Βασίλης Μαγουλιώτης: Έρχεται με φόρα να κατακτήσει το θεατρικό σανίδι
magouliotis_arthrou

Βασίλης Μαγουλιώτης: Έρχεται με φόρα να κατακτήσει το θεατρικό σανίδι

Ο 35χρονος ηθοποιός και συγγραφέας λέει ότι δεν αντέχει την κεκτημένη ταχύτητα των πραγμάτων αλλά κανείς δεν μπορεί να τον σταματήσει ούτε καν ο εαυτός του

Ποιος δεν έχει βρεθεί στην αμήχανη -εντάξει, στην απελπιστική- θέση να θεωρεί ότι έχει τερματίσει τις πλατφόρμες της on demand ψυχαγωγίας; Ευτυχώς να λέμε που έρχεται καμιά φορά ο κορωνοϊός και ο κατ’ οίκον εγκλεισμός που σε κάνει να αναθεωρείς. Σε μια παρόμοια οριακή στιγμή βρέθηκα να παρακολουθώ το «Σωτέ» ή αλλιώς τη σειρά των Γιώργου Γαρεφαλάκη, Παναγιώτη Μελίδη (aka Larry Gus) και Κωνσταντίνου Αντωνόπουλου που προβάλλεται στο ΑΝΤ1+ και μοιάζει πολύ καλή για να είναι ελληνική. Μια καταξιωμένη σεφ με περγαμηνές από το εξωτερικό (Δάφνη Λαμπρόγιαννη) επιστρέφει στην Ελλάδα για να ηγηθεί ενός γαστρονομικού reality show, να αναμετρηθεί με τους προσωπικούς της δαίμονες και να αντιμετωπίσει τον υπερτροφικά νάρκισσο food influencer, τον Μίλτο. Ή αλλιώς έναν ρόλο που ο Βασίλης Μαγουλιώτης ενσαρκώνει εκνευριστικά καλά. Αλλά αυτό δεν κάνει εδώ και χρόνια;
Ο ηθοποιός (και συγγραφέας με το ψευδώνυμο Suyako), που οι περισσότεροι γνώρισαν μέσα από τους «Παίκτες» του Νικολάι Γκόγκολ, λέει ότι κάπου στην εφηβεία του πήρε την απόφαση πως δεν ήθελε να κάνει την τέχνη επάγγελμα. Ετσι πίστευε ότι θα τη σκότωνε. Τουλάχιστον με τον τρόπο που αντιλαμβανόταν πως γινόταν έως τότε. Ετσι, επινόησε τον δικό του.

Χρειάστηκε βέβαια πρώτα να ανταποκριθεί στο ραντεβού που λέει πως είχε με τα Μαθηματικά και τη Φυσική, να έρθει από τη γενέτειρά του Καρδίτσα στην Αθήνα για σπουδές στο Πολυτεχνείο και το σημαντικότερο, να ενταχθεί στην ερασιτεχνική θεατρική ομάδα της Ιατρικής Σχολής, όπου γνώρισε τον Γιώργο Κουτλή - φίλο του πια, σκηνοθέτη, για πολλούς καλλιτεχνικό alter ego του. Αυτή την περίοδο ο Βασίλης Μαγουλιώτης ολοκληρώνει τη συγγραφή του έργου που θα ανεβάσουν με την ομάδα των «Παικτών» στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά τον Ιανουάριο του ’25, προετοιμάζεται για την παράσταση «Λεωφορείον ο πόθος», σε σκηνοθεσία Δημήτρη Καραντζά και μεταφέρει σε ταινία animation το συνωμοσιολογικό podcast «Η χρονιά του Υδροχόου», που έγραψαν μαζί με τον Μικέ Γλύκα το 2020. Και μέσα σε όλα αυτά παραμένει ανερυθρίαστα «βλαχοδήμαρχος». Ενας άνθρωπος που δεν μπορεί να κάνει χωρίς συζητήσεις, όνειρα, αναρωτήσεις και ενατενίσεις, τελικά ανθρώπους.
GALA: Τι σκέφτηκες όταν σου είπαν «έλα να παίξεις σε μια κωμωδία»;

ΒΑΣΙΛΗΣ ΜΑΓΟΥΛΙΩΤΗΣ: Εφόσον στη συγγραφική ομάδα ήταν ο Κωνσταντίνος Αντωνόπουλος, είπα ναι σε όλα. Δεν με ένοιαζε.

G.: Πώς είναι να υποδύεσαι έναν ακραία επιδραστικό food blogger;

Β.Μ.: Εκτός από την προφανή, υπάρχει και μια άλλη όψη του Μίλτου. Πίσω από την εικόνα και την ακραία φιλοδοξία, υπάρχουν μια βαθιά ανασφάλεια και τραύματα από την παιδική ηλικία. Καταλαβαίνεις ότι υπάρχει μια τρυφερή ψυχή τσακισμένη. Είναι ένας ρόλος αντίθετος από μένα. Είμαι ηθοποιός, οπότε λίγο ψώνιο είμαι. Ασχολούμαι με την εικόνα, αυτή άλλωστε είναι η δουλειά μου. Αλλά για ηθοποιός είμαι από τους συνεσταλμένους στο θέμα Instagram, κοινωνικά δίκτυα, followers.

G.: Εσωστρεφής δηλαδή;

Β.Μ.: Οχι. Μ’ αρέσει πολύ η υποκριτική, όμως σε προσωπικό επίπεδο δεν μπορώ να χωνέψω ότι μέρος της δουλειάς μου είναι το να φροντίζω και τη δημόσια εικόνα μου. Κάποτε δεν ήταν.

G.: Αρα πλέον είναι;

Β.Μ.: Είναι ένας από τους δρόμους. Δεν σημαίνει ότι χωρίς αυτό δεν μπορείς να δουλέψεις. Εγώ που ασχολούμαι με τα social media πολύ ερασιτεχνικά, μια χαρά δουλεύω. Εάν έβγαινα τώρα από κάποια σχολή, και έψαχνα τρόπο να θωρακίσω τον εαυτό μου, μπορεί μες στην ανασφάλειά μου να φρόντιζα και γι’ αυτό. Αυτή τη στιγμή δεν νιώθω την ανάγκη.

G.: Πώς λοιπόν προσέγγισες έναν τέτοιον τύπο όπως ο Μίλτος;

Β.Μ.: Μελετήσαμε δυο-τρεις ινφλουένσερ από την Ελλάδα και το εξωτερικό. Είδα πώς είναι να ξυπνάς το πρωί και η πρώτη σου μέριμνα να είναι να κάνεις ένα ποστ ή reel. Πώς είναι να έχεις συνηθίσει να εκφέρεις λόγο όχι προς έναν φίλο ή την κοπέλα σου αλλά προς την ανθρωπότητα. Πώς είναι να διαμορφώνεις μέρα με τη μέρα μια περσόνα και ξαφνικά να είναι φίλοι σου 10.000 followers. Είναι σαν να αναπτύσσεται μια δεύτερη ζωή, η οποία δεν είναι αληθινή.

G.: Ποια ήταν η διαδρομή σου μέχρι να σε γνωρίσουμε ως ηθοποιό;

Β.Μ.: Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Καρδίτσα. Δεν είχα καμία σχέση ουσιαστική με το θέατρο, δεν είχαμε καν θέατρο εκεί. Οι γονείς μου ήταν καθηγητές. Και εγώ και ο αδελφός μου ήμασταν πάντα κοντά στις τέχνες. Ζωγραφίζαμε, παίζαμε μουσική, μου άρεσε πολύ το βίντεο. Και ήμουν και ο ανεκδοτάκιας της παρέας, αν αυτό μπορεί να συνδεθεί κάπως με το acting, ο κλόουν της τάξης. Υπήρχε λοιπόν η καλλιτεχνική φλέβα που με γαργαλούσε, έλεγα όμως πως δεν κάνω την τέχνη επάγγελμα γιατί θα τη σκότωνα. Κι έτσι, αφού μου άρεσαν πολύ τα Μαθηματικά και η Φυσική, πέρασα στο Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών στο Πολυτεχνείο. Πήγα, φρίκαρα, άρχισε να αναδύεται η καλλιτεχνική φύση και εντάχθηκα σε μια ερασιτεχνική θεατρική ομάδα της Ιατρικής. Μέσα από εκεί αρθρώθηκε η επιθυμία να πάω πια σε δραματική σχολή. Η υποκριτική ένιωθα ότι εκτόνωνε όλες μου τις ανάγκες σε σχέση με την τέχνη. Και είχε και τη συνύπαρξη που μου θύμιζε την παιδική μου ηλικία, όταν έπαιζα με τον αδελφό, τα ξαδέλφια, τους φίλους μου. Σίγουρα έπαιξε ρόλο και η αυτοπεποίθηση που μου έδινε. Επαιρνα ντόπα από την αποδοχή των άλλων.



G.: Τώρα που είσαι πια επαγγελματίας ηθοποιός, σου αρέσει που αρέσεις;

Β.Μ.: Ε, βέβαια. Σε ποιον δεν αρέσει να αρέσει; Νομίζω ότι απλώς κάποιοι αντέχουν το να μην αρέσουν.

G.: Πώς ήταν η περίοδος των «Παικτών»; Πολλά sold out, πολύ buzz, την άκουσες;

Β.Μ.: Την ακούς. Δεν γίνεται αλλιώς. Ερχεται η στιγμή που λες στον εαυτό σου αυτό το «γίναμε». Είναι απολαυστικό. Τον πρώτο χρόνο γυρνούσαμε στο σπίτι από τις παραστάσεις και δεν μπορούσαμε να κοιμηθούμε από τη χαρά μας. Οχι επειδή αρέσαμε, αλλά επειδή αρέσαμε τη στιγμή που εμείς περνάγαμε τέλεια. Ηταν ζωογόνο.

G.: Καλή συγκυρία;

Β.Μ.: Εμείς λέγαμε ότι μόλις είχε τελειώσει η πανδημία και ο κόσμος, που ήταν σκασμένος από τον εγκλεισμό, απόλαυσε μια παράσταση που είχε σκοπό να τον κάνει να γελάσει. Ενα άλλο που μας έλεγαν θεατές ήταν ότι φαινόταν το πόσο καλή χημεία είχαμε μεταξύ μας. Ομως αν τα ίδια πράγματα προσπαθήσεις να τα ξανακάνεις, μπορεί και να μην το πετύχεις. Δεν υπάρχει συνταγή επιτυχίας.

G.: Το μετά σε αγχώνει;

Β.Μ.: Σε αυτή τη φάση όχι. Κι ένας λόγος είναι ότι έχουν δημιουργηθεί αυτές οι παρέες ανθρώπων που άλλοι γράφουν, άλλοι παίζουν, άλλοι σκηνοθετούν, άλλοι συνθέτουν μουσική. Εχει αρχίσει να φτιάχνεται ένα μικρό χωριό όπου συνεργαζόμαστε μεταξύ μας. Κι αυτό επεκτείνεται.

G.: Πολλή ομαδικότητα. Ματαιοδοξία δεν παίζει;

Β.Μ.: Ολοι αυτοί που σου ανέφερα είμαστε και ψωνάρες. (γελάει) Είναι μια οικογένεια που εμπλουτίζεται διαρκώς με νέα μέλη. Και παίζουμε όλοι όλους τους ρόλους. Τη μαμά, τον μπαμπά, το παιδί.

G.: Η ζωή σου πώς είναι; Τέχνη; Τέχνη; Τέχνη;

Β.Μ.: Οχι, όχι, όχι. Εντάξει, έχει αρκετή τέχνη. Μ’ αρέσει πολύ να διαβάζω, μ’ αρέσουν πολύ τα ταξίδια, μ’ αρέσει η καλοπέραση που μπορεί να είναι απλώς και η ηρεμία στο σπίτι. Βγαίνω, πίνω, αυτό που επιδιώκω είναι να είμαι ήρεμος. Οταν δουλεύεις πολύ, δεν είναι εύκολο. Αλλά φέτος έχω αυτή την πολυτέλεια. Να μαθαίνω να απολαμβάνω τα πράγματα μέχρι εδώ που είναι. Οταν δουλεύεις πολύ νομίζω ότι τρέφεται το ανικανοποίητο και το στρες.

G.: Εχεις μια μικρή καθημερινή ιεροτελεστία;

Β.Μ.: Εχουμε έναν σκύλο με τη σύντροφό μου που τον πάμε βόλτα. Φέτος ειδικά απολαμβάνω πολύ και το διάβασμα. Μου αρέσει πολύ και η γυμναστική. Και οι φίλοι. Είμαι λίγο «βλαχοδήμαρχος», έχω πολλούς φίλους. Είμαι καλός στο να ακούω το πρόβλημα άλλων ανθρώπων και να συζητάω μαζί τους. Είμαι καλός ακροατής ή μάλλον είμαι καλός στο να αναρωτιέμαι παρέα με τον άλλο.

G.: Το Πολυτεχνείο το τελείωσες ποτέ;

Β.Μ.: Ναι. Στην αρχή δεν το γούσταρα καθόλου. Οταν όμως αποφάσισα να γίνω ηθοποιός, ξαφνικά έγινε και το Πολυτεχνείο πολύ ενδιαφέρον. Ηταν ένα πολύ σωστό αντίβαρο για το πολύ χαοτικό και συναισθηματικό στοιχείο που έχει η τέχνη. Μέσα από τη Φυσική και τα Μαθηματικά βρίσκεις κάποιες δομημένες απαντήσεις απέναντι στο χάος.

G.: Σε τι άλλο είσαι καλός;

Β.Μ.: Πιάνουν τα χέρια μου. Στην πανδημία, ας πούμε, έκανα ξυλογλυπτική. Μαθαίνω γρήγορα.

G.: Δεν έχεις ησυχία, ε;

Β.Μ.: Δεν έχω. Αλλά αυτό είναι που τελικά μού δίνει ησυχία 


info
Η σειρά «Σωτέ» είναι διαθέσιμη στον ANT1+.


styling associate: Χριστίνα Ευσταθίου. Grooming: Ελευθερία Σαββοπούλου. Βοηθός Φωτογράφου: Μάριος Μπαμπούρης. h φωτογράφηση πραγματοποιηθηκε στο Θέατρο Μπάγκειον, Πλ. Ομονοίας 18
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
δειτε ολες τις ειδησεις

Δείτε Επίσης