Βιωσιμότητα του συστήματος υγείας: Χαμηλές επιδόσεις για την Ελλάδα
14.05.2019
23:06
Η χώρα μας βρίσκεται στη 18η θέση της συνολικής κατάταξης των 28 χωρών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) με βαθμολογία 50/100 έναντι 55 που είναι η μέση βαθμολογία
Προβληματισμό προκαλούν τα δεδομένα για τη βιωσιμότητα του συστήματος υγείας στη χώρα μας όπως αυτά προκύπτουν από τον Δείκτη Βιωσιμότητας FutureProofing Healthcare, και την φερώνυμη ευρωπαϊκή πρωτοβουλία (https://futureproofinghealthcare.com/), που παρουσιάστηκε την Τρίτη στην Αθήνα.
Η Ελλάδα βρίσκεται στη 18η θέση της συνολικής κατάταξης των 28 χωρών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) με βαθμολογία 50/100 έναντι 55 που είναι η μέση βαθμολογία στην ΕΕ. Ειδικότερα, καταλαμβάνει την 9η θέση ως προς το επίπεδο υγείας του πληθυσμού, την 11η θέση ως προς την πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας, τη 19η θέση ως προς την ποιότητα των υπηρεσιών, την 22η θέση ως προς την καινοτομία και την 24η θέση ως προς τη σταθερότητα.
Επιμέρους ικανοποιητικές επιδόσεις καταγράφονται για την Ελλάδα ως προς το προσδόκιμο ζωής των πολιτών και τον αριθμό των ιατρών, ωστόσο χαμηλές είναι οι επιδόσεις σε ό,τι αφορά τον αριθμό των νοσηλευτών και την εκπαίδευση, ιατρών και νοσηλευτικού προσωπικού. Επίσης, χαμηλή είναι η επίδοση στο κριτήριο της σταθερότητας, αναδεικνύει την ανάγκη για μεγαλύτερη εστίαση στην μελέτη και αξιοποίηση δεδομένων.
Σημειωτέον πως όλα τα δεδομένα που περιλαμβάνονται στον Δείκτη προέρχονται από διαπιστευμένες διαθέσιμες δημόσιες πηγές, όπως ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας και ο ΟΟΣΑ, αλλά και φορείς στα 28 κράτη – μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο Δείκτης Βιωσιμότητας FutureProofing Healthcare δημιουργήθηκε με την καθοδήγηση ενός ανεξάρτητου πάνελ Ευρωπαίων ειδικών στον τομέα της υγείας και αποτυπώνει τις επιδόσεις των χωρών-μελών με βάση πέντε ζωτικούς παράγοντες, οι οποίοι επιδρούν στη διαμόρφωση βιώσιμων συστημάτων υγείας: Πρόσβαση, Επίπεδο Υγείας, Καινοτομία, Ποιότητα και Σταθερότητα.
Τους στόχους της πρωτοβουλίας Future Proofing Healthcare καθώς και τα δεδομένα του Δείκτη Βιωσιμότητας παρουσίασαν οι Bogi Eliasen, Futurist and Special Advisor on Future of Health, Head of Denmark Unit UNESCO Chair in Bioethics, Ελπίδα Πάβη, και Ξένια Καπόρη, Διευθύντρια Εξωτερικών Υποθέσεων της Roche Hellas – η μητρική εταιρία υποστηρίζει την πρωτοβουλία Future Proofing Healthcare.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν, οι χώρες της Βόρειας Ευρώπης, όπως η Σουηδία, η Δανία, η Ολλανδία, η Φινλανδία και η Γερμανία είναι αυτές με τις υψηλότερες επιδόσεις ως προς τη βιωσιμότητα των συστημάτων υγείας τους, ωστόσο υπάρχουν σημαντικές περιφερειακές ανισότητες σε όλη την Ε.Ε. με τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης να καταλαμβάνουν τις χαμηλότερες θέσεις της κατάταξης.
«Oι αποφάσεις για την υγεία και τα συστήματα υγείας οφείλουν να βασίζονται σε δεδομένα. Η συλλογή και αξιοποίηση δεδομένων είναι αναγκαία προκειμένου να βελτιωθεί το επίπεδο φροντίδας των ασθενών και η ποιότητα ζωής των πολιτών. Με βάση τα στοιχεία, εξάγεται το συμπέρασμα ότι η Ελλάδα εστιάζει περισσότερο στο υγειονομικό υλικό και λιγότερο στους επαγγελματίες υγείας, στους ασθενείς και στη μελέτη των δεδομένων με σκοπό τη διασφάλιση αποτελεσματικών υπηρεσιών υγείας στο μέλλον. Σε αυτήν την κατεύθυνση είναι σημαντικό να ξεκινήσει ένας ουσιαστικός διάλογος σήμερα, προκειμένου να αντιμετωπιστούν έγκαιρα οι προκλήσεις του μέλλοντος» ανέφερε ο κ. Bogi Eliasen.
Από την πλευρά της, η κυρία Καπόρη υπογράμμισε την αξία του Δείκτη Βιωσιμότητας FutureProofing Healthcare καθώς αναδεικνύει σημαντικά ερωτήματα και «φωτίζει» καλές πρακτικές από όλη την Ευρώπη που μπορεί να υιοθετηθούν και από την Ελλάδα.
Η ακτινογραφία του συστήματος υγείας στην Ελλάδα μέσα από τον ευρωπαϊκό Δείκτη Βισωσιμότητας
• Ενώ η Ελλάδα δαπανά μέτρια ποσά για Έρευνα και Ανάπτυξη (βαθμολογία 3 στα 10 σε αυτόν τον τομέα), το ποσό που διατίθεται για ιατρική Ε&Α είναι εξαιρετικά χαμηλό, ενώ παράγονται πολύ λίγες φαρμακευτικές και μεσαίας τεχνολογίας πατέντες. Ως αποτέλεσμα, η συνολική βαθμολογία στους τρεις αυτούς τομείς είναι 1 στα 10.
• Η Ελλάδα σημειώνει ικανοποιητικές επιδόσεις στον τομέα της πρόσβασης σε υπηρεσίες υγείας, κυρίως λόγω του υψηλού αριθμού επαγγελματιών υγείας. Η χώρα λαμβάνει βαθμολογία 10 στα 10 ως προς τον αριθμό των εν ενεργεία ιατρών και 8 στα 10, για τον αριθμό των ψυχιάτρων.
Η Ελλάδα βρίσκεται στη 18η θέση της συνολικής κατάταξης των 28 χωρών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) με βαθμολογία 50/100 έναντι 55 που είναι η μέση βαθμολογία στην ΕΕ. Ειδικότερα, καταλαμβάνει την 9η θέση ως προς το επίπεδο υγείας του πληθυσμού, την 11η θέση ως προς την πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας, τη 19η θέση ως προς την ποιότητα των υπηρεσιών, την 22η θέση ως προς την καινοτομία και την 24η θέση ως προς τη σταθερότητα.
Επιμέρους ικανοποιητικές επιδόσεις καταγράφονται για την Ελλάδα ως προς το προσδόκιμο ζωής των πολιτών και τον αριθμό των ιατρών, ωστόσο χαμηλές είναι οι επιδόσεις σε ό,τι αφορά τον αριθμό των νοσηλευτών και την εκπαίδευση, ιατρών και νοσηλευτικού προσωπικού. Επίσης, χαμηλή είναι η επίδοση στο κριτήριο της σταθερότητας, αναδεικνύει την ανάγκη για μεγαλύτερη εστίαση στην μελέτη και αξιοποίηση δεδομένων.
Σημειωτέον πως όλα τα δεδομένα που περιλαμβάνονται στον Δείκτη προέρχονται από διαπιστευμένες διαθέσιμες δημόσιες πηγές, όπως ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας και ο ΟΟΣΑ, αλλά και φορείς στα 28 κράτη – μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο Δείκτης Βιωσιμότητας FutureProofing Healthcare δημιουργήθηκε με την καθοδήγηση ενός ανεξάρτητου πάνελ Ευρωπαίων ειδικών στον τομέα της υγείας και αποτυπώνει τις επιδόσεις των χωρών-μελών με βάση πέντε ζωτικούς παράγοντες, οι οποίοι επιδρούν στη διαμόρφωση βιώσιμων συστημάτων υγείας: Πρόσβαση, Επίπεδο Υγείας, Καινοτομία, Ποιότητα και Σταθερότητα.
Τους στόχους της πρωτοβουλίας Future Proofing Healthcare καθώς και τα δεδομένα του Δείκτη Βιωσιμότητας παρουσίασαν οι Bogi Eliasen, Futurist and Special Advisor on Future of Health, Head of Denmark Unit UNESCO Chair in Bioethics, Ελπίδα Πάβη, και Ξένια Καπόρη, Διευθύντρια Εξωτερικών Υποθέσεων της Roche Hellas – η μητρική εταιρία υποστηρίζει την πρωτοβουλία Future Proofing Healthcare.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν, οι χώρες της Βόρειας Ευρώπης, όπως η Σουηδία, η Δανία, η Ολλανδία, η Φινλανδία και η Γερμανία είναι αυτές με τις υψηλότερες επιδόσεις ως προς τη βιωσιμότητα των συστημάτων υγείας τους, ωστόσο υπάρχουν σημαντικές περιφερειακές ανισότητες σε όλη την Ε.Ε. με τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης να καταλαμβάνουν τις χαμηλότερες θέσεις της κατάταξης.
«Oι αποφάσεις για την υγεία και τα συστήματα υγείας οφείλουν να βασίζονται σε δεδομένα. Η συλλογή και αξιοποίηση δεδομένων είναι αναγκαία προκειμένου να βελτιωθεί το επίπεδο φροντίδας των ασθενών και η ποιότητα ζωής των πολιτών. Με βάση τα στοιχεία, εξάγεται το συμπέρασμα ότι η Ελλάδα εστιάζει περισσότερο στο υγειονομικό υλικό και λιγότερο στους επαγγελματίες υγείας, στους ασθενείς και στη μελέτη των δεδομένων με σκοπό τη διασφάλιση αποτελεσματικών υπηρεσιών υγείας στο μέλλον. Σε αυτήν την κατεύθυνση είναι σημαντικό να ξεκινήσει ένας ουσιαστικός διάλογος σήμερα, προκειμένου να αντιμετωπιστούν έγκαιρα οι προκλήσεις του μέλλοντος» ανέφερε ο κ. Bogi Eliasen.
Από την πλευρά της, η κυρία Καπόρη υπογράμμισε την αξία του Δείκτη Βιωσιμότητας FutureProofing Healthcare καθώς αναδεικνύει σημαντικά ερωτήματα και «φωτίζει» καλές πρακτικές από όλη την Ευρώπη που μπορεί να υιοθετηθούν και από την Ελλάδα.
Η ακτινογραφία του συστήματος υγείας στην Ελλάδα μέσα από τον ευρωπαϊκό Δείκτη Βισωσιμότητας
• Ενώ η Ελλάδα δαπανά μέτρια ποσά για Έρευνα και Ανάπτυξη (βαθμολογία 3 στα 10 σε αυτόν τον τομέα), το ποσό που διατίθεται για ιατρική Ε&Α είναι εξαιρετικά χαμηλό, ενώ παράγονται πολύ λίγες φαρμακευτικές και μεσαίας τεχνολογίας πατέντες. Ως αποτέλεσμα, η συνολική βαθμολογία στους τρεις αυτούς τομείς είναι 1 στα 10.
• Η Ελλάδα σημειώνει ικανοποιητικές επιδόσεις στον τομέα της πρόσβασης σε υπηρεσίες υγείας, κυρίως λόγω του υψηλού αριθμού επαγγελματιών υγείας. Η χώρα λαμβάνει βαθμολογία 10 στα 10 ως προς τον αριθμό των εν ενεργεία ιατρών και 8 στα 10, για τον αριθμό των ψυχιάτρων.
• Εκτός του υψηλού αριθμού των επαγγελματιών υγείας, υπάρχει ευρεία διαθεσιμότητα ιατρικής τεχνολογίας (βαθμολογία 9 στα 10), χειρουργικών αιθουσών σε νοσοκομεία (7 στα 10) και πρόσβαση σε ακτινοθεραπείες (7 στα 10).
• Περιθώρια βελτίωσης εντοπίζονται όσον αφορά στην πρόσβαση στον προγεννητικό και περιγεννητικό έλεγχο και τον αριθμό των νοσοκόμων και μαιών, όπου η Ελλάδα λαμβάνει βαθμολογία 2 στα 10 και 1 στα 10, αντίστοιχα.
• Η Ελλάδα λαμβάνει υψηλή βαθμολογία σε επιμέρους δείκτες, όπως η διαφορά του επιπέδου υγείας μεταξύ εισοδηματικών ομάδων και του ποσοστού μητρικής θνησιμότητας (10 στα 10), της αυτοαναφερόμενης υγείας και της γνώσης για θέματα υγείας (8 στα 10).
• Ενώ η Ελλάδα σημειώνει ικανοποιητικές επιδόσεις όσον αφορά στην υγεία, οι χαμηλές βαθμολογίες όσον αφορά στην ευρύτερη ικανοποίηση από τη ζωή (5 στα 10) και την ευτυχία (2 στα 10) τοποθετούν τη χώρα συνολικά στο μέσο της κατάταξης.
• Το κυριότερο πρόβλημα σε σχέση με την υγεία στην Ελλάδα είναι ο αριθμός των ατόμων που κατά την αντίληψή τους αντιμετωπίζουν μακροχρόνιους περιορισμούς, εξαιτίας προβλημάτων υγείας (βαθμολογία 1 στα 10).
• Η χαμηλή κατά κεφαλήν δαπάνη για την υγεία (βαθμολογία 2 στα 10) αποτελεί ένα από τα σημεία προβληματισμού, όσον αφορά στη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του συστήματος υγείας στην Ελλάδα και στην πρόσβαση των ασθενών σε υπηρεσίες υγείας.
• Το ηλικιακό προφίλ του σημερινού, αλλά και του μελλοντικού δυναμικού των επαγγελματιών υγείας αποτελεί επίσης σημείο προβληματισμού για τη βιωσιμότητα του συστήματος. Η χώρα διαθέτει σε αναλογία, χαμηλότερη του μέσου όρου, ιατρούς ηλικίας κάτω των 35 ετών (βαθμολογία 4 στα 10), αποφοίτους ιατρικών σχολών (1 στα 10) και νοσηλευτές (2 στα 10).
• Μεταξύ των παραγόντων που σχετίζονται με τον τρόπο ζωής, η κατανάλωση προϊόντων καπνού στην Ελλάδα (βαθμολογία 1 στα 10) είναι υψηλή με αντίστροφα αποτελέσματα στην υγεία του πληθυσμού τώρα και στο μέλλον. Αντίθετα, είναι σχετικά χαμηλή η κατά κεφαλήν κατανάλωση αλκοόλ (6 στα 10).
• Η Ελλάδα έχει μια από τις υψηλότερες επιδόσεις στην Ε.Ε. ως προς το προσδόκιμο ζωής (8 στα 10), επίδοση που αντικατοπτρίζεται στο χαμηλό αριθμό θανάτων από καρδιαγγειακές νόσους (9 στα 10), από χρόνιες νόσους και μη μεταδιδόμενες ασθένειες (8 στα 10) και καρκίνο (7 στα 10).
• Η εμβολιαστική κάλυψη στην Ελλάδα είναι μια από τις υψηλότερες στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ενδεικτικά, παρατηρείται πολύ υψηλή κάλυψη μεταξύ των βρεφών ενάντια στην ιλαρά (9 στα 10) και μεταξύ των ατόμων ηλικίας άνω των 65 ετών, ενάντια στον ιό της γρίπης (7 από 10).
• Η Ελλάδα έχει επίσης ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά εμφάνισης διαβήτη στην Ε.Ε. (9 από 10).
• Περιθώρια βελτίωσης εντοπίζονται όσον αφορά στην πρόσβαση στον προγεννητικό και περιγεννητικό έλεγχο και τον αριθμό των νοσοκόμων και μαιών, όπου η Ελλάδα λαμβάνει βαθμολογία 2 στα 10 και 1 στα 10, αντίστοιχα.
• Η Ελλάδα λαμβάνει υψηλή βαθμολογία σε επιμέρους δείκτες, όπως η διαφορά του επιπέδου υγείας μεταξύ εισοδηματικών ομάδων και του ποσοστού μητρικής θνησιμότητας (10 στα 10), της αυτοαναφερόμενης υγείας και της γνώσης για θέματα υγείας (8 στα 10).
• Ενώ η Ελλάδα σημειώνει ικανοποιητικές επιδόσεις όσον αφορά στην υγεία, οι χαμηλές βαθμολογίες όσον αφορά στην ευρύτερη ικανοποίηση από τη ζωή (5 στα 10) και την ευτυχία (2 στα 10) τοποθετούν τη χώρα συνολικά στο μέσο της κατάταξης.
• Το κυριότερο πρόβλημα σε σχέση με την υγεία στην Ελλάδα είναι ο αριθμός των ατόμων που κατά την αντίληψή τους αντιμετωπίζουν μακροχρόνιους περιορισμούς, εξαιτίας προβλημάτων υγείας (βαθμολογία 1 στα 10).
• Η χαμηλή κατά κεφαλήν δαπάνη για την υγεία (βαθμολογία 2 στα 10) αποτελεί ένα από τα σημεία προβληματισμού, όσον αφορά στη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του συστήματος υγείας στην Ελλάδα και στην πρόσβαση των ασθενών σε υπηρεσίες υγείας.
• Το ηλικιακό προφίλ του σημερινού, αλλά και του μελλοντικού δυναμικού των επαγγελματιών υγείας αποτελεί επίσης σημείο προβληματισμού για τη βιωσιμότητα του συστήματος. Η χώρα διαθέτει σε αναλογία, χαμηλότερη του μέσου όρου, ιατρούς ηλικίας κάτω των 35 ετών (βαθμολογία 4 στα 10), αποφοίτους ιατρικών σχολών (1 στα 10) και νοσηλευτές (2 στα 10).
• Μεταξύ των παραγόντων που σχετίζονται με τον τρόπο ζωής, η κατανάλωση προϊόντων καπνού στην Ελλάδα (βαθμολογία 1 στα 10) είναι υψηλή με αντίστροφα αποτελέσματα στην υγεία του πληθυσμού τώρα και στο μέλλον. Αντίθετα, είναι σχετικά χαμηλή η κατά κεφαλήν κατανάλωση αλκοόλ (6 στα 10).
• Η Ελλάδα έχει μια από τις υψηλότερες επιδόσεις στην Ε.Ε. ως προς το προσδόκιμο ζωής (8 στα 10), επίδοση που αντικατοπτρίζεται στο χαμηλό αριθμό θανάτων από καρδιαγγειακές νόσους (9 στα 10), από χρόνιες νόσους και μη μεταδιδόμενες ασθένειες (8 στα 10) και καρκίνο (7 στα 10).
• Η εμβολιαστική κάλυψη στην Ελλάδα είναι μια από τις υψηλότερες στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ενδεικτικά, παρατηρείται πολύ υψηλή κάλυψη μεταξύ των βρεφών ενάντια στην ιλαρά (9 στα 10) και μεταξύ των ατόμων ηλικίας άνω των 65 ετών, ενάντια στον ιό της γρίπης (7 από 10).
• Η Ελλάδα έχει επίσης ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά εμφάνισης διαβήτη στην Ε.Ε. (9 από 10).
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr