The Last Of Us: Το μετα-αποκαλυπτικό αριστούργημα και το πολυαναμενόμενο φινάλε
Όταν είχε βγει το teaser για την 1η σεζόν της σειράς, ο Νιλ Ντράκμαν «προειδοποίησε» τους τρελαμένους φανς πως «ακόμα δεν είχαν δει τίποτα»... Και τελικά είχε δίκιο
Έχουν περάσει περίπου τρία χρόνια από την πρώτη ανακοίνωση του ΗΒΟ πως ξεκινάει η παραγωγή για το adaptation του δημοφιλούς video-game, The Last Of Us.
Τρία χρόνια μετά, και ενώ όλοι αναμένουν την προβολή του 9ου επεισοδίου με τίτλο «Look for the Light», δεν υπάρχει σχεδόν κανένας φαν που να μην έχει ξετρελαθεί με αυτό που έχει παρακολουθήσει έως τώρα, σε μια σειρά η οποία πραγματεύεται ένα zombie apocalypse χωρίς επί της ουσίας να έχει δείξει πάνω από δέκα λεπτά υλικού με «μολυσμένους».
Και εκεί είναι που έγκειται η τεράστια επιτυχία τόσο του αμερικανικού δικτύου όσο και των συντελεστών, από τον πρώτο μέχρι τον τελευταίο της ιεραρχίας, και το ανάποδο.
Τα τρία μεγάλα «ταμεία» μόλις σε ένα τρίμηνο
Ας υποθέσουμε ότι παίζουμε σε ένα «lightning round» κάποιου τηλεπαιχνιδιού και ο παρουσιαστής ή η παρουσιάστρια μας ζητάει το όνομα μιας σειράς τέτοιου τύπου.
Πριν μερικά χρόνια η εύκολη απάντηση θα ήταν το Walking Dead, ωστόσο ακόμη κι αυτή η πολύ μεγάλη παραγωγή έχει πλέον επισκιαστεί από το προϊόν των Κρεγκ Μάνζιν και Νιλ Ντράκμαν, οι οποίοι μέσα σε ένα τρίμηνο κατάφεραν να κερδίσουν όλα τα βασικά στοιχήματα.
Στο άκουσμα και μόνο μιας παραγωγής με τη συγκεκριμένη θεματολογία αλλά και έχοντας ως μπούσουλα όλες τις προηγούμενες από τις οποίες απειροελάχιστες έχουν καταφέρει να διατηρηθούν στη μνήμη με την πάροδο των ετών, ο μέσος τηλεθεατής είτε εμφανίστηκε δύσπιστος για το αποτέλεσμα (πόσο δε μάλλον όταν η αρχική ιδέα προέρχεται από ένα βιντεοπαιχνίδι, με την πρόσφατη Ιστορία να έχει δείξει πως «το βούλιαξαν» όσοι επιχείρησαν τη συγκεκριμένη μεταφορά), είτε δεν προσέθεσε τη σειρά στη λίστα του από θεμιτό φόβο για τα ζόμπι, ή/και γιατί προτίμησε να μην... σπαταλήσει τον χρόνο του για κάτι που έχει ξαναδεί.
Για να απαντήσουμε με μια ατάκα από τη σειρά, όλοι όσοι εν τέλει επέλεξαν να μην δώσουν μια ευκαιρία στο Last of Us, «δεν έχουν ιδέα τι θα πει απώλεια».
Κι αυτό γιατί επικεντρώθηκε με απόλυτη επιτυχία στα ανθρώπινα συναισθήματα και συμπεριφορές εν μέσω μιας τέτοιας κατάστασης, σε μεγαλύτερο βαθμό ακόμη κι από το παιχνίδι. Άλλωστε, αυτός ήταν και ο προφανής στόχος.
Αφενός, εκεί επικεντρωνόταν έτσι κι αλλιώς το προϊόν της Naughty Dog. Αφετέρου, αν οι παραγωγοί ήθελαν να δείξουν... ζόμπια και ξυλίκι, θα μπορούσαν κάλλιστα να κάνουν μια τρίωρη ταινία και να σπάσουν το Box Office χωρίς... το Home.
Εν ολίγοις, εν μέσω μιας συνεχούς και δυστυχώς εν εξελίξει κρίσης ηθικών αξιών που πηγάζει από την διαρκή απώλεια ενσυναίσθησης, το Last Of Us κατάφερε να κερδίσει τον πιο πνευματικά καλλιεργημένο θεατή, αψηφώντας τους κινδύνους να πάει «άπατο» γιατί... θα προκαλούσε (sic) την ευρύτερη δεξαμενή «πελατών».
Έτσι, στο πρώτο του μεγάλο «ταμείο», όχι μόνο σάρωσε, αλλά αν δεν παρουσιάσει (σ.σ και όλα δείχνουν πως δεν θα παρουσιάσει) καμπή στην πορεία, ή εάν το φινάλε του δεν αφήσει ανάμεικτα συναισθήματα σαν τις περιπτώσεις φερειπείν των Lost και Game of Thrones, θα αποτελεί διαχρονικά σημείο αναφοράς της τηλεοπτικής βιομηχανίας. Κάτι που για τα πρακτικά φυσικά και κατάφεραν αμφότερες οι προαναφερθείσες σειρές, ακόμη κι αν στη δικιά τους περίπτωση απογοήτευσαν αρκετούς με τον τρόπο τον οποίο ολοκληρώθηκαν.
Ένας άλλος λόγος για να του απονεμηθεί ο σχετικός τίτλος -και κατ' επέκταση το δεύτερο μεγάλο «ταμείο»- είναι η εικόνα, η σκηνοθεσία, όπως και το καλό «πάντρεμα» με το μουσικό χαλί το οποίο συνοδεύει τις σκηνές ή το φινάλε των επεισοδίων. Οι κινηματογράφοι της σειράς αποθέωσαν το ήδη εντυπωσιακό φυσικό περιβάλλον της Αλμπέρτα του Καναδά ενώ ήταν (κατά το εχθρός του καλού, το καλύτερο) σχεδόν αψεγάδιαστοι και στην αποτύπωση της εικόνας.
Ο Πίτερ Χόαρ (σκηνοθέτης) παρέδωσε, σε συνδυασμό πάντα με το δικό του πρίσμα, ένα μείγμα βασισμένο σε εμπειρίες από προηγούμενες δουλειές. Από την πλευρά τους, ο Γκουστάβο Σανταολάζα (ο Αργεντινός συνθέτης της ορίτζιναλ με έντονο το λάτιν στοιχείο μουσικής της σειράς) και ο Ντέιβιντ Φλέμινγκ (στην επιλογή της μουσικής, πέραν αυτής που ήταν ήδη μέσα στο game) ταίριαξαν ιδανικά τον ήχο με το υλικό των προηγούμενων, το οποίο παρεμπιπτόντως έχει διαχειριστεί ιδανικά από τους μοντέρ. Last but not least, οι designers που απέδειξαν ότι καμιά φορά το πράγμα δουλεύει άψογα και μετα παραδοσιακά Μέσα, αφού το αποτέλεσμα δεν προέρχεται μέσω CGI αλλά με προσεκτικά επιλεγμένα σκηνικά, κοστούμια, μακιγιάζ και απίστευτα πρόσθετα -όπως η στολή του «Bloater» στα μισά της σειράς.
Τρίτο και σημαντικότερο «ταμείο» είναι αυτό που αναφέρθηκε συνοπτικά και παραπάνω. Το adaptation. «Επιτέλους και μια καλή μεταφορά παιχνιδιού στην τηλεόραση», φώναξαν από το πρώτο κιόλας επεισόδιο πολλοί χρήστες του Ίντερνετ, οι οποίοι μέσα στην παρόρμησή τους από τίποτα άλλο παρά ένα πολύ σωστά δομημένο εισαγωγικό mini movie ένιωσαν ανακούφιση που ευθύς αμέσως δεν επαναλήφθηκαν τα λάθη του παρελθόντος σε ανάλογες απόπειρες.
Μια «ρετσινιά» που, ας πούμε, το Netflix από την πλευρά του κινδυνεύει να χρεωθεί για πάντα, εάν ομοίως με τη μεταφορά του Deathnote «καταστρέψει» ακόμη ένα προϊόν της ιαπωνικής μάνγκα και άνιμε κουλτούρας, αυτό του One Piece στην live-action προσαρμογή του.
Οι ηθοποιοί αλλά κυρίως οι πρωταγωνιστές
Για εξοικονόμηση χώρου και με παντελή έλλειψη πρόθεσης αδικίας προς τους υπόλοιπους, Πέντρο Πασκάλ και Μπέλα Ράμσεϊ απέδειξαν πως οι επίσης πρώιμοι πανηγυρισμοί για την επιλογή τους στους πρωταγωνιστικούς ρόλους ήταν πέρα ως πέρα δικαιολογημένοι.
Ο Χιλιανός «cool slutty daddy του Ίντερνετ» ετοιμάζεται να δώσει τα ρέστα του στο season finale, όπως έχει κάνει από το πρώτο δευτερόλεπτο του screen time του και όπως έχει προμηνύσει πως θα πράξει από την επανεμφάνισή του και μετά στα τέλη του 8ου επεισοδίου.
Από την πλευρά της η... Λιάνα Μόρμοντ της καρδιάς μας, στα 19 της πηγαίνει ακριβώς στον δρόμο που χάραξε έξι χρόνια πριν, όταν ενσάρκωσε τον φανταστικό χαρακτήρα του GoT. Ειδικά ο τρόπος με τον οποίο έπαιξε στην τελική σκηνή με τον Ντέιβιντ, ήταν ανατριχιαστικός έως και ικανός προς λαϊκή απαίτηση να της αποφέρει ένα Emmy.
Κι αν η επιλογή των δύο ήταν λίγο-πολύ προφανής, αυτή των υπολοίπων δεν υστερεί σε τίποτα, παρά το γεγονός πως η υπεύθυνη για το κάστινγκ, Βικτώρια Τόμας, έπρεπε να τους επιλέξει μέσω του Zoom, αφού τότε ίσχυαν ακόμη τα αυστηρά υγειονομικά πρωτόκολλα εν μέσω της πανδημίας της COVID-19.
Από τους Νιλ Όφερμαν και Μάρεϊ Μπάρτλετ στους ρόλους τους ως Μπιλ και Φρανκ, την Άννα Τορβ ως Τες, τον Λαμάρ Τζόνσον ως Χένρι, τον κωφάλαλο πιτσιρικά Κέιβον Γούνταρντ ως Σαμ, έως την «τρελή του Two and a Half Men», Μέλανι Λίνσκι ως Καθλίν αλλά και του Σκοτ Σέφερντ που κατάφερε να είναι περισσότερο αηδιαστικός και από τον Ντέιβιντ του game, ήταν όλοι εξαιρετικοί. Όπως φυσικά και η Μερλ Ντάντριτζ ως Μαρλίν, ρόλο που είχε και ως voice actress πίσω στο 2013.
«When You're Lost in the Darkness, Look for the light» - Το recap των επεισοδίων
Ένα από τα θέματα συζήτησης γύρω από τη σειρά ήταν ο χρόνος του κάθε επεισοδίου του Last of Us. To 1o έφτασε τα 81 λεπτά, το αμέσως μεγαλύτερο ήταν το 3ο στα 76 λεπτά, και από 'κει και πέρα το running time κυμάνθηκε από τα 51 έως 59 λεπτά. Εξαίρεση το 4ο επεισόδιο στα 45 λεπτά και το τελευταίο, που προς απογοήτευση όλων (ακόμη και για όσους έχουν παίξει το παιχνίδι και γνωρίζουν από πρώτο χέρι πως η ένταση θα είναι πάρα πολύ μεγάλη) θα είναι διάρκειας μόλις 46 λεπτών.
Στο μοναδικό παράπονο που μπορεί να έχει κανείς από το τηλεοπτικό σόου, δεδομένου και του βάθους που έχουν καταφέρει να δώσουν σε ένα προϊόν που προέρχεται από ένα παιχνίδι το οποίο παίζεται κατά μέσο όρο σε όλες κι όλες 14 ώρες, είναι πως εδώ ίσως και να μην «κλωτσούσε» κανείς αν έπρεπε να παραμείνει λίγο περισσότερο μπροστά από την οθόνη του.
Δηλαδή δεν πάρθηκε ούτε εδώ το ρίσκο για επεισόδια που θα ξεπερνούν το κλασικό μοντέλο, το οποίο θέλει τις σειρές τέτοιου τύπου να μην ξεπερνάνε τα 45 λεπτά προς τα κάτω και τη μία ώρα προς τα πάνω. Εν πολλοίς, με τις περίπου 9 ώρες ίσως και να αδικούν τη δουλειά τους.
Ακόμη κι έτσι το αποτέλεσμα είναι καθηλωτικό και με πάρα πολύ έντονο το συγκινησιακό στοιχείο, όπως υπόσχεται να είναι ένα καλό action drama. Τώρα, όσον αφορά τους μεμψίμοιρους και συζητήσεις όπως αυτή για το εάν οι μολυσμένοι ήταν λίγοι ή πολλοί, δεν μπαίνουν καν στην εξίσωση. Ακολουθούν εκτεταμένα spoilers.
Το πρώτο επεισόδιο (When You're Lost in the Darkness) μας πηγαίνει πίσω στο 1968, όταν ο Τζον Χάνα με ένα τσιγάρο στο χέρι υποδυόμενος τον επιδημιολόγο Νιούμαν μιλάει για το ενδεχόμενο οι μύκητες να βάλουν μελλοντικά τέλος στην ανθρωπότητα.
Η αλλαγή του τρόπου αντίμετώπισής του στο πάνελ της εκπομπής σε βάζει αμέσως στο κλίμα για το πόσο εξοντωτική μορφή και έκταση μπορεί να πάρει η μόλυνση. Μια γρήγορη μεταφορά στο 2003 και τις τελευταίες ημέρες του κόσμου όπως τον ξέρουμε δείχνει τη ραγδαία εξάπλωση του ιού και εξηγεί πως το Last of Us είναι κυριολεκτικό, μιας και στον πλανήτη ο άνθρωπος αποτελεί την ισχνή μειοψηφία. Βεβαίως θίγει κατευθείαν και το ψυχολογικό κομμάτι, με τον Τζόελ να υποφέρει από βαριά μορφής κατάθλιψη εξαιτίας της αδυναμίας του να προστατέψει για πάνω από μερικές ώρες την κόρη του, Σάρα, αλλά και του αποχωρισμού του από τον αδερφό του, Τόμυ.
Τέλος το 2023, σε μια διαρκή μάχη ανάμεσα στην καθεστωτική FEDRA και τους αντάρτες των Fireflies, συστήνεται η Έλι που αποτελεί την ελπίδα μιας και έχει φυσική ανοσία.
Στο δεύτερο επεισόδιο (Infected) δίνονται εξηγήσεις για το πώς διαχειρίστηκαν το ξέσπασμα της επιδημίας οι κυβερνήσεις με αποτέλεσμα τη μαζική μείωση πληθυσμού αλλά και τη δυσκολία να υπάρξουν οργανωμένοι επιζώντες μακριά από τις ζώνες καραντίνας.
Παράλληλα συμπεριλαμβάνει τη μόλυνση και κατ' επέκταση απώλεια της Τες που αφήνει το δίδυμο Τζόελ - Έλι να χτίσει τη μετέπειτα σχέση του, ενώ δίνει γερό πάτημα για το τρίτο επεισόδιο (Long, Long Time) το οποίο δίχασε εξαιτίας της ερωτικής σχέσης δύο ανδρών, του Μπιλ και του Φρανκ, σε ένα σαιξπηρικό love story το οποίο στόχο είχε να δείξει την ελπίδα ύπαρξης συναισθημάτων όπως ο έρωτας σε καιρούς μοναξιάς και κανιβαλισμού στη μεταφορική του έννοια.
Ή και προφητικά με την κυριολεκτική του, όπως βλέπουμε στο όγδοο επεισόδιο (When We Are in Need) με την είσοδο του Ντέιβιντ καθώς επίσης και του voice actor του Τζόελ στο παιχνίδι, Τρόι Μπέικερ, στον ρόλο του δεξιού χεριού του παιδοβιαστή κανιβάλου, τότε που τα χρόνια έχουν προχωρήσει και οι άνθρωποι έχουν εκπέσει εντελώς.
Όσον αφορά το πέμπτο επεισόδιο (Endure and Survive), η δράση κορυφώνεται όταν Τζόελ και Έλι έχουν διασταυρωθεί με τους Χένρι και Σαμ, που απέναντι στην ηγεμονία της Καθλίν έχουν να αντιμετωπίσουν και την πιο άγρια ορδή μολυσμένων που έχουμε δει στο σόου.
Στη συγκεκριμένη σκηνή περίπου πέντε λεπτών φαίνεται με τον πιο ανάγλυφο τρόπο το γιατί έχασε ο άνθρωπος, με το ΗΒΟ να φαίνεται πως βασίστηκε πολύ στην εμπειρία που είχε από το Game of Thrones και επεισόδια όπως το Hardhome και το Battle of the Bastards, αν και οι άνθρωποι του σετ δήλωσαν πως το αποτέλεσμα ήθελαν να θυμίζει ιστορικές μάχες του παρελθόντος.
Όλα τα παραπάνω είναι αποτέλεσμα των όσων παρακολουθήσαμε στο τέταρτο επεισόδιο (Please Hold to My Hand), εκεί που υπήρξαν τα πρώτα σημάδια δεσίματος ανάμεσα στο πρωταγωνιστικό δίδυμο και χτίστηκαν τα παραπάνω γεγονότα, μέχρι ο Χένρι να σκοτώσει αναγκαστικά τον μολυσμένο μικρό του αδερφό, πριν αυτοκτονήσει για την πράξη του αυτή.
Σε εκείνο το σημείο χτίζεται και η αποφασιστικότητα της Έλι όπως τη βλέπουμε στο έκτο επεισόδιο (Kin), που τα χώνει στον Τζόελ, πριν το τελικό του δέσιμο «αναγκάσει» τον δεύτερο να την πάρει μακριά και να συνεχίσουν μαζί το ταξίδι, από το να τη φορτώσει στον αδερφό του Τόμυ με τον οποίο μόλις έχει ξαναβρεθεί μετά από χρόνια.
Όλα αυτά, υπό τον μανδύα του πώς έχουν χτιστεί οι προτεραιότητες του καθενός μέσα στη νέα κατάσταση, αλλά και την ανατροφή της Έλι μέχρι το περιστατικό του εμπορικού κέντρου που οδήγησε την Ράιλι στον θάνατο και βύθισε για ακόμη μία φορά την πρωταγωνίστρια στη θλίψη και τη μοναξιά στο έβδομο επεισόδιο (Left Behind).
Το ένατο επεισόδιο θα έχει τίτλο «Look for the light», για να ολοκληρωθεί έτσι και το τσιτάτο των Fireflies που έσπασε στα δύο για χάρη του S01E01 και του S01E09.
Οι κορυφαίες σκηνές που ξεχώρισαν για την ερμηνεία των ηθοποιών
Είναι τρομερά δύσκολη η επιλογή σκηνών που έχουν ξεχωρίσει μέχρι τώρα στο TLOU, και σίγουρα κάποιες μοιραία θα αδικηθούν ακόμη κι αν αποτελούν μέρος της διαλογής, όπως η ομιλία της Καθλίν στο πέμπτο επεισόδιο.
Σε μια σεζόν γεμάτη δυνατές ερμηνείες, υπάρχουν και κάποιες σκηνές που «σκίστηκαν» από το καστ.
Η «απίστευτα ρομαντική» σκηνή που Μπιλ και Φρανκ ολοκληρώνουν τον ανέλπιστο έρωτά τους, τρώγοντας το ίδιο φαγητό, στο ίδιο τραπέζι και με τη διαφορά ότι είναι δίπλα-δίπλα αντί να κάθονται στις δύο κεφαλές του.
Η σκηνή όπου η Έλι θυμάται μετά από πάρα πολύ καιρό πώς είναι να είσαι παιδί και προσπαθεί να σώσει τον Σαμ από μοιραίο θάνατο, κόβοντας το χέρι της για να γιατρέψει την πληγή του με το αίμα της. Τελικά δεν τα καταφέρνει, ο Σαμ «αλλάζει», ο Χένρι τον πυροβολεί και στη συνέχεια αυτοκτονεί off screen. Ανατριχίλα.
Η σκηνή που ο Τζόελ βρίσκει ξανά μετά από χρόνια τον αδερφό του. Μια σκηνή μόνο με μελωδία και αυτό το μακρόσυρτο «Τόμυ» που λέει ο Πασκάλ. Γιατί πολλές φορές δεν χρειάζονται λόγια. Άλλωστε όσα είχαν να πουν τα δύο αδέρφια τα είπαν αργότερα στο τετ-α-τετ τους.
Προς το τέλος αυτού του επεισοδίου, επιτέλους Έλι και Τζόελ κάνουν το ξέσπασμά που «χρωστάει» ο ένας στον άλλο, για να ρίξουν οριστικά τον τοίχο ανάμεσά τους και να αποδεχθούν πως ο ένας για τον άλλο είναι ό,τι πιο κοντινό έχουν σε πατέρα και κόρη.
Βεβαίως, και κατ’ εξαίρεση στην έως τώρα χρονική συνέχεια, μία από τις ωραιότερες σκηνές σ’ αυτό το κλίμα είναι εκείνη που ο Τζόελ τελικά «σπάει» από τα ανέκδοτα της Έλι.
Η σκηνή στο εμπορικό με την εναλλαγή συναισθημάτων εξαιτίας του ξεχασμένου stalker που τους επιτείθεται. Ο τρόμος, η ανακούφιση και το ξέσπασμα μπροστά στον θάνατο, που προηγούνται της αγκαλιάς με την φίλη της και κρυφό έρωτά της.
Η σκηνή που ο ετοιμοθάνατος Τζόελ σφίγγει τα δόντια μετά τη φροντίδα της Έλι, αποσκοπώντας στο να τη βρει το συντομότερο δυνατό και να τη γλιτώσει από τους μπελάδες της.
Φυσικά, η σκηνή όπου η Έλι ελευθερώνει το κτήνος που κρύβει μέσα της και δολοφονεί τον Ντέιβιντ βάναυσα, όπως του αξίζει, μιας και νωρίτερα εκείνος έχει προσπαθήσει να την προσηλυτίσει. Αφότου δεν πήρε αυτό που ήθελε, επιχειρεί να τη βιάσει με πρόθεση στη συνέχεια να τη δολοφονήσει για να αποτελέσει το βραδινό του γεύμα.
«Ορκίσου μου ότι ήταν αλήθεια όλα όσα είπες»
Απομένουν περίπου τρία τέταρτα της ώρας για το season finale, με τους Έλι και Τζόελ να προετοιμάζονται «να τελειώσουν αυτό που ξεκίνησαν» και κανείς από τους τηλεθεατές δεν είναι έτοιμος γι' αυτόν τον έστω και προσωρινό αποχαιρετισμό, με την παραγωγή να έχει ενημερώσει -προφανώς- πως θα συνεχιστεί.
Το σίγουρο είναι πως ο Νιλ Ντράκμαν κράτησε τον λόγο του, έχοντας δηλώσει μέσω Twitter τον Αύγουστο του 2022 πως αυτό που θα ξεδιπλωθεί μπροστά μας θα είναι κάτι μοναδικό, και το αυτό αναμένεται να επιβεβαιωθεί και μετά την τελευταία προβολή για φέτος.
Όπως έχουμε διαπιστώσει εδώ και τρεις μήνες, η μεταφορά ακόμη και αυτούσιων σκηνών από το game ήταν άψογη. Φανταστείτε τι έχει να γίνει με την παρακάτω...
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr