Filthy Rich: Ο βρώμικος κόσμος του Επστάιν σε 60 λεπτά

Εννιά μήνες μετά την αυτοκτονία του υπόδικου δισεκατομμυριούχου επενδυτή στις φυλακές της Νέας Υόρκης ντοκιμαντέρ του Netflix δίνει φωνή σε δεκάδες γυναίκες-θύματά του που κατάφεραν να βγουν ζωντανές, αλλά όχι αλώβητες από την πυραμίδα σεξουαλικής εκμετάλλευσης του «ταλαντούχου κύριου Επστάιν»

Σεξομανής, έκδοτος στις ηδονές, εξαρτημένος από τη σαρκική επαφή με ανήλικα κορίτσια, χειριστικός, εξουσιομανής, νάρκισσος, οριακός. Αλλά και επιδραστικός, εκνευριστικά -για τους άλλους- πλούσιος, κοινωνικά καταξιωμένος και επαγγελματικά αναγνωρισμένος, ακαταμάχητα γοητευτικός, σχεδόν παντοδύναμος. Ο Τζέφρι Επστάιν ενσάρκωνε αριστοτεχνικά ένα υβρίδιο ταλαντούχου κύριου Ρίπλεϊ και Υπέροχου Γκάτσμπι.

Για τους φίλους του -πολιτικούς ταγούς, γαλαζοαίματους, επιχειρηματίες, κοντολογίς ανθρώπους που πλάγιαζαν στο ίδιο κρεβάτι με την εξουσία- ο Τζέφρι Επστάιν ήταν πάντα ένα μυστήριο. Τον παρομοίαζαν με κρεμμύδι. Και ήταν μια μάλλον ακριβής περιγραφή, γιατί όσο και αν το ξεφλούδιζες από κάτω υπήρχε κι άλλη στρώση. Κανείς δεν μπορούσε και δεν κατάφερε ποτέ να φτάσει στον πυρήνα του.

Η αυτοκτονία του διαβόητου επενδυτή πέρυσι τον Αύγουστο στις φυλακές της Νέας Υόρκης, όπου βρισκόταν προφυλακισμένος με την κατηγορία της μαστροπείας ανηλίκων, ματαίωσε οποιαδήποτε προσπάθεια. Το μυστήριο έρχεται να διερευνήσει το ντοκιμαντέρ «Filthy Rich», που θα είναι διαθέσιμο στο Netflix από την Τετάρτη 27 Μαΐου.



Πώς ένας φιλόδοξος τύπος από το Κόνι Αϊλαντ, χωρίς πτυχίο πανεπιστημίου, κατάφερε να συνομιλεί και, κυρίως, να χειραγωγεί την παγκόσμια ελίτ; Από πού αντλούσε τον ουρανομήκη πλούτο του; Πώς δημιούργησε μια πυραμίδα σεξουαλικής εκμετάλλευσης ανήλικων και ενήλικων γυναικών, την οποία συντηρούσε για τουλάχιστον τρεις δεκαετίες; Αλλά και με ποιον τρόπο πέτυχε να ξεγλιστρά από τις ποινικές διώξεις, επιστρατεύοντας τους κορυφαίους νομικούς των ΗΠΑ και ξεζουμίζοντας την επιρροή των ισχυρών γνωριμιών του;

Το βιβλίο

Τα τέσσερα 60λεπτα επεισόδια βασίζονται στο βιβλίο του αμφιλεγόμενου αλλά ταυτισμένου με τα best sellers συγγραφέα Τζέιμς Πάτερσον για τη ζωή του Επστάιν («Filthy Rich: A powerful billionaire, the sex scandal that undid him and all the Justice that money can buy: The shocking true story of Jeffrey Epstein»), ξεκίνησαν να κινηματογραφούνται πριν από την αυτοκτονία του επιχειρηματία και δίνουν για πρώτη φορά φωνή σε γυναίκες που πήραν μια καλή γεύση της κόλασης, άλλες στρατευμένες κι άλλες εγκλωβισμένες στο χαρέμι σεξουαλικής εκμετάλλευσης του αυτόχειρα επενδυτή.

Αξίζει να το παρακολουθήσει κανείς και μόνο για τις αντιδράσεις του Επστάιν στη διάρκεια των καταθέσεών του ενώπιον δικηγόρων. Oπως όταν, για παράδειγμα, ερωτάται για το «ωοειδές και μάλλον μικρό σχήμα του μορίου του», για το ενδεχόμενο να είχε συνάψει σεξουαλικές σχέσεις με τον επιστήθιο φίλο και μαικήνα του Λες Γουέξνερ, ιδρυτή, μεταξύ άλλων, του οίκου Victoria’s Secret, ή για το κατά πόσο είχε ο ίδιος κακοποιηθεί σεξουαλικά στην παιδική ηλικία του.

Ναι, υπήρχαν και φορές όπου ο νηφάλιος και cool Επστάιν έχανε το πάνω χέρι και την ψυχραιμία του. Και δεν είχε μυαλό ούτε να επικαλεστεί την 5η τροπολογία του Αμερικανικού Συντάγματος στις καταθέσεις του, την οποία χρησιμοποιούσε κατά το δοκούν σαν τσιχλόφουσκα.

To 2003 όλη η Νέα Υόρκη ήθελε ένα κομμάτι του σαγηνευτικού επενδυτή με την ήδη αμύθητη περιουσία και τους διαύλους στην πολιτική σκηνή αλλά και τη σόουμπιζ, που όταν δεν διασκέδαζε στις πιο περίκλειστες κοσμικές λαοσυνάξεις, τις οργάνωνε ο ίδιος στο μυθικό σπίτι του στην 71η Οδό.

Η μόνιμη κατοικία του Επστάιν ήταν τόσο εντυπωσιακή αρχιτεκτονικά και άλλο τόσο θηριώδης σε μέγεθος ώστε οι περισσότεροι θεωρούσαν ότι στο κτίριο στεγαζόταν κάποια δημόσια υπηρεσία, μια πρεσβεία ή ίσως κάποιο μουσείο. Τα καλογυαλισμένα μπρούτζινα αρχικά J.E. στην εξώθυρα έβαζαν τα πράγματα στη θέση τους, ενημερώνοντας ποιος ήταν το αφεντικό.

Το σόου συνεχιζόταν και μέσα στο σπίτι με ολόκληρους τοίχους γεμάτους από φωτογραφίες του επενδυτή με τους φωτογενείς, πλούσιους και σημαντικούς φίλους του ή με το περίφημο πια πορτρέτο του Μπιλ Κλίντον ντυμένου με ένα μπλε φόρεμα - προφανώς της Μόνικα Λεβίνσκι. Κανείς δεν μπορούσε να τον αγγίξει.

Oi αδελφές Φάρμερ

Ηταν η εποχή όπου στη δημοσιογράφο Βίκι Γουόρντ ανατέθηκε από τον Γκρέιντον Κάρτερ, τον θρυλικό τότε διευθυντή του «Vanity Fair», να χαρτογραφήσει το φαινόμενο Επστάιν. Θα ήταν ένα κοσμικό με μια ιδέα επιχειρηματικότητας, σίγουρα αποθεωτικό άρθρο για τον άνθρωπο που είχε όλη την πόλη στα πόδια του. Και έτσι δημοσιεύτηκε τελικά τον Μάρτιο του 2003 με τον διθυραμβικό τίτλο «Ο ταλαντούχος κύριος Επστάιν».

Στο σαλόνι του περιοδικού δέσποζαν από τη μία το σπίτι της 71ης Οδού, το κατώφλι του οποίου περνούσαν συχνά ο Μπιλ Κλίντον, ο Χάρβεϊ Γουάινστιν και ο Γούντι Αλεν, από την άλλη μια φωτογραφία του ίδιου ντυμένου με σμόκιν. Το αυτάρεσκο μειδίαμά του απλώς υπενθύμιζε ότι είχε κατακτήσει το αμερικανικό όνειρο σε υπερθετικό βαθμό.

Σήμερα θα έλεγε κανείς ότι η εν λόγω ιστορία για τον Επστάιν ήταν για γέλια και για κλάματα. Σαν αυτά που έχυσε η Γουόρντ πάνω από το κομμάτι της, αφού ο διευθυντής της δεν της είχε επιτρέψει να περιλάβει στο άρθρο της τις κατηγορίες δύο αδελφών, της Μαρίας και Ανι Φάρμερ, οι οποίες της είχαν μιλήσει για τη σεξουαλική κακοποίηση που είχαν υποστεί από τον Επστάιν λίγα χρόνια νωρίτερα.

Με γραπτή δήλωσή του ο Κάρτερ υποστηρίζει ότι δεν επέτρεψε στη δημοσιογράφο να δημοσιοποιήσει τις αιτιάσεις των δύο αδελφών επειδή δεν υπήρχαν τουλάχιστον τρεις μάρτυρες που θα κατέθεταν κατά του Επστάιν στην περίπτωση που εκείνος κινούνταν νομικά κατά του περιοδικού.

Οι αδελφές Φάρμερ, που εμφανίζονται με σάρκα και οστά στο «Filthy Rich», λένε πως ήταν πρόθυμες να υποστηρίξουν τους ισχυρισμούς τους ενώπιον δικαστηρίου. Η Γουόρντ, που εκείνη την περίοδο βρισκόταν σε δίδυμη κύηση, εξομολογείται ότι απειλήθηκε ευθέως από τον Επστάιν για την ασφάλεια της ίδιας και των αγέννητων μωρών της -«θα βάλω μια μάγισσα να καταραστεί τα παιδιά σου» την απείλησε-, ενώ λέει ότι την ίδια περίοδο στο κατώφλι του σπιτιού του ο Κάρτερ βρήκε μία σφαίρα και ένα κομμένο κεφάλι γάτας. Τα λόγια ήταν περιττά και η ομερτά αυτονόητη. Η εικαστικός Μαρία Φάρμερ λέει ότι γνώρισε τον Επστάιν στη διάρκεια της αποφοίτησής της από τη Σχολή Καλών Τεχνών της Νέας Υόρκης το 1995.

Με έναν ανορθόδοξο τρόπο. Είχε ήδη πουλήσει ένα τρίπτυχο έργο της όταν η Εϊλίν Γκούγκενχαϊμ -νυν πρόεδρος της Ακαδημίας Τεχνών της Νέας Υόρκης- την πλησίασε και της είπε ότι έπρεπε να ακυρώσει την αγοραπωλησία και να πουλήσει σε πολύ μικρότερη τιμή το έργο της σε έναν μυστηριώδη άνδρα που παραβρισκόταν στην έκθεση μαζί με τη συνοδό του.

Ηταν ο Τζέφρι Επστάιν και το alter ego του, η Βρετανίδα Γκίλεν Μάξγουελ, κόρη του κάποτε κραταιού Βρετανού εκδότη της «Mirror» Ρόμπερτ Μάξγουελ. Το ζευγάρι δήλωσε γοητευμένο από το έργο της καλλιτέχνιδας και της υποσχέθηκε να τη βοηθήσει περαιτέρω με τις σπουδές και την ανέλιξή της. Ως αντάλλαγμα δεν ζητούσαν τίποτα παραπάνω από περιστασιακά μασάζ στον Επστάιν. Η νεαρή απόφοιτος ενέδωσε.

Ο Επστάιν και η Μάξγουελ ήταν τόσο ευχαριστημένοι μαζί της ώστε την έστειλαν στην έπαυλη του Γουέξνερ στο Οχάιο για να απομονωθεί και να ζωγραφίζει. Οταν εκείνη αντιλήφθηκε ότι η χλιδάτη εξορία της ήταν το άλλοθι για την επισκέπτονται και να επαναλαμβάνουν τη σεξουαλική τελετουργία τους ήταν πια αργά.

Αποπλάνηση και εκβιασμοί

Σύμφωνα με τα θύματα του Επστάιν που εμφανίζονται στο «Filthy Rich», υπήρχε μια πολύ συγκεκριμένη ρουτίνα που απολάμβανε: συνήθως βρισκόταν ήδη ξαπλωμένος και γυμνός σε ένα κρεβάτι μασάζ - όλα τα σπίτια του, στο Παλμ Μπιτς, στο Νέο Μεξικό, στο κέντρο του Παρισιού και φυσικά στο Λιτλ Σεντ Τζέιμς των Αμερικανικών Παρθένων Νήσων, διέθεταν ειδικά διαμορφωμένους χώρους.

Τους ζητούσε να ασχοληθούν με τα πόδια του και κατόπιν άλλαζε στάση και απαιτούσε να τραβήξουν τις θηλές του στήθους του όσο πιο δυνατά μπορούσαν. Εκείνος συχνά αυτοϊκανοποιούνταν. Αλλες φορές προτιμούσε να διεισδύει βίαια στις γυναίκες, ενώ δεν ήταν σπάνιο στη συνεύρεση να συμμετέχει και η Μάξγουελ, η οποία αρχικά αναλάμβανε να αποπλανήσει τα κορίτσια και κατόπιν μεθόδευε τον εκβιασμό τους.

Η Φάρμερ, που εν τω μεταξύ είχε μπλέξει και τη μικρότερη αδελφή της στο δίκτυο σεξουαλικής εκμετάλλευσης προκειμένου να της εξασφαλίσει ένα καλύτερο οικονομικό μέλλον, θυμάται ότι όταν αποφάσισε να απεμπλακεί, άλλαζε σπίτια κάθε τρεις μήνες, αλλά η Μάξγουελ την ανακάλυπτε όσο μακριά και εάν πήγαινε.

Ο Επστάιν είχε δημιουργήσει ένα δίκτυο πυραμίδας ώστε ποτέ να μην ξεμείνει από την καύσιμη ύλη που τον τροφοδοτούσε, τα έφηβα κορίτσια. Το δυτικό Παλμ Μπιτς ήταν μια ιδανική δεξαμενή γεμάτη από παιδιά ψυχολογικά επιβαρυμένα που έψαχναν διέξοδο από τα οικογενειακά, οικονομικά και κοινωνικά προβλήματά τους.

Οι ψυχολόγοι έχουν καταλήξει ότι ο Επστάιν και η Μάξγουελ αναζητούσαν ευάλωτες και άρα πιο εύκολες στη χειραγώγηση γυναίκες. Κορίτσια που προέρχονταν από δυσλειτουργικές οικογένειες, που ζούσαν με γονείς εξαρτημένους από το αλκοόλ ή τα ναρκωτικά, που είχαν τον πατέρα ή τη μητέρα τους να σκοτώνουν στο ξύλο τα αδέλφια τους και είχαν υποστεί κάθε είδους βία ήταν οι ιδανικοί στόχοι.

Πολλές από αυτές αφηγούνται τις ιστορίες τους στο ντοκιμαντέρ. Το θέλγητρο για το μασάζ που ζητούσε ο Επστάιν ήταν τα 200 δολάρια που τους πρόσφερε. Κάθε φορά που επέστρεφαν στην ιλουστρασιόν έπαυλή του αμείβονταν για την υπηρεσία τους. Αν έφερναν και κάποια φίλη τους το ποσό διπλασιαζόταν, τριπλασιαζόταν και πάει λέγοντας. Η Μισέλ Λικάτα ομολογεί ότι έμπλεξε στο δίκτυο σεξουαλικής εκμετάλλευσης επειδή απλώς αναζητούσε ένα χαρτζιλίκι για τις ημέρες των Χριστουγέννων.

Οι «λοχαγοί»

Πάνω απ’ όλα ήταν η έξωθεν καλή μαρτυρία. Και η εξαγορά με όποιον τρόπο της σιωπής. Για παράδειγμα, ο Επστάιν είχε κάνει μια γενναία δωρεά ύψους 100.000 δολαρίων στο τοπικό αστυνομικό τμήμα. Πίστευε ότι έτσι όλοι θα έκαναν τα στραβά μάτια. Ωστόσο στις αρχές των 00s ήταν πια τόσα πολλά τα κορίτσια που μπαινόβγαιναν σπίτι του που μαζί με κάποιες σκόρπιες καταγγελίες οδήγησαν την Αστυνομία να διερευνήσει την υπόθεση.

Τον Οκτώβριο του 2005 εκδόθηκε ένταλμα και η κατοικία στο Παλμ Μπιτς ερευνήθηκε εξονυχιστικά. Ο επικεφαλής της υπόθεσης θυμάται τα γυμνά αγάλματα και τις υπερβολικά πολλές και εκτεθειμένες φωτογραφίες γυμνών κοριτσιών που υπήρχαν παντού στο σπίτι. Εκείνο όμως που κατάλαβε τη συγκεκριμένη μέρα ήταν ότι ο Επστάιν είχε πληροφορηθεί εκ των προτέρων για το ένταλμα, μια και οι σκληροί δίσκοι των ηλεκτρονικών υπολογιστών του ήταν άφαντοι.

Ο κραταιός επενδυτής ήταν πάντα ένα βήμα μπροστά. Και ήξερε πώς να εκφοβίζει όχι μόνο τα εκατοντάδες θύματά του, αλλά και όσους προσπαθούσαν να τον ξεμπροστιάσουν. Οι ερευνητές από το Μαϊάμι λένε ότι ακόμα και τα σκουπίδια τους ερευνώνταν εξονυχιστικά εκείνη την περίοδο από τους ανθρώπους του Επστάιν ώστε να εντοπίσουν κάποιο ένοχο μυστικό τους.

Αν κάτι γίνεται αμήχανα σαφές μέσα από το «Filthy Rich», αυτό είναι ότι το lobbying ήταν από μηχανής θεός για τον επενδυτή. Το 2008 τελικά κατηγορήθηκε. Η απόφαση του Αλεξ Ακόστα, τότε Γενικού Εισαγγελέα της Φλόριντα και κατόπιν υπουργού Εργασίας του Ντόναλντ Τραμπ, να τον παραπέμψει σε δίκη για υποκίνηση σε πορνεία και όχι για μαστροπεία ανηλίκων έμοιαζε ή μάλλον ήταν σκάνδαλο.

Ο Επστάιν δεν δικάστηκε ποτέ. Οι δικηγόροι του, ανάμεσά τους ο γκουρού του Χάρβαρντ Αλαν Ντέρσοβιτς και ο Κένεθ Σταρ, που ηγήθηκε της υπόθεσης Κλίντον - Λεβίνσκι, ήρθαν σε συμφωνία και εξασφάλισαν στον πελάτη τους 18μηνη ποινή σε φυλακές της Φλόριντα.

Ο Επστάιν ήταν έξαλλος μαζί τους. Ο σωφρονισμός του διήρκεσε περίπου έναν χρόνο. Εξι ημέρες την εβδομάδα ο κατάδικος έφευγε από το κελί του στις 8 το πρωί και επέστρεφε λίγο μετά τις 8 το βράδυ. Στο ενδιάμεσο 12ωρο συνέχιζε ανενόχλητος τη δράση του. Στην πραγματικότητα ο Επστάιν δεν θεωρούσε ότι είχε υποπέσει σε κάποιο σοβαρό παράπτωμα.

Ακούγεται μάλιστα στο ντοκιμαντέρ να διαμαρτύρεται σε συνέντευξη εκείνης της περιόδου ότι στη Νέα Υόρκη για το ίδιο αδίκημα πληρώνεις 100 δολάρια, όσα δηλαδή για την παραβίαση διάβασης πεζών, και ξεμπερδεύεις. Πάντως, με εκείνη τη συμφωνία είχε εξασφαλίσει την αμνηστία για τις «λοχαγούς» της στρατιάς των ανήλικων κοριτσιών που διαφέντευε: τη Σάρα Κέλεν, την Αντριάνα Ρος, τη Λέσλι Γκροφ και τη Νάντια Μαρτσίνκοβα.

Η πιλότος

Γεννημένη στην πρώην Γιουγκοσλαβία, η Μαρτσίνκοβα ή Μαρτσίνκο λέγεται ότι έζησε για χρόνια αιχμάλωτη ενός Αμερικανού παιδόφιλου και κατόπιν αξιοποιήθηκε στο δίκτυό του. Ηταν η πιλότος του ιδιωτικού Boeing 727, κατά κόσμον Lolita Express. Με αυτό λέγεται ότι μεταφέρθηκαν από τη Γαλλία στο νησί της Καραϊβικής τρεις 12χρονες -με τη συναίνεση μάλιστα των γονιών τους- ως γενέθλιο δώρο στον Επστάιν.

Ηταν τόσο εξαρτημένος από το σεξ που μπορούσε να το κάνει παντού. Ακόμα και στα 35.000 πόδια. Η Σάρα Ράνσον, θύμα κι αυτή σεξουαλικής εκμετάλλευσης, περιγράφει ότι στο παρθενικό ταξίδι της προς το ιδιωτικό νησί του Επστάιν στην Καραϊβική, εκείνος απλώς γδύθηκε και άρχισε να συνευρίσκεται με μια άλλη γυναίκα ανενόχλητος παρότι πολλά ζευγάρια μάτια επιβατών ήταν στραμμένα πάνω του.

Η Ράνσον ήταν μία από τις γυναίκες που είχαν προσπαθήσει να δραπετεύσουν κολυμπώντας από το Νησί των Παιδόφιλων, όπως έγινε γνωστό το Λιτλ Σεντ Τζέιμς ή Λιτλ Σεντ Τζεφ, κατά τον Επστάιν. Ομως δεν τα είχε καταφέρει, αφού και τα 75 στρέμματα του επίγειου παραδείσου ήταν παγιδευμένα από κάμερες και μικρόφωνα.

Ο άνθρωπος που είχε φροντίσει για το ηλεκτρονικό δίκτυο του νησιού και βρισκόταν στη δούλεψη του επενδυτή ως το 2006 καταθέτει στο «Filthy Rich» ότι οι γυναίκες κυκλοφορούσαν γυμνόστηθες στο νησί, οι άνδρες προτιμούσαν την αδαμιαία περιβολή και λέει ότι είχε συναντήσει τον πρίγκιπα Ανδρέα να απολαμβάνει σεξουαλικά προκαταρκτικά σε μία από τις πισίνες του οικιστικού συγκροτήματος.



Σκλάβα του σεξ

Ακόμα πιο ανάγλυφες αναφορικά με τον γιο της βασίλισσας Ελισάβετ είναι οι περιγραφές της Βιρτζίνια Ρόμπερτς Τζιούφρι, βασικής μάρτυρος κατηγορίας στην υπόθεση Επστάιν. H 36χρονη σήμερα γυναίκα στρατολογήθηκε από τη Μάξγουελ το καλοκαίρι του 2000, όταν εργαζόταν ως μασέζ στο κτήμα Mar-a-Lago του Ντόναλντ Τραμπ, με τον οποίο ούτως ή άλλως ο Επστάιν έπαιζε σφαλιάρες.

Η Ρόμπερτς εξομολογείται ότι για δύο περίπου χρόνια ενσάρκωσε τη σεξουαλική σκλάβα του Επστάιν και της Μάξγουελ. Ηταν μάλιστα τόσο στενός ο δεσμός τους ώστε της ζήτησαν να μείνει έγκυος και να παραχωρήσει την κηδεμονία του παιδιού σε εκείνους. Υπήρξε πειθήνια και πρόθυμη στα καθήκοντά της, γι’ αυτό και αποφάσισαν να τη μοιραστούν με έναν από τους πιο εκλεκτούς φίλους του Επστάιν.

Η Ρόμπερτς γνώρισε τον πρίγκιπα Ανδρέα στο σπίτι της Μάξγουελ στο Λονδίνο και όταν εκείνη του είπε ότι ήταν 17 χρόνων αυτός σχολίασε πως ήταν λίγο μεγαλύτερη από τις κόρες του, πριγκίπισσες Ευγενία και Βεατρίκη. Η Ρόμπερτς έχει μιλήσει εξαντλητικά λεπτομερώς για τις συνερεύσεις της με τον Βρετανό γαλαζοαίματο, για τη σχέση τους, ακόμα και για τον ιδρώτα που έσταζε αηδιαστικός από το κορμί του στο δικό της.

Υποστηρίζει ακόμα ότι και ο Αλαν Ντέρσοβιτς την εκμεταλλεύτηκε σεξουαλικά, προκαλώντας στο ντοκιμαντέρ την οργή του πρεσβύτερου νομικού. Αν πάντως κάτι γίνεται σαφές από το «Filty Rich», είναι ότι όλα τα θύματα του Επστάιν, είτε εμφανίζονται με το ονοματεπώνυμο και το πρόσωπό τους είτε διατηρούν την ανωνυμία τους, οφείλουν να ευχαριστούν την Αλίσα Μιλάνο, την ηθοποιό που γιγάντωσε το κίνημα #metoo το 2017 μέσω των κοινωνικών δικτύων.

Α, και τον Ντόναλντ Τραμπ που τη σωστή, δηλαδή τη λάθος, στιγμή υπουργοποίησε τον Ακόστα ή αλλιώς τον εισαγγελέα που είχε θεωρήσει το 2008 τις κατηγορίες για τον Επστάιν αβάσιμες, ατεκμηρίωτες, έωλες.

Ειδήσεις σήμερα:

Μητσοτάκης: Ενισχύουμε το ΕΣΥ, μειώνουμε εργοδοτικές εισφορές, καμία σκέψη για εκλογές-ανασχηματισμό

Βίντεο: Σωφρονιστικός υπάλληλος συνοδεύει γυναίκα κρατούμενου που του πηγαίνει μέχρι και γαλακτομπούρεκο!

Βίντεο: Τρόμος για τους κατοίκους της Μαλακάσας από άγριες συμπλοκές και υπαίθρια μπάρμπεκιου μεταναστών
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr