Σουηδική εταιρεία «έχασε» οριστικά τροχόσπιτο που μετέφερε λαθρομετανάστες στην Πάτρα
09.07.2018
17:38
Το τροχόσπιτο δεν επιστράφηκε ποτέ από τον ενοικιαστή και η Σουηδική εταιρεία προσέφυγε στην Interpol (μέσω της Σουηδικής Αστυνομία), ενώ μεσολάβησε για την ανεύρεση και η Europol.
Αλλοδαπός τον Αύγουστο του 2002 ενοικίασε αυτοκινούμενο τροχόσπιτο στη Σουηδία για να κάνει δήθεν διακοπές στην Ελλάδα, αλλά στην πραγματικότητα το ήθελε για να μεταφέρει 8 λαθρομετανάστες. Όμως ο ενοικιαστής και οι λαθρομετανάστες συνελήφθησαν στο λιμάνι της Πάτρας και η εταιρεία ενοικίασης αναζήτησε μέσω Interpol και Europol, τόσο το τροχόσπιτο, που δημεύθηκε και το οποίο δεν θα της επιστραφεί, αλλά και αποζημίωση για διαφυγόντα κέρδη κ.λπ., την οποία ουδέποτε θα λάβει.
Ειδικότερα, το πρώτο δεκαήμερο του Αυγούστου 2002 συνελήφθη στο λιμάνι της Πάτρας ο Α.A. καθώς μετέφερε με το αυτοκινούμενο τροχόσπιτο, το οποίο είχε μισθώσει στη Σουηδία 8 άτομα τα οποία δεν ήταν εφοδιασμένα με ταξιδιωτικά έγγραφα (λαθρομετανάστες).
Ο Α.Α. πρωτόδικα καταδικάσθηκε σε ποινή φυλάκισης 3 ετών και 4 μηνών και χρηματική ποινή 10.000 ευρώ, ενώ στο δεύτερο βαθμό η ποινή μειώθηκε σε φυλάκιση 11 μηνών.
Παράλληλα, τα δικαστήρια διέταξαν τη δήμευση του αυτοκινούμενου τροχόσπιτου, για παράβαση των διατάξεων του άρθρου 55 του νόμου 2910/2001. Στη συνέχεια το τροχόσπιτο παρεχωρήθη στην Ελληνική Πολεμική Αεροπορία, προς κάλυψη των αναγκών της.
Κατόπιν αυτών, το τροχόσπιτο δεν επιστράφηκε ποτέ από τον ενοικιαστή και η Σουηδική εταιρεία προσέφυγε στην Interpol (μέσω της Σουηδικής Αστυνομία), ενώ μεσολάβησε για την ανεύρεση και η Europol. Η τελευταία ενημέρωσε το γραφείο ενοικιάσεως ότι ο ενοικιαστής του τροχόσπιτου Α.Α. συνελήφθη στο λιμάνι των Πατρών να μεταφέρει με αυτό λαθρομετανάστες.
Αφού η εταιρεία ενοικιάσεως βρήκε την άκρη του νήματος τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους, ζήτησε μέσω της Σουηδικής υπηρεσίας της Europol, από την αντίστοιχη Ελληνική πληροφορίες σχετικά με την τύχη του αυτοκινούμενου τροχόσπιτου και ειδικότερα, εάν αυτό είχε απαλλοτριωθεί ή εάν μπορεί να το επανακτήσει και εάν «ναι», με ποίο τρόπο.
Η εταιρεία, μέσω του εκπροσώπου της, άσκησε αγωγή κατά του Ελληνικού Δημοσίου με την οποία υπεστήριξε ότι απώλεσε οριστικά την κυριότητα του επίμαχου οχήματος αφ΄ ενός λόγω της παραλείψεως των ελληνικών δικαστικών και εισαγγελικών αρχών των Πατρών να την καλέσουν να συμμετάσχει στη σχετική ποινική διαδικασία που αφορούσε και την τύχη του οχήματός του και αφ΄ ετέρου λόγω της, κατά παράβαση του άρθρου 4 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, παραλείψεως των αστυνομικών οργάνων της Ελληνικής υπηρεσίας της Europol να τον ενημερώσουν σχετικά, απαντώντας εγκαίρως στο ερώτημα που τέθηκε από τη Σουηδική υπηρεσία της Europol για την δήμευσή του, ώστε να μπορεί να προβεί στις απαραίτητες νόμιμες ενέργειες για να του αποδοθεί.
Παράλληλα, ζήτησε να επιδικασθεί υπέρ της, ως αποζημίωση και χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, το ποσό των 87.596 ευρώ (αξία οχήματος 38.096 ευρώ, διαφυγόντα κέρδη 19.500 ευρώ και χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης 30.000 ευρώ).
Τόσο στο Διοικητικό Πρωτοδικείο όσο και Διοικητικό Εφετείο η αγωγή απορρίφθηκε, καθώς κρίθηκε ότι για τη θεμελίωση ευθύνης των οργάνων του Δημοσίου, απαιτείται να υπάρχει αιτιώδης σύνδεσμος ανάμεσα στην παράνομη πράξη ή παράλειψη και στην επελθούσα ζημία, κάτι όμως που στην προκειμένη περίπτωση δεν υπάρχει (αιτιώδης σύνδεσμος).
Μετά από αυτά η υπόθεση οδηγήθηκε στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Εκεί, οι σύμβουλοι Επικρατείας, πλέον των άλλων, εξέτασαν τον ισχυρισμό του εκπροσώπου της Σουδικής εταιρείας ότι καθ΄ όλη τη διαδικασία παραβιάστηκε ο Κώδικας Διοικητικής Διαδικασίας.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας αφού δέχθηκαν ότι δεν υπήρξε καμία καθυστέρηση ενημέρωσης της Europol από τις Ελληνικές αρχές (άρα καμία ευθύνη, αλλά ούτε υπάρχει και αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ παράνομης πράξης και ζημίας) επισημαίνουν στην υπ΄ αριθμ. 969/2018 απόφασή τους, ότι οι αρχές της Europol δεν συνιστούν, έναντι των ιδιωτών, διοικητικές αρχές σύμφωνα με τον Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας.
«Η υποβολή ερωτήματος από τη σουηδική υπηρεσία της Europol προς την ελληνική υπηρεσία της Europol για την χορήγηση πληροφοριών σχετικά με την τύχη του ανωτέρω οχήματος, τη δυνατότητα ανακτήσεως του από τον ιδιοκτήτη του και τον τρόπο τυχόν ανακτήσεως του, εντασσόμενη στο πλαίσιο της κατά την σύμβαση Europol διακρατικής συνεργασίας δεν συνιστούσε υποβολή αιτήματος σε διοικητική αρχή κατά τον Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, σημειώνεται στην απόφαση του ΣτΕ.
Ειδικότερα, το πρώτο δεκαήμερο του Αυγούστου 2002 συνελήφθη στο λιμάνι της Πάτρας ο Α.A. καθώς μετέφερε με το αυτοκινούμενο τροχόσπιτο, το οποίο είχε μισθώσει στη Σουηδία 8 άτομα τα οποία δεν ήταν εφοδιασμένα με ταξιδιωτικά έγγραφα (λαθρομετανάστες).
Ο Α.Α. πρωτόδικα καταδικάσθηκε σε ποινή φυλάκισης 3 ετών και 4 μηνών και χρηματική ποινή 10.000 ευρώ, ενώ στο δεύτερο βαθμό η ποινή μειώθηκε σε φυλάκιση 11 μηνών.
Παράλληλα, τα δικαστήρια διέταξαν τη δήμευση του αυτοκινούμενου τροχόσπιτου, για παράβαση των διατάξεων του άρθρου 55 του νόμου 2910/2001. Στη συνέχεια το τροχόσπιτο παρεχωρήθη στην Ελληνική Πολεμική Αεροπορία, προς κάλυψη των αναγκών της.
Κατόπιν αυτών, το τροχόσπιτο δεν επιστράφηκε ποτέ από τον ενοικιαστή και η Σουηδική εταιρεία προσέφυγε στην Interpol (μέσω της Σουηδικής Αστυνομία), ενώ μεσολάβησε για την ανεύρεση και η Europol. Η τελευταία ενημέρωσε το γραφείο ενοικιάσεως ότι ο ενοικιαστής του τροχόσπιτου Α.Α. συνελήφθη στο λιμάνι των Πατρών να μεταφέρει με αυτό λαθρομετανάστες.
Αφού η εταιρεία ενοικιάσεως βρήκε την άκρη του νήματος τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους, ζήτησε μέσω της Σουηδικής υπηρεσίας της Europol, από την αντίστοιχη Ελληνική πληροφορίες σχετικά με την τύχη του αυτοκινούμενου τροχόσπιτου και ειδικότερα, εάν αυτό είχε απαλλοτριωθεί ή εάν μπορεί να το επανακτήσει και εάν «ναι», με ποίο τρόπο.
Η εταιρεία, μέσω του εκπροσώπου της, άσκησε αγωγή κατά του Ελληνικού Δημοσίου με την οποία υπεστήριξε ότι απώλεσε οριστικά την κυριότητα του επίμαχου οχήματος αφ΄ ενός λόγω της παραλείψεως των ελληνικών δικαστικών και εισαγγελικών αρχών των Πατρών να την καλέσουν να συμμετάσχει στη σχετική ποινική διαδικασία που αφορούσε και την τύχη του οχήματός του και αφ΄ ετέρου λόγω της, κατά παράβαση του άρθρου 4 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, παραλείψεως των αστυνομικών οργάνων της Ελληνικής υπηρεσίας της Europol να τον ενημερώσουν σχετικά, απαντώντας εγκαίρως στο ερώτημα που τέθηκε από τη Σουηδική υπηρεσία της Europol για την δήμευσή του, ώστε να μπορεί να προβεί στις απαραίτητες νόμιμες ενέργειες για να του αποδοθεί.
Παράλληλα, ζήτησε να επιδικασθεί υπέρ της, ως αποζημίωση και χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, το ποσό των 87.596 ευρώ (αξία οχήματος 38.096 ευρώ, διαφυγόντα κέρδη 19.500 ευρώ και χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης 30.000 ευρώ).
Τόσο στο Διοικητικό Πρωτοδικείο όσο και Διοικητικό Εφετείο η αγωγή απορρίφθηκε, καθώς κρίθηκε ότι για τη θεμελίωση ευθύνης των οργάνων του Δημοσίου, απαιτείται να υπάρχει αιτιώδης σύνδεσμος ανάμεσα στην παράνομη πράξη ή παράλειψη και στην επελθούσα ζημία, κάτι όμως που στην προκειμένη περίπτωση δεν υπάρχει (αιτιώδης σύνδεσμος).
Μετά από αυτά η υπόθεση οδηγήθηκε στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Εκεί, οι σύμβουλοι Επικρατείας, πλέον των άλλων, εξέτασαν τον ισχυρισμό του εκπροσώπου της Σουδικής εταιρείας ότι καθ΄ όλη τη διαδικασία παραβιάστηκε ο Κώδικας Διοικητικής Διαδικασίας.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας αφού δέχθηκαν ότι δεν υπήρξε καμία καθυστέρηση ενημέρωσης της Europol από τις Ελληνικές αρχές (άρα καμία ευθύνη, αλλά ούτε υπάρχει και αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ παράνομης πράξης και ζημίας) επισημαίνουν στην υπ΄ αριθμ. 969/2018 απόφασή τους, ότι οι αρχές της Europol δεν συνιστούν, έναντι των ιδιωτών, διοικητικές αρχές σύμφωνα με τον Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας.
«Η υποβολή ερωτήματος από τη σουηδική υπηρεσία της Europol προς την ελληνική υπηρεσία της Europol για την χορήγηση πληροφοριών σχετικά με την τύχη του ανωτέρω οχήματος, τη δυνατότητα ανακτήσεως του από τον ιδιοκτήτη του και τον τρόπο τυχόν ανακτήσεως του, εντασσόμενη στο πλαίσιο της κατά την σύμβαση Europol διακρατικής συνεργασίας δεν συνιστούσε υποβολή αιτήματος σε διοικητική αρχή κατά τον Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, σημειώνεται στην απόφαση του ΣτΕ.
Τέλος, το ΣτΕ έκρινε ότι «δεν στοιχειοθετείται ευθύνη του Ελληνικού Δημοσίου κατά το άρθρο 105 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα, καθ΄ όσον δεν συνέτρεξε παράνομη πράξη ή παράλειψη των οργάνων του και απέρριψε την αναίρεση του εκπροσώπου της Σουηδικής εταιρείας.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr