Σκευωρία Novartis: Εξώδικο Τουλουπάκη στην Καθημερινή
04.11.2019
18:30
Τι υποστηρίζει η εισαγγελέας κατά της Διαφθοράς για τους προστατευόμενους μάρτυρες - Χαρακτηρίζει «συκοφαντικό» το δημοσίευμα - Η απάντηση της εφημερίδας
Με εξώδικο απάντησε η επικεφαλής κατά της Διαφθοράς Ελένη Τουλουπάκη στο δημοσίευμα της εφημερίδας «Καθημερινή» για τους προστατευόμενους μάρτυρες στην έρευνα για τη Novartis.
Η κυρία Τουλουπάκη παραθέτει μάλιστα και τη δική της επιχειρηματολογία και υποστηρίζει πως δεν επηρεάζει την ουσία της έρευνάς της η εξέταση των προστατευομένων μαρτύρων στην Αμερική.
Ακόμη χαρακτηρίζει το δημοσίευμα της «Καθημερινής» «συκοφαντικό» του οποίου, όπως λέει, έλαβε γνώση «με μέγιστη αγανάκτηση και ιδιαίτερη ανησυχία».
Μεταξύ άλλων στο εξώδικό της η εισαγγελέας αναφέρει τα εξής:
«Το περιεχόμενο του εν λόγω άρθρου είναι απολύτως ανακριβές και παραπλανητικό, καθόλα ανεπέρειστο, πρόχειρο και συκοφαντικό, ενώ αποκλειστικός και μόνος σκοπός του είναι η παραπληροφόρηση και ο αποπροσανατολισμός του κοινού, η συσκότιση των ερευνών και η θέση προσκομμάτων στο έργο της Εισαγγελίας Διαφθοράς, με ταυτόχρονη επιδίωξη την τρώση της τιμής και της υπόληψής μου ως Δικαστικής λειτουργού, όπως και του φρονήματος και του σθένους των Εισαγγελέων, που διενεργούμε τις έρευνες.
Επί του ανωτέρω συκοφαντικού δημοσιεύματος, το οποίο δεν δύναμαι με ασφάλεια να γνωρίζω το βαθμό αναδημοσίευσης και ανάρτησής του σε πλήθος άλλων ιστοσελίδων, επάγομαι τα κάτωθι. Ειδικότερα:
I. Ήδη από την εισαγωγή του αναφερόμενου άρθρου, «Αποκαλυπτικό έγγραφο, που φέρει τον χαρακτήρα «εμπιστευτικόν», αλλάζει τα δεδομένα στις έρευνες Βουλής και Δικαιοσύνης για την υπόθεση της Novartis …», η ίδια η Συντάκτης του και δεύτερη εξ υμών ομολογεί την τέλεση αξιόποινης πράξης είτε της ίδιας (άρθρ. 370 ΠΚ, «Παραβίαση απορρήτου εγγράφων») είτε εκείνων των προσώπων, τα οποία της εγχείρισαν ΕΜΠΙΣΤΕΥΤΙΚΟ έγγραφο της δικογραφίας (άρθρ. 251 ή 252 ΠΚ, «Παραβίαση δικαστικού απορρήτου» ή «Παραβίαση υπηρεσιακού απορρήτου» αντίστοιχα), που έχει σχηματιστεί στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου στα πλαίσια προκαταρκτικής εξέτασης σχετικά με την Υπόθεση Novartis, κατά παράβαση της μυστικότητας της προδικασίας, όπως αυτή ορίζεται στα άρθρ. 241 σε συνδ. με 243 ΚΠΔ, με τα οποία επιβάλλεται κατά νόμο η μη δημοσιοποίηση των στοιχείων της προκαταρκτικής εξέτασης. Ως εκ τούτου, καλείται η δεύτερη εξ υμών να αποκαλύψει ποια είναι η πηγή της «πληροφόρησης» της, ήτοι η παράνομη διαρροή εγγράφου της δικογραφίας, καθότι κάτι τέτοιο συνιστά αξιόποινη πράξη. Ούτως ειπείν, ποιος σας εγχείρισε παρανόμως το αναφερόμενο ΕΜΠΙΣΤΕΥΤΙΚΟ έγγραφο κατά παράβαση της μυστικότητας της προδικασίας; Μήπως ο Αντί-Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, κ. Σοφουλάκης; Τη σφραγίδα του οποίου αφήσατε σκοπίμως σε εμφανές σημείο, ώστε να ντύσετε με μανδύα αξιοπιστίας το περιεχόμενο του άρθρου σας, δίνοντας παράλληλα στοιχεία για την πηγή της διαρροής, ήτοι την Εισαγγελία του Αρείου Πάγου; Άλλωστε, η ίδια αναφέρεστε σε άλλο σημείο του άρθρου σας σε «δικαστικές πηγές με γνώση των θεμάτων»!!! Μήπως κάποιος γραμματέας της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου; Ή εσείς η ίδια παραβιάσατε τον νόμο και το απόρρητο του εγγράφου υπεξαιρώντας το, όταν οι κάτοχοι του εγγράφου δεν κοιτούσαν;
II. Πέραν, όμως, της αναφερόμενης ως άνω παρανομίας της δεύτερης εξ υμών για την οποία επιφυλασσόμαστε, το λοιπό περιεχόμενο του άρθρου βρίθει ανακριβειών, επιτρέποντας μας να συμπεράνουμε ότι εξυπηρετεί αλλότρια συμφέροντα της «πληροφόρησης» του κοινού, όπως οφείλει να κάνει η ανεξάρτητη δημοσιογραφία. Πλέον συγκεκριμένα, ουδόλως προκύπτει από το αναφερόμενο έγγραφό μου, το υποστηριζόμενο ότι οι «προστατευόμενοι μάρτυρες, με τις κωδικές ονομασίες «Μάξιμος Σαράφης» και «Αικατερίνη Κελέση» είναι τα ίδια πρόσωπα με τους μάρτυρες που εξετάστηκαν στις ΗΠΑ». Οι έρευνες που διενεργούνται από τις αμερικανικές αρχές σχετικά με την εταιρεία Novartis και τις πρακτικές της, είναι ανεξάρτητες από αυτές των ελληνικών αρχών. Η υπηρεσία μας δεν γνωρίζει με βεβαιότητα την ταυτότητα των μαρτύρων που εξετάζονται στις ΗΠΑ (διότι ουδέποτε μέχρι σήμερα μας έχει επιβεβαιωθεί με επίσημο ή ανεπίσημο τρόπο από τις αμερικανικές αρχές ή από τους ίδιους τους μάρτυρες, η ταυτότητα τους και το καθεστώς υπό το οποίο αυτοί καταθέτουν), πολλώ δε μάλλον, δεν γνωρίζει αν οι προστατευόμενοι στις ΗΠΑ μάρτυρες προσδοκούν από την ευδοκίμηση της έρευνας των αμερικανικών αρχών χρηματικό ή άλλο όφελος, καθόσον ακόμα κι αν ταυτίζεται κάποιος μάρτυρας δεν μπορεί να διαπιστωθεί αν ταυτίζεται με το αντικείμενο της έρευνας. Σε κάθε περίπτωση τα ανωτέρω, ουδόλως αναιρούν το περιεχόμενο του με αριθμ. πρωτ. 3700/8-10-2019 εγγράφου μου, στο οποίο αναφέρεται ότι η Υπηρεσία μας ταυτοποίησε τον ένα εκ των δύο μαρτύρων. Είναι δε κρίσιμο το γεγονός ότι η υπηρεσία μας απευθύνθηκε με δύο αιτήματα δικαστικής συνδρομής στις αμερικανικές αρχές και ζήτησε να μας αποσταλούν στοιχεία από την έρευνά τους (τυχόν καταθέσεις ή όποια άλλα στοιχεία των μαρτύρων τους) που κατά την κρίση τους ενδεχομένως να ενδιέφεραν τις ελληνικές αρχές και ουδέποτε λάβαμε σχετική απάντηση. Ως εκ τούτου, δεν προκύπτει ταύτιση των ερευνών που διεξάγονται στις δύο χώρες και ειδικότερα ταύτιση των διερευνώμενων προσώπων, αδικημάτων καθώς και του χρόνου και τόπου τέλεσης αυτών. Ωστόσο από τα επικαλούμενα στο υπ’ αριθμ. πρωτ. 3700/8-10- 2019 έγγραφό μου προς την Εισαγγελία του ΑΠ προκύπτει ότι από έγγραφα των αμερικανικών αρχών καθίστατο αναγκαία η εξέταση των συγκεκριμένων μαρτύρων και τίποτα περισσότερο. Τα επικαλούμενα στο δημοσίευμα, ότι ήταν γνωστό στην υπηρεσία μας ότι οι εξεταζόμενοι μάρτυρες ήταν και υπό καθεστώς προστασίας στις ΗΠΑ, καθώς και το ότι προσδοκούσαν όφελος από την έκβαση των ερευνών των ελληνικών αρχών, το οποίο όμως θα αποκόμιζαν από τις ΗΠΑ είναι το λιγότερο αυθαίρετο, ενώ το υποστηριζόμενο ότι «Αυτά αναφέρει η εισαγγελέας Ελένη Τουλουπάκη για τη δεύτερη μάρτυρα, αποκαλύπτοντας πως και αυτή είχε «πάρε-δώσε» με τις αμερικανικές αρχές» είναι πέραν από αυθαίρετο και απολύτως συκοφαντικό και δυσφημιστικό.
III. Σε κάθε δε περίπτωση, το επιχειρούμενο με το εν λόγω άρθρο, δηλαδή να δημιουργηθεί η εντύπωση ότι οι καταθέσεις των προστατευόμενων μαρτύρων είναι άκυρες ως μη νόμιμες, πέραν του προφανούς σκοπού τον οποίο εξυπηρετεί, είναι και απολύτως εσφαλμένο. Ειδικότερα, πουθενά στο νόμο δεν προκύπτει υποχρέωση του Έλληνα εισαγγελέα να γνωρίζει αν ο μάρτυρας θα αποκομίσει από τη μαρτυρική του κατάθεσή του οποιοδήποτε όφελος στο εξωτερικό (πράγμα πρακτικώς αδύνατο), αλλά ούτε καν υποχρέωσή του να γνωρίζει το νομοθετικό πλαίσιο περί προστασίας μαρτύρων και δη δημοσίου συμφέροντος σε άλλη έννομη τάξη. Σε κάθε περίπτωση δια των δικαστικών συνδρομών, που αναφέρθηκαν, ζητήθηκαν οι καταθέσεις των μαρτύρων, ενώ βεβαίως προ της απόδοσης στους μάρτυρες της ιδιότητας του «μάρτυρα δημοσίου συμφέροντος» οι σχετικές προϋποθέσεις ελέγχθηκαν και εγκρίθηκαν από τον αρμόδιο εισαγγελέα, επόπτη μας κ. Παπαγεωργίου, ενώ διατηρήθηκε σε ισχύ και από τον κ. Αγγελή και από τον νυν επόπτη κ. Μπρακουμάτσο έως τούδε χωρίς να τεθεί ζήτημα άρσης της σχετικής προστασίας. Σημειώνεται, ότι η ιδιότητα του μάρτυρα δημοσίου συμφέροντος δόθηκε στους προστατευόμενους μάρτυρες την 9-2-2018 με το με αρ. Πρωτ. ΕΠ 140 έγγραφο, ήτοι μετά τη διαβίβαση της δικογραφίας στη Βουλή, γεγονός που σημαίνει ότι κατά το χρόνο που κατέθεταν δεν υφίστατο ούτε και το φερόμενο αυτό ως νομικό κώλυμα. Πέραν τούτων, ακόμη κι αν ίσχυε το υποστηριζόμενο ότι «δεν μπορεί ένας μάρτυρας να μπει σε καθεστώς προστασίας όταν έχει εμπλοκή ο ίδιος στην υπόθεση και όταν έχει εξεταστεί προσδοκώντας, όπως συνέβη εδώ, χρηματικά οφέλη», το οποίο είναι το βασικό επιχείρημα των εμπλεκόμενων στην υπόθεση Novartis, με ότι συνεπάγεται αυτό για τους σκοπούς που εξυπηρετεί το στοχευμένο άρθρο, σε κάθε περίπτωση δεν «κλονίζεται η νομιμότητα των καταθέσεων», όπως υποστηρίζει η δεύτερη εξ υμών, αλλά μόνο το καθεστώς του προστατευόμενου μάρτυρα. Με λίγα λόγια, οι καταθέσεις και το περιεχόμενο τους παραμένουν έγκυρα, αλλά θα αρθεί το καθεστώς ανωνυμίας και προστασίας των μαρτύρων, που ίσως είναι και ο επιδιωκόμενος σκοπός;;; Ωστόσο, ο Έλληνας νομοθέτης θέτει ως προϋπόθεση τη μη επιδίωξη οφέλους στο πλαίσιο της μαρτυρίας εντός της ελληνικής έννομης τάξης και για την έρευνα που διεξάγουν οι ελληνικές αρχές, πράγμα το οποίο δεν προέκυψε σε κάποια φάση της έρευνάς μας, ήτοι οιοδήποτε όφελος για τους προστατευόμενους μάρτυρες στη χώρα μας αλλά ούτε και αλλού. Προσδιορισμός δε, σημαίνει όχι η απλή νομοθετική πρόβλεψη τέτοιας δυνατότητας σε άλλη χώρα, αλλά η ύπαρξη συγκεκριμένης συμφωνίας με προσδιορισμό των προσώπων που την έκαναν, του τόπου και χρόνου που έλαβε χώρα αλλά και του ανταλλάγματος που συμφωνήθηκε. Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφερθεί η Σύσταση του ΟΟΣΑ με τίτλο «Πρόγραμμα Ελλάδας-ΟΟΣΑ: Τεχνική Υποστήριξη για την Καταπολέμηση της Διαφθοράς στην Ελλάδα Προστασία των πληροφοριοδοτών δημοσίου συμφέροντος στον ιδιωτικό τομέα: Ανάπτυξη του νομικού πλαισίου», όπου (σελ.23 επ.) αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι: «αν ένα πρόσωπο, βάσει των πληροφοριών που του διατίθενται, ευλόγως θεωρεί ότι οι πληροφορίες που κατέχει υποδεικνύουν μια επιλήψιμη συμπεριφορά, σύμφωνα με την κρίση του μέσου πολίτη, τότε στο πρόσωπο αυτό πρέπει να παρασχεθεί προστασία. Συνεπώς, στις εν λόγω νομοθεσίες, τα στοιχεία της «καλής πίστης» και της «εύλογης αιτίας» είναι ταυτόσημα και σχετίζονται όχι με το προσωπικό κίνητρο του προσώπου που προβαίνει στην αποκάλυψη, αλλά με την πεποίθηση του προσώπου όσον αφορά τη σημασία των πληροφοριών σχετικά με τις φερόμενες επιλήψιμες συμπεριφορές. Στο παραπάνω πλαίσιο είναι αδιάφορο αν το πρόσωπο που προβαίνει στην αποκάλυψη λειτουργεί βάσει πρωτίστως χρηστών κινήτρων όταν αποκαλύπτει την επιλήψιμη συμπεριφορά η βάση άλλων, ενδεχομένως χρηματικών κινήτρων. Αρκεί να είναι πεπεισμένο ότι οι πληροφορίες που παρέχει καταδεικνύουν επιλήψιμη συμπεριφορά». Από το έγγραφο αυτό δεν καταλείπεται πλέον καμία αμφιβολία για τη χρηστή δικονομική μεταχείριση και τις ενέργειες μου, αναφορικά με τους προστατευόμενους μάρτυρες παρά τα περί του αντιθέτου αναφερόμενα στο άρθρο της δεύτερη εξ υμών.
IV. Περαιτέρω, απολύτως αναληθώς αναφέρεται ότι «.. στο έγγραφο Τουλουπάκη στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου με παραλήπτη τον αντεισαγγελέα του ανωτάτου δικαστηρίου Λάμπρο Σοφουλάκη, όταν της ζητήθηκαν εξηγήσεις σχετικά με το πώς οργανώθηκε το καθεστώς προστασίας των μαρτύρων …». Η πραγματικότητα απέχει πόρρω από το αναφερόμενο, διότι ουδέποτε μέχρι σήμερα έχω κληθεί να παράσχω εξηγήσεις στο πλαίσιο της διενεργούμενης προκαταρκτικής εξέτασης από τους κκ. Αντι-εισαγγελείς του Αρείου Πάγου, Ε. Ζαχαρή και Λ. Σοφουλάκη. Αντιθέτως, με το αριθμ. Πρωτ. 3643 από 30.9.2019 έγγραφό μας, ενημερώναμε τους ανωτέρω Εισαγγελικούς λειτουργούς με την παράκληση διαβίβασης του εν λόγω εγγράφου μας στη Βουλή των Ελλήνων ότι «Στην υπηρεσία μας τηρούνται και άκρως απόρρητα έγγραφα ξένων αρχών, αλλά και στοιχεία εκ της κεντρικής δικογραφίας της NOVARTIS, εκ των οποίων προκύπτει με σαφήνεια ο λόγος της κλήτευσης συγκεκριμένων δύο εναπομείναντων μαρτύρων δημοσίου συμφέροντος αλλά και ότι γνωρίζουν κρίσιμα γεγονότα για την υπόθεση, με αποτέλεσμα να καταρρέει κάθε θεωρία περί «στημένων μαρτύρων» και «σκευωρίας». Τα έγγραφα αυτά δεν δυνάμεθα μέχρι τώρα να αποστείλουμε στη Βουλή με τη δικογραφία καθόσον τούτου θα συνεπαγόταν είτε την άμεση είτε την έμμεση αποκάλυψη της ταυτότητας των μαρτύρων […] Για το λόγο αυτό σας ενημερώνουμε ότι σε περίπτωση που μας ζητηθεί μπορούμε να θέσουμε υπόψη Σας τα ανωτέρω έγγραφα προκειμένου να σχηματίσετε ιδία άποψη επί του θέματος». Εις απάντηση του με αριθμ. Πρωτ. ΕΠ-Δ 205/07.10.2019 εγγράφου του κ.κ. Αντιεισαγγελέων του Αρείου Πάγου αποστείλαμε το αναφερόμενο έγγραφο μας, όπως προκύπτει κι από το σώμα του εγγράφου, που παρανόμως δημοσιοποίησε η δεύτερη εξ υμών κι όχι κατόπιν οποιασδήποτε κλήτευσής μου προς παροχή εξηγήσεων.
V. Τέλος, απολύτως ανακριβές είναι και το αναφερόμενο ότι «Αίσθηση προκαλεί ότι η εισαγγελέας Διαφθοράς επικαλείται το απόρρητο που ζητούν οι Αμερικανοί για ό,τι έχουν στείλει και έναντι της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου, ενώ στη Βουλή είχαν σταλεί έγγραφα του FBΙ από τους εισαγγελείς Διαφθοράς, όταν είχαν διαβιβάσει τον φάκελο για τους δέκα πολιτικούς». Κι αυτό διότι στην κατοχή της Υπηρεσίας μας υπάρχουν περισσότερα έγγραφα των αμερικανικών αρχών διαβαθμισμένα σε εκείνα τα οποία δύνανται να χρησιμοποιηθούν και σε εκείνα τα οποία κάτι τέτοιο δεν είναι εφικτό, γιατί θα έθετε σε κίνδυνο τις διενεργούμενες έρευνες στις ΗΠΑ, κατά τις υποδείξεις του ίδιου του FBI. Επομένως, στη Βουλή διαβιβάστηκαν εκείνα τα έγγραφα των οποίων ήταν δυνατόν να γίνει χρήση, ενώ τα απολύτως απόρρητα φυλάσσονται στην υπηρεσία μας και είναι δυνατή μόνο η επισκόπησή τους, γεγονός το οποίο αναφέρω στο σχετικό έγγραφό μου προς τους κ.κ. Αντιεισαγγελείς του Αρείου Πάγου. Ωστόσο, η εργαλειοποιημένη δημοσιογραφία δεν υπολογίζει ούτε δικαστικές έρευνες, ελληνικές ή ξένες, με κίνδυνο από την εσφαλμένη τροπή που έχει λάβει η Υπόθεση από πολιτικούς και δημοσιογραφικούς χειρισμούς να ελλοχεύει ο κίνδυνος ακόμη και διπλωματικού επεισοδίου και πλήγμα στις διεθνείς σχέσεις της χώρας με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Άλλωστε, ο βασικός στόχος της δημοσιογραφίας, σύμφωνα με τον B. Rosenstiel και τον B. Kovach, είναι να προσφέρει στους πολίτες την πληροφόρηση που χρειάζονται για να είναι ελεύθεροι και αυτοδιοικούμενοι. Η πρώτη υποχρέωση επομένως του δημοσιογράφου, όσες γενιές και αν περάσουν, είναι η επιβεβαίωση της πληροφορίας. Αντίθετα, ουδέποτε υπήρξε προηγούμενη επικοινωνία ή επιδίωξη τέτοιας επικοινωνίας από την εφημερίδα σας ή τη δεύτερη εξ υμών, πριν από τη σχετική δημοσίευση, προκειμένου να αναζητηθούν σχετικές διευκρινίσεις επί του θέματος αυτού.
VI. Τέλος, θα ήθελα να κλείσω με μια ρήση του Νταν Ράδερ, παρουσιαστή και διευθυντή του κεντρικού δελτίου ειδήσεων του αμερικανικού δικτύου CBS, για τον οποίο έχει κάνει στο παρελθόν σχετικά ρεπορτάζ και η εφημερίδα σας. Αναφέρει, λοιπόν, τον Αύγουστο του 2015 ότι «Δεν υφίσταται συνταγματική δημοκρατία βασισμένη στις αρχές της ελευθερίας και της δημοκρατίας χωρίς την αλήθεια στα δελτία ειδήσεων, γιατί η ενημέρωση των πολιτών είναι επιτακτική ανάγκη. Η ελευθερία και η δημοσιογραφία χάνονται όταν χάνεται η δημοσιογραφία».
Δήλωση δικηγόρου Τουλουπάκη: Από το έγγραφο της εισαγγελέως δεν προκύπτει ότι οι μάρτυρες είναι ίδιοι με εκείνους που κατέθεσαν στις ΗΠΑ
Δεν προκύπτει από το έγγραφο της επικεφαλής της εισαγγελέως Διαφθοράς, Ελένης Τουλουπάκη, ότι οι προστατευόμενοι μάρτυρες για την υπόθεση της Novartis στην Ελλάδα είναι ίδιοι με εκείνους που κατέθεσαν στην Αμερική. Αυτό υποστηρίζει, μεταξύ άλλων σε δήλωσή του ο δικηγόρος της κ. Τουλουπάκη, Αλ. Παπαστεριόπουλος.
Η κυρία Τουλουπάκη παραθέτει μάλιστα και τη δική της επιχειρηματολογία και υποστηρίζει πως δεν επηρεάζει την ουσία της έρευνάς της η εξέταση των προστατευομένων μαρτύρων στην Αμερική.
Ακόμη χαρακτηρίζει το δημοσίευμα της «Καθημερινής» «συκοφαντικό» του οποίου, όπως λέει, έλαβε γνώση «με μέγιστη αγανάκτηση και ιδιαίτερη ανησυχία».
Μεταξύ άλλων στο εξώδικό της η εισαγγελέας αναφέρει τα εξής:
«Το περιεχόμενο του εν λόγω άρθρου είναι απολύτως ανακριβές και παραπλανητικό, καθόλα ανεπέρειστο, πρόχειρο και συκοφαντικό, ενώ αποκλειστικός και μόνος σκοπός του είναι η παραπληροφόρηση και ο αποπροσανατολισμός του κοινού, η συσκότιση των ερευνών και η θέση προσκομμάτων στο έργο της Εισαγγελίας Διαφθοράς, με ταυτόχρονη επιδίωξη την τρώση της τιμής και της υπόληψής μου ως Δικαστικής λειτουργού, όπως και του φρονήματος και του σθένους των Εισαγγελέων, που διενεργούμε τις έρευνες.
Επί του ανωτέρω συκοφαντικού δημοσιεύματος, το οποίο δεν δύναμαι με ασφάλεια να γνωρίζω το βαθμό αναδημοσίευσης και ανάρτησής του σε πλήθος άλλων ιστοσελίδων, επάγομαι τα κάτωθι. Ειδικότερα:
I. Ήδη από την εισαγωγή του αναφερόμενου άρθρου, «Αποκαλυπτικό έγγραφο, που φέρει τον χαρακτήρα «εμπιστευτικόν», αλλάζει τα δεδομένα στις έρευνες Βουλής και Δικαιοσύνης για την υπόθεση της Novartis …», η ίδια η Συντάκτης του και δεύτερη εξ υμών ομολογεί την τέλεση αξιόποινης πράξης είτε της ίδιας (άρθρ. 370 ΠΚ, «Παραβίαση απορρήτου εγγράφων») είτε εκείνων των προσώπων, τα οποία της εγχείρισαν ΕΜΠΙΣΤΕΥΤΙΚΟ έγγραφο της δικογραφίας (άρθρ. 251 ή 252 ΠΚ, «Παραβίαση δικαστικού απορρήτου» ή «Παραβίαση υπηρεσιακού απορρήτου» αντίστοιχα), που έχει σχηματιστεί στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου στα πλαίσια προκαταρκτικής εξέτασης σχετικά με την Υπόθεση Novartis, κατά παράβαση της μυστικότητας της προδικασίας, όπως αυτή ορίζεται στα άρθρ. 241 σε συνδ. με 243 ΚΠΔ, με τα οποία επιβάλλεται κατά νόμο η μη δημοσιοποίηση των στοιχείων της προκαταρκτικής εξέτασης. Ως εκ τούτου, καλείται η δεύτερη εξ υμών να αποκαλύψει ποια είναι η πηγή της «πληροφόρησης» της, ήτοι η παράνομη διαρροή εγγράφου της δικογραφίας, καθότι κάτι τέτοιο συνιστά αξιόποινη πράξη. Ούτως ειπείν, ποιος σας εγχείρισε παρανόμως το αναφερόμενο ΕΜΠΙΣΤΕΥΤΙΚΟ έγγραφο κατά παράβαση της μυστικότητας της προδικασίας; Μήπως ο Αντί-Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, κ. Σοφουλάκης; Τη σφραγίδα του οποίου αφήσατε σκοπίμως σε εμφανές σημείο, ώστε να ντύσετε με μανδύα αξιοπιστίας το περιεχόμενο του άρθρου σας, δίνοντας παράλληλα στοιχεία για την πηγή της διαρροής, ήτοι την Εισαγγελία του Αρείου Πάγου; Άλλωστε, η ίδια αναφέρεστε σε άλλο σημείο του άρθρου σας σε «δικαστικές πηγές με γνώση των θεμάτων»!!! Μήπως κάποιος γραμματέας της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου; Ή εσείς η ίδια παραβιάσατε τον νόμο και το απόρρητο του εγγράφου υπεξαιρώντας το, όταν οι κάτοχοι του εγγράφου δεν κοιτούσαν;
II. Πέραν, όμως, της αναφερόμενης ως άνω παρανομίας της δεύτερης εξ υμών για την οποία επιφυλασσόμαστε, το λοιπό περιεχόμενο του άρθρου βρίθει ανακριβειών, επιτρέποντας μας να συμπεράνουμε ότι εξυπηρετεί αλλότρια συμφέροντα της «πληροφόρησης» του κοινού, όπως οφείλει να κάνει η ανεξάρτητη δημοσιογραφία. Πλέον συγκεκριμένα, ουδόλως προκύπτει από το αναφερόμενο έγγραφό μου, το υποστηριζόμενο ότι οι «προστατευόμενοι μάρτυρες, με τις κωδικές ονομασίες «Μάξιμος Σαράφης» και «Αικατερίνη Κελέση» είναι τα ίδια πρόσωπα με τους μάρτυρες που εξετάστηκαν στις ΗΠΑ». Οι έρευνες που διενεργούνται από τις αμερικανικές αρχές σχετικά με την εταιρεία Novartis και τις πρακτικές της, είναι ανεξάρτητες από αυτές των ελληνικών αρχών. Η υπηρεσία μας δεν γνωρίζει με βεβαιότητα την ταυτότητα των μαρτύρων που εξετάζονται στις ΗΠΑ (διότι ουδέποτε μέχρι σήμερα μας έχει επιβεβαιωθεί με επίσημο ή ανεπίσημο τρόπο από τις αμερικανικές αρχές ή από τους ίδιους τους μάρτυρες, η ταυτότητα τους και το καθεστώς υπό το οποίο αυτοί καταθέτουν), πολλώ δε μάλλον, δεν γνωρίζει αν οι προστατευόμενοι στις ΗΠΑ μάρτυρες προσδοκούν από την ευδοκίμηση της έρευνας των αμερικανικών αρχών χρηματικό ή άλλο όφελος, καθόσον ακόμα κι αν ταυτίζεται κάποιος μάρτυρας δεν μπορεί να διαπιστωθεί αν ταυτίζεται με το αντικείμενο της έρευνας. Σε κάθε περίπτωση τα ανωτέρω, ουδόλως αναιρούν το περιεχόμενο του με αριθμ. πρωτ. 3700/8-10-2019 εγγράφου μου, στο οποίο αναφέρεται ότι η Υπηρεσία μας ταυτοποίησε τον ένα εκ των δύο μαρτύρων. Είναι δε κρίσιμο το γεγονός ότι η υπηρεσία μας απευθύνθηκε με δύο αιτήματα δικαστικής συνδρομής στις αμερικανικές αρχές και ζήτησε να μας αποσταλούν στοιχεία από την έρευνά τους (τυχόν καταθέσεις ή όποια άλλα στοιχεία των μαρτύρων τους) που κατά την κρίση τους ενδεχομένως να ενδιέφεραν τις ελληνικές αρχές και ουδέποτε λάβαμε σχετική απάντηση. Ως εκ τούτου, δεν προκύπτει ταύτιση των ερευνών που διεξάγονται στις δύο χώρες και ειδικότερα ταύτιση των διερευνώμενων προσώπων, αδικημάτων καθώς και του χρόνου και τόπου τέλεσης αυτών. Ωστόσο από τα επικαλούμενα στο υπ’ αριθμ. πρωτ. 3700/8-10- 2019 έγγραφό μου προς την Εισαγγελία του ΑΠ προκύπτει ότι από έγγραφα των αμερικανικών αρχών καθίστατο αναγκαία η εξέταση των συγκεκριμένων μαρτύρων και τίποτα περισσότερο. Τα επικαλούμενα στο δημοσίευμα, ότι ήταν γνωστό στην υπηρεσία μας ότι οι εξεταζόμενοι μάρτυρες ήταν και υπό καθεστώς προστασίας στις ΗΠΑ, καθώς και το ότι προσδοκούσαν όφελος από την έκβαση των ερευνών των ελληνικών αρχών, το οποίο όμως θα αποκόμιζαν από τις ΗΠΑ είναι το λιγότερο αυθαίρετο, ενώ το υποστηριζόμενο ότι «Αυτά αναφέρει η εισαγγελέας Ελένη Τουλουπάκη για τη δεύτερη μάρτυρα, αποκαλύπτοντας πως και αυτή είχε «πάρε-δώσε» με τις αμερικανικές αρχές» είναι πέραν από αυθαίρετο και απολύτως συκοφαντικό και δυσφημιστικό.
III. Σε κάθε δε περίπτωση, το επιχειρούμενο με το εν λόγω άρθρο, δηλαδή να δημιουργηθεί η εντύπωση ότι οι καταθέσεις των προστατευόμενων μαρτύρων είναι άκυρες ως μη νόμιμες, πέραν του προφανούς σκοπού τον οποίο εξυπηρετεί, είναι και απολύτως εσφαλμένο. Ειδικότερα, πουθενά στο νόμο δεν προκύπτει υποχρέωση του Έλληνα εισαγγελέα να γνωρίζει αν ο μάρτυρας θα αποκομίσει από τη μαρτυρική του κατάθεσή του οποιοδήποτε όφελος στο εξωτερικό (πράγμα πρακτικώς αδύνατο), αλλά ούτε καν υποχρέωσή του να γνωρίζει το νομοθετικό πλαίσιο περί προστασίας μαρτύρων και δη δημοσίου συμφέροντος σε άλλη έννομη τάξη. Σε κάθε περίπτωση δια των δικαστικών συνδρομών, που αναφέρθηκαν, ζητήθηκαν οι καταθέσεις των μαρτύρων, ενώ βεβαίως προ της απόδοσης στους μάρτυρες της ιδιότητας του «μάρτυρα δημοσίου συμφέροντος» οι σχετικές προϋποθέσεις ελέγχθηκαν και εγκρίθηκαν από τον αρμόδιο εισαγγελέα, επόπτη μας κ. Παπαγεωργίου, ενώ διατηρήθηκε σε ισχύ και από τον κ. Αγγελή και από τον νυν επόπτη κ. Μπρακουμάτσο έως τούδε χωρίς να τεθεί ζήτημα άρσης της σχετικής προστασίας. Σημειώνεται, ότι η ιδιότητα του μάρτυρα δημοσίου συμφέροντος δόθηκε στους προστατευόμενους μάρτυρες την 9-2-2018 με το με αρ. Πρωτ. ΕΠ 140 έγγραφο, ήτοι μετά τη διαβίβαση της δικογραφίας στη Βουλή, γεγονός που σημαίνει ότι κατά το χρόνο που κατέθεταν δεν υφίστατο ούτε και το φερόμενο αυτό ως νομικό κώλυμα. Πέραν τούτων, ακόμη κι αν ίσχυε το υποστηριζόμενο ότι «δεν μπορεί ένας μάρτυρας να μπει σε καθεστώς προστασίας όταν έχει εμπλοκή ο ίδιος στην υπόθεση και όταν έχει εξεταστεί προσδοκώντας, όπως συνέβη εδώ, χρηματικά οφέλη», το οποίο είναι το βασικό επιχείρημα των εμπλεκόμενων στην υπόθεση Novartis, με ότι συνεπάγεται αυτό για τους σκοπούς που εξυπηρετεί το στοχευμένο άρθρο, σε κάθε περίπτωση δεν «κλονίζεται η νομιμότητα των καταθέσεων», όπως υποστηρίζει η δεύτερη εξ υμών, αλλά μόνο το καθεστώς του προστατευόμενου μάρτυρα. Με λίγα λόγια, οι καταθέσεις και το περιεχόμενο τους παραμένουν έγκυρα, αλλά θα αρθεί το καθεστώς ανωνυμίας και προστασίας των μαρτύρων, που ίσως είναι και ο επιδιωκόμενος σκοπός;;; Ωστόσο, ο Έλληνας νομοθέτης θέτει ως προϋπόθεση τη μη επιδίωξη οφέλους στο πλαίσιο της μαρτυρίας εντός της ελληνικής έννομης τάξης και για την έρευνα που διεξάγουν οι ελληνικές αρχές, πράγμα το οποίο δεν προέκυψε σε κάποια φάση της έρευνάς μας, ήτοι οιοδήποτε όφελος για τους προστατευόμενους μάρτυρες στη χώρα μας αλλά ούτε και αλλού. Προσδιορισμός δε, σημαίνει όχι η απλή νομοθετική πρόβλεψη τέτοιας δυνατότητας σε άλλη χώρα, αλλά η ύπαρξη συγκεκριμένης συμφωνίας με προσδιορισμό των προσώπων που την έκαναν, του τόπου και χρόνου που έλαβε χώρα αλλά και του ανταλλάγματος που συμφωνήθηκε. Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφερθεί η Σύσταση του ΟΟΣΑ με τίτλο «Πρόγραμμα Ελλάδας-ΟΟΣΑ: Τεχνική Υποστήριξη για την Καταπολέμηση της Διαφθοράς στην Ελλάδα Προστασία των πληροφοριοδοτών δημοσίου συμφέροντος στον ιδιωτικό τομέα: Ανάπτυξη του νομικού πλαισίου», όπου (σελ.23 επ.) αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι: «αν ένα πρόσωπο, βάσει των πληροφοριών που του διατίθενται, ευλόγως θεωρεί ότι οι πληροφορίες που κατέχει υποδεικνύουν μια επιλήψιμη συμπεριφορά, σύμφωνα με την κρίση του μέσου πολίτη, τότε στο πρόσωπο αυτό πρέπει να παρασχεθεί προστασία. Συνεπώς, στις εν λόγω νομοθεσίες, τα στοιχεία της «καλής πίστης» και της «εύλογης αιτίας» είναι ταυτόσημα και σχετίζονται όχι με το προσωπικό κίνητρο του προσώπου που προβαίνει στην αποκάλυψη, αλλά με την πεποίθηση του προσώπου όσον αφορά τη σημασία των πληροφοριών σχετικά με τις φερόμενες επιλήψιμες συμπεριφορές. Στο παραπάνω πλαίσιο είναι αδιάφορο αν το πρόσωπο που προβαίνει στην αποκάλυψη λειτουργεί βάσει πρωτίστως χρηστών κινήτρων όταν αποκαλύπτει την επιλήψιμη συμπεριφορά η βάση άλλων, ενδεχομένως χρηματικών κινήτρων. Αρκεί να είναι πεπεισμένο ότι οι πληροφορίες που παρέχει καταδεικνύουν επιλήψιμη συμπεριφορά». Από το έγγραφο αυτό δεν καταλείπεται πλέον καμία αμφιβολία για τη χρηστή δικονομική μεταχείριση και τις ενέργειες μου, αναφορικά με τους προστατευόμενους μάρτυρες παρά τα περί του αντιθέτου αναφερόμενα στο άρθρο της δεύτερη εξ υμών.
IV. Περαιτέρω, απολύτως αναληθώς αναφέρεται ότι «.. στο έγγραφο Τουλουπάκη στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου με παραλήπτη τον αντεισαγγελέα του ανωτάτου δικαστηρίου Λάμπρο Σοφουλάκη, όταν της ζητήθηκαν εξηγήσεις σχετικά με το πώς οργανώθηκε το καθεστώς προστασίας των μαρτύρων …». Η πραγματικότητα απέχει πόρρω από το αναφερόμενο, διότι ουδέποτε μέχρι σήμερα έχω κληθεί να παράσχω εξηγήσεις στο πλαίσιο της διενεργούμενης προκαταρκτικής εξέτασης από τους κκ. Αντι-εισαγγελείς του Αρείου Πάγου, Ε. Ζαχαρή και Λ. Σοφουλάκη. Αντιθέτως, με το αριθμ. Πρωτ. 3643 από 30.9.2019 έγγραφό μας, ενημερώναμε τους ανωτέρω Εισαγγελικούς λειτουργούς με την παράκληση διαβίβασης του εν λόγω εγγράφου μας στη Βουλή των Ελλήνων ότι «Στην υπηρεσία μας τηρούνται και άκρως απόρρητα έγγραφα ξένων αρχών, αλλά και στοιχεία εκ της κεντρικής δικογραφίας της NOVARTIS, εκ των οποίων προκύπτει με σαφήνεια ο λόγος της κλήτευσης συγκεκριμένων δύο εναπομείναντων μαρτύρων δημοσίου συμφέροντος αλλά και ότι γνωρίζουν κρίσιμα γεγονότα για την υπόθεση, με αποτέλεσμα να καταρρέει κάθε θεωρία περί «στημένων μαρτύρων» και «σκευωρίας». Τα έγγραφα αυτά δεν δυνάμεθα μέχρι τώρα να αποστείλουμε στη Βουλή με τη δικογραφία καθόσον τούτου θα συνεπαγόταν είτε την άμεση είτε την έμμεση αποκάλυψη της ταυτότητας των μαρτύρων […] Για το λόγο αυτό σας ενημερώνουμε ότι σε περίπτωση που μας ζητηθεί μπορούμε να θέσουμε υπόψη Σας τα ανωτέρω έγγραφα προκειμένου να σχηματίσετε ιδία άποψη επί του θέματος». Εις απάντηση του με αριθμ. Πρωτ. ΕΠ-Δ 205/07.10.2019 εγγράφου του κ.κ. Αντιεισαγγελέων του Αρείου Πάγου αποστείλαμε το αναφερόμενο έγγραφο μας, όπως προκύπτει κι από το σώμα του εγγράφου, που παρανόμως δημοσιοποίησε η δεύτερη εξ υμών κι όχι κατόπιν οποιασδήποτε κλήτευσής μου προς παροχή εξηγήσεων.
V. Τέλος, απολύτως ανακριβές είναι και το αναφερόμενο ότι «Αίσθηση προκαλεί ότι η εισαγγελέας Διαφθοράς επικαλείται το απόρρητο που ζητούν οι Αμερικανοί για ό,τι έχουν στείλει και έναντι της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου, ενώ στη Βουλή είχαν σταλεί έγγραφα του FBΙ από τους εισαγγελείς Διαφθοράς, όταν είχαν διαβιβάσει τον φάκελο για τους δέκα πολιτικούς». Κι αυτό διότι στην κατοχή της Υπηρεσίας μας υπάρχουν περισσότερα έγγραφα των αμερικανικών αρχών διαβαθμισμένα σε εκείνα τα οποία δύνανται να χρησιμοποιηθούν και σε εκείνα τα οποία κάτι τέτοιο δεν είναι εφικτό, γιατί θα έθετε σε κίνδυνο τις διενεργούμενες έρευνες στις ΗΠΑ, κατά τις υποδείξεις του ίδιου του FBI. Επομένως, στη Βουλή διαβιβάστηκαν εκείνα τα έγγραφα των οποίων ήταν δυνατόν να γίνει χρήση, ενώ τα απολύτως απόρρητα φυλάσσονται στην υπηρεσία μας και είναι δυνατή μόνο η επισκόπησή τους, γεγονός το οποίο αναφέρω στο σχετικό έγγραφό μου προς τους κ.κ. Αντιεισαγγελείς του Αρείου Πάγου. Ωστόσο, η εργαλειοποιημένη δημοσιογραφία δεν υπολογίζει ούτε δικαστικές έρευνες, ελληνικές ή ξένες, με κίνδυνο από την εσφαλμένη τροπή που έχει λάβει η Υπόθεση από πολιτικούς και δημοσιογραφικούς χειρισμούς να ελλοχεύει ο κίνδυνος ακόμη και διπλωματικού επεισοδίου και πλήγμα στις διεθνείς σχέσεις της χώρας με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Άλλωστε, ο βασικός στόχος της δημοσιογραφίας, σύμφωνα με τον B. Rosenstiel και τον B. Kovach, είναι να προσφέρει στους πολίτες την πληροφόρηση που χρειάζονται για να είναι ελεύθεροι και αυτοδιοικούμενοι. Η πρώτη υποχρέωση επομένως του δημοσιογράφου, όσες γενιές και αν περάσουν, είναι η επιβεβαίωση της πληροφορίας. Αντίθετα, ουδέποτε υπήρξε προηγούμενη επικοινωνία ή επιδίωξη τέτοιας επικοινωνίας από την εφημερίδα σας ή τη δεύτερη εξ υμών, πριν από τη σχετική δημοσίευση, προκειμένου να αναζητηθούν σχετικές διευκρινίσεις επί του θέματος αυτού.
VI. Τέλος, θα ήθελα να κλείσω με μια ρήση του Νταν Ράδερ, παρουσιαστή και διευθυντή του κεντρικού δελτίου ειδήσεων του αμερικανικού δικτύου CBS, για τον οποίο έχει κάνει στο παρελθόν σχετικά ρεπορτάζ και η εφημερίδα σας. Αναφέρει, λοιπόν, τον Αύγουστο του 2015 ότι «Δεν υφίσταται συνταγματική δημοκρατία βασισμένη στις αρχές της ελευθερίας και της δημοκρατίας χωρίς την αλήθεια στα δελτία ειδήσεων, γιατί η ενημέρωση των πολιτών είναι επιτακτική ανάγκη. Η ελευθερία και η δημοσιογραφία χάνονται όταν χάνεται η δημοσιογραφία».
Δήλωση δικηγόρου Τουλουπάκη: Από το έγγραφο της εισαγγελέως δεν προκύπτει ότι οι μάρτυρες είναι ίδιοι με εκείνους που κατέθεσαν στις ΗΠΑ
Δεν προκύπτει από το έγγραφο της επικεφαλής της εισαγγελέως Διαφθοράς, Ελένης Τουλουπάκη, ότι οι προστατευόμενοι μάρτυρες για την υπόθεση της Novartis στην Ελλάδα είναι ίδιοι με εκείνους που κατέθεσαν στην Αμερική. Αυτό υποστηρίζει, μεταξύ άλλων σε δήλωσή του ο δικηγόρος της κ. Τουλουπάκη, Αλ. Παπαστεριόπουλος.
Αναλυτικά, ολόκληρη η δήλωση του κ. Παπαστεριόπουλου έχει ως εξής:
«Στο πλαίσιο της ελληνικής ή και της διεθνούς έννομης τάξης δεν υφίσταται καμία διάταξη νόμου, η οποία να απαγορεύει τη χρήση και αξιοποίηση καταθέσεων προστατευόμενων μαρτύρων που έχουν δώσει καταθέσεις και σε αλλοδαπές έννομες τάξεις υπό οιοδήποτε καθεστώς. Αντιθέτως, η Σύσταση του ΟΟΣΑ κατατείνει στην παροχή της προστασίας σε όσα πρόσωπα έχουν χρήσιμες πληροφορίες για αποκάλυψη περιπτώσεων διαφθοράς ανεξαρτήτως προσωπικών, χρηστών ή μη, κινήτρων.
Ακόμη, όμως, και να ίσχυε κάτι τέτοιο δεν θα έπληττε την αξιοπιστία και το περιεχόμενο των καταθέσεων, αφού δικονομικά αυτές παραμένουν έγκυρες και αξιοποιήσιμες, αλλά μόνο την άρση του καθεστώτος προστασίας των μαρτύρων και ούτως της ανωνυμίας τους. Για όσους βέβαια σπεύδουν να χαρούν για μια τέτοια εξέλιξη, απλά να αναφέρουμε ότι η αποκάλυψη της ταυτότητάς τους οδηγεί αμέσως σε πλήρη αποδεικτική δύναμη των καταθέσεών τους, ενώ υπό το καθεστώς προστασίας δεν παράγεται πλήρης απόδειξη και απαιτούνται συνοδά αποδεικτικά στοιχεία για την κατάγνωση ενοχής των εμπλεκομένων.
Περαιτέρω, από το έγγραφο της Εισαγγελέως Διαφθοράς δεν προκύπτει διόλου ότι οι αναφερόμενοι μάρτυρες είναι ίδιοι με εκείνους που κατέθεσαν στις ΗΠΑ, άλλωστε τέτοια βεβαία γνώση δεν θα μπορούσε να έχει η Εισαγγελία.
Τέλος, θα πρέπει να τονιστεί ότι οι μέχρι τούδε χειρισμοί όλων των φορέων, δημοσιογράφων - πολιτικών από κάθε πλευρά, αλλά και δικαστικών οργάνων, δημιουργεί τον κίνδυνο συσκότισης της Υπόθεσης, ίσως και διπλωματικού επεισοδίου με τις ΗΠΑ, για τις οποίες η αποκάλυψη του σκανδάλου της Novartis είναι νούμερο ένα προτεραιότητα, αναφορικά με τις δικαστικές υποθέσεις που εκκρεμούν στην αμερικανική δικαιοσύνη».
Η απάντηση της «Καθημερινής»
Το δικαίωμα της εφημερίδας να πληροφορεί το κοινό αλλά και το δημοσιογραφικό απόρρητο δεν μπορεί να καταλύσει ένα εξώδικο ακόμη και αν προέρχεται από μια Εισαγγελέα, τονίζει σε απάντησή της η «Καθημερινή».
Όλοκληρη η απάντηση της εφημερίδας έχει ως εξής:
«Μια εξώδικη διαμαρτυρία, ακόμη και αν προέρχεται από μία Εισαγγελέα, δεν μπορεί να καταλύσει το δικαίωμα της εφημερίδας στην πληροφόρηση του κοινού και να οδηγήσει τους δημοσιογράφους και το διευθυντή της σε δημόσιες δηλώσεις, όπως ζητά η κ. Τουλουπάκη, παραβλέποντας το δημόσιο ενδιαφέρον του θέματος, αλλά και το δημοσιογραφικό απόρρητο, το οποίο είναι συνυφασμένο με τη δημοσιογραφία».
«Στο πλαίσιο της ελληνικής ή και της διεθνούς έννομης τάξης δεν υφίσταται καμία διάταξη νόμου, η οποία να απαγορεύει τη χρήση και αξιοποίηση καταθέσεων προστατευόμενων μαρτύρων που έχουν δώσει καταθέσεις και σε αλλοδαπές έννομες τάξεις υπό οιοδήποτε καθεστώς. Αντιθέτως, η Σύσταση του ΟΟΣΑ κατατείνει στην παροχή της προστασίας σε όσα πρόσωπα έχουν χρήσιμες πληροφορίες για αποκάλυψη περιπτώσεων διαφθοράς ανεξαρτήτως προσωπικών, χρηστών ή μη, κινήτρων.
Ακόμη, όμως, και να ίσχυε κάτι τέτοιο δεν θα έπληττε την αξιοπιστία και το περιεχόμενο των καταθέσεων, αφού δικονομικά αυτές παραμένουν έγκυρες και αξιοποιήσιμες, αλλά μόνο την άρση του καθεστώτος προστασίας των μαρτύρων και ούτως της ανωνυμίας τους. Για όσους βέβαια σπεύδουν να χαρούν για μια τέτοια εξέλιξη, απλά να αναφέρουμε ότι η αποκάλυψη της ταυτότητάς τους οδηγεί αμέσως σε πλήρη αποδεικτική δύναμη των καταθέσεών τους, ενώ υπό το καθεστώς προστασίας δεν παράγεται πλήρης απόδειξη και απαιτούνται συνοδά αποδεικτικά στοιχεία για την κατάγνωση ενοχής των εμπλεκομένων.
Περαιτέρω, από το έγγραφο της Εισαγγελέως Διαφθοράς δεν προκύπτει διόλου ότι οι αναφερόμενοι μάρτυρες είναι ίδιοι με εκείνους που κατέθεσαν στις ΗΠΑ, άλλωστε τέτοια βεβαία γνώση δεν θα μπορούσε να έχει η Εισαγγελία.
Τέλος, θα πρέπει να τονιστεί ότι οι μέχρι τούδε χειρισμοί όλων των φορέων, δημοσιογράφων - πολιτικών από κάθε πλευρά, αλλά και δικαστικών οργάνων, δημιουργεί τον κίνδυνο συσκότισης της Υπόθεσης, ίσως και διπλωματικού επεισοδίου με τις ΗΠΑ, για τις οποίες η αποκάλυψη του σκανδάλου της Novartis είναι νούμερο ένα προτεραιότητα, αναφορικά με τις δικαστικές υποθέσεις που εκκρεμούν στην αμερικανική δικαιοσύνη».
Η απάντηση της «Καθημερινής»
Το δικαίωμα της εφημερίδας να πληροφορεί το κοινό αλλά και το δημοσιογραφικό απόρρητο δεν μπορεί να καταλύσει ένα εξώδικο ακόμη και αν προέρχεται από μια Εισαγγελέα, τονίζει σε απάντησή της η «Καθημερινή».
Όλοκληρη η απάντηση της εφημερίδας έχει ως εξής:
«Μια εξώδικη διαμαρτυρία, ακόμη και αν προέρχεται από μία Εισαγγελέα, δεν μπορεί να καταλύσει το δικαίωμα της εφημερίδας στην πληροφόρηση του κοινού και να οδηγήσει τους δημοσιογράφους και το διευθυντή της σε δημόσιες δηλώσεις, όπως ζητά η κ. Τουλουπάκη, παραβλέποντας το δημόσιο ενδιαφέρον του θέματος, αλλά και το δημοσιογραφικό απόρρητο, το οποίο είναι συνυφασμένο με τη δημοσιογραφία».
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr