Οι καινοτόμες τεχνολογίες, ο εκπληκτικός σχεδιασμός και η ευκολία χρήσης της Αυτόματης Μηχανής Καφέ Eletta Explore της De’Longhi απογειώνουν την εμπειρία του καφέ, ικανοποιώντας ακόμα και τα πιο απαιτητικά γούστα
Λοράν Γκρεγκουάρ: «Με τη Μαριόν Κοτιγιάρ είμαστε σαν ζευγάρι χωρίς το σεξ»
Λοράν Γκρεγκουάρ: «Με τη Μαριόν Κοτιγιάρ είμαστε σαν ζευγάρι χωρίς το σεξ»
Ο Γκρεγκουάρ βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη για να δώσει master class στo πλαίσιo του 63ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου και μας μίλησε για τα μυστικά του σινεμά, των ατζέντηδων και τη στενή του σχέση με τη Μαριόν Κοτιγιάρ
Ολοι όσοι έχουν δει το «Call my agent», μία από τις πιο πετυχημένες σειρές του Netflix, ξέρουν ότι, για πρώτη φορά, αποκαλύπτεται σε σειρά ο ρόλος των ατζέντηδων, δηλαδή αυτών που κρύβονται πίσω από τους ηθοποιούς καθώς καλούνται να τους κλείσουν τη δουλειά που πιστεύουν ότι θα ταίριαζε στο εκάστοτε όνομα που αναλαμβάνουν. Διάσημοι, μάλιστα, ηθοποιοί όπως η Κατρίν Ντεβέν, η Ζιλιέτ Μπινός, η Μόνικα Μπελούτσι ή η Σιγκούρνι Γουίβερ υποδύονται… τον εαυτό τους στο «Call my agent», αποκαλύπτοντας πόσο δύσκολο είναι για έναν ατζέντη να χειριστεί όλες τις ιδιοτροπίες και τις παραξενιές τους.
Πηγή έμπνευσης για τη σειρά ήταν ο διάσημος ατζέντης Λοράν Γκρεγκουάρ (Laurent Grégoire), ο οποίος διευθύνει το γραφείο Adéquat, το μεγαλύτερο στη Γαλλία, το οποίο εκπροσωπεί διάσημα ονόματα όπως τη Μαριόν Κοτιγιάρ και τον Ομάρ Σι, γνωστό για τον πρωταγωνιστικό του ρόλο στην επίσης πετυχημένη σειρά του Netflix, «Λουπέν». Ο Γκρεγκουάρ βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη για να δώσει master class στο πλαίσιο του 63ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου και μας μίλησε για το πώς η Μαριόν Κοτιγιάρ κατάφερε, χάρη σε αυτόν, να πάρει τον ρόλο στην ταινία «La Vie en Rose» που της χάρισε το πολύτιμο αγαλματίδιο και την έκανε διάσημη στο ευρύ κοινό.
Πώς χάρισε το Οσκαρ στη Μαριόν Κοτιγιάρ
Καταιγιστικός, χειμαρρώδης και αποκαλυπτικός ο Λοράν Γκρεγκουάρ μας εξήγησε πώς κατέληξε να είναι αυτός που… χάρισε το Οσκαρ στη Μαριόν Κοτιγιάρ για την ερμηνεία της στην ταινία «La Vie en Rose» με θέμα τη ζωή της Εντίθ Πιαφ. Το περιστατικό είναι πραγματικά κινηματογραφικό: η πιο περιζήτητη τότε ηθοποιός στη Γαλλία ήταν η Οντρέ Τοτού, λόγω της συμμετοχής το 2001 στην ταινία «Αμελί» που είχε σημειώσει παγκόσμια επιτυχία, με όλους τους παραγωγούς να τη θέλουν στην ταινία τους -και φυσικά οι συντελεστές της ταινίας με θέμα τη ζωή της Εντίθ Πιαφ δεν μπορούσαν να αποτελέσουν εξαίρεση.
Εκείνη είχαν επιλέξει ως πρωταγωνίστρια μόνο που στο μίτινγκ που ακολούθησε η έκβαση δεν ήταν και τόσο καλή, αφού η Γαλλίδα ηθοποιός εξέφρασε την άποψη ότι ελάχιστοι θεατές θα μπορούσαν να ενδιαφέρονται για τη ζωή της Εντίθ Πιαφ βάζοντας τους υπεύθυνους της ταινίας σε δεύτερες σκέψεις για το κατά πόσο θα ήταν σωστή η επιλογή της. Το άμεσο αντανακλαστικό του Γκρεγκουάρ ήταν να πείσει τους παραγωγούς, βλέποντας τον δισταγμό τους, να δοκιμάσουν τη Μαριόν Κοτιγιάρ και εκείνοι, ευτυχώς, ανταποκρίθηκαν. «Είναι ο ρόλος που χάρισε στη Μαριόν το Οσκαρ Α’ γυναικείου ρόλου - η πρώτη, μάλιστα, Γαλλίδα ηθοποιός που κατακτά τέτοια διάκριση.
Οπότε, αυτή από μόνη της είναι η απόδειξη τι ακριβώς μπορεί να καταφέρει ένας ατζέντης», μας δήλωσε χαρακτηριστικά για να παραδεχτεί ότι το πιο σημαντικό για έναν ηθοποιό είναι να πιστεύει στον εαυτό του και για έναν ατζέντη να αρπάζει την κατάλληλη ευκαιρία. Απόδειξη ότι η Κοτιγιάρ, παρότι δεν είχε ακόμα διακριθεί σε πολλές ταινίες, κατάφερε να πείσει τους παραγωγούς, με την προσωπικότητα και τη συνολικότερη παρουσία της -«σεμνή, χωρίς υπερβολές κατά την ακρόαση»- ότι είναι η καλύτερη για τον ρόλο. «Στην υποκριτική μπορούν να συμβούν τα πάντα και αυτό που έχει σημασία για έναν/μία ηθοποιό είναι να έχει υπομονή και να πιστεύει στον εαυτό του.
Πρόκειται για ένα πολύ δύσκολο επάγγελμα αφού είναι μια ασταθής δουλειά και τις περισσότερες φορές οι ηθοποιοί καλούνται να ανταποκριθούν σε μια δύσκολη πραγματικότητα, γεμάτη απαιτήσεις. Πρέπει να πληρώσουν, για παράδειγμα, το νοίκι τους κάθε μήνα, χωρίς καν να έχουν σταθερό μισθό», επισημαίνει χαρακτηριστικά ο Γκρεγκουάρ δείχνοντας έτσι μεγάλη αγάπη για τους ηθοποιούς. «Αντίθετα απ’ ό,τι πιστεύεται, δεν είμαστε απέναντι από τους ηθοποιούς αλλά μαζί τους. Αυτή είναι η δουλειά του ατζέντη, να είναι ένας καλός σύμμαχος σε μια δύσκολη διαδρομή. Οταν ένας καλλιτέχνης αφήνει τον πράκτορα καλλιτεχνών με τον οποίο συνεργάζεται υπάρχει αρκετή στενοχώρια.
Με τη Μαριόν Κοτιγιάρ, για παράδειγμα, είμαστε 30 χρόνια μαζί. Είμαστε σαν ζευγάρι, χωρίς το σεξ. Ερχόμαστε πολύ κοντά και ορισμένοι κουράζονται από μία τόσο κοντινή σχέση μετά από χρόνια. Πρόκειται για μια φιλική σχέση με οικονομικές πτυχές. Εγώ, προσωπικά, δεν μπορώ να δουλέψω με ηθοποιούς που δεν μου αρέσουν προσωπικά, όσο αναγνωρισμένοι και ταλαντούχοι κι αν είναι. Επίσης, αρνούμαι να συνεργαστώ με ηθοποιούς τους οποίους δεν έχω δει να παίζουν». Μιλώντας για την προσωπικότητα των καλλιτεχνών με τους οποίους συνεργάζεται είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτικός: «Κάτι που έμαθα από τη δουλειά είναι ότι αν πλησιάσει κανείς κοντά σ’ ένα θηρίο, θα τον καταβροχθίσει. Ενας μεγάλος καλλιτέχνης είναι ένα τέτοιο θηρίο, αν τον πλησιάσεις πολύ πρέπει να κρατάς τόσο το καρότο όσο και το μαστίγιο.
Πρόκειται για περίπλοκες και δύσκολες σχέσεις, διότι οι καλλιτέχνες είναι εύθραυστα και ευαίσθητα άτομα. Ειδικά μία νέα ηθοποιός, που μπορεί να γίνεται αντικείμενο πόθου για το κοινό. Με το πέρασμα του χρόνου, αλλάζουν οι τρόποι που κάποιος κινείται. Οταν φύγει κάποιος από εμένα, σκέφτομαι πως ο τρόπος που δουλεύαμε δεν αποδίδει πλέον: αυτή η σχέση φτάνει σε ένα τέλος. Με στενοχωρεί αυτό, αλλά η ζωή συνεχίζεται».
Πηγή έμπνευσης για τη σειρά ήταν ο διάσημος ατζέντης Λοράν Γκρεγκουάρ (Laurent Grégoire), ο οποίος διευθύνει το γραφείο Adéquat, το μεγαλύτερο στη Γαλλία, το οποίο εκπροσωπεί διάσημα ονόματα όπως τη Μαριόν Κοτιγιάρ και τον Ομάρ Σι, γνωστό για τον πρωταγωνιστικό του ρόλο στην επίσης πετυχημένη σειρά του Netflix, «Λουπέν». Ο Γκρεγκουάρ βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη για να δώσει master class στο πλαίσιο του 63ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου και μας μίλησε για το πώς η Μαριόν Κοτιγιάρ κατάφερε, χάρη σε αυτόν, να πάρει τον ρόλο στην ταινία «La Vie en Rose» που της χάρισε το πολύτιμο αγαλματίδιο και την έκανε διάσημη στο ευρύ κοινό.
Πώς χάρισε το Οσκαρ στη Μαριόν Κοτιγιάρ
Καταιγιστικός, χειμαρρώδης και αποκαλυπτικός ο Λοράν Γκρεγκουάρ μας εξήγησε πώς κατέληξε να είναι αυτός που… χάρισε το Οσκαρ στη Μαριόν Κοτιγιάρ για την ερμηνεία της στην ταινία «La Vie en Rose» με θέμα τη ζωή της Εντίθ Πιαφ. Το περιστατικό είναι πραγματικά κινηματογραφικό: η πιο περιζήτητη τότε ηθοποιός στη Γαλλία ήταν η Οντρέ Τοτού, λόγω της συμμετοχής το 2001 στην ταινία «Αμελί» που είχε σημειώσει παγκόσμια επιτυχία, με όλους τους παραγωγούς να τη θέλουν στην ταινία τους -και φυσικά οι συντελεστές της ταινίας με θέμα τη ζωή της Εντίθ Πιαφ δεν μπορούσαν να αποτελέσουν εξαίρεση.
Εκείνη είχαν επιλέξει ως πρωταγωνίστρια μόνο που στο μίτινγκ που ακολούθησε η έκβαση δεν ήταν και τόσο καλή, αφού η Γαλλίδα ηθοποιός εξέφρασε την άποψη ότι ελάχιστοι θεατές θα μπορούσαν να ενδιαφέρονται για τη ζωή της Εντίθ Πιαφ βάζοντας τους υπεύθυνους της ταινίας σε δεύτερες σκέψεις για το κατά πόσο θα ήταν σωστή η επιλογή της. Το άμεσο αντανακλαστικό του Γκρεγκουάρ ήταν να πείσει τους παραγωγούς, βλέποντας τον δισταγμό τους, να δοκιμάσουν τη Μαριόν Κοτιγιάρ και εκείνοι, ευτυχώς, ανταποκρίθηκαν. «Είναι ο ρόλος που χάρισε στη Μαριόν το Οσκαρ Α’ γυναικείου ρόλου - η πρώτη, μάλιστα, Γαλλίδα ηθοποιός που κατακτά τέτοια διάκριση.
Οπότε, αυτή από μόνη της είναι η απόδειξη τι ακριβώς μπορεί να καταφέρει ένας ατζέντης», μας δήλωσε χαρακτηριστικά για να παραδεχτεί ότι το πιο σημαντικό για έναν ηθοποιό είναι να πιστεύει στον εαυτό του και για έναν ατζέντη να αρπάζει την κατάλληλη ευκαιρία. Απόδειξη ότι η Κοτιγιάρ, παρότι δεν είχε ακόμα διακριθεί σε πολλές ταινίες, κατάφερε να πείσει τους παραγωγούς, με την προσωπικότητα και τη συνολικότερη παρουσία της -«σεμνή, χωρίς υπερβολές κατά την ακρόαση»- ότι είναι η καλύτερη για τον ρόλο. «Στην υποκριτική μπορούν να συμβούν τα πάντα και αυτό που έχει σημασία για έναν/μία ηθοποιό είναι να έχει υπομονή και να πιστεύει στον εαυτό του.
Πρόκειται για ένα πολύ δύσκολο επάγγελμα αφού είναι μια ασταθής δουλειά και τις περισσότερες φορές οι ηθοποιοί καλούνται να ανταποκριθούν σε μια δύσκολη πραγματικότητα, γεμάτη απαιτήσεις. Πρέπει να πληρώσουν, για παράδειγμα, το νοίκι τους κάθε μήνα, χωρίς καν να έχουν σταθερό μισθό», επισημαίνει χαρακτηριστικά ο Γκρεγκουάρ δείχνοντας έτσι μεγάλη αγάπη για τους ηθοποιούς. «Αντίθετα απ’ ό,τι πιστεύεται, δεν είμαστε απέναντι από τους ηθοποιούς αλλά μαζί τους. Αυτή είναι η δουλειά του ατζέντη, να είναι ένας καλός σύμμαχος σε μια δύσκολη διαδρομή. Οταν ένας καλλιτέχνης αφήνει τον πράκτορα καλλιτεχνών με τον οποίο συνεργάζεται υπάρχει αρκετή στενοχώρια.
Με τη Μαριόν Κοτιγιάρ, για παράδειγμα, είμαστε 30 χρόνια μαζί. Είμαστε σαν ζευγάρι, χωρίς το σεξ. Ερχόμαστε πολύ κοντά και ορισμένοι κουράζονται από μία τόσο κοντινή σχέση μετά από χρόνια. Πρόκειται για μια φιλική σχέση με οικονομικές πτυχές. Εγώ, προσωπικά, δεν μπορώ να δουλέψω με ηθοποιούς που δεν μου αρέσουν προσωπικά, όσο αναγνωρισμένοι και ταλαντούχοι κι αν είναι. Επίσης, αρνούμαι να συνεργαστώ με ηθοποιούς τους οποίους δεν έχω δει να παίζουν». Μιλώντας για την προσωπικότητα των καλλιτεχνών με τους οποίους συνεργάζεται είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτικός: «Κάτι που έμαθα από τη δουλειά είναι ότι αν πλησιάσει κανείς κοντά σ’ ένα θηρίο, θα τον καταβροχθίσει. Ενας μεγάλος καλλιτέχνης είναι ένα τέτοιο θηρίο, αν τον πλησιάσεις πολύ πρέπει να κρατάς τόσο το καρότο όσο και το μαστίγιο.
Πρόκειται για περίπλοκες και δύσκολες σχέσεις, διότι οι καλλιτέχνες είναι εύθραυστα και ευαίσθητα άτομα. Ειδικά μία νέα ηθοποιός, που μπορεί να γίνεται αντικείμενο πόθου για το κοινό. Με το πέρασμα του χρόνου, αλλάζουν οι τρόποι που κάποιος κινείται. Οταν φύγει κάποιος από εμένα, σκέφτομαι πως ο τρόπος που δουλεύαμε δεν αποδίδει πλέον: αυτή η σχέση φτάνει σε ένα τέλος. Με στενοχωρεί αυτό, αλλά η ζωή συνεχίζεται».
«Χρειάζονται τέτοια πρακτορεία και στην Ελλάδα»
Oπως χαρακτηριστικά μάς αποκάλυψε, ο ρόλος του ατζέντη δεν εκτιμάται το ίδιο σε κάθε χώρα, αφού ενώ στην Αγγλία και στη Γαλλία θεωρούνται απαραίτητοι, σε χώρες όπως το Βέλγιο όχι μόνο δεν υπάρχουν, αλλά απαγορεύονται διά νόμου. Το ίδιο συμβαίνει, για την ώρα, και στην Ελλάδα, λόγω μεγέθους, αν και κάτι τέτοιο θα βοηθούσε, κατά τη γνώμη του, τους ηθοποιούς να βρουν δουλειά στο εξωτερικό.
Εξηγώντας τη δουλειά του πρακτορείου του που ενέπνευσε τη σειρά του Netflix είπε ότι «Εκπροσωπούμε μεγάλα ονόματα, όπως η Μαριόν Κοτιγιάρ και ο Ομάρ Σι. Πιστεύω πως δεν υπάρχουν τέτοια πρακτορεία στην Ελλάδα, κι αυτό εξηγείται από το ότι η βιομηχανία του σινεμά εδώ δεν είναι τόσο αναπτυγμένη όσο στη Γαλλία. Οταν παράγονται λίγες ταινίες, είναι δύσκολο να παρουσιαστεί η ανάγκη για πράκτορες καλλιτεχνών. Θεωρείται ένα είδος παρασιτικού επαγγέλματος που εξετάζει την αντιστοίχιση μεταξύ ενδιαφερομένων και προσφερόμενης εργασίας.
Είναι το αόρατο χέρι που ρυθμίζει αυτές τις σχέσεις, μεταξύ ευκαιριών και ανθρώπων που βρίσκονται εκεί να τις αρπάξουν». Οσο για το τι κάνει ένας ατζέντης, αυτό είναι το να έχει πολλές ικανότητες, «όπως να διαθέτει αισθητήριο, ψυχαναλυτική ικανότητα, μυαλό και ευελιξία. Να καταλαβαίνει και να μάθει να διαβάζει τα σημεία των καιρών, αλλά και να ξέρει ποιος ηθοποιός είναι κατάλληλος για ποια θέση. Επίσης, επειδή οι ηθοποιοί είναι ευαίσθητα όντα χρειάζονται ιδιαίτερη αντιμετώπιση και υποστήριξη για να μπορέσουν να διεκδικήσουν δύσκολους ρόλους αλλά και να έχουν ενημέρωση για τα βασικά, όσον αφορά τα συμβόλαια, τα νομικά προβλήματα κ.λπ.».
«Τα πράγματα αλλάζουν προς το καλύτερο για την Ελλάδα»
Πιστεύει, μάλιστα, ότι στην Ελλάδα, λόγω της άνθησης που έχει η κινηματογραφική βιομηχανία, τα πράγματα μπορούν να αλλάξουν με τον καιρό «σε αντίθεση με την Κύπρο που κάνει μόλις 10 ταινίες τον χρόνο. Νομίζω ότι με την άνθηση που έχει η Ελλάδα, δηλαδή με πάνω από τριάντα ταινίες τον χρόνο, τα πράγματα σύντομα θα αλλάξουν και θα χρειαστούν ατζέντηδες.
Η κατάσταση είναι αρκετά ώριμη τώρα». Oσο για το τι σημαίνει να είσαι πράκτορας ταινιών και ποια είναι η αμοιβή του δήλωσε πως: «Παίρνουμε το 10% της αμοιβής του ηθοποιού, ούτε περισσότερο, ούτε λιγότερο. Καμία αμοιβή δεν περνάει απευθείας σ’ εμάς. Πάντα παρεμβάλλεται ο παραγωγός. Υπάρχει ένα έγγραφο που συνδέει τον καλλιτέχνη με τον ατζέντη: το mandat d’ artist, το οποίο δίνει τη δυνατότητα στους καλλιτέχνες να αποσυρθούν ανά πάσα στιγμή. Φυσικά, προστατεύει και εμάς με οικονομικές αποζημιώσεις. Κάθε καλλιτέχνης υποχρεώνεται νομικά να έχει έναν ατζέντη, αλλά και διεθνείς συνεργασίες. Μετά το πρώτο έτος, η ισχύς αυτού του συμβολαίου ανανεώνεται σιωπηλά για 3 χρόνια κάθε φορά. Το έγγραφο αυτό ορίζει βεβαίως όλη τη δραστηριότητα του ηθοποιού. Υπάρχουν νομικές και οικονομικές πτυχές στον κλάδο, για να προστατευτεί η εκατέρωθεν επαγγελματική δραστηριότητα».
Δεν μπορούσε, επίσης, να μην απαντήσει στο ερώτημα για την κόντρα σινεμά και πλατφόρμας: «Αγαπάμε τις πλατφόρμες, αλλά είμαστε ξεκάθαρα με το σινεμά, αφού εκεί κανείς μπορεί να νιώσει, να συμμετάσχει ενεργά βλέποντας τις αντιδράσεις του διπλανού του. Τίποτα δεν μπορεί να αντικαταστήσει τη δύναμη αλλά και τον συμμετοχικό, σχεδόν δημοκρατικό χαρακτήρα του σινεμά. Βέβαια αυτό δεν σημαίνει ότι δεν σεβόμαστε τις πλατφόρμες που έχουν δώσει δουλειά σε τόσους ηθοποιούς παράγοντας σειρές υψηλής ποιότητες.
Oσο για εμάς ως πρακτορείο εκπροσωπούμε γύρω στους 800 καλλιτέχνες, όχι μόνο ηθοποιούς του σινεμά, αλλά και της τηλεόρασης και από τις πλατφόρμες streaming, σεναριογράφους, σκηνοθέτες και άλλους. Πλέον, οι πλατφόρμες streaming αναντίρρητα κυριαρχούν σε παγκόσμια κλίμακα». Επίσης δηλώνει ευτυχής που ενέπνευσε τη σειρά «Call my agent», σχολιάζοντας από το πώς ξεκίνησε στο France 2 και πώς έφτασε έως το Netflix λόγω μεγάλης επιτυχίας. Αυτό αποτέλεσε σημείο αναφοράς για τους πράκτορες καλλιτεχνών παγκοσμίως, γιατί ήταν η πρώτη σειρά τέτοιας εμβέλειας που αναφερόταν στο υποφωτισμένο αυτό επάγγελμα. «Πολλοί είναι οι συνάδελφοι που μου τηλεφωνούν από την Αμερική και μου δίνουν συγχαρητήρια που έκανα διάσημο το επάγγελμα λέγοντάς μου ότι κάποιος μίλησε επιτέλους για εμάς, ανεξάρτητα αν εκεί τα πρακτορεία έχουν τεράστια δύναμη. Μπαίνω σε ένα κτίριο και κάθε όροφος είναι γεμάτος από ατζέντηδες και μάλιστα για ονόματα πρώτου μεγέθους».
Οσο για το αν το σινεμά θα καταφέρει να επιβιώσει, ο ίδιος είναι αισιόδοξος: «Ξεκίνησα να δουλεύω στο σινεμά όταν ήταν αποκλειστικά και μόνο γαλλικό και μάλιστα με ειδικές σινεφίλ ταινίες που απευθύνονταν σε συγκεκριμένο, αποκλειστικά γαλλόφωνο κοινό. Τα πράγματα όμως άλλαξαν και άνοιξαν περισσότερο, με αποτέλεσμα, με την εξέλιξη της τεχνολογίας, οι άνθρωποι να απολαμβάνουν ταινίες σε όλο τον κόσμο και μάλιστα από διαφορετικές χώρες της Ευρώπης, και αυτό το βρίσκω παρήγορο. Ξέρω ότι έχετε παρά πολύ αξιόλογους Ελληνες δημιουργούς και πρωταγωνιστές και δεν είναι τυχαίο ότι στην Ευρώπη, για παράδειγμα, μιλούν αυτή τη στιγμή για μια Ελληνίδα ηθοποιό όπως η Δάφνη Πατακιά», κατέληξε δίνοντάς μας ελπίδα για το ελληνικό σινεμά που θα μπορούσε, όπως λέει, να κατακτήσει εκ νέου την Ευρώπη όπως το σινεμά του Θόδωρου Αγγελόπουλου.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα