Κάρι Γκραντ: Η μυθιστορηματική ζωή του μεταφέρεται στη μικρή οθόνη
15.01.2023
19:38
Μεγαλειώδης, ταλαντούχος, λαμπερός, η επιτομή του κινηματογραφικού τζέντλεμαν - Τον μυθικό σταρ θα υποδυθεί ο Τζέισον Αϊζακς
Πριν επανεφεύρει τον εαυτό του, ο Κάρι Γκραντ ήταν ο Αρτσι, ένα φτωχό αγόρι από το Μπρίστολ. Κατέληξε να γίνει ένας από τους μεγαλύτερους σταρ του Χόλιγουντ, ο δεύτερος μετά τον Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ στη λίστα με τους 25 κορυφαίους αστέρες όλων των εποχών που συνέταξε το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου. «Υποδυόμουν έναν συγκεκριμένο τύπο άνδρα στη μεγάλη οθόνη και τελικά έγινα αυτός ο άνδρας και στη ζωή μου. Εγινα ο Κάρι Γκραντ: αθλητικός, άνδρας-όνειρο, αυτός που κάνει κρουαζιέρες με γιοτ και χαρίζει ακριβά δώρα», θα ομολογούσε κάποτε ο ίδιος σε ένα κρεσέντο ειλικρίνειας.
Το βιογραφικό του περιλαμβάνει περισσότερες από 70 ταινίες, με κάποιες από αυτές να εντάσσονται στην κατηγορία των all time classic: από την «Ξανθιά Αφροδίτη», τη «Γυναίκα με τη λεοπάρδαλη», τα «Κοινωνικά σκάνδαλα» και το «Αρσενικό και παλιά δαντέλα» μέχρι τα χιτσκοκικά έπη «Στη σκιά των τεσσάρων γιγάντων», «Notorious», «Υποψίες» και «Το κυνήγι του κλέφτη». Εκανε πέντε γάμους, απέκτησε μόνο μία κόρη, ήταν υποψήφιος για Οσκαρ δύο φορές, αλλά τελικά η Ακαδημία έβγαλε την υποχρέωση που είχε απέναντί του με ένα τιμητικό βραβείο στα γεράματά του. Η μυθιστορηματική ζωή του, ή έστω ένα μέρος της, μπαίνει τώρα κάτω από το μικροσκόπιο της νέας μίνι σειράς «Archie», που ξεκινάει προσεχώς γυρίσματα για λογαριασμό του ITVX με τις ευλογίες της Νταϊάν Κάνον -της τέταρτης συζύγου του- και της κόρης τους Τζένιφερ. Τον μυθικό σταρ θα υποδυθεί ο Τζέισον Αϊζακς, γνωστός ως Λούσιους Μαλφόι στα κινηματογραφικά άπαντα του Χάρι Πότερ.
Ενα αγόρι που το έλεγαν Αρτσι
Ο Αρτσιμπαλντ Αλεξάντερ Λιτς γεννήθηκε το 1904 από έναν αλκοολικό πατέρα και μια καταθλιπτική μητέρα, της οποίας η μυστηριώδης εξαφάνιση, όταν εκείνος ήταν 11 ετών, τον στοίχειωσε. Στα 30 του έμαθε ότι όλα αυτά τα χρόνια ήταν κλεισμένη σε ψυχιατρικό άσυλο. Με την επιρροή του της εξασφάλισε εξιτήριο και ανέλαβε τη φροντίδα της μέχρι το τέλος της ζωής της, σε μια προσπάθεια να βγάλει τα σπασμένα. Ο 11χρονος Αρτσι, όμως, δεν είχε κρυστάλλινη σφαίρα για να διαβάζει τα μελλούμενα. Μετά τη μητρική εξαφάνιση, έγινε ντικενσικό χαμίνι και αποβλήθηκε από το σχολείο.
Ο δρόμος του διασταυρώθηκε με μια ομάδα ακροβατών, τους Loomis Troupe, με τους οποίους μυήθηκε στο βοντβίλ, ένα είδος λαϊκής κωμωδίας που έμπλεκε γλυκά μουσική, χορό, τραγούδι, ταχυδακτυλουργικά, ακροβατικά και θεατρικά σκετς. Στα 16 του βρέθηκε με την ομάδα στη Νέα Υόρκη στο πλαίσιο περιοδείας και αποφάσισε να παραμείνει εκεί και να κυνηγήσει το κινηματογραφικό όνειρο. Κάπου εκεί έφυγε ο Αρτσι και ήρθε ο Κάρι Γκραντ.
Οι πρώτες θεατρικές κριτικές ήταν από μέτριες έως κακές, ενώ στις οντισιόν τον απέρριπταν, γιατί «είχε αλλόκοτο βάδισμα και χοντρό λαιμό». Την κατάρα της αφάνειας έσπασε οριστικά με τη συμμετοχή του στις ταινίες «Ξανθιά Αφροδίτη» με τη Μάρλεν Ντίντριχ και «Του φέρθηκε σκάρτα» με τη Μέι Γουέστ το 1932. Ο καινούριος ζεν πρεμιέ έγινε το μεγάλο αστέρι της Paramount και ο αδιαφιλονίκητος πρωταγωνιστής των 30s και των 40s, πάντα γοητευτικός, ατσαλάκωτος, με μια σπίθα χιούμορ, ο άνδρας που ονειρεύονταν όλες οι γυναίκες και ήθελαν για φίλο τους οι άνδρες. Οταν, δε, έληξε το συμβόλαιό του το 1935, απέδειξε την επαναστατική του φύση και το επιχειρηματικό του ένστικτο. Δεν ανανέωσε το συμβόλαιό του και δεν υπέγραψε με καμία άλλη εταιρεία. Ηταν ένας από τους πρώτους που έσπασαν τα δεσμά των στούντιο και συνέχισε την ανοδική πορεία του μόνος του, κάνοντας ο ίδιος τις οικονομικές συμφωνίες με τους παραγωγούς. Μάλιστα, επέλεξε σοφά αντί αμοιβής, να εισπράττει το 75% των εισπράξεων. Με δεδομένο ότι οι ταινίες του στο σύνολό τους σημείωναν ρεκόρ εισιτηρίων, αναδείχθηκε σύντομα σε έναν από τους πλουσιότερους ηθοποιούς.
Το βιογραφικό του περιλαμβάνει περισσότερες από 70 ταινίες, με κάποιες από αυτές να εντάσσονται στην κατηγορία των all time classic: από την «Ξανθιά Αφροδίτη», τη «Γυναίκα με τη λεοπάρδαλη», τα «Κοινωνικά σκάνδαλα» και το «Αρσενικό και παλιά δαντέλα» μέχρι τα χιτσκοκικά έπη «Στη σκιά των τεσσάρων γιγάντων», «Notorious», «Υποψίες» και «Το κυνήγι του κλέφτη». Εκανε πέντε γάμους, απέκτησε μόνο μία κόρη, ήταν υποψήφιος για Οσκαρ δύο φορές, αλλά τελικά η Ακαδημία έβγαλε την υποχρέωση που είχε απέναντί του με ένα τιμητικό βραβείο στα γεράματά του. Η μυθιστορηματική ζωή του, ή έστω ένα μέρος της, μπαίνει τώρα κάτω από το μικροσκόπιο της νέας μίνι σειράς «Archie», που ξεκινάει προσεχώς γυρίσματα για λογαριασμό του ITVX με τις ευλογίες της Νταϊάν Κάνον -της τέταρτης συζύγου του- και της κόρης τους Τζένιφερ. Τον μυθικό σταρ θα υποδυθεί ο Τζέισον Αϊζακς, γνωστός ως Λούσιους Μαλφόι στα κινηματογραφικά άπαντα του Χάρι Πότερ.
Ενα αγόρι που το έλεγαν Αρτσι
Ο Αρτσιμπαλντ Αλεξάντερ Λιτς γεννήθηκε το 1904 από έναν αλκοολικό πατέρα και μια καταθλιπτική μητέρα, της οποίας η μυστηριώδης εξαφάνιση, όταν εκείνος ήταν 11 ετών, τον στοίχειωσε. Στα 30 του έμαθε ότι όλα αυτά τα χρόνια ήταν κλεισμένη σε ψυχιατρικό άσυλο. Με την επιρροή του της εξασφάλισε εξιτήριο και ανέλαβε τη φροντίδα της μέχρι το τέλος της ζωής της, σε μια προσπάθεια να βγάλει τα σπασμένα. Ο 11χρονος Αρτσι, όμως, δεν είχε κρυστάλλινη σφαίρα για να διαβάζει τα μελλούμενα. Μετά τη μητρική εξαφάνιση, έγινε ντικενσικό χαμίνι και αποβλήθηκε από το σχολείο.
Ο δρόμος του διασταυρώθηκε με μια ομάδα ακροβατών, τους Loomis Troupe, με τους οποίους μυήθηκε στο βοντβίλ, ένα είδος λαϊκής κωμωδίας που έμπλεκε γλυκά μουσική, χορό, τραγούδι, ταχυδακτυλουργικά, ακροβατικά και θεατρικά σκετς. Στα 16 του βρέθηκε με την ομάδα στη Νέα Υόρκη στο πλαίσιο περιοδείας και αποφάσισε να παραμείνει εκεί και να κυνηγήσει το κινηματογραφικό όνειρο. Κάπου εκεί έφυγε ο Αρτσι και ήρθε ο Κάρι Γκραντ.
Οι πρώτες θεατρικές κριτικές ήταν από μέτριες έως κακές, ενώ στις οντισιόν τον απέρριπταν, γιατί «είχε αλλόκοτο βάδισμα και χοντρό λαιμό». Την κατάρα της αφάνειας έσπασε οριστικά με τη συμμετοχή του στις ταινίες «Ξανθιά Αφροδίτη» με τη Μάρλεν Ντίντριχ και «Του φέρθηκε σκάρτα» με τη Μέι Γουέστ το 1932. Ο καινούριος ζεν πρεμιέ έγινε το μεγάλο αστέρι της Paramount και ο αδιαφιλονίκητος πρωταγωνιστής των 30s και των 40s, πάντα γοητευτικός, ατσαλάκωτος, με μια σπίθα χιούμορ, ο άνδρας που ονειρεύονταν όλες οι γυναίκες και ήθελαν για φίλο τους οι άνδρες. Οταν, δε, έληξε το συμβόλαιό του το 1935, απέδειξε την επαναστατική του φύση και το επιχειρηματικό του ένστικτο. Δεν ανανέωσε το συμβόλαιό του και δεν υπέγραψε με καμία άλλη εταιρεία. Ηταν ένας από τους πρώτους που έσπασαν τα δεσμά των στούντιο και συνέχισε την ανοδική πορεία του μόνος του, κάνοντας ο ίδιος τις οικονομικές συμφωνίες με τους παραγωγούς. Μάλιστα, επέλεξε σοφά αντί αμοιβής, να εισπράττει το 75% των εισπράξεων. Με δεδομένο ότι οι ταινίες του στο σύνολό τους σημείωναν ρεκόρ εισιτηρίων, αναδείχθηκε σύντομα σε έναν από τους πλουσιότερους ηθοποιούς.
Μέχρι και τα 60s παρέμεινε όνομα-κράχτης στο box office και επιλογή-μονόδρομος για τους σημαντικότερους σκηνοθέτες της εποχής. Αν και είχε απειλήσει στο παρελθόν ότι θα αποσυρόταν από τον κινηματογράφο, τελικά το έκανε το 1966 μετά τις κακές κριτικές της τελευταίας του ταινίας «Περπάτα, μην τρέχεις». Ηταν ήδη υπερβολικά πλούσιος για να συνεχίσει να εργάζεται, ωστόσο εξακολούθησε να βγάζει το παντεσπάνι του ως μέλος του διοικητικού συμβουλίου της εταιρείας καλλυντικών Faberge. Τους κινηματογραφικούς λογαριασμούς του, πάντως, τους έκλεισε οριστικά στις 7 Απριλίου του 1970. Εκείνη τη νύχτα ο Κάρι Γκραντ φόρεσε το σμόκιν του και ανέβηκε στη σκηνή του «Ντόροθι Τσάντλερ Παβίλιον» για να παραλάβει το τιμητικό Οσκαρ από τα χέρια του φίλου του Φρανκ Σινάτρα.
Παρά τη μυθική επιτυχία του και τα πλούτη που απέκτησε με τον κινηματογραφικό του ιδρώτα, ο Γκραντ δεν ευτύχησε ποτέ στο κεφάλαιο «έρωτας». Οι γυναίκες ερωτεύονταν τον λαμπερό σταρ αλλά κατέληγαν να ζουν με τον συμπλεγματικό Αρτσι, το αγόρι που δεν γνώρισε ποτέ αγάπη και προφανώς δεν ήξερε πώς να την εκφράσει. Η πρώτη του σύζυγος ήταν η ηθοποιός Βιρτζίνια Τσέριλ το 1943. Ψηλή, ξανθιά, όμορφη -όπως οι περισσότερες που αγάπησε-, ήταν «το ωραιότερο κορίτσι που συνάντησε στη ζωή του» όταν τη γνώρισε σε ένα πάρτυ που είχε διοργανώσει ο ίδιος με τον στενό του φίλο Ράντολφ Σκοτ - για τον οποίο, παρεμπιπτόντως, οι φήμες οργίαζαν ότι ήταν εραστής του. Ο ανεπιβεβαίωτος δεσμός τους και οι γενικότερες υπόνοιες περί αμφισεξουαλικότητας του Κάρι Γκραντ είναι ένα από τα πιο βρόμικα μυστικά του Χόλιγουντ. Αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία. Οσο για την Τσέριλ, η σχέση τους κράτησε περίπου έναν χρόνο και ο γάμος τους μόλις επτά μήνες, με αλυσιδωτούς καβγάδες και επανασυνδέσεις. Ο ίδιος θα έλεγε αργότερα: «Η κτητικότητά μου και ο φόβος μου ότι θα έχανα τη Βιρτζίνια οδήγησαν σε αυτό ακριβώς: στο να τη χάσω».
Αν και ο σταρ δήλωσε τότε ότι δεν θα ξαναπαντρευόταν ποτέ, άλλαξε γνώμη κάποια χρόνια αργότερα όταν συνάντησε την Μπάρμπαρα Χάτον, βαθύπλουτη κληρονόμο και γνωστή ως το «φτωχό πλουσιόριτσο», λόγω της μόνιμης θλίψης της. Ο Γκραντ αποφάσισε να την κάνει ευτυχισμένη. Δεν τα κατάφερε. Ο γάμος τους κράτησε τρία χρόνια (1942-1945), που βασίστηκαν στο καριγκραντικό μοτίβο των σύντομων χωρισμών και επανασυνδέσεων. Εκείνη ήταν κακομαθημένη, θεωρούσε μικρό και ταπεινό σπιτάκι την έπαυλη που είχε αγοράσει ο ηθοποιός στο Μπελ Ερ, ξόδευε αλόγιστα και δεν έδινε δεκάρα για την καριέρα του - που, όμως, ήταν το δικό του αποκλειστικό ενδιαφέρον.
Η τρίτη σύζυγός του ήταν η ηθοποιός Μπέτσι Ντρέικ, η μοναδική που ο Γκραντ προσπάθησε να προωθήσει επιβάλλοντάς την ως συμπρωταγωνίστριά του στις ταινίες «Every girl should get married» (1948) και «Room for one more» (1951). Η κινηματογραφική χημεία τους ήταν ανύπαρκτη, όπως ίσως και το ταλέντο της. Εκείνη αποφάσισε με συνοπτικές διαδικασίες να αποσυρθεί από την υποκριτική, να γίνει συγγραφέας και να στηρίζει ψυχή τε και σώματι τον άνδρα της. Οταν χώρισαν μετά από 13 χρόνια γάμου (1949-1962), κανένας δεν κατάλαβε τον λόγο και ίσως ούτε καν ο ίδιος ο Γκραντ, που αργότερα θα αναφερόταν στην Μπέτσι ως «η γλυκιά σύζυγος που με χώρισε πρόσφατα».
Η τέταρτη κυρία Κάρι Γκραντ ήταν η Νταϊάν Κάνον το 1965. Η νύφη ήταν 28 Μαΐων και ο γαμπρός 61 Δεκεμβρίων. Ο γάμος κράτησε τρία πληκτικά χρόνια για εκείνη, αφού δεν ταξίδευαν ποτέ και σπανίως έβγαιναν τα βράδια - έχοντας ακόμα και τότε στην παρέα τους τούς ηλικιωμένους φίλους του. Ηταν πάντως η μοναδική που του χάρισε επιτέλους παιδί, την 59χρονη σήμερα Τζένιφερ Γκραντ, επίσης ηθοποιό, που έγινε γνωστή ως Σελέστ στα «Χτυποκάρδια στο Μπέβερλι Χιλς» στα 90s, και παλεύει ακόμα και σήμερα να βγει από τη σκιά του διάσημου μπαμπά της.
Τον χορό των συζύγων με ημερομηνία λήξης έκλεισε η Μπάρμπαρα Χάρις, μια 33χρονη δημοσιοσχετίστρια την οποία εκείνος παντρεύτηκε στα 77 του το 1981. Η ίδια θα ισχυριζόταν ότι είχε εντυπωσιαστεί από τον άνθρωπο και όχι από τον θρύλο. Οσο για τη διαφορά ηλικίας ήταν κάτι που δεν την απασχόλησε ποτέ, έλεγε. Εμεινε μαζί του μέχρι το τέλος της ζωής του, πέντε χρόνια αργότερα δηλαδή. Ο Κάρι Γκραντ πέθανε από εγκεφαλικό το 1986, σε ηλικία 82 ετών. Σύμφωνα με την επιθυμία του, αποτεφρώθηκε και οι στάχτες του σκορπίστηκαν πάνω από τον Ειρηνικό ωκεανό. Ο μύθος του όμως θα μείνει ζωντανός για πάντα, μέσα από τις εμβληματικές ταινίες του και ίσως λίγο και από το επερχόμενο «Archie» ◆
Παρά τη μυθική επιτυχία του και τα πλούτη που απέκτησε με τον κινηματογραφικό του ιδρώτα, ο Γκραντ δεν ευτύχησε ποτέ στο κεφάλαιο «έρωτας». Οι γυναίκες ερωτεύονταν τον λαμπερό σταρ αλλά κατέληγαν να ζουν με τον συμπλεγματικό Αρτσι, το αγόρι που δεν γνώρισε ποτέ αγάπη και προφανώς δεν ήξερε πώς να την εκφράσει. Η πρώτη του σύζυγος ήταν η ηθοποιός Βιρτζίνια Τσέριλ το 1943. Ψηλή, ξανθιά, όμορφη -όπως οι περισσότερες που αγάπησε-, ήταν «το ωραιότερο κορίτσι που συνάντησε στη ζωή του» όταν τη γνώρισε σε ένα πάρτυ που είχε διοργανώσει ο ίδιος με τον στενό του φίλο Ράντολφ Σκοτ - για τον οποίο, παρεμπιπτόντως, οι φήμες οργίαζαν ότι ήταν εραστής του. Ο ανεπιβεβαίωτος δεσμός τους και οι γενικότερες υπόνοιες περί αμφισεξουαλικότητας του Κάρι Γκραντ είναι ένα από τα πιο βρόμικα μυστικά του Χόλιγουντ. Αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία. Οσο για την Τσέριλ, η σχέση τους κράτησε περίπου έναν χρόνο και ο γάμος τους μόλις επτά μήνες, με αλυσιδωτούς καβγάδες και επανασυνδέσεις. Ο ίδιος θα έλεγε αργότερα: «Η κτητικότητά μου και ο φόβος μου ότι θα έχανα τη Βιρτζίνια οδήγησαν σε αυτό ακριβώς: στο να τη χάσω».
Αν και ο σταρ δήλωσε τότε ότι δεν θα ξαναπαντρευόταν ποτέ, άλλαξε γνώμη κάποια χρόνια αργότερα όταν συνάντησε την Μπάρμπαρα Χάτον, βαθύπλουτη κληρονόμο και γνωστή ως το «φτωχό πλουσιόριτσο», λόγω της μόνιμης θλίψης της. Ο Γκραντ αποφάσισε να την κάνει ευτυχισμένη. Δεν τα κατάφερε. Ο γάμος τους κράτησε τρία χρόνια (1942-1945), που βασίστηκαν στο καριγκραντικό μοτίβο των σύντομων χωρισμών και επανασυνδέσεων. Εκείνη ήταν κακομαθημένη, θεωρούσε μικρό και ταπεινό σπιτάκι την έπαυλη που είχε αγοράσει ο ηθοποιός στο Μπελ Ερ, ξόδευε αλόγιστα και δεν έδινε δεκάρα για την καριέρα του - που, όμως, ήταν το δικό του αποκλειστικό ενδιαφέρον.
Η τρίτη σύζυγός του ήταν η ηθοποιός Μπέτσι Ντρέικ, η μοναδική που ο Γκραντ προσπάθησε να προωθήσει επιβάλλοντάς την ως συμπρωταγωνίστριά του στις ταινίες «Every girl should get married» (1948) και «Room for one more» (1951). Η κινηματογραφική χημεία τους ήταν ανύπαρκτη, όπως ίσως και το ταλέντο της. Εκείνη αποφάσισε με συνοπτικές διαδικασίες να αποσυρθεί από την υποκριτική, να γίνει συγγραφέας και να στηρίζει ψυχή τε και σώματι τον άνδρα της. Οταν χώρισαν μετά από 13 χρόνια γάμου (1949-1962), κανένας δεν κατάλαβε τον λόγο και ίσως ούτε καν ο ίδιος ο Γκραντ, που αργότερα θα αναφερόταν στην Μπέτσι ως «η γλυκιά σύζυγος που με χώρισε πρόσφατα».
Η τέταρτη κυρία Κάρι Γκραντ ήταν η Νταϊάν Κάνον το 1965. Η νύφη ήταν 28 Μαΐων και ο γαμπρός 61 Δεκεμβρίων. Ο γάμος κράτησε τρία πληκτικά χρόνια για εκείνη, αφού δεν ταξίδευαν ποτέ και σπανίως έβγαιναν τα βράδια - έχοντας ακόμα και τότε στην παρέα τους τούς ηλικιωμένους φίλους του. Ηταν πάντως η μοναδική που του χάρισε επιτέλους παιδί, την 59χρονη σήμερα Τζένιφερ Γκραντ, επίσης ηθοποιό, που έγινε γνωστή ως Σελέστ στα «Χτυποκάρδια στο Μπέβερλι Χιλς» στα 90s, και παλεύει ακόμα και σήμερα να βγει από τη σκιά του διάσημου μπαμπά της.
Τον χορό των συζύγων με ημερομηνία λήξης έκλεισε η Μπάρμπαρα Χάρις, μια 33χρονη δημοσιοσχετίστρια την οποία εκείνος παντρεύτηκε στα 77 του το 1981. Η ίδια θα ισχυριζόταν ότι είχε εντυπωσιαστεί από τον άνθρωπο και όχι από τον θρύλο. Οσο για τη διαφορά ηλικίας ήταν κάτι που δεν την απασχόλησε ποτέ, έλεγε. Εμεινε μαζί του μέχρι το τέλος της ζωής του, πέντε χρόνια αργότερα δηλαδή. Ο Κάρι Γκραντ πέθανε από εγκεφαλικό το 1986, σε ηλικία 82 ετών. Σύμφωνα με την επιθυμία του, αποτεφρώθηκε και οι στάχτες του σκορπίστηκαν πάνω από τον Ειρηνικό ωκεανό. Ο μύθος του όμως θα μείνει ζωντανός για πάντα, μέσα από τις εμβληματικές ταινίες του και ίσως λίγο και από το επερχόμενο «Archie» ◆
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr