Μπόμπι Μπράουν: To success story της - Πώς έχτισε μια αυτοκρατορία με ένα κραγιόν
11.07.2023
07:36
H γυναίκα που πήρε το ρίσκο να λανσάρει το «φυσικό» λουκ το 1991, όταν κυριαρχούσε μόνο το έντονο μακιγιάζ στα μάτια και τα κόκκινα χείλη
Η Μπόμπι Μπράουν είναι η γυναίκα που κατάφερε να χτίσει το όνομα και την περιουσία της, κάνοντας επάγγελμα τη μεγάλη της αγάπη για το μακιγιάζ.
Αυτό που την έκανε να ξεχωρίσει ήταν ότι πέτυχε το ακατόρθωτο για την εποχή. Να κάνει τάση το nonmakeup-makeup λουκ. Μία γυναίκα μπορούσε με τα προϊόντα της να αναδείξει τα χαρακτηριστικά της, χωρίς υπερβολή, ενώ το τελικό αποτέλεσμα συνήθως ήταν τόσο φυσικό, που έμοιαζε σαν να ήταν άβαφη.
«Οταν ξεκίνησα την εταιρεία, η αποστολή μου ήταν να φτιάξω ένα κραγιόν στο χρώμα των χειλιών επειδή τα περισσότερα κραγιόν στην αγορά φαίνονταν ψεύτικα, ήταν λιπαρά και μύριζαν άσχημα», είχε πει στο CNN. «Ηθελα να δημιουργήσω κάτι που θα μοιάζει φυσικό και θα ήταν σε αρμονία με το χρώμα του δέρματος και των χειλιών της».
Για το 1991, όταν το τολμηρό και έντονο μακιγιάζ κυριαρχούσε, η προσέγγισή της ήταν ένα ρίσκο. Αυτό που την έκανε να ξεχωρίσει ανάμεσα σε άλλους καταξιωμένους make-up artists ήταν η ικανότητά της να καταλαβαίνει τι πραγματικά επιθυμούσαν οι γυναίκες, ενώ το μότο που ακολουθούσε πάντα ήταν «όμορφη και όχι τρέντι».
«Για μένα, το να φαίνομαι ωραία δεν σημαίνει μαύρα μάτια και κόκκινο χείλος. Θα μπορούσε να είναι λίγο eyeliner και foundation. Νομίζω ότι οι περισσότερες επαγγελματίες γυναίκες, ειδικά αυτές που είναι ανταγωνιστικές και θέλουν να πάνε μπροστά, φροντίζουν τον εαυτό τους και θέλουν να δείχνουν καλές. Η επιτυχία θέλει εμπειρία, φυσικά, αλλά και αυτοπεποίθηση. Θέλεις να δείχνεις και να νιώθεις καλύτερα. Εάν μπορείτε να το κάνετε αυτό χωρίς μακιγιάζ, είστε πραγματικά τυχεροί», έχει πει σε δηλώσεις της στο «Harvard Business Review».
Η φήμη της εκτοξεύτηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1990, με τη σειρά που κυκλοφόρησε τότε και αποτελούταν από κραγιόν δέκα διαφορετικών αποχρώσεων σε ουδέτερους τόνους. Γρήγορα, η σειρά της ξεπέρασε τις πωλήσεις γνωστών οίκων, με το brand της να καταλήγει να είναι ένα από τα μεγαλύτερα ονόματα στη βιομηχανία της ομορφιάς.
Άρχισε να εργάζεται ως επαγγελματίας make-up artist το 1980. Αυτό που την οδήγησε να δημιουργήσει τη δική της σειρά από κραγιόν ήταν η απογοήτευσή της. Όσο κι αν έψαχνε κι άλλες αποχρώσεις για να πειραματιστεί, υπήρχε μεγάλη έλλειψη. Έτσι, ξεκίνησε να ανακατεύει τις δικές της, ώστε να δημιουργήσει νέες.
Μια τυχαία συνάντηση με έναν χημικό το 1991, την οδήγησε να δημιουργήσει τα δικά της χρώματα για τα χείλη και έτσι, εκείνη τη χρονιά κυκλοφόρησαν δέκα διαφορετικές αποχρώσεις με βάση το καφέ.
Αυτό που την έκανε να ξεχωρίσει ήταν ότι πέτυχε το ακατόρθωτο για την εποχή. Να κάνει τάση το nonmakeup-makeup λουκ. Μία γυναίκα μπορούσε με τα προϊόντα της να αναδείξει τα χαρακτηριστικά της, χωρίς υπερβολή, ενώ το τελικό αποτέλεσμα συνήθως ήταν τόσο φυσικό, που έμοιαζε σαν να ήταν άβαφη.
«Οταν ξεκίνησα την εταιρεία, η αποστολή μου ήταν να φτιάξω ένα κραγιόν στο χρώμα των χειλιών επειδή τα περισσότερα κραγιόν στην αγορά φαίνονταν ψεύτικα, ήταν λιπαρά και μύριζαν άσχημα», είχε πει στο CNN. «Ηθελα να δημιουργήσω κάτι που θα μοιάζει φυσικό και θα ήταν σε αρμονία με το χρώμα του δέρματος και των χειλιών της».
Για το 1991, όταν το τολμηρό και έντονο μακιγιάζ κυριαρχούσε, η προσέγγισή της ήταν ένα ρίσκο. Αυτό που την έκανε να ξεχωρίσει ανάμεσα σε άλλους καταξιωμένους make-up artists ήταν η ικανότητά της να καταλαβαίνει τι πραγματικά επιθυμούσαν οι γυναίκες, ενώ το μότο που ακολουθούσε πάντα ήταν «όμορφη και όχι τρέντι».
«Για μένα, το να φαίνομαι ωραία δεν σημαίνει μαύρα μάτια και κόκκινο χείλος. Θα μπορούσε να είναι λίγο eyeliner και foundation. Νομίζω ότι οι περισσότερες επαγγελματίες γυναίκες, ειδικά αυτές που είναι ανταγωνιστικές και θέλουν να πάνε μπροστά, φροντίζουν τον εαυτό τους και θέλουν να δείχνουν καλές. Η επιτυχία θέλει εμπειρία, φυσικά, αλλά και αυτοπεποίθηση. Θέλεις να δείχνεις και να νιώθεις καλύτερα. Εάν μπορείτε να το κάνετε αυτό χωρίς μακιγιάζ, είστε πραγματικά τυχεροί», έχει πει σε δηλώσεις της στο «Harvard Business Review».
Η φήμη της εκτοξεύτηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1990, με τη σειρά που κυκλοφόρησε τότε και αποτελούταν από κραγιόν δέκα διαφορετικών αποχρώσεων σε ουδέτερους τόνους. Γρήγορα, η σειρά της ξεπέρασε τις πωλήσεις γνωστών οίκων, με το brand της να καταλήγει να είναι ένα από τα μεγαλύτερα ονόματα στη βιομηχανία της ομορφιάς.
Άρχισε να εργάζεται ως επαγγελματίας make-up artist το 1980. Αυτό που την οδήγησε να δημιουργήσει τη δική της σειρά από κραγιόν ήταν η απογοήτευσή της. Όσο κι αν έψαχνε κι άλλες αποχρώσεις για να πειραματιστεί, υπήρχε μεγάλη έλλειψη. Έτσι, ξεκίνησε να ανακατεύει τις δικές της, ώστε να δημιουργήσει νέες.
Μια τυχαία συνάντηση με έναν χημικό το 1991, την οδήγησε να δημιουργήσει τα δικά της χρώματα για τα χείλη και έτσι, εκείνη τη χρονιά κυκλοφόρησαν δέκα διαφορετικές αποχρώσεις με βάση το καφέ.
Το 1995, η Μπράουν πούλησε την ομώνυμη μάρκα της (Bobbi Brown) στην Estée Lauder Companies για το ποσό των 74,5 εκατομμυρίων δολαρίων, μόλις πέντε χρόνια μετά το λανσάρισμά της. Το 2016, αποσύρθηκε οριστικά από την εταιρεία.
Σε συνέντευξή της στο «Harvard Business Review» είχε δηλώσει: «Τι είναι ένας επιχειρηματίας; Κάποιος που απλώς βουτάει και δοκιμάζει κάτι και αν δεν πετύχει, δοκιμάζει κάτι άλλο. Δεν το πολυσκέφτεσαι. Δεν κάνεις στρατηγική. Απλώς το κάνεις. Ξεκίνησα την επιχείρηση με συνεργάτες τον άντρα μου και ένα άλλο ζευγάρι. Σε τέσσερα χρόνια νικούσαμε την Estée Lauder στο μεγαλύτερο μαγαζί μας. Ήρθαν, τηλεφώνησαν και πουλήσαμε την εταιρεία».
Κι ενώ άλλοι στη θέση της θα μπορούσαν να σταματήσουν και να απολαύσουν την επιτυχία που είχαν σημειώσει όλα αυτά τα χρόνια, η Μπόμπι Μπράουν δεν επαναπαύτηκε ποτέ.
Κατά τη διάρκεια της παύσης της από τη βιομηχανία της ομορφιάς, δεν δίστασε να πειραματιστεί και με άλλα εγχειρήματα. Σε ηλικία 62 ετών, λάνσαρε τη νέα της μάρκα, Jones Road. Η χρονική στιγμή μάλιστα, που αποφάσισε να το κάνει, ήταν ακόμα ένα ρίσκο για αυτή, αφού έγινε εν μέσω της πανδημίας του κορωνοϊού.
Παρά το γεγονός πως πολλοί τη συμβούλευαν να μην λανσάρει μια σειρά ομορφιάς, όταν «κανείς δεν ενδιαφέρεται για την ομορφιά αυτή τη στιγμή», η αποφασιστικότητά της δεν την άφησε να κάνει πίσω.
Μέσα σε μόλις δυόμισι χρόνια, η Jones Road έχει καταφέρει να γίνει γνωστή και να έχει το δικό της κοινό. Σημαντικό ρόλο σε αυτό βέβαια, έπαιξε η παρουσία της Μπόμπι Μπράουν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης κι ιδιαίτερα στο TikTok, καθώς συνέβαλε στον τετραπλασιασμό των πωλήσεών της το 2021.
Παρόλο που ποτέ δεν πίστεψε η μάρκα της να γνωρίσει τέτοια επιτυχία, τόσο γρήγορα, η Jones Road απέφερε πάνω από 20 εκατομμύρια δολάρια τον πρώτο χρόνο και αναμένεται να διπλασιάσει τα έσοδά της το 2023.
Σε συνέντευξή της στο «Harvard Business Review» είχε δηλώσει: «Τι είναι ένας επιχειρηματίας; Κάποιος που απλώς βουτάει και δοκιμάζει κάτι και αν δεν πετύχει, δοκιμάζει κάτι άλλο. Δεν το πολυσκέφτεσαι. Δεν κάνεις στρατηγική. Απλώς το κάνεις. Ξεκίνησα την επιχείρηση με συνεργάτες τον άντρα μου και ένα άλλο ζευγάρι. Σε τέσσερα χρόνια νικούσαμε την Estée Lauder στο μεγαλύτερο μαγαζί μας. Ήρθαν, τηλεφώνησαν και πουλήσαμε την εταιρεία».
Κι ενώ άλλοι στη θέση της θα μπορούσαν να σταματήσουν και να απολαύσουν την επιτυχία που είχαν σημειώσει όλα αυτά τα χρόνια, η Μπόμπι Μπράουν δεν επαναπαύτηκε ποτέ.
Κατά τη διάρκεια της παύσης της από τη βιομηχανία της ομορφιάς, δεν δίστασε να πειραματιστεί και με άλλα εγχειρήματα. Σε ηλικία 62 ετών, λάνσαρε τη νέα της μάρκα, Jones Road. Η χρονική στιγμή μάλιστα, που αποφάσισε να το κάνει, ήταν ακόμα ένα ρίσκο για αυτή, αφού έγινε εν μέσω της πανδημίας του κορωνοϊού.
Παρά το γεγονός πως πολλοί τη συμβούλευαν να μην λανσάρει μια σειρά ομορφιάς, όταν «κανείς δεν ενδιαφέρεται για την ομορφιά αυτή τη στιγμή», η αποφασιστικότητά της δεν την άφησε να κάνει πίσω.
Μέσα σε μόλις δυόμισι χρόνια, η Jones Road έχει καταφέρει να γίνει γνωστή και να έχει το δικό της κοινό. Σημαντικό ρόλο σε αυτό βέβαια, έπαιξε η παρουσία της Μπόμπι Μπράουν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης κι ιδιαίτερα στο TikTok, καθώς συνέβαλε στον τετραπλασιασμό των πωλήσεών της το 2021.
Παρόλο που ποτέ δεν πίστεψε η μάρκα της να γνωρίσει τέτοια επιτυχία, τόσο γρήγορα, η Jones Road απέφερε πάνω από 20 εκατομμύρια δολάρια τον πρώτο χρόνο και αναμένεται να διπλασιάσει τα έσοδά της το 2023.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr