Όταν ο Μπελμοντό έσπαγε πιάτα στην Αθήνα (και τον κυνηγούσε ο εισαγγελέας)
Όταν ο Μπελμοντό έσπαγε πιάτα στην Αθήνα (και τον κυνηγούσε ο εισαγγελέας)
Οι ξέφρενες αθηναϊκές νύχτες του Μπελμοντό και του Σαρίφ, συμπρωταγωνιστών στην ταινία «Οι διαρρήκτες», είχαν προκαλέσει «σκάνδαλο» - Ο 40χρονος τότε σούπερ σταρ είχε φροντίσει να κάνει αξέχαστη την παραμονή του στην Ελλάδα, με τα ΜΜΕ να παρακολουθούν στενά τον ίδιο και την εκρηκτική Ούρσουλα Άντρες
Στην αρχή της δεκαετίας του 1970, η Ελλάδα βρισκόταν ακόμη στο γύψο της απριλιανής χούντας και ο Ζαν Πολ Μπελμοντό στην ακμή της καριέρας του. Μια μικρή αναδίφηση στις εφημερίδες της εποχής δείχνει ότι το όνομά του βρισκόταν καθημερινά στην επικαιρότητα, ακόμη και για τους Έλληνες. Είτε στις διαφημίσεις των κινηματογραφικών ταινιών που προβάλλονταν -κατόπιν λογοκρισίας- στις αίθουσες, είτε με ειδήσεις από την προσωπική του ζωή. Εξάλλου τότε ο Μπελμοντό ήταν ένας αληθινός σούπερ σταρ.
Το 1973 ο Ζαν Πολ Μπελμοντό ήταν 40 ετών και διέπρεπε ως ηθοποιός σε κάθε είδους φιλμ, από ερωτικά δράματα όπως το υπέροχο «Η Σειρήνα του Μισσισιπή» δίπλα στην Κατρίν Ντενέβ έως ταινίες δράσης. Στις 24/4 του '73, λοιπόν, μόλις τρεις ημέρες αφ' ότου η δικτατορία στη χώρα μας συμπλήρωνε 6 χρόνια εξουσίας, μια εφημερίδα ανέφερε ότι ο Μπελμοντό κινδύνευε να καταδικαστεί από ελληνικό δικαστήριο, κατηγορούμενος για το αδίκημα του σπασίματος πιάτων στο τσακίρ κέφι.
Συγκεκριμένα, το ρεπορτάζ πληροφορούσε το αναγνωστικό κοινό πως «πληροφορίαι αναφέρουν ότι το πρώτον δεκαήμερον του Ιουνίου [1973] δια το αδίκημα του σπασίματος πιάτων εις κέντρον διασκεδάσεως και την παράβασιν των απαγορευτικών διατάξεων του σχετικού νόμου περί διεγέρσεως του κοινού αισθήματος, θα δικασθή υπό του μονομελούς πλημμελειοδικείου Αθηνών και ο διεθνούς φήμης ξένος ηθοποιός του κινηματογράφου Ομάρ Σαρίφ, ο οποίος ευρισκόμενος πέρυσι εις την χώραν μας δια το 'γύρισμα' της ταινίας 'Κλέφτες και αστυνόμοι', με τους επίσης διασήμους ηθοποιούς Ρομπέρ Οσσέν και Ζαν Πωλ Μπελμοντό, έσπασαν μεγάλο αριθμό πιάτων, χάριν διασκεδάσεως, εις την πίσταν κοσμικού κέντρου».
Το «σκάνδαλο» αφορούσε στις ξέφρενες αθηναϊκές νύχτες του Μπελμοντό, μαζί με τον συμπρωταγωνιστή του στην ταινία «Οι διαρρήκτες» (και όχι «Κλέφτες και αστυνόμοι» όπως εσφαλμένα αναφέρει το ως άνω δημοσίευμα). Το εάν εν τέλει ο Αιγύπτιος και ο Γάλλος σταρ δικάστηκαν για το αποτρόπαιο -βάσει των ηθών της εποχής- παράπτωμά τους, δεν είναι γνωστό. Το μόνο βέβαιο είναι ότι ο Μπελμοντό είχε φροντίσει να κάνει αξέχαστη την παραμονή του στην Ελλάδα, με τα ΜΜΕ να παρακολουθούν στενά τα βήματά του. Τόσο του ίδιου, όσο και της εκρηκτικής συντρόφου του, της Ούρσουλα Άντρες.
«Η Ούρσουλα ήλθε στην Αθήνα για τον Μπελμοντό» έγραφε ο ελληνικός Τύπος στο τέλος Μαρτίου του 1971. «Με μαύρο παντελόνι, μαύρη μπλούζα και γοητευτικόν χαμόγελον έφθασεν αεροπορικώς εις Αθήνας η Ούρσουλα Άντρες. Η σέξυ σταρ ήλθε 'ινκόγνιτο' προς συνάντησιν του Ζαν Πωλ Μπελμοντό. Η Ούρσουλα θα παραμείνει ολίγας ημέρας εις Αθήνας μετά του μονίμου συνοδού της Μπελμοντό. Εις την φωτογραφίαν, το διεθνούς φήμης ζεύγος, εις την γραφική συνοικίαν της Πλάκας».
Ο Μπελμοντό βρισκόταν στην Αθήνα για τις ανάγκες της ταινίας «Οι διαρρήκτες» (πρωτότυπος τίτλος «Le Casse», δηλαδή «Η Καταδίωξη»). Επρόκειτο για μία επιεικώς μέτριας ταινίας δράσης, η οποία βασιζόταν στους δύο γόητες, τον Σαρίφ και τον Μπελμοντό και δικαιολογούσε την ύπαρξή της κυρίως λόγω μιας παρατεταμένης σκηνής άγριου κυνηγητού με αυτοκίνητα μέσα σε σκηνικό κανονικής αστικής κυκλοφορίας. Για τους απανταχού οπαδούς της αυτοκίνησης, αλλά προφανώς κυρίως για τους Έλληνες, η καταδίωξη αυτή θα γινόταν θρύλος.
Παρεμπιπτόντως, αξιομνημόνευτα είναι δύο στοιχεία περί τους «Διαρρήκτες»: Το πρώτο είναι η έμμεση διαφήμιση της Ελλάδας ως τουριστικού προορισμού και ιδιαίτερα του Πειραιά. Ο δήμαρχος -απευθείας διορισμένος από το χουντικό καθεστώς- Αριστείδης Σκυλίτσης, ήταν πολύ υπερήφανος για την «πόλη-μοντέλο» που είχε δημιουργήσει, με πολλές και ποικίλες χωροταξικές παρεμβάσεις και, πάνω από όλα, μια σχεδόν υστερική μανία με την καθαριότητα.
Το δεύτερο, πολύ σημαντικό στοιχείο γύρω από τους «Διαρρήκτες», είναι ότι ο Ζαν Πολ Μπελμοντό οδηγούσε ο ίδιος το Fiat 124 ST. Ένα από τα χαρακτηριστικά του ως ηθοποιού -κάπως σαν προπομπός του Τομ Κρουζ- είναι ότι απέφευγε την υποκατάσταση από κασκαντέρ. Ο Μπελμοντό ήταν ένας αυθεντικός άνθρωπος της δράσης και λάτρευε την αδρεναλίνη και τον κίνδυνο. Μάλιστα, συχνά πυκνά αναφέρονταν τραυματισμοί του κατά τη διάρκεια γυρισμάτων επικίνδυνων σκηνών -κατά κανόνα ελαφρών.
Το 1973 ο Ζαν Πολ Μπελμοντό ήταν 40 ετών και διέπρεπε ως ηθοποιός σε κάθε είδους φιλμ, από ερωτικά δράματα όπως το υπέροχο «Η Σειρήνα του Μισσισιπή» δίπλα στην Κατρίν Ντενέβ έως ταινίες δράσης. Στις 24/4 του '73, λοιπόν, μόλις τρεις ημέρες αφ' ότου η δικτατορία στη χώρα μας συμπλήρωνε 6 χρόνια εξουσίας, μια εφημερίδα ανέφερε ότι ο Μπελμοντό κινδύνευε να καταδικαστεί από ελληνικό δικαστήριο, κατηγορούμενος για το αδίκημα του σπασίματος πιάτων στο τσακίρ κέφι.
Συγκεκριμένα, το ρεπορτάζ πληροφορούσε το αναγνωστικό κοινό πως «πληροφορίαι αναφέρουν ότι το πρώτον δεκαήμερον του Ιουνίου [1973] δια το αδίκημα του σπασίματος πιάτων εις κέντρον διασκεδάσεως και την παράβασιν των απαγορευτικών διατάξεων του σχετικού νόμου περί διεγέρσεως του κοινού αισθήματος, θα δικασθή υπό του μονομελούς πλημμελειοδικείου Αθηνών και ο διεθνούς φήμης ξένος ηθοποιός του κινηματογράφου Ομάρ Σαρίφ, ο οποίος ευρισκόμενος πέρυσι εις την χώραν μας δια το 'γύρισμα' της ταινίας 'Κλέφτες και αστυνόμοι', με τους επίσης διασήμους ηθοποιούς Ρομπέρ Οσσέν και Ζαν Πωλ Μπελμοντό, έσπασαν μεγάλο αριθμό πιάτων, χάριν διασκεδάσεως, εις την πίσταν κοσμικού κέντρου».
Το «σκάνδαλο» αφορούσε στις ξέφρενες αθηναϊκές νύχτες του Μπελμοντό, μαζί με τον συμπρωταγωνιστή του στην ταινία «Οι διαρρήκτες» (και όχι «Κλέφτες και αστυνόμοι» όπως εσφαλμένα αναφέρει το ως άνω δημοσίευμα). Το εάν εν τέλει ο Αιγύπτιος και ο Γάλλος σταρ δικάστηκαν για το αποτρόπαιο -βάσει των ηθών της εποχής- παράπτωμά τους, δεν είναι γνωστό. Το μόνο βέβαιο είναι ότι ο Μπελμοντό είχε φροντίσει να κάνει αξέχαστη την παραμονή του στην Ελλάδα, με τα ΜΜΕ να παρακολουθούν στενά τα βήματά του. Τόσο του ίδιου, όσο και της εκρηκτικής συντρόφου του, της Ούρσουλα Άντρες.
«Η Ούρσουλα ήλθε στην Αθήνα για τον Μπελμοντό» έγραφε ο ελληνικός Τύπος στο τέλος Μαρτίου του 1971. «Με μαύρο παντελόνι, μαύρη μπλούζα και γοητευτικόν χαμόγελον έφθασεν αεροπορικώς εις Αθήνας η Ούρσουλα Άντρες. Η σέξυ σταρ ήλθε 'ινκόγνιτο' προς συνάντησιν του Ζαν Πωλ Μπελμοντό. Η Ούρσουλα θα παραμείνει ολίγας ημέρας εις Αθήνας μετά του μονίμου συνοδού της Μπελμοντό. Εις την φωτογραφίαν, το διεθνούς φήμης ζεύγος, εις την γραφική συνοικίαν της Πλάκας».
Ο Μπελμοντό βρισκόταν στην Αθήνα για τις ανάγκες της ταινίας «Οι διαρρήκτες» (πρωτότυπος τίτλος «Le Casse», δηλαδή «Η Καταδίωξη»). Επρόκειτο για μία επιεικώς μέτριας ταινίας δράσης, η οποία βασιζόταν στους δύο γόητες, τον Σαρίφ και τον Μπελμοντό και δικαιολογούσε την ύπαρξή της κυρίως λόγω μιας παρατεταμένης σκηνής άγριου κυνηγητού με αυτοκίνητα μέσα σε σκηνικό κανονικής αστικής κυκλοφορίας. Για τους απανταχού οπαδούς της αυτοκίνησης, αλλά προφανώς κυρίως για τους Έλληνες, η καταδίωξη αυτή θα γινόταν θρύλος.
Παρεμπιπτόντως, αξιομνημόνευτα είναι δύο στοιχεία περί τους «Διαρρήκτες»: Το πρώτο είναι η έμμεση διαφήμιση της Ελλάδας ως τουριστικού προορισμού και ιδιαίτερα του Πειραιά. Ο δήμαρχος -απευθείας διορισμένος από το χουντικό καθεστώς- Αριστείδης Σκυλίτσης, ήταν πολύ υπερήφανος για την «πόλη-μοντέλο» που είχε δημιουργήσει, με πολλές και ποικίλες χωροταξικές παρεμβάσεις και, πάνω από όλα, μια σχεδόν υστερική μανία με την καθαριότητα.
Το δεύτερο, πολύ σημαντικό στοιχείο γύρω από τους «Διαρρήκτες», είναι ότι ο Ζαν Πολ Μπελμοντό οδηγούσε ο ίδιος το Fiat 124 ST. Ένα από τα χαρακτηριστικά του ως ηθοποιού -κάπως σαν προπομπός του Τομ Κρουζ- είναι ότι απέφευγε την υποκατάσταση από κασκαντέρ. Ο Μπελμοντό ήταν ένας αυθεντικός άνθρωπος της δράσης και λάτρευε την αδρεναλίνη και τον κίνδυνο. Μάλιστα, συχνά πυκνά αναφέρονταν τραυματισμοί του κατά τη διάρκεια γυρισμάτων επικίνδυνων σκηνών -κατά κανόνα ελαφρών.
Υπ' αυτή την έννοια, ίσως δεν είναι αταίριαστο με το είδος και το ύφος της ταινίας, το γεγονός ότι τη δημοσιογραφική κάλυψη της συνέντευξης τύπου των βασικών συντελεστών υπέγραφε ο μετέπειτα πρύτανης του αστυνομικού ρεπορτάζ, Πάνος Σόμπολος. Έγραφε τότε στη «Μακεδονία» ότι «οι ευρισκόμενοι εις Αθήνας ηθοποιοί του κινηματογράφου Ομάρ Σαρίφ, Ζαν Πωλ Μπελμοντό [...] έδωσαν την 3ην μ.μ. συνέντευξιν τύπου εις την αίθουσαν 'Εσπερίδες' του ξενοδοχείου 'Χίλτον' και απήντησαν εις ερωτήσεις των δημοσιογράφων, σχετικώς με την ταινίαν 'Λε Κας' που 'γυρίζεται' εις Αθήνας. Κατά την εμφάνισίν τους εις την αίθουσαν, όπου τους ανέμενον δεκάδες Ελλήνων και ξένων αντιπροσώπων του τύπου, ο Ομάρ Σαρίφ φορούσε σακάκι μπλε σταυρωτό και μπλούζα 'ζιβάγκο'. Ο Μπέλμοντό φορούσε ένα μπουφάν με γούνα, γραβάτα δεμένη όχι στο γιακά του υποκαμίσου, αλλά στον λαιμό και παντελόνι κοτλέ και όπως πάντοτε είχε ένα πούρο στο στόμα.
» Στην ερώτηση 'τι είναι εκείνο που σας προξενεί πλήξη ή δυσφορία στη ζωή;' Ο Ζαν Πωλ Μπελμοντό απήντησε 'συχαίνομαι τους πολέμους και τη μιζέρια'».
Ειδήσεις σήμερα:
Εμβολιασμός εφήβων: Αύξηση 90% στα κρούσματα κορωνοϊού στους ανήλικους από τον Ιούλιο
Καιρός: Πτώση της θερμοκρασίας και θυελλώδεις άνεμοι έως 9 μποφόρ - Δείτε πού θα βρέξει σήμερα
Πανδημία-ΗΠΑ: Τα κρούσματα ξεπέρασαν τα 40 εκατομμύρια και οι θάνατοι κοντεύουν τους 649.000
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα