Μαρία Κίτσου: Οι σπουδές στη Θεολογία, η Γέρμα και η αποδοχή του κόσμου
29.01.2024
07:04
Λένε για εκείνη ότι ενσαρκώνει το αρχέτυπο της σπουδαίας ηθοποιού - Το ίδιο χαρισματική, όμως, αποδεικνύεται και εκτός σκηνής, στην αρένα της αληθινής ζωής.
Είναι σχεδόν οξύμωρο να ακούς τη Μαρία Κίτσου -δηλαδή αυτή που α) από τους ειδήμονες του θεάτρου προκρίνεται σχεδόν ομόθυμα ως η κορυφαία ηθοποιός της γενιάς της, β) κατάφερε το συνήθως απίθανο να γίνει γνωστή μέσα από τους ρόλους στο θέατρο, γ) ακόμα και όταν αύξησε γεωμετρικά τη διασημότητά της μέσω της τηλεόρασης δεν έχασε ούτε ψήγμα από την τιμιότητα με την οποία αντιμετωπίζει τη δουλειά της- να λέει πως το μύχιο παιδικό όνειρό της σε τίποτα δεν είχε να κάνει με το θέατρο, τους ρόλους, τους μεγάλους σκηνοθέτες και δημιουργούς.
Αν κάπως φανταζόταν τον εαυτό της στην παιδική και την εφηβική ηλικία της ήταν ως μέλος των Γιατρών Χωρίς Σύνορα. Τελικά, βρέθηκε να προσφέρει και να θεραπεύει τους συνανθρώπους της με άλλον τρόπο, μέσα από τις ειλικρινείς ερμηνείες της. Χρειάστηκε βέβαια προηγουμένως να κάνει ένα πέρασμα από τη Σχολή Θεολογίας.
Εκεί όπου ως φοιτήτρια γνώρισε το θέατρο σαν χόμπι, όμως στην πραγματικότητα είχε βρει τον αληθινό προορισμό της. Φέτος, η Μαρία Κίτσου υποδύεται μια σύγχρονη εκδοχή της Γέρμας, της εμβληματικής ηρωίδας του Λόρκα, όπως μεταγράφηκε από τον 39χρονο Αυστραλό συγγραφέα, σκηνοθέτη και ηθοποιό Σάιμον Στόουν. Η Γέρμα του 2023 είναι μια Βρετανή δημοσιογράφος και μπλόγκερ, μια επιτυχημένη και θεωρητικά χειραφετημένη γυναίκα που εξακολουθεί όμως να παλεύει με τα στερεότυπα, τους κοινωνικούς καταναγκασμούς, την εμμονή της να γίνει μητέρα. Αυτή είναι και η αφετηρία της συζήτησής μας.
GALA: Θεωρητικά ζούμε στην εποχή της νέας γυναικείας χειραφέτησης, όμως η ηρωίδα σου ζει τον κοινωνικό καταναγκασμό να γίνει μητέρα. Τι πιστεύεις ότι πηγαίνει λάθος;
ΜΑΡΙΑ ΚΙΤΣΟΥ: Δεν νομίζω ότι βιώνει κάποιον κοινωνικό καταναγκασμό, νομίζω ότι η ίδια επιβάλλει στον εαυτό της τον καταναγκασμό να γίνει μητέρα. Είναι σαν ένα project, όπως λέει και ο σύζυγός της, το οποίο πρέπει να έχει ως μέρος της φιλοδοξίας της. Οταν αρχίζει το έργο τη βλέπουμε στα 35 της. Τότε ανακοινώνει ξαφνικά την επιθυμία της να γίνει μητέρα. Ο μεγαλύτερος φόβος της είναι να μη γίνουν με τον σύζυγό της θλιβερά δυστυχισμένα γερόντια που δεν θα αφήσουν τίποτα πίσω τους. Εχει τον φόβο του θανάτου και την επιθυμία της υστεροφημίας, θέλει να συνεχιστεί το DNA της, να μην πεθάνει ανήμπορη, χωρίς να αφήσει απογόνους. Και δεν θέλει να υιοθετήσει. Αλλά το παιδί να βγει από τα σπλάχνα της, να βιώσει τη μητρότητα. Αλλωστε κατά έναν διαβολικό τρόπο κατά τη διάρκεια του έργου σχεδόν όλοι γύρω της αποκτούν παιδιά. Η απόκτηση παιδιού τής γίνεται εμμονή, γίνεται ο σκοπός της ζωής της. Εκεί βρίσκεται το λάθος της. Διαλύει τις σχέσεις της, την καριέρα, το σπίτι της και εντέλει οδηγείται στην καταστροφή και την παράνοια.
G.: Τι σε γοητεύει και τι δεν αντέχεις σε εκείνη;
Μ.Κ.: Με γοητεύει το θάρρος της. Το γεγονός ότι έχει τη δύναμη να εκθέτει δημόσια τους προβληματισμούς της, ώστε να παραδειγματιστούν κι άλλες γυναίκες από την ίδια. Δίνει έναν δημόσιο αγώνα. Ταυτόχρονα, όμως, με ενοχλεί η ξεροκεφαλιά της. Δεν έχει όρια. Δεν ακούει κανέναν και τίποτα μπροστά σε αυτό που η ίδια έχει βάλει στο μυαλό της.
G.: Μια και μιλάμε για στερεότυπα και χειραφέτηση, έχουν τα νέα γυναικεία κινήματα αληθινό αντίκρισμα ή τελικά όλα γίνονται για το θεαθήναι;
Μ.Κ.: Φυσικά και έχουν αληθινό αντίκρισμα. Η εποχή της νέας γυναικείας χειραφέτησης πρέπει να κατακτηθεί. Εκατομμύρια γυναίκες στον κόσμο ζουν κάτω από τα δεσμά του άντρα-αφέντη. Βιώνουν τη βία, τον κοινωνικό αυτοματισμό, την κακοποίηση. Αν μετρήσεις τις γυναικοκτονίες τα τελευταία χρόνια, θα καταλάβεις πόσο πίσω είμαστε. Οι γυναίκες πρέπει να παλεύουν για τα πάντα σε σχέση με τους άνδρες. Αναλαμβάνουν τόσους ρόλους, στους οποίους η κοινωνία τις αναγκάζει να είναι τέλειες, χωρίς όμως να τους δίνει τα προνόμια των ανδρών.
G.: Μια γυναίκα ηθοποιός στην Ελλάδα σήμερα έχει ισότιμη μεταχείριση με τους άνδρες συναδέλφους της;
Μ.Κ.: Θα ήθελα να πω «ναι», αλλά ήρθε το #MeToo και τα ανέτρεψε όλα. Υπάρχει σεξισμός, όπως και μια τάση χαϊδέματος των ανδρών συναδέλφων. Οι γυναίκες, ίσως επειδή αριθμητικά είμαστε περισσότερες από τους άνδρες ηθοποιούς, πρέπει να παλέψουμε περισσότερο για να αποδείξουμε την αξία μας.
G.: Για σένα, ωστόσο, συνήθως γράφουν αποθεωτικά σχόλια. Πώς είναι η ζωή με τον πάνδημο θαυμασμό των άλλων;
Μ.Κ.: Είμαι πραγματικά ευγνώμων γι’ αυτό που περιγράφεις, όμως για μένα κάθε νέα δουλειά είναι αγώνας. Την αντιμετωπίζω σαν να είναι η πρώτη μου. Σαν να πηγαίνω από την αρχή να κατακτήσω ακόμα και τα κεκτημένα. Είμαι τελειομανής και πολύ σκληρή με τον εαυτό μου και δύσκολα χαίρομαι με τις επιτυχίες μου. Πρέπει να πείσω εμένα πρώτα, άσχετα με το τι λέει ο κόσμος. Και δεν με πείθω εύκολα.
G.: Η αποδοχή του κοινού δίνει στον ηθοποιό μια μορφή εξουσίας;
Μ.Κ.: Η αποδοχή του κοινού σημαίνει πολλά για έναν ηθοποιό. Αλλωστε ο ηθοποιός παλεύει για τον θεατή σε κάθε του δουλειά. Η αναγνωρισιμότητα δίνει δύναμη στον ηθοποιό που μπορεί να τη χρησιμοποιήσει για να περάσει υγιή κοινωνικά μηνύματα, να αφυπνίσει, να γνωστοποιήσει και να ευαισθητοποιήσει. Σίγουρα ο παραγωγός θα προτιμήσει αρκετές φορές να πάρει στη δουλειά του κάποιον ηθοποιό που είναι λαοφιλής. Είναι όμως τόσο εφήμερο κι αυτό. Σήμερα μπορεί να κάνεις μια επιτυχία και έπειτα από 2-3 χρόνια να μη σε θυμάται κανείς. Το θέμα είναι πώς χρησιμοποιείς αυτή την εξουσία όταν την έχεις.
G.: Αλήθεια, εσύ σε θαυμάζεις;
Μ.Κ.: Με θαυμάζω περισσότερο όχι για τη δουλειά αλλά για πράγματα που έχω καταφέρει και δεν τα γνωρίζει ο κόσμος.
G.: Η πρώτη φορά που έπαιξες επαγγελματικά στο θέατρο, αν δεν κάνω λάθος, ήταν σε παράσταση του Στάθη Λιβαθινού. Σωστά;
Μ.Κ.: Με το που τελείωσα τη σχολή είχα την τύχη να με πάρει στον θίασό του. Στην περίφημη ομάδα του Στάθη Λιβαθινού, την οποία θαύμαζα φανατικά από πριν μπω στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Για μένα αυτή η δουλειά ήταν σαν δεύτερη σχολή. Η παράσταση ήταν «Ο ηλίθιος» του Ντοστογιέφσκι. Θυμάμαι κάναμε οκτώ μήνες πρόβες, ήμασταν όλη τη μέρα μαζί με τους συναδέλφους, δημιουργήθηκαν φιλίες. Βρισκόμουν ανάμεσα σε ηθοποιούς που θαύμαζα. Ηταν σαν παραμύθι για μένα, με σκληρή όμως δουλειά. Δυστυχώς, κατά τη διάρκεια των προβών αρρώστησε ξαφνικά ο πατέρας μου από καλπάζουσα λευχαιμία. Θυμάμαι όλη την αγάπη που εισέπραττα από τον θίασο όταν στις πρόβες έπρεπε να φεύγω ξαφνικά, για να πηγαίνω να βρίσκω αίμα. Τον έχασα στη γενική πρόβα και η κηδεία του έγινε την ημέρα της πρεμιέρας μου. Και πήγα και έπαιξα και θρηνούσα κάθε φορά που έβγαινα από τη σκηνή. Και μαζί μου θρηνούσε και ο θίασος. Αυτό μας έδεσε για πάντα.
G.: Εχεις κάποια ρουτίνα που ακολουθείς πριν βγεις στη σκηνή;
Μ.Κ.: Δεν θα το έλεγα ρουτίνα. Κάθε φορά πριν βγω στη σκηνή κάνω τον σταυρό μου.
G.: Εάν ήσουν ηρωίδα παραμυθιού, ποια θα ήθελες να ήσουν;
Μ.Κ.: Η Maleficent. Για τους δικούς μου λόγους.
G.: Ποιο είναι το πιο ακραία αντιθετικό με την εικόνα της μετριοπαθούς, αφοσιωμένης στη δουλειά της θεατρικής πρωταγωνίστριας που έχουμε για σένα στοιχείο του εαυτού σου;
Μ.Κ.: Είμαι μεγάλο διαβολάκι και πειραχτήρι. Εκτός αλλά και εντός σκηνής. Πολλές φορές κάνω πλάκες ακόμα και μέσα σε μια παράσταση.
G.: Εχεις σπουδάσει Θεολογία. Αυτό σημαίνει ότι πιστεύεις και απευθύνεσαι στον Θεό; Με ποιον τρόπο;
Μ.Κ.: Και πιστεύω και απευθύνομαι στον Θεό, αλλά αυτό είναι άσχετο με το γεγονός ότι σπούδασα Θεολογία. Ο Θεός για μένα είναι αγάπη άνευ όρων και συγχώρεση.
G.: Μετανιώνεις ποτέ που έγινες ηθοποιός;
Μ.Κ.: Τελικά νομίζω ότι δεν θα μπορούσα να γίνω τίποτα άλλο.
G.: Σκέφτεσαι ποτέ τι θα γινόταν αν είχες γίνει Γιατρός Χωρίς Σύνορα;
Μ.Κ.: Ισως να ήμουν πιο ευτυχισμένη. Θεωρώ όλο αυτό το έργο που κάνουν ιερή αποστολή και τους ίδιους ήρωες.
G.: Υπάρχει κάτι που θα σε έκανε να εγκαταλείψεις το θέατρο;
Μ.Κ.: Ναι, αν πήγαινα να δουλέψω εθελοντικά για τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα.
G.: Σε τι άλλο είσαι πολύ καλή; Ποιο είναι το κρυφό ταλέντο σου;
Μ.Κ.: Μου λένε ότι έχω πολύ βαθιά ενσυναίσθηση, σε βαθμό θεραπευτικό για τους άλλους.
G.: Εχεις κάποια μικρή καθημερινή ιεροτελεστία;
Μ.Κ.: Βάφομαι με το που ξυπνάω. Ασχετα εάν έχω να πάω κάπου ή αν μείνω στο σπίτι.
G.: Πότε ένιωσες τελευταία φορά γνήσια, πηγαία και αδιαπραγμάτευτα ευτυχισμένη;
Μ.Κ.: Είναι πολύ προσωπική η στιγμή. Αν τη μοιραστώ, θα την αποδυναμώσω
info:
«Γέρμα» του Σάιμον Στόουν σε σκηνοθεσία Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου στο Θέατρο Πόρτα, nkt.gr
Αν κάπως φανταζόταν τον εαυτό της στην παιδική και την εφηβική ηλικία της ήταν ως μέλος των Γιατρών Χωρίς Σύνορα. Τελικά, βρέθηκε να προσφέρει και να θεραπεύει τους συνανθρώπους της με άλλον τρόπο, μέσα από τις ειλικρινείς ερμηνείες της. Χρειάστηκε βέβαια προηγουμένως να κάνει ένα πέρασμα από τη Σχολή Θεολογίας.
Εκεί όπου ως φοιτήτρια γνώρισε το θέατρο σαν χόμπι, όμως στην πραγματικότητα είχε βρει τον αληθινό προορισμό της. Φέτος, η Μαρία Κίτσου υποδύεται μια σύγχρονη εκδοχή της Γέρμας, της εμβληματικής ηρωίδας του Λόρκα, όπως μεταγράφηκε από τον 39χρονο Αυστραλό συγγραφέα, σκηνοθέτη και ηθοποιό Σάιμον Στόουν. Η Γέρμα του 2023 είναι μια Βρετανή δημοσιογράφος και μπλόγκερ, μια επιτυχημένη και θεωρητικά χειραφετημένη γυναίκα που εξακολουθεί όμως να παλεύει με τα στερεότυπα, τους κοινωνικούς καταναγκασμούς, την εμμονή της να γίνει μητέρα. Αυτή είναι και η αφετηρία της συζήτησής μας.
GALA: Θεωρητικά ζούμε στην εποχή της νέας γυναικείας χειραφέτησης, όμως η ηρωίδα σου ζει τον κοινωνικό καταναγκασμό να γίνει μητέρα. Τι πιστεύεις ότι πηγαίνει λάθος;
ΜΑΡΙΑ ΚΙΤΣΟΥ: Δεν νομίζω ότι βιώνει κάποιον κοινωνικό καταναγκασμό, νομίζω ότι η ίδια επιβάλλει στον εαυτό της τον καταναγκασμό να γίνει μητέρα. Είναι σαν ένα project, όπως λέει και ο σύζυγός της, το οποίο πρέπει να έχει ως μέρος της φιλοδοξίας της. Οταν αρχίζει το έργο τη βλέπουμε στα 35 της. Τότε ανακοινώνει ξαφνικά την επιθυμία της να γίνει μητέρα. Ο μεγαλύτερος φόβος της είναι να μη γίνουν με τον σύζυγό της θλιβερά δυστυχισμένα γερόντια που δεν θα αφήσουν τίποτα πίσω τους. Εχει τον φόβο του θανάτου και την επιθυμία της υστεροφημίας, θέλει να συνεχιστεί το DNA της, να μην πεθάνει ανήμπορη, χωρίς να αφήσει απογόνους. Και δεν θέλει να υιοθετήσει. Αλλά το παιδί να βγει από τα σπλάχνα της, να βιώσει τη μητρότητα. Αλλωστε κατά έναν διαβολικό τρόπο κατά τη διάρκεια του έργου σχεδόν όλοι γύρω της αποκτούν παιδιά. Η απόκτηση παιδιού τής γίνεται εμμονή, γίνεται ο σκοπός της ζωής της. Εκεί βρίσκεται το λάθος της. Διαλύει τις σχέσεις της, την καριέρα, το σπίτι της και εντέλει οδηγείται στην καταστροφή και την παράνοια.
G.: Τι σε γοητεύει και τι δεν αντέχεις σε εκείνη;
Μ.Κ.: Με γοητεύει το θάρρος της. Το γεγονός ότι έχει τη δύναμη να εκθέτει δημόσια τους προβληματισμούς της, ώστε να παραδειγματιστούν κι άλλες γυναίκες από την ίδια. Δίνει έναν δημόσιο αγώνα. Ταυτόχρονα, όμως, με ενοχλεί η ξεροκεφαλιά της. Δεν έχει όρια. Δεν ακούει κανέναν και τίποτα μπροστά σε αυτό που η ίδια έχει βάλει στο μυαλό της.
G.: Μια και μιλάμε για στερεότυπα και χειραφέτηση, έχουν τα νέα γυναικεία κινήματα αληθινό αντίκρισμα ή τελικά όλα γίνονται για το θεαθήναι;
Μ.Κ.: Φυσικά και έχουν αληθινό αντίκρισμα. Η εποχή της νέας γυναικείας χειραφέτησης πρέπει να κατακτηθεί. Εκατομμύρια γυναίκες στον κόσμο ζουν κάτω από τα δεσμά του άντρα-αφέντη. Βιώνουν τη βία, τον κοινωνικό αυτοματισμό, την κακοποίηση. Αν μετρήσεις τις γυναικοκτονίες τα τελευταία χρόνια, θα καταλάβεις πόσο πίσω είμαστε. Οι γυναίκες πρέπει να παλεύουν για τα πάντα σε σχέση με τους άνδρες. Αναλαμβάνουν τόσους ρόλους, στους οποίους η κοινωνία τις αναγκάζει να είναι τέλειες, χωρίς όμως να τους δίνει τα προνόμια των ανδρών.
G.: Μια γυναίκα ηθοποιός στην Ελλάδα σήμερα έχει ισότιμη μεταχείριση με τους άνδρες συναδέλφους της;
Μ.Κ.: Θα ήθελα να πω «ναι», αλλά ήρθε το #MeToo και τα ανέτρεψε όλα. Υπάρχει σεξισμός, όπως και μια τάση χαϊδέματος των ανδρών συναδέλφων. Οι γυναίκες, ίσως επειδή αριθμητικά είμαστε περισσότερες από τους άνδρες ηθοποιούς, πρέπει να παλέψουμε περισσότερο για να αποδείξουμε την αξία μας.
G.: Για σένα, ωστόσο, συνήθως γράφουν αποθεωτικά σχόλια. Πώς είναι η ζωή με τον πάνδημο θαυμασμό των άλλων;
Μ.Κ.: Είμαι πραγματικά ευγνώμων γι’ αυτό που περιγράφεις, όμως για μένα κάθε νέα δουλειά είναι αγώνας. Την αντιμετωπίζω σαν να είναι η πρώτη μου. Σαν να πηγαίνω από την αρχή να κατακτήσω ακόμα και τα κεκτημένα. Είμαι τελειομανής και πολύ σκληρή με τον εαυτό μου και δύσκολα χαίρομαι με τις επιτυχίες μου. Πρέπει να πείσω εμένα πρώτα, άσχετα με το τι λέει ο κόσμος. Και δεν με πείθω εύκολα.
G.: Η αποδοχή του κοινού δίνει στον ηθοποιό μια μορφή εξουσίας;
Μ.Κ.: Η αποδοχή του κοινού σημαίνει πολλά για έναν ηθοποιό. Αλλωστε ο ηθοποιός παλεύει για τον θεατή σε κάθε του δουλειά. Η αναγνωρισιμότητα δίνει δύναμη στον ηθοποιό που μπορεί να τη χρησιμοποιήσει για να περάσει υγιή κοινωνικά μηνύματα, να αφυπνίσει, να γνωστοποιήσει και να ευαισθητοποιήσει. Σίγουρα ο παραγωγός θα προτιμήσει αρκετές φορές να πάρει στη δουλειά του κάποιον ηθοποιό που είναι λαοφιλής. Είναι όμως τόσο εφήμερο κι αυτό. Σήμερα μπορεί να κάνεις μια επιτυχία και έπειτα από 2-3 χρόνια να μη σε θυμάται κανείς. Το θέμα είναι πώς χρησιμοποιείς αυτή την εξουσία όταν την έχεις.
G.: Αλήθεια, εσύ σε θαυμάζεις;
Μ.Κ.: Με θαυμάζω περισσότερο όχι για τη δουλειά αλλά για πράγματα που έχω καταφέρει και δεν τα γνωρίζει ο κόσμος.
G.: Η πρώτη φορά που έπαιξες επαγγελματικά στο θέατρο, αν δεν κάνω λάθος, ήταν σε παράσταση του Στάθη Λιβαθινού. Σωστά;
Μ.Κ.: Με το που τελείωσα τη σχολή είχα την τύχη να με πάρει στον θίασό του. Στην περίφημη ομάδα του Στάθη Λιβαθινού, την οποία θαύμαζα φανατικά από πριν μπω στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Για μένα αυτή η δουλειά ήταν σαν δεύτερη σχολή. Η παράσταση ήταν «Ο ηλίθιος» του Ντοστογιέφσκι. Θυμάμαι κάναμε οκτώ μήνες πρόβες, ήμασταν όλη τη μέρα μαζί με τους συναδέλφους, δημιουργήθηκαν φιλίες. Βρισκόμουν ανάμεσα σε ηθοποιούς που θαύμαζα. Ηταν σαν παραμύθι για μένα, με σκληρή όμως δουλειά. Δυστυχώς, κατά τη διάρκεια των προβών αρρώστησε ξαφνικά ο πατέρας μου από καλπάζουσα λευχαιμία. Θυμάμαι όλη την αγάπη που εισέπραττα από τον θίασο όταν στις πρόβες έπρεπε να φεύγω ξαφνικά, για να πηγαίνω να βρίσκω αίμα. Τον έχασα στη γενική πρόβα και η κηδεία του έγινε την ημέρα της πρεμιέρας μου. Και πήγα και έπαιξα και θρηνούσα κάθε φορά που έβγαινα από τη σκηνή. Και μαζί μου θρηνούσε και ο θίασος. Αυτό μας έδεσε για πάντα.
G.: Εχεις κάποια ρουτίνα που ακολουθείς πριν βγεις στη σκηνή;
Μ.Κ.: Δεν θα το έλεγα ρουτίνα. Κάθε φορά πριν βγω στη σκηνή κάνω τον σταυρό μου.
G.: Εάν ήσουν ηρωίδα παραμυθιού, ποια θα ήθελες να ήσουν;
Μ.Κ.: Η Maleficent. Για τους δικούς μου λόγους.
G.: Ποιο είναι το πιο ακραία αντιθετικό με την εικόνα της μετριοπαθούς, αφοσιωμένης στη δουλειά της θεατρικής πρωταγωνίστριας που έχουμε για σένα στοιχείο του εαυτού σου;
Μ.Κ.: Είμαι μεγάλο διαβολάκι και πειραχτήρι. Εκτός αλλά και εντός σκηνής. Πολλές φορές κάνω πλάκες ακόμα και μέσα σε μια παράσταση.
G.: Εχεις σπουδάσει Θεολογία. Αυτό σημαίνει ότι πιστεύεις και απευθύνεσαι στον Θεό; Με ποιον τρόπο;
Μ.Κ.: Και πιστεύω και απευθύνομαι στον Θεό, αλλά αυτό είναι άσχετο με το γεγονός ότι σπούδασα Θεολογία. Ο Θεός για μένα είναι αγάπη άνευ όρων και συγχώρεση.
G.: Μετανιώνεις ποτέ που έγινες ηθοποιός;
Μ.Κ.: Τελικά νομίζω ότι δεν θα μπορούσα να γίνω τίποτα άλλο.
G.: Σκέφτεσαι ποτέ τι θα γινόταν αν είχες γίνει Γιατρός Χωρίς Σύνορα;
Μ.Κ.: Ισως να ήμουν πιο ευτυχισμένη. Θεωρώ όλο αυτό το έργο που κάνουν ιερή αποστολή και τους ίδιους ήρωες.
G.: Υπάρχει κάτι που θα σε έκανε να εγκαταλείψεις το θέατρο;
Μ.Κ.: Ναι, αν πήγαινα να δουλέψω εθελοντικά για τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα.
G.: Σε τι άλλο είσαι πολύ καλή; Ποιο είναι το κρυφό ταλέντο σου;
Μ.Κ.: Μου λένε ότι έχω πολύ βαθιά ενσυναίσθηση, σε βαθμό θεραπευτικό για τους άλλους.
G.: Εχεις κάποια μικρή καθημερινή ιεροτελεστία;
Μ.Κ.: Βάφομαι με το που ξυπνάω. Ασχετα εάν έχω να πάω κάπου ή αν μείνω στο σπίτι.
G.: Πότε ένιωσες τελευταία φορά γνήσια, πηγαία και αδιαπραγμάτευτα ευτυχισμένη;
Μ.Κ.: Είναι πολύ προσωπική η στιγμή. Αν τη μοιραστώ, θα την αποδυναμώσω
info:
«Γέρμα» του Σάιμον Στόουν σε σκηνοθεσία Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου στο Θέατρο Πόρτα, nkt.gr
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr