Γεράσιμος Αγούδημος: Ο πλοιοκτήτης της μεγάλης φυγής και το τελευταίο ταξίδι
04.04.2018
06:26
Η επεισοδιακή ζωή του, η κατάρρευση, η μετακόμιση στο Λουγκάνο και οι δίκες χωρίς τέλος
Tην άνοιξη η πόλη του Λουγκάνο είναι πανέμορφη αλλά αυτό ήταν το τελευταίο πράγμα που απασχολούσε τον τελευταίο καιρό, τον καπετάν Μάκη Αγούδημο.
Αυτόν που «έσβησε» το περασμένο Σάββατο σε νοσοκομείο της Ελβετικής πόλης όπου νοσηλευόταν με προβλήματα υγείας από ανακοπή καρδιάς,
Ο χαμός του ανθρώπου που έγραψε την δική του εντελώς ξεχωριστή ιστορία στην ελληνική ακτοπλοϊα, έλαβε χώρα μακριά από την Ελλάδα, από την οποία έφυγε, όταν διαλύθηκε η εταιρία του.
Ήταν από το 2009 μόνιμος κάτοικος στο καντόνι του Λουγκάνο στην οδό Riva Paradiso και στο κτήριο με τον αριθμό 28, όπου έμενε μαζί με την σύζυγο του, μακριά από όλα αυτά που άφησε πίσω του.
Ανάμεσά τους και μια διαλυμένη ακτοπλοϊκή «αυτοκρατορία» που απασχόλησε για τελευταία φορά την ελληνική δικαιοσύνη τον περασμένο Νοέμβριο.
Τότε που το Μονομελές Εφετείο Κακουργημάτων Πειραιά με απόφασή του έξέδωσε ένταλμα σύλληψης για τον πρώην πλοιοκτήτη των μυθικών φέρι-τα οποία ταλαιπώρησαν χιλιάδες επιβάτες-για φοροδιαφυγή και ανακριβή απόδοση ΦΠΑ.
Ο ίδιος φυσικά δεν προσήλθε τότε για να δικαστεί και αυτή ήταν η πολλοστή φορά που το έπραττε, αφού οι δίκες που δεν έδωσε το παρών ο πρώην πλοιοκτήτης για χρέη προς το ΝΑΤ, για χρέη προς τους εργαζομένους του, για χρέη στην εφορία κ.α. είναι δεκάδες.
Τα χρέη προς τους προμηθευτές, τις εταιρίες πετρελαιοειδών, το Δημόσιο και τα διάφορα ασφαλιστικά ταμεία ανέρχονται σύμφωνα με όσα έχουν γίνει γνωστά κατά καιρούς σε είκοσι εκατομμύρια ευρώ.
Αυτόν που «έσβησε» το περασμένο Σάββατο σε νοσοκομείο της Ελβετικής πόλης όπου νοσηλευόταν με προβλήματα υγείας από ανακοπή καρδιάς,
Ο χαμός του ανθρώπου που έγραψε την δική του εντελώς ξεχωριστή ιστορία στην ελληνική ακτοπλοϊα, έλαβε χώρα μακριά από την Ελλάδα, από την οποία έφυγε, όταν διαλύθηκε η εταιρία του.
Ήταν από το 2009 μόνιμος κάτοικος στο καντόνι του Λουγκάνο στην οδό Riva Paradiso και στο κτήριο με τον αριθμό 28, όπου έμενε μαζί με την σύζυγο του, μακριά από όλα αυτά που άφησε πίσω του.
Ανάμεσά τους και μια διαλυμένη ακτοπλοϊκή «αυτοκρατορία» που απασχόλησε για τελευταία φορά την ελληνική δικαιοσύνη τον περασμένο Νοέμβριο.
Τότε που το Μονομελές Εφετείο Κακουργημάτων Πειραιά με απόφασή του έξέδωσε ένταλμα σύλληψης για τον πρώην πλοιοκτήτη των μυθικών φέρι-τα οποία ταλαιπώρησαν χιλιάδες επιβάτες-για φοροδιαφυγή και ανακριβή απόδοση ΦΠΑ.
Ο ίδιος φυσικά δεν προσήλθε τότε για να δικαστεί και αυτή ήταν η πολλοστή φορά που το έπραττε, αφού οι δίκες που δεν έδωσε το παρών ο πρώην πλοιοκτήτης για χρέη προς το ΝΑΤ, για χρέη προς τους εργαζομένους του, για χρέη στην εφορία κ.α. είναι δεκάδες.
Τα χρέη προς τους προμηθευτές, τις εταιρίες πετρελαιοειδών, το Δημόσιο και τα διάφορα ασφαλιστικά ταμεία ανέρχονται σύμφωνα με όσα έχουν γίνει γνωστά κατά καιρούς σε είκοσι εκατομμύρια ευρώ.
Κάτι όμως που δεν εμπόδισε τον αείμνηστο καπετάν Μάκη να διάγει ζωή χαρισάμενη στο Λουγκάνο, απολαμβάνοντας τα πούρα και τα εξαιρετικά malt ουίσκι του, έχοντας ρίξει «μαύρη πέτρα» πίσω του εδώ και εννιά χρόνια.
Οι ατάκες που έγραψαν ιστορία και η έπαυλη
Είναι αρχές δεκαετίας του ’90, ντάλα μεσημέρι ενός «καυτού» Ιούλη και στο επιβατηγό «Ροδάνθη» του καπετάν Μάκη Αγούδημου, δεκάδες Φιλιππινέζοι δουλεύουν ώστε το πλοίο να είναι έτοιμο για το ταξίδι του σε Κυκλάδες και Δωδεκάνησα.
Ο εφοπλιστής κάνει την εμφάνισή του με ένα τεράστιο πούρο στο στόμα, φορώντας πόλο μπλουζάκι και λευκό καλοσιδερωμένο παντελόνι. Όταν κοιτάζοντας το ρολόι του αντιλαμβάνεται ότι η αναχώρηση του πλοίου θα καθυστερήσει, βάζει τις φωνές στους άτυχους Φιλιππινέζους εργάτες.
«Τι είναι αυτά ρε; Γιατί αργείτε; Δουλειά ρε, δουλειά. Work ρε πού..η!! Work!!».
Η πιο πάνω σκηνή είναι τελείως αντίθετη με αυτή που ακολουθεί αρκετά χρόνια αργότερα σε ένα εντελώς διαφορετικό ντεκόρ.
Στα τέλη Σεπτεμβρίου του 2009, η εντυπωσιακή έπαυλη του καπετάν Μάκη στο Λαγονήσι, αυτή που γνώρισε δόξες και μεγαλεία όταν παντρεύτηκε η κόρη του Μιλένα, μοιάζει πλέον κι’ αυτή έρημη, όπως έμεινε ο Μάκης Αγούδημος και η «κούφια»-κατά πολλούς-αυτοκρατορία του.
Τα οχτώ καράβια του που οι αγανακτισμένοι επιβάτες με έμφυτη ευγένεια τα αποκαλούσαν «της ταλαιπωρίας» και οι άλλοι που δεν την είχαν «σαπιοκάραβα» ή «σκυλοπνίχτες» κατασχέθηκαν όλα για κάποια μόνο από τα χρέη του ακτοπλόου.
Η επόμενη μέρα για τον Κεφαλλονίτη που έμπαινε κάποτε τσαμπουκαλεμένος σε γραφεία υπουργών δηλώνοντας οργισμένος «πλοιοκτήτης» δεν έμοιαζε απλά δύσκολη, φάνταζε ως η χειρότερη της ζωής του.
Τελικά όμως δεν ήταν.
Το 2014, πέντε χρόνια μετά τη φυγή του στην χώρα των αγελάδων και των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων-την Ελβετία-όσοι περίμεναν να δουν τον καπετάν Γεράσιμο Αγούδημο να δίνει το παρών στην εκδίκαση της έφεσής του κατά της πρωτόδικης απόφασης στο Τριμελές Πλημμελειοδικείο Πειραιά, σύμφωνα με την οποία καταδικάστηκε σε έξι χρόνια φυλακή με αναστολή για χρέη στο ΝΑΤ, έφυγαν όπως ήρθαν.
Ο περίφημος «πλοιοκτήτης» επιβατηγών που έγραψαν ιστορία στο «Αιγαίο», προτίμησε την ασφάλεια της πολυτελούς κατοικίας του στο μαγευτικό Λουγκάνο.
Στο κανναβάτσο
Κάποιοι στον Πειραιά δεν έχουν ξεχάσει την στιγμή που απεγνωσμένοι υπάλληλοι του καπετάν Γεράσιμου σκαρφάλωναν στα φουγάρα των καραβιών του και απειλούσαν να αυτοκτονήσουν, ενώ ο ίδιος προσπαθούσε απεγνωσμένα να μαζέψει τα κομμάτια του και να την κάνει για τας Ελβετίας.
Προσπάθησε τότε να ξεφορτωθεί τα παλιά καράβια και να βρει καινούρια-το «καινούρια» τρόπος του λέγειν-προκειμένου να εξακολουθήσει να υπάρχει το όνομά του στην ελληνική ακτοπλοϊα.
Εκείνη την αλήστου μνήμης χρονιά-μιλάμε για το 2009-βρέθηκε για πρώτη φορά ίσως στη ζωή του, στο καναβάτσο του δικού του επιχειρηματικού ρίνγκ.
Ο καπετάν Μάκης χρώσταγε σε όλους και εδώ και μήνες δεν είχε πληρώσει τίποτα, την ίδια στιγμή που ο κανακάρης του Νίκος χάλαγε σχεδόν κάθε βράδυ κάποιες χιλιάδες ευρώ στα μπουζούκια για να γοητεύσει την τότε αγαπημένη του Νάνσυ Αλεξιάδη.
Τα νέα της κατάσχεσης μόνο σαν «κεραυνός εν αιθρία» δεν έπεσαν στο λιμάνι, αφού ο στόλος του Αγούδημου είχε αρχίσει να «δένει» εδώ και καιρό.
Όταν έδωσε μια από τις τελευταίες του συνεντεύξεις μιλώντας για την ακτοπλοϊα και τα δικά του προβλήματα, η εικόνα που αντίκρυσε ο δημοσιογράφος που του πήρε τη συνέντευξη ήταν η συνηθισμένη: Σορτς, πούρο, ένα γραφείο γεμάτο με εφημερίδες, ανοιχτό ραδιόφωνο και κινητά τηλέφωνα να χτυπάνε συνέχεια.
Δεν απαντούσε σε όλα, απλά κοίταζε τον αριθμό και τα άφηνε να χτυπάνε, όταν όμως απάντησε σε μια από τις κλήσεις το πρόσωπο του συσπάστηκε. Μόλις είχε πληροφορηθεί ότι άρχισε να στενεύει ο κλοιός γύρω του γι’ αυτό και παρακάλεσε τον δημοσιογράφο να τελειώνουν όσο πιο γρήγορα γίνεται.
Τον κυνήγαγαν όλοι
Το καλοκαίρι του 2009, μόνο τρία από τα πλοία του έκαναν δρομολόγια και αυτό συνέβη αφού ο Αγούδημος έπαιρνε αλλεπάλληλες άδειες από το Ν.Α.Τ. στο οποίο χρωστάει ακόμη μεγάλα ποσά.
Εκτός από αυτό είχε να αντιμετωπίσει και τους εργαζόμενους, που έχοντας μείνει απλήρωτοι για μήνες είχαν προχωρήσει σε επίσχεση εργασίας.
Μετά από δραματικές συζητήσεις μεταξύ του Υπουργείου εμπορικής Ναυτιλίας, των εργαζομένων και της G.A. Ferries έγινε ολόκληρος διακανονισμός με το κράτος για να πάρουν μέρος των οφειλομένων οι ναυτικοί, που υποστήριζαν ότι τους οφείλονταν 1.000.000 ευρώ τα οποία θα διεκδικούσαν δικαστικά.
Σε επικοινωνία που είχε μαζί του τις ημέρες της κρίσης ναυτιλιακός συντάκτης που τον γνωρίζει χρόνια ο Γεράσιμος Αγούδημος εμφανίστηκε ψύχραιμος.
Παρά την κατάσχεση έκανε σχέδια για το πώς θα μπορέσει να επανέλθει, αφήνοντας πίσω του τα οχτώ πλοία που οδεύουν για πώληση και το πιθανότερο για παλιοσίδερα, αμέσως μετά, έχοντας μείνει αξέχαστα τα τελευταία χρόνια στο επιβατικό κοινό.
Η σκηνή που έγραψε ιστορία!
Ο Κεφαλλονίτης εφοπλιστής με το τριαντάφυλλο στο πέτο και το «all time classic» πούρο κατάφερε με κάποια περιστατικά να μείνει αξέχαστος σε υπουργούς και γραμματείς.
Για πολλούς ειδήμονες του ναυτιλιακού ρεπορτάζ η σκηνή με πρωταγωνιστές τον καπετάν Μάκη, τον τότε υπουργό Εμπορικής Ναυτιλίας Σταύρο Σουμάκη και τον γενικό γραμματέα του Υπουργείου Θανάση Τσουρουπλή, είναι απλά all time classic.
Σε μια αίθουσα όπου υπήρχαν πολλοί δημοσιογράφοι ο Αγούδημος δεν άφηνε άνθρωπο να μιλήσει, φλομώνοντας ταυτόχρονα την αίθουσα με τον καπνό που έβγαινε από το θηριώδες πούρο του.
Όταν κάποια στιγμή ο Τσουρουπλής δεν άντεξε άλλο αυτή τη συμπεριφορά του είπε: «Μα καλά κύριε Αγούδημε, πώς την έχετε δει. Τι είστε;».
Ο καπετάν Μάκης, τραβώντας μία ρουφηξιά από το πούρο του, έσκυψε προς τον γενικό και του είπε με βαριά φωνή αφήνοντας τον καπνό να κατευθυνθεί προς τη μούρη του εμβρόντητου γενικού: «Πλοιοκτήτης!»
Έτερη κόντρα του που έχει γράψει ιστορία είναι αυτή που είχε με τον μακαρίτη Παντελή Σφηνιά όταν είχε καλέσει τους δημοσιογράφους σε συνέντευξη τύπου όπου καυτηρίασε την επέλαση του επιχειρηματία-ακτοπλόου που αγόραζε τις ακτοπλοϊκές εταιρείες για να δημιουργήσει έναν μεγάλο Όμιλο.
Η ατάκα του «Ζούγκλα έχουμε γίνει» έγινε πρωτοσέλιδο σε μεγάλης κυκλοφορίας εφημερίδες προκαλώντας την αντίδραση του Σφηνιά που δεν το άφησε να περάσει. Σε συνέντευξη που έδωσε σε κυριακάτικη εφημερίδα «πυροβόλησε» τον καπετάν Μάκη λέγοντας: «Εμείς είμαστε σούπερ μάρκετ και όχι μπακάλικο».
Η κόντρα των δύο θα εξομαλυνθεί όταν ο Αγούδημος πούλησε το μεγάλο πακέτο της εταιρείας του στον Παντελή Σφηνιά με τον οποίο αποκατάστησε τη σχέση του, αφού γέμισε η τσέπη του.
Το σώβρακο του παππού και οι λιμενικοί
Το 1989 ο Κεφαλλονίτης εφοπλιστής είχε αγοράσει το κτήριο του Καραγιώργη στο κέντρο του λιμανιού, όπου και έστησε το στρατηγείο του. Εκεί δεχόταν συνεργάτες, φίλους και δημοσιογράφους που πάθαιναν σοκ από την έκταση του γραφείου του, που άγγιζε τα διακόσια τ.μ.
Όπως έλεγε σε συναδέλφους του ρεπορτάζ, ένας συντάκτης «από τότε δεν έχω ξαναδεί πιο μεγάλο γραφείο», όπως δεν είχε ξαναδεί και τέτοιο πλοιοκτήτη.
Ο Αγούδημος τον υποδέχθηκε καθιστός με σακάκι, άσπρο πουκάμισο, και το συνηθισμένο ποτήρι με ουίσκι πάνω στο γραφείο του, αλλά όταν σηκώθηκε για να τον χαιρετήσει, ο δημοσιογράφος διαπίστωσε έκπληκτος ότι δεν φορούσε παντελόνι αλλά μια λευκή σκελέα, σαν αυτές που φόραγαν οι παππούδες μας.
Είχε τέτοιο κόλλημα με τα πλοία του που δεν άφηνε κανέναν να κάνει κουμάντο, ενώ τα παρακολουθούσε όλα από κοντά και όταν δεν συνέβαινε αυτό μίλαγε συνεχώς από τον ασύρματο με τους καπετάνιους του.
Επέβλεπε κάθε μέρα την φόρτωση, όρθιος δίπλα στον καταπέλτη του πλοίου, φορώντας ένα από τα θρυλικά φουλάρια του και φυσικά με το απαραίτητο πούρο. Μια καλοκαιρινή μέρα τον άκουσαν να φωνάζει ότι «Κουμάντο στα πλοία μου κάνω εγώ και κανένας από τους άσπρους», εννοώντας τους αξιωματικούς του Λιμενικού.
Από ναύτης πλοιοκτήτης
Στην ερώτηση αν ένας ναύτης μπορεί να γίνει κάποτε πλοιοκτήτης η απάντηση ακούει στο όνομα Γεράσιμος Αγούδημος.
Ο καπετάν Μάκης, άρχισε την καριέρα του από ναύτης σε πλοία που έκαναν ταξίδια στη Μεσόγειο για να φθάσει να γίνει καπετάνιος και αργότερα πλοιοκτήτης.
Μπορεί να έγινε γνωστός λόγω της ακτοπλοϊας, η εφοπλιστική του πορεία όμως άρχισε με φορτηγά πλοία το 1967 και ο μύθος τον θέλει να έχει πουλήσει και να έχει αγοράσει μέχρι την ηχηρή πτώση του περισσότερα από διακόσια πενήντα πλοία.
Στο πρώτο πλοίο που αγόρασε ταξίδεψε ως πλοίαρχος και από τότε είχε ως διακριτικό στα φουγάρα του το G.A., ενώ δίπλα του στο ξεκίνημα είχε τη σύζυγό του Ροδάνθη Κωσταρά, την οποία γνώρισε σε ένα ταξίδι του στην Αίγυπτο.
Το ξεκίνημα της κυριαρχίας του συνέπεσε με την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία και ήταν αδελφικός φίλος με τον τότε υπουργό Ναυτιλίας Γιώργο Κατσιφάρα.
Το 1986 που ιδρύει την αλήστου μνήμης G.A.Ferries είναι η χρονιά-επί υπουργίας του αείμνηστου Ευάγγελου Γιαννόπουλου-που παίρνει δύο άδειες σκοπιμότητας και με αυτές μπαίνει στην ακτοπλοϊα δρομολογώντας δύο πλοία.
Με αποφάσεις του υπουργείου Οικονομίας τα δύο πλοία που αγόρασε εντάχθηκαν στον αναπτυξιακό νόμο 1262/82 και επιδοτήθηκαν.
Στα πλοία του έδωσε τα ονόματα των δύο κοριτσιών που είχε αποκτήσει από τον γάμο του, της Μιλένας και της Νταλιάνας.
Το 1988 αγοράζει άλλα δύο πλοία αφού εξασφάλισε δύο ακόμη άδειες σκοπιμότητας. Στο ένα δίνει το όνομα της συζύγου του, Ροδάνθης και στο άλλο της άλλης του κόρης, της Δήμητρας.
Ήταν στενός φίλος του τότε πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου και για χάρη του έκλεισε αποκλειστικά το «Δημητρούλα», προκειμένου για να μεταφέρει τον Ανδρέα και τη σύζυγό του Μιμή στην Τήνο, μαζί με όλη την τότε κουστωδία.
Η δεξίωση που άφησε εποχή κα ο άτακτος γιος
Όταν ο καπετάν Γεράσιμος Αγούδημος έμαθε ότι η κόρη του Μιλένα, ήταν ερωτευμένη με έναν ταλαντούχο κομμωτή, τον κ. Πέτρο Κεμπισλόγλου, δεν πέταξε από τη χαρά του λένε αυτοί που τον ξέρουν καλά. Με τον καιρό όμως άρχισε να τον συμπαθεί αφού είχε ήδη κάνει ένα καλό όνομα στις κυρίες των νοτίων προαστίων που συνωστίζονταν στο μαγαζί του.
Ο γάμος του ζευγαριού έγινε στις 28 Αυγούστου του 2005 στην κατοικία της οικογένειας στο Λαγονήσι με προσκεκλημένους πάνω από χίλια άτομα, που παρακάθισαν σε μια δεξίωση που άφησε εποχή.
Οι αστακοί, η σαμπάνια, τα στολισμένα με λευκά κεριά τραπέζια, και τα άπειρα λευκά τριαντάφυλλα μέσα στην πισίνα που σχημάτιζαν την ευχή «Να ζήσετε» προκάλεσαν ποικίλα σχόλια, ενώ την βραδιά «έντυσε» τραγουδιστικά ο Γιώργος Γιαννιάς, φίλος του ζευγαριού.
Υπήρχαν άλλες δύο ορχήστρες για να διασκεδάσουν τους καλεσμένους, η μια σε κουβανέζικους ρυθμούς, ενώ το ζευγάρι έπλεε σε πελάγη ευτυχίας τότε. Χώρισαν τελικά λίγους μήνες πριν ο καπετάν Μάκης δεχτεί το μεγάλο χτύπημα της κατάσχεσης.
Την στιγμή πάντως που ο πατέρας προσπαθούσε να σώσει ότι μπορούσε ο 22χρονος τότε γιος του Νίκος, έγινε γνωστός για τα νυχτοπερπατήματα και τις ερωτικές του σχέσεις με εκρηκτικές καλλονές της εγχώριας σόου μπιζ.
Θεωρείται από πολλούς πιστό αντίγραφο του πατέρα του, ειδικά σε ότι έχει να κάνει με τη διασκέδαση, σπούδασε ναυτιλιακά σε ιδιωτικό κολέγιο των Αθηνών, ενώ παράλληλα απασχολούνταν στην εταιρία.
Θεωρείται ακόμη και σήμερα ένας από τους γοητευτικούς εργένηδες των Αθηνών και το πιο προβεβλημένο πρόσωπο της οικογένειας στα ΜΜΕ, μετά φυσικά τον πατέρα του.
Ο Νίκος όπως και ο πατέρας του που έφυγε από την ζωή είναι παρορμητικός και ενθουσιώδης. Δύσκολα θα κρύψει αυτό που αισθάνεται και ακόμα πιο δύσκολα δεν θα το μοιραστεί με ένα πολύ δικό του πρόσωπο. Οι σχέσεις τους χαρακτηρίζονταν άριστες αν και δεν έχουν λείψει οι προστριβές, όπως άλλωστε συμβαίνει και στις περισσότερες οικογένειες.
Ο Νίκος Αγούδημος έγινε γνωστός μέσω των ΜΜΕ κυρίως λόγω των εντυπωσιακών αιθέριων υπάρξεων που τον συνοδεύουν σε κάθε του έξοδο, αλλά και για τις «κακές παρέες του», που λίγο έλειψαν να του δημιουργήσουν σοβαρό πρόβλημα στις σχέσεις με τον πατέρα του.
Λατρεύει τα ταξίδια, επισκέπτεται συχνά το Λονδίνο και το Μιλάνο και έκανε «κολλητή» παρέα με τον αδικοχαμένο γιο του επιχειρηματία νυχτερινών κέντρων, Τάκη Γιγουρτάκη, Νίκο, καθώς και με τους επιχειρηματίες, Σέρρο Μύρτα και Αλέξανδρο Αγγλούπα.
Γυναικείες κατακτήσεις; Πολλές!!
Πληροφορίες ήθελαν μέχρι και τη βουλευτή του ΠΑΣΟΚ, κ. Εύα Καϊλή να έχει υποκύψει στη γοητεία του ενώ η τελευταία γνωστή του κατάκτηση ήταν η τραγουδίστρια, Νάνσυ Αλεξιάδη. Τα τελευταία χρόνια, είναι και αυτός εξαφανισμένος, κάνοντας απλά κάποιες ελάχιστες νυχτερινές εμφανίσεις.
Τις ημέρες της μεγάλης κρίσης σε επικοινωνία που είχαν μαζί του δημοσιογράφοι λίγα 24ωρα μετά την φυγή του μπαμπά Αγούδημου στο Λουγκάνο, επέμενε ότι ο τελευταίος ήταν στην Ελλάδα και ότι δεν υπάρχει σπίτι στην Ελβετία.
Ήθελε να υπερασπιστεί τον μπαμπά του έστω και αν ήξερε ότι θα ερχόταν η στιγμή που η αλήθεια για την «εξαφάνιση» του καπετάν Μάκη θα ερχόταν στο φως.
Πλέον η οικογένεια αναμένει την ερχόμενη εβδομάδα την σωρό του ανθρώπου που έγραψε την δική του ιστορία στις ελληνικές θάλασσες, για «το τελευταίο της ζωής του ταξείδιον».
Οι ατάκες που έγραψαν ιστορία και η έπαυλη
Είναι αρχές δεκαετίας του ’90, ντάλα μεσημέρι ενός «καυτού» Ιούλη και στο επιβατηγό «Ροδάνθη» του καπετάν Μάκη Αγούδημου, δεκάδες Φιλιππινέζοι δουλεύουν ώστε το πλοίο να είναι έτοιμο για το ταξίδι του σε Κυκλάδες και Δωδεκάνησα.
Ο εφοπλιστής κάνει την εμφάνισή του με ένα τεράστιο πούρο στο στόμα, φορώντας πόλο μπλουζάκι και λευκό καλοσιδερωμένο παντελόνι. Όταν κοιτάζοντας το ρολόι του αντιλαμβάνεται ότι η αναχώρηση του πλοίου θα καθυστερήσει, βάζει τις φωνές στους άτυχους Φιλιππινέζους εργάτες.
«Τι είναι αυτά ρε; Γιατί αργείτε; Δουλειά ρε, δουλειά. Work ρε πού..η!! Work!!».
Η πιο πάνω σκηνή είναι τελείως αντίθετη με αυτή που ακολουθεί αρκετά χρόνια αργότερα σε ένα εντελώς διαφορετικό ντεκόρ.
Στα τέλη Σεπτεμβρίου του 2009, η εντυπωσιακή έπαυλη του καπετάν Μάκη στο Λαγονήσι, αυτή που γνώρισε δόξες και μεγαλεία όταν παντρεύτηκε η κόρη του Μιλένα, μοιάζει πλέον κι’ αυτή έρημη, όπως έμεινε ο Μάκης Αγούδημος και η «κούφια»-κατά πολλούς-αυτοκρατορία του.
Τα οχτώ καράβια του που οι αγανακτισμένοι επιβάτες με έμφυτη ευγένεια τα αποκαλούσαν «της ταλαιπωρίας» και οι άλλοι που δεν την είχαν «σαπιοκάραβα» ή «σκυλοπνίχτες» κατασχέθηκαν όλα για κάποια μόνο από τα χρέη του ακτοπλόου.
Η επόμενη μέρα για τον Κεφαλλονίτη που έμπαινε κάποτε τσαμπουκαλεμένος σε γραφεία υπουργών δηλώνοντας οργισμένος «πλοιοκτήτης» δεν έμοιαζε απλά δύσκολη, φάνταζε ως η χειρότερη της ζωής του.
Τελικά όμως δεν ήταν.
Το 2014, πέντε χρόνια μετά τη φυγή του στην χώρα των αγελάδων και των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων-την Ελβετία-όσοι περίμεναν να δουν τον καπετάν Γεράσιμο Αγούδημο να δίνει το παρών στην εκδίκαση της έφεσής του κατά της πρωτόδικης απόφασης στο Τριμελές Πλημμελειοδικείο Πειραιά, σύμφωνα με την οποία καταδικάστηκε σε έξι χρόνια φυλακή με αναστολή για χρέη στο ΝΑΤ, έφυγαν όπως ήρθαν.
Ο περίφημος «πλοιοκτήτης» επιβατηγών που έγραψαν ιστορία στο «Αιγαίο», προτίμησε την ασφάλεια της πολυτελούς κατοικίας του στο μαγευτικό Λουγκάνο.
Στο κανναβάτσο
Κάποιοι στον Πειραιά δεν έχουν ξεχάσει την στιγμή που απεγνωσμένοι υπάλληλοι του καπετάν Γεράσιμου σκαρφάλωναν στα φουγάρα των καραβιών του και απειλούσαν να αυτοκτονήσουν, ενώ ο ίδιος προσπαθούσε απεγνωσμένα να μαζέψει τα κομμάτια του και να την κάνει για τας Ελβετίας.
Προσπάθησε τότε να ξεφορτωθεί τα παλιά καράβια και να βρει καινούρια-το «καινούρια» τρόπος του λέγειν-προκειμένου να εξακολουθήσει να υπάρχει το όνομά του στην ελληνική ακτοπλοϊα.
Εκείνη την αλήστου μνήμης χρονιά-μιλάμε για το 2009-βρέθηκε για πρώτη φορά ίσως στη ζωή του, στο καναβάτσο του δικού του επιχειρηματικού ρίνγκ.
Ο καπετάν Μάκης χρώσταγε σε όλους και εδώ και μήνες δεν είχε πληρώσει τίποτα, την ίδια στιγμή που ο κανακάρης του Νίκος χάλαγε σχεδόν κάθε βράδυ κάποιες χιλιάδες ευρώ στα μπουζούκια για να γοητεύσει την τότε αγαπημένη του Νάνσυ Αλεξιάδη.
Τα νέα της κατάσχεσης μόνο σαν «κεραυνός εν αιθρία» δεν έπεσαν στο λιμάνι, αφού ο στόλος του Αγούδημου είχε αρχίσει να «δένει» εδώ και καιρό.
Όταν έδωσε μια από τις τελευταίες του συνεντεύξεις μιλώντας για την ακτοπλοϊα και τα δικά του προβλήματα, η εικόνα που αντίκρυσε ο δημοσιογράφος που του πήρε τη συνέντευξη ήταν η συνηθισμένη: Σορτς, πούρο, ένα γραφείο γεμάτο με εφημερίδες, ανοιχτό ραδιόφωνο και κινητά τηλέφωνα να χτυπάνε συνέχεια.
Δεν απαντούσε σε όλα, απλά κοίταζε τον αριθμό και τα άφηνε να χτυπάνε, όταν όμως απάντησε σε μια από τις κλήσεις το πρόσωπο του συσπάστηκε. Μόλις είχε πληροφορηθεί ότι άρχισε να στενεύει ο κλοιός γύρω του γι’ αυτό και παρακάλεσε τον δημοσιογράφο να τελειώνουν όσο πιο γρήγορα γίνεται.
Τον κυνήγαγαν όλοι
Το καλοκαίρι του 2009, μόνο τρία από τα πλοία του έκαναν δρομολόγια και αυτό συνέβη αφού ο Αγούδημος έπαιρνε αλλεπάλληλες άδειες από το Ν.Α.Τ. στο οποίο χρωστάει ακόμη μεγάλα ποσά.
Εκτός από αυτό είχε να αντιμετωπίσει και τους εργαζόμενους, που έχοντας μείνει απλήρωτοι για μήνες είχαν προχωρήσει σε επίσχεση εργασίας.
Μετά από δραματικές συζητήσεις μεταξύ του Υπουργείου εμπορικής Ναυτιλίας, των εργαζομένων και της G.A. Ferries έγινε ολόκληρος διακανονισμός με το κράτος για να πάρουν μέρος των οφειλομένων οι ναυτικοί, που υποστήριζαν ότι τους οφείλονταν 1.000.000 ευρώ τα οποία θα διεκδικούσαν δικαστικά.
Σε επικοινωνία που είχε μαζί του τις ημέρες της κρίσης ναυτιλιακός συντάκτης που τον γνωρίζει χρόνια ο Γεράσιμος Αγούδημος εμφανίστηκε ψύχραιμος.
Παρά την κατάσχεση έκανε σχέδια για το πώς θα μπορέσει να επανέλθει, αφήνοντας πίσω του τα οχτώ πλοία που οδεύουν για πώληση και το πιθανότερο για παλιοσίδερα, αμέσως μετά, έχοντας μείνει αξέχαστα τα τελευταία χρόνια στο επιβατικό κοινό.
Η σκηνή που έγραψε ιστορία!
Ο Κεφαλλονίτης εφοπλιστής με το τριαντάφυλλο στο πέτο και το «all time classic» πούρο κατάφερε με κάποια περιστατικά να μείνει αξέχαστος σε υπουργούς και γραμματείς.
Για πολλούς ειδήμονες του ναυτιλιακού ρεπορτάζ η σκηνή με πρωταγωνιστές τον καπετάν Μάκη, τον τότε υπουργό Εμπορικής Ναυτιλίας Σταύρο Σουμάκη και τον γενικό γραμματέα του Υπουργείου Θανάση Τσουρουπλή, είναι απλά all time classic.
Σε μια αίθουσα όπου υπήρχαν πολλοί δημοσιογράφοι ο Αγούδημος δεν άφηνε άνθρωπο να μιλήσει, φλομώνοντας ταυτόχρονα την αίθουσα με τον καπνό που έβγαινε από το θηριώδες πούρο του.
Όταν κάποια στιγμή ο Τσουρουπλής δεν άντεξε άλλο αυτή τη συμπεριφορά του είπε: «Μα καλά κύριε Αγούδημε, πώς την έχετε δει. Τι είστε;».
Ο καπετάν Μάκης, τραβώντας μία ρουφηξιά από το πούρο του, έσκυψε προς τον γενικό και του είπε με βαριά φωνή αφήνοντας τον καπνό να κατευθυνθεί προς τη μούρη του εμβρόντητου γενικού: «Πλοιοκτήτης!»
Έτερη κόντρα του που έχει γράψει ιστορία είναι αυτή που είχε με τον μακαρίτη Παντελή Σφηνιά όταν είχε καλέσει τους δημοσιογράφους σε συνέντευξη τύπου όπου καυτηρίασε την επέλαση του επιχειρηματία-ακτοπλόου που αγόραζε τις ακτοπλοϊκές εταιρείες για να δημιουργήσει έναν μεγάλο Όμιλο.
Η ατάκα του «Ζούγκλα έχουμε γίνει» έγινε πρωτοσέλιδο σε μεγάλης κυκλοφορίας εφημερίδες προκαλώντας την αντίδραση του Σφηνιά που δεν το άφησε να περάσει. Σε συνέντευξη που έδωσε σε κυριακάτικη εφημερίδα «πυροβόλησε» τον καπετάν Μάκη λέγοντας: «Εμείς είμαστε σούπερ μάρκετ και όχι μπακάλικο».
Η κόντρα των δύο θα εξομαλυνθεί όταν ο Αγούδημος πούλησε το μεγάλο πακέτο της εταιρείας του στον Παντελή Σφηνιά με τον οποίο αποκατάστησε τη σχέση του, αφού γέμισε η τσέπη του.
Το σώβρακο του παππού και οι λιμενικοί
Το 1989 ο Κεφαλλονίτης εφοπλιστής είχε αγοράσει το κτήριο του Καραγιώργη στο κέντρο του λιμανιού, όπου και έστησε το στρατηγείο του. Εκεί δεχόταν συνεργάτες, φίλους και δημοσιογράφους που πάθαιναν σοκ από την έκταση του γραφείου του, που άγγιζε τα διακόσια τ.μ.
Όπως έλεγε σε συναδέλφους του ρεπορτάζ, ένας συντάκτης «από τότε δεν έχω ξαναδεί πιο μεγάλο γραφείο», όπως δεν είχε ξαναδεί και τέτοιο πλοιοκτήτη.
Ο Αγούδημος τον υποδέχθηκε καθιστός με σακάκι, άσπρο πουκάμισο, και το συνηθισμένο ποτήρι με ουίσκι πάνω στο γραφείο του, αλλά όταν σηκώθηκε για να τον χαιρετήσει, ο δημοσιογράφος διαπίστωσε έκπληκτος ότι δεν φορούσε παντελόνι αλλά μια λευκή σκελέα, σαν αυτές που φόραγαν οι παππούδες μας.
Είχε τέτοιο κόλλημα με τα πλοία του που δεν άφηνε κανέναν να κάνει κουμάντο, ενώ τα παρακολουθούσε όλα από κοντά και όταν δεν συνέβαινε αυτό μίλαγε συνεχώς από τον ασύρματο με τους καπετάνιους του.
Επέβλεπε κάθε μέρα την φόρτωση, όρθιος δίπλα στον καταπέλτη του πλοίου, φορώντας ένα από τα θρυλικά φουλάρια του και φυσικά με το απαραίτητο πούρο. Μια καλοκαιρινή μέρα τον άκουσαν να φωνάζει ότι «Κουμάντο στα πλοία μου κάνω εγώ και κανένας από τους άσπρους», εννοώντας τους αξιωματικούς του Λιμενικού.
Από ναύτης πλοιοκτήτης
Στην ερώτηση αν ένας ναύτης μπορεί να γίνει κάποτε πλοιοκτήτης η απάντηση ακούει στο όνομα Γεράσιμος Αγούδημος.
Ο καπετάν Μάκης, άρχισε την καριέρα του από ναύτης σε πλοία που έκαναν ταξίδια στη Μεσόγειο για να φθάσει να γίνει καπετάνιος και αργότερα πλοιοκτήτης.
Μπορεί να έγινε γνωστός λόγω της ακτοπλοϊας, η εφοπλιστική του πορεία όμως άρχισε με φορτηγά πλοία το 1967 και ο μύθος τον θέλει να έχει πουλήσει και να έχει αγοράσει μέχρι την ηχηρή πτώση του περισσότερα από διακόσια πενήντα πλοία.
Στο πρώτο πλοίο που αγόρασε ταξίδεψε ως πλοίαρχος και από τότε είχε ως διακριτικό στα φουγάρα του το G.A., ενώ δίπλα του στο ξεκίνημα είχε τη σύζυγό του Ροδάνθη Κωσταρά, την οποία γνώρισε σε ένα ταξίδι του στην Αίγυπτο.
Το ξεκίνημα της κυριαρχίας του συνέπεσε με την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία και ήταν αδελφικός φίλος με τον τότε υπουργό Ναυτιλίας Γιώργο Κατσιφάρα.
Το 1986 που ιδρύει την αλήστου μνήμης G.A.Ferries είναι η χρονιά-επί υπουργίας του αείμνηστου Ευάγγελου Γιαννόπουλου-που παίρνει δύο άδειες σκοπιμότητας και με αυτές μπαίνει στην ακτοπλοϊα δρομολογώντας δύο πλοία.
Με αποφάσεις του υπουργείου Οικονομίας τα δύο πλοία που αγόρασε εντάχθηκαν στον αναπτυξιακό νόμο 1262/82 και επιδοτήθηκαν.
Στα πλοία του έδωσε τα ονόματα των δύο κοριτσιών που είχε αποκτήσει από τον γάμο του, της Μιλένας και της Νταλιάνας.
Το 1988 αγοράζει άλλα δύο πλοία αφού εξασφάλισε δύο ακόμη άδειες σκοπιμότητας. Στο ένα δίνει το όνομα της συζύγου του, Ροδάνθης και στο άλλο της άλλης του κόρης, της Δήμητρας.
Ήταν στενός φίλος του τότε πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου και για χάρη του έκλεισε αποκλειστικά το «Δημητρούλα», προκειμένου για να μεταφέρει τον Ανδρέα και τη σύζυγό του Μιμή στην Τήνο, μαζί με όλη την τότε κουστωδία.
Η δεξίωση που άφησε εποχή κα ο άτακτος γιος
Όταν ο καπετάν Γεράσιμος Αγούδημος έμαθε ότι η κόρη του Μιλένα, ήταν ερωτευμένη με έναν ταλαντούχο κομμωτή, τον κ. Πέτρο Κεμπισλόγλου, δεν πέταξε από τη χαρά του λένε αυτοί που τον ξέρουν καλά. Με τον καιρό όμως άρχισε να τον συμπαθεί αφού είχε ήδη κάνει ένα καλό όνομα στις κυρίες των νοτίων προαστίων που συνωστίζονταν στο μαγαζί του.
Ο γάμος του ζευγαριού έγινε στις 28 Αυγούστου του 2005 στην κατοικία της οικογένειας στο Λαγονήσι με προσκεκλημένους πάνω από χίλια άτομα, που παρακάθισαν σε μια δεξίωση που άφησε εποχή.
Οι αστακοί, η σαμπάνια, τα στολισμένα με λευκά κεριά τραπέζια, και τα άπειρα λευκά τριαντάφυλλα μέσα στην πισίνα που σχημάτιζαν την ευχή «Να ζήσετε» προκάλεσαν ποικίλα σχόλια, ενώ την βραδιά «έντυσε» τραγουδιστικά ο Γιώργος Γιαννιάς, φίλος του ζευγαριού.
Υπήρχαν άλλες δύο ορχήστρες για να διασκεδάσουν τους καλεσμένους, η μια σε κουβανέζικους ρυθμούς, ενώ το ζευγάρι έπλεε σε πελάγη ευτυχίας τότε. Χώρισαν τελικά λίγους μήνες πριν ο καπετάν Μάκης δεχτεί το μεγάλο χτύπημα της κατάσχεσης.
Την στιγμή πάντως που ο πατέρας προσπαθούσε να σώσει ότι μπορούσε ο 22χρονος τότε γιος του Νίκος, έγινε γνωστός για τα νυχτοπερπατήματα και τις ερωτικές του σχέσεις με εκρηκτικές καλλονές της εγχώριας σόου μπιζ.
Θεωρείται από πολλούς πιστό αντίγραφο του πατέρα του, ειδικά σε ότι έχει να κάνει με τη διασκέδαση, σπούδασε ναυτιλιακά σε ιδιωτικό κολέγιο των Αθηνών, ενώ παράλληλα απασχολούνταν στην εταιρία.
Θεωρείται ακόμη και σήμερα ένας από τους γοητευτικούς εργένηδες των Αθηνών και το πιο προβεβλημένο πρόσωπο της οικογένειας στα ΜΜΕ, μετά φυσικά τον πατέρα του.
Ο Νίκος όπως και ο πατέρας του που έφυγε από την ζωή είναι παρορμητικός και ενθουσιώδης. Δύσκολα θα κρύψει αυτό που αισθάνεται και ακόμα πιο δύσκολα δεν θα το μοιραστεί με ένα πολύ δικό του πρόσωπο. Οι σχέσεις τους χαρακτηρίζονταν άριστες αν και δεν έχουν λείψει οι προστριβές, όπως άλλωστε συμβαίνει και στις περισσότερες οικογένειες.
Ο Νίκος Αγούδημος έγινε γνωστός μέσω των ΜΜΕ κυρίως λόγω των εντυπωσιακών αιθέριων υπάρξεων που τον συνοδεύουν σε κάθε του έξοδο, αλλά και για τις «κακές παρέες του», που λίγο έλειψαν να του δημιουργήσουν σοβαρό πρόβλημα στις σχέσεις με τον πατέρα του.
Λατρεύει τα ταξίδια, επισκέπτεται συχνά το Λονδίνο και το Μιλάνο και έκανε «κολλητή» παρέα με τον αδικοχαμένο γιο του επιχειρηματία νυχτερινών κέντρων, Τάκη Γιγουρτάκη, Νίκο, καθώς και με τους επιχειρηματίες, Σέρρο Μύρτα και Αλέξανδρο Αγγλούπα.
Γυναικείες κατακτήσεις; Πολλές!!
Πληροφορίες ήθελαν μέχρι και τη βουλευτή του ΠΑΣΟΚ, κ. Εύα Καϊλή να έχει υποκύψει στη γοητεία του ενώ η τελευταία γνωστή του κατάκτηση ήταν η τραγουδίστρια, Νάνσυ Αλεξιάδη. Τα τελευταία χρόνια, είναι και αυτός εξαφανισμένος, κάνοντας απλά κάποιες ελάχιστες νυχτερινές εμφανίσεις.
Τις ημέρες της μεγάλης κρίσης σε επικοινωνία που είχαν μαζί του δημοσιογράφοι λίγα 24ωρα μετά την φυγή του μπαμπά Αγούδημου στο Λουγκάνο, επέμενε ότι ο τελευταίος ήταν στην Ελλάδα και ότι δεν υπάρχει σπίτι στην Ελβετία.
Ήθελε να υπερασπιστεί τον μπαμπά του έστω και αν ήξερε ότι θα ερχόταν η στιγμή που η αλήθεια για την «εξαφάνιση» του καπετάν Μάκη θα ερχόταν στο φως.
Πλέον η οικογένεια αναμένει την ερχόμενη εβδομάδα την σωρό του ανθρώπου που έγραψε την δική του ιστορία στις ελληνικές θάλασσες, για «το τελευταίο της ζωής του ταξείδιον».
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr