Γιώργος Λάνθιμος - Έμα Στόουν: Τα μυστικά μιας σχέσης που φτάνει μέχρι τα Όσκαρ
Γιώργος Λάνθιμος - Έμα Στόουν: Τα μυστικά μιας σχέσης που φτάνει μέχρι τα Όσκαρ
Ο πολυβραβευμένος Έλληνας σκηνοθέτης και η διάσημη ηθοποιός κατέκτησαν την κορυφή και τα βραβεία - Η ιστορία της γνωριμίας τους από το απομονωμένο καφέ του Μπέβερλι Χιλς και την Τήνο έως το κόκκινο χαλί και τα βραβεία
Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Θα έμοιαζε με κλασικό παραμύθι, αν ο ίδιος δεν ειδικευόταν στις βικτωριανού τύπου ιστορίες. Θα ήταν ένα τέλειο success story, αν εκείνος δεν προσπερνούσε τόσο αβίαστα όλα αυτά τα κλισέ. Γιατί το παιδί από το Παγκράτι με το ατσούμπαλο ανάστημα και τα παράδοξα όνειρα όχι μόνο κατάφερε να πετύχει όλα όσα κανείς Ελληνας σκηνοθέτης δεν θα τολμούσε καν να ονειρευτεί, αλλά με τα διεθνή βραβεία να μη χωράνε στην αγκαλιά του έχει κάθε λόγο να βλέπει (μόνο) αισιόδοξα το μέλλον. Τα αγαλματίδια των Οσκαρ γυαλίζονται για να στολίσουν το ράφι του και τα στοιχήματα, πολύ προτού ανακοινωθούν οι υποψηφιότητες, είναι ήδη υπέρ του. Ο Γιώργος Λάνθιμος όμως δεν έχει κανέναν λόγο να αγχώνεται: έχει ήδη ολοκληρώσει τα γυρίσματα της νέας ταινίας του μετά το «Poor Things» και βλέπει τη βραβευμένη με τη Χρυσή Σφαίρα μούσα του Εμα Στόουν να παραδέχεται ότι αυτός είναι που την απελευθέρωσε σκηνοθετικά, οδηγώντας την με τέτοια χαρισματική άνεση στην κορυφή.
Η πρώτη γνωριμία
Ηταν Ιούνιος του 2015 με την Ελλάδα να κλυδωνίζεται από τα συνταρακτικά πολιτικά γεγονότα, όταν στην άλλη άκρη του Ατλαντικού δύο άγνωστοι μεταξύ τους είχαν άλλα πιο ενδιαφέροντα σχέδια στο μυαλό τους: η αμήχανη 27χρονη ηθοποιός, που μέχρι τότε πρωταγωνιστούσε σε ανάλαφρες κομεντί όπως το «Κουνελάκι από σπίτι» και «Crazy, Stupid, Love» περίμενε στωικά σε ένα απομονωμένο καφέ του Μπέβερλι Χιλς τον Ελληνα σκηνοθέτη που είχε ήδη αποκτήσει τη φήμη του πρωτοποριακού, παράξενου δημιουργού με τις αλλόκοτες ιδέες αλλά με ένα στιβαρό κινηματογραφικό όραμα. «Είχα δει τον “Κυνόδοντα” και ήμουν προετοιμασμένη όχι μόνο για το ύφος του, αλλά για όλα. Μου φάνταζε, η αλήθεια, προτού τον γνωρίσω κάπως τρομακτικός», ομολογούσε μετέπειτα η ίδια σε συνέντευξή της για εκείνη την πρώτη συνάντησή τους που έδειχνε ότι αυτοί οι δύο, με την εντελώς διαφορετική ιδιοσυγκρασία και προέλευση, ήταν μοιραίο, για διαφορετικούς λόγους, να αναπτύξουν μια μοναδική χημεία και πίσω από τις κάμερες.
Εκείνη παραδέχεται πως η σεμνότητα και το ιδιόμορφο coolness του Λάνθιμου, σήμα κατατεθέν ενός αγοριού που μεγάλωσε κάνοντας ελάχιστες φιλίες και μένοντας επί ώρες κρυμμένος σε μια σκοτεινή αίθουσα, της έκανε εντύπωση καθώς ήταν εντελώς αντίθετο από αυτό που θα περίμενε από έναν καλλιτέχνη που σκηνοθετεί τόσο τολμηρές ταινίες. «Τον περίμενα πιο αλαζόνα και στριμμένο», έλεγε γελώντας, με τον ίδιο να συμπληρώνει σε πρόσφατη κοινή τους συνέντευξη στους «New York Times» ότι κάτι τέτοιο θα ήταν εντελώς προβλέψιμο εκ μέρους του. «Είμαι ένα κορίτσι από την Αριζόνα και αυτός ένας τύπος από την Αθήνα. Δεν καταλαβαίνω πώς ακριβώς λειτούργησε όλο αυτό, καθώς δεν θα μπορούσαν να υπάρξουν πιο ετερόκλητες προσωπικότητες, αλλά είναι εκπληκτικό ότι συνέβη», παραδέχεται η Εμα Στόουν, αν όχι η πιο ακριβοπληρωμένη, σίγουρα μία από τις πιο ακριβοπληρωμένες ηθοποιούς του Χόλιγουντ, η οποία χάρη στην εξαίσια, όπως παραδέχεται, συνεργασία με τον καλό της φίλο από την Ελλάδα μπορεί να στοχεύει, μετά τη Χρυσή Σφαίρα, στο Οσκαρ που όλοι θεωρούν σχεδόν σίγουρο. Αλλά οι δυο τους δεν στέκουν στα βραβεία, καθώς η μέχρι τώρα συνεργασία τους έχει απογειώσει τον καθέναν στην τέχνη του αποδεικνύοντας στην πράξη πως οι μεγάλες επιτυχίες είναι, πρωτίστως, θέμα επικοινωνίας. «Είχα τεράστια αγωνία όταν πρωτοέφτασα στα πλατό της “Ευνοούμενης” για το τι με περιμένει. Δεν είχα στα χέρια μου ολοκληρωμένο σενάριο, ούτε είχα πάρει κατευθύνσεις. Και αγχώθηκα ακόμα περισσότερο όταν ρώτησα τον Γιώργο τι ακριβώς πραγματεύεται η “Ευνοούμενη” και μου απάντησε ότι δεν έχει ιδέα», ομολογεί η ίδια.
Στην πραγματικότητα, εκείνος ήξερε ακριβώς τι ήθελε από εκείνη και αυτό προσδοκούσε: να είναι χαλαρή για να μπορεί να απελευθερώσει το μέγιστο των δυνατοτήτων της, έξω και πέρα από τις υπαγορεύσεις ενός αυστηρού σεναρίου, βγάζοντας από μέσα της τις κρυφές ιδέες που φάνηκε να αξιοποιεί με τον βέλτιστο τρόπο στη συνέχεια, στη δημιουργία της Μπέλα. «Το πρώτο που μου είπε ότι θέλει να δει από μένα, όταν ξεκινήσαμε να γυρίζουμε την “Ευνοούμενη” ήταν μια σκηνή γέννας», λέει η Αμερικανίδα ηθοποιός, αποκαλύπτοντας τον τρόπο που δουλεύει ο Ελληνας σκηνοθέτης, ο οποίος αξιοποιεί στο έπακρο όλες τις εκφράσεις της σωματικότητας δίνοντας πάντα έμφαση στις σιωπές. Η επαφή όχι με τις λέξεις, αλλά με το σώμα, τα σημεία που μας φέρνουν κοντά στα ένστικτα, που προηγούνται από οποιαδήποτε εκλογίκευση, απασχολούν τον Λάνθιμο από την πρώτη του ταινία μέχρι σήμερα. Εχοντας περάσει ένα μεγάλο διάστημα δίπλα στον Δημήτρη Παπαϊωάννου, από τότε που δούλευε μαζί του στις τελετές έναρξης και λήξης των Ολυμπιακών Αγώνων και όντας μέρος της πιο εκλεκτής καλλιτεχνικής παρέας που έβγαλε ποτέ η Ελλάδα -δηλαδή τον Γιώργο Λάνθιμο, τον Δημήτρη Παπαϊωάννου και τον σημερινό καλλιτεχνικό διευθυντή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, Γιώργο Κουμεντάκη, μια πραγματική dream team-, είχε θητεύσει από νωρίς σε όλα τα μυστικά του λεγόμενου «σωματικού θεάτρου» που συνδυάζει υψηλές απαιτήσεις χορογραφίας με την υποκριτική.
Ακόμα και τα βιντεοκλίπ που σκηνοθέτησε με τον Σάβη Ρουβά, τον οποίο, όπως ομολογεί ο τραγουδιστής, εξόντωνε σε αφύσικο σημείο για δύο λήψεις, μαρτυρούν αυτή την έντονη σχέση που έχει ο Λάνθιμος με την κινησιολογία και τον χορό, την οποία εκφράζει σε κάθε του ταινία, με αποκορύφωμα τη συγκλονιστική σκηνή του χορού της Μπέλα στο «Poor Things», που έχει ήδη γράψει ιστορία.
Παράξενο χιούμορ
Η πρώτη γνωριμία
Ηταν Ιούνιος του 2015 με την Ελλάδα να κλυδωνίζεται από τα συνταρακτικά πολιτικά γεγονότα, όταν στην άλλη άκρη του Ατλαντικού δύο άγνωστοι μεταξύ τους είχαν άλλα πιο ενδιαφέροντα σχέδια στο μυαλό τους: η αμήχανη 27χρονη ηθοποιός, που μέχρι τότε πρωταγωνιστούσε σε ανάλαφρες κομεντί όπως το «Κουνελάκι από σπίτι» και «Crazy, Stupid, Love» περίμενε στωικά σε ένα απομονωμένο καφέ του Μπέβερλι Χιλς τον Ελληνα σκηνοθέτη που είχε ήδη αποκτήσει τη φήμη του πρωτοποριακού, παράξενου δημιουργού με τις αλλόκοτες ιδέες αλλά με ένα στιβαρό κινηματογραφικό όραμα. «Είχα δει τον “Κυνόδοντα” και ήμουν προετοιμασμένη όχι μόνο για το ύφος του, αλλά για όλα. Μου φάνταζε, η αλήθεια, προτού τον γνωρίσω κάπως τρομακτικός», ομολογούσε μετέπειτα η ίδια σε συνέντευξή της για εκείνη την πρώτη συνάντησή τους που έδειχνε ότι αυτοί οι δύο, με την εντελώς διαφορετική ιδιοσυγκρασία και προέλευση, ήταν μοιραίο, για διαφορετικούς λόγους, να αναπτύξουν μια μοναδική χημεία και πίσω από τις κάμερες.
Εκείνη παραδέχεται πως η σεμνότητα και το ιδιόμορφο coolness του Λάνθιμου, σήμα κατατεθέν ενός αγοριού που μεγάλωσε κάνοντας ελάχιστες φιλίες και μένοντας επί ώρες κρυμμένος σε μια σκοτεινή αίθουσα, της έκανε εντύπωση καθώς ήταν εντελώς αντίθετο από αυτό που θα περίμενε από έναν καλλιτέχνη που σκηνοθετεί τόσο τολμηρές ταινίες. «Τον περίμενα πιο αλαζόνα και στριμμένο», έλεγε γελώντας, με τον ίδιο να συμπληρώνει σε πρόσφατη κοινή τους συνέντευξη στους «New York Times» ότι κάτι τέτοιο θα ήταν εντελώς προβλέψιμο εκ μέρους του. «Είμαι ένα κορίτσι από την Αριζόνα και αυτός ένας τύπος από την Αθήνα. Δεν καταλαβαίνω πώς ακριβώς λειτούργησε όλο αυτό, καθώς δεν θα μπορούσαν να υπάρξουν πιο ετερόκλητες προσωπικότητες, αλλά είναι εκπληκτικό ότι συνέβη», παραδέχεται η Εμα Στόουν, αν όχι η πιο ακριβοπληρωμένη, σίγουρα μία από τις πιο ακριβοπληρωμένες ηθοποιούς του Χόλιγουντ, η οποία χάρη στην εξαίσια, όπως παραδέχεται, συνεργασία με τον καλό της φίλο από την Ελλάδα μπορεί να στοχεύει, μετά τη Χρυσή Σφαίρα, στο Οσκαρ που όλοι θεωρούν σχεδόν σίγουρο. Αλλά οι δυο τους δεν στέκουν στα βραβεία, καθώς η μέχρι τώρα συνεργασία τους έχει απογειώσει τον καθέναν στην τέχνη του αποδεικνύοντας στην πράξη πως οι μεγάλες επιτυχίες είναι, πρωτίστως, θέμα επικοινωνίας. «Είχα τεράστια αγωνία όταν πρωτοέφτασα στα πλατό της “Ευνοούμενης” για το τι με περιμένει. Δεν είχα στα χέρια μου ολοκληρωμένο σενάριο, ούτε είχα πάρει κατευθύνσεις. Και αγχώθηκα ακόμα περισσότερο όταν ρώτησα τον Γιώργο τι ακριβώς πραγματεύεται η “Ευνοούμενη” και μου απάντησε ότι δεν έχει ιδέα», ομολογεί η ίδια.
Ακόμα και τα βιντεοκλίπ που σκηνοθέτησε με τον Σάβη Ρουβά, τον οποίο, όπως ομολογεί ο τραγουδιστής, εξόντωνε σε αφύσικο σημείο για δύο λήψεις, μαρτυρούν αυτή την έντονη σχέση που έχει ο Λάνθιμος με την κινησιολογία και τον χορό, την οποία εκφράζει σε κάθε του ταινία, με αποκορύφωμα τη συγκλονιστική σκηνή του χορού της Μπέλα στο «Poor Things», που έχει ήδη γράψει ιστορία.
Παράξενο χιούμορ
Αλλά όλα αυτά ποτέ δεν γίνονται, ούτε ακολουθούνται με την περισπούδαστη σοβαρότητα με την οποία συνηθίζουν να αντιμετωπίζουν την υψηλή τέχνη στην Ελλάδα, αλλά με τεράστιες δόσεις αυτοσαρκασμού και χιούμορ, κάτι που εξηγεί και τη βράβευση του «Poor Things» στην κατηγορία κωμωδία. Τα σκοτεινά σενάρια που έγραφε κάποτε ο Λάνθιμος μαζί με τον καλό του φίλο Ευθύμη Φιλίππου σε καφέ στο Παγκράτι τρώγοντας πάστες και κάνοντας αστεία έχουν ακριβώς αυτή την ισορροπία ανάμεσα στο χιούμορ και το δράμα, που αποτελούν και την ταυτότητά του. Συνδέουν την γκοθ μουσική και τα Dr.Martens που φορούσε μικρός με την ποπ κουλτούρα, τα βιβλία κόμικ και επιστημονικής φαντασίας που διάβαζε μανιακά με τις βρετανικές κωμωδίες των Monty Python.
Γιατί μπορεί το παιδί με τα μακριά ξανθά μαλλιά και το μαλλί αφάνα -δύο από τα looks που εναλλάσσονταν στις στυλιστικές επιλογές του κατά τη δεκαετία του ’80 και του ’90- να έπαιρνε πολύ σοβαρά από μικρός τον κινηματογράφο αλλά αγαπούσε ιδιαίτερα τους ανθρώπους με χιούμορ. Ισως να είναι και αυτό που τον συνέδεσε για χρόνια με τον Λάκη Λαζόπουλο, αφού ήταν ο άνθρωπος του κοντρόλ στους «Δέκα Μικρούς Μήτσους» και ο σκηνοθέτης του στην ταινία «Ο καλύτερός μου φίλος». Αντίστοιχα, αν το χιούμορ δεν λειτουργούσε, δεν θα περνούσε ώρες γελώντας με την Εμα Στόουν στα γυρίσματα αρχικά της «Ευνοούμενης» και κατόπιν του «Poor Things».
Ενδεχομένως, η γελοιοποίηση να είναι αναπόσπαστο σημείο των ανεξάντλητων αυτοσχεδιασμών που ζητάει διαρκώς από τους ηθοποιούς του ο Λάνθιμος, τους οποίους βάζει να λένε φωναχτά αποσπάσματα από το σενάριο, ενώ κυλιούνται στο πάτωμα ανοιγοκλείνοντας τα μάτια τους ή κάνοντας κάθε είδους χαζομάρες. Ο ίδιος επιμένει ότι μόνο έτσι μπορεί να καλλιεργηθεί μια ατμόσφαιρα συντροφικότητας, κάνοντας πλάκα και γνωρίζοντας καλύτερα ο ένας τον άλλον.
Η γελοιοποίηση και ο αυτοσαρκασμός, όπως φάνηκε στην περίπτωση του «Poor Things», είναι για τον ίδιο σημάδι αυτογνωσίας. Η απολαυστική Μπέλα Μπάξτερ, την οποία αποθέωσε η Εμα Στόουν με τη μοναδική της ερμηνεία κάνοντάς την ταυτόχρονα τραγική και κωμική, είναι αποτέλεσμα αυτής ακριβώς της περίεργης ισορροπίας.
Ο Λάνθιμος και η Στόουν είχαν ήδη αρχίσει να συζητάνε τα σχέδιά τους από τον καιρό της πανδημίας, όταν μερόνυχτα μετακινούνταν παράνομα για να δουν τι θα κάνουν με την υλοποίηση του άκρως φιλόδοξου αυτού έργου που ήθελαν ταυτόχρονα να είναι μια κλασική ταινία και ένα σκοτεινό παραμύθι, μια κωμωδία με δραματικά δυστοπικά στοιχεία. Γιατί μπορεί ο πατέρας της Μπέλα στην ταινία να είναι ένας σύγχρονος Φρανκενστάιν (τον οποίο υποδύεται μοναδικά ο Γουίλεμ Νταφό) με το άκρως εκφραστικό όνομα Γκόντγουιν (Godwin), δηλαδή Θεός, ο οποίος της μαθαίνει από την αρχή πώς να μιλάει, να περπατάει και να διαβάζει.
Σίγουρα πάντως ο ύψιστος δημιουργός αυτής της κυριολεκτικά αποθεωτικής ερμηνευτικά Εμα Στόουν είναι ο «God Λάνθιμος». «Μαζί με το γέλιο ερχόταν και το κλάμα, αφού πραγματικά αισθανόμουν εξαντλημένη από την κούραση», λέει η 35χρονη ηθοποιός για τα πολύωρα γυρίσματα του «Poor Things» και τις υψηλές σκηνοθετικές απαιτήσεις. Αλλά όπως παραδέχτηκε κρατώντας σφιχτά στα χέρια της τη Χρυσή Σφαίρα, εμφανώς συγκινημένη: «Γιώργο, δεν ξέρω τι να σου πω που δεν σου έχω πει, αλλά είμαι πραγματικά ευγνώμων που συναντηθήκαμε», επικυρώνοντας με αυτόν τον τρόπο τούς προηγούμενους ισχυρισμούς της ότι ο Ελληνας σκηνοθέτης, ο οποίος περήφανα επιμένει στο ελληνοπρεπές όνομα «Yorgos», αντί για το ξενικό «George», είναι αυτός που την απελευθέρωσε ερμηνευτικά. Είναι ο άνθρωπος στον οποίο έχει απόλυτη εμπιστοσύνη, γι’ αυτό και δεν τον ρωτάει καν όταν της απευθύνει την επόμενη παράδοξη πρόταση. «Εχουμε κάνει πια μαζί αρκετές ταινίες και έχουμε δημιουργήσει τη δική μας “στενογραφία” αφού επικοινωνούμε χωρίς πολλά λόγια, μόλις υπαινιχθώ κάτι, μου λέει “ναι, καταλαβαίνω”», εξηγεί η Στόουν, την οποία επιβεβαιώνει ο ίδιος συμπληρώνοντας πως την έκανε κοινωνό της ιδέας του για την ταινία, προτού καν πάρει έγκριση από τον συγγραφέα Αλασντερ Γκρέι στο βιβλίο του οποίου «Poor Things» (στα ελληνικά «Χαμένα κορμιά») βασίστηκε. Την ενημέρωνε για κάθε του βήμα, για τους συνεργάτες που είχε στο μυαλό του ζητώντας την έγκρισή της, για τους υπόλοιπους ηθοποιούς, ακόμα και για τις τοποθεσίες των γυρισμάτων.
Δημιουργώντας μαζί έναν «κοινό κόσμο», όπως είπε χαρακτηριστικά ο Λάνθιμος, μπόρεσαν να διαμορφώσουν όχι μόνο την ιδέα της ταινίας και να την υλοποιήσουν, αλλά και να χτίσουν τον χαρακτήρα της Μπέλα Μπάξτερ, γύρω από την οποία περιστρέφεται όλη ιδέα του «Poor Things».
Το ταξίδι στην Τήνο
Οι φουρτουνιασμένες θάλασσες του Αιγαίου σίγουρα δεν εμπόδισαν την Εμα Στόουν, όπως στην ταινία την ηρωίδα της Μπέλα, να ταξιδέψει πολύ μακριά, συγκεκριμένα από το Μπέβερλι Χιλς στην ερημική τον χειμώνα Τήνο, εν μέσω πανδημίας και παρά τις απαγορεύσεις, για να συναντήσει τον καλύτερό της φίλο και να του κάνει τη χάρη να πρωταγωνιστήσει σε άλλη μία παράδοξη ιδέα που είχε: μια βωβή ασπρόμαυρη ταινία σε ένα παλιό ρημαγμένο κυκλαδίτικο σπίτι με τη συνοδεία μουσικής. Η ταινία πραγματευόταν τη γυναικεία απελευθέρωση και τη σχέση του έρωτα με τον θάνατο σε μια κοινωνία ασφυκτική. Εν ολίγοις, αν θέλει κανείς να καταλάβει πώς καταλήξαμε στην Μπέλα Μπάξτερ και το «Poor Things», αρκεί να ρίξει μια ματιά στη «Βληχή», τη βωβή ταινία μικρού μήκους που ετοίμασε ο Ελληνας σκηνοθέτης για μια ειδική προβολή στην Εθνική Λυρική Σκηνή, στο πλαίσιο του The Artist on the Composer, σε συνεργασία με τον Οργανισμό ΝΕΟΝ. Το τολμηρό αποτέλεσμα, όπου για πρώτη φορά διερευνώνται οι βαθιές, σκοτεινές ρίζες της σεξουαλικότητας και της ορμητικής της δύναμης, στην οποία εστιάζει και το «Poor Things», με τη Στόουν να αφήνεται στις υποδείξεις του αγαπημένου της σκηνοθέτη, αποδεικνύει την άμεση σύνδεση των δύο ταινιών.
Το σημαντικότερο είναι ότι η συμμετοχή της ηθοποιού στην ταινία ήταν αμισθί, ως ένα τιμητικό δώρο στον καλό της φίλο. Ηταν και αυτή αναπόσπαστο μέρος της φιλίας τους, όπως οι βόλτες που έκαναν στο κέντρο της Αθήνας, με τον Λάνθιμο να οδηγεί τη μούσα του σε διάφορα εγκαταλειμμένα μέρη ακριβώς δίπλα στη Σχολή Καλών Τεχνών στην Πειραιώς ή να την απαθανατίζει με τον φωτογραφικό του φακό στα μπαλκόνια παλιών πολυκατοικιών. Αυτή η σειρά φωτογραφιών φιλοξενήθηκε και έγινε μάλιστα και εξώφυλλο για το περιοδικό «W», αποκαλύπτοντας την κοινή αισθητική των δύο συνεργατών και φίλων. Εκπληξη είχε προκαλέσει επίσης τότε σε όλους που έβλεπαν τη διάσημη Χολιγουντιανή ηθοποιό να περιφέρεται στο κέντρο της Αθήνας απολαμβάνοντας σουβλάκι μαζί με τον σκηνοθέτη ή να παρακολουθεί το παιχνίδι μπάσκετ του Ολυμπιακού στον ΣΕΦ. Είναι γνωστή άλλωστε η αγάπη του Λάνθιμου για το μπάσκετ, όχι μόνο λόγω του μπασκετμπολίστα πατέρα του, ο οποίος έφυγε από τη ζωή την ημέρα που ανακοινώνονταν οι υποψηφιότητες για το Οσκαρ για την «Ευνοούμενη», αλλά και γιατί ο ίδιος έπαιζε σε ομάδες για χρόνια, εγκαταλείποντάς το, όμως, στη συνέχεια, όπως και τις σπουδές του στα Οικονομικά, για να αφοσιωθεί στον κινηματογράφο. Ευτυχώς, η Εμα Στόουν δεν φάνηκε ποτέ να παραξενεύεται με αυτό το πλαίσιο αντιθέσεων που πάντοτε συνάρπαζαν τον Γιώργο Λάνθιμο: είτε επρόκειτο για την όψη της παλιάς Ελλάδας που έδειχνε στη «Βληχή» αναζητώντας τις ρίζες του, είτε της πολύ μοντέρνας με τις φωτογραφίες που τραβούσε.
Οπως μας είχε πει τότε ο ίδιος απαντώντας σε ερώτησή μας για το αν λειτούργησε απελευθερωτικά για τους δύο αυτή η βωβή ταινία, σίγουρα τους έκανε να ακολουθήσουν «διαφορετικές οδούς σε σχέση με τον κανόνα και τους περιορισμούς που αναγκάζεσαι να υιοθετήσεις στις κλασικές ταινίες. Πολλές φορές αναγκαζόμαστε να κάνουμε πράγματα από μόνοι μας, να επιβάλλουμε περιορισμούς, να χαθούμε στο τεχνικό κομμάτι ενώ μπορούμε να απελευθερωθούμε πολλαπλά. Τουλάχιστον εγώ προσπαθώ να βρω το μεγάλο άνοιγμα ώστε οι άνθρωποι που βλέπουν την ταινία να διαμορφώσουν προσωπική εμπειρία σε σχέση με τον εαυτό τους, να μη χρειάζεται να επεξηγούν. Και νομίζω μια βωβή ταινία βοηθάει πολύ σε αυτό, εφόσον δεν υπάρχουν λόγια και επιβεβλημένα κριτήρια». Βλέποντας, λοιπόν, τώρα το «Poor Things» αντιλαμβάνεται κανείς τι ακριβώς εννοούσε λίγα χρόνια νωρίτερα για τον τρόπο που η «Βληχή» απελευθέρωσε τα εκφραστικά του μέσα και πώς εκείνη η ταινία υπήρξε ουσιαστικά το προοίμιο για τη μεγάλου μήκους ταινία του. Και αυτό όχι μόνο όσον αφορά την έκφραση μιας διαφορετικής γλώσσας, αλλά και μιας πιο πρωτόγονης, αν μπορεί να ειπωθεί έτσι, σεξουαλικότητας.
Οι σεξουαλικές σκηνές
Είναι ξεκάθαρο ότι στο επίκεντρο της απελευθερωτικής διαδρομής που ακολουθεί η Μπέλα βρίσκεται η σεξουαλικότητα, που λειτουργεί σαν ωρολογιακή βόμβα τόσο για την ίδια όσο και για την Εμα Στόουν, με αυτή την απίστευτη «ερμηνεία-φαινόμενο», όπως την αποκάλεσαν οι κριτικοί. Υποδυόμενη ένα πλάσμα μοντέρνο και τολμηρό, που διεκδικεί τη σεξουαλική απόλαυση φτάνοντας ακόμα και να δουλεύει σε πορνείο από επιλογή, αλλά και μια δυναμική πασιονάρια με πολιτική άποψη, δίνει μια φεμινιστική διάσταση στον χαρακτήρα.
Η Μπέλα κάνει σεξ απολαμβάνοντας κάθε στιγμή της διαδικασίας, χωρίς ιδεολογικές παρεμβάσεις και ψεύτικους συναισθηματικούς, με τον ίδιο ακόρεστο τρόπο που καταπίνει ολόκληρες τάρτες ή στροβιλίζεται δαιμονισμένα μαζί με τον υποτιθέμενο επιβήτορα Ντάνκαν σε αλλόκοτους χορούς (μοναδική ερμηνεία από τον Μαρκ Ράφαλο). Ενδεχομένως, αυτή η διαδρομή να ήταν ένα μεγάλο ερμηνευτικό στοίχημα για τη Στόουν, η οποία για πρώτη φορά δέχτηκε όχι μόνο να εμφανιστεί γυμνή σε τολμηρά πλάνα, αλλά και να δοκιμαστεί σε σχέση με τις σεξουαλικές σκηνές. Καταλυτικό ρόλο σε αυτό έπαιξε η Ελ ΜακΚάλπιν, η λε- γόμενη «συντονίστρια σεξουαλικής ταυτότητας», όπως λέγεται το νέο εύρημα του κινηματογραφικού κόσμου που φέρνει στις ταινίες ειδικούς οι οποίοι βοηθάνε τους ηθοποιούς στις ανοίκειες γι' αυτούς σεξουαλικές σκηνές, ειδικά στην εποχή του #metoo.
Η Στόουν είχε μάλιστα αρνηθεί μια τέτοια παρέμβαση επιμένοντας αρχικά ότι δεν είναι απαραίτητη, αφού ήξερε προσωπικά τον Γιώργο αρκετά χρόνια και ήταν φίλος της. Αλλά τελικά εκ των υστέρων ομολόγησε ότι η παρουσία της ήταν αναγκαία, «έφερε μια ενέργεια ηρεμίας και επαγγελματισμού». Οταν μάλιστα είδε την ταινία ένιωσε «παράξενα, αφού αυτές οι σκηνές ήταν μια πολύ προσωπική εμπειρία. Αλλά έτσι είναι η Μπέλα. Δεν νιώθει καμία ντροπή για το σώμα και τη σεξουαλικότητά της και για το ποια είναι, και είμαι πολύ περήφανη γι’ αυτή την πλευρά της ταινίας».
Ο διεθνής Ελληνας
Ακούγοντας τα λόγια της Στόουν αντιλαμβάνεται κανείς πόσο σπάνιο είναι να συνδυάζεται το παράδοξο καλλιτεχνικό όραμα με τις μοναδικές ερμηνείες, αλλά και μια εναλλακτική σε μεγάλο βαθμό ταινία με τα εισιτήρια και τα βραβεία - εν ολίγοις, με την ευρεία διανομή στις αίθουσες. Τη στιγμή που κορυφαίοι σκηνοθέτες όπως ο Μάρτιν Σκορσέζε δυσκολεύονται να βρουν χρηματοδότες για τα μεγαλόπνοα κινηματογραφικά τους σχέδια καταφεύγοντας στις πλατφόρμες, ο Λάνθιμος μπορεί να εξασφαλίζει τους παραγωγούς που εγγυώνται την άρτια σύνθεση και τους κατάλληλους συνεργάτες.
Προερχόμενος από ένα περιβάλλον που ευνοούσε μόνο τις ανεξάρτητες φεστιβαλικές ταινίες και ένα περιορισμένο σινεφίλ κοινό, ο Ελληνας σκηνοθέτης κατάφερε να πείσει ότι έχει απεύθυνση στον κόσμο και πλέον μπορεί να γυρίζει ταινίες με τους δικούς του όρους: ενδεχομένως, η αρκετά πιο mainstream «Ευνοούμενη» να ήταν ένας τρόπος για να αποδείξει ότι οι ταινίες του δεν είναι ξένες στο box office, εξασφαλίζοντάς του την ελευθερία να σκηνοθετεί τα παράδοξα φρανκενσταϊνικά οράματα και να σαρώνει στα φεστιβάλ - συνδυασμός πολύ δύσκολος στην ιστορία του σινεμά. Ισως να είναι αυτός ο λόγος που πλέον μεγάλες εταιρείες παραγωγής επενδύουν σε πρωτοπόρους: στο παρελθόν το έκανε η Miramax του Χάρβι Γουάινστιν με το «Pulp Fiction» και πλέον μπορεί και το υποστηρίζει η Fox Searchlight, που ανήκει στην πανίσχυρη 20th Century Studios, που είχε επενδύσει στο παρελθόν σε ανατρεπτικές ταινίες όπως το «Slumdog Millionaire» και οι «Τρεις πινακίδες έξω από το Εμπινγκ, στο Μιζούρι» και είχε βγει κερδισμένη.
Γνωρίζοντας πως για να μπορέσει να προσεγγίσει μια τόσο πανίσχυρη εταιρεία ο Λάνθιμος χρειαζόταν γερό σενάριο, γνωριμίες και δυνατά ονόματα, έκανε ακριβώς τα βήματα που χρειαζόταν: ο πολυσυλλεκτικός, από άποψη παραγωγής, «Αστακός» (ιρλανδο-ολλανδο-βρετανο-ελληνική παραγωγή, με περιορισμένη ωστόσο διανομή στις ΗΠΑ) του έδωσε ακριβώς αυτό που έπρεπε για να καπαρώσει μια καλή θέση στα υπόψη των μεγάλων παραγωγών, αφού απέσπασε πολλές καλές κριτικές και φεστιβαλικά βραβεία και είχε πρωταγωνιστές πρώτης γραμμής. Ακολούθησε το εντυπωσιακό «Ο θάνατος του ιερού ελαφιού», που, όσο κι αν ξένισε με το σκληρό του θέμα, έδειξε ότι η συμμετοχή του Κόλιν Φερθ και της Νικόλ Κίντμαν απλώς επικυρώνει την άποψη ότι ο Ελληνας είναι ό,τι πιο φρέσκο, ανατρεπτικό και καινοτόμο έχει να δείξει η παγκόσμια κινηματογραφική βιομηχανία - και το καλύτερο, ότι οι Χολιγουντιανοί ηθοποιοί τον εμπιστεύονται.
Επόμενο βήμα στη συνεργασία με τη Searchlight ήταν η «Ευνοούμενη», που απέδωσε καρπούς φεστιβαλικά και εισπρακτικά, και πλέον δείχνει να επικυρώνεται με τον καλύτερο τρόπο με το «Poor Things» αποδεικνύοντας πως ένα αγόρι από το άγνωστο στους Αμερικανούς Παγκράτι που άκουγε Ozzy Osbourne και είχε στο δωμάτιό του αφίσες του Μπρους Σπρίνγκστιν, μπορεί όχι μόνο να βρίσκεται στην ίδια αίθουσα με τα εφηβικά ινδάλματά του, αλλά και να τα ευχαριστεί κρατώντας στα χέρια του τα πρώτα βραβεία. Σενάριο επιστημονικής φαντασίας; Μάλλον όχι. Απτή πραγματικότητα; Σίγουρα.
Η, αν και όχι τόσο, ανέλπιστη και καλπάζουσα επιτυχία του Γιώργου Λάνθιμου είναι ίσως η καλύτερη απόδειξη ότι η ζωή αντιγράφει την τέχνη και όχι το αντίθετο.
Ειδήσεις σήμερα:
Βόλος: Η περιγραφή της 18χρονης για τους βιασμούς από τον αδερφό της μητριάς της - «Ξέσπασα σε κλάματα»
Απίστευτη καταγγελία: Ντελιβεράς παρέδωσε πίτσα σε πολυκατοικία, επέστρεψε και γέμισε ακαθαρσίες το ασανσέρ
Συγκλονίζει ο πατέρας του βρέφους που παρασύρθηκε από μηχανή - «Ήταν μεθυσμένος, ζητάω δικαιοσύνη»
Γιατί μπορεί το παιδί με τα μακριά ξανθά μαλλιά και το μαλλί αφάνα -δύο από τα looks που εναλλάσσονταν στις στυλιστικές επιλογές του κατά τη δεκαετία του ’80 και του ’90- να έπαιρνε πολύ σοβαρά από μικρός τον κινηματογράφο αλλά αγαπούσε ιδιαίτερα τους ανθρώπους με χιούμορ. Ισως να είναι και αυτό που τον συνέδεσε για χρόνια με τον Λάκη Λαζόπουλο, αφού ήταν ο άνθρωπος του κοντρόλ στους «Δέκα Μικρούς Μήτσους» και ο σκηνοθέτης του στην ταινία «Ο καλύτερός μου φίλος». Αντίστοιχα, αν το χιούμορ δεν λειτουργούσε, δεν θα περνούσε ώρες γελώντας με την Εμα Στόουν στα γυρίσματα αρχικά της «Ευνοούμενης» και κατόπιν του «Poor Things».
Ενδεχομένως, η γελοιοποίηση να είναι αναπόσπαστο σημείο των ανεξάντλητων αυτοσχεδιασμών που ζητάει διαρκώς από τους ηθοποιούς του ο Λάνθιμος, τους οποίους βάζει να λένε φωναχτά αποσπάσματα από το σενάριο, ενώ κυλιούνται στο πάτωμα ανοιγοκλείνοντας τα μάτια τους ή κάνοντας κάθε είδους χαζομάρες. Ο ίδιος επιμένει ότι μόνο έτσι μπορεί να καλλιεργηθεί μια ατμόσφαιρα συντροφικότητας, κάνοντας πλάκα και γνωρίζοντας καλύτερα ο ένας τον άλλον.
Η γελοιοποίηση και ο αυτοσαρκασμός, όπως φάνηκε στην περίπτωση του «Poor Things», είναι για τον ίδιο σημάδι αυτογνωσίας. Η απολαυστική Μπέλα Μπάξτερ, την οποία αποθέωσε η Εμα Στόουν με τη μοναδική της ερμηνεία κάνοντάς την ταυτόχρονα τραγική και κωμική, είναι αποτέλεσμα αυτής ακριβώς της περίεργης ισορροπίας.
Ο Λάνθιμος και η Στόουν είχαν ήδη αρχίσει να συζητάνε τα σχέδιά τους από τον καιρό της πανδημίας, όταν μερόνυχτα μετακινούνταν παράνομα για να δουν τι θα κάνουν με την υλοποίηση του άκρως φιλόδοξου αυτού έργου που ήθελαν ταυτόχρονα να είναι μια κλασική ταινία και ένα σκοτεινό παραμύθι, μια κωμωδία με δραματικά δυστοπικά στοιχεία. Γιατί μπορεί ο πατέρας της Μπέλα στην ταινία να είναι ένας σύγχρονος Φρανκενστάιν (τον οποίο υποδύεται μοναδικά ο Γουίλεμ Νταφό) με το άκρως εκφραστικό όνομα Γκόντγουιν (Godwin), δηλαδή Θεός, ο οποίος της μαθαίνει από την αρχή πώς να μιλάει, να περπατάει και να διαβάζει.
Σίγουρα πάντως ο ύψιστος δημιουργός αυτής της κυριολεκτικά αποθεωτικής ερμηνευτικά Εμα Στόουν είναι ο «God Λάνθιμος». «Μαζί με το γέλιο ερχόταν και το κλάμα, αφού πραγματικά αισθανόμουν εξαντλημένη από την κούραση», λέει η 35χρονη ηθοποιός για τα πολύωρα γυρίσματα του «Poor Things» και τις υψηλές σκηνοθετικές απαιτήσεις. Αλλά όπως παραδέχτηκε κρατώντας σφιχτά στα χέρια της τη Χρυσή Σφαίρα, εμφανώς συγκινημένη: «Γιώργο, δεν ξέρω τι να σου πω που δεν σου έχω πει, αλλά είμαι πραγματικά ευγνώμων που συναντηθήκαμε», επικυρώνοντας με αυτόν τον τρόπο τούς προηγούμενους ισχυρισμούς της ότι ο Ελληνας σκηνοθέτης, ο οποίος περήφανα επιμένει στο ελληνοπρεπές όνομα «Yorgos», αντί για το ξενικό «George», είναι αυτός που την απελευθέρωσε ερμηνευτικά. Είναι ο άνθρωπος στον οποίο έχει απόλυτη εμπιστοσύνη, γι’ αυτό και δεν τον ρωτάει καν όταν της απευθύνει την επόμενη παράδοξη πρόταση. «Εχουμε κάνει πια μαζί αρκετές ταινίες και έχουμε δημιουργήσει τη δική μας “στενογραφία” αφού επικοινωνούμε χωρίς πολλά λόγια, μόλις υπαινιχθώ κάτι, μου λέει “ναι, καταλαβαίνω”», εξηγεί η Στόουν, την οποία επιβεβαιώνει ο ίδιος συμπληρώνοντας πως την έκανε κοινωνό της ιδέας του για την ταινία, προτού καν πάρει έγκριση από τον συγγραφέα Αλασντερ Γκρέι στο βιβλίο του οποίου «Poor Things» (στα ελληνικά «Χαμένα κορμιά») βασίστηκε. Την ενημέρωνε για κάθε του βήμα, για τους συνεργάτες που είχε στο μυαλό του ζητώντας την έγκρισή της, για τους υπόλοιπους ηθοποιούς, ακόμα και για τις τοποθεσίες των γυρισμάτων.
Δημιουργώντας μαζί έναν «κοινό κόσμο», όπως είπε χαρακτηριστικά ο Λάνθιμος, μπόρεσαν να διαμορφώσουν όχι μόνο την ιδέα της ταινίας και να την υλοποιήσουν, αλλά και να χτίσουν τον χαρακτήρα της Μπέλα Μπάξτερ, γύρω από την οποία περιστρέφεται όλη ιδέα του «Poor Things».
Το ταξίδι στην Τήνο
Οι φουρτουνιασμένες θάλασσες του Αιγαίου σίγουρα δεν εμπόδισαν την Εμα Στόουν, όπως στην ταινία την ηρωίδα της Μπέλα, να ταξιδέψει πολύ μακριά, συγκεκριμένα από το Μπέβερλι Χιλς στην ερημική τον χειμώνα Τήνο, εν μέσω πανδημίας και παρά τις απαγορεύσεις, για να συναντήσει τον καλύτερό της φίλο και να του κάνει τη χάρη να πρωταγωνιστήσει σε άλλη μία παράδοξη ιδέα που είχε: μια βωβή ασπρόμαυρη ταινία σε ένα παλιό ρημαγμένο κυκλαδίτικο σπίτι με τη συνοδεία μουσικής. Η ταινία πραγματευόταν τη γυναικεία απελευθέρωση και τη σχέση του έρωτα με τον θάνατο σε μια κοινωνία ασφυκτική. Εν ολίγοις, αν θέλει κανείς να καταλάβει πώς καταλήξαμε στην Μπέλα Μπάξτερ και το «Poor Things», αρκεί να ρίξει μια ματιά στη «Βληχή», τη βωβή ταινία μικρού μήκους που ετοίμασε ο Ελληνας σκηνοθέτης για μια ειδική προβολή στην Εθνική Λυρική Σκηνή, στο πλαίσιο του The Artist on the Composer, σε συνεργασία με τον Οργανισμό ΝΕΟΝ. Το τολμηρό αποτέλεσμα, όπου για πρώτη φορά διερευνώνται οι βαθιές, σκοτεινές ρίζες της σεξουαλικότητας και της ορμητικής της δύναμης, στην οποία εστιάζει και το «Poor Things», με τη Στόουν να αφήνεται στις υποδείξεις του αγαπημένου της σκηνοθέτη, αποδεικνύει την άμεση σύνδεση των δύο ταινιών.
Το σημαντικότερο είναι ότι η συμμετοχή της ηθοποιού στην ταινία ήταν αμισθί, ως ένα τιμητικό δώρο στον καλό της φίλο. Ηταν και αυτή αναπόσπαστο μέρος της φιλίας τους, όπως οι βόλτες που έκαναν στο κέντρο της Αθήνας, με τον Λάνθιμο να οδηγεί τη μούσα του σε διάφορα εγκαταλειμμένα μέρη ακριβώς δίπλα στη Σχολή Καλών Τεχνών στην Πειραιώς ή να την απαθανατίζει με τον φωτογραφικό του φακό στα μπαλκόνια παλιών πολυκατοικιών. Αυτή η σειρά φωτογραφιών φιλοξενήθηκε και έγινε μάλιστα και εξώφυλλο για το περιοδικό «W», αποκαλύπτοντας την κοινή αισθητική των δύο συνεργατών και φίλων. Εκπληξη είχε προκαλέσει επίσης τότε σε όλους που έβλεπαν τη διάσημη Χολιγουντιανή ηθοποιό να περιφέρεται στο κέντρο της Αθήνας απολαμβάνοντας σουβλάκι μαζί με τον σκηνοθέτη ή να παρακολουθεί το παιχνίδι μπάσκετ του Ολυμπιακού στον ΣΕΦ. Είναι γνωστή άλλωστε η αγάπη του Λάνθιμου για το μπάσκετ, όχι μόνο λόγω του μπασκετμπολίστα πατέρα του, ο οποίος έφυγε από τη ζωή την ημέρα που ανακοινώνονταν οι υποψηφιότητες για το Οσκαρ για την «Ευνοούμενη», αλλά και γιατί ο ίδιος έπαιζε σε ομάδες για χρόνια, εγκαταλείποντάς το, όμως, στη συνέχεια, όπως και τις σπουδές του στα Οικονομικά, για να αφοσιωθεί στον κινηματογράφο. Ευτυχώς, η Εμα Στόουν δεν φάνηκε ποτέ να παραξενεύεται με αυτό το πλαίσιο αντιθέσεων που πάντοτε συνάρπαζαν τον Γιώργο Λάνθιμο: είτε επρόκειτο για την όψη της παλιάς Ελλάδας που έδειχνε στη «Βληχή» αναζητώντας τις ρίζες του, είτε της πολύ μοντέρνας με τις φωτογραφίες που τραβούσε.
Οπως μας είχε πει τότε ο ίδιος απαντώντας σε ερώτησή μας για το αν λειτούργησε απελευθερωτικά για τους δύο αυτή η βωβή ταινία, σίγουρα τους έκανε να ακολουθήσουν «διαφορετικές οδούς σε σχέση με τον κανόνα και τους περιορισμούς που αναγκάζεσαι να υιοθετήσεις στις κλασικές ταινίες. Πολλές φορές αναγκαζόμαστε να κάνουμε πράγματα από μόνοι μας, να επιβάλλουμε περιορισμούς, να χαθούμε στο τεχνικό κομμάτι ενώ μπορούμε να απελευθερωθούμε πολλαπλά. Τουλάχιστον εγώ προσπαθώ να βρω το μεγάλο άνοιγμα ώστε οι άνθρωποι που βλέπουν την ταινία να διαμορφώσουν προσωπική εμπειρία σε σχέση με τον εαυτό τους, να μη χρειάζεται να επεξηγούν. Και νομίζω μια βωβή ταινία βοηθάει πολύ σε αυτό, εφόσον δεν υπάρχουν λόγια και επιβεβλημένα κριτήρια». Βλέποντας, λοιπόν, τώρα το «Poor Things» αντιλαμβάνεται κανείς τι ακριβώς εννοούσε λίγα χρόνια νωρίτερα για τον τρόπο που η «Βληχή» απελευθέρωσε τα εκφραστικά του μέσα και πώς εκείνη η ταινία υπήρξε ουσιαστικά το προοίμιο για τη μεγάλου μήκους ταινία του. Και αυτό όχι μόνο όσον αφορά την έκφραση μιας διαφορετικής γλώσσας, αλλά και μιας πιο πρωτόγονης, αν μπορεί να ειπωθεί έτσι, σεξουαλικότητας.
Οι σεξουαλικές σκηνές
Είναι ξεκάθαρο ότι στο επίκεντρο της απελευθερωτικής διαδρομής που ακολουθεί η Μπέλα βρίσκεται η σεξουαλικότητα, που λειτουργεί σαν ωρολογιακή βόμβα τόσο για την ίδια όσο και για την Εμα Στόουν, με αυτή την απίστευτη «ερμηνεία-φαινόμενο», όπως την αποκάλεσαν οι κριτικοί. Υποδυόμενη ένα πλάσμα μοντέρνο και τολμηρό, που διεκδικεί τη σεξουαλική απόλαυση φτάνοντας ακόμα και να δουλεύει σε πορνείο από επιλογή, αλλά και μια δυναμική πασιονάρια με πολιτική άποψη, δίνει μια φεμινιστική διάσταση στον χαρακτήρα.
Η Μπέλα κάνει σεξ απολαμβάνοντας κάθε στιγμή της διαδικασίας, χωρίς ιδεολογικές παρεμβάσεις και ψεύτικους συναισθηματικούς, με τον ίδιο ακόρεστο τρόπο που καταπίνει ολόκληρες τάρτες ή στροβιλίζεται δαιμονισμένα μαζί με τον υποτιθέμενο επιβήτορα Ντάνκαν σε αλλόκοτους χορούς (μοναδική ερμηνεία από τον Μαρκ Ράφαλο). Ενδεχομένως, αυτή η διαδρομή να ήταν ένα μεγάλο ερμηνευτικό στοίχημα για τη Στόουν, η οποία για πρώτη φορά δέχτηκε όχι μόνο να εμφανιστεί γυμνή σε τολμηρά πλάνα, αλλά και να δοκιμαστεί σε σχέση με τις σεξουαλικές σκηνές. Καταλυτικό ρόλο σε αυτό έπαιξε η Ελ ΜακΚάλπιν, η λε- γόμενη «συντονίστρια σεξουαλικής ταυτότητας», όπως λέγεται το νέο εύρημα του κινηματογραφικού κόσμου που φέρνει στις ταινίες ειδικούς οι οποίοι βοηθάνε τους ηθοποιούς στις ανοίκειες γι' αυτούς σεξουαλικές σκηνές, ειδικά στην εποχή του #metoo.
Η Στόουν είχε μάλιστα αρνηθεί μια τέτοια παρέμβαση επιμένοντας αρχικά ότι δεν είναι απαραίτητη, αφού ήξερε προσωπικά τον Γιώργο αρκετά χρόνια και ήταν φίλος της. Αλλά τελικά εκ των υστέρων ομολόγησε ότι η παρουσία της ήταν αναγκαία, «έφερε μια ενέργεια ηρεμίας και επαγγελματισμού». Οταν μάλιστα είδε την ταινία ένιωσε «παράξενα, αφού αυτές οι σκηνές ήταν μια πολύ προσωπική εμπειρία. Αλλά έτσι είναι η Μπέλα. Δεν νιώθει καμία ντροπή για το σώμα και τη σεξουαλικότητά της και για το ποια είναι, και είμαι πολύ περήφανη γι’ αυτή την πλευρά της ταινίας».
Ο διεθνής Ελληνας
Ακούγοντας τα λόγια της Στόουν αντιλαμβάνεται κανείς πόσο σπάνιο είναι να συνδυάζεται το παράδοξο καλλιτεχνικό όραμα με τις μοναδικές ερμηνείες, αλλά και μια εναλλακτική σε μεγάλο βαθμό ταινία με τα εισιτήρια και τα βραβεία - εν ολίγοις, με την ευρεία διανομή στις αίθουσες. Τη στιγμή που κορυφαίοι σκηνοθέτες όπως ο Μάρτιν Σκορσέζε δυσκολεύονται να βρουν χρηματοδότες για τα μεγαλόπνοα κινηματογραφικά τους σχέδια καταφεύγοντας στις πλατφόρμες, ο Λάνθιμος μπορεί να εξασφαλίζει τους παραγωγούς που εγγυώνται την άρτια σύνθεση και τους κατάλληλους συνεργάτες.
Προερχόμενος από ένα περιβάλλον που ευνοούσε μόνο τις ανεξάρτητες φεστιβαλικές ταινίες και ένα περιορισμένο σινεφίλ κοινό, ο Ελληνας σκηνοθέτης κατάφερε να πείσει ότι έχει απεύθυνση στον κόσμο και πλέον μπορεί να γυρίζει ταινίες με τους δικούς του όρους: ενδεχομένως, η αρκετά πιο mainstream «Ευνοούμενη» να ήταν ένας τρόπος για να αποδείξει ότι οι ταινίες του δεν είναι ξένες στο box office, εξασφαλίζοντάς του την ελευθερία να σκηνοθετεί τα παράδοξα φρανκενσταϊνικά οράματα και να σαρώνει στα φεστιβάλ - συνδυασμός πολύ δύσκολος στην ιστορία του σινεμά. Ισως να είναι αυτός ο λόγος που πλέον μεγάλες εταιρείες παραγωγής επενδύουν σε πρωτοπόρους: στο παρελθόν το έκανε η Miramax του Χάρβι Γουάινστιν με το «Pulp Fiction» και πλέον μπορεί και το υποστηρίζει η Fox Searchlight, που ανήκει στην πανίσχυρη 20th Century Studios, που είχε επενδύσει στο παρελθόν σε ανατρεπτικές ταινίες όπως το «Slumdog Millionaire» και οι «Τρεις πινακίδες έξω από το Εμπινγκ, στο Μιζούρι» και είχε βγει κερδισμένη.
Γνωρίζοντας πως για να μπορέσει να προσεγγίσει μια τόσο πανίσχυρη εταιρεία ο Λάνθιμος χρειαζόταν γερό σενάριο, γνωριμίες και δυνατά ονόματα, έκανε ακριβώς τα βήματα που χρειαζόταν: ο πολυσυλλεκτικός, από άποψη παραγωγής, «Αστακός» (ιρλανδο-ολλανδο-βρετανο-ελληνική παραγωγή, με περιορισμένη ωστόσο διανομή στις ΗΠΑ) του έδωσε ακριβώς αυτό που έπρεπε για να καπαρώσει μια καλή θέση στα υπόψη των μεγάλων παραγωγών, αφού απέσπασε πολλές καλές κριτικές και φεστιβαλικά βραβεία και είχε πρωταγωνιστές πρώτης γραμμής. Ακολούθησε το εντυπωσιακό «Ο θάνατος του ιερού ελαφιού», που, όσο κι αν ξένισε με το σκληρό του θέμα, έδειξε ότι η συμμετοχή του Κόλιν Φερθ και της Νικόλ Κίντμαν απλώς επικυρώνει την άποψη ότι ο Ελληνας είναι ό,τι πιο φρέσκο, ανατρεπτικό και καινοτόμο έχει να δείξει η παγκόσμια κινηματογραφική βιομηχανία - και το καλύτερο, ότι οι Χολιγουντιανοί ηθοποιοί τον εμπιστεύονται.
Επόμενο βήμα στη συνεργασία με τη Searchlight ήταν η «Ευνοούμενη», που απέδωσε καρπούς φεστιβαλικά και εισπρακτικά, και πλέον δείχνει να επικυρώνεται με τον καλύτερο τρόπο με το «Poor Things» αποδεικνύοντας πως ένα αγόρι από το άγνωστο στους Αμερικανούς Παγκράτι που άκουγε Ozzy Osbourne και είχε στο δωμάτιό του αφίσες του Μπρους Σπρίνγκστιν, μπορεί όχι μόνο να βρίσκεται στην ίδια αίθουσα με τα εφηβικά ινδάλματά του, αλλά και να τα ευχαριστεί κρατώντας στα χέρια του τα πρώτα βραβεία. Σενάριο επιστημονικής φαντασίας; Μάλλον όχι. Απτή πραγματικότητα; Σίγουρα.
Η, αν και όχι τόσο, ανέλπιστη και καλπάζουσα επιτυχία του Γιώργου Λάνθιμου είναι ίσως η καλύτερη απόδειξη ότι η ζωή αντιγράφει την τέχνη και όχι το αντίθετο.
Ειδήσεις σήμερα:
Βόλος: Η περιγραφή της 18χρονης για τους βιασμούς από τον αδερφό της μητριάς της - «Ξέσπασα σε κλάματα»
Απίστευτη καταγγελία: Ντελιβεράς παρέδωσε πίτσα σε πολυκατοικία, επέστρεψε και γέμισε ακαθαρσίες το ασανσέρ
Συγκλονίζει ο πατέρας του βρέφους που παρασύρθηκε από μηχανή - «Ήταν μεθυσμένος, ζητάω δικαιοσύνη»
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα