Συμβούλιο της Επικρατείας: Αυτές είναι οι προϋποθέσεις για αλλαγή επωνύμου
10.02.2020
17:23
Οι σύμβουλοι Επικρατείας έκριναν ότι το παιδί που γεννήθηκε εκτός γάμου, το οποίο όμως αναγνωρίστηκε από τον φυσικό του πατέρα και έλαβε το επώνυμο του, μπορεί να λάβει το επώνυμο του άνδρα με τον οποίο η μητέρα του ακολούθως τέλεσε γάμο και ζουν οι τρεις μαζί
Όσο η κοινωνία προχωρεί σε νέα μοντέλα συμβιώσεις των ζευγαριών, όσο οι ερωτικές σχέσεις των ανθρώπων απελευθερώνονται, όσο το κοινωνικό status quo των μεγάλων αστικών κέντρων ανοίγει το περίγραμμά του, όσο ο θεσμός της οικογένειας ελαστικοποιεί τον βασικό παλαιό πυρήνα της, τόσο τα νομικά προβλήματα στο οικογενειακό δίκαιο αυξάνονται και αναζητούνται λύσεις μέσα από την Δικαιοσύνη.
Έτσι, το Συμβούλιο της Επικρατείας οριοθέτησε τις προϋποθέσεις κάτω από τις οποίες μπορεί να αλλάξει ο πολίτης το επώνυμό του. Παράλληλα, οι σύμβουλοι Επικρατείας ερμηνεύοντας το Σύνταγμα και τον Αστικό Κώδικα, αποφάνθηκαν ότι το παιδί που γεννήθηκε εκτός γάμου, το οποίο όμως αναγνωρίστηκε στην συνέχεια από τον φυσικό του πατέρα και έλαβε το επώνυμο του, μπορεί να λάβει το επώνυμο του άνδρα με τον οποίο η μητέρα του ακολούθως τέλεσε γάμο και ζουν οι τρεις μαζί στην ίδια οικογενειακή εστία.
Για να αλλάξει όμως κάποιος το επώνυμό του, πρέπει να προβληθούν νόμιμοι, ουσιαστικοί, σοβαροί και τεκμηριωμένοι λόγοι που να καθιστούν αναγκαία την αλλαγή, σημειώνουν οι σύμβουλοι Επικρατείας.
Αφορμή για να επιληφθεί το ΣτΕ του θέματος αποτέλεσε η άρνηση δημάρχου της Δυτικής Μακεδονίας να αποδεχθεί την αλλαγή επωνύμου ανήλικου παιδιού. Να διευκρινιστεί ότι εμπλοκή στην αλλαγή του επωνύμου έχουν ο δήμαρχος, ο περιφερειάρχης και ο υπουργός Εσωτερικών.
Το παιδί γεννήθηκε τον Ιούνιο του 2006 εκτός γάμου και τον επόμενο μήνα ο φυσικός του πατέρας με συμβολαιογραφική πράξη το αναγνώρισε εκουσίως. Μετά από συναίνεση και με την μητέρα το παιδί έλαβε το επώνυμο του φυσικού του πατέρα.
Τέσσερα χρόνια μετά, η μητέρα του ανήλικου ήρθε σε γάμο με τον τρίτο πρόσωπο. Έκτοτε, κάτω από την ίδια οικογενειακή στέγη ζουν και οι τρεις. Δηλαδή, το ανήλικο, η μητέρα του και ο σύζυγος της μητέρας του. Μάλιστα, όπως αναφέρει η δικαστική απόφαση ο σύζυγος της μητέρας περιβάλλει τον ανήλικο «με στοργή και αγάπη», ενώ «βαρύνεται αποκλειστικά με τη διατροφή του».
Κατόπιν αυτών, η μητέρα ζήτησε την αλλαγή του επωνύμου του παιδιού, ώστε αυτό να φέρει αντί του πατρικού επωνύμου, τον συνδυασμό του δικού της επωνύμου και του συζύγου της.
Για την αλλαγή του επωνύμου η μητέρα του επικαλέστηκε «ψυχολογικούς και κοινωνικούς λόγους», ενόψει της έλλειψης επικοινωνίας του φυσικού πατέρα -ο οποίος έχει ήδη παντρευτεί από το έτος 2006- με το ανήλικο παιδί, αλλά και την φροντίδα του συζύγου της προς το παιδί.
Στο αίτημα της μητέρας η απάντηση του δημάρχου ήταν ότι "δεν υφίσταται αρμοδιότητα του δημάρχου να προβεί σε αλλαγή του επωνύμου ανήλικων τέκνων, όταν γι’ αυτά υφίσταται αμετάκλητος προσδιορισμός του επωνύμου τους με δήλωση των γονέων τους, διότι άλλως καταστρατηγούνται οι αναγκαστικού δικαίου διατάξεις του Αστικού Κώδικα, οι οποίες είναι ειδικές και υπερισχύουν των γενικών διατάξεων για πρόσληψη και αλλαγή επωνύμου".
Έτσι, η υπόθεση οδηγήθηκε στο Δ΄ Τμήμα του ΣτΕ, το οποίο, αφού ερμήνευσε το συνταγματικό δικαίωμα της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας (άρθρο 5), την νομοθεσία και τον Αστικό Κώδικα, επισημαίνει, κατ΄ αρχάς, ότι «το επώνυμο αποτελεί μεν στοιχείο της προσωπικότητας του ατόμου, πλην η πρόσκτηση ή η αλλαγή του δεν απόκειται στην ιδιωτική βούληση, αλλά ενδιαφέρει τη δημόσια τάξη, ως θέμα συναπτόμενο με την ασφάλεια των συναλλαγών και των εννόμων εν γένει σχέσεων δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου του ατόμου, χωρεί δε κατ’ αρχήν διά της διοικητικής οδού (σ.σ.: Δημάρχου, κ.λπ.».
Πάντως, σημειώνουν οι σύμβουλοι Επικρατείας, σε κάθε περίπτωση η αλλαγή του επωνύμου, προϋποθέτει την συνδρομή συγκεκριμένων και σοβαρών λόγων, των οποίων η εκτίμηση ανήκει στην αρμόδια διοικητικής αρχής.
Ο δήμαρχος, είναι δέσμιος «σε κάθε περίπτωση, προπαντός, να εκτιμά τους λόγους που επικαλείται ο αιτών τη μεταβολή του επωνύμου του και να αποφαίνεται εν όψει της σοβαρότητας των λόγων αυτών, εάν ενδείκνυται ή όχι να εγκριθεί η ζητούμενη μεταβολή, αιτιολογώντας ειδικά, από την άποψη αυτή, την απόφασή του».
Έτσι, το Συμβούλιο της Επικρατείας οριοθέτησε τις προϋποθέσεις κάτω από τις οποίες μπορεί να αλλάξει ο πολίτης το επώνυμό του. Παράλληλα, οι σύμβουλοι Επικρατείας ερμηνεύοντας το Σύνταγμα και τον Αστικό Κώδικα, αποφάνθηκαν ότι το παιδί που γεννήθηκε εκτός γάμου, το οποίο όμως αναγνωρίστηκε στην συνέχεια από τον φυσικό του πατέρα και έλαβε το επώνυμο του, μπορεί να λάβει το επώνυμο του άνδρα με τον οποίο η μητέρα του ακολούθως τέλεσε γάμο και ζουν οι τρεις μαζί στην ίδια οικογενειακή εστία.
Για να αλλάξει όμως κάποιος το επώνυμό του, πρέπει να προβληθούν νόμιμοι, ουσιαστικοί, σοβαροί και τεκμηριωμένοι λόγοι που να καθιστούν αναγκαία την αλλαγή, σημειώνουν οι σύμβουλοι Επικρατείας.
Αφορμή για να επιληφθεί το ΣτΕ του θέματος αποτέλεσε η άρνηση δημάρχου της Δυτικής Μακεδονίας να αποδεχθεί την αλλαγή επωνύμου ανήλικου παιδιού. Να διευκρινιστεί ότι εμπλοκή στην αλλαγή του επωνύμου έχουν ο δήμαρχος, ο περιφερειάρχης και ο υπουργός Εσωτερικών.
Το παιδί γεννήθηκε τον Ιούνιο του 2006 εκτός γάμου και τον επόμενο μήνα ο φυσικός του πατέρας με συμβολαιογραφική πράξη το αναγνώρισε εκουσίως. Μετά από συναίνεση και με την μητέρα το παιδί έλαβε το επώνυμο του φυσικού του πατέρα.
Τέσσερα χρόνια μετά, η μητέρα του ανήλικου ήρθε σε γάμο με τον τρίτο πρόσωπο. Έκτοτε, κάτω από την ίδια οικογενειακή στέγη ζουν και οι τρεις. Δηλαδή, το ανήλικο, η μητέρα του και ο σύζυγος της μητέρας του. Μάλιστα, όπως αναφέρει η δικαστική απόφαση ο σύζυγος της μητέρας περιβάλλει τον ανήλικο «με στοργή και αγάπη», ενώ «βαρύνεται αποκλειστικά με τη διατροφή του».
Κατόπιν αυτών, η μητέρα ζήτησε την αλλαγή του επωνύμου του παιδιού, ώστε αυτό να φέρει αντί του πατρικού επωνύμου, τον συνδυασμό του δικού της επωνύμου και του συζύγου της.
Για την αλλαγή του επωνύμου η μητέρα του επικαλέστηκε «ψυχολογικούς και κοινωνικούς λόγους», ενόψει της έλλειψης επικοινωνίας του φυσικού πατέρα -ο οποίος έχει ήδη παντρευτεί από το έτος 2006- με το ανήλικο παιδί, αλλά και την φροντίδα του συζύγου της προς το παιδί.
Στο αίτημα της μητέρας η απάντηση του δημάρχου ήταν ότι "δεν υφίσταται αρμοδιότητα του δημάρχου να προβεί σε αλλαγή του επωνύμου ανήλικων τέκνων, όταν γι’ αυτά υφίσταται αμετάκλητος προσδιορισμός του επωνύμου τους με δήλωση των γονέων τους, διότι άλλως καταστρατηγούνται οι αναγκαστικού δικαίου διατάξεις του Αστικού Κώδικα, οι οποίες είναι ειδικές και υπερισχύουν των γενικών διατάξεων για πρόσληψη και αλλαγή επωνύμου".
Έτσι, η υπόθεση οδηγήθηκε στο Δ΄ Τμήμα του ΣτΕ, το οποίο, αφού ερμήνευσε το συνταγματικό δικαίωμα της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας (άρθρο 5), την νομοθεσία και τον Αστικό Κώδικα, επισημαίνει, κατ΄ αρχάς, ότι «το επώνυμο αποτελεί μεν στοιχείο της προσωπικότητας του ατόμου, πλην η πρόσκτηση ή η αλλαγή του δεν απόκειται στην ιδιωτική βούληση, αλλά ενδιαφέρει τη δημόσια τάξη, ως θέμα συναπτόμενο με την ασφάλεια των συναλλαγών και των εννόμων εν γένει σχέσεων δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου του ατόμου, χωρεί δε κατ’ αρχήν διά της διοικητικής οδού (σ.σ.: Δημάρχου, κ.λπ.».
Πάντως, σημειώνουν οι σύμβουλοι Επικρατείας, σε κάθε περίπτωση η αλλαγή του επωνύμου, προϋποθέτει την συνδρομή συγκεκριμένων και σοβαρών λόγων, των οποίων η εκτίμηση ανήκει στην αρμόδια διοικητικής αρχής.
Ο δήμαρχος, είναι δέσμιος «σε κάθε περίπτωση, προπαντός, να εκτιμά τους λόγους που επικαλείται ο αιτών τη μεταβολή του επωνύμου του και να αποφαίνεται εν όψει της σοβαρότητας των λόγων αυτών, εάν ενδείκνυται ή όχι να εγκριθεί η ζητούμενη μεταβολή, αιτιολογώντας ειδικά, από την άποψη αυτή, την απόφασή του».
Στην αρμοδιότητα μάλιστα του δημάρχου, κατά το ΣτΕ, υπάγεται εκτός των άλλων περιπτώσεων και η αλλαγή επωνύμου, αναγνωρισθέντος (1506 Α.Κ.) ή υιοθετηθέντος τέκνου (1562 Α.Κ.).
Μετά από αυτά, το ΣτΕ έκρινε ότι ο δήμαρχος δεν άσκησε την κατά το νομοθετικό διάταγμα 2573/1953 αρμοδιότητά του, δηλαδή δεν εξέτασε αν με βάση τους λόγους που εξέθεσε η μητέρα του ανηλίκου, «ήταν ή όχι ενδεδειγμένη η μεταβολή του επωνύμου του υιού της, ώστε να δεχθεί ή να απορρίψει το αίτημα με ειδική αιτιολογία».
Έτσι, οι σύμβουλοι Επικρατείας, ακύρωσαν την απόφαση του δημάρχου και ανέπεμψαν την υπόθεση σε αυτόν, προκειμένου να αποφανθεί νόμιμα και αιτιολογημένα επί του αιτήματος της μητέρας του ανηλίκου.
Μετά από αυτά, το ΣτΕ έκρινε ότι ο δήμαρχος δεν άσκησε την κατά το νομοθετικό διάταγμα 2573/1953 αρμοδιότητά του, δηλαδή δεν εξέτασε αν με βάση τους λόγους που εξέθεσε η μητέρα του ανηλίκου, «ήταν ή όχι ενδεδειγμένη η μεταβολή του επωνύμου του υιού της, ώστε να δεχθεί ή να απορρίψει το αίτημα με ειδική αιτιολογία».
Έτσι, οι σύμβουλοι Επικρατείας, ακύρωσαν την απόφαση του δημάρχου και ανέπεμψαν την υπόθεση σε αυτόν, προκειμένου να αποφανθεί νόμιμα και αιτιολογημένα επί του αιτήματος της μητέρας του ανηλίκου.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr