Τελικά τι είναι οι Trappers; O Snik, o Lamanif, o FY και τα άλλα... παιδιά που προκαλούν και σκανδαλίζουν
22.04.2021
22:20
Η underground σκηνή με ρίζες στο hip hop υποκρίνεται ότι είναι κάτι μεγαλύτερο από αυτό που είναι και έχει πολλούς φαν ανάμεσα στους εφήβους - Κυκλοφορεί με πολύχρωμες γούνες, τατουάζ, χρυσές αλυσίδες και προβάλλει με τα τραγούδια της την κενοδοξία, τον μισογυνισμό και το υπερτροφικό εγώ των ερμηνευτών
Ξεκίνησε από underground, σχεδόν υποχθόνια, ως υποδιαίρεση της κουλτούρας του χιπ χοπ. Ειδικά στην Ελλάδα διαδόθηκε και εκφυλίστηκε τόσο ώστε να είναι πιο mainstream κι από μπουζούκια την εποχή της σοσιαλδημοκρατίας (βλ. ορθόδοξο ΠΑΣΟΚ). Αλλωστε, αν κάτι κατάφερε να εκφράσει ανάγλυφα η ελληνική τραπ σκηνή, αυτό είναι να περιγράψει την εθνική μικροαστική ονείρωξη με το όνομά της. Τίμια, απλά και ξεκάθαρα. Αν κάποτε η κοινωνική καταξίωση και η έξωθεν καλή μαρτυρία συνοψίζονταν στο πρώτο τραπέζι πίστα και στον διαγκωνισμό για μια θέση στις κοσμικές στήλες των περιοδικών, πλέον εκφράζεται απλά, λιτά και σχεδόν κατανοητά για τον μέσο νου διαμέσου της viral ρίμας «Θέλω κότερα, ελικόπτερα, θέλω οικόπεδα, γούστα ακριβά, έχω γούστα ακριβά». Ναι, ώρες-ώρες το ελληνικό τραπ μοιάζει εφάμιλλα κακόγουστο, κιτς και παρωχημένο με τις πίστες των 80s και των 90s.
Ωστόσο, κανείς δεν μπορεί να μην παραδεχτεί στραγγίζοντας τα αποθέματα γενναιότητάς του και με πόνο καρδιάς ότι στην πραγματικότητα οι Ελληνες τράπερ φτύνοντας λέξεις και μιλώντας για πράγματα και καταστάσεις που έχουν ζήσει στην πιο ανθηρή φαντασία τους -και μόνο- ανατέμνουν χειρουργικά το κοινωνικό DNA της μεταμνημονιακής Ελλάδας. Εδώ που τα λέμε, έχουν το δικαίωμα, αφού πρόκειται για τα αγόρια (και τα κορίτσια) που μεγάλωσαν στην Ελλάδα της οικονομικής περιδίνησης, γαλουχήθηκαν με μνημόνια και τελικά ανέλαβαν να υποκαταστήσουν, απ’ ό,τι φαίνεται, την καθεστηκυία τάξη του lifestyle.
Αν το καλοσκεφτεί κανείς, ακόμα και τα οιονεί σκάνδαλα, το κουτσομπολιό και τα viral θέματα που αναδύονται στον αφρό της επικαιρότητας δεν γεννιούνται πια από τους αλλοτινούς celebrities πρώτης γραμμής και μεγάλου βεληνεκούς, αλλά ζυμώνονται στον (μικρό)κοσμο των τράπερ.
Πότε θα γίνω μάνα;
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο δήθεν χωρισμός από τραπέζης και κλίνης του αδιαφιλονίκητου σταρ της τραπ σκηνής Snik από την Ηλιάνα Παπαγεωργίου αναπαράχθηκε τις τελευταίες ημέρες λυσσαλέα από sites, τηλεόραση και περιοδικά. Εννοείται ότι προκάλεσε ντελίριο στις «ρουβίτσες» του τράπερ που έσπευσαν κατά στρατιές για ινσταγκραμική παρηγοριά. Κυρίως έδειξε πόσο προσδεμένοι στο άρμα της ντόπιας σόουμπιζ είναι οι τράπερ, αφού η υποτιθέμενη ρήξη ανάμεσα στον καλλιτέχνη και την τηλεπαρουσιάστρια έγινε πρώτη είδηση στα πρωινάδικα, ενώ η διάψευσή της ήρθε μέσω ενός act που στήθηκε με συνοπτικές διαδικασίες στην εκπομπή της Παπαγεωργίου - εντάξει, ποιος δεν καπηλεύτηκε σπαράγματα της ιδιωτικής ζωής του για μια χούφτα τηλεθέαση; Οπως όλα τα παραμύθια, έτσι κι αυτό είχε καλό τέλος. Το έγραψε ο Snik μέσω ενός live στο Instagram, όπου με τη γνωστή έκφρασή του μεταξύ δυσθυμίας, αηδίας και δυσκοιλιότητας, α) καλούσε το ποίμνιο των γυναικών fan του να δείξουν χαρακτήρα και να μην υπερτροφοδοτούν το inbox του με τα θέλγητρά τους, και β) διατυμπάνιζε την επιθυμία του να αποκτήσει έναν μικρό Snik, το γάλα του οποίου θα αραιώνει πιθανότατα στο μπιμπερό με ρίμες από την «αλήτικη» ζωή του.
Αν τα παλιά, αναλογικά χρόνια τα όπλα των λαϊκών ειδώλων ήταν οι δίσκοι, τα CD, το «Μπράβο, Ρούλα!» και οι με το ζόρι μοντέρνες φωτογραφήσεις στον μηναίο Τύπο, τώρα όλα τα παραπάνω έχουν αντικατασταθεί από τα κοινωνικά δίκτυα, κυρίως το YouTube και το Instagram. Στο τελευταίο κατέφυγε και ο τράπερ Lamanif, γνωστός ως αρσενικό αντίστοιχο της Κιμ Καρντάσιαν στα καθ’ ημάς, μετά τη δημοσιοποίηση ενός βίντεο από ιδιωτικές στιγμές με την αφέντρα του. Η εξαφάνιση του Lamanif, ο οποίος ατιμωμένος από την αποκάλυψη απειλούσε ακόμα και με αυτοκτονία -πάντα μέσω βίντεο- είχε αίσιο τέλος. Ο ίδιος πριν από λίγες ημέρες απηύθυνε διαδικτυακό διάγγελμα στους fan του από τη Γερμανία, όπου κατέφυγε για το δικό του restart.
Σε κάθε περίπτωση, η ιστορία του revenge porn -όχι άγνωστη ή καινοφανής στο σύμπαν των τράπερ- είναι ό,τι πρέπει για να εμπνεύσει μελλοντικά μουσικά ανδραγαθήματά του. Τα beef (βλ. έριδες, τσακωμοί, μαναφούκια) είναι στην ημερήσια διάταξη της φυλής των τράπερ. Θυμηθείτε τον ιστορικό πλέον καβγά των «αυτοκόλλητων» πια Snik και Light στα MAD Awards του 2019 ή το ξέσπασμα του δεύτερου στα τέλη του καλοκαιριού που έκανε γης Μαδιάμ παραλιακό κλαμπ της Αθηναϊκής Ριβιέρας επειδή κάποιος φλέρταρε το κορίτσι του. Αν δεν ήμασταν στο 2021, θα μιλάγαμε για σεκάνς παλιού ασπρόμαυρου ελληνικού κινηματογράφου. Χαρακτηριστική είναι και η περίπτωση του Sin Boy που αποφάσισε να αποτραβηχτεί πάνω στον κολοφώνα της δόξας του με το «Mama». Οχι για πολύ.
Το τελευταίο επεισόδιο στους ενδοοικογενειακούς καβγάδες της νοτιοβαλκανικής τραπ φέρει την υπογραφή του Ypo, τον οποίο πολλοί θεωρούν -όχι άδικα- πατριάρχη της σκηνής, ιδρυτή της εμβληματικής Capital Music και καλλιτέχνη από το πλευρό του οποίου πλάστηκαν μια ντουζίνα τράπερ. Μέσα από μια σειρά βίντεο που κυκλοφορούν στο YouTube αποδομεί τα αλλοτινά φιντάνια του Snik και Light, με όση αναίδεια και τζάμπα μαγκιά προϋποθέτει η φάση. Ναι, τα Instagram live έχουν όλες τις προϋποθέσεις για να είναι τα νέα τηλεπαράθυρα. Το δίχως άλλο φαιδρή μοιάζει και η συνήθεια των αυτοχθόνων τράπερ να κυκλοφορούν με λιτανεία συνοδών που φροντίζουν για την ασφάλειά τους, μα κυρίως για την απώθηση δημοσιογράφων. Υπενθυμίζεται ότι βρισκόμαστε στα Νότια Βαλκάνια και όχι στις κακόφημες γειτονιές του αμερικανικού Νότου, εκεί δηλαδή όπου έχει τις απαρχές της η τραπ μουσική.
Ωστόσο, κανείς δεν μπορεί να μην παραδεχτεί στραγγίζοντας τα αποθέματα γενναιότητάς του και με πόνο καρδιάς ότι στην πραγματικότητα οι Ελληνες τράπερ φτύνοντας λέξεις και μιλώντας για πράγματα και καταστάσεις που έχουν ζήσει στην πιο ανθηρή φαντασία τους -και μόνο- ανατέμνουν χειρουργικά το κοινωνικό DNA της μεταμνημονιακής Ελλάδας. Εδώ που τα λέμε, έχουν το δικαίωμα, αφού πρόκειται για τα αγόρια (και τα κορίτσια) που μεγάλωσαν στην Ελλάδα της οικονομικής περιδίνησης, γαλουχήθηκαν με μνημόνια και τελικά ανέλαβαν να υποκαταστήσουν, απ’ ό,τι φαίνεται, την καθεστηκυία τάξη του lifestyle.
Αν το καλοσκεφτεί κανείς, ακόμα και τα οιονεί σκάνδαλα, το κουτσομπολιό και τα viral θέματα που αναδύονται στον αφρό της επικαιρότητας δεν γεννιούνται πια από τους αλλοτινούς celebrities πρώτης γραμμής και μεγάλου βεληνεκούς, αλλά ζυμώνονται στον (μικρό)κοσμο των τράπερ.
Πότε θα γίνω μάνα;
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο δήθεν χωρισμός από τραπέζης και κλίνης του αδιαφιλονίκητου σταρ της τραπ σκηνής Snik από την Ηλιάνα Παπαγεωργίου αναπαράχθηκε τις τελευταίες ημέρες λυσσαλέα από sites, τηλεόραση και περιοδικά. Εννοείται ότι προκάλεσε ντελίριο στις «ρουβίτσες» του τράπερ που έσπευσαν κατά στρατιές για ινσταγκραμική παρηγοριά. Κυρίως έδειξε πόσο προσδεμένοι στο άρμα της ντόπιας σόουμπιζ είναι οι τράπερ, αφού η υποτιθέμενη ρήξη ανάμεσα στον καλλιτέχνη και την τηλεπαρουσιάστρια έγινε πρώτη είδηση στα πρωινάδικα, ενώ η διάψευσή της ήρθε μέσω ενός act που στήθηκε με συνοπτικές διαδικασίες στην εκπομπή της Παπαγεωργίου - εντάξει, ποιος δεν καπηλεύτηκε σπαράγματα της ιδιωτικής ζωής του για μια χούφτα τηλεθέαση; Οπως όλα τα παραμύθια, έτσι κι αυτό είχε καλό τέλος. Το έγραψε ο Snik μέσω ενός live στο Instagram, όπου με τη γνωστή έκφρασή του μεταξύ δυσθυμίας, αηδίας και δυσκοιλιότητας, α) καλούσε το ποίμνιο των γυναικών fan του να δείξουν χαρακτήρα και να μην υπερτροφοδοτούν το inbox του με τα θέλγητρά τους, και β) διατυμπάνιζε την επιθυμία του να αποκτήσει έναν μικρό Snik, το γάλα του οποίου θα αραιώνει πιθανότατα στο μπιμπερό με ρίμες από την «αλήτικη» ζωή του.
Αν τα παλιά, αναλογικά χρόνια τα όπλα των λαϊκών ειδώλων ήταν οι δίσκοι, τα CD, το «Μπράβο, Ρούλα!» και οι με το ζόρι μοντέρνες φωτογραφήσεις στον μηναίο Τύπο, τώρα όλα τα παραπάνω έχουν αντικατασταθεί από τα κοινωνικά δίκτυα, κυρίως το YouTube και το Instagram. Στο τελευταίο κατέφυγε και ο τράπερ Lamanif, γνωστός ως αρσενικό αντίστοιχο της Κιμ Καρντάσιαν στα καθ’ ημάς, μετά τη δημοσιοποίηση ενός βίντεο από ιδιωτικές στιγμές με την αφέντρα του. Η εξαφάνιση του Lamanif, ο οποίος ατιμωμένος από την αποκάλυψη απειλούσε ακόμα και με αυτοκτονία -πάντα μέσω βίντεο- είχε αίσιο τέλος. Ο ίδιος πριν από λίγες ημέρες απηύθυνε διαδικτυακό διάγγελμα στους fan του από τη Γερμανία, όπου κατέφυγε για το δικό του restart.
Σε κάθε περίπτωση, η ιστορία του revenge porn -όχι άγνωστη ή καινοφανής στο σύμπαν των τράπερ- είναι ό,τι πρέπει για να εμπνεύσει μελλοντικά μουσικά ανδραγαθήματά του. Τα beef (βλ. έριδες, τσακωμοί, μαναφούκια) είναι στην ημερήσια διάταξη της φυλής των τράπερ. Θυμηθείτε τον ιστορικό πλέον καβγά των «αυτοκόλλητων» πια Snik και Light στα MAD Awards του 2019 ή το ξέσπασμα του δεύτερου στα τέλη του καλοκαιριού που έκανε γης Μαδιάμ παραλιακό κλαμπ της Αθηναϊκής Ριβιέρας επειδή κάποιος φλέρταρε το κορίτσι του. Αν δεν ήμασταν στο 2021, θα μιλάγαμε για σεκάνς παλιού ασπρόμαυρου ελληνικού κινηματογράφου. Χαρακτηριστική είναι και η περίπτωση του Sin Boy που αποφάσισε να αποτραβηχτεί πάνω στον κολοφώνα της δόξας του με το «Mama». Οχι για πολύ.
Το τελευταίο επεισόδιο στους ενδοοικογενειακούς καβγάδες της νοτιοβαλκανικής τραπ φέρει την υπογραφή του Ypo, τον οποίο πολλοί θεωρούν -όχι άδικα- πατριάρχη της σκηνής, ιδρυτή της εμβληματικής Capital Music και καλλιτέχνη από το πλευρό του οποίου πλάστηκαν μια ντουζίνα τράπερ. Μέσα από μια σειρά βίντεο που κυκλοφορούν στο YouTube αποδομεί τα αλλοτινά φιντάνια του Snik και Light, με όση αναίδεια και τζάμπα μαγκιά προϋποθέτει η φάση. Ναι, τα Instagram live έχουν όλες τις προϋποθέσεις για να είναι τα νέα τηλεπαράθυρα. Το δίχως άλλο φαιδρή μοιάζει και η συνήθεια των αυτοχθόνων τράπερ να κυκλοφορούν με λιτανεία συνοδών που φροντίζουν για την ασφάλειά τους, μα κυρίως για την απώθηση δημοσιογράφων. Υπενθυμίζεται ότι βρισκόμαστε στα Νότια Βαλκάνια και όχι στις κακόφημες γειτονιές του αμερικανικού Νότου, εκεί δηλαδή όπου έχει τις απαρχές της η τραπ μουσική.
Βαριέμαι, βαριέμαι, βαριέμαι!
Από την άλλη, όσο πιο ράθυμοι, βαρείς κι ασήκωτοι φαίνονται οι τράπερ, τόσο μεγαλώνουν η απήχηση και η επιδραστικότητά τους. Η τάση επιβεβαιώνεται πια και με στοιχεία - δηλαδή φέρνει και κέρδη. Το 2018 η εταιρεία μετρήσεων Nielsen ανακοίνωσε ότι η χιπ χοπ υπερκέρασε τη ροκ και έγινε το πιο δημοφιλές είδος μουσικής στις ΗΠΑ. Η πρωτοκαθεδρία της παραμένει έκτοτε αλώβητη. Ειδικά στην περίπτωση της streaming μουσικής από πλατφόρμες, το χιπ χοπ και τα υβρίδιά του φαίνεται να παίζουν δίχως ανταγωνισμό. Τη Nielsen επαληθεύουν και τα ετήσια στοιχεία του Spotify - όσα τέλος πάντων με φειδώ δίνει στη δημοσιότητα το σουηδικό app. Σύμφωνα με τα στατιστικά του Spotify, το 2020 στην Ελλάδα ο Snik αναδείχθηκε ο πιο stream-αρισμένος καλλιτέχνης -ανεξαρτήτως είδους- με 51,5 εκατομμύρια ακροάσεις. Το τραγούδι του με τον εύγλωττο για την κουλτούρα της τραπ «Millionaire» ήταν το κορυφαίο της χρονιάς (4 εκατομμύρια streams), ενώ την πρώτη δεκάδα μονοπώλησε το μουσικό σινάφι του. Δεύτερος κατατάχθηκε ο Mad Clip με το «Kotera», τρίτος ο Light με το «Magic», ενώ στις θέσεις 7, 8 και 9 βρέθηκαν ο iLLEOo, ο Toquel και ο FY.
Η παντοκρατορία της τραπ επιβεβαιώνεται κάθε εβδομάδα και στα δημοφιλή βίντεο του YouTube. Τουλάχιστον τα μισά από αυτά ανήκουν σε νέες κυκλοφορίες του είδους ή στα ανδραγαθήματα των λειτουργών του. Επί παραδείγματι, ο Snik «καίγεται» νυχθημερόν παίζοντας online τυχερά παιχνίδια ή βιντεογκέιμ από τον υπολογιστή που έχει φτιαχτεί ειδικά για εκείνον και φέρει μάλιστα ως διακριτικό την υπογραφή του. Κάποτε ζούσαμε για ένα κούτελο στην κοινωνία, τώρα για την «αλητεία».
Το φαίνεσθαι απασχολεί, σχεδόν βασανίζει, τους Ελληνες τράπερ. Πασχίζουν το ίδιο, αν όχι περισσότερο, με μια μέση τραγουδίστρια πίστας στα παλιά, ωραία χρόνια που η παραλιακή λεωφόρος κατακλυζόταν από τις πηχυαίες αφίσες τους. Μόνο που οι τράπερ το κάνουν για την έξωθεν κακή μαρτυρία τους. Ο τράπερ οφείλει να έχει χαραγμένη τη ζωή στο πρόσωπό του, την ταλαιπώρια ανάγλυφη στο ύφος του. Για να μην είναι κανείς ισοπεδωτικός, υπάρχουν τωόντι καλλιτέχνες της τραπ που και διά πυρός και σιδήρου έχουν περάσει, και έχουν κάτι περισσότερο να αφηγηθούν στα τραγούδια τους από την κενοδοξία, τον μισογυνισμό και το υπερτροφικό εγώ τους. Σε κάθε περίπτωση, τράπερ χωρίς τατουάζ είναι σαν μουσακάς δίχως μελιτζάνα, σαν σπίτι χωρίς Γιάννη που προκοπή δεν κάνει. Μάλιστα, οι aficionados του tattooing συμφωνούν ότι η υπερπροσπάθεια πολλών να μετατρέψουν το σώμα τους σε Γκερνίκα της δερματοστιξίας οδηγεί σε αποτελέσματα που μάλλον θα τα κολάκευες αν τα χαρακτήριζες φτηνά...
Σετ με το παλίμψηστο των τατουάζ και τη συνήθως κενή περιεχομένου και τζάμπα μαγκιά πηγαίνει πάντα η αλυσίδα στον λαιμό. Η λαιμαριά του τράπερ οφείλει να είναι βαριά, να λαμποκοπά σαν το Αστέρι της Βηθλεέμ και να δημιουργεί δέος (ή μειδίαμα) άμα τη εμφανίσει της. Οι περισσότεροι ίσως δεν ξέρουν γιατί ακριβώς τη ζώνονται, ωστόσο, σύμφωνα με το πρωτόκολλο της τραπ, η αλυσίδα, ειδικά η χρυσή -τι ζούμε, Θεέ μου;-, συμβολίζει τη σκληρή δουλειά, τη βιοπάλη, τους Γολιάθ που έχει αντιμετωπίσει ο Δαβίδ τράπερ για να τα καταφέρει. Να γίνει δηλαδή από αποσυνάγωγος του συστήματος, πιστό και υπάκουο γρανάζι του. Οσο κι αν καμώνονται τους αντισυστημικούς, οι τράπερ έχουν μεταλλαχθεί στην πραγματικότητα στους στυλοβάτες της μουσικής βιομηχανίας, ενώ πολλοί από αυτούς ενδίδουν -ίσως μάλιστα κολακευμένοι- στα καλέσματα συνεργασίας με mainstream καλλιτέχνες, πρόθυμους, διαθέσιμους και έτοιμους να καβαλήσουν το κύμα του νέου trend ή έστω να επιπλεύσουν στα απόνερά του.
Από τα streets στις VIP suites
Οι γούνες είναι επίσης εκ των ων ουκ άνευ αξεσουάρ των τράπερ, όπως και τα γρήγορα σπορ αυτοκίνητα, τα πολυτελή σπίτια και φυσικά οι γυναίκες - ναι, κι αυτές σαν αξεσουάρ αντιμετωπίζονται σε πολλά τραγούδια. Οτιδήποτε χρυσό, φαντεζί, υπογεγραμμένο από βαρύτιμο σχεδιαστή μόδας, καθετί που απαιτεί χρήμα για να αποκτηθεί χτίζει τον τυχοδιωκτικό μύθο του ντόπιου τράπερ. Αλλά να γυρίσουμε στη γούνα, την οποία αποθέωσε ο Snik φορώντας τη σε ροζ χρώμα -δεν μπορεί να αποφασίσει κανείς αν ήταν καλύτερη ή χειρότερη από την εμφάνισή του με ολόσωμο Burberry look- και την έχει τιμήσει πολλάκις ο πατριάρχης Ypo, ο οποίος είχε αναπτύξει τη σκέψη του για το lifestyle των τράπερ σε προ τεσσάρων ετών συνέντευξή του στη «Lifo»: «Μα αυτή είναι η ζωή μου... Δεν ήμουν ποτέ ψεύτικος. Το ψέμα είναι όπως είναι αυτοί οι έντεχνοι. Που βγάζουν εκατομμύρια, γεμίζουν χώρους με 40.000 κόσμο, κάτι Χαρούληδες, και φοράνε το ίδιο πουκάμισο και είναι ιδρωμένοι και καλά, μωρέ. Αυτό δεν είναι ψέμα; Δεν μπορώ να γράφω ότι δεν έχω να φάω και είμαι με μια μπίρα στον δρόμο γιατί δεν είμαι αυτό το πράγμα. Αυτό που είναι ψέμα, όμως, θα το χειροκροτούσαν. Ο,τι περνάω το κάνω κομμάτι, αυτό γράφω. Κάποτε ήμουν μέσα στο πάρκο κι έπινα μπάφους, ναι, αυτό ζούσα, τώρα μπορώ να έχω αυτοκίνητο, να έχω γούνες, να έχω χρυσάφια. Δεν επηρεάζω κανέναν, ούτε είμαι θύμα του καπιταλισμού και της κατανάλωσης, καμία σχέση. Ο,τι παράγεται κι υπάρχει καλό είναι να το έχουν όλοι. Και τις χρυσές αλυσίδες και τις γούνες εργάτες τις φτιάχνουν. Δούλεψε όπως δουλεύω εγώ και πάρ’ την κι εσύ, μην κοιμάσαι κάθε νύχτα από πέρυσι το Πάσχα, για δύο χρόνια, που ξαγρυπνάω εγώ και πάρ’ την κι εσύ».
Στην ίδια σχολή σκέψης ανήκει και ο Snik, ο οποίος παρεμπιπτόντως υπολογίζει το IQ του γύρω στα 200 στη μονάδα μέτρησης της Mensa, και ίσως γι’ αυτό δεν καταλαβαίνει από haters και χολερικά σχόλια. Αυτό τουλάχιστον έλεγε σε συνέντευξή του στο «DownTown»: «Στο τραπ και το rap game, είμαι ο πρώτος που το έκανε όλο αυτό στην Ελλάδα και ο πρώτος που έφαγε τόσο hate. Κάποιος άλλος θα μπορούσε να λυγίσει. Και εγώ έχω φτάσει σε αυτό το σημείο να λέω: αφού τρως τόσο μίσος, μήπως να τα παρατήσεις; Απλά, επειδή είμαι αντιδραστικό άτομο, δεν το άφησα. Αν μου πεις άσπρο, θα σου πω μαύρο. Οπότε δούλεψε υπέρ μου τελικά όλο αυτό. Πριν από μένα, το ραπ ήταν πλατεία, μπίρες, πολιτικά, και εγώ ήρθα και σου είπα για καλή ζωή, για γκόμενες, για αλκοόλ. Ηταν κάτι φρέσκο για την Ελλάδα, οπότε με έπιασαν όλοι απ’ τα μούτρα. Δεν είχα το mentality του Ελληνα. Εζησα, όπως σου είπα, κάποια χρόνια στο Λονδίνο, ασχολούμαι πολύ με τη μόδα, ψωνίζω περίεργα πράγματα. Οπότε, όταν ήρθα στην Ελλάδα και το ξεκίνησα όλο αυτό, με έβλεπαν σαν εξωγήινο. Ελεγαν: “Τι λέει αυτός ο μαλάκας;”». Η αυτογνωσία δεν είναι προαπαιτούμενη, αλλά θεωρείται προσόν. Τα ελληνικά είναι προαιρετικά.
Ομιλείτε ελληνικά;
Η αργκό των τράπερ είναι μια ιστορία η οποία θα μπορούσε να πυροδοτήσει γλωσσολογική έκρηξη στον Μπαμπινιώτη, που στο κάτω-κάτω της γραφής εξερράγη για πολύ λιγότερα, όπως το click away και το delivery. Η γλώσσα των τράπερ στις ρίμες αλλά και στον δημόσιο λόγο τους είναι κι αυτή υβριδική, ένα συνονθύλευμα σπασμένων ελληνικών, νεολογισμών, greeklish, φληναφημάτων και αμερικανιών. Το «struggle» είναι η βιοπάλη, το ρήμα «φλεξάρω» αντικαθιστά το «επιδεικνύω» ή έστω το «κοκορεύομαι», οι λέξεις «man» και «bro» δεν χρειάζονται μετάφραση, το «diss» είναι η ασέβεια, το «beef» το μαναφούκι, τα «βέρια» γίνονται συντομογραφία της λέξης «νταλαβέρια». Η τζάμπα μαγκιά που εκφράζεται και μέσω των λέξεων είναι μάλλον και η αχίλλειος πτέρνα της ελληνικής τραπ - μαζί φυσικά με την τοξική πατριαρχία που αποκρυσταλλώνεται ανάγλυφα στις ρίμες και τη φιλοσοφία πολλών, των περισσότερων τραγουδιών. Από την άλλη, αυτή ακριβώς μπορεί να είναι και η επιτυχία της τραπ, ότι δηλαδή μεταφέρει άφιλτρες τις ριζωμένες, αν και παρωχημένες, αντιλήψεις και συμπεριφορές που, απ’ ό,τι φαίνεται, προικοδοτεί η μία γενιά στην επόμενη. Ναι, η τραπ είναι τόσο διαδεδομένη και οι τράπερ τόσο επιδραστικοί που θα μπορούσαν να εμπνεύσουν ή να σπρώξουν το νεανικό (ως επί το πλείστον) κοινό τους προς την αναθεώρηση.
Προς το παρόν, η πλειονότητά τους έχει επιλέξει να βαυκαλίζεται φλεξάροντας τη μεγαλομανία της, να προκαλεί για την πρόκληση, να επιδεικνύεται σαν το παγόνι. Α, και να ξύνεται στην γκλίτσα του τσοπάνη (βλ. δημοσιότητα). Πρόσφατα ο τράπερ Light δήλωσε ότι παρότι δέχτηκε προσφορά 400.000 ευρώ για να συμμετέχει στο «Survivor» την απέρριψε για να μη γίνει ρελίζι. «Δώστε τα στην Κρεμλίδου (σ.σ.: βλ. Mariposa)», ισχυρίζεται ότι είπε. Πόσο τζέντλεμαν! Not.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr