Το τελευταίο «αντίο» στον Βασίλη Λυριτζή

Πλήθος κόσμου, πολιτικοί και δημοσιογράφοι στο Α' Νεκροταφείο για την πολιτική κηδεία του δημοσιογράφου που πέθανε σε ηλικία 62 ετών

Φίλοι, συνάδελφοι και η οικογένεια του δημοσιογράφου Βασίλη Λυριτζή, που άφησε την τελευταία του πνοή νικημένος από τον καρκίνο, τα ξημερώματα της Τρίτης είπαν το μεσημέρι το «τελευταίο αντίο».

Η πολιτική κηδεία του αγαπητού δημοσιογράφου έγινε από το Α' Νεκροταφείο, ενώ η οικογένειά του έχει ζητήσει αντί στεφάνων, τα χρήματα να κατατεθούν στον οργανισμό «Φλόγα» για τα παιδιά με καρκίνο.

Στο Α' Νεκροταφείο βρέθηκαν ο αδερφικός του φίλος και επί χρόνια επαγγελματικός συνοδοιπόρος Δημήτρης Οικονόμου, αλλά και πολλοί ακόμα εκπρόσωποι του πολιτικού και δημοσιογραφικού κόσμου. Ο πρόεδρος της Βουλής Νίκος Βούτσης και μεταξύ άλλων, οι Νίκος Φίλης, Σταύρος Θεοδωράκης, Κωστής Χατζηδάκης, Αννα Μισέλ Ασημακοπούλου, Ρένα Δούρου, Κώστας Λαλιώτης, Σταμάτης Μαλέλης, Τζόνι Καλημέρης, Θανάσης Θεοχαρόπουλος, Νίκος Σηφουνάκης, Παύλος Τσίμας, Γιώργος Μητσικώστας, Μάριος Γεωργιάδης, Στέργιος Πιτσιόρλας, Παναγιώτης Ρήγας, Σταύρος Κοντονής, Γρηγόρης Ψαριανός, Νίκος Σαντορινιός, Τάσος Παπάς, και άλλοι.
Συντετριμμένη η οικογένεια του Βασίλη Λυριτζή
Ευη Χριστοφιλοπούλου
Σίμος Κεδίκογλου
Χρήστος Σιμορέλης και Ρένα Δούρου
Βασίλης Καπερνάρος
Χρήστος Κούτρας
Τζόνι Καλημέρης
Σταμάτης Μαλέλης
Κωνσταντίνος Μίχαλος
Νίκος Βούτσης
Οι δημοσιογράφοι Βαγγέλης Παπαδημητρίου και Παύλος Τσίμας

Σταύρος Θεοδωράκης
Κωστής Χατζηδάκης
Γρηγόρης Ψαριανός
Γιώργος Μητσικώστας
Ο Κώστας Λαλιώτης με τον Δημήτρη Οικονόμου και την Αλεξία Κουλούρη
Νίκος Φίλης
Παναγιώτης Λαφαζάνης
Νίκος Παππάς
Άννα Μπουσδούκου


Ο επικήδειος του Νίκου Φίλη



Χειροκροτήματα...


Τα λόγια του φίλου του Κώστα Γαγανάκη


Ο επικήδειος εκ μέρους της ΕΣΗΕΑ



Η δήλωση του Βασίλη Λεβέντη

"Αποχαιρετούμε σήμερα έναν ακριβό σύντροφο, έναν συνάδελφο με ήθος, ένα καλό παιδί" με αυτά τα λόγια ξεκίνησε τον επικήδειό του για τον Βασίλη Λυριτζή ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Νίκος Φίλης. «Ο Βασίλης γνώριζε ότι είδηση δεν είναι ό,τι συμφέρει το κόμμα κι ακόμη χειρότερα ό,τι συμφέρει την εργοδοσία και τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα. Απεχθανόταν τον λαϊκισμό και τον κιτρινισμό. Είχε συνείδηση της κοινωνικής αποστολής του δημοσιογράφου, του δικαιώματος, δηλαδή, του πολίτη να πληροφορείται χωρίς να χειραγωγείται. Κι αυτή η πολιτική στάση του επαγγελματία δημοσιογράφου Λυριτζή είχε ακόμη μεγαλύτερη αξία, γιατί ο Βασίλης δεν εργάστηκε σε προστατευμένο περιβάλλον αλλά έπεσε στα βαθιά νερά του ανταγωνισμού σε μια περίοδο που η δημοσιογραφία στιγματιζόταν από συμπεριφορές κυνισμού και μετατρεπόταν συχνά σε θεραπαινίδα της διαπλεκόμενης πολιτικής εξουσίας» αναφέρει σε άλλο σημείο εξάρωντας την ακεραιότητα, το ήθος και τις αξίες που πορεύτηκε ως δημοσιογράφος ο Βασίλης Λυριτζής.



Ο αποχαιρετισμός του Χρήστου Μαχαίρα


Όσα είπε για τον Βασίλη Λυριτζή ο δημοσιογράφος και κουμπάρος του, Στρατής Τριλίκης


Ο Βασίλης Λυριτζής ήταν δημοσιογράφος από το 1989, ενώ είχε τελειώσει την Ιταλική Φιλολογία του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Είχε γεννηθεί στο Ηράκλειο Κρήτης το 1957. Μεγάλωσε, όμως, στην Αθήνα με τους γονείς του και τον αδελφό του Μάνο. Ήταν παντρεμένος με την Ελένη Αντωνιάδη και μαζί απέκτησαν δυο παιδιά, την Μαριλένα και τον Δημήτρη.

Στην Θεσσαλονίκη, κατά την διάρκεια των σπουδών του έκανε τα πρώτα του δημοσιογραφικά βήματα, παράλληλα με την σημαντική πολιτική του δράση στην ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος του ΚΚΕ Εσωτερικού. Ξεκίνησε να εργάζεται στον ραδιοφωνικό σταθμό Flash 9,61 το 1990 ενώ λίγο αργότερα μαζί με τον Δημήτρη Οικονόμου ανέλαβε την πρωινή εκπομπή του σταθμού «Πρώτη Γραμμή». Το 2002 το δίδυμο Λυριτζή - Οικονόμου, βγαίνει κάθε απόγευμα στον τηλεοπτικό αέρα «Εκτός Γραμμής» από την συχνότητα της Δημόσιας Τηλεόρασης. Λίγους μήνες μετά κατεβαίνουν στο μετερίζι της πρωινής ενημέρωσης της ΕΡΤ με την εκπομπή «Πρώτη Γραμμή». Το 2010 η εκπομπή μετακομίζει στην τηλεόραση του ΣΚΑΪ μέχρι το καλοκαίρι του 2017 όπου το τηλεοπτικό δίδυμο της «Πρώτης Γραμμής» βάζει τίτλους τέλους, καθώς ο Βασίλης αποχωρεί.

Ο Βασίλης Λυριτζής συνέχισε την πρωινή ενημέρωση από το ραδιόφωνο του Real Fm, αλλά και από τις σελίδες της εφημερίδας ΕΘΝΟΣ.


Ο συνάδελφος, φίλος και κουμπάρος του Κώστας Γιαννακίδης δημοσίευσε σήμερα το πρωί στο protagon.gr έναν συγκινητικό αποχαιρετισμό: 

«Το βράδυ που πέθανε ο Βασίλης»

Ενα παλαιό γνωμικό του επαγγέλματος λέει ότι στην κηδεία του καλού δημοσιογράφου δεν έχει κόσμο. Αν ο δημοσιογράφος κάνει σωστά τη δουλειά του, θα φύγει χωρίς φίλους να του ρίξουν λίγο χώμα, πριν σκουπίσουν τα δάκρυα από τα μάγουλά τους.

Στην κηδεία του Βασίλη Λυριτζή δεν θα είναι έτσι. Θα έχει κόσμο. Θα έρθουν πολιτικοί, κυρίως από τον χώρο της Αριστεράς, για να πουν δυο λόγια. Θα μιλήσουν άνθρωποι από το συνδικάτο μας. Ενδεχομένως και κάποιοι φίλοι. Μετά θα πορευτούμε ακολουθώντας τον αγαπημένο μας νεκρό προς την τελευταία του κατοικία. Και τότε, καθώς οι εργάτες του Δήμου θα τον παραδίδουν στη γη, μαζί με τα λουλούδια και τους λυγμούς μας, όλοι εμείς που χάσαμε έναν δικό μας άνθρωπο θα αποδεχθούμε με οδύνη το τετελεσμένο.

Ο Βασίλης πέθανε στις 05.10 το πρωί της Τρίτης, στο δωμάτιο 2662, στον έκτο όροφο του Άγιου Σάββα. Πέθανε ακριβώς την ώρα που, για χρόνια, έβαζε το ξυπνητήρι του για να πάει στη δουλειά, στο ραδιόφωνο ή στην τηλεόραση. Εκείνη την ώρα διάλεξε για να βυθιστεί στον αιώνιο ύπνο ένας άνθρωπος που δεν διέθετε πάνω από τέσσερις-πέντε ώρες τη μέρα στη συνάντησή του με τον Μορφέα. Θα μπορούσες να τον χαρακτηρίσεις και φαινόμενο, ειδικά τις βραδιές που είχε μπάλα.

Στάθηκε γενναία απέναντι στον θάνατο. Το εννοώ, δεν είναι προσχηματικό. Το δέχθηκε και το διαχειρίστηκε με πραότητα. Με ένα σήκωμα των ώμων. Και εμείς γύρω του να βιώνουμε το αδιανόητο.

Ένας εύσωμος, φαλακρός νοσοκόμος της βραδινής βάρδιας ήρθε και πήρε τη σορό από το δωμάτιο. «Ζωή σε λόγου σας» ευχήθηκε. Δεν του απάντησε κανείς. Οικογένεια και φίλοι αρχίσαμε να μαζεύουμε το μικρό νοικοκυριό που στήθηκε τις τελευταίες εβδομάδες εκεί μέσα. Και μετά, λες και φεύγαμε εμείς ταξίδι και όχι ο Βασίλης, τραβώντας βαλίτσες, κρατώντας τσάντες στην αγκαλιά, κατεβήκαμε στο κυλικείο. Γύρισα δεξιά, κοίταξα μία τηλεοπτική οθόνη, είδα τον Οικονόμου να αναγγέλλει την είδηση. Κάποιος άλλαξε κανάλι. Και ο Παπαδάκης για τον Βασίλη έλεγε. Και εκεί, με τους αγκώνες επάνω σε ένα βρώμικο τραπέζι, ποτισμένο με καφέ και πασπαλισμένο με στάχτη, έβαλα τα κλάματα.

Δεν είναι μόνο που θα μου λείψει ο κουμπάρος μου. Είναι τα χρόνια και οι αναμνήσεις που, από τη μία στιγμή στην άλλη, έγιναν καντηλάκι σε ένα από τα πολλά μνήματα που χτίζουμε μέσα μας όσο μεγαλώνουμε. Ναι, φυσικά, από τον Βασίλη θα μου λείψει η καλοσύνη, η αισιοδοξία και η συναισθηματική του γενναιοδωρία. Περισσότερο, όμως, θα μου λείψει ο Βασίλης ως ένας φάρος ρεαλισμού, κοινής λογικής και ηθικού προσδιορισμού. Ο Λυριτζής λειτουργούσε ως μπούσουλας για τους ανθρώπους γύρω του. Και είχε ένα πολύ σπάνιο χαρακτηριστικό: κατάφερνε να συνδυάζει τις, δεδηλωμένες άλλωστε, πολιτικές του αρχές με τον ρεαλισμό, τη λογική και την ευρύτητα στη ματιά. Αυτά τα στοιχεία, σε συνδυασμό με την εντιμότητα και τη βαθιά του καλλιέργεια, συνέβαλαν στην καθολική αποδοχή της προσωπικότητας και του δημοσιογραφικού έργου που παρήγαγε. Δεν ήταν, απλώς, ένας καλός δημοσιογράφος. Ήταν ο ορισμός, η περιγραφή του καλού δημοσιογράφου. Και ένας αληθινά προοδευτικός άνθρωπος.

Δεν έχω αποφασίσει αν θα διαγράψω το όνομά του από τις επαφές του κινητού μου. Ο ίδιος θα μου έλεγε ότι δεν είναι σοβαρά πράγματα αυτά. «Υπάρχει περίπτωση να στείλεις SMS σε νεκρό ή να σε πάρει τηλέφωνο;» θα ρωτούσε. Κοίτα, όμως, Βασίλη που αυτό σε αφορά. Περισσότερο από όσο μπορούσαμε ποτέ να φανταστούμε.


Ολόκληρος ο επικήδειος του Νίκου Φίλη:

«Αποχαιρετούμε σήμερα έναν ακριβό σύντροφο, έναν συνάδελφο με ήθος, ένα καλό παιδί»



Ο Βασίλης ήταν ένα παιδί της μεταπολίτευσης, ένα από τα χιλιάδες παιδιά που στον απόηχο του Πολυτεχνείου, ένιωσαν την ανάγκη να ονειρευτούν ένα νέο κόσμο και τη δύναμη να αλλάξουν τη ζωή τους, μέσα από τη συλλογική δράση, μέσα από τα κινήματα και τις οργανώσεις νεολαίας. Ειδικότερα ο Βασίλης, -όπως και πολλοί από εμάς- μέσα από τον ΡΗΓΑ και το ΚΚΕ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ, μέσα σε ένα συνεχές συγκινήσεων, απογοητεύσεων, αναθαρρήσεων, λες και μας διακατείχε μια ισχυρή ιστορική αισιοδοξία, με τη δημοκρατία ως βασική πυξίδα για το σήμερα και το αύριο, για τον ανθρώπινο σοσιαλισμό με δημοκρατία και ελευθερία.

Αυτή η μικρή εποποιΐα της Ανανεωτικής Αριστεράς έμελλε να αφήσει ισχυρές παρακαταθήκες, παρότι είχε σφραγιστεί κατά τρόπο αποδιαρθρωτικό από τις βιασύνες και τις εσωτερικές αντιφάσεις της. Ακόμη και μετά το 1989, όταν η διάλυση του «υπαρκτού» συμπαρέσυρε ή επηρέασε τελικώς όλες τις εκδοχές της Αριστεράς, ήταν αυτή η «μικρή Αριστερά μας» που συνέβαλε στην ανασυγκρότηση της Αριστεράς, στο άνοιγμα και το αντάμωμα με άλλες διαδρομές και τελικά στην ανάδυσή της ως ηγεμονική πολιτική δύναμη.

Πριν φθάσουμε όμως στο απροσδόκητο τέλος που αποδείχθηκε ότι υπήρξε μια νέα αρχή, είχαμε την ικανοποίηση να ζήσουμε νεανικά χρόνια με εντάσεις. Με την ένταση του έρωτα, με την πεποίθηση ότι το προσωπικό είναι και πολιτικό, με την επιδίωξη της ισοτιμίας, με τον αντιαυταρχισμό, με τους αγώνες για τον εκδημοκρατισμό της εκπαίδευσης, με τη δίψα για γνώσεις και εμπειρίες, με την ανοιχτή πρόσληψη των νέων πολιτιστικών ρευμάτων και ευαισθησιών, καθρέφτισμα των οποίων ήταν τα φεστιβάλ της ΑΥΓΗΣ και του ΘΟΥΡΙΟΥ. Κι όλα αυτά σαν ορμητικά κύματα προς έναν ορίζοντα ελευθερίας, που έδινε υπόσταση εδώ και τώρα στη ζωή μας και δεν αποτελούσε μια απόμακρη Δευτέρα Παρουσία.

Κι αυτή η βιωμένη αίσθηση ελευθερίας, συλλογικού προσδιορισμού και ατομικής αυτοπραγμάτωσης, έδωσε στον καθένα μας πολλές στιγμές και μνήμες που ανάλογα με τη ζωή που ακολουθήσαμε τις κουβαλούσαμε και τις κουβαλάμε πότε σαν τα χρόνια της αθωότητας και πότε σαν τα ισχυρά θεμέλια αξιών που επηρεάζουν την υποψιασμένη πια ζωή μας.

Ο Βασίλης (και δεν το λέω αυτό συμβατικά τη στιγμή του αποχαιρετισμού) υπήρξε μια μορφή, που γύρω της δημιουργήθηκαν ισχυροί προσωπικοί δεσμοί και πολιτικές συνομιλίες, αυτό που κάπως τετριμμένα πια ονομάζεται συντροφικότητα. Μια συντροφικότητα που προσδιόρισε ανεξίτηλα παρά με τις μελλοντικές διαφορετικές πορείες όχι μόνο την πολιτική και κοινωνική χειραφέτησή μας αλλά και τις ανθρώπινες σχέσεις μας. Μια μορφή, ο Βασίλης, τόσο στη Θεσσαλονίκη, όπου υπήρξε σημαντικό στέλεχος του φοιτητικού κινήματος, κεντρικό στέλεχος της Σπουδάζουσας και αργότερα ο αγαπημένος καθοδηγητής των μαθητών του ΡΗΓΑ, αλλά και μετέπειτα στην Αθήνα.

Ο Βασίλης, πάντα με το χαμόγελό του, το διακριτικό και ιδιαίτερο χιούμορ του, την ηθική του συγκρότηση, την πλατιά μόρφωση, την ικανότητά του να επιχειρηματολογεί χωρίς να βάζει τον άλλον απέναντί του, τη γενναιοδωρία του σε αισθήματα και πρακτική βοήθεια. Πάντα με σταθερή την προσήλωσή του στις αρχές της Ανανεωτικής Αριστεράς, αλλά, ταυτόχρονα ανοιχτός στο διάλογο και τις επισημάνσεις, ο Βασίλης εκείνα τα χρόνια υπήρξε το παράδειγμα ενός καθοδηγητή, όχι αφ` υψηλού, αλλά δίπλα, σαν αδελφός.

Αυτή η ευγένεια χαρακτήρα και η δημοκρατικότητα του Βασίλη καλλιεργημένη μέσα στη δημοκρατικότητα και τις αξίες της Ανανεωτικής Αριστεράς υπήρξε η ισχυρή πολιτική-πολιτισμική προδιάθεση που τον ενέπνευσε να περάσει από τη βιωματική πολιτική δράση στην επαγγελματική δημοσιογραφία. Ο Βασίλης γνώριζε ότι είδηση δεν είναι ό,τι συμφέρει το κόμμα κι ακόμη χειρότερα ό,τι συμφέρει την εργοδοσία και τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα. Απεχθανόταν τον λαϊκισμό και τον κιτρινισμό. Είχε συνείδηση της κοινωνικής αποστολής του δημοσιογράφου, του δικαιώματος, δηλαδή, του πολίτη να πληροφορείται χωρίς να χειραγωγείται. Κι αυτή η πολιτική στάση του επαγγελματία δημοσιογράφου Λυριτζή είχε ακόμη μεγαλύτερη αξία, γιατί ο Βασίλης δεν εργάστηκε σε προστατευμένο περιβάλλον αλλά έπεσε στα βαθιά νερά του ανταγωνισμού σε μια περίοδο που η δημοσιογραφία στιγματιζόταν από συμπεριφορές κυνισμού και μετατρεπόταν συχνά σε θεραπαινίδα της διαπλεκόμενης πολιτικής εξουσίας.

Ο Βασίλης κατόρθωσε να διαφυλάξει την αξιοπρέπειά του, δεν υπέκυψε στις επιταγές του life style και στη φτήνια και κέρδισε μια ειλικρινή καθημερινή σχέση με τον πολίτη, κατέκτησε την εκτίμηση των συναδέλφων του και την αναγνώριση και την εμπιστοσύνη του κοινού. Γι` αυτό η αναπάντεχη είδηση του θανάτου του προκάλεσε τόσο μεγάλη συγκίνηση σε γνωστούς και αγνώστους καθώς δεν θα ξαναδούμε ποτέ στους δέκτες μας το γλυκό χαμόγελό του, την ευαισθησία και τη στοχαστικότητά του, στοιχεία τόσο εμφανή στην καθημερινή παρουσία του.

Αντίο Βασίλη!

Θα σε θυμόμαστε να σηκώνεις τα μανίκια σου, να κοιτάς μέσα από τα γυαλιά σου κι από κάτω προς τα πάνω, να χαϊδεύεις το γενάκι σου, παίζοντας μέσα στα δάκτυλά σου σκέψεις, οράματα, επιχειρήματα, πάντα δυναμικά επιχειρήματα, ώστε, να αναδειχθούν όχι μόνο οι αντιθέσεις αλλά και οι προσεγγίσεις. Και κυρίως για να αναδειχθούν οι αντιφάσεις εντός κάθε μιας από αυτές τις ιδέες και τις προσεγγίσεις. Θα θυμόμαστε το αφοπλιστικό χάρισμά σου, όπως είναι το χάρισμα εκείνου που στοχάζεται και βλέπει, βλέπει και νιώθει. Θα σε θυμόμαστε πάντοτε στη δύσκολη πορεία της γενιάς μας αλλά και των νεότερων γενιών που προσπαθούν να φτιάξουν τη δική τους ιστορία μέσα από τους δικούς τους δρόμους, μέσα στην κρίση, την ανασφάλεια, τον βαθύ σκοταδιστικό συντηρητισμό που εξαπλώνεται, την ακροδεξιά που σηκώνει κεφάλι και τις απειλητικές νουθεσίες των ισχυρών.

Θα σε θυμόμαστε και θα σε φανταζόμαστε πια παρέα με τον αγαπημένο σου Θέμο Βαφιά που προηγήθηκε κι αυτός τόσο πρόωρα και άδικα πριν λίγους μήνες, να επιδίδεστε σε ατέλειωτους διαλόγους, πειράγματα και παιχνίδια.

Αγαπημένε μας Βασίλη,

Ο Απρίλης στάθηκε ο μήνας ο σκληρός. Στην αγαπημένη σου σύντροφο Ελένη, στα λατρεμένα σου παιδιά Μαριλένα και Δημήτρη μένει η ζεστασιά και η περηφάνεια της παρουσίας σου, η εντιμότητα και οι ηθικές βάσεις του παραδείγματός σου.

Αντίο Βασίλη!

Νίκος Φίλης
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr