Ο Μπόρατ ξεβρακώνει «ψεκασμένους»
Ο Μπόρατ ξεβρακώνει «ψεκασμένους»
Ο Βρετανός κωμικός ανασταίνει έπειτα από δεκατέσσερα χρόνια τον Μπόρατ και ξεμπροστιάζει με την παραληρηματική περιπέτειά του τους συνωμοσιολόγους, τους ψεκασμένους, τους αρνητές της πανδημίας, μα κυρίως τον εξ απορρήτων συνεργάτη του Αμερικανού προέδρου Ρούντι Τζουλιάνι
Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Τον λένε Μπόρατ. Μπόρατ Σάγκντιγεφ. Και έχει την άδεια να τρολάρει, αλλά όχι να τρολάρεται - εκτός από τις φορές που ο ίδιος αποφασίζει να αποδομεί τον εαυτό του. Μπορεί να νομίζαμε την εμβληματική για την ποπ κουλτούρα περσόνα του Καζάκου δημοσιογράφου παροπλισμένη και ανενεργή από το 2007, όταν ο Σάσα Μπάρον Κοέν, δηλαδή ο άνθρωπος που την επινόησε, δήλωσε πως κόβει τις παρτίδες του μαζί της. Ωστόσο, ο Μπόρατ επέστρεψε εκεί που δεν τον περίμενε κανείς, και μάλιστα σε μια καίρια χρονική συγκυρία. Μόλις λίγες ημέρες πριν από τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές. Η αφορμή ήταν ιδιαζόντως λαχταριστή για να καταφέρει να της αντισταθεί. Το sequel του «Μπόρατ» με πλήρη τίτλο «Borat Subsequent Moviefilm: Delivery of Prodigious Bribe to American Regime for Make Benefit Once Glorious Nation of Kazakhstan» ανέβηκε στο Amazon Prime, συμφερόντων του Τζεφ Μπέζος, στις 23 Οκτωβρίου και ήδη δέκα ημέρες μετά έχει πετύχει μερικές δεκάδες εκατομμύρια προβολές, σύμφωνα με τη συνδρομητική πλατφόρμα. Κυρίως όμως έφτασε να σχολιάζεται χολερικά από τον πρόεδρο των ΗΠΑ και υποψήφιο των Ρεπουμπλικανών. Oχι, ο Ντόναλντ Τραμπ ουδόλως θίχτηκε για την εικόνα της στερεοτυπικής, φοβικής, ψεκασμένης, συχνά αντισημιτικής, συντηρητικής, μονολιθικής κοντολογίς χώρας του, όπως αποκρυσταλλώνεται για μία ακόμα φορά στο mockumentary του Σάσα Μπάρον Κοέν. Κι αν δεν εμφανιζόταν σε μία από τις σκηνές του ήδη πολυσυζητημένου φιλμ ο δικηγόρος του και πρώην δήμαρχος της Νέας Υόρκης Ρούντι Τζουλιάνι, καθόλου δεν θα είχε ιδρώσει το αυτί του. Αυτή τη φορά, όμως, ο Μπόρατ κατάφερε να φτάσει μια ανάσα από τον πρόεδρο Τραμπ και σχεδόν να ξεβρακώσει -κυριολεκτικά- έναν από τους εξ απορρήτων συνεργάτες του. Ευτυχώς, ο Τζουλιάνι δεν απεκδύθηκε των ενδυμάτων του. Ισα που πρόλαβε να βάλει το χέρι του μέσα από το παντελόνι του.
Η «συνέντευξη» με τον Τζουλιάνι
Χωρίς να το γνωρίζει ο 76χρονος δικηγόρος του Τραμπ έπαιξε απλώς τον εαυτό του στο νέο φιλμ «Μπόρατ» και χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια πέτυχε να γίνει ο απόλυτος πρωταγωνιστής του. Σύμφωνα με το σενάριο της ταινίας, η κόρη του Μπόρατ, ονόματι Τουτάρ -την ενσαρκώνει η 24χρονη Βουλγάρα ηθοποιός Μαρία Μπακάλοβα-, υποδύεται τη δημοσιογράφο που ζητά συνέντευξη από τον Τζουλιάνι με θεματική την πανδημία του κορωνοϊού, αλλά απώτερο σκοπό να τον αποπλανήσει - πάντα για τις σεναριακές ανάγκες. Συναντιούνται στη σουίτα ενός ξενοδοχείου, η συνέντευξη ολοκληρώνεται χωρίς ο τέως δήμαρχος της Νέας Υόρκης να πάρει την παραμικρή μυρωδιά από την ξεδιάντροπα και εκκωφαντικά κακή προφορά των αγγλικών της γυναίκας που έχει απέναντί του. Εκείνη του ζητά να συνεχίσουν τη συζήτησή τους στο υπνοδωμάτιο και του αφαιρεί το μικρόφωνο που του είχε τοποθετήσει για τις ανάγκες της συνέντευξης. Εκείνος της ζητά το τηλέφωνο και τη διεύθυνσή της ενώ ξαπλώνει φαρδύς πλατύς στο κρεβάτι και απαθανατίζεται την ώρα που βάζει το χέρι του μέσα στο παντελόνι του. Την πιο κρίσιμη στιγμή, στο δωμάτιο του ξενοδοχείου εισβάλει ο Μπόρατ μαινόμενος και ωρυόμενος. «Είναι μόνο 15! Είναι πολύ μεγάλη για σένα!», λέει στον Τζουλιάνι και αποφασίζει να θυσιαστεί ο ίδιος λέγοντας πως θα ικανοποιήσει κάθε σεξουαλική φαντασίωση του παλαίμαχου Ρεπουμπλικανού. Εννοείται ότι η επίμαχη σκηνή προκάλεσε σκάνδαλο προτού ακόμα προβληθεί. Το teaser που δημοσιεύτηκε στα κοινωνικά δίκτυα λίγες ώρες πριν από την πρεμιέρα της ταινίας οδήγησε στην έκρηξη τον Τζουλιάνι, ο οποίος μέσω Twitter χαρακτήρισε τον Μπόρατ, δηλαδή τον Σάσα Μπάρον Κοέν, έναν κοινό ψεύτη και διατράνωσε ότι ο ίδιος δεν προέβη σε τίποτα μεμπτό ή επιλήψιμο. Οσο για τον λόγο που το χέρι του κατευθύνθηκε στη γενετήσια περιοχή του; Ηθελε απλώς να διορθώσει το πουκάμισό του, είπε. Μάλιστα ο Τζουλιάνι υπονόησε ότι ο Κοέν στην πραγματικότητα βρισκόταν σε διατεταγμένη υπηρεσία με σκοπό να τον εκδικηθεί για τις αποκαλύψεις που πρόσφατα έφερε στο φως σχετικά με τον Χάντερ Μπάιντεν και την πολιτική που ακολούθησε ο πατέρας του Τζο Μπάιντεν στα χρόνια της αντιπροεδρίας του προκειμένου να ευνοήσει τις επιχειρηματικές δοσοληψίες του γιου του με ουκρανικές εταιρείες ενέργειας. Κανείς δεν πείστηκε. Ή τουλάχιστον όποιος μπήκε στον κόπο να βάλει κάτω τη χρονική αλληλουχία. Τα γυρίσματα της ταινίας πραγματοποιήθηκαν μήνες πριν, ενώ το υποτιθέμενο σκάνδαλο με τα mails και το laptop του Χάντερ Μπάιντεν αναδύθηκε στον αφρό της επικαιρότητας από τη «New York Post» μόλις πριν από λίγες εβδομάδες.
Μπόρα(τ) είναι. Θα περάσει;
Ο Τζουλιάνι άνοιξε ένα ακόμα μέτωπο για τον επιστήθιο φίλο και αφεντικό, αφού εκτελεί χρέη προσωπικού νομικού συμβούλου του Ντόναλντ Τραμπ. Αλλο που δεν ήθελε ο πρόεδρος των ΗΠΑ. «Προσπάθησε και πριν από χρόνια να με ξεγελάσει», είπε για τον Κοέν αναφερόμενος στην εποχή που ο ηθοποιός είχε προσεγγίσει τον τότε επιχειρηματία Τραμπ ενδεδυμένος την περσόνα του Ali G και του είχε προτείνει να επενδύσει τα χρήματά του σε μια τουλάχιστον εκκεντρική πατέντα: γάντια που κρατούν ζεστά τα χέρια όσο κανείς τρώει παγωτό. «Είναι ένας ψεύτης. Και δεν τον βρίσκω αστείο ή διασκεδαστικό. Για μένα είναι απλώς ένα φρικιό», κατέληξε στις δηλώσεις του σε δημοσιογράφους. Η απάντηση ήρθε πληρωμένη και είχε ίσες ποσότητες από το θράσος του Μπόρατ και τον σαρκασμό του Κοέν: «Ντόναλντ, εκτιμώ τη δωρεάν δημοσιότητα που δίνεις στον “Μπόρατ”. Παραδέχομαι ότι ούτε εγώ σε βρίσκω αστείο. Παρ’ όλα αυτά, όλος ο κόσμος γελάει μαζί σου. Αναζητώ πάντα ανθρώπους να υποδυθούν ρατσιστές παλιάτσους και νομίζω ότι θα χρειαστείς νέα δουλειά μετά τις 20 Ιανουαρίου (σ.σ.: η ημερομηνία που θα αναλάβει τα καθήκοντά του όποιος εκλεγεί πρόεδρος των ΗΠΑ στις 3 Νοεμβρίου). Ας μιλήσουμε». Ο Κοέν προφανώς και ανέμενε τις λάβρες αντιδράσεις για το sequel του «Μπόρατ». Αλλωστε, όπως έχει πει, ο τραμπισμός και όσα συμβαίνουν στις ΗΠΑ τα τελευταία τέσσερα χρόνια ήταν ο πρωταρχικός λόγος για να αναστήσει τον ρόλο που το 2007 του χάρισε μια Χρυσή Σφαίρα για την ερμηνεία του. Ο Κοέν από την ημέρα της εκλογής του Τραμπ συζητούσε με φίλους αλλά και με τη σύζυγό του, επίσης ηθοποιό, Αϊλα Φίσερ, τι μπορούν να κάνουν. Ηταν πραγματικά ανήσυχος. Πριν από δύο χρόνια δημιούργησε το mockumentary «Who is America?», μια περίφημη σπουδή στη μανία οπλοκατοχής -και όχι μόνο- των Αμερικανών, τώρα επιστρατεύει το δικό του υπερόπλο, τον Μπόρατ. Στο φιλμ παρελαύνουν όλες οι παθογένειες των ΗΠΑ: από τους αρνητές της πανδημίας που θεωρούν τους Δημοκρατικούς πιο επικίνδυνους από τον COVID-19 μέχρι τους κάθε λογής ψεκασμένους. Εμφανίζεται μέχρι και ο Αμερικανός αντιπρόεδρος Μάικ Πενς υποδυόμενος -χωρίς να το γνωρίζει- τον εαυτό του. Ο Μπόρατ μεταμφιεσμένος σε Τραμπ εισβάλλει σε μια πραγματική συγκέντρωσή του με την κόρη του επ’ ώμου και βροντοφωνάζει με σπασμένα αγγλικά το όνομα του αντιπροέδρου. Μόνο που δεν τον αποκαλεί Πενς, αλλά Πίνας (penis), λέξη που, ως γνωστόν, περιγράφει το ανδρικό μόριο. Ομως αλήθεια, τι γυρεύει ο Μπόρατ ξανά στις ΗΠΑ;
Σύμφωνα με το σενάριο, ο Καζάκος δημοσιογράφος έχει καταδικαστεί σε ισόβια κάθειρξη με την κατηγορία της δυσφήμησης κατά της πατρίδας του και έχει εξοστρακιστεί σε ένα γκουλάγκ. Επειτα από 14 χρόνια ο πρόεδρος Νουρσουλτάν Ναζαρμπάγιεφ του απονέμει χάρη και του αναθέτει μια αποστολή: να παραδώσει τον Καζάκο υπουργό Πολιτισμού, ο οποίος είναι μια μαϊμού, ως δώρο στον αντιπρόεδρο των ΗΠΑ. Ο Μπόρατ ξεκινά ένα τρελό ταξίδι στην Αμερική μαζί με τον υπουργό και τη 15χρονη κόρη που μόλις ανακάλυψε ότι έχει. Το σχέδιο τελικά ανατρέπεται και ο Μπόρατ προκειμένου να γλιτώσει την απειλή της εκτέλεσης στη χώρα του αναλαμβάνει να δωρίσει την κόρη του στον Μάικλ Πενς. Αποτυγχάνει και στο στόχαστρό του μπαίνει ο Ρούντι Τζουλιάνι. Το μετανιώνει όμως την ύστατη ώρα, γι’ αυτό και η εισβολή στο ξενοδοχείο με σκοπό να σώσει την κόρη του. Τελικά ανακαλύπτει ότι η αποστολή του ήταν μια φενάκη. Στην πραγματικότητα, πριν από την αναχώρησή του από το Καζακστάν είχε μολυνθεί από κυβερνητικούς πράκτορες με τον SARS-CoV-2, ο οποίος δημιουργήθηκε στο Καζακστάν, με σκοπό να μολύνει την Αμερική. Ανάμεσα στα θύματά του είναι και ο Τομ Χανκς (ο αληθινός Τομ Χανκς) πάνω από τον οποίο ο Μπόρατ βήχει και ραίνει με σταγονίδια ενώ εκείνος του δίνει ένα αυτόγραφο. Ναι, ο σουρεαλισμός και η υπερβολή δεν έχουν όριο στον κόσμο του Μπόρατ. Γίνονται όμως τα ιδανικά υλικά στα χέρια του Κοέν που δεν κάνει τίποτα λιγότερο και τίποτα περισσότερο απ’ το να καταγράψει το συλλογικό ο,τινανισμό που διαρκώς φαίνεται να κερδίζει έδαφος. Υποδυόμενος ένα από κάθε άποψη υπερμεγεθυσμένο τρολ, ο Μπόρατ υπενθυμίζει οικεία κακά και καταγράφει πικρές αλήθειες. Οπως ότι η βλακεία είναι ανίκητη ή ότι ένα σεβαστό πλήθος εκείνων που την έχουν κάνει σημαία τους διαφεντεύει τον κόσμο.
Η «συνέντευξη» με τον Τζουλιάνι
Χωρίς να το γνωρίζει ο 76χρονος δικηγόρος του Τραμπ έπαιξε απλώς τον εαυτό του στο νέο φιλμ «Μπόρατ» και χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια πέτυχε να γίνει ο απόλυτος πρωταγωνιστής του. Σύμφωνα με το σενάριο της ταινίας, η κόρη του Μπόρατ, ονόματι Τουτάρ -την ενσαρκώνει η 24χρονη Βουλγάρα ηθοποιός Μαρία Μπακάλοβα-, υποδύεται τη δημοσιογράφο που ζητά συνέντευξη από τον Τζουλιάνι με θεματική την πανδημία του κορωνοϊού, αλλά απώτερο σκοπό να τον αποπλανήσει - πάντα για τις σεναριακές ανάγκες. Συναντιούνται στη σουίτα ενός ξενοδοχείου, η συνέντευξη ολοκληρώνεται χωρίς ο τέως δήμαρχος της Νέας Υόρκης να πάρει την παραμικρή μυρωδιά από την ξεδιάντροπα και εκκωφαντικά κακή προφορά των αγγλικών της γυναίκας που έχει απέναντί του. Εκείνη του ζητά να συνεχίσουν τη συζήτησή τους στο υπνοδωμάτιο και του αφαιρεί το μικρόφωνο που του είχε τοποθετήσει για τις ανάγκες της συνέντευξης. Εκείνος της ζητά το τηλέφωνο και τη διεύθυνσή της ενώ ξαπλώνει φαρδύς πλατύς στο κρεβάτι και απαθανατίζεται την ώρα που βάζει το χέρι του μέσα στο παντελόνι του. Την πιο κρίσιμη στιγμή, στο δωμάτιο του ξενοδοχείου εισβάλει ο Μπόρατ μαινόμενος και ωρυόμενος. «Είναι μόνο 15! Είναι πολύ μεγάλη για σένα!», λέει στον Τζουλιάνι και αποφασίζει να θυσιαστεί ο ίδιος λέγοντας πως θα ικανοποιήσει κάθε σεξουαλική φαντασίωση του παλαίμαχου Ρεπουμπλικανού. Εννοείται ότι η επίμαχη σκηνή προκάλεσε σκάνδαλο προτού ακόμα προβληθεί. Το teaser που δημοσιεύτηκε στα κοινωνικά δίκτυα λίγες ώρες πριν από την πρεμιέρα της ταινίας οδήγησε στην έκρηξη τον Τζουλιάνι, ο οποίος μέσω Twitter χαρακτήρισε τον Μπόρατ, δηλαδή τον Σάσα Μπάρον Κοέν, έναν κοινό ψεύτη και διατράνωσε ότι ο ίδιος δεν προέβη σε τίποτα μεμπτό ή επιλήψιμο. Οσο για τον λόγο που το χέρι του κατευθύνθηκε στη γενετήσια περιοχή του; Ηθελε απλώς να διορθώσει το πουκάμισό του, είπε. Μάλιστα ο Τζουλιάνι υπονόησε ότι ο Κοέν στην πραγματικότητα βρισκόταν σε διατεταγμένη υπηρεσία με σκοπό να τον εκδικηθεί για τις αποκαλύψεις που πρόσφατα έφερε στο φως σχετικά με τον Χάντερ Μπάιντεν και την πολιτική που ακολούθησε ο πατέρας του Τζο Μπάιντεν στα χρόνια της αντιπροεδρίας του προκειμένου να ευνοήσει τις επιχειρηματικές δοσοληψίες του γιου του με ουκρανικές εταιρείες ενέργειας. Κανείς δεν πείστηκε. Ή τουλάχιστον όποιος μπήκε στον κόπο να βάλει κάτω τη χρονική αλληλουχία. Τα γυρίσματα της ταινίας πραγματοποιήθηκαν μήνες πριν, ενώ το υποτιθέμενο σκάνδαλο με τα mails και το laptop του Χάντερ Μπάιντεν αναδύθηκε στον αφρό της επικαιρότητας από τη «New York Post» μόλις πριν από λίγες εβδομάδες.
Μπόρα(τ) είναι. Θα περάσει;
Ο Τζουλιάνι άνοιξε ένα ακόμα μέτωπο για τον επιστήθιο φίλο και αφεντικό, αφού εκτελεί χρέη προσωπικού νομικού συμβούλου του Ντόναλντ Τραμπ. Αλλο που δεν ήθελε ο πρόεδρος των ΗΠΑ. «Προσπάθησε και πριν από χρόνια να με ξεγελάσει», είπε για τον Κοέν αναφερόμενος στην εποχή που ο ηθοποιός είχε προσεγγίσει τον τότε επιχειρηματία Τραμπ ενδεδυμένος την περσόνα του Ali G και του είχε προτείνει να επενδύσει τα χρήματά του σε μια τουλάχιστον εκκεντρική πατέντα: γάντια που κρατούν ζεστά τα χέρια όσο κανείς τρώει παγωτό. «Είναι ένας ψεύτης. Και δεν τον βρίσκω αστείο ή διασκεδαστικό. Για μένα είναι απλώς ένα φρικιό», κατέληξε στις δηλώσεις του σε δημοσιογράφους. Η απάντηση ήρθε πληρωμένη και είχε ίσες ποσότητες από το θράσος του Μπόρατ και τον σαρκασμό του Κοέν: «Ντόναλντ, εκτιμώ τη δωρεάν δημοσιότητα που δίνεις στον “Μπόρατ”. Παραδέχομαι ότι ούτε εγώ σε βρίσκω αστείο. Παρ’ όλα αυτά, όλος ο κόσμος γελάει μαζί σου. Αναζητώ πάντα ανθρώπους να υποδυθούν ρατσιστές παλιάτσους και νομίζω ότι θα χρειαστείς νέα δουλειά μετά τις 20 Ιανουαρίου (σ.σ.: η ημερομηνία που θα αναλάβει τα καθήκοντά του όποιος εκλεγεί πρόεδρος των ΗΠΑ στις 3 Νοεμβρίου). Ας μιλήσουμε». Ο Κοέν προφανώς και ανέμενε τις λάβρες αντιδράσεις για το sequel του «Μπόρατ». Αλλωστε, όπως έχει πει, ο τραμπισμός και όσα συμβαίνουν στις ΗΠΑ τα τελευταία τέσσερα χρόνια ήταν ο πρωταρχικός λόγος για να αναστήσει τον ρόλο που το 2007 του χάρισε μια Χρυσή Σφαίρα για την ερμηνεία του. Ο Κοέν από την ημέρα της εκλογής του Τραμπ συζητούσε με φίλους αλλά και με τη σύζυγό του, επίσης ηθοποιό, Αϊλα Φίσερ, τι μπορούν να κάνουν. Ηταν πραγματικά ανήσυχος. Πριν από δύο χρόνια δημιούργησε το mockumentary «Who is America?», μια περίφημη σπουδή στη μανία οπλοκατοχής -και όχι μόνο- των Αμερικανών, τώρα επιστρατεύει το δικό του υπερόπλο, τον Μπόρατ. Στο φιλμ παρελαύνουν όλες οι παθογένειες των ΗΠΑ: από τους αρνητές της πανδημίας που θεωρούν τους Δημοκρατικούς πιο επικίνδυνους από τον COVID-19 μέχρι τους κάθε λογής ψεκασμένους. Εμφανίζεται μέχρι και ο Αμερικανός αντιπρόεδρος Μάικ Πενς υποδυόμενος -χωρίς να το γνωρίζει- τον εαυτό του. Ο Μπόρατ μεταμφιεσμένος σε Τραμπ εισβάλλει σε μια πραγματική συγκέντρωσή του με την κόρη του επ’ ώμου και βροντοφωνάζει με σπασμένα αγγλικά το όνομα του αντιπροέδρου. Μόνο που δεν τον αποκαλεί Πενς, αλλά Πίνας (penis), λέξη που, ως γνωστόν, περιγράφει το ανδρικό μόριο. Ομως αλήθεια, τι γυρεύει ο Μπόρατ ξανά στις ΗΠΑ;
Σύμφωνα με το σενάριο, ο Καζάκος δημοσιογράφος έχει καταδικαστεί σε ισόβια κάθειρξη με την κατηγορία της δυσφήμησης κατά της πατρίδας του και έχει εξοστρακιστεί σε ένα γκουλάγκ. Επειτα από 14 χρόνια ο πρόεδρος Νουρσουλτάν Ναζαρμπάγιεφ του απονέμει χάρη και του αναθέτει μια αποστολή: να παραδώσει τον Καζάκο υπουργό Πολιτισμού, ο οποίος είναι μια μαϊμού, ως δώρο στον αντιπρόεδρο των ΗΠΑ. Ο Μπόρατ ξεκινά ένα τρελό ταξίδι στην Αμερική μαζί με τον υπουργό και τη 15χρονη κόρη που μόλις ανακάλυψε ότι έχει. Το σχέδιο τελικά ανατρέπεται και ο Μπόρατ προκειμένου να γλιτώσει την απειλή της εκτέλεσης στη χώρα του αναλαμβάνει να δωρίσει την κόρη του στον Μάικλ Πενς. Αποτυγχάνει και στο στόχαστρό του μπαίνει ο Ρούντι Τζουλιάνι. Το μετανιώνει όμως την ύστατη ώρα, γι’ αυτό και η εισβολή στο ξενοδοχείο με σκοπό να σώσει την κόρη του. Τελικά ανακαλύπτει ότι η αποστολή του ήταν μια φενάκη. Στην πραγματικότητα, πριν από την αναχώρησή του από το Καζακστάν είχε μολυνθεί από κυβερνητικούς πράκτορες με τον SARS-CoV-2, ο οποίος δημιουργήθηκε στο Καζακστάν, με σκοπό να μολύνει την Αμερική. Ανάμεσα στα θύματά του είναι και ο Τομ Χανκς (ο αληθινός Τομ Χανκς) πάνω από τον οποίο ο Μπόρατ βήχει και ραίνει με σταγονίδια ενώ εκείνος του δίνει ένα αυτόγραφο. Ναι, ο σουρεαλισμός και η υπερβολή δεν έχουν όριο στον κόσμο του Μπόρατ. Γίνονται όμως τα ιδανικά υλικά στα χέρια του Κοέν που δεν κάνει τίποτα λιγότερο και τίποτα περισσότερο απ’ το να καταγράψει το συλλογικό ο,τινανισμό που διαρκώς φαίνεται να κερδίζει έδαφος. Υποδυόμενος ένα από κάθε άποψη υπερμεγεθυσμένο τρολ, ο Μπόρατ υπενθυμίζει οικεία κακά και καταγράφει πικρές αλήθειες. Οπως ότι η βλακεία είναι ανίκητη ή ότι ένα σεβαστό πλήθος εκείνων που την έχουν κάνει σημαία τους διαφεντεύει τον κόσμο.
Η μάσκα ως mankini
O 49χρονος Βρετανός ηθοποιός που προτού καταπιαστεί με την υποκριτική σπούδασε Ιστορία στο Πανεπιστήμιο Κέμπριτζ και στην πτυχιακή εργασία του ασχολήθηκε με το αμερικανικό κίνημα για τα πολιτικά δικαιώματα, γαλουχήθηκε με πρότυπό του τον Πίτερ Σέλερς. Ο Κοέν έχει αποδείξει πολλάκις το ταλέντο του: το πρόσφατο φιλμ «Η δίκη των 7 του Σικάγου» του Ααρον Σόρκιν αλλά και η σειρά «Spy», αμφότερα στο Netflix, είναι δύο ανάγλυφες περιπτώσεις. Δεν έχει σκοπό απλώς να καμώνεται το υπεράνω πολιτικής ορθότητας τρολ, παγιδεύοντας στο σύμπαν των πολυποίκιλων περσόνων που υποδύεται από συνωμοσιολόγους μέχρι ψεκασμένους και από πολιτικούς, όπως η πρώην κυβερνήτρια της Αλάσκα Σάρα Πέιλιν, ο τέως αντιπρόεδρος των ΗΠΑ Ντικ Τσένι και ο Δημοκρατικός Μπέρνι Σάντερς, μέχρι όλων των λογιών τις διασημότητες. Αλλά να λειτουργεί ως υπόμνηση του αυτονόητου. Φυσικά είναι ενοχλητικός, καυστικός, σαρκαστικός και θρασύς. Εννοείται ότι συχνά το γέλιο που προκαλεί στον θεατή είναι προϊόν αμηχανίας και όχι χαράς. Είναι αυτονόητο ότι το μεγαλύτερο εργαλείο του είναι όλα και όλοι αυτοί που προσπερνάμε καθημερινά και -θεωρούμε ότι- ξορκίζουμε με την κλισέ φράση «ζουν ανάμεσά μας». Αυτή είναι και η δύναμή του, την οποία δεν τολμά να αμφισβητήσει πια ούτε ο Ντόναλντ Τραμπ, αν λάβει κανείς υπόψη την οργίλη αντίδρασή του στο sequel του Μπόρατ. Ο Καζάκος ρεπόρτερ με το χαρακτηριστικό παχύ μουστάκι, εκτός από ένα ακόμα hit, καρπώνεται και το καλύτερο σχόλιο για την πανδημία - κυρίως, δε, για τους αρνητές της. Για την κινηματογραφική επιστροφή του αποχωρίστηκε το περίφημο mankini με το οποίο εντυπώθηκε στο συλλογικό ασυνείδητο το 2006 και το αντικατέστησε από μια ξεχειλωμένη χειρουργική μάσκα προστασίας μιας χρήσης.
Ειδήσεις σήμερα:
Σοκ σε γηροκομείο στα Ιωάννινα: Ολοι οι ηλικιωμένοι βρέθηκαν θετικοί!
156 κρούσματα κορωνοϊού στην Πολεμική Αεροπορία
«Ένα μεγάλο ευχαριστώ στην Ελλάδα και τους Έλληνες»: Το μήνυμα του πρώτου ιμάμη της Αθήνας
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα