Πολίνα Ποριζκόβα: Η ωραία και τα... τέρατα
Πολίνα Ποριζκόβα: Η ωραία και τα... τέρατα
Το διάσημο μοντέλο των 90s μόλις κυκλοφόρησε ένα αυτοβιογραφικό, φεμινιστικό μανιφέστο, για να πει άφιλτρες και αφτιασίδωτες αλήθειες για τη βιομηχανία της μόδας
Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
UPD:
4
ΣΧΟΛΙΑ
Υπάρχει μια φωτογράφηση την οποία η Πολίνα Ποριζκόβα θα ανακαλεί μέχρι το τέλος της ζωής της. Δεν πρόκειται για το παρθενικό της shooting, για κάποιο από τα εμβληματικά -πριν η πολιτική ορθότητα κάψει μαζί με τα ξερά και τα χλωρά- εξώφυλλά της στο περιοδικό «Sports Illustrated» ή για κάποια από τις καμπάνιες της Estée Lauder, πρόσωπο της οποίας υπήρξε από το 1988 μέχρι τα μέσα των 90s κατακτώντας εκτός της οικουμενικής δόξας και μία θέση στο πάνθεον των πιο ακριβοπληρωμένων μοντέλων του κόσμου. Στην πραγματικότητα, η 57χρονη Τσεχοσλοβάκα έχει ανεξίτηλα χαραγμένη στη μνήμη της μια φωτογράφηση, την οποία δεν θα υπήρχε κανένας λόγος να θυμάται εάν ο επικεφαλής φωτογράφος δεν είχε επιχειρήσει κάτι ανήκουστο, ανεπίτρεπτο και κακοποιητικό, το οποίο παρά την εξόφθαλμη τοξικότητά του τότε είχε προκαλέσει το γέλιο και τη θυμηδία όσων βρίσκονταν στο σετ. Τι είχε συμβεί; Ο φωτογράφος, τον οποίο εκείνη περιγράφει πως έβλεπε παντοδύναμο, σαν άλλο Δία, είχε σταθεί όρθιος πίσω από την ανυποψίαστη Ποριζκόβα που πόζαρε γονατιστή και είχε τοποθετήσει το μόριό του στον ώμο της. Εκείνη δεν είχε ιδέα τι συνέβαινε πίσω από την πλάτη της.
Αυτό το κακόγουστο και σκληροπυρηνικά πατριαρχικό περιστατικό ανακαλεί το παλαίμαχο μοντέλο στο νέο της βιβλίο, μια συλλογή δοκιμίων, που μόλις κυκλοφόρησε υπό τον τίτλο «No Filter: The good, the bad & the beautiful» (εκδ. Penguin). Ο λόγος που αποφάσισε να μοιραστεί το απόσταγμα σοφίας της είναι προσωπικός. Ηθελε, λέει, να ξορκίσει την ντροπή ή αλλιώς ένα αίσθημα που την ακολουθούσε σαν πιστό σκυλί ήδη από την παιδική ηλικία της. Εκείνο βέβαια που η ίδια θεωρεί μια πολύ προσωπική, de profundis εξομολόγηση εκλαμβάνεται ήδη από τους αναγνώστες και τον Τύπο ως μια σπονδή στον φεμινισμό και βέβαια στο κίνημα #MeToo. Αλλωστε η ίδια είχε γράψει πριν από λίγα χρόνια στους «New York Times» πως χάρη στη μετοίκηση και την εγκαστάστασή της στις ΗΠΑ κατάφερε να αφουγκραστεί, να κατανοήσει και τελικά να ενστερνιστεί τα αιτήματα του φεμινιστικού κινήματος. Κάλλιο αργά παρά ποτέ.
Φυσικά χρειάστηκαν στρατιές από προσωπικά τραυματικά βιώματα. Αλλωστε η καριέρα της ως μοντέλου είναι διάστικτη από περιστατικά σαν εκείνο που έζησε στο Παρίσι σε ηλικία μόλις 16 ετών. Η Ποριζκόβα καταγράφει πως οι φορές που δεν παρενοχλήθηκε από κάποιον φωτογράφο, κάποιον πελάτη ή έστω από τον συγγενή κάποιου πελάτη ήταν τόσο σπάνιες, ώστε όταν κάποιος δεν την αντιμετώπιζε με σεξουαλικά κακοποιητική διάθεση σε μια δουλειά, εκείνη ένιωθε περίεργα, άβολα, μη επιθυμητή. «Συνέδεσα την επιθυμία με την κακοποίηση», γράφει. «Το να είσαι μοντέλο σήμαινε ότι έπρεπε να διεγείρεις την επιθυμία στον φωτογράφο, ο οποίος τις περισσότερες φορές ήταν άντρας. Αν ήταν ετεροφυλόφιλος άντρας, έπρεπε να εκπέμψεις ερωτική επιθυμία. Αν ήταν ομοφυλόφιλος, έπρεπε να ενσαρκώσεις την αφηρημένη ιδέα του περί ομορφιάς. Επρεπε να μεταμορφωθείς σε έργο τέχνης, σε γλυπτό, σε πίνακα. Και στις δύο περιπτώσεις έπρεπε να γίνεις η ιδανική εκδοχή μιας γυναίκας: όμορφη, επιθυμητή, τέλεια», καταλήγει η Ποριζκόβα. Ναι, σύμφωνα με την αφήγησή της, το μόντελινγκ στις δεκαετίες του ’80 και του ’90, όταν δηλαδή εκείνη μεσουράνησε, ήταν φτιαγμένο από πατριαρχικά υλικά. Για εκείνη μόνο τυχαίο δεν είναι το γεγονός ότι πάντα τα μοντέλα προσφωνούνταν ως «κορίτσια» και ποτέ ως «γυναίκες». Μια γυναίκα τοποθετημένη -έστω και μέσω του ετεροπροσδιορισμού- στη θέση του κοριτσιού ήταν πολύ ευκολότερο να χειραγωγηθεί. Της ήταν αφόρητα δύσκολο να πει όχι.
Το πρώην μοντέλο λέει πως από παιδί έμαθε να υπακούει στους κανόνες που της υποδείκνυαν οι άλλοι. Χωρίς να διαμαρτύρεται ή έστω να αμφισβητεί, πράγμα που μάλλον εξηγείται από το γεγονός πως γεννήθηκε και γαλουχήθηκε στο κομμουνιστικό καθεστώς της τότε Τσεχοσλοβακίας. Δεν έμαθε να σκέφτεται, αλλά έγινε άριστη στο να εκτελεί εκείνο που έπρεπε. Το 1968, σε ηλικία μόλις τριών ετών, αναγκάστηκε, για παράδειγμα, να αποδεχτεί αδιαμαρτύρητα την απόδραση των γονιών της στη Σουηδία. Η μικρή Πολίνα έπρεπε να μάθει να ζει μακριά τους και να πλάθει στο μυαλό της την εικόνα τους μέσω των αφηγήσεων της γιαγιάς της. Το 1972, η τότε έγκυος μητέρα της επέστρεψε στην Τσεχοσλοβακία ινκόγκνιτο με αποστολή να βγάλει από τη χώρα την κόρη της, όμως συνελήφθη και τέθηκε σε κατ' οίκον περιορισμό. Εναν χρόνο μετά και έπειτα από παρέμβαση του Σουηδού πρωθυπουργού Ούλοφ Πάλμε, η οικογένεια κατάφερε να ενωθεί ξανά στη σκανδιναβική χώρα. Οχι για πολύ. Ο πατέρας της είχε ήδη συνάψει εξωσυζυγικό δεσμό που έφερε ως φυσικό επακόλουθο το διαζύγιο με τη μητέρα της. Η Πολίνα έπρεπε να μάθει να ζει από την αρχή. Σε μια ελεύθερη και δημοκρατική χώρα του δυτικού κόσμου, στην οποία όμως ένιωθε ανεπιθύμητη. Οι συμμαθητές της την κορόιδευαν για το ύψος της κι εκείνη, όσο κι αν προσπαθούσε, δεν μπορούσε να επικοινωνήσει μαζί τους, αφού δεν γνώριζε ούτε λέξη σουηδικά.
Αυτό το κακόγουστο και σκληροπυρηνικά πατριαρχικό περιστατικό ανακαλεί το παλαίμαχο μοντέλο στο νέο της βιβλίο, μια συλλογή δοκιμίων, που μόλις κυκλοφόρησε υπό τον τίτλο «No Filter: The good, the bad & the beautiful» (εκδ. Penguin). Ο λόγος που αποφάσισε να μοιραστεί το απόσταγμα σοφίας της είναι προσωπικός. Ηθελε, λέει, να ξορκίσει την ντροπή ή αλλιώς ένα αίσθημα που την ακολουθούσε σαν πιστό σκυλί ήδη από την παιδική ηλικία της. Εκείνο βέβαια που η ίδια θεωρεί μια πολύ προσωπική, de profundis εξομολόγηση εκλαμβάνεται ήδη από τους αναγνώστες και τον Τύπο ως μια σπονδή στον φεμινισμό και βέβαια στο κίνημα #MeToo. Αλλωστε η ίδια είχε γράψει πριν από λίγα χρόνια στους «New York Times» πως χάρη στη μετοίκηση και την εγκαστάστασή της στις ΗΠΑ κατάφερε να αφουγκραστεί, να κατανοήσει και τελικά να ενστερνιστεί τα αιτήματα του φεμινιστικού κινήματος. Κάλλιο αργά παρά ποτέ.
Φυσικά χρειάστηκαν στρατιές από προσωπικά τραυματικά βιώματα. Αλλωστε η καριέρα της ως μοντέλου είναι διάστικτη από περιστατικά σαν εκείνο που έζησε στο Παρίσι σε ηλικία μόλις 16 ετών. Η Ποριζκόβα καταγράφει πως οι φορές που δεν παρενοχλήθηκε από κάποιον φωτογράφο, κάποιον πελάτη ή έστω από τον συγγενή κάποιου πελάτη ήταν τόσο σπάνιες, ώστε όταν κάποιος δεν την αντιμετώπιζε με σεξουαλικά κακοποιητική διάθεση σε μια δουλειά, εκείνη ένιωθε περίεργα, άβολα, μη επιθυμητή. «Συνέδεσα την επιθυμία με την κακοποίηση», γράφει. «Το να είσαι μοντέλο σήμαινε ότι έπρεπε να διεγείρεις την επιθυμία στον φωτογράφο, ο οποίος τις περισσότερες φορές ήταν άντρας. Αν ήταν ετεροφυλόφιλος άντρας, έπρεπε να εκπέμψεις ερωτική επιθυμία. Αν ήταν ομοφυλόφιλος, έπρεπε να ενσαρκώσεις την αφηρημένη ιδέα του περί ομορφιάς. Επρεπε να μεταμορφωθείς σε έργο τέχνης, σε γλυπτό, σε πίνακα. Και στις δύο περιπτώσεις έπρεπε να γίνεις η ιδανική εκδοχή μιας γυναίκας: όμορφη, επιθυμητή, τέλεια», καταλήγει η Ποριζκόβα. Ναι, σύμφωνα με την αφήγησή της, το μόντελινγκ στις δεκαετίες του ’80 και του ’90, όταν δηλαδή εκείνη μεσουράνησε, ήταν φτιαγμένο από πατριαρχικά υλικά. Για εκείνη μόνο τυχαίο δεν είναι το γεγονός ότι πάντα τα μοντέλα προσφωνούνταν ως «κορίτσια» και ποτέ ως «γυναίκες». Μια γυναίκα τοποθετημένη -έστω και μέσω του ετεροπροσδιορισμού- στη θέση του κοριτσιού ήταν πολύ ευκολότερο να χειραγωγηθεί. Της ήταν αφόρητα δύσκολο να πει όχι.
Το πρώην μοντέλο λέει πως από παιδί έμαθε να υπακούει στους κανόνες που της υποδείκνυαν οι άλλοι. Χωρίς να διαμαρτύρεται ή έστω να αμφισβητεί, πράγμα που μάλλον εξηγείται από το γεγονός πως γεννήθηκε και γαλουχήθηκε στο κομμουνιστικό καθεστώς της τότε Τσεχοσλοβακίας. Δεν έμαθε να σκέφτεται, αλλά έγινε άριστη στο να εκτελεί εκείνο που έπρεπε. Το 1968, σε ηλικία μόλις τριών ετών, αναγκάστηκε, για παράδειγμα, να αποδεχτεί αδιαμαρτύρητα την απόδραση των γονιών της στη Σουηδία. Η μικρή Πολίνα έπρεπε να μάθει να ζει μακριά τους και να πλάθει στο μυαλό της την εικόνα τους μέσω των αφηγήσεων της γιαγιάς της. Το 1972, η τότε έγκυος μητέρα της επέστρεψε στην Τσεχοσλοβακία ινκόγκνιτο με αποστολή να βγάλει από τη χώρα την κόρη της, όμως συνελήφθη και τέθηκε σε κατ' οίκον περιορισμό. Εναν χρόνο μετά και έπειτα από παρέμβαση του Σουηδού πρωθυπουργού Ούλοφ Πάλμε, η οικογένεια κατάφερε να ενωθεί ξανά στη σκανδιναβική χώρα. Οχι για πολύ. Ο πατέρας της είχε ήδη συνάψει εξωσυζυγικό δεσμό που έφερε ως φυσικό επακόλουθο το διαζύγιο με τη μητέρα της. Η Πολίνα έπρεπε να μάθει να ζει από την αρχή. Σε μια ελεύθερη και δημοκρατική χώρα του δυτικού κόσμου, στην οποία όμως ένιωθε ανεπιθύμητη. Οι συμμαθητές της την κορόιδευαν για το ύψος της κι εκείνη, όσο κι αν προσπαθούσε, δεν μπορούσε να επικοινωνήσει μαζί τους, αφού δεν γνώριζε ούτε λέξη σουηδικά.
Η Ποριζκόβα ένιωθε πάντα πως κάτι έκανε λάθος, ότι σε κάτι υπολειπόταν. Για την οικογένεια, για τους συμμαθητές της, για όσα απαιτούσε από εκείνη κάθε φορά ο νέος κόσμος στον οποίο καλούνταν να εγκλιματιστεί, για την κοινωνία. Το αυτό συνέβη και με το μόντελινγκ. Εν μια νυκτί η έφηβη Πολίνα, που πόζαρε στον φακό μιας φίλης της προκειμένου να τη βοηθήσει να δημιουργήσει εικόνες με τις οποίες θα αναζητούσε δουλειά ως φωτογράφος, βρέθηκε στο Παρίσι ως το πετράδι του στέμματος του Τζον Καζαμπλάνκας (ιδρυτής του πρακτορείου Elite Model Managment). Θα μπορούσε να θεωρήσει κάποιος πως για πρώτη φορά στη ζωή του το νεαρό κορίτσι είχε ευνοηθεί από τη συνέργεια των γονιδίων του και της τύχης. Ομως η ίδια δεν βίωσε τα πράγματα όσο εξιδανικευμένα θα τα έκρινε ο εξωτερικός παρατηρητής.
Η Ποριζκόβα λέει πως πάντα αντιλαμβανόταν ότι κάτι πήγαινε λάθος. Ηταν μια νεαρή γυναίκα που διαφήμιζε κρέμες και κούρες ομορφιάς και αντιγήρανσης για γυναίκες που δεν διέθεταν ούτε τη νιότη, ούτε το σφρίγος της. Αλλά κι ένα κορίτσι που έπρεπε να πρωταγωνιστεί στην ιδανικότερη εκδοχή φαντασιώσεων ανδρών μεγαλύτερων σε ηλικία κι από τον ίδιο τον πατέρα της. Ναι, ένα από τα διασημότερα και τα πιο περιζήτητα μοντέλα του ’80 και του ’90 όχι μόνο έσκυψε το κεφάλι και έκλινε το γόνυ στην πατριαρχία, αλλά την υπηρέτησε απαρέγκλιτα. Τόσο στην καριέρα όσο και στη ζωή της. Ακόμα και ο γάμος της με τον Ρικ Οκασεκ, τον τραγουδιστή των Cars, με τον οποίο γνωρίστηκαν στα γυρίσματα του βιντεοκλίπ «Drive» (ή, για να είμαστε ακριβείς, μια βραδιά νωρίτερα) και ερωτεύτηκαν κεραυνοβόλα, σήμερα θεωρεί πως είναι ένα κομμάτι του πατριαρχικού παζλ που η ίδια συμπλήρωνε μια ζωή. Κυρίως ο θάνατος του Οκασεκ το 2019 ήταν που διέλυσε την πλάνη της. Η Ποριζκόβα και ο κατά 21 χρόνια μεγαλύτερός της δημιουργός πέρασαν μαζί μια ζωή, απέκτησαν δύο γιους, ήταν η εικόνα και η ομοίωση της τέλειας οικογένειας. Μέχρι που δεν ήταν.
Η 57χρονη Τσεχοσλοβάκα λέει πως όταν ο γάμος της άρχισε να της θυμίζει την καταπίεση που είχε δεχτεί από το κομμουνιστικό καθεστώς αποφάσισε να τον τερματίσει. Ηταν ένας χωρισμός αλά σουηδικά, αν λάβει κανείς υπόψη ότι οι δύο πρώην σύζυγοι ζούσαν κάτω από την ίδια στέγη για περίπου έναν χρόνο. Μέχρι δηλαδή τη 15η Σεπτεμβρίου του 2019, όταν η Ποριζκόβα βρήκε τον Οκασεκ, που ανάρρωνε από μια επέμβαση αφαίρεσης όγκου, νεκρό στο κρεβάτι του. Βεβαίως, όσα ακολούθησαν της προκάλεσαν ακόμα μεγαλύτερο σοκ, αφού ο επί 30 χρόνια σύντροφός της είχε φροντίσει να την αποκληρώσει. Ηταν η περίοδος που η ίδια αποφάσισε να μπει δυναμικά στο Instagram και να γλείψει τις πληγές της δημόσια. Χωρίς φίλτρα και ωραιοποιήσεις. Η ιστορία είχε αίσιο τέλος, αφού η ίδια προσέβαλε τη διαθήκη, πήρε το μερτικό της -δηλαδή την οικία στη Νέα Υόρκη όπου έζησε με τον Οκασεκ και τα παιδιά τους-, το ξεφορτώθηκε μοσχοπουλώντας το και πλέον ζει στο Τσέλσι μαζί με το κωφό σκυλί της, ράτσας cavalier, King Charles. Σήμερα λέει πως ντρέπεται λιγότερο για τον εαυτό της, δεν νιώθει όσο ανεπαρκής την έκαναν οι άλλοι να αισθάνεται και δηλώνει συμβιβασμένη με τα 57 της χρόνια. Κάθε μέρα της μέσης ηλικίας την αναγνωρίζει πια σαν ένα θεόσταλτο δώρο. Υπερασπίζεται τις γυναίκες άνω των 50, μιλά για τους αποκλεισμούς που βιώνουν και ορθώνει σε κάθε ευκαιρία -και μέσα από το βιβλίο της- το ανάστημά της στον καταναγκασμό της νεότητας. Στον αντίποδα εννοείται ότι η ίδια θέλει να δείχνει νέα, όμορφη και λαμπερή, όπως και ότι επενδύει αναπολογητικά σε μεθόδους αντιγήρανσης - αποτάσσεται μετά βδελυγμίας το νυστέρι και ορκίζεται στο λέιζερ. Κι όταν τη ρωτούν πώς γίνεται μια γυναίκα που απορρίπτει την πατριαρχία και τις επιταγές της να απεργάζεται τα μέσα της για να ανταποκριθεί στο στερεότυπο, η Ποριζκόβα πίνει μια γουλιά από την αγαπημένη της κομπούτσα, ανασηκώνει τους ώμους και απαντά, πλήρης στωικότητας, πως δεν θα φέρει κι όλον τον κόσμο τούμπα μόνη της. Ολα αυτή πια; ◆
Η Ποριζκόβα λέει πως πάντα αντιλαμβανόταν ότι κάτι πήγαινε λάθος. Ηταν μια νεαρή γυναίκα που διαφήμιζε κρέμες και κούρες ομορφιάς και αντιγήρανσης για γυναίκες που δεν διέθεταν ούτε τη νιότη, ούτε το σφρίγος της. Αλλά κι ένα κορίτσι που έπρεπε να πρωταγωνιστεί στην ιδανικότερη εκδοχή φαντασιώσεων ανδρών μεγαλύτερων σε ηλικία κι από τον ίδιο τον πατέρα της. Ναι, ένα από τα διασημότερα και τα πιο περιζήτητα μοντέλα του ’80 και του ’90 όχι μόνο έσκυψε το κεφάλι και έκλινε το γόνυ στην πατριαρχία, αλλά την υπηρέτησε απαρέγκλιτα. Τόσο στην καριέρα όσο και στη ζωή της. Ακόμα και ο γάμος της με τον Ρικ Οκασεκ, τον τραγουδιστή των Cars, με τον οποίο γνωρίστηκαν στα γυρίσματα του βιντεοκλίπ «Drive» (ή, για να είμαστε ακριβείς, μια βραδιά νωρίτερα) και ερωτεύτηκαν κεραυνοβόλα, σήμερα θεωρεί πως είναι ένα κομμάτι του πατριαρχικού παζλ που η ίδια συμπλήρωνε μια ζωή. Κυρίως ο θάνατος του Οκασεκ το 2019 ήταν που διέλυσε την πλάνη της. Η Ποριζκόβα και ο κατά 21 χρόνια μεγαλύτερός της δημιουργός πέρασαν μαζί μια ζωή, απέκτησαν δύο γιους, ήταν η εικόνα και η ομοίωση της τέλειας οικογένειας. Μέχρι που δεν ήταν.
Η 57χρονη Τσεχοσλοβάκα λέει πως όταν ο γάμος της άρχισε να της θυμίζει την καταπίεση που είχε δεχτεί από το κομμουνιστικό καθεστώς αποφάσισε να τον τερματίσει. Ηταν ένας χωρισμός αλά σουηδικά, αν λάβει κανείς υπόψη ότι οι δύο πρώην σύζυγοι ζούσαν κάτω από την ίδια στέγη για περίπου έναν χρόνο. Μέχρι δηλαδή τη 15η Σεπτεμβρίου του 2019, όταν η Ποριζκόβα βρήκε τον Οκασεκ, που ανάρρωνε από μια επέμβαση αφαίρεσης όγκου, νεκρό στο κρεβάτι του. Βεβαίως, όσα ακολούθησαν της προκάλεσαν ακόμα μεγαλύτερο σοκ, αφού ο επί 30 χρόνια σύντροφός της είχε φροντίσει να την αποκληρώσει. Ηταν η περίοδος που η ίδια αποφάσισε να μπει δυναμικά στο Instagram και να γλείψει τις πληγές της δημόσια. Χωρίς φίλτρα και ωραιοποιήσεις. Η ιστορία είχε αίσιο τέλος, αφού η ίδια προσέβαλε τη διαθήκη, πήρε το μερτικό της -δηλαδή την οικία στη Νέα Υόρκη όπου έζησε με τον Οκασεκ και τα παιδιά τους-, το ξεφορτώθηκε μοσχοπουλώντας το και πλέον ζει στο Τσέλσι μαζί με το κωφό σκυλί της, ράτσας cavalier, King Charles. Σήμερα λέει πως ντρέπεται λιγότερο για τον εαυτό της, δεν νιώθει όσο ανεπαρκής την έκαναν οι άλλοι να αισθάνεται και δηλώνει συμβιβασμένη με τα 57 της χρόνια. Κάθε μέρα της μέσης ηλικίας την αναγνωρίζει πια σαν ένα θεόσταλτο δώρο. Υπερασπίζεται τις γυναίκες άνω των 50, μιλά για τους αποκλεισμούς που βιώνουν και ορθώνει σε κάθε ευκαιρία -και μέσα από το βιβλίο της- το ανάστημά της στον καταναγκασμό της νεότητας. Στον αντίποδα εννοείται ότι η ίδια θέλει να δείχνει νέα, όμορφη και λαμπερή, όπως και ότι επενδύει αναπολογητικά σε μεθόδους αντιγήρανσης - αποτάσσεται μετά βδελυγμίας το νυστέρι και ορκίζεται στο λέιζερ. Κι όταν τη ρωτούν πώς γίνεται μια γυναίκα που απορρίπτει την πατριαρχία και τις επιταγές της να απεργάζεται τα μέσα της για να ανταποκριθεί στο στερεότυπο, η Ποριζκόβα πίνει μια γουλιά από την αγαπημένη της κομπούτσα, ανασηκώνει τους ώμους και απαντά, πλήρης στωικότητας, πως δεν θα φέρει κι όλον τον κόσμο τούμπα μόνη της. Ολα αυτή πια; ◆
UPD:
4
ΣΧΟΛΙΑ
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα