Φωτεινή Παπαθεοδώρου: «Όλοι μας έχουμε την ανάγκη να πιστεύουμε σε κάτι μεγαλύτερο από μας»
29.01.2023
23:02
Διαβάστε τη συνέντευξη της πρωταγωνίστριας του «Μαύρου Ρόδου» στο GALA
Η Φωτεινή Παπαθεοδώρου είναι η πιο ενδιαφέρουσα πρωτοεμφανιζόμενη -τηλεοπτικά τουλάχιστον- ηθοποιός. Δεν πρόκειται για ευφημισμό ή για στερεοτυπική μεγαλοστομία, αλλά για γεγονός που πιστοποιεί η ίδια με την ερμηνεία της στην τηλεοπτική σειρά «Μαύρο Ρόδο» του MEGA. Το ενδιαφέρον βέβαια δεν αρχίζει ούτε και τελειώνει στο αυταπόδεικτο ταλέντο της νεαρής πρωταγωνίστριας στην υποκριτική. Αφορά και τη ζωή της, η οποία μέχρι σήμερα ήταν νομαδική, πυκνή σε εμπειρίες και πολυκύμαντη. Γεννημένη στη Μεγάλη Βρετανία, η Παπαθεοδώρου παραδέχεται πως μέχρι τα 7 της χρόνια η μόνη γνώση της για τη χώρα μας περιοριζόταν στον ύμνο του Ολυμπιακού. Η επιστροφή της οικογένειάς της στην Ελλάδα ευθύνεται στην πραγματικότητα για την πρώτη επαφή της με το θέατρο.
Ηταν ένας τρόπος για να μάθει τη γλώσσα και να ξεπεράσει τη συστολή της - μόνο ως τραγική ειρωνεία ή έστω διαβολική σύμπτωση ακούγεται η πληροφορία πως ο πρώτος ρόλος που ερμήνευσε ως παιδί ήταν το δειλό λιοντάρι από τον «Μάγο του Οζ». Η Παπαθεοδώρου ήξερε παιδιόθεν ότι δεν της αρκούσε μόνο μια ζωή. Τη γοήτευε η δυνατότητα να ζει παράλληλες ιστορίες και να ξεκλειδώνει νέους κόσμους, με πασπαρτού τους ήρωες που είχε τη δυνατότητα να ερμηνεύσει. Οπως αυτόν της μοναχής Ελισάβετ ή αλλιώς έναν ρόλο τόσο σημαδιακό που οδήγησε τη νεαρή ηθοποιό στην απόφαση να μετοικήσει για δεύτερη φορά από το Λονδίνο στην Αθήνα.
GALA: Γεννημένη στην Αγγλία, μεγαλωμένη στην Ελλάδα και κατόπιν πίσω στην Αγγλία για σπουδές και για δουλειά.
ΦΩΤΕΙΝΗ ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ: Και μετά ξανά στην Ελλάδα για δουλειά. (γελάει)
Ως μικρό παιδί στην Αγγλία δεν ήξερα καθόλου ελληνικά. Εκτός από τον ύμνο του Ολυμπιακού που μας τον είχε μάθει ένας Ελληνας γιατρός σε όλα τα παιδάκια της γειτονιάς μας για να σπάσει τα νεύρα του πατέρα μου, που είναι Αρης. Οταν στα 7 μου χρόνια μετακομίσαμε στην Ελλάδα μπήκα κατευθείαν στη Β’ Δημοτικού και θυμάμαι ότι με δυσκολία έγραφα το όνομά μου. Σιγά-σιγά έμαθα, προσαρμόστηκα και έκανα φιλίες που κρατούν μέχρι σήμερα. Στη συνέχεια, στα 18 μου, γύρισα στην Αγγλία για σπουδές και μετέπειτα έμεινα για δουλειά. Η αλήθεια είναι πως δεν περίμενα ότι θα γυρίσω στην Ελλάδα, αλλά ποτέ δεν ξέρεις πώς τα φέρνει η ζωή. Χαίρομαι πάρα πολύ που μου δίνεται η ευκαιρία να ζω ως ενήλικη πια εδώ. Περνάω υπέροχα.
G.: Πώς είναι η συνθήκη τού να ζεις στο μεταίχμιο δύο πολιτισμών;
Φ.Π.: Η αλήθεια είναι ότι πάντα ένιωθα μισή Ελληνίδα, μισή Αγγλίδα. Ισως γιατί σε όποια από τις δύο χώρες και να βρισκόμουν οι άνθρωποι γύρω μου με χαρακτήριζαν ως «το διαφορετικό». Με την καλή έννοια. Στην Ελλάδα ήμουν η Αγγλίδα φίλη τους, στην Αγγλία η Ελληνίδα. Εχω το πλεονέκτημα να βλέπω τους δύο πολιτισμούς από δύο διαφορετικές οπτικές κι έτσι να μπορώ να κρίνω πιο δίκαια, να παίρνω τα καλύτερα στοιχεία και από τους δύο και να τα εφαρμόζω στη δική μου ζωή. Θέλω να πιστεύω πως είμαι ένας συνδυασμός των καλύτερων στοιχείων από τις δύο κουλτούρες.
G.: Πώς είναι η πρώτη σου φορά στην ελληνική τηλεόραση; Εύκολη, δύσκολη, απαιτητική, κοσμογονική ίσως εμπειρία;
Φ.Π.: Κοσμογονική; Ελπίζω να μη φτάσει σε αυτό το επίπεδο. Δύσκολη και απαιτητική σίγουρα, αλλά είναι παράλληλα πολύ ευχάριστη και δημιουργική. Νιώθω πολύ τυχερή που κάνω αυτό που αγαπώ επάγγελμα.
G.: Πριν από τη μυθοπλασία είχες ασχοληθεί με το ντοκιμαντέρ. Θέλεις να μου μιλήσεις γι' αυτή την εμπειρία;
Φ.Π.: Οταν τελείωσα το πανεπιστήμιο μετακόμισα στο Λονδίνο και ήθελα κατευθείαν να βρω μια δουλειά για να πληρώνω το νοίκι μου και προτιμούσα φυσικά να έχει σχέση με τον χώρο για να μάθω όσο περισσότερα μπορώ. Με βοήθησε η τύχη και ξεκίνησα σε μια σπουδαία εταιρεία παραγωγής ντοκιμαντέρ. Η παραγωγός εκεί με πήρε κάτω από τα φτερά της και δούλεψα σε υπέροχες παραγωγές. Εμαθα πάρα πολλά για την ιστορία της Κίνας, για τη μητέρα του Σαίξπηρ και τη Σαπφώ, αλλά παράλληλα έμαθα πώς παράγεις ένα ντοκιμαντέρ του BBC από την αρχή μέχρι το τέλος.
Ηταν ένας τρόπος για να μάθει τη γλώσσα και να ξεπεράσει τη συστολή της - μόνο ως τραγική ειρωνεία ή έστω διαβολική σύμπτωση ακούγεται η πληροφορία πως ο πρώτος ρόλος που ερμήνευσε ως παιδί ήταν το δειλό λιοντάρι από τον «Μάγο του Οζ». Η Παπαθεοδώρου ήξερε παιδιόθεν ότι δεν της αρκούσε μόνο μια ζωή. Τη γοήτευε η δυνατότητα να ζει παράλληλες ιστορίες και να ξεκλειδώνει νέους κόσμους, με πασπαρτού τους ήρωες που είχε τη δυνατότητα να ερμηνεύσει. Οπως αυτόν της μοναχής Ελισάβετ ή αλλιώς έναν ρόλο τόσο σημαδιακό που οδήγησε τη νεαρή ηθοποιό στην απόφαση να μετοικήσει για δεύτερη φορά από το Λονδίνο στην Αθήνα.
GALA: Γεννημένη στην Αγγλία, μεγαλωμένη στην Ελλάδα και κατόπιν πίσω στην Αγγλία για σπουδές και για δουλειά.
ΦΩΤΕΙΝΗ ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ: Και μετά ξανά στην Ελλάδα για δουλειά. (γελάει)
Ως μικρό παιδί στην Αγγλία δεν ήξερα καθόλου ελληνικά. Εκτός από τον ύμνο του Ολυμπιακού που μας τον είχε μάθει ένας Ελληνας γιατρός σε όλα τα παιδάκια της γειτονιάς μας για να σπάσει τα νεύρα του πατέρα μου, που είναι Αρης. Οταν στα 7 μου χρόνια μετακομίσαμε στην Ελλάδα μπήκα κατευθείαν στη Β’ Δημοτικού και θυμάμαι ότι με δυσκολία έγραφα το όνομά μου. Σιγά-σιγά έμαθα, προσαρμόστηκα και έκανα φιλίες που κρατούν μέχρι σήμερα. Στη συνέχεια, στα 18 μου, γύρισα στην Αγγλία για σπουδές και μετέπειτα έμεινα για δουλειά. Η αλήθεια είναι πως δεν περίμενα ότι θα γυρίσω στην Ελλάδα, αλλά ποτέ δεν ξέρεις πώς τα φέρνει η ζωή. Χαίρομαι πάρα πολύ που μου δίνεται η ευκαιρία να ζω ως ενήλικη πια εδώ. Περνάω υπέροχα.
Φ.Π.: Η αλήθεια είναι ότι πάντα ένιωθα μισή Ελληνίδα, μισή Αγγλίδα. Ισως γιατί σε όποια από τις δύο χώρες και να βρισκόμουν οι άνθρωποι γύρω μου με χαρακτήριζαν ως «το διαφορετικό». Με την καλή έννοια. Στην Ελλάδα ήμουν η Αγγλίδα φίλη τους, στην Αγγλία η Ελληνίδα. Εχω το πλεονέκτημα να βλέπω τους δύο πολιτισμούς από δύο διαφορετικές οπτικές κι έτσι να μπορώ να κρίνω πιο δίκαια, να παίρνω τα καλύτερα στοιχεία και από τους δύο και να τα εφαρμόζω στη δική μου ζωή. Θέλω να πιστεύω πως είμαι ένας συνδυασμός των καλύτερων στοιχείων από τις δύο κουλτούρες.
G.: Πώς είναι η πρώτη σου φορά στην ελληνική τηλεόραση; Εύκολη, δύσκολη, απαιτητική, κοσμογονική ίσως εμπειρία;
Φ.Π.: Κοσμογονική; Ελπίζω να μη φτάσει σε αυτό το επίπεδο. Δύσκολη και απαιτητική σίγουρα, αλλά είναι παράλληλα πολύ ευχάριστη και δημιουργική. Νιώθω πολύ τυχερή που κάνω αυτό που αγαπώ επάγγελμα.
G.: Πριν από τη μυθοπλασία είχες ασχοληθεί με το ντοκιμαντέρ. Θέλεις να μου μιλήσεις γι' αυτή την εμπειρία;
Φ.Π.: Οταν τελείωσα το πανεπιστήμιο μετακόμισα στο Λονδίνο και ήθελα κατευθείαν να βρω μια δουλειά για να πληρώνω το νοίκι μου και προτιμούσα φυσικά να έχει σχέση με τον χώρο για να μάθω όσο περισσότερα μπορώ. Με βοήθησε η τύχη και ξεκίνησα σε μια σπουδαία εταιρεία παραγωγής ντοκιμαντέρ. Η παραγωγός εκεί με πήρε κάτω από τα φτερά της και δούλεψα σε υπέροχες παραγωγές. Εμαθα πάρα πολλά για την ιστορία της Κίνας, για τη μητέρα του Σαίξπηρ και τη Σαπφώ, αλλά παράλληλα έμαθα πώς παράγεις ένα ντοκιμαντέρ του BBC από την αρχή μέχρι το τέλος.
G.: Αλήθεια, πώς σε βρήκαν από το κάστινγκ του «Μαύρου Ρόδου»;
Φ.Π.: Είχα κάνει δοκιμαστικά για διάφορους ρόλους στο παρελθόν για την casting director Μιράντα Ρωσταντή. Τελικά δεν ταίριαξα σε κάποιον από εκείνους τους ρόλους. Ομως πάντα προσπαθώ να κάνω το καλύτερο. Μάλλον γι’ αυτό με θυμήθηκε η Μιράντα την περίοδο που αναζητούσε ηθοποιούς για το «Μαύρο Ρόδο».
Βρισκόμουν στο Λονδίνο και έστειλα ένα self-tape αρχικά. Το είδε ο σκηνοθέτης μας, ο Κώστας Αναγνωστόπουλος, και με κάλεσαν στην Αθήνα. Ακολούθησαν πολλά ακόμη δοκιμαστικά μέχρι να έρθει τελικά η επίσημη πρόταση.
G.: Δύσκολο να καταπιάνεται κανείς με θέματα πίστης σε μια χώρα με βαθύ θρησκευτικό αίσθημα; Φοβήθηκες ότι θα μπορούσες να αντιμετωπίσεις αντιδράσεις υποδυόμενη μια μοναχή;
Φ.Π.: Το «Μαύρο Ρόδο» είναι μυθοπλασία που έχει ως κύριο στόχο να ψυχαγωγήσει τους τηλεθεατές και όχι να πάρει θέση για την πίστη του καθενός. Πριν αρχίσουν τα γυρίσματα, έμεινα για κάποιες μέρες στο μοναστήρι της Αγίας Ειρήνης στο Ρέθυμνο. Εκεί μίλησα με την ηγουμένη γι’ αυτό το θέμα. Είχαμε διαβάσει το πρώτο επεισόδιο μαζί και είχα άγχος για το πώς θα αντιδρούσε. Εκείνη με καθησύχασε ότι είναι πολύ ωραίο να γίνονται τέτοιου είδους σειρές, γιατί είναι για όλους μια διέξοδος από την πραγματική ζωή που την έχουμε ανάγκη. Το θρησκευτικό περιεχόμενο της σειράς είναι για μένα μια αφορμή να ξανασκεφτώ τη δική μου σχέση με την πίστη και ελπίζω το ίδιο να συμβαίνει και σε άλλους. Πριν φτάσω στο μοναστήρι είχα άγχος. Η εικόνα που είχα στο μυαλό μου για τα μοναστήρια ήταν λιγάκι τρομακτική. Αντιθέτως, η Αγία Ειρήνη στο Ρέθυμνο είναι ένα πανέμορφο, ονειρικό, φιλόξενο μέρος που ξεχειλίζει από την αγάπη των μοναχών.
Περιτριγυρισμένη λοιπόν από όλη αυτή την ομορφιά της φύσης και έχοντας πολύ χρόνο να περάσω μόνη μου, με τις σκέψεις μου, κατάλαβα πως όταν δεν γνωρίζεις κάτι, δεν μπορείς και να το κατανοήσεις. Ολοι μας είμαστε άνθρωποι. Και δεν χρειάζεται να φοβάσαι το άγνωστο γιατί συχνά το άγνωστο μπορεί να σε υποδεχτεί με ένα χαμόγελο.
Φ.Π.: Στα πολύ δύσκολα όλοι μας επικαλούμαστε κάτι. Ολοι μας έχουμε την ανάγκη να πιστεύουμε σε κάτι μεγαλύτερο από μας, κάτι που μας ωθεί να συνεχίσουμε. Κι αυτό, οτιδήποτε και να είναι, οποιαδήποτε μορφή και να παίρνει, είναι Θεός. Είτε το περιγράφουμε ως Θεό, είτε όχι. Αν υπάρχει Θεός για μένα; Δεν έχω αποδείξεις σε καμία περίπτωση, αλλά δεν είμαι σίγουρη ότι αυτή είναι η σωστή ερώτηση. Για μένα το ερώτημα είναι «τι σημαίνει να πιστεύεις;». Είναι η μοίρα του ανθρώπου να μη γνωρίζει τα πάντα και πιστεύω πως όσο και να ψάχνουμε δεν πρόκειται ποτέ να πάρουμε όλες τις απαντήσεις. Αλλά σ’ αυτό το κενό της γνώσης βρίσκεται ο Θεός, στην έρευνα, στην προσπάθειά μας να απαντήσουμε στην ερώτηση «τι είναι η πίστη;». Πιστεύω στην έρευνα, περισσότερο από το ίδιο το αποτέλεσμα της έρευνας.
G.: Διάβασα ότι από πέντε χρόνων ονειρευόσουν τον εαυτό σου ηθοποιό. Θυμάσαι ποιο ήταν το ερέθισμα;
Φ.Π.: Δεν ξέρω ποιο ακριβώς ήταν το ερέθισμα, φαντάζομαι πως υπήρχαν πολλά. Θυμάμαι σίγουρα ότι ήμουν 6 ετών όταν πήγα στον κινηματογράφο για να δω την πρώτη ταινία της ζωής μου. Δεν ήταν κινούμενα σχέδια, αλλά το «Ο γητευτής των αλόγων» του Ρόμπερτ Ρέντφορντ, με πρωταγωνίστρια τη νεαρή τότε Σκάρλετ Γιόχανσον. Θυμάμαι πως αντί να ταυτιστώ με την ηρωίδα που υποδύεται η ηθοποιός, ταυτίστηκα με την ίδια την ηθοποιό, και σκεφτόμουν όλη τη διαδικασία που περνάει για να ενσαρκώσει τον ρόλο της. Είχα μια τεράστια επιθυμία να το ζήσω κι εγώ.
G.: Και ποιά ήταν η πρώτη παράσταση που έπαιξες ως παιδί;
Φ.Π.: Οταν έφτασα στην Ελλάδα ζήτησα από τους γονείς μου να με πάνε να κάνω μαθήματα θεάτρου. Δέχτηκαν με χαρά, γιατί θα με βοηθούσε στην εκμάθηση της γλώσσας, αλλά και γιατί ξαφνικά είχα γίνει πολύ ήσυχη και συνεσταλμένη, πράγμα που ήθελαν να το αλλάξουν. Ηταν φανερό ότι ντρεπόμουν πολύ να μιλήσω, λόγω γλώσσας, και είχα χάσει την αυτοπεποίθησή μου. Αρχισα μαθήματα με τον σκηνοθέτη Αχιλλέα Ψαλτόπουλο, έναν σπουδαίο θεατράνθρωπο που μου έμαθε να αγαπώ την υποκριτική. Η πρώτη μας παράσταση, 8 ετών τότε, ήταν «Ο Μάγος του Οζ». Εγώ ήμουν το Δειλό Λιοντάρι που στο τέλος βρίσκει τη φωνή του. Και τώρα που το σκέφτομαι, το κάστινγκ ήταν πολύ επιτυχημένο.
G.: Πρωταγωνίστρια στην Ελλάδα ή δευτεραγωνίστρια στην Αγγλία;
Φ.Π.: Αν μου έκαναν πρόταση για δεύτερο ρόλο από το «Game of Thrones», νομίζω ότι θα άφηνα για λίγο την Ελισάβετ.
G.: Εχεις κάποια μικρή καθημερινή ιεροτελεστία; Κάποια ρουτίνα που σου αρέσει να απολαμβάνεις με τον εαυτό σου;
Φ.Π.: Πριν κοιμηθώ έχω τρία πολύ απλά και συνηθισμένα πράγματα που «πρέπει» να γίνουν για να κοιμηθώ. Πρέπει να ξεβαφτώ, να βουρτσίσω τα δόντια μου και να έχω νερό δίπλα μου. Πραγματικά σε όποια κατάσταση και να βρίσκομαι, δεν μπορώ να θυμηθώ κάποιο βράδυ που κοιμήθηκα χωρίς να πλύνω τα δόντια μου. Και να έχω πέσει ήδη για ύπνο, το σκέφτομαι τόσο πολύ που δεν μπορώ να κοιμηθώ και σηκώνομαι για να τα βουρτσίσω. Μόνο τότε μπορώ να κοιμηθώ.
G.: Εχεις πει ότι γεννήθηκες γιαγιά. Πώς αποτυπώνεται αυτό στην καθημερινότητα και στη ζωή σου;
Φ.Π.: Απολαμβάνω τη ρουτίνα, έχω κάποιες συνήθειες, μια σειρά των πραγμάτων και δεν μου πολυαρέσουν οι αποφάσεις και οι αλλαγές. Γενικότερα είμαι αρκετά σταθερός χαρακτήρας, σπάνια θα ρισκάρω. Και επειδή αυτό συνήθως το συναντάς σε μεγαλύτερες ηλικίες και εγώ το έχω από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, συνηθίζω να λέω ότι γεννήθηκα γιαγιά. Επίσης πολύ πιο πιθανό να με βρεις ξαπλωμένη στον καναπέ, κάτω από μια κουβέρτα, να βλέπω κάποια σειρά, από το να με δεις σε μια βραδινή έξοδο.
G.: Ποια είναι η πιο ελληνική και ποια η πιο βρετανική συνήθειά σου;
Φ.Π.: Χρησιμοποιώ τη φέτα σαν γαρνιτούρα σε όλα τα φαγητά και λέω συνέχεια «I’m sorry».
G.: Θα μοιραστείς μαζί μας και κάποιο κρυφό ταλέντο σου;
Φ.Π.: Δεν έχω, αλήθεια, κάτι αξιοσημείωτο. Βέβαια και να είχα, δεν θα σας το έλεγα για να μη βρεθεί κανείς και μου ζητήσει να το κάνω. Το μόνο που μπορώ να σας πω είναι ότι είμαι τόσο οργανωμένη που το λες και ταλέντο.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr