Η Coca-Cola ταυτίζεται διαχρονικά με τα Χριστούγεννα και τις εορτές του νέου έτους και το κάνει πάντοτε μοναδικά. Φέτος το κάνει ακόμη καλύτερα, πραγματοποιώντας με το κατακόκκινο φορτηγό το μεγαλύτερο χριστουγεννιάτικο tour που έγινε ποτέ στην Ελλάδα και μας προσκαλεί να φέρουμε τη μαγεία... στο χωριό μας!
Ντιν Ταβουλάρης: O «άρχοντας» πίσω από τις μεγάλες επιτυχίες του Χόλιγουντ
Ντιν Ταβουλάρης: O «άρχοντας» πίσω από τις μεγάλες επιτυχίες του Χόλιγουντ
Ο σπουδαίος Ελληνας σκηνογράφος έγινε το αντικείμενο μιας αναδρομικής έκθεσης στη Cinémathèque του Παρισιού
Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Ο 90χρονος Ντιν Ταβουλάρης είναι ο άρχοντας των παρασκηνίων των μεγαλύτερων επιτυχιών του Χόλιγουντ. Δεδομένου ότι δεν είναι ούτε ηθοποιός, ούτε σκηνοθέτης, ούτε παραγωγός, το όνομά του δεν είναι γνωστό στο ευρύ κοινό. Εχει παραμείνει κρυμμένο πίσω από την απεραντοσύνη των σκηνικών του. Ωστόσο, είναι αδύνατον να μην προσέξει κανείς τους διαφορετικούς κόσμους που σχεδίασε ο ευφυής σκηνογράφος όταν ήταν ο διορισμένος καλλιτεχνικός διευθυντής του Φράνσις Φορντ Κόπολα μεταξύ 1972-1996, από τον «Νονό» (1972) μέχρι τον «Τζακ» (1996). Μεταξύ άλλων, εργάστηκε στις ταινίες «Η Συνομιλία» (1974), «Aποκάλυψη Τώρα!» (1979) και «Mια Μέρα, Ενας Ερωτας» (1981), και επιμελήθηκε τα σκηνικά των ταινιών «Μπόνι και Κλάιντ» (1967) και «Το Μεγάλο Ανθρωπάκι» (1970) του Αρθουρ Πεν, «Zαμπρίσκι Πόιντ» (1970) του Mικελάντζελο Αντονιόνι και «Η Ενατη Πύλη» (1999) του Ρομάν Πολάνσκι.
Ο μύθος του άρχισε να χτίζεται στα μέσα των 60s, όταν έχοντας εργαστεί για πολλά χρόνια ως βοηθός έγινε επικεφαλής σκηνογράφος για το «Μπόνι και Κλάιντ», την ταινία του Αρθουρ Πεν που έφερε τα πάνω κάτω στο παλιό Χόλιγουντ. Στον απόηχο αυτής της επιτυχίας, έγινε τακτικός συνεργάτης του Κόπολα, του εμβληματικού σκηνοθέτη του νέου Χόλιγουντ, συμβάλλοντας στη χαρακτηριστική οπτική υπογραφή των ταινιών του. Ο Ταβουλάρης εκμεταλλεύτηκε την ελευθερία που του προσέφερε η συγκεκριμένη στιγμή στην ιστορία του κινηματογράφου, όταν οι σκηνοθέτες πήραν την εξουσία από τα στούντιο. Τα υπόλοιπα είναι μια λαμπρή κινηματογραφική πορεία.
Σήμερα ζει στο Παρίσι με τη σύζυγό του, την ηθοποιό Ορόρ Κλεμάν, την οποία γνώρισε στα γυρίσματα της ταινίας «Αποκάλυψη Τώρα!», όπου εκείνη εμφανίστηκε στη σκηνή της γαλλικής φυτείας με το αποικιακό αρχοντικό που επαναπροσδιορίστηκε από τον σκηνογράφο - η συγκεκριμένη σκηνή είχε κοπεί από την αρχική κόπια και επανήλθε από τον Αμερικανό σκηνοθέτη στην εκδοχή του 2001. Τον συναντήσαμε μέσω zoom σε μια απολαυστική συζήτηση.
GALA: Ποιο είναι το αντικείμενο της δουλειάς του production designer;
ΝΤΙΝ ΤΑΒΟΥΛΑΡΗΣ: Εχω δεχτεί αυτή την ερώτηση πολλές φορές. Και μερικές εβδομάδες πριν, όταν μου έκαναν την ίδια ερώτηση, ένιωσα σαν οδηγός λεωφορείου που τον ρωτούν τι δουλειά κάνει! Μα μπορούμε να δούμε τη δουλειά του. Το ίδιο συμβαίνει και με μένα. Οι Ευρωπαίοι αναρωτιούνται δικαίως γι’ αυτό, γιατί ο production designer στην Ελλάδα ή στη Γαλλία δεν είναι το ίδιο με τον σχεδιαστή παραγωγής στο Χόλιγουντ. Μπορεί και να κάνω λάθος. Μίλησα με τον Κώστα Γαβρά και φαίνεται να έχει διαφορετική άποψη από μένα σχετικά με τον ρόλο του σχεδιαστή παραγωγής. Θα σε πείραζε να σου κάνω την ερώτηση τι κάνει ο production designer στην Ελλάδα;
G.: Νομίζω ότι είναι ο υπεύθυνος για την όλη αισθητική μιας κινηματογραφικής παραγωγής, κάτι σαν καλλιτεχνικός διευθυντής του φιλμ.
ΝΤ.Τ.: Ναι. Το ίδιο πιστεύω κι εγώ. Η δουλειά μου είναι να φροντίζω τα σκηνικά και την αισθητική κάθε σκηνής της ταινίας.
G.: Ας γυρίσουμε όμως στα παιδικά σου χρόνια. Τότε που ο πατέρας σου είχε ένα καφέ και εσύ ως delivery boy πήγες μια παραγγελία σε μεγάλο χολιγουντιανό στούντιο, αφού ο διευθύνων σύμβουλός του ήταν πελάτης σας. Αυτή ήταν η πρώτη σου επαφή με το σινεμά;
ΝΤ.Τ.: Ο πατέρας μου με τον αδελφό του είχαν εταιρεία που εισήγε καφέ και πολλοί πελάτες τους ήταν Ελληνες που είχαν αλυσίδες καφέ στην Καλιφόρνια - και παρεμπιπτόντως, το γύρισαν στην εστίαση. Το στούντιο Fox το είχε επίσης Ελληνας, o Σπύρος Σκούρας, αφού κατείχε τα West Coast Theatres και κατόπιν έγινε ιδρυτικό στέλεχος και πρόεδρος του μεγάλου κινηματογραφικού στούντιο. Το στούντιό του, λοιπόν, ήταν πελάτης του πατέρα μου και τα καλοκαίρια, όταν δεν πήγαινα σχολείο, εργαζόμουν για την επιχείρηση. Ετσι, μια μέρα πήγα στο στούντιο Fox στο Λος Αντζελες και μου έκανε εντύπωση ότι το φύλαγαν αστυνομικοί. Ημουν μόνο 8 χρόνων κι έλεγα: δεν είναι η κυβέρνηση, δεν είναι το πολυκατάστημα «Saks» στην 5η Λεωφόρο, αλλά είναι το στούντιο της Fox που φυλάνε οι αστυνομικοί! Αλλά κανείς δεν μιλούσε γι’ αυτό το μυστήριο μέρος. Περάσαμε, λοιπόν, τις πύλες και την αστυνομία με τον πατέρα μου και βρεθήκαμε μπροστά στα στούντιο της εταιρείας στο Century City του Λος Αντζελες. Ηταν ένα εκπληκτικό μέρος! Πανέμορφοι καθρέφτες στους τοίχους...
G.: Καθώς σπούδασες Αρχιτεκτονική αργότερα, είχες εξαρχής μια διαφορετική ματιά για το κτίριο...
Ο μύθος του άρχισε να χτίζεται στα μέσα των 60s, όταν έχοντας εργαστεί για πολλά χρόνια ως βοηθός έγινε επικεφαλής σκηνογράφος για το «Μπόνι και Κλάιντ», την ταινία του Αρθουρ Πεν που έφερε τα πάνω κάτω στο παλιό Χόλιγουντ. Στον απόηχο αυτής της επιτυχίας, έγινε τακτικός συνεργάτης του Κόπολα, του εμβληματικού σκηνοθέτη του νέου Χόλιγουντ, συμβάλλοντας στη χαρακτηριστική οπτική υπογραφή των ταινιών του. Ο Ταβουλάρης εκμεταλλεύτηκε την ελευθερία που του προσέφερε η συγκεκριμένη στιγμή στην ιστορία του κινηματογράφου, όταν οι σκηνοθέτες πήραν την εξουσία από τα στούντιο. Τα υπόλοιπα είναι μια λαμπρή κινηματογραφική πορεία.
Σήμερα ζει στο Παρίσι με τη σύζυγό του, την ηθοποιό Ορόρ Κλεμάν, την οποία γνώρισε στα γυρίσματα της ταινίας «Αποκάλυψη Τώρα!», όπου εκείνη εμφανίστηκε στη σκηνή της γαλλικής φυτείας με το αποικιακό αρχοντικό που επαναπροσδιορίστηκε από τον σκηνογράφο - η συγκεκριμένη σκηνή είχε κοπεί από την αρχική κόπια και επανήλθε από τον Αμερικανό σκηνοθέτη στην εκδοχή του 2001. Τον συναντήσαμε μέσω zoom σε μια απολαυστική συζήτηση.
GALA: Ποιο είναι το αντικείμενο της δουλειάς του production designer;
ΝΤΙΝ ΤΑΒΟΥΛΑΡΗΣ: Εχω δεχτεί αυτή την ερώτηση πολλές φορές. Και μερικές εβδομάδες πριν, όταν μου έκαναν την ίδια ερώτηση, ένιωσα σαν οδηγός λεωφορείου που τον ρωτούν τι δουλειά κάνει! Μα μπορούμε να δούμε τη δουλειά του. Το ίδιο συμβαίνει και με μένα. Οι Ευρωπαίοι αναρωτιούνται δικαίως γι’ αυτό, γιατί ο production designer στην Ελλάδα ή στη Γαλλία δεν είναι το ίδιο με τον σχεδιαστή παραγωγής στο Χόλιγουντ. Μπορεί και να κάνω λάθος. Μίλησα με τον Κώστα Γαβρά και φαίνεται να έχει διαφορετική άποψη από μένα σχετικά με τον ρόλο του σχεδιαστή παραγωγής. Θα σε πείραζε να σου κάνω την ερώτηση τι κάνει ο production designer στην Ελλάδα;
G.: Νομίζω ότι είναι ο υπεύθυνος για την όλη αισθητική μιας κινηματογραφικής παραγωγής, κάτι σαν καλλιτεχνικός διευθυντής του φιλμ.
ΝΤ.Τ.: Ναι. Το ίδιο πιστεύω κι εγώ. Η δουλειά μου είναι να φροντίζω τα σκηνικά και την αισθητική κάθε σκηνής της ταινίας.
G.: Ας γυρίσουμε όμως στα παιδικά σου χρόνια. Τότε που ο πατέρας σου είχε ένα καφέ και εσύ ως delivery boy πήγες μια παραγγελία σε μεγάλο χολιγουντιανό στούντιο, αφού ο διευθύνων σύμβουλός του ήταν πελάτης σας. Αυτή ήταν η πρώτη σου επαφή με το σινεμά;
ΝΤ.Τ.: Ο πατέρας μου με τον αδελφό του είχαν εταιρεία που εισήγε καφέ και πολλοί πελάτες τους ήταν Ελληνες που είχαν αλυσίδες καφέ στην Καλιφόρνια - και παρεμπιπτόντως, το γύρισαν στην εστίαση. Το στούντιο Fox το είχε επίσης Ελληνας, o Σπύρος Σκούρας, αφού κατείχε τα West Coast Theatres και κατόπιν έγινε ιδρυτικό στέλεχος και πρόεδρος του μεγάλου κινηματογραφικού στούντιο. Το στούντιό του, λοιπόν, ήταν πελάτης του πατέρα μου και τα καλοκαίρια, όταν δεν πήγαινα σχολείο, εργαζόμουν για την επιχείρηση. Ετσι, μια μέρα πήγα στο στούντιο Fox στο Λος Αντζελες και μου έκανε εντύπωση ότι το φύλαγαν αστυνομικοί. Ημουν μόνο 8 χρόνων κι έλεγα: δεν είναι η κυβέρνηση, δεν είναι το πολυκατάστημα «Saks» στην 5η Λεωφόρο, αλλά είναι το στούντιο της Fox που φυλάνε οι αστυνομικοί! Αλλά κανείς δεν μιλούσε γι’ αυτό το μυστήριο μέρος. Περάσαμε, λοιπόν, τις πύλες και την αστυνομία με τον πατέρα μου και βρεθήκαμε μπροστά στα στούντιο της εταιρείας στο Century City του Λος Αντζελες. Ηταν ένα εκπληκτικό μέρος! Πανέμορφοι καθρέφτες στους τοίχους...
G.: Καθώς σπούδασες Αρχιτεκτονική αργότερα, είχες εξαρχής μια διαφορετική ματιά για το κτίριο...
ΝΤ.Τ.: Μου πήρε 20 χρόνια για να συνειδητοποιήσω τους όρους «πάνω από τη γραμμή» και «κάτω από τη γραμμή»... Δεν ήταν ένας χώρος ισότητας ο αμερικανικός κινηματογράφος. Υπήρχαν τάξεις. Οταν έγινα αργότερα production designer, ήμουν γενικότερα «πάνω από τη γραμμή». Αυτοί οι διαχωρισμοί αφορούσαν τις κατηγορίες των εργαζομένων στον κινηματογράφο, ήταν οι δεύτερης και οι πρώτης κατηγορίας εργαζόμενοι. Τότε όμως δεν τα καταλάβαινα αυτά. Σε ηλικία 8 ετών, μια πολύ ευαίσθητη περίοδο στη ζωή ενός ανθρώπου, ένιωσα τρομερή περιέργεια για αυτό το στούντιο του Χόλιγουντ που με είχε σίγουρα εντυπωσιάσει. Και είπα στον εαυτό μου: αυτός είναι ένας ενδιαφέρων χώρος για να δουλέψω.
G.: Τι σε έκανε να σπουδάσεις Αρχιτεκτονική και Τέχνη;
ΝΤ.Τ.: Δεν μπορώ να το εξηγήσω ουσιαστικά, πέρα από το να σου αναφέρω την πολύ κοινότοπη ιστορία ότι ξεκίνησα να σχεδιάζω όταν ήμουν μικρός και πως όταν τελείωσα το σχολείο επέλεξα αυθόρμητα την Αρχιτεκτονική και στη συνέχεια τη συνδύασα με την Τέχνη.
G.: Ο Φράνσις Φορντ Κόπολα ήταν ο σκηνοθέτης που ανέδειξε διεθνώς το ταλέντο σου.
ΝΤ.Τ.: Τον γνώρισα λίγο πριν ξεκινήσει την τριλογία «Ο Νονός». Για εμένα ήταν η τρίτη ταινία στην οποία δούλευα επαγγελματικά. Νιώθω πολύ τυχερός γι’ αυτή τη γνωριμία γιατί αν δεν συνέβαινε, η ζωή μου θα ήταν τελείως διαφορετική. Αλλά βρέθηκε ο Φράνσις στην πορεία μου, και αυτή η συμβατότητα που υπήρχε μεταξύ μας ήταν το στοιχείο που με απογείωσε, θα έλεγα, και με οδήγησε να πάρω τον δρόμο που πήρα.
G.: Ηταν το Οσκαρ που κέρδισες για τον «Νονό 2» που σε έκανε να ανταμειφθείς και να νιώσεις σίγουρος για την επιλογή σου;
ΝΤ.Τ.: Την ίδια εποχή με τον «Νονό» ήταν να συμμετάσχω σε μία ακόμα μεγάλη επιτυχία, που δεν ήταν άλλη από τους «Κακόφημους δρόμους» (1973) του Μάρτιν Σκορσέζε, αλλά βέβαια, όπως εκτυλίχθηκε η ζωή μου, ο «Νονός» ήταν ακόμα μεγαλύτερη επιτυχία. Αλλά πιο πριν ακόμα, είχα κάνει το «Μπόνι και Κλάιντ», με πρωταγωνιστές τη Φέι Ντάναγουεϊ, τον Γουόρεν Μπίτι και τον Τζιν Χάκμαν. Αυτή η ταινία ήταν τεράστια επιτυχία. Αρα το διαπίστωσα ότι έκανα την κατάλληλη επιλογή εξαρχής. Και το «Μπόνι και Κλάιντ» μαζί με τον «Νονό» με έκαναν γνωστό, αν όχι στα media, στο κινηματογραφικό στερέωμα. Κάποιοι θα μπορούσαν να πουν ότι αυτές οι ταινίες είναι το καινούριο Χόλιγουντ. Γιατί μετά ακολούθησαν ταινίες όπως ο «Ξένοιαστος Καβαλάρης». Αυτές οι ταινίες άλλαξαν το Χόλιγουντ για πάντα.
G.: Προς ποια κατεύθυνση;
ΝΤ.Τ.: Ηταν το είδος του κινηματογράφου που απομάκρυνε πλέον την παλιά σχολή του Σπύρου Σκούρα. Οταν κάναμε με τον Γουόρεν Μπίτι και τον Αρθουρ Πεν το «Μπόνι και Κλάιντ» ήταν ταινία που γυρίστηκε σε στούντιο και έγινε σκηνικό πάλης για το ποιος θα είναι το αφεντικό. Ο Αρθουρ σκηνοθετούσε την ταινία, αλλά ο Γουόρεν Μπίτι και ο επικεφαλής του στούντιο, Χάρι Γουόρνερ, πάλευαν να έχουν λόγο κι αυτοί στην τελική μορφή της. Ηταν η εποχή που ο Γουόρνερ άρχισε να διεκδικεί τα ηνία του Χόλιγουντ από τον Σκούρα.
G.: Υπάρχει κάτι που δεν θα ξεχάσεις ποτέ από τον Γουόρεν Μπίτι του «Μπόνι και Κλάιντ»;
ΝΤ.Τ.: Λίγους μήνες πριν, επισκέφτηκα τον Γουόρεν Μπίτι και στο τέλος μου είπε «έλα ένα λεπτό, έχω να σου δείξω κάτι». Κι έφερε ένα κομμάτι χαρτί. Ηταν ένα χειρόγραφο σημείωμα του Χάρι Γουόρνερ προς τον Αρθουρ Πεν, στο οποίο έγραφε ότι παρατήρησε σε ένα από τα κλιπάκια που του έστελναν καθημερινά από τα γυρίσματα της ταινίας ένα με διαφήμιση της Coca-Cola. Και είπε στον Γουόρεν Μπίτι να βγάλουν τη διαφημιστική πινακίδα της Coca-Cola από την ταινία και να μεταφέρουν στον Κωνσταντίνο Ταβουλάρη ότι, αν δεν γίνει αυτό, θα απολυθεί! Και ο Γουόρεν Μπίτι το κράτησε για 50 χρόνια, όχι γιατί αφορούσε τη διαφήμιση ενός αναψυκτικού, αλλά επειδή συμβόλιζε έναν πόλεμο επιρροής στα γυρίσματα μιας ταινίας.
G.: Εχεις δουλέψει με τους μεγαλύτερους σκηνοθέτες του παγκόσμιου κινηματογράφου: από τον Φράνσις Φορντ Κόπολα μέχρι τον Βιμ Βέντερς και τον Ρομάν Πολάνσκι. Τελικά, με ποιον συνεργάστηκες καλύτερα;
ΝΤ.Τ.: Είναι αλήθεια ότι δεν ξέρω άλλους art directors που να είχαν την τύχη να περιβάλλονται από τέτοιους ανθρώπους όπως αυτοί που ανέφερες, όπως και πολλοί άλλοι. Αλλά αυτός που σέβομαι περισσότερο και για τον οποίο έτρεφα αδελφική αγάπη ήταν ο Μικελάντζελο Αντονιόνι (σ.σ.: Σπουδαίος Ιταλός σκηνοθέτης, γνωστός για τις ταινίες «Blow-Up», «Εκλειψη» και «Η Περιπέτεια», ενώ έχει σκηνοθετήσει μεγάλους Ευρωπαίους σταρ όπως η Ζαν Μορό και ο Μαρτσέλο Μαστρογιάνι. Το 1970 γύρισε το «Ζαμπρίσκι Πόιντ» σε συνεργασία με τον δικό μας Ντιν Ταβουλάρη).
G.: Τι σου έμεινε από τη συνεργασία σου με αυτόν τον μεγάλο Ευρωπαίο σκηνοθέτη;
ΝΤ.Τ.: Κατά τη διάρκεια της παραγωγής του «Ζαμπρίσκι Πόιντ» σταματήσαμε για μια-δυο ημέρες γιατί ο Μικελάντζελο ήθελε να πάει από το Χόλιγουντ, όπου γίνονταν τα γυρίσματα, στο Σικάγο, όπου πραγματοποιούνταν τότε το συνέδριο του Δημοκρατικού Κόμματος, το 1968. Ηταν πολύ εύφλεκτη περίοδος και για την Ευρώπη. Την ημέρα που θα επέστρεφε στο Χόλιγουντ ήμουν σπίτι και άκουσα κάποιον να χτυπάει την πόρτα. Ηταν ο Μικελάντζελο. Είχε έρθει σπίτι μου ενώ δεν το είχε κάνει ποτέ πριν. Πάντα συναντιόμασταν στα γραφεία του στούντιο ή στο γύρισμα. Μου είπε «μπορώ να σου μιλήσω;» και του είπα «ναι, βέβαια» και καθίσαμε στις πίσω θέσεις του αυτοκινήτου του και είπε στον σοφέρ να οδηγήσει. Την επόμενη ώρα μού αφηγήθηκε με τις πιο έντονες συναισθηματικές πινελιές τα βίαια επεισόδια που έγιναν τότε, καθώς και την αστυνομική βία (σ.σ.: ο Αντονιόνι δεν ήταν στρατευμένος, αλλά ανήκε στον χώρο της Αριστεράς). Είχε έρθει κατευθείαν από το αεροδρόμιο στο σπίτι μου, και αυτό δείχνει τη σχέση οικειότητας που είχαμε, η οποία σε μερικά σημεία υπερκάλυπτε ακόμη και αυτή που είχα με τον Φράνσις. ◆
G.: Τι σε έκανε να σπουδάσεις Αρχιτεκτονική και Τέχνη;
ΝΤ.Τ.: Δεν μπορώ να το εξηγήσω ουσιαστικά, πέρα από το να σου αναφέρω την πολύ κοινότοπη ιστορία ότι ξεκίνησα να σχεδιάζω όταν ήμουν μικρός και πως όταν τελείωσα το σχολείο επέλεξα αυθόρμητα την Αρχιτεκτονική και στη συνέχεια τη συνδύασα με την Τέχνη.
G.: Ο Φράνσις Φορντ Κόπολα ήταν ο σκηνοθέτης που ανέδειξε διεθνώς το ταλέντο σου.
ΝΤ.Τ.: Τον γνώρισα λίγο πριν ξεκινήσει την τριλογία «Ο Νονός». Για εμένα ήταν η τρίτη ταινία στην οποία δούλευα επαγγελματικά. Νιώθω πολύ τυχερός γι’ αυτή τη γνωριμία γιατί αν δεν συνέβαινε, η ζωή μου θα ήταν τελείως διαφορετική. Αλλά βρέθηκε ο Φράνσις στην πορεία μου, και αυτή η συμβατότητα που υπήρχε μεταξύ μας ήταν το στοιχείο που με απογείωσε, θα έλεγα, και με οδήγησε να πάρω τον δρόμο που πήρα.
G.: Ηταν το Οσκαρ που κέρδισες για τον «Νονό 2» που σε έκανε να ανταμειφθείς και να νιώσεις σίγουρος για την επιλογή σου;
ΝΤ.Τ.: Την ίδια εποχή με τον «Νονό» ήταν να συμμετάσχω σε μία ακόμα μεγάλη επιτυχία, που δεν ήταν άλλη από τους «Κακόφημους δρόμους» (1973) του Μάρτιν Σκορσέζε, αλλά βέβαια, όπως εκτυλίχθηκε η ζωή μου, ο «Νονός» ήταν ακόμα μεγαλύτερη επιτυχία. Αλλά πιο πριν ακόμα, είχα κάνει το «Μπόνι και Κλάιντ», με πρωταγωνιστές τη Φέι Ντάναγουεϊ, τον Γουόρεν Μπίτι και τον Τζιν Χάκμαν. Αυτή η ταινία ήταν τεράστια επιτυχία. Αρα το διαπίστωσα ότι έκανα την κατάλληλη επιλογή εξαρχής. Και το «Μπόνι και Κλάιντ» μαζί με τον «Νονό» με έκαναν γνωστό, αν όχι στα media, στο κινηματογραφικό στερέωμα. Κάποιοι θα μπορούσαν να πουν ότι αυτές οι ταινίες είναι το καινούριο Χόλιγουντ. Γιατί μετά ακολούθησαν ταινίες όπως ο «Ξένοιαστος Καβαλάρης». Αυτές οι ταινίες άλλαξαν το Χόλιγουντ για πάντα.
G.: Προς ποια κατεύθυνση;
ΝΤ.Τ.: Ηταν το είδος του κινηματογράφου που απομάκρυνε πλέον την παλιά σχολή του Σπύρου Σκούρα. Οταν κάναμε με τον Γουόρεν Μπίτι και τον Αρθουρ Πεν το «Μπόνι και Κλάιντ» ήταν ταινία που γυρίστηκε σε στούντιο και έγινε σκηνικό πάλης για το ποιος θα είναι το αφεντικό. Ο Αρθουρ σκηνοθετούσε την ταινία, αλλά ο Γουόρεν Μπίτι και ο επικεφαλής του στούντιο, Χάρι Γουόρνερ, πάλευαν να έχουν λόγο κι αυτοί στην τελική μορφή της. Ηταν η εποχή που ο Γουόρνερ άρχισε να διεκδικεί τα ηνία του Χόλιγουντ από τον Σκούρα.
G.: Υπάρχει κάτι που δεν θα ξεχάσεις ποτέ από τον Γουόρεν Μπίτι του «Μπόνι και Κλάιντ»;
ΝΤ.Τ.: Λίγους μήνες πριν, επισκέφτηκα τον Γουόρεν Μπίτι και στο τέλος μου είπε «έλα ένα λεπτό, έχω να σου δείξω κάτι». Κι έφερε ένα κομμάτι χαρτί. Ηταν ένα χειρόγραφο σημείωμα του Χάρι Γουόρνερ προς τον Αρθουρ Πεν, στο οποίο έγραφε ότι παρατήρησε σε ένα από τα κλιπάκια που του έστελναν καθημερινά από τα γυρίσματα της ταινίας ένα με διαφήμιση της Coca-Cola. Και είπε στον Γουόρεν Μπίτι να βγάλουν τη διαφημιστική πινακίδα της Coca-Cola από την ταινία και να μεταφέρουν στον Κωνσταντίνο Ταβουλάρη ότι, αν δεν γίνει αυτό, θα απολυθεί! Και ο Γουόρεν Μπίτι το κράτησε για 50 χρόνια, όχι γιατί αφορούσε τη διαφήμιση ενός αναψυκτικού, αλλά επειδή συμβόλιζε έναν πόλεμο επιρροής στα γυρίσματα μιας ταινίας.
G.: Εχεις δουλέψει με τους μεγαλύτερους σκηνοθέτες του παγκόσμιου κινηματογράφου: από τον Φράνσις Φορντ Κόπολα μέχρι τον Βιμ Βέντερς και τον Ρομάν Πολάνσκι. Τελικά, με ποιον συνεργάστηκες καλύτερα;
ΝΤ.Τ.: Είναι αλήθεια ότι δεν ξέρω άλλους art directors που να είχαν την τύχη να περιβάλλονται από τέτοιους ανθρώπους όπως αυτοί που ανέφερες, όπως και πολλοί άλλοι. Αλλά αυτός που σέβομαι περισσότερο και για τον οποίο έτρεφα αδελφική αγάπη ήταν ο Μικελάντζελο Αντονιόνι (σ.σ.: Σπουδαίος Ιταλός σκηνοθέτης, γνωστός για τις ταινίες «Blow-Up», «Εκλειψη» και «Η Περιπέτεια», ενώ έχει σκηνοθετήσει μεγάλους Ευρωπαίους σταρ όπως η Ζαν Μορό και ο Μαρτσέλο Μαστρογιάνι. Το 1970 γύρισε το «Ζαμπρίσκι Πόιντ» σε συνεργασία με τον δικό μας Ντιν Ταβουλάρη).
G.: Τι σου έμεινε από τη συνεργασία σου με αυτόν τον μεγάλο Ευρωπαίο σκηνοθέτη;
ΝΤ.Τ.: Κατά τη διάρκεια της παραγωγής του «Ζαμπρίσκι Πόιντ» σταματήσαμε για μια-δυο ημέρες γιατί ο Μικελάντζελο ήθελε να πάει από το Χόλιγουντ, όπου γίνονταν τα γυρίσματα, στο Σικάγο, όπου πραγματοποιούνταν τότε το συνέδριο του Δημοκρατικού Κόμματος, το 1968. Ηταν πολύ εύφλεκτη περίοδος και για την Ευρώπη. Την ημέρα που θα επέστρεφε στο Χόλιγουντ ήμουν σπίτι και άκουσα κάποιον να χτυπάει την πόρτα. Ηταν ο Μικελάντζελο. Είχε έρθει σπίτι μου ενώ δεν το είχε κάνει ποτέ πριν. Πάντα συναντιόμασταν στα γραφεία του στούντιο ή στο γύρισμα. Μου είπε «μπορώ να σου μιλήσω;» και του είπα «ναι, βέβαια» και καθίσαμε στις πίσω θέσεις του αυτοκινήτου του και είπε στον σοφέρ να οδηγήσει. Την επόμενη ώρα μού αφηγήθηκε με τις πιο έντονες συναισθηματικές πινελιές τα βίαια επεισόδια που έγιναν τότε, καθώς και την αστυνομική βία (σ.σ.: ο Αντονιόνι δεν ήταν στρατευμένος, αλλά ανήκε στον χώρο της Αριστεράς). Είχε έρθει κατευθείαν από το αεροδρόμιο στο σπίτι μου, και αυτό δείχνει τη σχέση οικειότητας που είχαμε, η οποία σε μερικά σημεία υπερκάλυπτε ακόμη και αυτή που είχα με τον Φράνσις. ◆
INFO
To βιβλίο «Conversations with Dean Tavoularis» κυκλοφορεί στα γαλλικά και τα αγγλικά με πρόλογο του Γουές Αντερσον στο synecdoche.fr
Ειδήσεις σήμερα:
Βιρτζίνια: Ο 6χρονος πυροβόλησε σκόπιμα τη δασκάλα του - Δείτε βίντεο
Hurriyet: Fake news σε προκλητικό πρωτοσέλιδο για το επεισόδιο στο Φαρμακονήσι
Σακίρα: Συντετριμμένη με βίντεο του 2021 που δείχνει τη νυν σύντροφo του Πικέ στο σπίτι τους
Ειδήσεις σήμερα:
Βιρτζίνια: Ο 6χρονος πυροβόλησε σκόπιμα τη δασκάλα του - Δείτε βίντεο
Hurriyet: Fake news σε προκλητικό πρωτοσέλιδο για το επεισόδιο στο Φαρμακονήσι
Σακίρα: Συντετριμμένη με βίντεο του 2021 που δείχνει τη νυν σύντροφo του Πικέ στο σπίτι τους
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα