Ο Πολ Ευμορφίδης αυτοβιογραφείται - Η συναρπαστική ζωή του επιχειρηματία που κυκλοφορεί με... ξύλινο ποδήλατο
Ο Πολ Ευμορφίδης αυτοβιογραφείται - Η συναρπαστική ζωή του επιχειρηματία που κυκλοφορεί με... ξύλινο ποδήλατο
Μια ζωή μέσα σε δρόμους, πολλές χώρες και σταθμούς - Ο μπαμπάς «Τζιμάρας», οι γυναίκες ανά την Ευρώπη, ο στρατός και η συναρπαστική διαδρομή του ανθρώπου που... δεν έχει κινητό
«Οι κλίσεις μου είναι δύο: Να ιδρώνω και να μιλάω. Που σημαίνει: Γυμναστική Ακαδημία και γλώσσα ή μάλλον γλώσσες» γράφει στην αρχή της αυτοβιογραφίας του ο Πολ Ευμορφίδης, αυτή η εκρηκτική ή εκκεντρική για κάποιους περσόνα του επιχειρείν.
Ένας τύπος που πήγε κόντρα σε όλα τα μειονεκτήματά του -ποτέ δεν λάτρεψε το διάβασμα και το σχολείο- αλλά κατάφερε από πιτσιρικάς να βρίσκει λύσεις, εκεί όπου όλα φάνταζαν ακατόρθωτα.
Το έκανε πολλές φορές στη ζωή του, από παιδί ακόμη όταν όλοι τον φώναζαν Παύλο, αφού το Πολ θα προκύψει μετά το τουρ της Αγγλίας, ενώ είχε προηγηθεί η Γερμανία και ακολούθησε η Γαλλία.
Σε όλες αυτές τις χώρες κατέφτανε σχεδόν άφραγκος, χωρίς να έχει που να μείνει -εκτός από τη Γερμανία, όπου τον περίμενε ένας συντοπίτης του- αλλά με ένα μαγικό τρόπο, κατάφερνε να «τρυπώσει» κάπου.
Στο «Λοξώς ολοταχώς» οι Γιώργος Κυριακόπουλος και Δημήτρης Σιάτης ανέλαβαν να βιογραφήσουν την περιπετειώδη ζωή του ιδρυτή της Cocomat, από την Κοκκινόραχη της Σπάρτης μέχρι το σήμερα. Εμβόλιμα ο Ευμορφίδης «πετάει» ενίοτε τις μνήμες του, μιλώντας ο ίδιος για τα ουκ ολίγα πεπραγμένα του στην Αθήνα ή τη θητεία του στην Κω, μέχρι την Ισπανία, εκεί όπου άρχισε να διαμορφώνεται το όνειρό του.
Η αποβολή, η Αθήνα και η φυγή
Η «σκιά» του πατέρα του εμφανίζεται ουκ ολίγες φορές στις σελίδες της βιογραφίας του Πολ Ευμορφίδη, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Άνω-Κάτω», με τρυφερές αναφορές του γιου στον «Τζιμάρα», όπως τον αποκαλεί.
Έναν άνθρωπο μικρό το δέμας, που γεννήθηκε «άκληρος και ακτήμων» και δοκιμάστηκε από μικρό παιδί, κάνοντας διάφορες δουλειές για να επιβιώσει, ενώ κάποιες φορές ζητιάνευε στην πόρτα της εκκλησίας. «Πόρτα, την οποία κάποτε θα περάσει ως γαμπρός, σε ένα γάμο που ωστόσο δεν θα μακροημερεύσει εξαιτίας... μεγέθους! Ναι, το μπόι του Τζιμάρα μετά βίας υπερβαίνει το ενάμιση μέτρο και τα πεθερικά του βρίσκουν σε αυτό, το τέλειο άλλοθι. Άλλο πτωχός και άλλο πτωχός και στούμπος!» αναφέρεται χαρακτηρσιτικά στο νέο βιβλίο.
Αυτό θα αλλάξει όταν ο πατέρας του γνωρίζει τη Χαρίκλεια, μια γυναίκα που δεν στέκεται σε αναλογίες και μαζί στήνουν την φαμίλια τους, αν και σύντομα ο άνδρας θα φύγει μετανάστης στη Γερμανία, αφού δουλειές στην Ελλάδα δεν υπάρχουν.
Ένας τύπος που πήγε κόντρα σε όλα τα μειονεκτήματά του -ποτέ δεν λάτρεψε το διάβασμα και το σχολείο- αλλά κατάφερε από πιτσιρικάς να βρίσκει λύσεις, εκεί όπου όλα φάνταζαν ακατόρθωτα.
Το έκανε πολλές φορές στη ζωή του, από παιδί ακόμη όταν όλοι τον φώναζαν Παύλο, αφού το Πολ θα προκύψει μετά το τουρ της Αγγλίας, ενώ είχε προηγηθεί η Γερμανία και ακολούθησε η Γαλλία.
Σε όλες αυτές τις χώρες κατέφτανε σχεδόν άφραγκος, χωρίς να έχει που να μείνει -εκτός από τη Γερμανία, όπου τον περίμενε ένας συντοπίτης του- αλλά με ένα μαγικό τρόπο, κατάφερνε να «τρυπώσει» κάπου.
Στο «Λοξώς ολοταχώς» οι Γιώργος Κυριακόπουλος και Δημήτρης Σιάτης ανέλαβαν να βιογραφήσουν την περιπετειώδη ζωή του ιδρυτή της Cocomat, από την Κοκκινόραχη της Σπάρτης μέχρι το σήμερα. Εμβόλιμα ο Ευμορφίδης «πετάει» ενίοτε τις μνήμες του, μιλώντας ο ίδιος για τα ουκ ολίγα πεπραγμένα του στην Αθήνα ή τη θητεία του στην Κω, μέχρι την Ισπανία, εκεί όπου άρχισε να διαμορφώνεται το όνειρό του.
Η αποβολή, η Αθήνα και η φυγή
Η «σκιά» του πατέρα του εμφανίζεται ουκ ολίγες φορές στις σελίδες της βιογραφίας του Πολ Ευμορφίδη, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Άνω-Κάτω», με τρυφερές αναφορές του γιου στον «Τζιμάρα», όπως τον αποκαλεί.
Έναν άνθρωπο μικρό το δέμας, που γεννήθηκε «άκληρος και ακτήμων» και δοκιμάστηκε από μικρό παιδί, κάνοντας διάφορες δουλειές για να επιβιώσει, ενώ κάποιες φορές ζητιάνευε στην πόρτα της εκκλησίας. «Πόρτα, την οποία κάποτε θα περάσει ως γαμπρός, σε ένα γάμο που ωστόσο δεν θα μακροημερεύσει εξαιτίας... μεγέθους! Ναι, το μπόι του Τζιμάρα μετά βίας υπερβαίνει το ενάμιση μέτρο και τα πεθερικά του βρίσκουν σε αυτό, το τέλειο άλλοθι. Άλλο πτωχός και άλλο πτωχός και στούμπος!» αναφέρεται χαρακτηρσιτικά στο νέο βιβλίο.
Αυτό θα αλλάξει όταν ο πατέρας του γνωρίζει τη Χαρίκλεια, μια γυναίκα που δεν στέκεται σε αναλογίες και μαζί στήνουν την φαμίλια τους, αν και σύντομα ο άνδρας θα φύγει μετανάστης στη Γερμανία, αφού δουλειές στην Ελλάδα δεν υπάρχουν.
Στις 3 Αυγούστου 1958, ο... Τζιμάρας γίνεται πατέρας για πρώτη φορά και ο Παύλος που έγινε Πολ, έρχεται στη ζωή θορυβωδώς και μεγαλώνει, νιώθοντας από παιδί τα οικογενειακά βάρη.
Το σχολείο όμως αποδεικνύεται από την αρχή το πιο μεγάλο βάρος για τον μικρό, αφού «το διάβασμα δεν αυξάνει τους χτύπους της καρδιάς του, στα βιβλία δεν βρίσκει τον χαμένο θησαυρό και η υποχρεωτική αποστήθιση είναι κάτεργο κανονικό», όπως σημειώνουν οι συγγραφείς του βιβλίου.
Ξεφεύγει με το ποδόσφαιρο, το κολύμπι και τον αθλητισμό γενικότερα, που θα τον βοηθήσουν -μαζί με διάφορα ευφυή κόλπα που σκαρφίζεται- να περνάει τις τάξεις.
Όταν ωστόσο υπερβεί τα εσκαμμένα με μια φάρσα στη φιλόλογο, θ' αποβληθεί από όλα τα Γυμνάσια της Πελοποννήσου και θα έρθει στην Αθήνα, για να τελειώσει το εξατάξιο. Θα το κάνει με έναν τρόπο που δείχνει το δαιμόνιο της σκέψης του, αφού φοιτά για ένα εξάμηνο στην Γερμανία και επιστρέφει να δώσει εξετάσεις, έχοντας το αβαντάζ του ομογενή!
Θα περάσει στη Γυμναστική Ακαδημία, την ώρα που ο πατέρας του επιστρέφει από τα ξένα, αλλά η σύνταξή του είναι πενιχρή και ο Παύλος αναγκάζεται να βρει δουλειά ως ο πρωτότοκος.
Προσλαμβάνεται ως κρουπιέρης στο Καζίνο της Πάρνηθας, το οποίο είναι κατά κάποιο τρόπο μια μικρογραφία της κοινωνίας. Η απάντηση του Ευμορφίδη είναι απολαυστική: «Αυτό μάλιστα. Αυτό ήταν σχολείο! Ο τζόγος είναι σαν το αλκοόλ. Δεν δημιουργεί ελαττώματα ή προτερήματα, τα ξεσκεπάζει. Αναλογιστείτε τι μπορεί να γίνει όταν αυτά τα δύο “συνεργάζονται”».
Καζίνο και Ακαδημία όμως δύσκολα συνδυάζονται και, όταν ένα βράδυ καταρρέει από την κούραση, τελειώνει και η θητεία του ως κρουπιέρη. Μετά από κάποιες δουλειές του ποδαριού παίρνει το πτυχίο του και αποφασίζει να εντρυφήσει στις ξένες γλώσσες, επιλέγοντας τη Γερμανία ως πρώτη χώρα για τη μεγάλη του φυγή.
Οι γυναίκες, ο Ρουμενίγκε και το Παρίσι
Ο ίδιος εξηγεί το γιατί έφυγε με λίγες λέξεις: «Ό,τι ξέρετε ξέρω. Αυτό για το οποίο ήμουν σίγουρος πάντως, είναι ότι εκείνη την εποχή ψόφαγα για story και αγνοούσα πλήρως το success».
Αρχίζει μια περίοδος όπου γυναίκες έρχονται και φεύγουν στη ζωή του, όπως η Λότε, μια Γερμανίδα την οποία είδε μόλις έφτασε στο σταθμό του Μονάχου και κατέβηκε από το τρένο.
Μετά θα έρθει η Μάρτα, που θα περάσει κι αυτή όπως και άλλες από τη ζωή του Παύλου, που θα μάθει γερμανικά και θα βάλει πλώρη για τ' αγγλικά.
Ταξιδεύει για το Ντόβερ με πλοίο και όταν φτάνει στο Λονδίνο, έχει λίγες λίρες στην τσέπη του, κανένα μέρος να μείνει και κανέναν να τον περιμένει.
«Οι πόλεις» επισημαίνει, «είναι γεμάτες από δωρεάν κρεβάτια, δωμάτια, καταλύματα, αρκεί να θέλεις ΕΣΥ να τα ανακαλύψεις ως τέτοια και όλοι οι άνθρωποι είναι εν δυνάμει, γνωστοί, φίλοι, ερωμένοι και συγγενείς, αρκεί να θέλεις ΕΣΥ να τους δεις έτσι».
Έτσι το είδε και με αυτό το σκεπτικό πέρασε την είσοδο του πρώτου σχολείου που είδε μπροστά του. Και επειδή «στην εξωλεκτική επικοινωνία είναι δεξιοτέχνης», πείθει τον διευθυντή να τον δεχθεί. Σε αντάλλαγμα για τη δωρεάν φοίτηση διδάσκει διάφορα αθλήματα στους συμμαθητές του, ενώ η Μαρία θα είναι η πρώτη που θα του δώσει στέγη στο Λονδίνο.
Έχοντας κάνει κάποιες συνεντεύξεις παλιότερα στη Γερμανία για να βγάλει κάποια λεφτά, το επιχειρεί ξανά και, όταν πείθει τον τότε μεγάλο σταρ της Μπάγιρν Μονάχου Καρλ Χάιντς Ρουμενίγκε να του παραχωρήσει μία, η Daily Telegraph του δίνει 1.600 λίρες για να την δημοσιεύσει.
Μετά τη Μαρία στη ζωή του μπαίνει η Αν, ενώ θα γράψει και βιβλίο για τους αγγλικούς ιδιωματισμούς, πριν φύγει με μια βαλίτσα για τη Γαλλία με λεωφορείο.
Στη διαδρομή γνωρίζεται με την Ανιές και την Κλερ, δύο αδερφές που τον φιλοξενούν με χαρά στο διαμέρισμά τους στο Παρίσι, αφού μένουν μόνες τους.
Σπουδάζει την γλώσσα, δουλεύει και για πρώτη ίσως φορά, όταν γνωρίζει την Μπριζίτ, δένεται πιο πολύ με μια γυναίκα. Θα μείνει μαζί της ένα χρόνο, πριν φύγει για την επόμενη στάση της ζωής του, την Ιταλία.
Ο στρατός, η Ισπανία και τα στρώματα
Η γλυκιά απραξία (dolce far niente) της Ρώμης και η εκθαμβωτική χρωματική παλέτα στη φύση της Τοσκάνης θα τον μαγέψουν στα μέσα της δεκαετίας του ‘80, όταν ο Πολ πλέον μαθαίνει και την ιταλική γλώσσα. Ο στρατός όμως -είχε εξαντλήσει τις αναβολές- δεν μπορεί πλέον να περιμένει και ο Ευμορφίδης παρουσιάζεται στην Καλαμάτα, εισερχόμενος σε μια εντελώς διαφορετική πραγματικότητα.
«Αυτό που με ξάφνιασε και με ενόχλησε περισσότερο τις πρώτες μέρες στον στρατό, ήταν η κατά ριπάς χρήση της λέξης “μαλ...”» λέει ο ίδιος. «Σαν να ήταν το παρασύνθημα, χωρίς το οποίο απαγορευόταν να αρχίσει και να τελειώσει οποιαδήποτε συζήτηση».
Μετά την Καλαμάτα, έρχεται αρχικά η μετάθεση στην Κω, όπου οι τέσσερις ξένες γλώσσες θα τον χρίσουν «αρχηγό», αφού ακόμη και οι αξιωματικοί τον χρειάζονται. Είναι δόκιμος αξιωματικός πλέον και η επόμενη μετάθεση στην Κω, θα αποδειχθεί καθοριστική, αφού ο έρωτας τον χτυπάει κατακούτελα, όταν βλέπει για πρώτη φορά τη Μίριαμ.
Αυτή που θα γίνει συνοδοιπόρος του στη ζωή, χαρίζοντάς του τρεις γιους και μια κόρη, αλλά και στο επιχειρείν, όταν θα βάλει μπροστά το όραμα της Cocomat. Όταν απολύεται η Ισπανία τον περιμένει, μετά η Πορτογαλία, εκεί όπου κλείνει αυτός ο γύρος ταξιδιών, για να ανοίξει ένας άλλος στην Ανατολή, αφού ο Πολ είναι ένας γητευτής των ταξιδιών.
«Μόνο κάτι που λέει ότι το είπε ο Όμηρος» τονίζουν οι συγγραφείς «επαναλαμβάνει διαρκώς, ότι ο πιο μορφωμένος άνθρωπος είναι ο πιο ταξιδεμένος. Ο Πολ γίνεται αυτό αυτό που ήδη είναι, ένα εξελιγμένο μοντέλο του Τζιμάρα, που δεν βάλει κώλο κάτω ποτέ».
Όταν παντρεύεται τη Μίριαμ αποφασίζει να βάλει μπροστά την ίδρυση της καλύτερης βιομηχανίας οικολογικών στρωμάτων του πλανήτη, ιδέα την οποία αρκετοί χλευάζουν.
Πριν όμως, θα βιώσει πολλά, αφού η επιστροφή στην Ελλάδα και το πέρασμά του από τη Σιβιτανείδιο ως καθηγητής Φυσικής Αγωγής είναι μόνο η αρχή, ενώ η θητεία του θα λήξει, όταν ο Πολ αφήνει τους μαθητές να αντιγράφουν στις εξετάσεις και ο διευθυντής τον πιάνει επ’ αυτοφώρω.
Η επόμενη στάση έρχεται λίγες μέρες μετά.
Κάνοντας τον διερμηνέα έξω από ένα κοσμηματοπωλείο στο Μοναστηράκι, επιχειρεί να κάνει μια νέα αρχή, όταν βάζει μια ορδή από τουρίστες μέσα και το αφεντικό, που δεν τον ξέρει, πουλάει την πραμάτεια. Ο Ευμορφίδης ζητάει δουλειά με ποσοστό επί των κερδών και τον πρώτο μήνα βγάζει 600.000 δραχμές, ποσό μυθικό για την εποχή, όμως το μέλλον του εμφανίζεται με την ερώτηση ενός Ολλανδού: «Ξέρεις που μπορώ να βρω καλά στρώματα στην Αθήνα;»
Δεν βρήκε, αλλά αυτό ήταν αρκετό για έναν περιπετειώδη τύπο όπως ο Πολ, που πετάχτηκε μέχρι την Αμερική, αλλά δεν άντεξε περισσότερο από κάποιες εβδομάδες, πριν γυρίσει για να αρχίσει αυτό που έγινε η Cocomat.
Από τα φύκια μέχρι το καουτσούκ και τον κοκοφοίνικα, το εγχείρημα ήταν πολύ δύσκολο για τους άλλους, όχι όμως γι’ αυτόν τον τύπο που δεν καταλάβαινε από δυσκολίες, φωτιές και αναποδιές.
Αυτόν που εξακολουθεί να κυκλοφορεί με... ξύλινο ποδήλατο, να μην έχει κινητό και να είναι ακόμη ένας γητευτής της περιπέτειας που αναζητάει μια καλύτερη μέρα, λέγοντας σε έναν πιτσιρικά να μην καπνίζει και στους φίλους του να μην παίρνουν ταξί.
Ειδήσεις σήμερα
Βρέθηκε DNA της Αναστάζια στο σπίτι του Μπαγκλαντεσιανού – Στο στόχαστρο και ο συγκάτοικός του
Επικαιροποίηση του έκτακτου δελτίου κακοκαιρίας της ΕΜΥ - Καταιγίδες, κεραυνοί και χαλάζι
Μητσοτάκης: Μονόδρομος η αυτοδυναμία, ανεύθυνη η στάση Ανδρουλάκη - Στελέχωση της κυβέρνησης χωρίς ιδεολογικό πρόσημο
----------------
Εκλογές 2023
Οδηγός εκλογών 2023: Πώς ψηφίζω - Όλα όσα πρέπει να γνωρίζετε για την ΝΕΑ εκλογική αναμέτρηση
Εκλογές 2023: Όλες οι ειδήσεις για την ΝΕΑ εκλογική αναμέτρηση, τον προεκλογικό αγώνα των κομμάτων, τις δημοσκοπήσεις, τα αποτελέσματα των εκλογών, τα exit polls.
Αποτελέσματα εκλογών 2023: Δείτε LIVE μέσω διαδραστικού χάρτη όλα τα αποτελέσματα της επικράτειας
Το σχολείο όμως αποδεικνύεται από την αρχή το πιο μεγάλο βάρος για τον μικρό, αφού «το διάβασμα δεν αυξάνει τους χτύπους της καρδιάς του, στα βιβλία δεν βρίσκει τον χαμένο θησαυρό και η υποχρεωτική αποστήθιση είναι κάτεργο κανονικό», όπως σημειώνουν οι συγγραφείς του βιβλίου.
Ξεφεύγει με το ποδόσφαιρο, το κολύμπι και τον αθλητισμό γενικότερα, που θα τον βοηθήσουν -μαζί με διάφορα ευφυή κόλπα που σκαρφίζεται- να περνάει τις τάξεις.
Όταν ωστόσο υπερβεί τα εσκαμμένα με μια φάρσα στη φιλόλογο, θ' αποβληθεί από όλα τα Γυμνάσια της Πελοποννήσου και θα έρθει στην Αθήνα, για να τελειώσει το εξατάξιο. Θα το κάνει με έναν τρόπο που δείχνει το δαιμόνιο της σκέψης του, αφού φοιτά για ένα εξάμηνο στην Γερμανία και επιστρέφει να δώσει εξετάσεις, έχοντας το αβαντάζ του ομογενή!
Θα περάσει στη Γυμναστική Ακαδημία, την ώρα που ο πατέρας του επιστρέφει από τα ξένα, αλλά η σύνταξή του είναι πενιχρή και ο Παύλος αναγκάζεται να βρει δουλειά ως ο πρωτότοκος.
Προσλαμβάνεται ως κρουπιέρης στο Καζίνο της Πάρνηθας, το οποίο είναι κατά κάποιο τρόπο μια μικρογραφία της κοινωνίας. Η απάντηση του Ευμορφίδη είναι απολαυστική: «Αυτό μάλιστα. Αυτό ήταν σχολείο! Ο τζόγος είναι σαν το αλκοόλ. Δεν δημιουργεί ελαττώματα ή προτερήματα, τα ξεσκεπάζει. Αναλογιστείτε τι μπορεί να γίνει όταν αυτά τα δύο “συνεργάζονται”».
Καζίνο και Ακαδημία όμως δύσκολα συνδυάζονται και, όταν ένα βράδυ καταρρέει από την κούραση, τελειώνει και η θητεία του ως κρουπιέρη. Μετά από κάποιες δουλειές του ποδαριού παίρνει το πτυχίο του και αποφασίζει να εντρυφήσει στις ξένες γλώσσες, επιλέγοντας τη Γερμανία ως πρώτη χώρα για τη μεγάλη του φυγή.
Οι γυναίκες, ο Ρουμενίγκε και το Παρίσι
Ο ίδιος εξηγεί το γιατί έφυγε με λίγες λέξεις: «Ό,τι ξέρετε ξέρω. Αυτό για το οποίο ήμουν σίγουρος πάντως, είναι ότι εκείνη την εποχή ψόφαγα για story και αγνοούσα πλήρως το success».
Αρχίζει μια περίοδος όπου γυναίκες έρχονται και φεύγουν στη ζωή του, όπως η Λότε, μια Γερμανίδα την οποία είδε μόλις έφτασε στο σταθμό του Μονάχου και κατέβηκε από το τρένο.
Μετά θα έρθει η Μάρτα, που θα περάσει κι αυτή όπως και άλλες από τη ζωή του Παύλου, που θα μάθει γερμανικά και θα βάλει πλώρη για τ' αγγλικά.
Ταξιδεύει για το Ντόβερ με πλοίο και όταν φτάνει στο Λονδίνο, έχει λίγες λίρες στην τσέπη του, κανένα μέρος να μείνει και κανέναν να τον περιμένει.
«Οι πόλεις» επισημαίνει, «είναι γεμάτες από δωρεάν κρεβάτια, δωμάτια, καταλύματα, αρκεί να θέλεις ΕΣΥ να τα ανακαλύψεις ως τέτοια και όλοι οι άνθρωποι είναι εν δυνάμει, γνωστοί, φίλοι, ερωμένοι και συγγενείς, αρκεί να θέλεις ΕΣΥ να τους δεις έτσι».
Έτσι το είδε και με αυτό το σκεπτικό πέρασε την είσοδο του πρώτου σχολείου που είδε μπροστά του. Και επειδή «στην εξωλεκτική επικοινωνία είναι δεξιοτέχνης», πείθει τον διευθυντή να τον δεχθεί. Σε αντάλλαγμα για τη δωρεάν φοίτηση διδάσκει διάφορα αθλήματα στους συμμαθητές του, ενώ η Μαρία θα είναι η πρώτη που θα του δώσει στέγη στο Λονδίνο.
Έχοντας κάνει κάποιες συνεντεύξεις παλιότερα στη Γερμανία για να βγάλει κάποια λεφτά, το επιχειρεί ξανά και, όταν πείθει τον τότε μεγάλο σταρ της Μπάγιρν Μονάχου Καρλ Χάιντς Ρουμενίγκε να του παραχωρήσει μία, η Daily Telegraph του δίνει 1.600 λίρες για να την δημοσιεύσει.
Μετά τη Μαρία στη ζωή του μπαίνει η Αν, ενώ θα γράψει και βιβλίο για τους αγγλικούς ιδιωματισμούς, πριν φύγει με μια βαλίτσα για τη Γαλλία με λεωφορείο.
Στη διαδρομή γνωρίζεται με την Ανιές και την Κλερ, δύο αδερφές που τον φιλοξενούν με χαρά στο διαμέρισμά τους στο Παρίσι, αφού μένουν μόνες τους.
Σπουδάζει την γλώσσα, δουλεύει και για πρώτη ίσως φορά, όταν γνωρίζει την Μπριζίτ, δένεται πιο πολύ με μια γυναίκα. Θα μείνει μαζί της ένα χρόνο, πριν φύγει για την επόμενη στάση της ζωής του, την Ιταλία.
Ο στρατός, η Ισπανία και τα στρώματα
Η γλυκιά απραξία (dolce far niente) της Ρώμης και η εκθαμβωτική χρωματική παλέτα στη φύση της Τοσκάνης θα τον μαγέψουν στα μέσα της δεκαετίας του ‘80, όταν ο Πολ πλέον μαθαίνει και την ιταλική γλώσσα. Ο στρατός όμως -είχε εξαντλήσει τις αναβολές- δεν μπορεί πλέον να περιμένει και ο Ευμορφίδης παρουσιάζεται στην Καλαμάτα, εισερχόμενος σε μια εντελώς διαφορετική πραγματικότητα.
«Αυτό που με ξάφνιασε και με ενόχλησε περισσότερο τις πρώτες μέρες στον στρατό, ήταν η κατά ριπάς χρήση της λέξης “μαλ...”» λέει ο ίδιος. «Σαν να ήταν το παρασύνθημα, χωρίς το οποίο απαγορευόταν να αρχίσει και να τελειώσει οποιαδήποτε συζήτηση».
Μετά την Καλαμάτα, έρχεται αρχικά η μετάθεση στην Κω, όπου οι τέσσερις ξένες γλώσσες θα τον χρίσουν «αρχηγό», αφού ακόμη και οι αξιωματικοί τον χρειάζονται. Είναι δόκιμος αξιωματικός πλέον και η επόμενη μετάθεση στην Κω, θα αποδειχθεί καθοριστική, αφού ο έρωτας τον χτυπάει κατακούτελα, όταν βλέπει για πρώτη φορά τη Μίριαμ.
Αυτή που θα γίνει συνοδοιπόρος του στη ζωή, χαρίζοντάς του τρεις γιους και μια κόρη, αλλά και στο επιχειρείν, όταν θα βάλει μπροστά το όραμα της Cocomat. Όταν απολύεται η Ισπανία τον περιμένει, μετά η Πορτογαλία, εκεί όπου κλείνει αυτός ο γύρος ταξιδιών, για να ανοίξει ένας άλλος στην Ανατολή, αφού ο Πολ είναι ένας γητευτής των ταξιδιών.
«Μόνο κάτι που λέει ότι το είπε ο Όμηρος» τονίζουν οι συγγραφείς «επαναλαμβάνει διαρκώς, ότι ο πιο μορφωμένος άνθρωπος είναι ο πιο ταξιδεμένος. Ο Πολ γίνεται αυτό αυτό που ήδη είναι, ένα εξελιγμένο μοντέλο του Τζιμάρα, που δεν βάλει κώλο κάτω ποτέ».
Όταν παντρεύεται τη Μίριαμ αποφασίζει να βάλει μπροστά την ίδρυση της καλύτερης βιομηχανίας οικολογικών στρωμάτων του πλανήτη, ιδέα την οποία αρκετοί χλευάζουν.
Πριν όμως, θα βιώσει πολλά, αφού η επιστροφή στην Ελλάδα και το πέρασμά του από τη Σιβιτανείδιο ως καθηγητής Φυσικής Αγωγής είναι μόνο η αρχή, ενώ η θητεία του θα λήξει, όταν ο Πολ αφήνει τους μαθητές να αντιγράφουν στις εξετάσεις και ο διευθυντής τον πιάνει επ’ αυτοφώρω.
Η επόμενη στάση έρχεται λίγες μέρες μετά.
Κάνοντας τον διερμηνέα έξω από ένα κοσμηματοπωλείο στο Μοναστηράκι, επιχειρεί να κάνει μια νέα αρχή, όταν βάζει μια ορδή από τουρίστες μέσα και το αφεντικό, που δεν τον ξέρει, πουλάει την πραμάτεια. Ο Ευμορφίδης ζητάει δουλειά με ποσοστό επί των κερδών και τον πρώτο μήνα βγάζει 600.000 δραχμές, ποσό μυθικό για την εποχή, όμως το μέλλον του εμφανίζεται με την ερώτηση ενός Ολλανδού: «Ξέρεις που μπορώ να βρω καλά στρώματα στην Αθήνα;»
Δεν βρήκε, αλλά αυτό ήταν αρκετό για έναν περιπετειώδη τύπο όπως ο Πολ, που πετάχτηκε μέχρι την Αμερική, αλλά δεν άντεξε περισσότερο από κάποιες εβδομάδες, πριν γυρίσει για να αρχίσει αυτό που έγινε η Cocomat.
Από τα φύκια μέχρι το καουτσούκ και τον κοκοφοίνικα, το εγχείρημα ήταν πολύ δύσκολο για τους άλλους, όχι όμως γι’ αυτόν τον τύπο που δεν καταλάβαινε από δυσκολίες, φωτιές και αναποδιές.
Αυτόν που εξακολουθεί να κυκλοφορεί με... ξύλινο ποδήλατο, να μην έχει κινητό και να είναι ακόμη ένας γητευτής της περιπέτειας που αναζητάει μια καλύτερη μέρα, λέγοντας σε έναν πιτσιρικά να μην καπνίζει και στους φίλους του να μην παίρνουν ταξί.
Ειδήσεις σήμερα
Βρέθηκε DNA της Αναστάζια στο σπίτι του Μπαγκλαντεσιανού – Στο στόχαστρο και ο συγκάτοικός του
Επικαιροποίηση του έκτακτου δελτίου κακοκαιρίας της ΕΜΥ - Καταιγίδες, κεραυνοί και χαλάζι
Μητσοτάκης: Μονόδρομος η αυτοδυναμία, ανεύθυνη η στάση Ανδρουλάκη - Στελέχωση της κυβέρνησης χωρίς ιδεολογικό πρόσημο
----------------
Εκλογές 2023
Οδηγός εκλογών 2023: Πώς ψηφίζω - Όλα όσα πρέπει να γνωρίζετε για την ΝΕΑ εκλογική αναμέτρηση
Εκλογές 2023: Όλες οι ειδήσεις για την ΝΕΑ εκλογική αναμέτρηση, τον προεκλογικό αγώνα των κομμάτων, τις δημοσκοπήσεις, τα αποτελέσματα των εκλογών, τα exit polls.
Αποτελέσματα εκλογών 2023: Δείτε LIVE μέσω διαδραστικού χάρτη όλα τα αποτελέσματα της επικράτειας
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα