Η Κέιτ Μπλάνσετ στον Δανίκα: «Οι μεγάλοι δάσκαλοι ταπεινώνουν τους μαθητές»

Το φαβορί για το Οσκαρ Α’ γυναικείου ρόλου μιλά για την πρόκληση να ενσαρκώσει μία λεσβία μαέστρο στην ταινία «Tar»

Το (πλήρες) όνομά της, Catherine Elise Blanchett. Από τη Μελβούρνη, με θεατρικές σπουδές και άφθονες περγαμηνές στο Σίδνεϊ της Αυστραλίας. Σήμερα, 54 ετών και παντρεμένη από το 1997, έχοντας τέσσερα παιδιά, είναι πασίγνωστη για τις υποδειγματικές υπηρεσίες της προς την τέχνη της Υποκριτικής. Θεωρείται, και δικαίως, η διάδοχος της Μέριλ Στριπ. Μέχρι στιγμής έχει κατακτήσει δύο Οσκαρ, ένα δεύτερου γυναικείου ρόλου για τον «Ιπτάμενο Κροίσο» του Μάρτιν Σκορσέζε και ένα πρώτου ρόλου για τη «Θλιμμένη Τζάσμιν» του Γούντι Αλεν. Και είναι βέβαιο, όλοι στοιχηματίζουν γι’ αυτό, ότι τη Δευτέρα τα ξημερώματα (ώρα Ελλάδας) 13 Μαρτίου θα θριαμβεύσει με ένα ακόμα Οσκαρ για τη συναρπαστική, ίσως την καλύτερη, ερμηνεία της στο «Tar» του Τοντ Φιλντ.

Οταν την περασμένη Τρίτη την είδα στην οθόνη να διευθύνει μεγάλες ορχήστρες, κυρίως συμφωνίες του Γκούσταβ Μάλερ, έμεινα με το στόμα ανοιxτό. Αιφνιδιάστηκα. Ποτέ δεν περίμενα πως κάποιος Αμερικανός δευτεροκλασάτος ηθοποιός όπως ο Τοντ Φιλντ θα έγραφε ένα τόσο πολύπλοκο σενάριο και θα σκηνοθετούσε κόντρα στο κλασικό, αφηγηματικό μοντέλο του Χόλιγουντ. Οπου η μία ανατροπή διαδέχεται την άλλη. Και όπου η Κέιτ Μπλάνσετ, αυτό το κατάξανθο πλάσμα με τα καταγάλανα μάτια, θα με αποπλανούσε τόσο υπόγεια και τόσο διαβολικά.

Λογικό τα ίδια να πιστεύει και ο σκηνοθέτης: «Το σενάριο είναι γραμμένο για την Κέιτ Μπλάνσετ. Αν είχε αρνηθεί, η ταινία δεν θα έβλεπε ποτέ το φως της ημέρας. Οπως και να ’χει, είναι μια υπέρτατη αυθεντία. Ακόμα κι έτσι, κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων οι υπεράνθρωπες ικανότητες και η αληθοφάνεια της Κέιτ ήταν κάτι πραγματικά αξιοθαύμαστο να το βλέπεις. Από κάθε άποψη, αυτή η ταινία είναι της Κέιτ».


Στιγμιότυπο από τον πρωταγωνιστικό ρόλο της Κέιτ Μπλάνσετ στο πολιτικό δράμα του 2015 «Truth»

Και άνδρας και γυναίκα...

Η Λίντια Ταρ, δηλαδή η Κέιτ Μπλάνσετ, φανταστικό πρόσωπο, αλλά στο βάθος η δαιμονιώδης ικανότητά της να χειρίζεται και να επιβάλλεται στους πάντες είναι το χαρακτηριστικό πολλών χαρισματικών καλλιτεχνών. Οι αναφορές στην περίπτωση του Χέρμπερτ φον Κάραγιαν είναι οφθαλμοφανείς. Το φύλο αλλάζει, η ουσία είναι ίδια.

«Οπως πολλοί άνθρωποι που βρίσκονται σε θέσεις εξουσίας, που αναπνέουν τον εξευγενισμένο αέρα μιας μόνιμης ορχήστρας όπως αυτές στη Γερμανία, η Ταρ είναι αινιγματική», λέει η Μπλάνσετ. «Αυτό ήταν μια πρόκληση για μένα, στην προσπάθειά μου να δώσω ζωή στον χαρακτήρα και να βρω τις στιγμές που θα επέτρεπαν στο κοινό να συνδεθεί μαζί της. Γιατί αυτή είναι μια γυναίκα που στην πραγματικότητα δεν ξέρει τον εαυτό της».

Η Λίντια Ταρ, λοιπόν, είναι και τα δύο μαζί. Και γυναίκα και άνδρας. Η ζωή της περιλαμβάνει μια μακροχρόνια σχέση με το πρώτο βιολί της ορχήστρας του Βερολίνου, τη Σάρον Γκούντνοου (Νίνα Χος) και οι δυο τους μεγαλώνουν την υιοθετημένη Σύρια κόρη τους, την Πέτρα, σε ένα μοντέρνο βερολινέζικο σπίτι.

Είναι η δεύτερη φορά που η Κέιτ Μπλάνσετ υποδύεται μια λεσβία. Το «Carol» του Τοντ Χέινς το 2015 είναι η πρώτη. Αυτή η «διπλή» κατάστασή της αποκαλύπτει τον «διπλό» της χαρακτήρα. Δηλαδή, και άτρωτη και ευάλωτη. Πληγώνει και πληγώνεται. Υποτάσσει και υποτάσσεται. Αρσενική στη χειραγώγηση, θηλυκό στην τρυφερότητα.

Η σχέση Μουσικής και Υποκριτικής τόσο στενή, όπως δύο εραστές ορκισμένοι μέχρι τον θάνατό τους. Η ίδια διευκρινίζει: «Με καθήλωσε το πορτρέτο μιας γυναίκας που ξεγυμνώνεται. Η μουσική είναι συχνά ένα κλειδί για μένα ως ηθοποιό για να ξεκλειδώσω έναν χαρακτήρα ή να νιώσω την ατμόσφαιρα, να βρω ένα σημείο επαφής με την ιστορία. Αυτή δεν είναι μια ταινία απλά για τη διεύθυνση μιας ορχήστρας, Η πραγματική πρόκληση για μένα ήταν να μπω μέσα στο μυαλό κάποιου αποξενωμένου από τον ίδιο του τον εαυτό. Η Ταρ, με πολύ αυστηρή αυτοκριτική, υποσυνείδητα οδηγείται στην ιδέα ότι αν είσαι τέλειος δεν μπορεί να σε ακουμπήσει κανείς. Ομως στην τέχνη δεν υπάρχει τελειότητα».

Μνημειώδης η τελειομανία της. Η κατάθεση του σκηνοθέτη Τοντ Φιλντ είναι αποκαλυπτική για την αχόρταγη μανία αυτής της επίγειας θεάς: «Με την Κέιτ αρχίσαμε να δουλεύουμε μαζί από τον Σεπτέμβριο του 2020. Οσο προετοιμαζόταν για το “Tar” έκανε άλλες δύο ταινίες. Εμαθε να μιλάει γερμανικά, να παίζει πιάνο -ναι, η ίδια παίζει κάθε νότα στην ταινία- και έκανε εξαντλητική έρευνα. Στην πραγματικότητα έγινε αυτοδίδακτη και κατάφερε μέσα σε έναν χρόνο περισσότερα από όσα θα είχε καταφέρει η ίδια η Λίντια Ταρ σε είκοσι πέντε. Κατά τη διάρκεια της παραγωγής δεν κοιμόταν. Εβαλε τον πήχη ψηλά για όλους και έπρεπε να κάνουμε τα αδύνατα δυνατά για να συμβαδίσουμε μαζί της».

Τα προγνωστικά προεξοφλούν σχεδόν με βεβαιότητα ότι Δευτέρα ξημερώματα (ώρα Ελλάδας) 13 Μαρτίου η Κέιτ Μπλάνσετ θα θριαμβεύσει με ένα ακόμα Οσκαρ για τη συναρπαστική, ίσως την καλύτερη στιγμή της, στο «Tar» του Τοντ Φιλντ


Δικαίωμα στην ασυνέπεια

Την είχα συναντήσει σε κάποιο φεστιβάλ, δεν θυμάμαι τώρα. Σπάνια περίπτωση. Η Μπλάνσετ να δώσει συνεντεύξεις; Δύσκολο, σχεδόν ακατόρθωτο. Ο λόγος;

«Δεν υπάρχει τίποτα πιο βαρετό από το να λες στους ανθρώπους τι να σκεφτούν! Γι’ αυτό μισώ τις συνεντεύξεις. Μιλάμε, συζητάμε, και μια πρόταση θα ξεχωρίσει με μεγάλα έντονα γράμματα και θα μεταφραστεί στα πορτογαλικά ή στα ιταλικά, θα κάνει τον γύρο του κόσμου και πέντε χρόνια αργότερα θα έρθει κάποιος να θυμίσει τι έλεγα τότε. Θέλω να έχω το δικαίωμα να είμαι ασυνεπής», λέει γελώντας.

Θα προσπαθήσω λοιπόν, με δικά της λόγια τόσο από δική μου όσο και από άλλες συνεντεύξεις που σπανίως δίνει, όπως στο «Paris Match», στο ABC Play και στην «El Mundo»:

- Η Λίντια Ταρ είναι μια ιδιαίτερα σκληρή γυναίκα. Θα πρέπει να την ξεχωρίζουμε από την τέχνη της;
«Πάντα η τέχνη έρχεται πρώτη. Υπάρχουν πάρα πολλά βιβλία, ταινίες, έργα τέχνης που θεωρώ απεχθή. Oμως είναι επίσης μια μορφή πρόκλησης, αλλά και πρόσκλησης να πάρουμε θέση. Δεν πιστεύω στην τιμωρία και την απαγόρευση ως πρόοδο. Αυτό που λείπει από τις παραπαίουσες δημοκρατίες μας είναι η υγιής δημόσια συζήτηση, το αντίθετο από αυτό που βλέπεις στο Fox News. Ναι, γνωρίζω ότι εδώ και αιώνες υπήρξαν καταστάσεις όπου μεγάλοι δάσκαλοι ταπείνωναν τους μαθητές τους, όπως κάνει η Ταρ στην ταινία. Αλλά συνεχίζω να εκτιμώ το έργο τους».

- Πιστεύετε ότι ο άνθρωπος μπορεί να αλλάξει;
«Ναι, είμαι πεπεισμένη γι’ αυτό. Δείτε τι δουλειά έχει γίνει πάνω στο περιβάλλον και το κλίμα από την εποχή της βιομηχανικής επανάστασης. Μπορούμε ακόμα να αναστρέψουμε την κατάσταση, ακόμη κι αν απουσιάζει η πολιτική θέληση. Oταν ερχόμαστε αντιμέτωποι με το χειρότερο είναι που μπορούμε να κάνουμε βήματα προς τα μπροστά. Αρκεί να έχουμε το θάρρος».

- Πιστεύετε ότι κάποιοι στο Χόλιγουντ περιμένουν την πτώση σας;
«Ελάχιστες είναι οι παγκοσμίως γνωστές γυναίκες μαέστροι. Το ενδιαφέρον είναι ότι η Λίντια είναι σε μια περίοδο της ζωής της όπου ξεμένει κάπως από χρόνο, γίνεται 50 ετών, βρίσκεται στην κορυφή και ψάχνει την κατεύθυνση που θα πάρει. Οι αθλητές και οι καλλιτέχνες το γνωρίζουν καλά: χρειάζεται θάρρος και δύναμη για να κατέβεις από το βουνό και να βρεις άλλη κορυφή να σκαρφαλώσεις».

Σκηνή από την ταινία «Ρομπέν των δασών» του Ρίντλεϊ Σκοτ, με την Κέιτ Μπλάνσετ και τον Ράσελ Κρόου στους πρωταγωνιστικούς ρόλους


- Το άλλο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Λίντια είναι οι άνδρες με εξουσία.
«Το σύστημα στο οποίο ανήκει και στο οποίο κυριαρχεί, εφευρέθηκε από άνδρες για άνδρες που παίζουν έργα γραμμένα κυρίως από άνδρες. Eτσι ήταν πάντα αυτός ο κόσμος. Κι όμως, είναι εκείνη που βρίσκεται πάνω στο πόντιουμ. Οι άνδρες που ήταν εκεί πριν από εκείνη είχαν το δικαίωμα να είναι αυτοκράτορες. Εκείνη όχι».

-Υπάρχει ισότητα στη δουλειά σας;
«Μπορούμε να πετύχουμε ισότητα για λίγες στιγμές και μετά η πλάστιγγα γέρνει προς τη μία πλευρά. Θα ήθελα να δω έναν κόσμο που να γέρνει προς την πλευρά των γυναικών. Eστω και για ένα λεπτό! (γέλια). Εξακολουθούμε να μην πληρωνόμαστε το ίδιο για την ίδια δουλειά. Υπάρχουν πολλοί τρόποι να γκρεμίσεις και να ξαναχτίσεις. Είναι μια πολιτική μάχη που δεν πρέπει να σταματήσουμε να δίνουμε».

- Aρα το #MeToo δεν κατάφερε τίποτα;
«Δείτε τι έγινε στη δεκαετία του 1980. Οι γυναίκες πίστεψαν ότι είχαν προχωρήσει στην κοινωνία. Αλλά στη Βουλή των ΗΠΑ δεν εκπροσωπούνταν ισάξια. Σε τι κόσμο ζούσαμε; Δεν έχουμε ακόμα αφομοιώσει όλα όσα έχουν συμβεί αυτά τα χρόνια, του Black Lives Matter συμπεριλαμβανομένου. Πρέπει να κατανοήσεις βαθιά όλα όσα έχουν ειπωθεί, έχει ξεκινήσει μια διαδικασία που δεν πρέπει να σπρωχτεί κάτω από το χαλί. Από την άλλη πλευρά, το κύμα είναι τόσο ισχυρό που θα ήθελα να παρασύρει τα πάντα».

- Φοβάστε το μέλλον;
«Είμαι μια αισιόδοξη πεσιμίστρια. Περιμένω το χειρότερο, αλλά εξακολουθώ να πιστεύω ότι το καλύτερο μπορεί να συμβεί. Για να σας απαντήσω ξεκάθαρα: όχι, δεν είμαι κάποια που φοβάται όταν ξυπνάει το πρωί».

- Στην καθημερινότητά σας ξεκινάτε πάντα από την αρχή;
«Ναι. Είναι κάτι που προσπαθώ να κάνω. Για μένα, μια λευκή γυναίκα, ηθοποιό, προνομιούχα και υγιή, ίσως να είναι εύκολο. Αλλά πάντα πίστευα ότι η ταυτότητά μου δεν είναι κάτι στατικό, αλλά ότι είναι ρευστή, εξελίσσεται. Και μου επιτρέπει να βλέπω τον κόσμο με διαφορετικούς τρόπους. Oπως η Λίντια που παγιδεύτηκε από ένα σύστημα που δημιούργησαν άνδρες. Στο τέλος, η εμμονή της είναι: “Πώς θα με θυμούνται;”».

-Κι η δική σας;
«Εμένα δεν με ενδιαφέρει. Το ερώτημα της κληρονομιάς είναι πολύ έντονο στην τέχνη, αλλά αν αρχίσεις να κάνεις στον εαυτό σου αυτή την ερώτηση για σένα, τότε κάνεις τη λάθος συζήτηση».

Εκτός από την υποψηφιότητα για το «Tar» η Κέιτ Μπλάνσετ έχει κατακτήσει ένα Οσκαρ δεύτερου ρόλου για τον «Ιπτάμενο Κροίσο» του Μάρτιν Σκορσέζε και ένα πρώτου ρόλου για τη «Θλιμμένη Τζάσμιν» του Γούντι Αλεν (φωτογραφία)


«Η ορχήστρα είναι αυτοκρατορία, όχι δημοκρατία»

Είναι γνωστό. Τέχνη και δημοκρατία έννοιες ασυμβίβαστες και πάντα εχθρικές. Στην ορχήστρα ένας το αφεντικό. Ο αυτοκράτορας.

- Το «Tar» έχει να κάνει με την κατάχρηση εξουσίας από την πλευρά μιας γυναίκας, ένα twist στο #MeToo. Τελικά κάθε μεγαλοφυΐα καταλήγει να γίνεται τύραννος, ασχέτως φύλου;
«Oχι, δεν το πιστεύω. Το να έχεις θεσμική ισχύ μπορεί όντως να σε διαφθείρει. Δείτε τους ηγέτες μας. Μπορεί να ξεκινούν με ανθρωπιστικά ιδανικά, αλλά στην πορεία το ίδιο το σύστημα τους διαφθείρει. Η Ταρ διευθύνει έναν μεγάλο οργανισμό, είναι υποχρεωμένη να δίνει αναφορά στο διοικητικό συμβούλιο, στους επενδυτές και σε όλους τους μουσικούς της, αλλά από την άλλη πλευρά ο Μάλερ και η μουσική που εκείνη παίζει προέρχονται από μια πιο ιεραρχική δομή, μια πατριαρχική δομή. Αυτά τα δύο πράγματα βρίσκονται σε πόλεμο. Το ερώτημα που θέτει το «Tar» είναι: “Πώς επιδιώκεις την τελειότητα;”. Βάναυσα, ναι. Αλλά και με σεβασμό. Πρέπει να βρεις έναν τρόπο αυτά τα δύο στοιχεία να συνυπάρξουν».

- Υπάρχει μια φράση στην ταινία: «Η ορχήστρα δεν είναι μια δημοκρατία, είναι μια αυτοκρατορία». Είναι οι δημοκρατίες αναποτελεσματικές απέναντι στη λαϊκιστική απειλή;
«Αυτή τη φράση μου την είπε η δασκάλα μου στο πιάνο, μια απίθανη σολίστ που ζει στη Βουδαπέστη. Παίζαμε Μπαχ και είπε: “Οχι, όχι, όχι, δεν είναι δημοκρατικό. Δεν είναι όλες οι νότες το ίδιο σημαντικές!”. Αλλά ναι, η δημοκρατία είναι μια πολύ εύθραυστη κατασκευή και δεν μπορούμε να μένουμε απαθείς στο ζήτημα αυτό. Για να πετύχει η δημοκρατία, ο λαός πρέπει να είναι αφοσιωμένος σε αυτή. Οι δημοκρατικές δομές δεν πρέπει να παραμερίζονται επειδή τα μικρά κινήματα που εξυπηρετούν τους δικούς τους σκοπούς είναι πιο ηχηρά, πιο βίαια και πιο φοβιστικά. Προσπαθούν να γκρεμίσουν τη δημοκρατία με κάθε ευκαιρία και αυτό ιστορικά έχει συμβεί πολλές φορές, επειδή τα κινήματα αυτά βασίζονται στον φόβο και όταν ο άνθρωπος φοβάται δεν θα συμπεριφερθεί όπως ο καλός του εαυτός».

- Τα τελευταία χρόνια, δημιουργοί και καλλιτέχνες «ακυρώνονται» εξαιτίας αμφιλεγόμενων ζητημάτων στη διάρκεια της ζωής τους. Μπορεί το καλλιτεχνικό έργο να ιδωθεί ξεχωριστά από τον αμφιλεγόμενο χαρακτήρα του δημιουργού του;
«Αυτά είναι δύο πράγματα που πρέπει να αξιολογούνται χωριστά. Η κατάχρηση θεσμικής εξουσίας είναι απαράδεκτη και δεν πρέπει να γίνεται ανεκτή. Με κανέναν τρόπο. Αλλά υπάρχουν μουσικά αριστουργήματα, εκπληκτικές ταινίες, μοναδικά έργα τέχνης που εξελίσσουν την ανθρώπινη εμπειρία και δεν θα ήθελα να μην μπορώ να απολαύσω. Αν υποστηρίζω τη συμπεριφορά των δημιουργών τους; Οχι. Αλλά είναι κάτι που θα πρέπει να συζητήσουμε. Δεν υπάρχει εύκολη απάντηση».

Δείτε το βίντεο: Το τρέιλερ της ταινίας «Tar»



«Aναξιόπιστες προσωπικότητες»

Οπως έλεγε και ο Γούντι Αλεν σε κάποια ταινία του, τι από τα δύο αγαπάς, τον καλλιτέχνη ή τον άνθρωπο; Η Κέιτ Μπλάνσετ πιστεύει ότι «οι καλλιτέχνες σήμερα είναι αναξιόπιστες προσωπικότητες εξαιτίας της ισχύος που έχουν συγκεντρώσει».

- Η τέχνη μας κάνει καλύτερους ανθρώπους;
«Πιστεύω ότι η τέχνη είναι ένα καλό βαρόμετρο για να γνωρίζεις πώς μια κοινωνία νιώθει για τον εαυτό της, για τις ηθικές της αξίες. Αλλά δεν θεωρώ ότι κάθε μορφή καλλιτεχνικής έκφρασης έχει κάποια εκπαιδευτική λειτουργία. Η τέχνη δεν υπάρχει για να μας κάνει να νιώθουμε καλύτερα για τους εαυτούς μας. Είναι αστείο, γιατί καμιά φορά βλέπεις το κοινό να εξοργίζεται όταν οι καλλιτέχνες δεν λένε ακριβώς αυτά που εκείνο θέλει να ακούσει. Αυτό που πιστεύω είναι ότι η ποιότητα της τέχνης δεν εξαρτάται από την ηθική ποιότητα του καλλιτέχνη. Ούτε από το κοινωνικό του στάτους. Παλαιότερα οι καλλιτέχνες ήταν σχεδόν άποροι και στηρίζονταν σε μαικήνες για να κάνουν τη δουλειά τους, και σήμερα είναι αναξιόπιστες διασημότητες εξαιτίας της ισχύος που έχουν συγκεντρώσει. Ναι, μπορείς να είσαι εκπληκτικός καλλιτέχνης και κακός άνθρωπος. Τα παιδιά μου με ρωτάνε συνεχώς αν ο τάδε ή ο δείνα είναι καλός. Αλλά τι εννοούμε με αυτή τη λέξη; Μπορεί κάποιος να είναι μονίμως καλός ή μονίμως κακός; Τα ανθρώπινα όντα είναι πολύ πιο πολύπλοκα και είναι λάθος να ανάγουμε τα πάντα σε ένα απλοϊκό σχήμα. Γι’ αυτό κάνουμε και ταινίες σαν αυτή, για να αποφύγουμε τέτοιες αναγωγές. Οι άνθρωποι αλλάζουν, η εξουσία μας αλλάζει».

- Αυτό σημαίνει ότι οι κατακριτέες συμπεριφορές πρέπει να συγχωρούνται;
«Υπάρχουν πράξεις που δεν είναι ανεκτές, αλλά όταν φτάνουμε σε πράξεις όπως για παράδειγμα οι απαγορεύσεις βιβλίων, αυτό είναι ένα άλλο ζήτημα. Αυτό που υποστηρίζω είναι να προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε το πλαίσιο μέσα στο οποίο γράφτηκαν τα συγκεκριμένα βιβλία, ακόμη και αν είναι ιδιαιτέρως ενοχλητικά ή απαράδεκτα. Μπορεί να είναι προσβλητικά, αλλά να συζητήσουμε το γιατί. Με ενδιαφέρει περισσότερο να συζητώ με ανθρώπους που έχουν διαφορετική άποψη από το να τους λέω απλά να βγάλουν τον σκασμό».

- Το να αφηγείσαι μια ιστορία κατάχρησης εξουσίας από την πλευρά της γυναίκας και όχι του άνδρα είναι ένα είδος πρόκλησης;
«Το πρόβλημα δεν είναι οι άνδρες. Το πρόβλημα είναι η συγκέντρωση εξουσίας και πώς αυτή ασκείται. Υποφέρουμε από μια πατριαρχική κοινωνία, αλλά, Θεός φυλάξοι, ελπίζω να μη ζήσουμε ποτέ το άλλο άκρο: μια κακή μητριαρχία. Τι διαφορά έχει όταν η εξουσία συγκεντρώνεται στα χέρια των γυναικών αντί στα χέρια των ανδρών; Το ζήτημα είναι η εξουσία, όχι το φύλο».


Α, ξέχασα! Η ταινία με έξι υποψηφιότητες: Οσκαρ Καλύτερης Ταινίας (θα το έδινα), Α’ Γυναικείου Ρόλου (οπωσδήποτε), Καλύτερης Σκηνοθεσίας (εγώ σίγουρα), Καλύτερης Φωτογραφίας, Καλύτερου Πρωτότυπου Σεναρίου (φυσικά) και Καλύτερου Μοντάζ. Και για να τελειώνω, το «Tar» ήδη προβάλλεται σε πολλές αθηναϊκές αίθουσες. Ακόμα κάθεστε;


Ειδήσεις σήμερα:

Νομοθετική πρόταση ως την Παρασκευή για το μισθολογικό των καλλιτεχνών - Τι είπαν με τον Μητσοτάκη

Χρέη στο Δημόσιο: Πώς θα τα ρυθμίσετε - Παραδείγματα για τις 36, 72 και 120 δόσεις

Βιασμός 12χρονης: Ο 65χρονος αφροδισιολόγος που συνελήφθη έκλεινε τα ραντεβού στο ιατρείο του

Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr