Σινέντ Ο'Κόνορ: Το τραύμα που της άφησε η μητέρα της και επηρέασε την πορεία της στη μουσική

H παιδική της ηλικία ήταν γεμάτη βία, προσβολές και χωρίς κανέναν να την προσέχει - Η αγάπη που δεν πήρε από τη μητέρα της ήταν η μεγαλύτερη πληγή για την 56χρονη τραγουδίστρια που έφυγε από τη ζωή

H Σινέντ Ο'Κόνορ άφησε την τελευταία της πνοή την περασμένη Τετάρτη, στα 56 της, μετά από χρόνια μάχης για την ψυχική της υγεία.

Η διάσημη ερμηνεύτρια από την Ιρλανδία αντιμετώπιζε πολλά προβλήματα, τα οποία επιδεινώθηκαν όπως ήταν αναμενόμενο από την αυτοκτονία του 17χρονου γιου της, Σέιν πριν από ενάμιση χρόνο.

Ήταν γνωστό πως η θλίψη της είχε «λυγίσει» την τραγουδίστρια, που αποτελούσε άλλοτε «σύμβολο της δύναμης που μπορεί να έχει μια γυναίκα». Ωστόσο, οι δυσκολίες δεν άρχισαν για τη Σινέντ Ο'Κόνορ από τον θάνατο του γιου της, αλλά πολύ νωρίτερα.

Όταν ήταν ακόμα παιδί, ήρθε αντιμέτωπη με τη βία και την απόρριψη της μητέρας της, Μαρί. Μάλιστα, αυτός φαίνεται πως ήταν κι ο λόγος να ξεκινήσει το τραγούδι.

«Όλοι στη μουσική βιομηχανία έχουν μια ιστορία όσον αφορά την ανατροφή τους, από πού ήρθαν ή τι πέρασαν. Ξέρεις ότι υπάρχει κάτι που χρειάζονται να το ξεκολλήσουν από το στήθος τους, και ίσως όλοι χρειαζόμαστε λίγη αγάπη και στοργή που δεν πήραμε από πουθενά αλλού, αλλά το καταφέρνουμε κάνοντας μουσική. Δεν υπήρχε θεραπεία, όσο μεγάλωνα. Οπότε ξεκίνησα τη μουσική για να θεραπευτώ. Για αυτό σοκαρίστηκα τόσο, όταν έγινα γνωστή. Δεν είναι αυτό που ήθελα. Ήθελα απλώς να ουρλιάξω», είχε εξομολογηθεί στη Mirror.

Όπως είχε αναφέρει η ίδια σε συνέντευξή της στον ψυχολόγο Dr Phil, το 2017, η μουσική ήταν μια διέξοδος για εκείνη για να ξεφύγει από αυτή την κατάσταση και να μετατρέψει τον πόνο της σε κάτι δημιουργικό.

Είχε μιλήσει ανοιχτά για τους ξυλοδαρμούς και την κακοποίηση που δεχόταν από τη μητέρα της, η οποία έφυγε από τη ζωή σε τροχαίο δυστύχημα, όταν η Σινέντ ήταν 18 ετών.

Από όταν θυμόταν τον εαυτό της, η τραγουδίστρια περιέγραψε μια ζωή, στην οποία ένιωθε πως ήταν μόνη της. Η μητέρα της αδιαφορούσε για εκείνη και τα αδέρφια της, με αποτέλεσμα εκείνα να «μεγαλώσουν» πριν την ώρα τους.

«Δεν άλλαζε ρούχα, ούτε πλενόταν. Έκανε το ίδιο και με εμάς. Έζησα για πέντε χρόνια με τα ίδια ρούχα. Χωρίς να πλένομαι. Δεν ζέσταινε ούτε το σπίτι, δεν είχαμε φώτα. Από ένα σημείο και μετά, θυμάμαι να μη σηκώνεται καθόλου από το κρεβάτι. Έπαιρνε συνεχώς ναρκωτικά, δεν ήθελε να σταματήσει», έλεγε στη συνέντευξή της η Ο'Κόνορ.
Δεν θυμάται ποτέ να της είπε ότι είναι όμορφη ή γλυκιά, δεν της έκανε κανένα κοπλιμέντο και συνεχώς, έκανε τα αδέρφια της να κλαίνει. «Ένιωθα πως υπήρχε μια μυρωδιά πάνω της, που ήταν σαν αρρώστια. Η μυρωδιά του κακού», εξηγεί.

Τα παιδικά της χρόνια πέρασαν πολύ δύσκολα, με την ίδια να αναρωτιέται τι έχει κάνει λάθος. Λίγο αργότερα, ξεκίνησε και η βία. «Με κλωτσούσε. Με κλωτσούσε συνεχώς. Μου έλεγε πόσο κακιά είμαι, ότι δεν έπρεπε να έχω γεννηθεί και πως ο λόγος που έφυγε ο πατέρας μου ήταν δικό μου λάθος», είχε δηλώσει.

Το μόνο που ήθελε η Σινέντ από εκείνη, ήταν η αγάπη που της στέρησε. Μεγαλώνοντας συνειδητοποίησε όπως είχε πει, ότι το μόνο που είχε ανάγκη σαν παιδί ήταν «μια αγκαλιά, ένα φιλί και μια γλυκιά κουβέντα».

«Μισούσα το γεγονός ότι δεν με άφηνε με τον τρόπο της να την αγαπήσω. Όσο άσχημα κι αν έχω περάσει όμως, αν ζούσε, θα προσπαθούσα να τη φροντίσω. Ίσως έτσι, να μου έδινε λίγη αγάπη πίσω», έλεγε η τραγουδίστρια, ελπίζοντας πως τα πράγματα θα μπορούσαν να αλλάξουν, αν ήταν εν ζωή.

«Ήθελα να τη βοηθήσω, γιατί καταλαβαίνω πλέον, πως κανένας άλλος δεν μπορούσε. Κανείς δεν το έκανε. Μου λείπει. Δεν μπορώ να της πω ότι την αγαπώ. Δεν μπορώ να την αγκαλιάσω και να της πω "όλα θα πάνε καλά μητέρα". Ήθελα να τη φροντίσω σαν μητέρα μου. Να την κάνω να νιώσει μητέρα. Θα το έκανα, ακόμα κι αν ήταν το απόλυτο τέρας», παραδέχτηκε στη συνέντευξή της με δάκρυα στα μάτια.

Ερωτηθείσα τι ήταν αυτό που αγαπούσε σε εκείνη, η Σινέντ είχε πει: «Το πρώτο πράγμα που μου έρχεται στο μυαλό κι είναι πολύ περίεργο είναι το ότι πέθανε. Νομίζω ότι ήταν πολύ ευγενικό εκ μέρους της, ήταν σαν να ένιωθε ότι μας έκανε κακό κι έβαλε τέλος σε αυτό. Αν και μου λείπει φρικτά, πονάω πολύ για αυτή».

Εξήγησε μάλιστα, πως θεωρεί ότι της έχουν μείνει πολλά κατάλοιπα από την απουσία της μητέρας της. Για παράδειγμα, οι αυτοκτονικές της τάσεις.

«Νομίζω πως το ένστικτο της αυτοκτονίας που έχω, πηγάζει από αυτό. Ότι θέλω τη μητέρα μου. Τη χρειάζομαι. Δεν μπορώ να περιμένω μέχρι την ημέρα που θα πάω στον Παράδεισο, για να δω ξανά τη μητέρα μου. Αν γινόταν αυτό, θα πηδούσα πάνω της σαν μαϊμού και δεν θα την άφηνα ποτέ ξανά. Θα της έλεγα πόσο την αγαπώ και πόσο μου λείπει. Ανυπομονώ να την ξαναδώ», είχε δηλώσει η τραγουδίστρια.

Όταν αποκάλυψε ορισμένα περιστατικά που είχε ζήσει στα χέρια της μητέρας της ως παιδί, κανείς δεν κατάλαβε πού βρήκε τη δύναμη να τη συγχωρήσει για όσα της έκανε.

Στο βιβλίο της, με τίτλο «Memories», η καλλιτέχνιδα περιέγραφε ακραία περιστατικά βίας από τη μητέρα της, καθώς αναφέρει πως την έγδυνε και την χτυπούσε στα γεννητικά της όργανα. Όπως είχε πει, η ίδια πίστευε ότι προσπαθούσε να της κάνει κακό, ώστε να μη μπορεί να ζήσει σαν γυναίκα.
«Ήθελε να γίνω αγόρι. Δεν ήθελε κορίτσια. Με είχε διατάξει να γδυθώ, να ξαπλώσω στο πάτωμα με τα χέρια και τα πόδια ανοιχτά και με χτυπούσε ξανά και ξανά», περιγράφει.

Η σκέψη αυτή όπως έγραψε, την κυνηγούσε για μια ζωή. Σε μεγαλύτερη ηλικία, η μητέρα της όχι μόνο δεν τη φρόντισε, αλλά την έμπλεξε σε ένα κύκλωμα κλοπών, όπου συμμετείχε κι η ίδια, ληστεύοντας φιλανθρωπικά κουτιά και οργανώνοντας ψεύτικες δωρεές.

Ενώ μεγάλωνε τα παιδιά της σε κακές συνθήκες, μέσα στη φτώχεια και την πείνα, όταν αργότερα έφυγε από τη ζωή, αποκαλύφθηκε πως είχε μαζέψει ένα σημαντικό ποσό, το οποίο έκρυβε από τα παιδιά της και τους μοιράστηκε στη συνέχεια.

«Η μητέρα μου ήταν κλεπτομανής. Επισκεπτόταν σπίτια που ήταν προς πώληση μόνο και μόνο για να μπορεί να κλέψει κάτι από αυτά. Θα έπαιρνε τα χρήματα ακόμα και από την εκκλησία. Ο πατέρας μου ήταν πολύ ευκατάστατος. Όταν πέθανε η μητέρα μου, ζούσαμε ακόμα σαν να μην υπήρχαν χρήματα, χωρίς θέρμανση, χωρίς ρεύμα, χωρίς ζεστό νερό. Όταν πέθανε, βρέθηκαν 250 χιλιάρικα στην τράπεζα. Έγινα κι εγώ κλεπτομανής. Ο πατέρας μου με πήγε διακοπές με τα υπόλοιπα παιδιά όταν ήμουν 13 ή 14 ετών και έκλεψα ένα χαλί από το δωμάτιο του ξενοδοχείου. Δεν υπήρχε λόγος. Το έκλεψα απλά για να κλέψω κάτι», έγραφε στο βιβλίο της.

«Νομίζω ότι ήταν ένα κακό άτομο. Αλλά δεν πιστεύει ότι ήταν δικό της λάθος. Όταν κοιτάζω φωτογραφίες της γυναίκας που ήταν πριν παντρευτεί, ήταν μια χαρούμενη, αστραφτερή, χαρούμενη νεαρή γυναίκα και νιώθω ότι κάτι την κυρίευσε μετά, σαν να μπήκε ο διάβολος μέσα της», προσθέτει.

Παρά το γεγονός πως όλα αυτά θα μπορούσαν να έχουν ξεχαστεί, αφού πέρασαν πολλά χρόνια και η Σινέντ Ο'Κόνορ είχε σημειώσει μια επιτυχημένη πορεία στον χώρο του τραγουδιού, οι πληγές έμειναν ανοιχτές για πάντα.
Μέχρι και τον θάνατό της πάλευε με τη θλίψη και ήταν παρασυρμένη σε έναν κύκλο ψυχιατρικών αγώνων. Πέρασε πολλά χρόνια σε δομές ψυχικής υγείας, πολεμώντας τους δαίμονές της, ενώ μέχρι και στις τελευταίες συνεντεύξεις της δεν παρέλειπε να μιλάει για τη μητέρα της.


Ειδήσεις σήμερα:

Το μήνυμα Μητσοτάκη προς… ναυτιλομένους με την παραίτηση Μηταράκη και το «άδειασμα» Πατούλη

Μετά το αδιέξοδο για τον Δήμο Αθηναίων ο ΣΥΡΙΖΑ γυρνά στην υποψηφιότητα Παππά - Όλο το παρασκήνιο

Αισιοδοξία για την τουριστική κίνηση τον Αύγουστο - Τα 11 νησιά με πληρότητα πάνω από 90%
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr