Πες «ναι στο παιχνίδι» απολαμβάνοντας σούπερ προσφορές σε ένα σύγχρονο, γρήγορο και φιλικό περιβάλλον, με απόλυτη ασφάλεια για τις συναλλαγές σου και άμεση διευθέτηση
Ζάχος Χατζηφωτίου: «Γλίτωσα στο Ελ Αλαμέιν, δεν θα την πάθω από ιό»
Ζάχος Χατζηφωτίου: «Γλίτωσα στο Ελ Αλαμέιν, δεν θα την πάθω από ιό»
Ο «Ιακχος», ο ζωντανός θρύλος που ενσαρκώνει την dolce vita αλά ελληνικά, θυμάται και αφηγείται για όλα έχει ζήσει: Από τις μάχες στο Ρίμινι μέχρι τη Μύκονο χωρίς ξαπλώστρες και τις καλλονές στη ζωή του
Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Τριπλή βάρδια. Το άξιζε και με το παραπάνω. Ακόμα και τέσσερις και πέντε. Οσες... Η πρώτη συνέβη ένα βράδυ. Αφού προηγουμένως αναγκάστηκα να ξεσηκώσω το σύμπαν προκειμένου να βρω τον αριθμό του κινητού του. Τελικά τον βρήκα. Τελικά έπεφτα από φραγή σε φραγή. Τελικά απελπίστηκα. Και τελικά ανακάλυψα το σταθερό του. Ετσι τυχαία. Από τη θρυλική Ματούλα Κουτροπούλου. Του Κολωνακίου. Να 'ναι καλά αυτό το άγριο θηλυκό.
...Και κάπως έτσι, από την άλλη άκρη άκουσα τη βραχνιασμένη αλλά πεντακάθαρη φωνή του: «Το κινητό το έχω πετάξει, δεν είμαι της τεχνολογίας, δεν έχω σχέση με όλα αυτά». Και μετά με ρώτησε για μία ακόμα φορά: «Εσύ ποιος είσαι;». Του είπα. «Κάτι μου λέει το όνομα Δανίκας. Ομως τώρα δεν μπορώ, πάρε με αύριο πρωί».
Τον ξαναπήρα. Αυτή τη φορά ήταν περισσότερο δεκτικός. Αλλά πάλι βιαστικός: «Πρέπει να πάω στην τράπεζα. Καλύτερα να έρθεις να τα πούμε από κοντά. Ελα στο Φάληρο».
Του εξήγησα πως καλύτερα να αποφεύγουμε τις ζωντανές επαφές. Και για εκείνον και για μένα. «Μπα, εγώ έχω πατήσει τα ενενήντα επτά. Εχω ξεγλιστρήσει από τον κορωνοϊό.
Ωστόσο, έχω συμμορφωθεί με όλα τα μέτρα. Πλένομαι, σαπουνίζομαι, κρατάω αποστάσεις. Τώρα τι θέλεις; Να τα πούμε από το τηλέφωνο; Μα η ιστορία μου είναι μεγάλη».
Η ιστορία του μεγάλη. Τα περιστατικά της ζωής του μεγάλα και ατελείωτα. Το βιογραφικό του μεγάλο. Και οι μνήμες του, καθώς το πλήρες ονοματολόγιο των γνωριμιών -ερωτικών, φιλικών και κοσμοπολίτικων- δεν θα χωρούσε σε ολόκληρη την εφημερίδα. Ούτε στο επόμενο φύλο του επόμενου κυριακάτικου.
Ο Ζάχος Χατζηφωτίου, ο ζωντανός θρύλος. Ενας από τους ελάχιστους. Ισως μοναδικός. Αν ήταν πολίτης Μεγάλης Βρετανίας θα είχε τιμηθεί με τον τίτλο του Sir και του Ιππότη. Διά χειρός βασίλισσας Ελισάβετ. Μεγαλύτερος αυτός. Κατά τρία έτη. Ο Ζάχος Χατζηφωτίου, η επιτομή της αριστοκρατίας, του bon viveur (στα αγγλικά) ή bon vivant (στα γαλλικά). Του γλεντζέ στα νεοελληνικά. Των απολαύσεων. Των συγκινήσεων. Της dolce vita. Κρίμα που δεν τον είχε συναντήσει ο Φεντερίκο Φελίνι. Κατά τρία χρόνια μεγαλύτερος του Ζάχου.
Ο Ζάχος Χατζηφωτίου, μέγας και ασταμάτητος καρδιοκατακτητής. Λάτρης του ωραίου. Της κομψότητας. Του καλού γούστου. Και μοναδικός, φανατικός θαμώνας της κοσμικής ζωής. Oχι μόνο εν Αθήναις, αλλά σε όλα τα μήκη και πλάτη κάθε ευρωπαϊκής θρυλικής γωνιάς.
Δεν υπήρχε πάρτυ για πάρτυ, δεξίωση για δεξίωση, σαλόνι για σαλόνι, bar-restaurant που να μην είχε ως τιμώμενο πρόσωπο τον Ζάχο Χατζηφωτίου. Το όνομά του, συνώνυμο με το απαραίτητο, το must. Ανευ Ζάχου θα πέσει πληξάρα. Οι κυρίες κάθε καλής κοινωνίας ξεκαρδίζονταν στα γέλια. Οι κύριοι τον κοιτούσαν με πλάγιο βλέμμα από φθόνο και ζήλια. Ολοι οι μόδιστροι υποκλίνονταν στην ατσαλάκωτη και πλούσια γκαρνταρόμπα του. Οι παπαράτσι τον λάτρευαν. Και οι εφημερίδες, καθώς και τα περιοδικά, διεκδικούσαν την υπογραφή του για την κυκλοφορία τους.
Ο Ζάχος Χατζηφωτίου, ο επονομαζόμενος «Ιακχος». Η διάσημη και δημοφιλής υπογραφή του «Ταχυδρόμου». Ακόμα, μέχρι σήμερα, κάθε Σάββατο στην «Εστία». Ολες οι κοσμικές στήλες, όλες αυτές οι παράπλευρες και τόσο λαοφιλείς σελίδες έχουν ονοματεπώνυμο, κυρίως πατρώνυμο προέλευσης: Ζάχος Χατζηφωτίου. Με μια κολοσσιαία διαφορά από τις χτεσινές και σημερινές, αντίστοιχες κοσμικές στήλες. Ο Ζάχος τα ήξερε από πρώτο χέρι. Ηταν ο πρωταγωνιστής κάθε σπουδαίας παρέας. Ενίοτε βασιλικής. Ενίοτε αυτοκρατορικής. Πολλές φορές το ζωντανό κέντρο ενδιαφέροντος. Ο Ζάχος έκανε παιχνίδι. Ο Ζάχος, ο πληροφοριοδότης. Εκείνος μπορούσε να σου πει με το νι και με το σίγμα τι ακριβώς συμβαίνει στη βίλα του τάδε και στο κρεβάτι της δείνα κυρίας. Ο Ζάχος τα ήξερε. Και όταν λέμε όλα, εννοούμε όλα! Από το μέτωπο στο Ελ Αλαμέιν και το Ρίμινι μέχρι τον Εμφύλιο εναντίον κομμουνιστών. Από την πολιτική, τα τζάκια και από πού κρατάει η σκούφια καθενός μέχρι τα άδυτα των αδύτων. Ολα αυτά τα εμπλούτιζε και στη συνέχεια τα έγραφε. Οχι όλα. Γιατί έτσι και ανοίξει το στόμα του, όλα τα μυστικά, οι αμαρτίες, τα βίτσια και πολλά άλλα πικάντικα και λαχταριστά θα μπορούσαν να μεταφερθούν ως θεατρικά μπουλβάρ, αλλά και ως κινηματογραφικές κομεντί.
...Και κάπως έτσι, από την άλλη άκρη άκουσα τη βραχνιασμένη αλλά πεντακάθαρη φωνή του: «Το κινητό το έχω πετάξει, δεν είμαι της τεχνολογίας, δεν έχω σχέση με όλα αυτά». Και μετά με ρώτησε για μία ακόμα φορά: «Εσύ ποιος είσαι;». Του είπα. «Κάτι μου λέει το όνομα Δανίκας. Ομως τώρα δεν μπορώ, πάρε με αύριο πρωί».
Τον ξαναπήρα. Αυτή τη φορά ήταν περισσότερο δεκτικός. Αλλά πάλι βιαστικός: «Πρέπει να πάω στην τράπεζα. Καλύτερα να έρθεις να τα πούμε από κοντά. Ελα στο Φάληρο».
Του εξήγησα πως καλύτερα να αποφεύγουμε τις ζωντανές επαφές. Και για εκείνον και για μένα. «Μπα, εγώ έχω πατήσει τα ενενήντα επτά. Εχω ξεγλιστρήσει από τον κορωνοϊό.
Ωστόσο, έχω συμμορφωθεί με όλα τα μέτρα. Πλένομαι, σαπουνίζομαι, κρατάω αποστάσεις. Τώρα τι θέλεις; Να τα πούμε από το τηλέφωνο; Μα η ιστορία μου είναι μεγάλη».
Η ιστορία του μεγάλη. Τα περιστατικά της ζωής του μεγάλα και ατελείωτα. Το βιογραφικό του μεγάλο. Και οι μνήμες του, καθώς το πλήρες ονοματολόγιο των γνωριμιών -ερωτικών, φιλικών και κοσμοπολίτικων- δεν θα χωρούσε σε ολόκληρη την εφημερίδα. Ούτε στο επόμενο φύλο του επόμενου κυριακάτικου.
Ο Ζάχος Χατζηφωτίου, ο ζωντανός θρύλος. Ενας από τους ελάχιστους. Ισως μοναδικός. Αν ήταν πολίτης Μεγάλης Βρετανίας θα είχε τιμηθεί με τον τίτλο του Sir και του Ιππότη. Διά χειρός βασίλισσας Ελισάβετ. Μεγαλύτερος αυτός. Κατά τρία έτη. Ο Ζάχος Χατζηφωτίου, η επιτομή της αριστοκρατίας, του bon viveur (στα αγγλικά) ή bon vivant (στα γαλλικά). Του γλεντζέ στα νεοελληνικά. Των απολαύσεων. Των συγκινήσεων. Της dolce vita. Κρίμα που δεν τον είχε συναντήσει ο Φεντερίκο Φελίνι. Κατά τρία χρόνια μεγαλύτερος του Ζάχου.
Ο Ζάχος Χατζηφωτίου, μέγας και ασταμάτητος καρδιοκατακτητής. Λάτρης του ωραίου. Της κομψότητας. Του καλού γούστου. Και μοναδικός, φανατικός θαμώνας της κοσμικής ζωής. Oχι μόνο εν Αθήναις, αλλά σε όλα τα μήκη και πλάτη κάθε ευρωπαϊκής θρυλικής γωνιάς.
Δεν υπήρχε πάρτυ για πάρτυ, δεξίωση για δεξίωση, σαλόνι για σαλόνι, bar-restaurant που να μην είχε ως τιμώμενο πρόσωπο τον Ζάχο Χατζηφωτίου. Το όνομά του, συνώνυμο με το απαραίτητο, το must. Ανευ Ζάχου θα πέσει πληξάρα. Οι κυρίες κάθε καλής κοινωνίας ξεκαρδίζονταν στα γέλια. Οι κύριοι τον κοιτούσαν με πλάγιο βλέμμα από φθόνο και ζήλια. Ολοι οι μόδιστροι υποκλίνονταν στην ατσαλάκωτη και πλούσια γκαρνταρόμπα του. Οι παπαράτσι τον λάτρευαν. Και οι εφημερίδες, καθώς και τα περιοδικά, διεκδικούσαν την υπογραφή του για την κυκλοφορία τους.
Ο Ζάχος Χατζηφωτίου, ο επονομαζόμενος «Ιακχος». Η διάσημη και δημοφιλής υπογραφή του «Ταχυδρόμου». Ακόμα, μέχρι σήμερα, κάθε Σάββατο στην «Εστία». Ολες οι κοσμικές στήλες, όλες αυτές οι παράπλευρες και τόσο λαοφιλείς σελίδες έχουν ονοματεπώνυμο, κυρίως πατρώνυμο προέλευσης: Ζάχος Χατζηφωτίου. Με μια κολοσσιαία διαφορά από τις χτεσινές και σημερινές, αντίστοιχες κοσμικές στήλες. Ο Ζάχος τα ήξερε από πρώτο χέρι. Ηταν ο πρωταγωνιστής κάθε σπουδαίας παρέας. Ενίοτε βασιλικής. Ενίοτε αυτοκρατορικής. Πολλές φορές το ζωντανό κέντρο ενδιαφέροντος. Ο Ζάχος έκανε παιχνίδι. Ο Ζάχος, ο πληροφοριοδότης. Εκείνος μπορούσε να σου πει με το νι και με το σίγμα τι ακριβώς συμβαίνει στη βίλα του τάδε και στο κρεβάτι της δείνα κυρίας. Ο Ζάχος τα ήξερε. Και όταν λέμε όλα, εννοούμε όλα! Από το μέτωπο στο Ελ Αλαμέιν και το Ρίμινι μέχρι τον Εμφύλιο εναντίον κομμουνιστών. Από την πολιτική, τα τζάκια και από πού κρατάει η σκούφια καθενός μέχρι τα άδυτα των αδύτων. Ολα αυτά τα εμπλούτιζε και στη συνέχεια τα έγραφε. Οχι όλα. Γιατί έτσι και ανοίξει το στόμα του, όλα τα μυστικά, οι αμαρτίες, τα βίτσια και πολλά άλλα πικάντικα και λαχταριστά θα μπορούσαν να μεταφερθούν ως θεατρικά μπουλβάρ, αλλά και ως κινηματογραφικές κομεντί.
Aπό τη Σύρο και την Πλάκα στο Ελ Αλαμέιν
Σύμφωνα με το πλουσιότατο βιογραφικό του, οι οικογενειακές ρίζες από Ψαρά, όπου το 1824 δραπέτευσαν. Στη συνέχεια κατέφυγαν στη Σύρο και τελικά εγκαταστάθηκαν στην Πλάκα, όπου στις 28 Σεπτεμβρίου του 1923 προέκυψε ο Ζάχος. Από σχολείο σε σχολείο διότι απείθαρχος, μέχρι τα 17, όπου και έλαβε απολυτήριο από το Πειραματικό Γυμνάσιο. Μόλις 17 δραπετεύει, με τη βοήθεια των Αγγλων, στην Αίγυπτο, στρατεύεται και καταλήγει στα μέτωπα Ελ Αλαμέιν, Ρίμινι και αλλού. Με παράσημα. Μετά καταφτάνει, με την ταξιαρχία του, στην εμπόλεμη ζώνη των «Δεκεμβριανών» για την εκδίωξη μικρού θύλακα του ΕΑΜ στον Αρδηττό. Χωρίς θύματα. Μετά στις επιχειρήσεις του πατέρα του, βιομηχανία και εμπορία υφασμάτων. Μετά στις εκδόσεις. Μετά σε «Ταχυδρόμο» και «Καθημερινή» με το ψευδώνυμο «Ιακχος». Και μετά, το λαοφιλέστατο τηλεοπτικό «Πεντάλεπτο του Ζάχου Χατζηφωτίου». Ενδιαμέσως, πληθώρα περιστατικών, στιγμών, ονομάτων. Γνωριμιών, γάμων, ερωτικών δεσμών, διαζυγίων, χωρισμών και πάει λέγοντας. Οποια κοσμική πέτρα και να σήκωνες εκείνη την εποχή έπεφτες πάνω στο όνομά του.
«Ιακχος, ο γραμματεύς του θεού Διονύσου»!
- Πώς αισθάνεστε τώρα στην εποχή του κορωνοϊού; «Πώς να αισθάνομαι. Σ' αυτή την ηλικία που είμαι δεν τον φοβάμαι. Παρ' όλα αυτά παίρνω τα μέτρα μου. Σαπουνίζομαι, πλένομαι, κρατάω αποστάσεις».
- Λένε πως τώρα, λόγω επερχόμενης τουριστικής ανυπαρξίας, η Μύκονος θα επιστρέψει στην εποχή του Ζάχου Χατζηφωτίου. «Είχα αγοράσει τρία σπίτια εκεί, που στη συνέχεια αναγκάστηκα να τα πουλήσω».
- Στη συνείδηση όλων μοιάζει σαν εσείς να έχετε ανακαλύψει τη Μύκονο. Κάτι σαν ο Χριστόφορος Κολόμβος της Μυκόνου... «Δεν ξέρω αν εγώ την ανακάλυψα, πάντως πρέπει να σου πω ότι για πρώτη φορά επισκέφτηκα το νησί σε ηλικία 17 ετών. Λίγο πριν τον πόλεμο. Ηταν καλοκαίρι του '40 και μαζί με ωραίες κοπέλες της Κηφισιάς βρεθήκαμε στη Μύκονο».
- Ποιες ωραίες κοπέλες; «Την Ελένη Βλάχου, τη Μελίνα Μερκούρη, τη Λόλα και άλλες».
- Και πώς σας ήρθε η ιδέα να επιλέξετε τη Μύκονο; «Μια κοινή φίλη, η Ελένη Τζαβέλα, πιανίστα, είχε πάει πιο πριν από μας. Μιλούσε με τα καλύτερα λόγια. Ακόμα και τον χειμώνα ήταν παράδεισος».
- Τα τελευταία χρόνια αποφεύγετε να πάτε στη Μύκονο. «Φυσικά. Τα τελευταία χρόνια το νησί έχει μεταλλαχθεί. Είναι αγνώριστο. Τότε ήταν η εποχή με τις καλές παρέες. Τώρα γίνονται φασαρίες, φόνοι, υπάρχουν ναρκωτικά και δεν ξέρω τι άλλο. Τότε που πηγαίναμε εμείς δεν είχε ηλεκτρικό ρεύμα το νησί. Μόνο λάμπες. Και μόνο κάποιος που είχε προμηθευτεί γεννήτριες. Τότε, να φανταστείς, όταν βλέπαμε από το καράβι να καταφθάνουν μανάδες και πατεράδες με παιδιά και καροτσάκια, πηγαίναμε και τους διώχναμε λέγοντας πως “αυτό το μέρος δεν είναι για εσάς, άντε με το καλό να πάτε στην Αίγινα”».
Πριν προλάβω να τον ρωτήσω μου είπε. «Κι αυτές οι ωραίες κοπέλες σπουδάζανε. Στη Μύκονο πήγαινα συνεχώς επί 40 έτη. Μόνιμος εκεί - και όχι μόνο τα καλοκαίρια. Ομως τα τελευταία 15 χρόνια αποφεύγω να την επισκεφθώ. Τώρα στη Μύκονο δεν μιλάνε ελληνικά. Τώρα έχουν πεθάνει και οι φίλοι μου».
- Από μικρός στο μέτωπο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. «Πρέπει να σου πω ότι εγώ δεν χτυπάω, ήμουν και είμαι ευγενικός. Τότε ήμουν ένας νέος της εποχής μου. Αλλά δεν ήμουν μόνο κοσμικός. Υπηρέτησα οκτώ μήνες στην Αίγυπτο, έλαβα μέρος στο Τομπρούκ, στο Ελ Αλαμέιν, στο Ρίμινι. Μόλις ξέσπασε ο πόλεμος έφυγα για Τουρκία και από εκεί με πήρανε οι Εγγλέζοι και με μεταφέρανε στην Αίγυπτο. Ημουν μόλις 17 ετών».
Και οι πέντε κούκλες και σημαντικές
- Πολλές και οι γυναίκες της ζωής σας. «Πέντε φορές παντρεμένος».
- Πέντε; Μα πώς; Η Εκκλησία δεν το επιτρέπει. «Τρεις γάμους θρησκευτικούς και δύο πολιτικούς. Οταν ψηφίστηκε ο νόμος που επέτρεπε τον πολιτικό γάμο. Αλλωστε είχα εκλεγεί πέντε φορές δημοτικός σύμβουλος στον Δήμο της Αθήνας και επί μία δεκαετία ήμουν αντιδήμαρχος».
- Μου θυμίζετε τους γάμους; «Ο πρώτος στον πόλεμο, όταν ήμουν πολύ νέος, με τη Σιμόν ντε Γκρεζ, κόρη του στρατηγού. Με την οποία χώρισα συντόμως. Είχα νυμφευτεί και την πριγκίπισσα Ιρίνα της Ρουμανίας».
Κατά σειρά τα πέντε στεφάνια του Ζάχου είναι: πρώτη η Σιμόν ντε Γκρεζ. Ακολουθεί, ως δεύτερη, η Δανάη Σωσσίδη από την οικογένεια του Κύρου της «Εστίας». Επειτα η Ιρέν της Ρουμανίας αλλά υπήκοος Γαλλίας, εργαζόμενη στον οίκο Dior. Το τέταρτο στεφάνι με Τζένη Καρέζη. Οπου λέγεται πως οι καλεσμένοι ήταν περίπου πεντακόσιοι, αλλά στην τελετή και τα πέριξ κατέφθασαν και στριμώχθηκαν περί τους πέντε χιλιάδες. Το γεγονός του 1962. Και πέμπτη και τελευταία η Κατερίνα Παπαδημητρίου, τέως Μις Ελλάς, με γαμήλια τελετή και δεξίωση στη Μύκονο!
- Ποια απ' όλες αυτές τις νύφες η πιο σημαντική; Ποια κατέκτησε ολοκληρωτικά την καρδιά σας; «Ολες ήταν σημαντικές. Η καθεμία με τα δικά της χαρίσματα».
- Και η Τζένη Καρέζη; Πόσο καιρό μαζί; «Νομίζω τέσσερα χρόνια» (στο βιογραφικό αναφέρονται περί τα δύο, από το 1962 έως το 1964).
- Πώς ήταν η Τζένη Καρέζη; «Αλλη η Τζένη στο θέατρο και τον κινηματογράφο και άλλη στο σπίτι. Υποδειγματική σύζυγος. Μαγείρευε».
Πολλές κατακτήσεις εκτός γάμου
- Μόνο πέντε οι γυναίκες της ζωής σας; «Ε, όχι μόνο. Υπήρξαν και πολλές, πάρα πολλές που δεν τις παντρεύτηκα».
- Τόσες πολλές; Μπορείτε να μου πείτε μερικές από αυτές; «Οχι, δεν θα πω. Ηταν πάντως πολλές. Εκανα σχέσεις μεταξύ γάμων. Οταν ήμουν ελεύθερος και διαθέσιμος. Φυσικά και είχα σχέσεις με γυναίκες, τι θα είχα, με άντρες; Ούτε να το σκέφτομαι. Αλλά γιατί με ρωτάτε μόνο για την ερωτική μου ζωή; Δεν ξέρετε πως έχω γράψει 34 βιβλία; Πως εγώ ανακάλυψα τον “Ταχυδρόμο”, πως έγραφα στήλη με το ψευδώνυμο “Ιακχος”, πως είχα διατελέσει και διευθυντής του “Ταχυδρόμου” την εποχή του Χρήστου Λαμπράκη, πως συνεργάστηκα με την “Καθημερινή”; Να φανταστείς πως ο Λαμπράκης έλεγε πως έγινε εκατομμυριούχος από τη συνεργασία μαζί μου. Ακόμα και ο φωτογράφος Λάκης Γιακουμής που έβγαζε φωτογραφίες για τη στήλη μου, κατάφερνε να εισπράττει 6.000 δραχμές για κάθε φωτογραφία. Δηλαδή 60.000 την εβδομάδα, αφού στη στήλη δημοσιεύονταν τουλάχιστον δέκα φωτογραφικά στιγμιότυπα»
Πριν προλάβω να ανοίξω το στόμα μου τον άκουσα να λέει. «Επί xούντας, εκείνος ο άξεστος, ο φαλακρός και ανίδεος χουντικός, να δεις πώς τον λένε, εκείνος ντε, με τα αποτσίγαρα».
- Ποιον λέτε, τον Ιωαννίδη; «Οχι, τον άλλο τον φαλακρό».
- Τον Στυλιανό Παττακό; «Αυτός. Ο Παττακός με συνέλαβε και βρέθηκα στο γραφείο του επειδή ήμουν ένας από τους τρεις που βοηθήσαμε την Ελένη Βλάχου στην απόδρασή της από την Αθήνα στο Λονδίνο».
«Ημουν πλούσιος και δεξιός»
- Κυρίως κάνατε παρέα με δεξιούς. «Μα εγώ ήμουν πλούσιος και δεξιός. Οχι σαν κάτι άλλους που παριστάνουν τους φτωχούς και αριστερούς».
Κάπου εκεί με αποχαιρέτησε βιαστικά: «Πρέπει να πάω στην τράπεζα. Πάρε με το βράδυ κατά τις οκτώ, όταν θα έχω επιστρέψει από τον οφθαλμίατρο».
Η τρίτη και τελευταία δόση το ίδιο βράδυ στις οκτώ. «Μόλις τώρα επέστρεψα. Για πες μου».
- Μια απορία έχω. Γιατί τόσοι γάμοι; Δεν αρκούσε ένας, δύο, έστω τρεις; «Το περίεργο με εμένα ήταν πως όλες ήθελαν να με παντρευτούν. Και είναι περίεργο επειδή ούτε το καλύτερο παιδί ήμουν, ούτε τόσο ανοιχτοχέρης. Δεν λέω. Πάντα με τα δώρα μου. Οχι όμως σπατάλες. Ο πρώτος γάμος όταν ήμουν μόλις 18 και ο τελευταίος, ο πέμπτος, με την Κατερίνα Παπαδημητρίου στη Μύκονο πριν από περίπου 25 χρόνια».
- Εχετε και μια κόρη, το μοναδικό παιδί που έχετε αποκτήσει μετά από τόσους γάμους. «Ναι, τη Μανίτα, που την έκανα με τη Δανάη Κύρου, αργότερα Σωσσίδη. Μετά το διαζύγιό μου με τη Δανάη η Μανίτα έφυγε με τη μητέρα της και εγκαταστάθηκαν στην Αργεντινή με τον επόμενο σύζυγό της, τον Σωσσίδη. Είχα να τη δω από δύο χρονών. Από τη Μανίτα έχω αποκτήσει εγγόνια και δισέγγονα».
- Ποια η διαφορά στις σχέσεις ανάμεσα στη δική σας και τη σημερινή εποχή; «Οσο περνάει ο καιρός οι σχέσεις γίνονται πιο εύκολες. Οπως πιο εύκολα και τα διαζύγια. Θυμάμαι τότε που χώριζα ο παπάς μου έλεγε “πάλι εσείς, τέκνον μου;”».
- Και τα δικά σας διαζύγια; «Πάντα παντρευόμουν στην ακμή του έρωτα. Στην κορύφωσή του. Και όταν τελείωνε ο έρωτας, πάντα τελειώνει κάποια μέρα, τότε έφευγα. Τότε που αρχίζουν να συσσωρεύονται πολλά “σύννεφα”. Τι να κάνω να κάτσω; Να βοηθάω τη γυναίκα μου στην κουζίνα, στο μαγείρεμα και στην καθαριότητα;».
- Και με την Τζένη την Καρέζη, τι ακριβώς έγινε; «Με την Τζένη χωρίσαμε επειδή σχεδόν δεν βλεπόμασταν. Αλλο το δικό της ωράριο, αλλιώτικο το δικό μου. Οταν εγώ ερχόμουν στο σπίτι να κοιμηθώ, εκείνη σηκωνόταν να πάει σε πρωινό κινηματογραφικό γύρισμα. Μέναμε στο ίδιο σπίτι αλλά δεν βρισκόμασταν. Μόνο στον διάδρομο βρισκόμασταν».
- Πάντα από έρωτα; «Πάντα. Οσες πήρα όλες τις αγάπησα. Πάντα από έρωτα, όχι για το χρήμα. Είχα φιλενάδες από τις πιο πλούσιες οικογένειες της Ευρώπης. Ανάμεσά τους η πριγκίπισσα της Ισπανίας. Περισσότερες από Αγγλία και Γαλλία, λιγότερες από Ελλάδα. Και πάντα ωραίες, καλλίγραμμες. Ας πούμε η Δανάη ήταν τόσο ωραία που ο τότε πρωθυπουργός Σπύρος Μαρκεζίνης την έστειλε στη Νέα Υόρκη με άλλες τρεις, εξίσου όμορφες, όπως η Ντίκη Σιμόνου, να παρελάσουν μαζί με πολλούς ευζώνους για την επέτειο της 25ης Μαρτίου».
Ο Καραμανλής και ο ράφτης στο Μιλάνο
- Θεωρείστε ένας από τους ελάχιστους τόσο κομψά ντυμένους Ελληνες. «Από παιδί είχα μάθει να ντύνομαι πολύ καλά. Αλλωστε ο πατέρας μου ήταν πολύ πλούσιος. Από το 1908 διατηρούσε αποθήκες κάνοντας χονδρεμπόριο υφασμάτων. Μία από τις αποθήκες του ήταν κοντά στην Καπνικαρέα. Τα υφάσματα στο σπίτι τα είχαμε τζάμπα. Ο ράφτης δεν κόστιζε τίποτα. Τότε για να καταλάβεις οι φτωχοί “γυρίζανε” το κοστούμι τους για να φαίνεται καινούριο».
- Τα κοστούμια ήταν φτιαγμένα από συγκεκριμένο ράφτη; «Πριν από πολλά χρόνια ραβόμουνα στο Μιλάνο από έναν σπουδαίο ράφτη, να δεις πώς τον έλεγαν, ξεχνάω τώρα. Μέχρι και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής τα κοστούμια του εκεί τα έραβε. Τον είχε στείλει και συστήσει ο Νάσος Μπότσης της “Απογευματινής”. Αργότερα προμηθευόμουν κοστούμια, σμόκιν και σακάκια από σπουδαίες μπουτίκ στο εξωτερικό. Ενα από τα προνόμια ανθρώπων που είχαν χρήματα και μπορούσαν να ταξιδεύουν στην Ευρώπη».
- Και τα γυαλιά σας με αυτό τον εμβληματικό μεγάλο σκελετό, είναι του Yves Saint Laurent; «Οχι, αλλά από Γαλλία προμηθεύουν αυτούς τους σκελετούς».
- Ποιο είναι αυτό που σας έχει στοιχειώσει μετά από τόσα χρόνια και από τόσες πολλές, άπειρες εμπειρίες; «Ο κίνδυνος! Ο κίνδυνος στον πόλεμο, όταν βλέπεις τον εχθρό να 'ρχεται καταπάνω σου με γυμνή την ξιφολόγχη. Ακόμα και τώρα έχω σημάδι από την πνευμονία, τότε που είχα πέσει χάμω πάνω σε βρεγμένη άμμο».
- Ο πόλεμος, λοιπόν, τότε που ήσασταν τόσο νέος. «Ούτε 20. Από τους πρώτους που μπήκαμε στο Ρίμινι. Στο σπίτι μου έχω μεγάλη αφίσα που αναφέρεται στην παράδοση του Ρίμινι από τον δήμαρχο της πόλης. Πόσοι ήμασταν; Ούτε 15 φαντάροι. Νομίζω 12. Και πολλούς λέω. Εμείς οι πρώτοι. Τι να πρωτοθυμηθώ τώρα; Τους Γερμαναράδες ελεύθερους σκοπευτές που καταφέρνανε να σκοτώνουν μυρμήγκι από χίλια μέτρα; Ο πόλεμος. Αυτό έχει χαραχτεί στη μνήμη μου. Οι ταξιαρχίες τότε είχαν συγκροτηθεί από παιδιά, από νησιώτες, από Χίο, Λέσβο και Σάμο. Αυτά δεν ξεχνιούνται. Τα έχω γράψει σε δύο-τρία βιβλία μου. Σε ένα από αυτά, με τίτλο "Μονοπάτια του πολέμου". Νομίζω ότι δεν τυπώνεται πια. Πολλοί το ψάχνουν, αλλά δεν το βρίσκουν».
- Και από άλλες, εκτός του πολέμου, συγκινήσεις; «Η σχέση με τα εγγόνια και τα δισέγγονά μου».
Πριν προλάβω να τον ρωτήσω, ακούω να μιλάει για πολιτική, αριστερούς και κομμουνιστές. «Το 2000 αναγκάστηκα να πουλήσω πέντε σπίτια, ανάμεσά τους τρία στη Μύκονο και ένα στην Κηφισιά. Τι να έκανα; Να τα άφηνα να μου τα φάνε αυτοί που μας διοικούσαν; Οι αριστεροί, οι κομμουνιστές;».
- Ο Κώστας Σημίτης κομμουνιστής; Ακούγεται εξωφρενικό. Μπας και εννοείτε το 2015 με πρωθυπουργό τον Αλέξη Τσίπρα; «Οχι, εννοώ το 2000. Ποιος Τσίπρας, αυτός που ούτε τα παιδιά του δεν έχει βαφτίσει;».
- Μιλάτε λοιπόν για την περίοδο του Κώστα Σημίτη. «Ναι, γι' αυτήν. Αριστερός, όχι κομμουνιστής ο Σημίτης. Εγώ δεν επρόκειτο να τα δώσω σ' αυτούς τους κλέφτες. Τότε στα κινήματα που έγιναν στη Μέση Ανατολή εγώ είχα μπει φυλακή. Και μετά, όταν η Ελλάδα πολεμούσε τους Γερμανούς, εκείνοι οι αριστεροί και κομμουνιστές έκαναν αντάρτικο».
- Ποια η γνώμη σας για τον Κυριάκο; «Τον ξέρω από μωρό. Ημουν φίλος με την οικογένεια Μητσοτάκη. Ο πατέρας του ήταν παλικάρι. Ο μόνος από τους πολιτικούς που πολέμησαν τους Γερμανούς. Μπήκε φυλακή και καταδικάστηκε σε θάνατο. Ασε τη Μαρίκα την καημένη που αρρώστησε».
Θα είχαμε διαλυθεί
- Και ο Κυριάκος; «Αν δεν ήταν ο Κυριάκος τώρα με τον κορωνοϊό θα είχαμε διαλυθεί. Ο Κυριάκος είναι εθνικός ήρωας. Αραγε προλαβαίνει να κοιμηθεί; Μπα! Και στη μία το πρωί κάπου μιλάει, κάτι κάνει. Χωρίς αυτόν τέρμα η Ελλάδα. Νεκροταφείο κανονικό. Ο Κυριάκος είναι κανόνι».
Κάπου εκεί η κουβέντα είχε εξαντληθεί. Και μου είπε: «Εχεις μπόλικο υλικό, τι άλλο θέλεις;». Μετά σταμάτησε για κλάσματα δευτερολέπτου και με ρώτησε: «Μπας και είσαι αριστερός; Κομμουνιστής;». Αμέσως τον καθησύχασα: «Μην ανησυχείτε, δεν πρόκειται να αλλάξω τίποτα απ' όσα μου έχετε πει. Θα τηρήσω τα λόγια σας με ακρίβεια».
Ηταν περίπου 10 το βράδυ. Επρεπε να βάλει κάτι στο στομάχι του για βραδινό. Και έπρεπε να πέσει στο κρεβάτι. Η ζωή του ωκεανός από εμπειρίες. Εγώ απλώς βούτηξα και μερικές σταγόνες γεύτηκα. Διαφωνείς - συμφωνείς, ο Ζάχος μια κατηγορία από μόνος του. Και το είδος του έχει κλείσει τον κύκλο του. Οριστικά και αμετάκλητα!
Ειδήσεις σήμερα:
Ο Χρυσοχοΐδης πλησιάζει τους δολοφόνους της Marfin
Τα «μαύρα μεσάνυχτα» των επιστημόνων - Εννέα ερωτήματα χωρίς απάντηση
Διπλό φονικό στα Ανώγεια: DNA Ξυλούρη-Καλομοίρη στα όπλα και στους κάλυκες
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα