Δολοφονία Ζαφειρόπουλου: «Με σκοτώσανε» ήταν η τελευταία λέξη του δικηγόρου
27.03.2019
17:00
Ανατριχιαστικές λεπτομέρειες για τη δολοφονία Ζαφειρόπουλου - Συγκλονίζει η κατάθεση στενού συνεργάτη του αδικοχαμένου ποινικολόγου που ήταν αυτόπτης μάρτυρας
Το σκηνικό της εν ψυχρώ δολοφονίας του γνωστού ποινικολόγου, Μιχάλη Ζαφειρόπουλου, μέσα στο γραφείο του τον Οκτώβριο του 2017, φώτισε σήμερα με λεπτομερή κατάθεση που έδωσε στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Αθήνας, ο στενός συνεργάτης του αδικοχαμένου ποινικολόγου, ο οποίος βρίσκονταν στο δικηγορικό γραφείο τις ώρες εκείνες.
«Ρίξτου μια στα πόδια» ήταν η εντολή που έδωσε ο ένας εκ των κατηγορουμένων της υπόθεσης -ο φυγόδικος Μάτα - στον Ιμπραχίμ Μπραχιμάι, κατηγορούμενο ως φυσικό αυτουργό της δολοφονίας. «...Άκουσα τον θόρυβο από τον σιγαστήρα και έπειτα έφυγαν. Φώναξα στον Μιχ. Ζαφειρόπουλο: "Είστε καλά;". Μπήκα στο γραφείο, ήταν όρθιος, είχε μία μεγάλη κηλίδα αίμα στο πουκάμισο. Η τελευταία λέξη που μου είπε ήταν: «Με σκοτώσανε». Είχε χλωμιάσει, δεν μπορούσε να μιλήσει, έτρεμε από τον φόβο του» περιέγραψε στην κατάθεσή του ο συνεργάτης του Μιχ. Ζαφειρόπουλου και προσέθεσε: «Του είπα να καθίσει στο γραφείο. Άρχισα να παίρνω τηλέφωνο να έρθει βοήθεια. Βγήκα έξω και κατέβηκα κάτω να φωνάξω βοήθεια. Βρήκα μία γιατρό, ανεβήκαμε πάνω αλλά δυστυχώς εκείνη την ώρα είχε καταλήξει».
Όπως κατέθεσε ο συνεργάτης του ποινικολόγου, οι δύο δράστες της δολοφονίας, είχαν τηλεφωνήσει στον Μιχάλη Ζαφειρόπουλο ζητώντας του ραντεβού για υπόθεση ληστείας. Το ραντεβού κλείστηκε για τις 18: 30 της ίδια ημέρας. Μάλιστα, όπως ανέφερε ο μάρτυρας ο ίδιος βρέθηκε στο γραφείο, καθώς μετά το τηλεφώνημα, ο αδικοχαμένος ποινικολόγος του είχε ζήτησε να είναι παρών στη συγκεκριμένη συνάντηση.
«Γύρω στις 18.35 χτύπησε το κουδούνι και ήρθαν οι δύο άνθρωποι που είχαν ζητήσει το ραντεβού. Αρχικά καθίσαμε στην αίθουσα συσκέψεων. Είπαν ότι πρόκειται για μία οικογενειακή υπόθεση και ότι ο αδελφός τους κρατείται στη ΓΑΔΑ» κατάθεσε στο δικαστήριο ο συνεργάτης του Μιχάλη Ζαφειρόπουλου και συνέχισε λέγοντας: «Αποδείχθηκε εκ των υστέρων ότι επρόκειτο για φαντασιακή ιστορία. Μιλούσαν σπαστά ελληνικά και είπαν ότι έμεναν στο Μενίδι. Με αυτά που έλεγαν καταλάβαινε ότι δεν έδιναν σαφείς απαντήσεις για την υπόθεση. Αυτό προκάλεσε την αντίδραση του Μιχ. Ζαφειρόπουλο που τους είπε: «Εδώ είμαστε σοβαρό γραφείο, αν δεν πείτε λεπτομέρειες δεν μπορούμε να αναλάβουμε την υπόθεση». Εκείνοι τον πίεζαν να αναλάβει και τον ρωτούσαν πόσα λεφτά θέλει. Τελικά, κάποια στιγμή ο δράστης που φυγοδικεί (σ.σ Μάτα) του είπε αν γίνεται να σου δώσουμε μία μικρή προκαταβολή,να πας να δεις και να μας πεις αν αναλαμβάνεις. Τότε, ρώτησε που είναι η τουαλέτα και στη συνέχεια κατέβηκε να πάει στο αυτοκίνητο να πάρει τα λεφτά για την προκαταβολή».
Όταν πια ο δράστης επέστρεψε στο γραφείο, ζήτησε να πάει και πάλι στην τουαλέτα, κατέθεσε ο μάρτυρας, και όπως είπε όταν μπήκε ξανά στο χώρο έβγαλαν και οι δύο τα όπλα.
Κατέθεσε χαρακτηριστικά ο μάρτυρας στο δικαστήριο για τα όσα ακολούθησαν: «Φόρεσαν και γάντια και σημάδευαν τον Μιχάλη Ζαφειρόπουλο και εμένα. Είπαν ότι έχουν έρθει από την Κύπρο για την υπόθεση του Αρ. Φλώρου. «Πρέπει να του πεις να μοιράσουμε τα λεφτά από την Κύπρο», είπαν στον Μιχ. Ζαφειρόπουλο. Εκείνος τους απάντησε: «Εμείς είμαστε δικηγόροι, δεν ξέρω τι μου λέτε». Στη συνέχεια ζήτησαν να μάθουν που μένει ο Αρ. Φλώρος. Μας πήραν και μας πήγαν μέσα στο γραφείο του Μιχ. Ζαφειρόπουλου. Εκεί τους έδωσε ένα κλητήριο θέσπισμα, το οποίο είχε πάνω τη διεύθυνση. Ήταν η μόνη στιγμή που ο Μιχάλης Ζαφειρόπουλος κάθισε για να βρει το έγγραφο. Την ώρα που πηγαίναμε στο γραφείο του, ο Μάτα είπε στον Ζαφειρόπουλο: «Να τον προσέχεις»εννοώντας τον Ιμπραχήμ. Ήμασταν και οι δύο όρθιοι. Του ζήτησαν τα έγγραφα της δικογραφίας Φλώρου και τους υπέδειξε που είναι. Με ήρεμο ύφος ο Μιχ. Ζαφειρόπουλος τους είπε: «Πάρτε ό, τι θέλετε». Μετά ο Μάτα βγήκε και πάλι από το γραφείο και μείναμε οι τρεις μας. Τότε, ο Ιμπραχίμ μας ζήτησε ό,τι χρήματα είχαμε πάνω μας. Έβγαλε ο Μιχ. Ζαφειρόπουλος ένα σεβαστό ποσό, δεν ξέρω πόσα ακριβώς και εγώ 70 ευρώ και του τα δώσαμε. Όταν ξαναμπήκε ο Μάτα ρώτησε τον Μιχ. Ζαφειρόπουλο εάν έχει όπλο. Εάν έχει μπουτόν και που είναι οι κάμερες. Ρώτησε και εάν υπάρχει χρηματοκιβώτιο. Για μία ακόμα φορά ο Μιχ. Ζαφειρόπουλος τους απάντησε: «Εδώ είμαστε δικηγόροι, πάρτε ό,τι θέλετε!. Τότε, στο όπλο του Ιμπραχίμ βιδώθηκε ένας σιγαστήρας. Ζήτησε και ο Μάτα τα κινητά μας τηλέφωνα».
Σύμφωνα με την κατάθεση του συνεργάτη του Μιχάλη Ζαφειρόπουλου έπειτα από την τοποθέτηση του σιγαστήρα, ο κατηγορούμενος και φυγόδικος Μάτα, οδήγησε τον ίδιο μακριά από το γραφείο του ποινικολόγου. Αρχικά τον οδήγησε στην αίθουσα συσκέψεων και στη συνέχεια σε άλλο χώρο, γραφείο επίσης. «Όταν ήμασταν στον προθάλαμο είπε ο Μάτα στον Ιμπραχίμ: «Ρίξτου μία στο πόδι». Όταν ήμασταν μόνοι με τον Μάτα του είπα: «Τι σας έχει κάνει, δικηγόρος είναι τη δουλειά του, κάνει». Μου απάντησε: «Πρέπει να φύγει το μήνυμα». Μου είπε: «Δε θα σου κάνουμε κάτι». Κάτι απηύθυνε στα Αλβανικά και πριν κλείσει την πόρτα άκουσα τον θόρυβο από τον σιγαστήρα και έφυγαν. ...».
«Ρίξτου μια στα πόδια» ήταν η εντολή που έδωσε ο ένας εκ των κατηγορουμένων της υπόθεσης -ο φυγόδικος Μάτα - στον Ιμπραχίμ Μπραχιμάι, κατηγορούμενο ως φυσικό αυτουργό της δολοφονίας. «...Άκουσα τον θόρυβο από τον σιγαστήρα και έπειτα έφυγαν. Φώναξα στον Μιχ. Ζαφειρόπουλο: "Είστε καλά;". Μπήκα στο γραφείο, ήταν όρθιος, είχε μία μεγάλη κηλίδα αίμα στο πουκάμισο. Η τελευταία λέξη που μου είπε ήταν: «Με σκοτώσανε». Είχε χλωμιάσει, δεν μπορούσε να μιλήσει, έτρεμε από τον φόβο του» περιέγραψε στην κατάθεσή του ο συνεργάτης του Μιχ. Ζαφειρόπουλου και προσέθεσε: «Του είπα να καθίσει στο γραφείο. Άρχισα να παίρνω τηλέφωνο να έρθει βοήθεια. Βγήκα έξω και κατέβηκα κάτω να φωνάξω βοήθεια. Βρήκα μία γιατρό, ανεβήκαμε πάνω αλλά δυστυχώς εκείνη την ώρα είχε καταλήξει».
Όπως κατέθεσε ο συνεργάτης του ποινικολόγου, οι δύο δράστες της δολοφονίας, είχαν τηλεφωνήσει στον Μιχάλη Ζαφειρόπουλο ζητώντας του ραντεβού για υπόθεση ληστείας. Το ραντεβού κλείστηκε για τις 18: 30 της ίδια ημέρας. Μάλιστα, όπως ανέφερε ο μάρτυρας ο ίδιος βρέθηκε στο γραφείο, καθώς μετά το τηλεφώνημα, ο αδικοχαμένος ποινικολόγος του είχε ζήτησε να είναι παρών στη συγκεκριμένη συνάντηση.
«Γύρω στις 18.35 χτύπησε το κουδούνι και ήρθαν οι δύο άνθρωποι που είχαν ζητήσει το ραντεβού. Αρχικά καθίσαμε στην αίθουσα συσκέψεων. Είπαν ότι πρόκειται για μία οικογενειακή υπόθεση και ότι ο αδελφός τους κρατείται στη ΓΑΔΑ» κατάθεσε στο δικαστήριο ο συνεργάτης του Μιχάλη Ζαφειρόπουλου και συνέχισε λέγοντας: «Αποδείχθηκε εκ των υστέρων ότι επρόκειτο για φαντασιακή ιστορία. Μιλούσαν σπαστά ελληνικά και είπαν ότι έμεναν στο Μενίδι. Με αυτά που έλεγαν καταλάβαινε ότι δεν έδιναν σαφείς απαντήσεις για την υπόθεση. Αυτό προκάλεσε την αντίδραση του Μιχ. Ζαφειρόπουλο που τους είπε: «Εδώ είμαστε σοβαρό γραφείο, αν δεν πείτε λεπτομέρειες δεν μπορούμε να αναλάβουμε την υπόθεση». Εκείνοι τον πίεζαν να αναλάβει και τον ρωτούσαν πόσα λεφτά θέλει. Τελικά, κάποια στιγμή ο δράστης που φυγοδικεί (σ.σ Μάτα) του είπε αν γίνεται να σου δώσουμε μία μικρή προκαταβολή,να πας να δεις και να μας πεις αν αναλαμβάνεις. Τότε, ρώτησε που είναι η τουαλέτα και στη συνέχεια κατέβηκε να πάει στο αυτοκίνητο να πάρει τα λεφτά για την προκαταβολή».
Όταν πια ο δράστης επέστρεψε στο γραφείο, ζήτησε να πάει και πάλι στην τουαλέτα, κατέθεσε ο μάρτυρας, και όπως είπε όταν μπήκε ξανά στο χώρο έβγαλαν και οι δύο τα όπλα.
Κατέθεσε χαρακτηριστικά ο μάρτυρας στο δικαστήριο για τα όσα ακολούθησαν: «Φόρεσαν και γάντια και σημάδευαν τον Μιχάλη Ζαφειρόπουλο και εμένα. Είπαν ότι έχουν έρθει από την Κύπρο για την υπόθεση του Αρ. Φλώρου. «Πρέπει να του πεις να μοιράσουμε τα λεφτά από την Κύπρο», είπαν στον Μιχ. Ζαφειρόπουλο. Εκείνος τους απάντησε: «Εμείς είμαστε δικηγόροι, δεν ξέρω τι μου λέτε». Στη συνέχεια ζήτησαν να μάθουν που μένει ο Αρ. Φλώρος. Μας πήραν και μας πήγαν μέσα στο γραφείο του Μιχ. Ζαφειρόπουλου. Εκεί τους έδωσε ένα κλητήριο θέσπισμα, το οποίο είχε πάνω τη διεύθυνση. Ήταν η μόνη στιγμή που ο Μιχάλης Ζαφειρόπουλος κάθισε για να βρει το έγγραφο. Την ώρα που πηγαίναμε στο γραφείο του, ο Μάτα είπε στον Ζαφειρόπουλο: «Να τον προσέχεις»εννοώντας τον Ιμπραχήμ. Ήμασταν και οι δύο όρθιοι. Του ζήτησαν τα έγγραφα της δικογραφίας Φλώρου και τους υπέδειξε που είναι. Με ήρεμο ύφος ο Μιχ. Ζαφειρόπουλος τους είπε: «Πάρτε ό, τι θέλετε». Μετά ο Μάτα βγήκε και πάλι από το γραφείο και μείναμε οι τρεις μας. Τότε, ο Ιμπραχίμ μας ζήτησε ό,τι χρήματα είχαμε πάνω μας. Έβγαλε ο Μιχ. Ζαφειρόπουλος ένα σεβαστό ποσό, δεν ξέρω πόσα ακριβώς και εγώ 70 ευρώ και του τα δώσαμε. Όταν ξαναμπήκε ο Μάτα ρώτησε τον Μιχ. Ζαφειρόπουλο εάν έχει όπλο. Εάν έχει μπουτόν και που είναι οι κάμερες. Ρώτησε και εάν υπάρχει χρηματοκιβώτιο. Για μία ακόμα φορά ο Μιχ. Ζαφειρόπουλος τους απάντησε: «Εδώ είμαστε δικηγόροι, πάρτε ό,τι θέλετε!. Τότε, στο όπλο του Ιμπραχίμ βιδώθηκε ένας σιγαστήρας. Ζήτησε και ο Μάτα τα κινητά μας τηλέφωνα».
Σύμφωνα με την κατάθεση του συνεργάτη του Μιχάλη Ζαφειρόπουλου έπειτα από την τοποθέτηση του σιγαστήρα, ο κατηγορούμενος και φυγόδικος Μάτα, οδήγησε τον ίδιο μακριά από το γραφείο του ποινικολόγου. Αρχικά τον οδήγησε στην αίθουσα συσκέψεων και στη συνέχεια σε άλλο χώρο, γραφείο επίσης. «Όταν ήμασταν στον προθάλαμο είπε ο Μάτα στον Ιμπραχίμ: «Ρίξτου μία στο πόδι». Όταν ήμασταν μόνοι με τον Μάτα του είπα: «Τι σας έχει κάνει, δικηγόρος είναι τη δουλειά του, κάνει». Μου απάντησε: «Πρέπει να φύγει το μήνυμα». Μου είπε: «Δε θα σου κάνουμε κάτι». Κάτι απηύθυνε στα Αλβανικά και πριν κλείσει την πόρτα άκουσα τον θόρυβο από τον σιγαστήρα και έφυγαν. ...».
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr