Dj Hell: Ο καλός «διάβολος» της techno που έκανε τους πάντες να χορεύουν στο όνομά του
Dj Hell: Ο καλός «διάβολος» της techno που έκανε τους πάντες να χορεύουν στο όνομά του
Ξεκίνησε από το Μόναχο και κατέκτησε τον κόσμο - Με τα μαγικά του στα decks και τη δισκογραφική εταιρεία του έκανε τα party crowds, διάσημους μουσικούς και τα μεγαλύτερα fashion brands να χορεύουν στο όνομά του
Ο κατά τα άλλα τρομακτικός όρος «κόλαση» στην περίπτωση του DJ Hell αποκτά θετική έννοια: αυτή του ξέφρενου κεφιού σε ένα πάρτυ. Του κεφιού που θα έκανε κάποιον να πει «περάσαμε κολασμένα όμορφα!». Ο DJ και μουσικός παραγωγός, κατά κόσμον Χέλμουτ Γιόζεφ Γκέιερ, 61 ετών πλέον, ξέρει καλά από πάρτυ. Underground, glamorous, fashion, τα πάντα. Χαρακτηριστικό του ανέκαθεν ήταν η αναζήτηση της πρωτοπορίας. Στις 28 Οκτωβρίου ξεκίνησε η συνεργασία του μουσικού παραγωγού με το γερμανικό fashion brand Vertere.
Στον χώρο της ηλεκτρονικής μουσικής η Γερμανία πρωτοπορούσε από τη δεκαετία του ’70 με τους Kraftwerk και ο DJ Hell συμβάδιζε με τους πρωτάκουστους ήχους. Στην έκρηξη που συνόδεψε αυτό το μουσικό είδος κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’90, η καριέρα του DJ Hell απογειώθηκε. Ο ίδιος εγκαταστάθηκε στη Νέα Υόρκη, ίδρυσε τη δική του δισκογραφική εταιρεία και δημιούργησε σε παγκόσμιο επίπεδο το δικό του μουσικό είδος, το οποίο αποκαλεί «electroclash». Οταν πια έφτασε η νέα χιλιετία, ο DJ και παραγωγός κεφαλαιοποίησε την εμπειρία του σε συνεργασίες με μεγάλα fashion brands. Μας αφηγείται ο ίδιος τη διαδρομή του λίγους μήνες πριν κυκλοφορήσει η αυτοβιογραφία του «DJ Hell - Artist and Techno Legend», από την οποία μας παραχώρησε και αδημοσίευτες φωτογραφίες.
GALA: Τι σε ώθησε να βγάλεις ένα λεύκωμα με θέμα τη ζωή σου;
DJ HELL: Είναι η αυτοβιογραφία μου. Είμαι 61 χρόνων πλέον και μου φαίνεται η κατάλληλη στιγμή για να γράψω κάτι. Δεν είναι απλά ένα βιβλίο, ήδη βρίσκομαι σε συζητήσεις με την προοπτική να γυριστεί και σε ταινία. Πρόκειται για υλικό από μια πορεία 40 χρόνων. Ολη η δουλειά που έκανα για τη μουσική βιομηχανία, τον καλλιτεχνικό κόσμο καθώς και αυτόν της μόδας, για γνωριμίες και συνεργασίες με ιερά τέρατα όπως ο Μπράιαν Φέρι ή ο Puff Daddy, για καλλιτέχνες που πέρασαν από τη δισκογραφική μου Gigolo Records - και ας μη μιλήσω για τις συμμετοχές μου σε μεγάλα μουσικά φεστιβάλ. Μετά ήρθε η μόδα. Η συνεργασία με τον οίκο Gucci, με την Ντονατέλα Βερσάτσε και πολλούς ακόμα. Είναι πολύ μεγάλη η ιστορία που θέλω να αφηγηθώ με τον δικό μου τρόπο, γιατί στην ουσία πάντα πειραματίζομαι και αναζητώ νέους τρόπους που θα με κάνουν να φαίνομαι «καινούριος».
G.: Φημίζεσαι για τις καινοτομίες που έφερες στον κόσμο της μουσικής.
DJ Η.: Η σπουδαιότερη ήταν αυτό το καινούριο μουσικό είδος που εφηύρα, ας πούμε, στη δεκαετία του ’90, το οποίο ονόμασα «electroclash». Ξεκίνησε ως ένα μεγάλο πάρτυ μέσα από το οποίο αναδείξαμε ονόματα που αργότερα διέπρεψαν στην ηλεκτρονική χορευτική σκηνή, όπως ο Fischerspooner από τη Νέα Υόρκη, η Miss Kittin & The Hacker από το Παρίσι, οι Tiga, Vitalic κ.ά. Με αυτούς ξεκινήσαμε την Gigolo Records και έκανα γνωστή αυτή τη μουσική σε όλο τον κόσμο.
G.: Ισχύει ότι δημιουργήθηκε ένα πρόβλημα τότε με τον Αρνολντ Σβαρτσενέγκερ εξαιτίας του logo της δισκογραφικής σου;
DJ Η.: Επρόκειτο για παρεξήγηση - και μάλιστα μεγάλη. Χρησιμοποιούσαμε τη φωτογραφία του στο logo μας για να δώσουμε μια αίσθηση ομορφιάς και ευρωστίας, αλλά όχι για να κερδοσκοπήσουμε εις βάρος του. Μου άρεσε η εικόνα και η ιστορία του γιατί ήταν εκείνος που άνοιξε τον δρόμο ώστε να φροντίζουμε περισσότερο το σώμα μας. Δεν περίμενα ότι θα κατέθετε αγωγή σε βάρος μας, αλλά το έκανε όταν άρχισε να ασχολείται με την πολιτική και ήθελε να «καθαρίσει» εντελώς την εικόνα του.
G.: Τι ήταν αυτό που έκανε τον Καρλ Λάγκερφελντ να σε φωτογραφίσει;
DJ Η.: Αυτό έγινε για λογαριασμό του «V Μagazine» στη Νέα Υόρκη. Πάνω στο αποκορύφωμα του μουσικού ρεύματος που είχα δημιουργήσει, το περιοδικό ζήτησε από τον Λάγκερφελντ να φωτογραφίσει εμένα και τη Miss Kittin. Toν γνώρισα, μιλήσαμε αρκετά. Ηταν ένας υψηλής ευφυΐας τύπος και σίγουρα ένας από τους πιο σημαντικούς σχεδιαστές μόδας των τελευταίων 50 χρόνων.
G.: Ποια είναι η ιστορία πίσω από τη συνεργασία σου με τον Μπράιαν Φέρι;
DJ Η.: Eίναι ένα βιβλίο από μόνη της αυτή η συνεργασία. Ανοιγα τη συναυλία του στο Sonar Festival στη Βαρκελώνη και στη συνέχεια με κάλεσε στο στούντιό του στο Λονδίνο, όπου μου αποκάλυψε πόσο του άρεσε η μουσική μου και με παρότρυνε να κάνουμε κάτι μαζί. Δεν είχα ιδέα τι είχε στο μυαλό του. Toυ έβαλα να ακούσει το «Let’s Get Ill» που είχα κάνει με τον Puff Daddy σχεδόν σίγουρος ότι δεν θα του άρεσε γιατί έμοιαζε περισσότερο με techno και καθόλου με τη δική του μουσική ή αυτή των Roxy Music. Aλλά εκείνος το λάτρεψε! Μου είπε: «Ετσι θέλω να το κάνουμε». Μου έδωσε κάποιους στίχους που είχε γράψει κι εγώ έγραψα τη μουσική. Ηταν μεγάλη επιτυχία, ίσως η κορυφαία στιγμή στην καριέρα μου. Μου έκανε συνέχεια ερωτήσεις: τι νέο υπάρχει, τι ακούν οι νέοι...
G.: Μιλώντας για τον Puff Daddy, πώς ήταν στη συνεργασία σας;
DJ Η.: Τότε ζούσα στη Νέα Υόρκη και είχα διαβάσει σε μια συνέντευξή του ότι θέλει να σώσει τη μουσική techno. Οπότε είχα έτοιμα μερικά τραγούδια τα οποία άφησα στο στούντιό του, το «Bad Boy Recordings», όπου συνάντησα τον μάνατζέρ του, στον οποίο συστήθηκα ως techno DJ και παραγωγός. Μου τηλεφώνησε την επόμενη μέρα ο ίδιος ο Puff Daddy! Και μου ζήτησε να περάσω αμέσως από το γραφείο του. Εκεί μου πρότεινε να αγοράσει τη μουσική μου. Του είπα πως αυτό δεν γίνεται, αλλά ότι μπορούμε να γράψουμε μουσική μαζί. Τελικά έβγαλα δύο κομμάτια μαζί του με τη δική μου δισκογραφική.
G.: Στον χώρο της μόδας συνεργάστηκες και με έναν Ελληνα σχεδιαστή του Βερολίνου, τον Κώστα Μουρκούδη.
DJ Η.: Ναι, ήταν ο πρώτος σχεδιαστής που μου ζήτησε να παίξω μουσική στο σόου του, στην Εβδομάδα Μόδας του Βερολίνου, και μετά έφτιαξα το soundtrack για την παρουσίαση της νέας του συλλογής. Εμεινε πολύ ευχαριστημένος και είχαμε στενή συνεργασία. Ακολούθησε ο Ραφ Σίμονς και μετά ο οίκος Balenciaga, για τον οποίο έπαιξα και σε privé επιδείξεις. Κάθε χρόνο φτιάχνω ή παίζω μουσική για fashion brands. Επαιξα π.χ. στα εγκαίνια του καταστήματος Gucci στο Μόναχο. Μέσα σε όλα αυτά είμαι επίσης ambassador της Maserati, ενώ μπαίνω και στον χώρο της κινηματογραφικής μουσικής.
G.: Τι σου έμεινε από τη συνεργασία σου με την Ντονατέλα Βερσάτσε;
DJ Η.: Τη γνώρισα κάποια στιγμή και εκείνη με κάλεσε στο σπίτι της. Με εξέπληξε γιατί πίστευα ότι η μουσική μου δεν ταίριαζε με την ταυτότητα του οίκου Versace, έλα όμως που η Ντονατέλα την αγάπησε! Εκανα underground acid house και το λάτρεψε!
G.: Ισως τα εμβληματικά brands σε τιμούν επειδή είσαι συνεπής σ’ αυτό που κάνεις.
DJ Η.: Αυτό είναι αλήθεια. Υπήρξα πάντα πιστός σ’ αυτό που κάνω, σ’ αυτά που πιστεύω. Γι’ αυτό και το DJ Hell έχει εξελιχθεί σε ένα brand από μόνο του.
Info: To λεύκωμα «DJ Hell - Artist and Techno Legend» θα κυκλοφορήσει την Άνοιξη του 2024 γιορτάζοντας τα 40 χρόνια djing του Γερμανού παραγωγού.
Στον χώρο της ηλεκτρονικής μουσικής η Γερμανία πρωτοπορούσε από τη δεκαετία του ’70 με τους Kraftwerk και ο DJ Hell συμβάδιζε με τους πρωτάκουστους ήχους. Στην έκρηξη που συνόδεψε αυτό το μουσικό είδος κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’90, η καριέρα του DJ Hell απογειώθηκε. Ο ίδιος εγκαταστάθηκε στη Νέα Υόρκη, ίδρυσε τη δική του δισκογραφική εταιρεία και δημιούργησε σε παγκόσμιο επίπεδο το δικό του μουσικό είδος, το οποίο αποκαλεί «electroclash». Οταν πια έφτασε η νέα χιλιετία, ο DJ και παραγωγός κεφαλαιοποίησε την εμπειρία του σε συνεργασίες με μεγάλα fashion brands. Μας αφηγείται ο ίδιος τη διαδρομή του λίγους μήνες πριν κυκλοφορήσει η αυτοβιογραφία του «DJ Hell - Artist and Techno Legend», από την οποία μας παραχώρησε και αδημοσίευτες φωτογραφίες.
GALA: Τι σε ώθησε να βγάλεις ένα λεύκωμα με θέμα τη ζωή σου;
DJ HELL: Είναι η αυτοβιογραφία μου. Είμαι 61 χρόνων πλέον και μου φαίνεται η κατάλληλη στιγμή για να γράψω κάτι. Δεν είναι απλά ένα βιβλίο, ήδη βρίσκομαι σε συζητήσεις με την προοπτική να γυριστεί και σε ταινία. Πρόκειται για υλικό από μια πορεία 40 χρόνων. Ολη η δουλειά που έκανα για τη μουσική βιομηχανία, τον καλλιτεχνικό κόσμο καθώς και αυτόν της μόδας, για γνωριμίες και συνεργασίες με ιερά τέρατα όπως ο Μπράιαν Φέρι ή ο Puff Daddy, για καλλιτέχνες που πέρασαν από τη δισκογραφική μου Gigolo Records - και ας μη μιλήσω για τις συμμετοχές μου σε μεγάλα μουσικά φεστιβάλ. Μετά ήρθε η μόδα. Η συνεργασία με τον οίκο Gucci, με την Ντονατέλα Βερσάτσε και πολλούς ακόμα. Είναι πολύ μεγάλη η ιστορία που θέλω να αφηγηθώ με τον δικό μου τρόπο, γιατί στην ουσία πάντα πειραματίζομαι και αναζητώ νέους τρόπους που θα με κάνουν να φαίνομαι «καινούριος».
G.: Φημίζεσαι για τις καινοτομίες που έφερες στον κόσμο της μουσικής.
DJ Η.: Η σπουδαιότερη ήταν αυτό το καινούριο μουσικό είδος που εφηύρα, ας πούμε, στη δεκαετία του ’90, το οποίο ονόμασα «electroclash». Ξεκίνησε ως ένα μεγάλο πάρτυ μέσα από το οποίο αναδείξαμε ονόματα που αργότερα διέπρεψαν στην ηλεκτρονική χορευτική σκηνή, όπως ο Fischerspooner από τη Νέα Υόρκη, η Miss Kittin & The Hacker από το Παρίσι, οι Tiga, Vitalic κ.ά. Με αυτούς ξεκινήσαμε την Gigolo Records και έκανα γνωστή αυτή τη μουσική σε όλο τον κόσμο.
G.: Ισχύει ότι δημιουργήθηκε ένα πρόβλημα τότε με τον Αρνολντ Σβαρτσενέγκερ εξαιτίας του logo της δισκογραφικής σου;
DJ Η.: Επρόκειτο για παρεξήγηση - και μάλιστα μεγάλη. Χρησιμοποιούσαμε τη φωτογραφία του στο logo μας για να δώσουμε μια αίσθηση ομορφιάς και ευρωστίας, αλλά όχι για να κερδοσκοπήσουμε εις βάρος του. Μου άρεσε η εικόνα και η ιστορία του γιατί ήταν εκείνος που άνοιξε τον δρόμο ώστε να φροντίζουμε περισσότερο το σώμα μας. Δεν περίμενα ότι θα κατέθετε αγωγή σε βάρος μας, αλλά το έκανε όταν άρχισε να ασχολείται με την πολιτική και ήθελε να «καθαρίσει» εντελώς την εικόνα του.
G.: Τι ήταν αυτό που έκανε τον Καρλ Λάγκερφελντ να σε φωτογραφίσει;
DJ Η.: Αυτό έγινε για λογαριασμό του «V Μagazine» στη Νέα Υόρκη. Πάνω στο αποκορύφωμα του μουσικού ρεύματος που είχα δημιουργήσει, το περιοδικό ζήτησε από τον Λάγκερφελντ να φωτογραφίσει εμένα και τη Miss Kittin. Toν γνώρισα, μιλήσαμε αρκετά. Ηταν ένας υψηλής ευφυΐας τύπος και σίγουρα ένας από τους πιο σημαντικούς σχεδιαστές μόδας των τελευταίων 50 χρόνων.
G.: Ποια είναι η ιστορία πίσω από τη συνεργασία σου με τον Μπράιαν Φέρι;
DJ Η.: Eίναι ένα βιβλίο από μόνη της αυτή η συνεργασία. Ανοιγα τη συναυλία του στο Sonar Festival στη Βαρκελώνη και στη συνέχεια με κάλεσε στο στούντιό του στο Λονδίνο, όπου μου αποκάλυψε πόσο του άρεσε η μουσική μου και με παρότρυνε να κάνουμε κάτι μαζί. Δεν είχα ιδέα τι είχε στο μυαλό του. Toυ έβαλα να ακούσει το «Let’s Get Ill» που είχα κάνει με τον Puff Daddy σχεδόν σίγουρος ότι δεν θα του άρεσε γιατί έμοιαζε περισσότερο με techno και καθόλου με τη δική του μουσική ή αυτή των Roxy Music. Aλλά εκείνος το λάτρεψε! Μου είπε: «Ετσι θέλω να το κάνουμε». Μου έδωσε κάποιους στίχους που είχε γράψει κι εγώ έγραψα τη μουσική. Ηταν μεγάλη επιτυχία, ίσως η κορυφαία στιγμή στην καριέρα μου. Μου έκανε συνέχεια ερωτήσεις: τι νέο υπάρχει, τι ακούν οι νέοι...
G.: Μιλώντας για τον Puff Daddy, πώς ήταν στη συνεργασία σας;
DJ Η.: Τότε ζούσα στη Νέα Υόρκη και είχα διαβάσει σε μια συνέντευξή του ότι θέλει να σώσει τη μουσική techno. Οπότε είχα έτοιμα μερικά τραγούδια τα οποία άφησα στο στούντιό του, το «Bad Boy Recordings», όπου συνάντησα τον μάνατζέρ του, στον οποίο συστήθηκα ως techno DJ και παραγωγός. Μου τηλεφώνησε την επόμενη μέρα ο ίδιος ο Puff Daddy! Και μου ζήτησε να περάσω αμέσως από το γραφείο του. Εκεί μου πρότεινε να αγοράσει τη μουσική μου. Του είπα πως αυτό δεν γίνεται, αλλά ότι μπορούμε να γράψουμε μουσική μαζί. Τελικά έβγαλα δύο κομμάτια μαζί του με τη δική μου δισκογραφική.
G.: Στον χώρο της μόδας συνεργάστηκες και με έναν Ελληνα σχεδιαστή του Βερολίνου, τον Κώστα Μουρκούδη.
DJ Η.: Ναι, ήταν ο πρώτος σχεδιαστής που μου ζήτησε να παίξω μουσική στο σόου του, στην Εβδομάδα Μόδας του Βερολίνου, και μετά έφτιαξα το soundtrack για την παρουσίαση της νέας του συλλογής. Εμεινε πολύ ευχαριστημένος και είχαμε στενή συνεργασία. Ακολούθησε ο Ραφ Σίμονς και μετά ο οίκος Balenciaga, για τον οποίο έπαιξα και σε privé επιδείξεις. Κάθε χρόνο φτιάχνω ή παίζω μουσική για fashion brands. Επαιξα π.χ. στα εγκαίνια του καταστήματος Gucci στο Μόναχο. Μέσα σε όλα αυτά είμαι επίσης ambassador της Maserati, ενώ μπαίνω και στον χώρο της κινηματογραφικής μουσικής.
G.: Τι σου έμεινε από τη συνεργασία σου με την Ντονατέλα Βερσάτσε;
DJ Η.: Τη γνώρισα κάποια στιγμή και εκείνη με κάλεσε στο σπίτι της. Με εξέπληξε γιατί πίστευα ότι η μουσική μου δεν ταίριαζε με την ταυτότητα του οίκου Versace, έλα όμως που η Ντονατέλα την αγάπησε! Εκανα underground acid house και το λάτρεψε!
G.: Ισως τα εμβληματικά brands σε τιμούν επειδή είσαι συνεπής σ’ αυτό που κάνεις.
DJ Η.: Αυτό είναι αλήθεια. Υπήρξα πάντα πιστός σ’ αυτό που κάνω, σ’ αυτά που πιστεύω. Γι’ αυτό και το DJ Hell έχει εξελιχθεί σε ένα brand από μόνο του.
Info: To λεύκωμα «DJ Hell - Artist and Techno Legend» θα κυκλοφορήσει την Άνοιξη του 2024 γιορτάζοντας τα 40 χρόνια djing του Γερμανού παραγωγού.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα