Υπόθεση Ζακ Κωστόπουλου: Ολέθρια σύγκρουση στην αρένα της Ομονοίας

Τα θύματα-θύτες και ο αδηφάγος όχλος: η τραγική ιστορία ενός ακτιβιστή οροθετικού που αν δεν ήταν γνωστός θα είχε περάσει στα αζήτητα - Αντιθέτως, πυροδότησε κοινωνική πόλωση, δημιούργησε δύο στρατόπεδα και έγινε εμπόρευμα στις χρεωμένες συνειδήσεις ενός ολόκληρου λαού

Ενας νεαρός άνδρας λιντσάρεται μέρα μεσημέρι μέσα κι έξω από ένα κοσμηματοπωλείο επί της οδού Γλαδστώνος στην Ομόνοια. Κόσμος χαζεύει, κάποιος βιντεοσκοπεί, άλλος ρωτά «Μπήκε να κλέψει;», κάτι ψελλίζουν, κανείς δεν φωνάζει «Σταματήστε!», ο άνδρας κείτεται νεκρός στο πεζοδρόμιο. Τέλος εγγραφής, μαύρη οθόνη, η επιστροφή στην πάρτη μας φαντάζει πιο επιτακτική από ποτέ, αρκετά προβλήματα έχουμε, άλλωστε, δεν γουστάρουμε άλλη δυστυχία. «Κάνα πρεζόνι θα ’τανε», ακούς να λένε γύρω σου, «κάνα κλεφτρόνι, βρωμιάρης αλλοδαπός».



Κάνεις τον σταυρό σου που δεν ήσουν στη θέση του μαγαζάτορα, άλλος ένας περιθωριακός νεκρός ήταν άλλωστε. Αναρωτιέσαι «τι θα φάμε σήμερα;» και αν έχεις άπλυτα στο καλάθι. Δεν σε απασχολεί η φρίκη, δεν σε ταράζει η βία, δεν σε λυπεί το περιθώριο, δεν σε νοιάζει, βρε αδελφέ, το όλο θέμα μέχρι τη στιγμή που η ταυτότητα του νεκρού έρχεται στην επιφάνεια ξυπνώντας το ευρισκόμενο σε κώμα ενδιαφέρον σου: Ζαχαρίας Κωστόπουλος, 33 ετών, drag queen, ακτιβιστής και οροθετικός. Επανέρχεσαι πιο ζωντανός από ποτέ. Μπροστά σε οθόνες, πάνω σε πληκτρολόγια, μέσα σε δρόμους, συμμέτοχος στο πανηγυράκι που έχει στηθεί στους πάγκους του απ’ όλα τα φρούτα: πολιτικούς μαϊντανούς, τηλεοπτικές κυράτσες, straights, gays, queers, οικογενειάρχες και λεύτερους, πιστούς και άπιστους, θύτες και θύματα, ένορκους και δικαστές, αθώους και ενόχους, μικρούς και μεγάλους, άντρακλες κι αντράκλες - για τη χώνεψη. Σαν καλός στρατιώτης μιας κοινωνίας σε ρόλο τραβεστί, τάσσεσαι σε στρατόπεδα μίσους (αδιάφορο ποιον υποστηρίζεις) και καταβροχθίζεις τους αντιπάλους ξερνώντας πάνω τους μίσος και χολή. Δεν χορταίνεις, δεν ξαλαφρώνεις, δεν ηρεμείς, δεν σέβεσαι ζωντανούς και νεκρό. Το drag show της μεγάλης μας κρίσης ξεκίνησε με τον θάνατο του Ζακ Κωστόπουλου. Απολαύστε το χωρίς ενοχές. Οι τελευταίες άλλωστε δεν υπήρξαν ποτέ.





Θύμα και θύτης σε ρόλο εναλλασσόμενο

Μια βαθιά διχασμένη κοινωνία. Η παραπάνω διαπίστωση δεν αποτελεί αυθαίρετο συμπέρασμα αλλά το πόρισμα από μια σωρεία απόψεων διατυπωμένων τόσο στα social media όσο και σε live συζητήσεις. Το μισό κομμάτι της να ηρωποιεί τον Ζακ Κωστόπουλο μέσα από διαδικτυακά μνημόσυνα του στυλ «ο θάνατός σου θα μείνει στην Ιστορία» και το άλλο μισό να τον χαρακτηρίζει εγκληματία του κοινού ποινικού δικαίου. Το μισό κομμάτι της να αποθεώνει τον κοσμηματοπώλη που πήρε τον νόμο στα χέρια του πληκτρολογώντας απόψεις του τύπου «ο μόνος λόγος που συνελήφθη ο κοσμηματοπώλης είναι επειδή το ήθελαν οι αναρχικοί. Σε κανονική χώρα δεν θα είχε γίνει καν προσαγωγή. Πού ξανακούστηκε να συλλαμβάνεται το θύμα της ληστείας» και το άλλο μισό να τον αποκαλεί δολοφόνο. Και το όλον να συγχέει την άμυνα με την επίθεση, το δίκαιο με το άδικο, τη λογική με τον παραλογισμό.

Οχι, ο Ζακ Κωστόπουλος δεν ήταν ήρωας. Αν τον κοιτάξεις με καθαρή λογική και ολοκάθαρη ματιά ήταν, σύμφωνα με τα μέχρι τώρα στοιχεία και τις μαρτυρίες, ένας άνθρωπος σε πλήρη σύγχυση -ενδεχομένως από τη χρήση ουσιών- που πέρασε το κατώφλι της ιδιοκτησίας κάποιου άλλου, ο οποίος άλλος είχε κάθε λόγο να αντιδράσει. Εγκληματίας του κοινού ποινικού δικαίου δεν ήταν ο Ζακ. Τουναντίον. Δεν είχε ποτέ μπλεξίματα με τον νόμο, δεν είχε λερώσει τα χέρια του με παρανομίες και απεχθανόταν όσο τίποτε άλλο τη βία: «Κοίτα να δεις. Εγώ με τη βία δεν το ’χω. Δεν το είχα, ρε παιδί μου, ποτέ. Στη θέα της και μόνο τα χάνω. Ούτε ξύλο σε ταινία δεν μπορώ να δω, κλείνω τα μάτια. Πες με κότα, στερεοτυπική αδερφή, ό,τι τέλος πάντων θες, αλλά έτσι είμαι, δεν το ’χω. Παρότι έχω έρθει αντιμέτωπος με αυτή πολλές φορές στη ζωή μου και ακόμη κι αν έχω χεστεί -στην κυριολεξία- πάνω μου, είμαι ακόμα εδώ, ακόμα εγώ αρνούμαι να γίνω σαν κι αυτούς που με καταπιέζουν... Και ξέρεις κάτι; Το ότι έχω δεχτεί τόση βία και αρνούμαι να της επιτρέψω να με κάνει να μοιάσω με το τέρας δεν με κάνει δειλό, ανήμπορο ή μη επαναστάτη. Με κάνει δυνατότερο απ’ τον καθέναν που νομίζει ότι η δύναμη βρίσκεται στους μυς», είχε γράψει κάποτε σε ένα κείμενο-κατάθεση ψυχής.

Είχε αλήθεια δεχτεί πολλή βία ο Ζακ από τότε σχεδόν που κατάλαβε τον εαυτό του παρέα με τη διαφορετικότητά του. Δεν είναι εύκολο για ένα παιδί που μεγαλώνει στην Ελλάδα, πόσο μάλλον σε ένα χωριό της, να αντιμετωπίσει το προερχόμενο από συγκεκριμένων δυνατοτήτων εγκεφάλους bullying. Είναι πολύ δύσκολο να σε χτυπάνε με γροθιές στο πρόσωπο επειδή είσαι από τους «άλλους» κι εσύ να απαντάς «ακόμη και να φοβάμαι μέσα μου ότι μπορεί να μου επιτεθούν, όπως το 2012 και το 2017, δεν θα κλειστώ στο καβούκι μου και δεν θα προσέχω. Να προσέχω τι; Τι σημαίνει να προσέχω; Να μην είμαι ο εαυτός μου; Να μην είμαι εγώ; Με αυτή την έννοια δεν μπορώ να προσέχω. Αρνούμαι». Και θέλει δύναμη, απίστευτη δύναμη, να μάθεις να ζεις και να κινείσαι σε έναν κόσμο που, όπως έλεγε ο Ζακ, σε κοιτάζει στραβά, σε σχολιάζει αρνητικά και σε κράζει «τραβέλι» σε καθημερινή βάση.




Η μάχη με τον HIV

Το bullying που είχε βιώσει ο Ζακ δεν εξαντλούνταν ωστόσο στη διεμφυλικότητά του. Οταν το 2009 έμαθε πως είναι φορέας του HIV με τρόπο τουλάχιστον εξευτελιστικό, «ο γιατρός μού το πέταξε ξερά χωρίς να μου πει αν θα ζήσω ή αν θα πεθάνω», υπήρξαν πολλοί που τράβηξαν το χέρι τους όχι μόνο από εκείνον αλλά και από την οικογένειά του. Οπως είχε αναφέρει χαρακτηριστικά σε συνέντευξή του: «Οταν μαθεύτηκε στο χωριό ότι ήμουν οροθετικός, υπήρχαν άνθρωποι που σταμάτησαν να πηγαίνουν στην ταβέρνα του πατέρα μου για να μην κολλήσουν τίποτα ενώ εγώ ζούσα εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά».

Ο Ζακ εκείνη τη φορά όχι απλώς δεν κλείστηκε στο καβούκι του, αλλά επέλεξε να παλέψει τόσο για τον εαυτό του όσο και για τη ζωή άλλων περνώντας το κατώφλι του ακτιβισμού με διαρκείς αγώνες ενάντια στις διακρίσεις και στον ιό HIV. Παράλληλα, αρθρογραφούσε σε περιοδικά και εφημερίδες, είχε το δικό του κανάλι στο YouTube, το Τσιπουράκι με τη Zackie (alter ego και drag περσόνα του), ενώ έκανε εμφανίσεις σε διάφορα drag shows των Αθηνών. Κατά τα λοιπά, συγκατοικούσε με έναν φίλο του σε διαμέρισμα της πλατείας Αμερικής, λάτρευε τη Madonna, είχε πάθος με το σκυλάκι του, τον Σνούπι, κι έμοιαζε ευτυχισμένος. Κάποιες φορές, ωστόσο, η εικόνα του έφερνε στο μυαλό των φίλων του τη φράση του Μποντλέρ «από παιδί δύο συναισθήματα αντιμάχονταν στην καρδιά μου: η φρίκη της ζωής και η έκσταση της ζωής». Οταν ήταν καλά, ο Ζακ έμοιαζε να αγγίζει ουρανό και όταν δεν ήταν καλά έπρεπε να πιάσει πάτο. Οπως λέει χαρακτηριστικά φίλος του, «υπήρχαν στιγμές που μου θύμιζε απομίμηση του Ντεμπόρ. Ο Ζακ ήταν ένας χαρισματικός άνθρωπος με έντονα στοιχεία αυτοκαταστροφής». Τα τελευταία φαίνεται πως βγήκαν στην επιφάνεια για μία ακόμη φορά το μοιραίο μεσημέρι της περασμένης Παρασκευής, όταν μπήκε στο κοσμηματοπωλείο του 73χρονου κοσμηματοπώλη της οδού Γλάδστωνος. Για να κλέψει; Για να προστατευθεί από μία ακόμη επίθεση; Κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά.

Ακόμη και ο φίλος του Γρηγόρης Βαλλιανάτος έγραψε λίγες ώρες μετά τον θάνατό του «Αυτή η ψυχάρα, αυτός ο αλήτης, αυτός ο γλυκός φίλος μας, φτιαγμένος, μπήκε πρώτη φορά στη ζωή του να κλέψει κοσμηματοπωλείο... Η βασανισμένη, η γενναία, η γλυκιά, η σκληρή ψυχούλα του, στην κρίση του κάθε αναμάρτητου», για να ανασκευάσει εν συνεχεία τα γραφόμενά του με την παρακάτω ανάρτηση: «Οποιος ξαναγράψει ή ξαναπεί “ο επίδοξος ληστής” για τον άγρια δολοφονημένο Ζακ θα διαψευσθεί τόσο οικτρά που θα ντρέπεται που υπάρχει. Ο Ζακ μπήκε στο κατάστημα μέρα μεσημέρι στην Ομόνοια (!!!) και κλειδώθηκε αυτόματα όχι για να κλέψει αλλά για να προστατευθεί από κίνδυνο που διέτρεχε λόγω φασαρίας στο απέναντι μαγαζί που καθόταν με παρέα. Οπτικό υλικό υπάρχει. Τα υπόλοιπα, στις τρομερές δίκες που έρχονται».




Η αυτοδικία

Στην αντίπερα όχθη και στις ίδιες δίκες θα σταθεί κατηγορούμενος ο 73χρονος κοσμηματοπώλης που, αν τον κοιτάξεις κι αυτόν με καθαρή λογική και ολοκάθαρη ματιά, μπορεί και να διαπιστώσεις πως υπήρξε ταυτόχρονα, ακριβώς όπως και ο Ζακ, θύμα και θύτης της ολέθριας αυτής σύγκρουσης. Το μοιραίο εκείνο μεσημέρι είχε βγει για λίγα λεπτά από το μαγαζί του προκειμένου να πεταχτεί μέχρι το περίπτερο. Επιστρέφοντας, αντίκρισε, σύμφωνα με την απολογία του, έναν νεαρό άνδρα, τον Ζακ, να χτυπάει την ταμειακή μηχανή και να ψάχνει τα συρτάρια. Εξω από το μαγαζί υπήρχε κόσμος που του έλεγε να μην μπει μέσα και ότι ο νεαρός άνδρας είναι οπλισμένος με μαχαίρι. Η πόρτα δεν ανοίγει, ο Ζακ αρπάζει έναν πυροσβεστήρα για να τη σπάσει και να διαφύγει. Δεν μπορεί καν να τον σηκώσει. Μοιάζει να παραπαίει. Η βιτρίνα σπάει. Ο χώρος γεμίζει αίματα. Ο κοσμηματοπώλης μαζί με έναν άλλο άνδρα, γείτονά του που διατηρεί γραφείο στον ίδιο δρόμο, φαίνονται σε βίντεο που τραβήχτηκε εκείνη την ώρα να κλωτσάνε με μανία τη βιτρίνα του κοσμηματοπωλείου και τον παγιδευμένο σε ένα τμήμα της Ζακ να παλεύει για να διαφύγει. «Ημουν σε κατάσταση σοκ. Ο,τι έπραξα το έπραξα από αγανάκτηση και πόνο... Με έχουν πληγώσει πολύ. Αυτό είναι το τρίτο πλήγμα. Εχω πέσει τρεις φορές θύμα κλοπής, με τελευταία το ριφιφί τον Φεβρουάριο του 2018. Ο,τι έκανα το έκανα γιατί ένιωθα πόνο ότι αυτός ο άνθρωπος πήγε να κάνει κακό στο μαγαζί μου, στο σπίτι μου».

Κανείς δεν δικαιολογεί την αυτοδικία, κανείς ωστόσο δεν μπορεί να πει με απόλυτη βεβαιότητα πώς θα αντιδρούσε αν έβλεπε κάποιον μέσα στον προσωπικό του χώρο - το σπίτι ή το μαγαζί. Η ελλιπής αστυνόμευση, οι αλλεπάλληλες κλοπές, η ατιμωρησία και το αδιέξοδο της κρίσης έχουν μετατρέψει την πλειονότητα των ανθρώπων σε φρουρούς της ασφάλειας και της ζωής τους. Δεν δικαιούσαι να βγάζεις εύκολα συμπεράσματα αν δεν έχεις ζήσει τον τρόμο, ούτε να μπαίνεις μπροστάρης ως διανοούμενος σταρ των social media αν δεν έχεις βιώσει την απειλή. Δεν υπάρχει άλλοθι στην εισβολή ενός τρίτου στον χώρο μας. Τελεία και παύλα. Και είναι το λιγότερο αστείοι εκείνοι που με τις αναρτήσεις τους ισχυρίστηκαν πως «έχουμε να κάνουμε ξεκάθαρα με ένα έγκλημα μίσους απέναντι στους ομοφυλόφιλους». Ο 73χρονος δεν θα μπορούσε να γνωρίζει ότι ο Ζακ ήταν ομοφυλόφιλος ή οροθετικός και η αναγωγή του όλου θέματος σε λάβαρο φερμένο από Gay Pride φαντάζει κάτι παραπάνω από γελοία.

Τόσο ο Ζακ όσο και ο 73χρονος κοσμηματοπώλης ήταν την ίδια στιγμή θύτες και θύματα μιας κοινωνίας που υποφέρει από πνευματική παραλυσία, ανίατη αδιαφορία και βαριάς μορφής ατομικισμό. Το γεγονός ότι τουλάχιστον 50 άτομα παρακολουθούσαν αμέτοχα το λιντσάρισμα του Ζακ φανερώνει πολλά για την κατάντια μας. Στο λιντσάρισμα δεν συμμετείχαν μόνο ο κοσμηματοπώλης-θύτης και ο φίλος του-τσαμπουκάς, αλλά και όλοι εκείνοι που κοιτούσαν τα μαρτύρια του Ζακ στο σύγχρονο Κολοσσαίο της Ομόνοιας. Οπως πολύ εύστοχα έγραψε ο Μιχάλης Τσιντσίνης σε άρθρο του, «ακόμη και στον πόλεμο υπάρχουν ρωγμές από τις οποίες μπορείς να διακρίνεις την ανθρωπινότητα του αντιπάλου». Εν προκειμένω, τόσο ο κοσμηματοπώλης όσο και ο μεσίτης δεν διακρίθηκαν γι’ αυτή. Ο όχλος ωστόσο τι έκανε; Ούτε ένας δεν μπήκε στη μέση, κανείς δεν στάθηκε ικανός να σταματήσει το κακό. Εβλεπαν τις κλωτσιές να σκάνε σαν βαρελότα στο πρόσωπο και το κορμί ενός ανίκανου να αντιδράσει ανθρώπου και νόμιζαν ότι έχουμε γιορτή, ότι τσακίστηκε η παρανομία και θριάμβευσε το σωστό.
«Αν με ρωτούσες τι θα ήθελες να αλλάξεις στην κοινωνία, θα ήταν όταν βλέπεις να επιτίθενται σε κάποιον να μην κοιτάς από την άλλη. Δεν λέω να παίξεις ξύλο, αλλά να βάλεις μια φωνή, να κάνεις κάτι, να αντιδράσεις με κάποιον τρόπο. Το χειρότερο για μένα είναι η απάθεια του κόσμου που υποτίθεται πως είναι ενάντια στη βία, αλλά είτε επειδή φοβούνται είτε επειδή έχουμε τη νοοτροπία του “πού να μπλέκω τώρα” δεν αντιδρούν», είχε πει κάποτε, σχεδόν προφητικά, για τον εαυτό του ο Ζακ. Πού να ήξερε τότε ότι αυτό που φοβόταν περισσότερο απ’ όλα θα γινόταν όχι μόνο το τέλος του αλλά και ένα ποτάμι που θα ξέβραζε ακόμη περισσότερο βία, ακόμη πιο πολύ μίσος - κοινωνικό και ιδεολογικό.






Υποκρισία με όχημα τον θάνατο

Κακά τα ψέματα. Αν ο Ζακ δεν ήταν Ελληνας, ακτιβιστής, ομοφυλόφιλος, υποψήφιος δημοτικός σύμβουλος Αθήνας με την Π.Ν.ΟΙΚ.Α στις εκλογές του 2014, αρθρογράφος και μορφή των social media, αν ήταν ένας Πακιστανός του δρόμου ή ένα πρεζόνι της Ομόνοιας κανείς σήμερα δεν θα ασχολούνταν μαζί του, ουδείς θα ζητούσε τη δικαίωσή του, ούτε θα έπαιρνε όρκους εκδίκησης. Ετσι είναι όμως η κοινωνία μας, βαθιά επιλεκτική ακόμη και απέναντι και στον θάνατο. Τοίχοι βάφτηκαν με συνθήματα όπως «φονιάδες των λαών νοικοκυραίοι, φαντάζετε ωραίοι μές στα χρέη» και «οργή και θλίψη. Ο Ζακ θα μας λείψει», ενώ μια πορεία στη μνήμη του το απόγευμα της περασμένης Τετάρτης στο κέντρο της Αθήνας έληξε, όπως πάντα, με ζημιές και συμπλοκές με τα ΜΑΤ. Καπηλευόμενοι το τραγικό τέλος του νεαρού Ζακ κάποιοι βρήκαν αφορμή για να φωνάξουν «Η Zackie ζει ,τσακίστε τους ναζί» την ίδια ώρα που κάποιοι άλλοι κατέβηκαν ακόμη και το τελευταίο σκαλοπάτι της ανθρώπινης αξιοπρέπειας πληκτρολογώντας προσταγές όπως: «Τσακίστε τα αριστερά πο@στρόνια» και «Πρεζάκια, γκέι δεν είναι αναγκαίοι» καθώς και tweets όπως εκείνο του Φαήλου Κρανιδιώτη: «Aντε ρε, φτιάξτε και πλατεία Drag Queen Tsoula».

Μέλη της κυβέρνησης έκαναν λόγο για καθαρή δολοφονία, η εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ Ράνια Σβίγκου τουίταρε το συγκινητικό μήνυμα «Μοιραζόμασταν τις σκέψεις και τον πόνο του, την αγάπη του για τον σκύλο του και τους φίλους του... Εφυγες πολύ νέος, τόσο άδικα και απάνθρωπα και πολύ μόνος σου», ενώ ο τομεάρχης Προστασίας του Πολίτη της Ν.Δ. Μάξιμος Χαρακόπουλος φρόντισε να συνδέσει τον θάνατο του Ζακ με το έργο της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝ.ΕΛ. Αλήθεια, πού ήταν όλοι αυτοί που τόσο κόπτονται σήμερα για τον θάνατό του όταν ο Ζακ και ο κάθε Ζακ είχαν ανάγκη τη βοήθειά τους; Πουθενά. Αυτό υποστηρίζουν όσοι τον γνώρισαν, αυτό έγραψε και στην προσωπική του σελίδα στο Facebook ο φίλος του Ηλίας: «Προσπάθησαν να τον σκοτώσουν κι άλλες φορές στο παρελθόν, επειδή ήταν ομοφυλόφιλος, επειδή ήταν οροθετικός ακτιβιστής, επειδή ήταν drag performer. Τελικά το κατάφεραν. Για κανέναν από τους παραπάνω λόγους. Αλλά τώρα είναι που θα ακούσει πολλά περισσότερα κι από πολλούς περισσότερους για όλους μαζί τους παραπάνω λόγους. Αλλά κανείς δεν θα μιλήσει για το ποια ανάγκη τον οδήγησε ποτέ. Δεν πουλάει η πείνα όσο η οροθετική πρεζού, φίλε μου».

Κοινωνική πόλωση

Οντως. Η πείνα δεν πουλάει, σε αντίθεση με την ανοησία, αν λάβει κανείς υπόψη του μεταξύ άλλων και τα αμέτρητα tweets με τους «από την πόλη έρχομαι και στην κορφή κανέλα» συνειρμούς περισπούδαστων: «Πορεία συμπαράστασης έκαναν οι αλληλέγγυοι για τον ληστή του κοσμηματοπωλείου που σκοτώθηκε στην προσπάθειά του να ξεφύγει. Για τον Νικόλα που λήστεψαν και δολοφόνησαν οι δύο Πακιστανοί λαθρομετανάστες, για τη Μυρτώ που έμεινε ανάπηρη, γιατί δεν έκαναν τίποτα; Υπερασπίζονται μόνο τις λαθροκατσαρίδες, τα πρεζάκια, τους κλέφτες και τους δολοφόνους και οι σκατοσυριζαίοι τρίβουν τα χέρια τους”. “Ελεύθερος με περιοριστικούς όρους ο κοσμηματοπώλης. Δεν είχε ταξιδέψει ποτέ στη Βαρκελώνη σαν κάτι Ηριάννες...».

Εκτός της ανοησίας και της κοινωνικής πόλωσης δεν θα μπορούσαν φυσικά να μείνουν οι τηλεοπτικοί σταθμοί, οι οποίοι με αφορμή τον θάνατο του Ζακ έστησαν μέχρι και γκάλοπ. «Συμφωνείτε ή όχι με την αντίδραση του κοσμηματοπώλη;» ρωτούσε τους τηλεθεατές ένα από αυτά. Το ευθύς επόμενο: «Είστε υπέρ της ηρωοποιήσεως του επίδοξου ληστή, ομοφυλόφιλου και οροθετικού;» - η ψήφος κοστίζει 1,56 ευρώ ανά λεπτό μέσω σταθερού και 1,98 μέσω κινητού. Η «διαμόρφωση» της κοινής γνώμης δεν σταμάτησε ωστόσο εδώ, καθώς έγκυρα δελτία ειδήσεων έκαναν μέχρι και γκάλοπ για το πόσο επιθυμητοί ή ανεπιθύμητοι είναι οι γκέι και οι μετανάστες ως γείτονες. Τα αποτελέσματα άγνωστα, η πρακτική αποβλάκωσης γνωστή, η κοινή λογική σε απόλυτη σήψη. Στη συγκεκριμένη θλιβερή ιστορία δεν υπήρχαν ήρωες παρά μόνο δράκοι - εκτρώματα φόβου, τρόμου, βίας και θανάτου. Και γύρω τους, το ξέβρασμα χολής μιας πολωμένης κοινωνίας που φαντάζει πιο τρομακτική από το ίδιο το συμβάν. Συγχωρέστε με. Οπως έλεγε κι ο Ζακ, «I’m not drunk enough for this».
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr