Ελένη Reloaded: Η συμφωνία για τη MEGA-λη επιστροφή και το στόρι της ζωής της
Ελένη Reloaded: Η συμφωνία για τη MEGA-λη επιστροφή και το στόρι της ζωής της
Ραντεβού τον Σεπτέμβρη στο κανάλι απ‘ όπου ξεκίνησε 30 χρόνια πριν δίνει η εθνική μας τηλεπαρουσιάστρια - Μετά από απουσία σχεδόν ενός χρόνου από τα τηλεοπτικά δρώμενα και ενώ όλοι πίστευαν ότι ο αποχαιρετισμός της στην TV ήταν οριστικός, επιστρέφει δριμύτερη και ξανά προς τη δόξα τραβά
Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
«Το σημαντικό είναι να είμαστε μαζί, κι εγώ υπόσχομαι να είμαι πάντα η Ελένη σας». Με 15 λέξεις η παρουσιάστρια ανακοίνωσε την επιστροφή της στην τηλεόραση. Από τον Σεπτέμβριο θα είναι στο MEGA. Στο πρώτο της τηλεοπτικό σπίτι απ’ όπου ξεκίνησε την επιτυχημένη καριέρα της πριν από 30 χρόνια. Σχεδόν έναν χρόνο πριν, το καλοκαίρι του 2020, αποχαιρετούσε βουρκωμένη το κοινό της. Το πλατό του τηλεοπτικού στούντιο του καναλιού ALPHA είχε πλημμυρίσει από παλιούς φίλους, νυν και τέως συνεργάτες της. Ανάμεσά τους κάποιοι από αυτούς φορούσαν, μάλλον με προσποιητό κέφι, πανομοιότυπα T-shirts με το μήνυμα «Ημουν κι εγώ στην Ελένη». Επί τρεισήμισι ώρες μπροστά στις κάμερες, σε μια φορτισμένη συναισθηματικά ατμόσφαιρα ξανα-ανταμώματος, το περιβάλλον παλλόταν από εξομολογήσεις, αναμνήσεις, δάκρυα και γέλια. Συγκινημένη η Ελένη Μενεγάκη, με πορτοκαλί μακρύ φόρεμα, έχοντας στο πλευρό της τον τρίτο σύζυγό της Ματέο Παντζόπουλο και τα τέσσερα παιδιά της, έδειχνε να αμφιταλαντεύεται μεταξύ σπαρακτικού αποχαιρετισμού και γαλήνιου happy end. Παρότι γνώριζε καλύτερα από όλους τους όρους του παιχνιδιού, δεν ήταν και οι ευκολότερες στιγμές για την ίδια. Δεν θα τερμάτιζε, όπως πάντα, τη σεζόν με τη μόνιμη επωδό της που έδινε «ραντεβού τον χειμώνα» με τους τηλεθεατές της.
Στη θέση της καρτερίας για την επόμενη συνάντησή τους εισέβαλε απειλητικά μια απροσδιόριστη εκκρεμότητα επανεμφάνισής της. Το κόστος της απόφασής της για αποχώρηση ζύγιζε βαρύ στους ώμους της. Εκλεινε 30, περίπου, χρόνια καθημερινής παρουσίας στη μικρή οθόνη, διάστημα που συγκροτούσε από μόνο του ένα ογκώδες κεφάλαιο τηλεοπτικής ιστορίας με αποκλειστικό τίτλο το όνομά της. Είχε υπογράψει στη μικρή οθόνη ένα μακροχρόνιο τηλεοπτικό blockbuster, το οποίο ελάχιστα πριν πέσουν οι τίτλοι τέλους του απαιτούσε από την πρωταγωνίστριά του ένα λυτρωτικό «αντίο». Γιατί όχι και μια υπαινικτική υπόσχεση. «Σημασία έχει η διαδρομή και όχι το φινάλε. Η ζωή συνεχίζεται και είναι όλο εκπλήξεις. Εις το επανιδείν», είπε ανάμεσα σε άλλα και απομακρύνθηκε υπό τους ήχους του «Παραδόθηκα σε σένα» που τραγουδούσε η φίλη και κουμπάρα της Νατάσα Θεοδωρίδου. Πριν πέσουν μαζικά οι διαφημίσεις και το πιστό κοινό της αρχίσει να αισθάνεται ρίγη συνδρόμου στέρησης από την απουσία της, τα λόγια της άφηναν ανακουφιστικά στους τηλεθεατές μια προσδοκία. Αυτή που συνδυάζεται με την επισήμανση ότι τα εντυπωσιακά blockbuster συνήθως τα ακολουθούν επιτυχημένα sequel.
Δεν την ονόμασαν τυχαία αδιαπραγμάτευτη «βασίλισσα» της ελληνικής τηλεόρασης. Και όπως στα παραμύθια, επιστρέφει στον «θρόνο» της για να δικαιώσει τον τίτλο που της απονεμήθηκε χάρη στην αποδοχή με την οποία την αγκάλιασε επί δεκαετίες το τηλεοπτικό κοινό. Η ίδια δεν έχει να αποδείξει τίποτε. Οσα κέρδισε στην καριέρα της τα απέκτησε πανάξια με το σπαθί της. Παρά την «ελιτίστικη» γκρίνια και τον άκαμπτο τηλεκριτικό σνομπισμό που τη συνόδεψε από τις πρώτες κιόλας τηλεοπτικές εμφανίσεις της, διαμορφώθηκε και διαμόρφωσε με την τηλεοπτική παρουσία της μια ολόκληρη εποχή στην ιδιωτική τηλεόραση.
Ταλαντούχα και πληθωρική
Συντονίστηκε από νωρίς στον παλμό των επιθυμιών των τηλεθεατών, καλλιέργησε μαζί τους μια αμφίδρομη σχέση ειλικρίνειας και έβαλε τη σφραγίδα της σε μια ανάλαφρη περίοδο ανεμελιάς, αισιοδοξίας και πλησμονής. Το κατόρθωμά της -δεν το λες και λίγο- ήταν ότι συνέχισε να παραμένει επιδραστική και σε χρόνους δίσεκτους και ζόρικους για την ταλαιπωρημένη από την κρίση και τα μνημόνια κοινωνία. Αυτό το φωτογενές και εξωστρεφές κορίτσι, όχι ακριβώς της διπλανής πόρτας, πίσω από την επιτηδευμένη αφέλειά του έκρυβε μια πανέξυπνη, ταλαντούχα και συγχρόνως πληθωρική γυναίκα που ωρίμαζε και άλλαζε μαζί με το κοινό της. Ταυτόχρονα, με τη μεταδοτική αμεσότητά της προσέλκυε και νεαρότερες ηλικίες αφότου πήρε το ρίσκο να αλλάξει ώρα προβολής της εκπομπής της, πηγαίνοντας από την πρωινή στη μεσημεριανή ζώνη.
Οποιαδήποτε, πάντως, ώρα κι αν εμφανιζόταν, έκανε υποδειγματικά τη δουλειά της. Ανέδυε καθημερινά πηγαίο κέφι, νάζι, ατάκες, τσαχπινιά, εκστομίζοντας σκόπιμα σαρδάμ και σπόντες, τρολάροντας ακόμη και τον εαυτό της. Είχε το χάρισμα να σαγηνεύει την κάμερα με το ανοιχτόκαρδο γέλιο της σπρώχνοντας αυθόρμητα τον διπλανό της, συνεργάτη ή προσκεκλημένο - αδιάφορο. Διέθετε επίσης την προσωπικότητα να επιβάλλεται στην ομαδική δουλειά των συνεργατών της. Κατάφερνε να μεταδίδει μαγνητικά στους καλεσμένους μια νωχελική οικειότητα και χαλαρότητα, εκμαιεύοντας αποκαλυπτικές ειδήσεις και παράλληλα με λακωνικότητα να βγάζει αβίαστα τα δικά της συμπεράσματα. Και βέβαια ποτέ δεν κράτησε ενοχικά ερμητικά κλειστή την προσωπική της ζωή. Την εξέθεσε σε κοινή θέα αποκτώντας σχέσεις αμοιβαιότητας με το κοινό της, η οποία τόνωνε την όλο και μεγαλύτερη απήχησή της σε αυτό. Ο γάμος της στον Αγιο Δημήτριο Κηφισιάς με τον Γιάννη Λάτσιο μεταδόθηκε live, σχεδόν γέννησε μπροστά στις κάμερες τέσσερις φορές, η βάφτιση του πρώτου της παιδιού έγινε το κοσμικό γεγονός της χρονιάς, το δεύτερο διαζύγιό της γνωστοποιήθηκε δημοσίως με δελτίο Τύπου. Θα μπορούσαν όλα αυτά να θεωρηθούν απλώς «ευπώλητα» επικοινωνιακά τρικ. Δεν είχε, ωστόσο, ανάγκη ως προωθητικό μάρκετινγκ τις προσωπικές της κοινοποιήσεις εκείνες τις σεζόν. Η καθιερωμένη εκπομπή της συγκέντρωνε κορυφαία τηλεθέαση. Ετσι ένιωθε, έτσι έπραττε, δίχως δεσμευτικά κλισέ και απαγορευτικά ενός καθοδηγούμενου κοινωνικού καθωσπρεπισμού.
Προφανώς και η ακόρεστη δίψα μερίδας του κοινού για τα κουτσομπολιά της προσωπικής της ζωής αξιοποιήθηκε καταλλήλως από πανελίστες σε εκπομπές και από παπαράτσι σε έντυπα της λεγόμενης κοινωνικής κριτικής. Οχι, όμως, όχι καθ’ υπόδειξιν της. Μια στρατιά, άλλωστε, σκαπανέων της «αποκαλυπτικής» δημοσιογραφίας ασχολούνταν σε μόνιμη βάση με το πού ψωνίζει λεμόνια, πού φτιάχνει τα νύχια της, πώς φταρνίζεται, όπως επίσης εξηγώντας λεπτομερώς στους αδηφάγους τηλεθεατές και αναγνώστες τους τι είδους ψάρι είναι ο λούτσος, για τον οποίο είχε διερωτηθεί με προμελετημένη, δίχως άλλο, απορία σε εκπομπή της. Ενδεχομένως η ίδια να κολακευόταν που αποσπούσε τη δημόσια προσοχή, αλλά δεν θα επέτρεπε στον εαυτό της να γίνει θύμα κανιβαλισμού από διάφορα ΜΜΕ. Διαφανής μπροστά από το διαυγές γυαλί της τηλεόρασης, αλλά όχι λεία σκοτεινής εκμετάλλευσης. Εξάλλου, αν η ίδια ήθελε να προκαλέσει ή να διεγείρει, διέθετε το δικό της πανελλήνιο βήμα. Θα αρκούσε, απλώς, η επίδειξη του σεξαπίλ της όταν έσκυβε, δήθεν αφηρημένη, πάνω από την κατσαρόλα της Βέφας προσφέροντας πανοραμική οπτική στο ενισχυμένο μπούστο της για να δημιουργεί και μαγειρικό αναβρασμό. Αλλά μια τέτοια φάμπρικα προσωρινής γοητείας και έξαψης, τροφοδοτημένη με θεατρικούς αναστεναγμούς, θα συνιστούσε ένα φτηνό κόλπο που θα φθειρόταν σύντομα από την επανάληψη. Δεν ήταν βιώσιμο ατού για μια ευφυή παρουσιάστρια με προδιαγραφές σταρ, που επιδίωκε να χαρίσει μια εντελώς μοναδική, μακράς διάρκειας, ταυτότητα στην επικοινωνία της με το κοινό. Αντίθετα, ήταν η γήινη αυτοπεποίθησή της που της επέτρεπε τη στέρεα συναισθηματική συνάρθρωση μαζί του.
Διέθετε τη φιλικότητα μιας εγκάρδιας και όμορφης γυναίκας, της οποίας η εικόνα λειτουργούσε δίχως την ανασφάλεια της τηλεθέασης και το άγχος της συρρικνωμένης διαφήμισης που παρέσυρε στο εξαντλητικό άγχος μια σειρά από άλλες ανακυκλώσιμες και τελικά αναλώσιμες τηλεοπτικές περσόνες. Αναπόδραστα, δεδομένης της επιτυχημένης διάρκειας, από τα 20 έως τα 50 της χρόνια, στη σταδιοδρομία της η Μενεγάκη με το τσαγανό της δεν έγινε απλώς άλλη μια οξυζεναρισμένη «Μπάρμπι» της ψυχαγωγικής τηλεοπτικής ζώνης και της ντόπιας showbiz, αλλά πανεθνικό icon. Με όλες τις απολαβές και τα προνόμια που προκύπτουν από την τελευταία της ιδιότητα.
Τα πρώτα βήματα
Δεν βάδισε τα πρώτα της βήματα σε στρωμένα, τροφαντά και πορφυρά χαλιά. Αντίκρισε από νωρίς τη δύσκολη πλευρά της ζωής. Γεννημένη στις 29 Οκτωβρίου του 1969 στο Κερατσίνι, με καταγωγή από το Ηράκλειο της Κρήτης, όπως μαρτυρά άλλωστε και το επίθετό της, μεγάλωσε σε ένα δυάρι στον Κολωνό. Μόλις 2,5 χρόνων έχασε τον πατέρα της, Κωνσταντίνο, από καρκίνο. Η μητέρα της, Ζέτα, σχεδόν 20 ετών, έγινε από την τρυφερή της ηλικία μάνα και πατέρας για εκείνην. Τα χρήματα δεν περίσσευαν στο σπιτικό τους, πλεόναζαν, όμως, η αξιοπρέπεια και η αγάπη. Οταν αργότερα ο δρόμος της μητέρας της συναντήθηκε με τον Στέλιο Μισόκαλο, τον οποίο παντρεύτηκε, η υπερβολικά αδύνατη και ντροπαλή ως την εφηβεία της Ελένη είχε ανατραφεί προστατευτικά ως μοναχοκόρη. Ο δεύτερος σύζυγος της μητέρας της ως πατριός περιέβαλλε την Ελένη με αμέριστη αγάπη και φροντίδα, την πρόσεχε σαν δικό του παιδί και της στάθηκε ως πραγματικός πατέρας. Στα 16 της ήρθε στον κόσμο ο αδερφός της Θοδωρής, τον οποίο αγκάλιασε με στοργή, ολοκληρώνοντας με ζεστασιά μια διευρυμένη πλέον και συνεκτικά δεμένη οικογένεια. Η μητέρα της θα ήθελε η κόρη της να σπουδάσει οδοντίατρος, από την άλλη εκείνη προτιμούσε να γίνει νηπιαγωγός. Εύστροφη αλλά όχι και πειθαρχημένη μαθήτρια, έκανε μαθήματα γλώσσας στο Γαλλικό Ινστιτούτο τσεκάροντας τις επαγγελματικές της προοπτικές. Αλλά όπου η μοίρα ή οι συμπτώσεις, τέλος πάντων, βάζουν, για καλό, τρικλοποδιές, τα ιδεατά προδιαγραμμένα δρομολόγια αλλάζουν κατευθύνσεις.
Στα τέλη της δεκαετίας του ’80, σε μια βόλτα με τη μητέρα της στο Κολωνάκι, μια συντάκτρια του περιοδικού «Cosmopolitan», εντυπωσιασμένη από το φυσικό παρουσιαστικό της, της πρότεινε να ασχοληθεί με το μόντελινγκ. Το πρακτορείο Elena’s Models την καλοδέχτηκε και σε λίγους μήνες φωτογραφιζόταν για το πρώτο πορτρέτο της στο εξώφυλλο του περιοδικού «Το Τέταρτο». Ηταν 19 ετών, με πλούσια καστανά, σπαστά μαλλιά, σαρκώδη χείλη, πλατύ χαμόγελο με αστραφτερή οδοντοστοιχία και ευθύ, ασκίαστο βλέμμα από τεράστια γαλανά μάτια. Ολα τα επιμέρους στοιχεία έδεναν αρμονικά σε ένα όμορφο, εκφραστικό πρόσωπο. Επιπροσθέτως, το καλλίγραμμο σώμα της με τα μακριά της πόδια την καθιστούσαν ιδανική για βιντεοκλίπ, επιδείξεις μόδας, διαφημιστικά. Ποζάρισε για μια καμπάνια κοσμημάτων, ενώ ταυτόχρονα την εντόπισε ο Μιχάλης Ρακιντζής, ο οποίος της πρότεινε τον πρωταγωνιστικό ρόλο στο βιντεοκλίπ για το τραγούδι του «Προκαλείς».
Στη θέση της καρτερίας για την επόμενη συνάντησή τους εισέβαλε απειλητικά μια απροσδιόριστη εκκρεμότητα επανεμφάνισής της. Το κόστος της απόφασής της για αποχώρηση ζύγιζε βαρύ στους ώμους της. Εκλεινε 30, περίπου, χρόνια καθημερινής παρουσίας στη μικρή οθόνη, διάστημα που συγκροτούσε από μόνο του ένα ογκώδες κεφάλαιο τηλεοπτικής ιστορίας με αποκλειστικό τίτλο το όνομά της. Είχε υπογράψει στη μικρή οθόνη ένα μακροχρόνιο τηλεοπτικό blockbuster, το οποίο ελάχιστα πριν πέσουν οι τίτλοι τέλους του απαιτούσε από την πρωταγωνίστριά του ένα λυτρωτικό «αντίο». Γιατί όχι και μια υπαινικτική υπόσχεση. «Σημασία έχει η διαδρομή και όχι το φινάλε. Η ζωή συνεχίζεται και είναι όλο εκπλήξεις. Εις το επανιδείν», είπε ανάμεσα σε άλλα και απομακρύνθηκε υπό τους ήχους του «Παραδόθηκα σε σένα» που τραγουδούσε η φίλη και κουμπάρα της Νατάσα Θεοδωρίδου. Πριν πέσουν μαζικά οι διαφημίσεις και το πιστό κοινό της αρχίσει να αισθάνεται ρίγη συνδρόμου στέρησης από την απουσία της, τα λόγια της άφηναν ανακουφιστικά στους τηλεθεατές μια προσδοκία. Αυτή που συνδυάζεται με την επισήμανση ότι τα εντυπωσιακά blockbuster συνήθως τα ακολουθούν επιτυχημένα sequel.
Δεν την ονόμασαν τυχαία αδιαπραγμάτευτη «βασίλισσα» της ελληνικής τηλεόρασης. Και όπως στα παραμύθια, επιστρέφει στον «θρόνο» της για να δικαιώσει τον τίτλο που της απονεμήθηκε χάρη στην αποδοχή με την οποία την αγκάλιασε επί δεκαετίες το τηλεοπτικό κοινό. Η ίδια δεν έχει να αποδείξει τίποτε. Οσα κέρδισε στην καριέρα της τα απέκτησε πανάξια με το σπαθί της. Παρά την «ελιτίστικη» γκρίνια και τον άκαμπτο τηλεκριτικό σνομπισμό που τη συνόδεψε από τις πρώτες κιόλας τηλεοπτικές εμφανίσεις της, διαμορφώθηκε και διαμόρφωσε με την τηλεοπτική παρουσία της μια ολόκληρη εποχή στην ιδιωτική τηλεόραση.
Ταλαντούχα και πληθωρική
Συντονίστηκε από νωρίς στον παλμό των επιθυμιών των τηλεθεατών, καλλιέργησε μαζί τους μια αμφίδρομη σχέση ειλικρίνειας και έβαλε τη σφραγίδα της σε μια ανάλαφρη περίοδο ανεμελιάς, αισιοδοξίας και πλησμονής. Το κατόρθωμά της -δεν το λες και λίγο- ήταν ότι συνέχισε να παραμένει επιδραστική και σε χρόνους δίσεκτους και ζόρικους για την ταλαιπωρημένη από την κρίση και τα μνημόνια κοινωνία. Αυτό το φωτογενές και εξωστρεφές κορίτσι, όχι ακριβώς της διπλανής πόρτας, πίσω από την επιτηδευμένη αφέλειά του έκρυβε μια πανέξυπνη, ταλαντούχα και συγχρόνως πληθωρική γυναίκα που ωρίμαζε και άλλαζε μαζί με το κοινό της. Ταυτόχρονα, με τη μεταδοτική αμεσότητά της προσέλκυε και νεαρότερες ηλικίες αφότου πήρε το ρίσκο να αλλάξει ώρα προβολής της εκπομπής της, πηγαίνοντας από την πρωινή στη μεσημεριανή ζώνη.
Οποιαδήποτε, πάντως, ώρα κι αν εμφανιζόταν, έκανε υποδειγματικά τη δουλειά της. Ανέδυε καθημερινά πηγαίο κέφι, νάζι, ατάκες, τσαχπινιά, εκστομίζοντας σκόπιμα σαρδάμ και σπόντες, τρολάροντας ακόμη και τον εαυτό της. Είχε το χάρισμα να σαγηνεύει την κάμερα με το ανοιχτόκαρδο γέλιο της σπρώχνοντας αυθόρμητα τον διπλανό της, συνεργάτη ή προσκεκλημένο - αδιάφορο. Διέθετε επίσης την προσωπικότητα να επιβάλλεται στην ομαδική δουλειά των συνεργατών της. Κατάφερνε να μεταδίδει μαγνητικά στους καλεσμένους μια νωχελική οικειότητα και χαλαρότητα, εκμαιεύοντας αποκαλυπτικές ειδήσεις και παράλληλα με λακωνικότητα να βγάζει αβίαστα τα δικά της συμπεράσματα. Και βέβαια ποτέ δεν κράτησε ενοχικά ερμητικά κλειστή την προσωπική της ζωή. Την εξέθεσε σε κοινή θέα αποκτώντας σχέσεις αμοιβαιότητας με το κοινό της, η οποία τόνωνε την όλο και μεγαλύτερη απήχησή της σε αυτό. Ο γάμος της στον Αγιο Δημήτριο Κηφισιάς με τον Γιάννη Λάτσιο μεταδόθηκε live, σχεδόν γέννησε μπροστά στις κάμερες τέσσερις φορές, η βάφτιση του πρώτου της παιδιού έγινε το κοσμικό γεγονός της χρονιάς, το δεύτερο διαζύγιό της γνωστοποιήθηκε δημοσίως με δελτίο Τύπου. Θα μπορούσαν όλα αυτά να θεωρηθούν απλώς «ευπώλητα» επικοινωνιακά τρικ. Δεν είχε, ωστόσο, ανάγκη ως προωθητικό μάρκετινγκ τις προσωπικές της κοινοποιήσεις εκείνες τις σεζόν. Η καθιερωμένη εκπομπή της συγκέντρωνε κορυφαία τηλεθέαση. Ετσι ένιωθε, έτσι έπραττε, δίχως δεσμευτικά κλισέ και απαγορευτικά ενός καθοδηγούμενου κοινωνικού καθωσπρεπισμού.
Προφανώς και η ακόρεστη δίψα μερίδας του κοινού για τα κουτσομπολιά της προσωπικής της ζωής αξιοποιήθηκε καταλλήλως από πανελίστες σε εκπομπές και από παπαράτσι σε έντυπα της λεγόμενης κοινωνικής κριτικής. Οχι, όμως, όχι καθ’ υπόδειξιν της. Μια στρατιά, άλλωστε, σκαπανέων της «αποκαλυπτικής» δημοσιογραφίας ασχολούνταν σε μόνιμη βάση με το πού ψωνίζει λεμόνια, πού φτιάχνει τα νύχια της, πώς φταρνίζεται, όπως επίσης εξηγώντας λεπτομερώς στους αδηφάγους τηλεθεατές και αναγνώστες τους τι είδους ψάρι είναι ο λούτσος, για τον οποίο είχε διερωτηθεί με προμελετημένη, δίχως άλλο, απορία σε εκπομπή της. Ενδεχομένως η ίδια να κολακευόταν που αποσπούσε τη δημόσια προσοχή, αλλά δεν θα επέτρεπε στον εαυτό της να γίνει θύμα κανιβαλισμού από διάφορα ΜΜΕ. Διαφανής μπροστά από το διαυγές γυαλί της τηλεόρασης, αλλά όχι λεία σκοτεινής εκμετάλλευσης. Εξάλλου, αν η ίδια ήθελε να προκαλέσει ή να διεγείρει, διέθετε το δικό της πανελλήνιο βήμα. Θα αρκούσε, απλώς, η επίδειξη του σεξαπίλ της όταν έσκυβε, δήθεν αφηρημένη, πάνω από την κατσαρόλα της Βέφας προσφέροντας πανοραμική οπτική στο ενισχυμένο μπούστο της για να δημιουργεί και μαγειρικό αναβρασμό. Αλλά μια τέτοια φάμπρικα προσωρινής γοητείας και έξαψης, τροφοδοτημένη με θεατρικούς αναστεναγμούς, θα συνιστούσε ένα φτηνό κόλπο που θα φθειρόταν σύντομα από την επανάληψη. Δεν ήταν βιώσιμο ατού για μια ευφυή παρουσιάστρια με προδιαγραφές σταρ, που επιδίωκε να χαρίσει μια εντελώς μοναδική, μακράς διάρκειας, ταυτότητα στην επικοινωνία της με το κοινό. Αντίθετα, ήταν η γήινη αυτοπεποίθησή της που της επέτρεπε τη στέρεα συναισθηματική συνάρθρωση μαζί του.
Διέθετε τη φιλικότητα μιας εγκάρδιας και όμορφης γυναίκας, της οποίας η εικόνα λειτουργούσε δίχως την ανασφάλεια της τηλεθέασης και το άγχος της συρρικνωμένης διαφήμισης που παρέσυρε στο εξαντλητικό άγχος μια σειρά από άλλες ανακυκλώσιμες και τελικά αναλώσιμες τηλεοπτικές περσόνες. Αναπόδραστα, δεδομένης της επιτυχημένης διάρκειας, από τα 20 έως τα 50 της χρόνια, στη σταδιοδρομία της η Μενεγάκη με το τσαγανό της δεν έγινε απλώς άλλη μια οξυζεναρισμένη «Μπάρμπι» της ψυχαγωγικής τηλεοπτικής ζώνης και της ντόπιας showbiz, αλλά πανεθνικό icon. Με όλες τις απολαβές και τα προνόμια που προκύπτουν από την τελευταία της ιδιότητα.
Τα πρώτα βήματα
Δεν βάδισε τα πρώτα της βήματα σε στρωμένα, τροφαντά και πορφυρά χαλιά. Αντίκρισε από νωρίς τη δύσκολη πλευρά της ζωής. Γεννημένη στις 29 Οκτωβρίου του 1969 στο Κερατσίνι, με καταγωγή από το Ηράκλειο της Κρήτης, όπως μαρτυρά άλλωστε και το επίθετό της, μεγάλωσε σε ένα δυάρι στον Κολωνό. Μόλις 2,5 χρόνων έχασε τον πατέρα της, Κωνσταντίνο, από καρκίνο. Η μητέρα της, Ζέτα, σχεδόν 20 ετών, έγινε από την τρυφερή της ηλικία μάνα και πατέρας για εκείνην. Τα χρήματα δεν περίσσευαν στο σπιτικό τους, πλεόναζαν, όμως, η αξιοπρέπεια και η αγάπη. Οταν αργότερα ο δρόμος της μητέρας της συναντήθηκε με τον Στέλιο Μισόκαλο, τον οποίο παντρεύτηκε, η υπερβολικά αδύνατη και ντροπαλή ως την εφηβεία της Ελένη είχε ανατραφεί προστατευτικά ως μοναχοκόρη. Ο δεύτερος σύζυγος της μητέρας της ως πατριός περιέβαλλε την Ελένη με αμέριστη αγάπη και φροντίδα, την πρόσεχε σαν δικό του παιδί και της στάθηκε ως πραγματικός πατέρας. Στα 16 της ήρθε στον κόσμο ο αδερφός της Θοδωρής, τον οποίο αγκάλιασε με στοργή, ολοκληρώνοντας με ζεστασιά μια διευρυμένη πλέον και συνεκτικά δεμένη οικογένεια. Η μητέρα της θα ήθελε η κόρη της να σπουδάσει οδοντίατρος, από την άλλη εκείνη προτιμούσε να γίνει νηπιαγωγός. Εύστροφη αλλά όχι και πειθαρχημένη μαθήτρια, έκανε μαθήματα γλώσσας στο Γαλλικό Ινστιτούτο τσεκάροντας τις επαγγελματικές της προοπτικές. Αλλά όπου η μοίρα ή οι συμπτώσεις, τέλος πάντων, βάζουν, για καλό, τρικλοποδιές, τα ιδεατά προδιαγραμμένα δρομολόγια αλλάζουν κατευθύνσεις.
Στα τέλη της δεκαετίας του ’80, σε μια βόλτα με τη μητέρα της στο Κολωνάκι, μια συντάκτρια του περιοδικού «Cosmopolitan», εντυπωσιασμένη από το φυσικό παρουσιαστικό της, της πρότεινε να ασχοληθεί με το μόντελινγκ. Το πρακτορείο Elena’s Models την καλοδέχτηκε και σε λίγους μήνες φωτογραφιζόταν για το πρώτο πορτρέτο της στο εξώφυλλο του περιοδικού «Το Τέταρτο». Ηταν 19 ετών, με πλούσια καστανά, σπαστά μαλλιά, σαρκώδη χείλη, πλατύ χαμόγελο με αστραφτερή οδοντοστοιχία και ευθύ, ασκίαστο βλέμμα από τεράστια γαλανά μάτια. Ολα τα επιμέρους στοιχεία έδεναν αρμονικά σε ένα όμορφο, εκφραστικό πρόσωπο. Επιπροσθέτως, το καλλίγραμμο σώμα της με τα μακριά της πόδια την καθιστούσαν ιδανική για βιντεοκλίπ, επιδείξεις μόδας, διαφημιστικά. Ποζάρισε για μια καμπάνια κοσμημάτων, ενώ ταυτόχρονα την εντόπισε ο Μιχάλης Ρακιντζής, ο οποίος της πρότεινε τον πρωταγωνιστικό ρόλο στο βιντεοκλίπ για το τραγούδι του «Προκαλείς».
Η τηλεόραση
Ακολούθησε το 1990 διαφημιστικό για εταιρεία καφέ και την ίδια χρονιά πρωταγωνίστησε σε σποτ για σαμπουάν μαζί με την Κατερίνα Λέχου. Η πορεία της με τα διαφημιστικά θα εξελισσόταν και θα αναβαθμιζόταν με τα χρόνια, αλλά εκείνα τα φεγγάρια ήταν κιόλας παντρεμένη με τον επιχειρηματία Σταύρο Γαρδέρη. Ο γάμος του ζευγαριού κράτησε έναν χρόνο και διαλύθηκε εντελώς συμπτωματικά τη στιγμή που τα πρώτα ιδιωτικά κανάλια έβγαιναν εκρηκτικά στον αέρα. Η σγουρομάλλα, καστανή με το εμφανές καθημερινό μακιγιάζ και την εντυπωσιακή κομψότητα ήταν σαν έτοιμη από καιρό να ανέβει επαγγελματική πίστα. Αυτή τη φορά στα τηλεοπτικά πλατό.
Ξεκίνησε στο MEGA το 1991 με την εκπομπή «Κοκτέιλ» μαζί με τον Ιάσονα Τριανταφυλλίδη και τον Νίκο Διαμανταρίδη. Ελαμψε με τη μια. Πήρε τον αέρα του τηλεοπτικού αέρα και μαγνητίζοντας ασκαρδαμυκτί τον φακό στο ξεκίνημά της. Εκανε ένα πέρασμα από τις σειρές «Αχ Ελένη» και «Τα Μπακούρια», ενώ παράλληλα συμμετείχε σε διαφημίσεις για ριζότο, λάδι σόγιας, καθαριστικό τζαμιών. Δεν άφηνε μεροκάματο να πάει χαμένο, συνεισφέροντας στο περιορισμένο βαλάντιο της οικογένειάς της. Ωσπου, διόλου αναπάντεχα, το ολόφρεσκο πρόσωπό της με την αμεσότητα, τη χάρη και την άνεσή της συμμετέχει στο τηλεπαιχνίδι «Mega Banca» ως συμπαρουσιάστρια του Γιώργου G. Poly Πολυχρονίου.
Αυτό ήταν. «Εγραψε» με την ολιγόλεπτη καθημερινή παρουσία της και άφησε πίσω της την ανώνυμη φευγαλέα φιγούρα των διαφημιστικών. Δεν ήταν πια το κορίτσι που έλεγε τα νούμερα στο τηλεπαιχνίδι και την ανήγγειλε ο παρουσιαστής με τη χαρακτηριστική black velvet φωνή του λέγοντας «και τώρα να υποδεχτούμε την Ελενίτσα που θα γυρίσει τον τροχό». Εγινε η επώνυμη και αναγνωρίσιμη πια στο ευρύτερο κοινό Ελένη Μενεγάκη.
Το 1995 ο διαρκώς ανήσυχος Μίνως Κυριακού εξερευνούσε διακριτικά όλα τα νεαρά πρόσωπα που είχαν προοπτικές καριέρας στο κανάλι του. Διέκρινε τη Μενεγάκη που στενογραφούσε στη γοητεία της κάτι από την ελκυστική μοναδικότητα των super models των 90s και της πρόσφερε συμβόλαιο με τον ΑΝΤ1. Δέχθηκε την πρόταση υπολογίζοντας στην παρουσίαση κάποιου μαγκαζίνο ή τηλεπαιχνιδιού. Αντ’ αυτών ξεχώρισε με ξανθές μπούκλες ως ηθοποιός για δύο σεζόν στην πολύ επιτυχημένη κωμική σειρά «Πάτερ ημών» μαζί με τον Κώστα Καρρά.
Οι επικεφαλής του σταθμού, διαβλέποντας την επικοινωνιακή της δεινότητα και την ενστικτώδη προσαρμογή της σε όλες τις συνθήκες, της παρέδωσαν τα κλειδιά της πρώτης δικής της εκπομπής σε μια θέση που είχε αφήσει κενή λίγο πριν η Ρούλα Κορομηλά. Οταν αποχώρησε και η Πόπη Χατζηδημητρίου, μπήκε βιαστικά στον χορό. Το Σάββατο έκανε ένα δοκιμαστικό, την Κυριακή μια πρόβα και τη Δευτέρα 25 Σεπτεμβρίου του 1995 η Ελένη βγήκε στον αέρα από το κανάλι του Αμαρουσιού ως νέα φιλόξενη οικοδέσποινα του «Πρωινού Καφέ». Καλημέρισε ευγενικά τους τηλεθεατές ντυμένη συνεσταλμένα με κόκκινο σακάκι, μαύρη φούστα και -ύστερα από προνοητική σύσταση της έμπειρης Λόλας Νταϊφά-, με πιο ανοιχτούς τόνους στο ξανθό και ισιωμένο πλέον μαλλί της. Ξέχασε μεμιάς τα χουζούρια, το κρεβάτι και τις αργοπορημένες πρωινές εγέρσεις έως ότου ολοκληρώσει τον ύπνο της και ρίχτηκε με όρεξη και ενέργεια στη δουλειά. Μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα συμπλήρωνε, σύμφωνα με τον Οδυσσέα Ελύτη, τα τρία «Τ» της επιτυχίας: Ταλέντο, Τόλμη, Τύχη. Μόνο που η πραγματική της επιτυχία δεν προέκυψε αιφνιδιαστικά. Ηταν και προϊόν του μόχθου της. Αυτής της διαρκούς ακαταπόνητης προσπάθειας που την κατέστησε ακαταμάχητη σε τηλεθέαση πρωταγωνίστρια της πρωινής εκπομπής στο ίδιο κανάλι.
Το 2005 ο Δημήτρης Κοντομηνάς τής πρότεινε να αναλάβει την πρωινή ζώνη του ALPHA με την εκπομπή «Καφές με την Ελένη». Δεν αγνόησε τη δελεαστική του προσφορά και μετακόμισε από τον ΑΝΤ1 ύστερα από 10 χρόνια συνεργασίας. Το ανακοίνωσε με ένα δελτίο Τύπου στο οποίο επικαλείτο προσωπικούς λόγους. Ο ζεστός, ήρεμος και καλλιεργημένος με στόφα διανοούμενου σύζυγός της Γιάννης Λάτσιος είχε ήδη φύγει από τον ΑΝΤ1 για τον ALPHA και εκείνη αποφάσισε να τον ακολουθήσει στη νέα τηλεοπτική του στέγη. Μαζί, άλλωστε, απέκτησαν τρία παιδιά, υλοποιώντας την επιθυμία της Ελένης για μεγάλη οικογένεια που τόσο της είχε λείψει στα παιδικά της χρόνια. Βέβαια όταν ο Γιάννης επέστρεψε στο κανάλι του Αμαρουσίου, η Ελένη δεν επανήλθε, παρότι είχε ολοκληρώσει το συμβόλαιό της στην Κάντζα. Αργότερα, το 2010, το ζευγάρι πήρε διαζύγιο μετά από 10 χρόνια γάμου και 13 χρόνια σχέσης. Ενα ειδύλλιο που ξεκίνησε στον ANT1, όταν εκείνη ήταν κεντρική παρουσιάστρια της πρωινής εκπομπής και εκείνος διευθυντής προγράμματος.
Παρά τους αρχικούς κλυδωνισμούς στο νέο περιβάλλον και την καινούρια συχνότητα, διέγραψε νέα ρότα στη λαμπρή καριέρα της. Σύντομα η βασίλισσα της πρωινής ζώνης ξαναπήρε το σκήπτρο της. Για έξι συναπτές σεζόν παρουσίαζε το πρωινό και από το 2011 ανέλαβε για άλλες εννιά χρονιές τη μεσημεριανή ψυχαγωγική εκπομπή «Ελένη».
Αντικείμενο λατρείας
Η εύγλωττη αλήθεια είναι ότι η Ελένη Μενεγάκη έγινε επί πολλά χρόνια αντικείμενο λατρείας από μεγάλη μερίδα του ελληνικού κοινού. Φετιχοποιήθηκε σχεδόν στα εξώφυλλα των περιοδικών και προσωποποίησε διαχρονικά με την εικόνα της την εκάστοτε τάση του καταναλωτικού και μοδάτου lifestyle. Συνέρρεαν στα καταστήματα καλλυντικών και ρούχων οι τηλεθεάτριες να αναζητήσουν την κρέμα που δοκίμασε στην εκπομπή της ή τα προϊόντα περιποίησης μαλλιών που διαφημίζει σε ρεκλάμες. Εψαχναν ακόμη το κραγιόν, το μαγιό, το παρεό, το καπέλο, τα τακούνια που φόρεσε στο τάδε ή το δείνα εξώφυλλο, ή το νυφικό της που σχεδίασε η Σήλια Κριθαριώτη για τον γάμο της. Παράλληλα γιγαντωνόταν το ενδιαφέρον για τη ζωή και τις συνήθειές της. Νοικοκυρές γνώριζαν λεπτομερώς την γκαρνταρόμπα της πολύτεκνης μητέρας, κάθε τετραγωνικό εκατοστό από το εμβαδόν της πέτρινης βίλας της στα Μελίσσια με τον καταπράσινο κήπο γεμάτο τριανταφυλλιές και ότι τον σκύλο της τον έλεγαν Βίκτωρα και τον γάτο της Λάκη, ή αντιστρόφως.
Συνταξιούχοι κουβέντιαζαν ως λογιστές αν πράγματι αμειβόταν με περίπου 2 εκατ. ευρώ τον χρόνο, όπως επίσης αν ήταν λίγα ή πολλά τα μέχρι υποδιαστολής καταμετρημένα 9.794.000 ευρώ που αναφέρονταν ως καθαρά κέρδη της παρουσιάστριας στη δικαστική διαμάχη με τον δεύτερο σύζυγό της. Οσο για τις παπαρατσικές φωτογραφίες της, αυτές μοσχοπουλιούνταν. Προ δεκαετίας, όταν ξεκίνησε η σχέση της με τον επιχειρηματία Ματέο Παντζόπουλο, τον από εξαετίας σημερινό τρίτο σύζυγό της, με τον οποίο απέκτησε μία κόρη, γινόταν κανονικός πλειστηριασμός για ένα ενσταντανέ τους.
Η Ελένη όχι μόνο «πουλούσε» στα media, όχι μόνο προσκόμιζε εγγυημένα κέρδη, κοινώς «τα ’φερνε» προσελκύοντας άφθονους χορηγούς στα κανάλια που εμφανιζόταν, αλλά εμμέσως συνέβαλλε στην προσφορά αμειβόμενης δουλειάς για έναν ολόκληρο κόσμο εργαζομένων που είχαν ως βασική ενασχόληση την προβολή της δημόσιας εικόνας της στα διάφορα ΜΜΕ που απασχολούνταν.
Οπως και ναʼ’χει, μετά από δέκα περίπου μήνες μακριά από τη μικρή οθόνη βρήκε τον απαιτούμενο χρόνο να ξεκουραστεί, να αποσαφηνίσει τους στόχους και να επαναδρομολογήσει τη μεγάλη επιστροφή της στον χώρο που αγαπά, είναι δοκιμασμένη και αναγνωρισμένη ως εξπέρ. Η έμπειρη παρουσιάστρια, χωρίς να υποβιβάσει τα στάνταρ της -ανέκαθεν υπέγραφε ισχυρά συμβόλαια- ανίχνευσε το τρέχον τηλεοπτικό τοπίο και διαπραγματεύτηκε με τον τρόπο που μόνο αυτή γνωρίζει τους όρους της επανόδου της στην τηλεόραση. Συμφώνησε, τελικά, με το MEGA και τον ιδιοκτήτη του Βαγγέλη Μαρινάκη για τριετές συμβόλαιο.
Ο τελευταίος, δυναμικός παίκτης και στην τηλεοπτική πιάτσα, ο οποίος έχει αποδείξει ότι δεν διστάζει να επενδύει απλόχερα στην ποιότητα, το κύρος και τη προσδοκώμενη αποδοτικότητα, στάθηκε στο ύψος των απαιτήσεων της περίστασης. Εδωσε τα χέρια μαζί της διασφαλίζοντας την επανεμφάνιση της Ελένης Μενεγάκη στο Μεγάλο Κανάλι, το οποίο προχώρησε σε μια λιτή ανακοίνωση της συνεργασίας τους. Κρίνοντας από την επαγγελματική της διαδρομή και την προσμονή των τηλεθεατών, η επιτυχία της είναι αναμενόμενη. Εξάλλου στην ιστορία κάθε επιτυχίας θα βρεθούν τουλάχιστον δύο που πήραν μια θαρραλέα απόφαση.
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: NDP, PANOULIS, ACTION IMAGES
Ειδήσεις σήμερα:
Σχολεία: Χτύπησε το πρώτο κουδούνι στα Λύκεια - Με self test και θερμομετρήσεις μπαίνουν οι μαθητές στις τάξεις Μητσοτάκης: Self test σε λιανεμπόριο, μέσα μεταφοράς και delivery στο τέλος της εβδομάδας
Γιώργος Καραϊβάζ: Στο «μικροσκόπιο» οι δύο δολοφόνοι - Το κίνητρο της δολοφονίας το «κλειδί» για την εξιχνίαση
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα