σε υπόθεση σχετική με τις αξιόποινες πράξεις που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο, ο αρμόδιος για την άσκηση της ποινικής δίωξης εισαγγελέας, πριν από κάθε άλλη ενέργεια, ενημερώνει σχετικά τον Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου που εποπτεύει και συντονίζει το έργο των Εισαγγελέων Εγκλημάτων Διαφθοράς.

3. Αν ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου που εποπτεύει και συντονίζει το έργο των Εισαγγελέων Εγκλημάτων Διαφθοράς, κρίνει μετά από την κατά την προηγούμενη παράγραφο ενημέρωσή του, ότι η ποινική δίωξη των εγκλημάτων της ψευδορκίας, της ψευδούς καταμήνυσης, της συκοφαντικής δυσφήμησης ή της παραβίασης υπηρεσιακού απορρήτου ή των εγκλημάτων των παραγράφων 4 ή 8 του άρθρου 22 του ν. 2472/1997, δεν είναι απαραίτητη για την προστασία του δημοσίου συμφέροντος, μπορεί να παραγγείλει στον αρμόδιο για την άσκηση της ποινικής δίωξης εισαγγελέα την οριστική αποχή από την ποινική δίωξη για τις εν λόγω πράξεις».

Τέλος, να σημειωθεί ότι ο νόμος 2472/1997 αναφέρεται στην προστασία των προσωπικών δεδομένων. 
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr