Γκρέτα Γκέργουιγκ: Ποια είναι η γυναίκα πίσω από τον θρίαμβο της «Barbie»
20.08.2023
17:16
Μία από τις επιδραστικότερες γυναίκες στη βιομηχανία του θεάματος τόλμησε να βουτήξει στο ροζ σύμπαν της διάσημης κούκλας και να βγει κατά μερικά εκατομμύρια δολάρια πλουσιότερη - Ηταν ένα τεράστιο ρίσκο, αλλά πέτυχε... 110%
Η «Barbie» της Γκρέτα Γκέργουιγκ δεν είναι αριστούργημα, ούτε συνεπήρε τους κριτικούς. Είναι όμως η μεγαλύτερη εισπρακτική επιτυχία της χρονιάς και ο λόγος που οι άνθρωποι που έβαλαν βαθιά το χέρι στην τσέπη για την παραγωγή της -ανάμεσά τους η ίδια η Γκέργουιγκ, ο σύντροφός της και συνέταιρος στο σενάριο Νόα Μπάουμπακ και η Μάργκοτ-Μπάρμπι-Ρόμπι- έγιναν πλουσιότεροι ήδη από τη βραδιά της πρεμιέρας. Και μπορεί το νέο της πόνημα να μην είναι από τις ταινίες που θα κάνουν περίπατο στα Οσκαρ, αλλά αυτό ήταν το τελευταίο που απασχολούσε στην αρχή του project τη χαρισματική σκηνοθέτιδα, σεναριογράφο και ηθοποιό, που ούτως ή άλλως μετράει ήδη αρκετές υποψηφιότητες με τις προηγούμενες δουλειές της και είναι σχεδόν βέβαιο ότι το χρυσό αγαλματίδιο θα καταλήξει αργά ή γρήγορα στα χέρια της με κάποια από τις επόμενες.
Οταν όμως η Γκέργουιγκ αποφάσισε να γράψει σενάριο με θέμα την πιο δημοφιλή κούκλα του κόσμου δεν ήταν καθόλου σίγουρη ότι θα υπήρχε καν επόμενη δουλειά. «Ημουν τρομοκρατημένη. Δεν ήξερα από πού να αρχίσω και ποια θα ήταν η ιστορία που θα έγραφα. Αυτός όμως ο τρόμος είχε ενδιαφέρον. Τη μια στιγμή φοβόμουν ότι ήταν το είδος της ταινίας που θα μπορούσε να τερματίσει την καριέρα μου και την άλλη στιγμή έλεγα στον εαυτό μου “OK, ας το κάνω”». Και το έκανε.
Ετσι όμως είναι η Γκρέτα Γκέργουιγκ. Πάντα τολμηρή, έτοιμη να ρισκάρει, να δοκιμάσει και να συζητηθεί. Είτε για τις υποκριτικές ικανότητές της είτε για τη σκηνοθετική και σεναριογραφική της δεινότητα. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Η Γκρέτα Σελέστ Γκέργουιγκ γεννήθηκε στο Σακραμέντο της Καλιφόρνιας στις 4 Αυγούστου του 1983, το οποίο σημαίνει ότι είναι άρτι αφιχθείσα στην παρέα των σαραντάρηδων. Τιμή τους και καμάρι της.
Αν και από πολύ μικρή είχε καλλιτεχνικές ανησυχίες και φλέρταρε για ένα φεγγάρι με τον χορό -από μπαλέτο μέχρι σύγχρονο- και το μουσικό θέατρο, τελικά προσγειώθηκε στο Κολέγιο Μπάρναρντ της Νέας Υόρκης όπου σπούδασε Αγγλική Φιλολογία και Φιλοσοφία. Το πτυχίο έγινε κάδρο στον τοίχο της -και ίσως ούτε καν- μετά τη συνάντησή της με τον πρωτοεμφανιζόμενο τότε Τζο Σουάνμπεργκ, σκηνοθέτη, σεναριογράφο, παραγωγό και ηθοποιό, που θα γινόταν σύντομα γνωστός ως μία από τις ηγετικές φιγούρες του ανεξάρτητου κινηματογράφου και του κινήματος mumblecore. Η Γκρέτα έγινε η σύντροφός του, η μούσα του και η πρωταγωνίστρια στις πρώτες του ταινίες, όπως «LOL», «Thanks for the Add!» (2006) και «Η Χάνα ανεβαίνει σκαλιά» (2007). Στην τελευταία η Γκέργουιγκ συνυπέγραψε μαζί του το σενάριο, όπως και στο «Nights and Weekends» (2008), στο οποίο η ανήσυχη νεαρή έκανε και το πρώτο της σκηνοθετικό πείραμα, πάντα σε συνεργασία με τον μέντορά της. Και κάπου εκεί ανακάλυψε ότι μπορεί να τα κάνει όλα, και μάλιστα καλά.
Σύντομα, επίσης, θα ανακάλυπτε ότι δεν είχε πλέον ανάγκη τον Σουάνμπεργκ για να χτίσει την καριέρα της. Οπως θα έλεγε και η ίδια αργότερα, «ήμουν πολύ τυχερή που βρήκα συνεργάτες με συγγενή πνεύματα. Αλλά δεν χρειάζομαι έναν άνδρα. Θα μπορούσα να το κάνω και μόνη μου». Η αλήθεια βέβαια είναι κάπου ανάμεσα. Μετά το τέλος της σχέσης και της συνεργασίας της με τον Σουάνμπεργκ, η Γκέργουιγκ άνοιξε νέο κύκλο εργασιών με τον Νόα Μπάουμπακ, τον σκηνοθέτη και σεναριογράφο τη ταινίας «Δεν σκέφτομαι, άρα υπάρχω» (2010), για την ερμηνεία της στην οποία γέμισε με υποψηφιότητες σε διάφορα ανεξάρτητα κινηματογραφικά φεστιβάλ. Και ναι μεν η ίδια δεν κέρδισε κανένα βραβείο, αλλά κέρδισε την αγάπη, την εκτίμηση και την αμέριστη συμπαράσταση του Μπάουμπακ στα επόμενα κινηματογραφικά projects της. Οχι, η Γκέργουιγκ δεν χρειάζεται δεκανίκια, αλλά, ναι, είναι ωραία να μοιράζεσαι τα όνειρα και τα κέρδη σου με κάποιον άλλον.
Οταν όμως η Γκέργουιγκ αποφάσισε να γράψει σενάριο με θέμα την πιο δημοφιλή κούκλα του κόσμου δεν ήταν καθόλου σίγουρη ότι θα υπήρχε καν επόμενη δουλειά. «Ημουν τρομοκρατημένη. Δεν ήξερα από πού να αρχίσω και ποια θα ήταν η ιστορία που θα έγραφα. Αυτός όμως ο τρόμος είχε ενδιαφέρον. Τη μια στιγμή φοβόμουν ότι ήταν το είδος της ταινίας που θα μπορούσε να τερματίσει την καριέρα μου και την άλλη στιγμή έλεγα στον εαυτό μου “OK, ας το κάνω”». Και το έκανε.
Ετσι όμως είναι η Γκρέτα Γκέργουιγκ. Πάντα τολμηρή, έτοιμη να ρισκάρει, να δοκιμάσει και να συζητηθεί. Είτε για τις υποκριτικές ικανότητές της είτε για τη σκηνοθετική και σεναριογραφική της δεινότητα. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Η Γκρέτα Σελέστ Γκέργουιγκ γεννήθηκε στο Σακραμέντο της Καλιφόρνιας στις 4 Αυγούστου του 1983, το οποίο σημαίνει ότι είναι άρτι αφιχθείσα στην παρέα των σαραντάρηδων. Τιμή τους και καμάρι της.
Αν και από πολύ μικρή είχε καλλιτεχνικές ανησυχίες και φλέρταρε για ένα φεγγάρι με τον χορό -από μπαλέτο μέχρι σύγχρονο- και το μουσικό θέατρο, τελικά προσγειώθηκε στο Κολέγιο Μπάρναρντ της Νέας Υόρκης όπου σπούδασε Αγγλική Φιλολογία και Φιλοσοφία. Το πτυχίο έγινε κάδρο στον τοίχο της -και ίσως ούτε καν- μετά τη συνάντησή της με τον πρωτοεμφανιζόμενο τότε Τζο Σουάνμπεργκ, σκηνοθέτη, σεναριογράφο, παραγωγό και ηθοποιό, που θα γινόταν σύντομα γνωστός ως μία από τις ηγετικές φιγούρες του ανεξάρτητου κινηματογράφου και του κινήματος mumblecore. Η Γκρέτα έγινε η σύντροφός του, η μούσα του και η πρωταγωνίστρια στις πρώτες του ταινίες, όπως «LOL», «Thanks for the Add!» (2006) και «Η Χάνα ανεβαίνει σκαλιά» (2007). Στην τελευταία η Γκέργουιγκ συνυπέγραψε μαζί του το σενάριο, όπως και στο «Nights and Weekends» (2008), στο οποίο η ανήσυχη νεαρή έκανε και το πρώτο της σκηνοθετικό πείραμα, πάντα σε συνεργασία με τον μέντορά της. Και κάπου εκεί ανακάλυψε ότι μπορεί να τα κάνει όλα, και μάλιστα καλά.
Σύντομα, επίσης, θα ανακάλυπτε ότι δεν είχε πλέον ανάγκη τον Σουάνμπεργκ για να χτίσει την καριέρα της. Οπως θα έλεγε και η ίδια αργότερα, «ήμουν πολύ τυχερή που βρήκα συνεργάτες με συγγενή πνεύματα. Αλλά δεν χρειάζομαι έναν άνδρα. Θα μπορούσα να το κάνω και μόνη μου». Η αλήθεια βέβαια είναι κάπου ανάμεσα. Μετά το τέλος της σχέσης και της συνεργασίας της με τον Σουάνμπεργκ, η Γκέργουιγκ άνοιξε νέο κύκλο εργασιών με τον Νόα Μπάουμπακ, τον σκηνοθέτη και σεναριογράφο τη ταινίας «Δεν σκέφτομαι, άρα υπάρχω» (2010), για την ερμηνεία της στην οποία γέμισε με υποψηφιότητες σε διάφορα ανεξάρτητα κινηματογραφικά φεστιβάλ. Και ναι μεν η ίδια δεν κέρδισε κανένα βραβείο, αλλά κέρδισε την αγάπη, την εκτίμηση και την αμέριστη συμπαράσταση του Μπάουμπακ στα επόμενα κινηματογραφικά projects της. Οχι, η Γκέργουιγκ δεν χρειάζεται δεκανίκια, αλλά, ναι, είναι ωραία να μοιράζεσαι τα όνειρα και τα κέρδη σου με κάποιον άλλον.
Ως ηθοποιός έχει δεχτεί πολλά ευνοϊκά σχόλια για το ταλέντο και τη φυσικότητά της και έχει αποσπάσει και μία υποψηφιότητα στις Χρυσές Σφαίρες για την ερμηνεία της στην ταινία «Frances Ha» το 2014, στην οποία συνυπέγραφε το σενάριο με τον αγαπημένο της Νόα. Ως σκηνοθέτις και σεναριογράφος, όμως, θεωρείται μία από τις καλύτερες και πιο επιδραστικές της νεότερης γενιάς. Η «Πασχαλίτσα» το 2017, η πρώτη ταινία που πήρε εξ ολοκλήρου πάνω της και σεναριακά και σκηνοθετικά, έγινε τεράστιο σουξέ και έφτασε μέχρι το οσκαρικό κατώφλι. Μεταξύ των πέντε υποψηφιοτήτων που έλαβε ήταν και εκείνες της καλύτερης σκηνοθεσίας και του καλύτερου σεναρίου. Η Γκέργουιγκ δεν κατάφερε μεν να διαβάσει τον ευχαριστήριο λόγο που ενδεχομένως είχε ετοιμάσει, αλλά εκτίμησε την έγκριση της Ακαδημίας στο ταλέντο της.
Δύο χρόνια αργότερα θα ξαναχτυπούσε την πόρτα των κινηματογραφόφιλων με τη νιοστή μεταφορά των «Μικρών Κυριών», όπου η ίδια έβαλε το χεράκι της στο διάσημο μυθιστόρημα της Λουίζα Μέι Αλκοτ και κάθισε αναπαυτικά στην καρέκλα του σκηνοθέτη. Μόνη της για μία ακόμη φορά. Και παρότι είχε να κοντραριστεί με τις εκδοχές του Τζορτζ Κιούκορ το 1933 και της Γκίλιαν Αρμστρονγκ το 1994, που θεωρούνται και οι καλύτερες, η Γκρέτα κέρδισε το στοίχημα που έβαλε με τον εαυτό της και έβγαλε κοροϊδευτικά τη γλώσσα σε όσους κακόπιστους αναρωτιούνταν γιατί να ξαναδούν μία από τα ίδια. Τα 208 εκατ. δολάρια σε εισπράξεις και οι έξι υποψηφιότητες στα Οσκαρ -μεταξύ των οποίων και αυτή για το καλύτερο διασκευασμένο σενάριο- ήταν μια καλή απάντηση.
Ετσι κι αλλιώς, οι ταινίες της δεν είναι ποτέ «μία από τα ίδια». Για τις ερμηνείες και τα σενάριά της αντλεί στοιχεία από την προσωπική της ζωή, ενώ ως σκηνοθέτις είναι οπαδός του αυτοσχεδιασμού, απομεινάρι του mumblecore παρελθόντος της. Το 2015, την εποχή που προμόταρε την ταινία «Mistress America», στην οποία πρωταγωνιστούσε και είχε γράψει το σενάριο μαζί με τον Νόα Μπάουμπακ, που υπέγραφε τη σκηνοθεσία -ναι, ήταν μία ακόμα συντονισμένη προσπάθεια του ταλαντούχου διδύμου-, ισχυριζόταν ότι ακόμα δεν ήξερε ποια είναι. «Από τη μία νιώθω ότι θέλω να ξεφύγω από τον ανεξάρτητο κινηματογράφο, από την άλλη φοβάμαι τα μεγάλα στούντιο». Οκτώ χρόνια αργότερα μπλέχτηκε στα ροζ φουστάνια της Barbie.
Και παρότι οι κριτικές που έλαβε ήταν από χλιαρές έως και μάλλον κακές, η Γκέργουιγκ θεωρεί ότι πέτυχε τον σκοπό στον οποίο κατέληξε μετά τις αρχικές αμφιβολίες της. «Ηθελα με αυτή την ταινία να κάνω τον κόσμο να νιώσει για λίγο ότι δεν χρειάζεται να περπατά πάνω σε τεντωμένο σκοινί. Και αυτό δεν αφορά μόνο τις γυναίκες αλλά και τους άνδρες που προσπαθούν να βαδίσουν σε αυτό το επικίνδυνα τεντωμένο σχοινί της τελειότητας. Η Barbie ήταν ανέκαθεν το σύμβολο του άπιαστου, αυτού που δεν μπορεί να αγγίξει κανείς. Ως κούκλα δεν θα μπορούσε ποτέ να διεκδικήσει τα δικαιώματά της. Αποφάσισα λοιπόν να αντιστρέψω λίγο τους όρους και να την παρουσιάσω σαν άνθρωπο που αποδέχεται τις ατέλειές του. Ηθελα με αυτό τον τρόπο να δώσω το μήνυμα ότι είναι OK να είσαι ο εαυτός σου».
Η «Barbie» της Γκέργουιγκ θα μπορούσε να εκληφθεί και ως η αποκαθήλωση ενός ειδώλου. Η ίδια, πάντως, θα προτιμούσε η ταινία της να αναγορευτεί σε σύγχρονο φεμινιστικό μανιφέστο. «Η Barbie, ως ιδέα και ως brand, ενθαρρύνει τα νεαρά κορίτσια να γίνουν ό,τι θελήσουν ως ενήλικες γυναίκες. Σκέφτηκα λοιπόν ότι ήταν πολύ σημαντικό να βάλω μια ενήλικη γυναίκα να μιλήσει για κάθε είδους απίθανες αντιφάσεις. Γιατί για μένα και η κούκλα Barbie είναι γεμάτη αντιφάσεις».
Ανεξαρτήτως καλλιτεχνικού αποτελέσματος, πάντως, η Γκρέτα Γκέργουιγκ σάρωσε για άλλη μία φορά το box office και ισχυροποίησε τη θέση της στη δεκάδα με τις πλουσιότερες σκηνοθέτιδες, με την περιουσία της να ανέρχεται στα 12 εκατ. δολάρια. Φυσικά έχει πολύ ακόμα δρόμο να διανύσει για να ακουμπήσει έστω και τον ποδόγυρο των αδελφών Λάνα και Λίλι Γουατσόφσκι (βλέπε «Matrix») που καμαρώνουν παρέα τα 250 εκατ. δολάριά τους. Μάλλον, όμως, δεν την ενδιαφέρει και πολύ. Προς το παρόν απολαμβάνει τις συζητήσεις που γίνονται γύρω από το όνομα και κυρίως τη δουλειά της. Αρέσει δεν αρέσει, σίγουρα απασχολεί. Κι αυτό είναι επιτυχία.
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: AFP / Visualhellas.gr, Getty Images / Ideal Image
Ειδήσεις σήμερα:
Φωτιά στην Αλεξανδρούπολη: Σε τρία μέτωπα η μάχη με τις φλόγες - Νέο «112» για εκκένωση 5 οικισμών
Τουρκία: Ο Μπαχτσελί αντέγραψε τον Κεμάλ με στρατιωτικές μπότες και έγραψε: «Η Κύπρος είναι τουρκική»
Ρωσία: Συνετρίβη στη Σελήνη το διαστημόπλοιο «Luna-25»
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr