Δήμητρα Γαλάνη - Παυλίνα Βουλγαράκη: Η πρώτη... άδοξη συνάντηση και η σημαδιακή συνεργασία τους
Δήμητρα Γαλάνη - Παυλίνα Βουλγαράκη: Η πρώτη... άδοξη συνάντηση και η σημαδιακή συνεργασία τους
Οι δύο τραγουδοποιοί θυμούνται τη μάλλον άδοξη πρώτη τους συνάντηση, μιλούν για τη σημασία της αυθεντικότητας και της αθωότητας στην τέχνη και εξηγούν γιατί η φετινή συνεργασία τους αποδείχτηκε παραπάνω από σημαδιακή
Λένε ότι καμιά από τις δυο τους δεν είναι ο ίδιος άνθρωπος μετά τη φετινή συνεργασία τους στο «Vox», την οποία μάλιστα σφράγισαν πριν από λίγες εβδομάδες με την κυκλοφορία του τραγουδιού «Καρδιά μου» (Cobalt Music Eclectic). Θα ήταν λίγο ή ίσως άδικο να παρατηρήσει κανείς ότι η Δήμητρα Γαλάνη και η Παυλίνα Βουλγαράκη είχαν απλώς καλή χημεία, αγαστή συνεργασία, μια επιτυχημένη -καλλιτεχνικά αλλά και εισπρακτικά- σύμπραξη.
Στην πραγματικότητα, οι δύο τραγουδοποιοί μοιάζουν σαν να καθρέφτισαν τον εαυτό τους η μία στην άλλη. Με ειλικρίνεια, γενναιότητα και γνήσια περιέργεια. Κυρίως με αθωότητα. Από αυτήν άλλωστε αντλούν την άρρητη δύναμή τους -και μάλλον την έμπνευση και το κουράγιο τους να κάνουν τέχνη-, αυτή με την οποία σε εφοδιάζουν για καιρό, ακόμα κι αν περάσεις μαζί τους μόλις μία ώρα της ημέρας παρατηρώντας τες να συνομιλούν.
GALA: Διάβαζα για την πρώτη γνωριμία σας, όταν η Παυλίνα ήταν έφηβη.
ΔΗΜΗΤΡΑ ΓΑΛΑΝΗ: Ηταν ο πατέρας της Παυλίνας υπουργός Πολιτισμού τότε, μας είχε προσκαλέσει στο σπίτι τους στο Σούνιο. Ηταν πολύ όμορφα. Η Παυλίνα, που πήγαινε στη Β’ Γυμνασίου, πέρασε, μας είδε και μας προσπέρασε. Σιγά μην ασχολιόταν. Εκεί κατάλαβα ότι πρόκειται για μια πολύ ισχυρή οντότητα.
ΠΑΥΛΙΝΑ ΒΟΥΛΓΑΡΑΚΗ: Και ήμουν και πολύ μεγάλη fan. Αλλά τότε είχα άλλες προτεραιότητες. Χαιρέτησα από μακριά και έφυγα.
Δ.Γ.: Πολύ αργότερα άρχισα να την παρακολουθώ καλλιτεχνικά. Εκείνο που, κατ’ αρχάς, με τράβηξε ήταν ότι γράφει δικά της τραγούδια. Με τους τραγουδοποιούς δηλώνω γοητευμένη. Τους έχω αδυναμία. Με συγκινούσε ότι ένα νέο παιδί όχι μόνο ξεκινάει στη μουσική, αλλά παλεύει με το δικό του υλικό.
G.: Η διττή ιδιότητα ανεβάζει και τον πήχη;
Δ.Γ.: Στο δικό μου κριτήριο πολύ. Οταν ένας άνθρωπος γράφει στίχους και μουσική δεν φοβάται να είναι γυμνός, να εκθέσει την ψυχή του.
G.: Παυλίνα, εσύ τι θαύμαζες τότε στη Γαλάνη;
Π.Β.: Δεν μπορώ να το ανακαλέσω. Θυμάμαι ότι άκουγα πολύ τα τραγούδια της, όπως και του Παύλου Σιδηρόπουλου και της Αρλέτας. Συμπτωματικά, που τελικά δεν ήταν καθόλου συμπτωματικά, με έλκυαν οι άνθρωποι που έγραφαν τα δικά τους τραγούδια. Ποτέ δεν μου έλεγε κάτι μια σπουδαία φωνή από μόνη της, πίσω από την οποία δεν υπήρχε ένας άνθρωπος που θα μπορούσε να με συνεπάρει.
Δ.Γ.: Ο τραγουδιστής στην Ελλάδα πάντως είναι ένα πρόσωπο πολύ οικείο. Είναι δίπλα σου συνέχεια. Στη χαρά σου, στον πόνο σου, στην εκτόνωσή σου. Πρόκειται για ένα πρόσωπο σχεδόν οικογενειακό. Είσαι η «Δήμητρά του», είσαι η «Παυλίνα του».
G.: Υποθέτω ότι αμφότερες ζείτε με αυτή την οικεία προσέγγιση.
Δ.Γ.: Οχι μόνο το ζω, αλλά είναι και εξαιρετικά συγκινητικό. Επειτα από 54 χρόνια που τραγουδάω, όταν έρχεται κάποιος και μου λέει «μαζί σου έχω κλάψει» ή «έχω ερωτευτεί», συγκινούμαι πάρα πολύ και αισθάνομαι ευλογημένη. Εκεί που κάθεσαι σου έρχεται ένα θετικό πράγμα από ανθρώπους που δεν γνωρίζεις. Σκέφτονται και μιλάνε για σένα ως κάτι πολύτιμο.
G.: Πότε ανακαλύψατε καθεμιά το χάρισμά σας;
Δ.Γ.: Πιστεύω ότι η οικογένεια παίζει τεράστιο ρόλο, ο τρόπος με τον οποίο θα σου στρωθεί ένα πεδίο για να κινηθείς. Από την άλλη, έχουμε ακούσει για τεράστια ταλέντα που υπέστησαν φοβερή καταπίεση και τελικά βρήκαν τον δρόμο μέσα από το τραύμα. Θα μου πεις, όλοι μέσα από τα τραύματά μας υπάρχουμε.
G.: Χωρίς τραύμα υπάρχει τέχνη;
Δ.Γ.: Ούτε ψείρα δεν υπάρχει χωρίς τραύμα.
G.: Ναι, αλλά ζούμε σε έναν κόσμο που καμουφλάρει τις πληγές με μια επίπλαστη τελειότητα. Εννοώ μέσα από τα κοινωνικά δίκτυα.
Δ.Γ.: Αυτή είναι η τραγική κατάληξη της πρώτης επαφής του ανθρώπου με την τεχνολογία. Είναι θλιβερή εικόνα. Η τεχνολογία, πάντως, καθόλου δεν εννοεί αυτό. Είναι ένα πέταγμα, μια απογείωση ανθρώπινη που θα κάνει ακόμα περισσότερα καλά. Αυτό πιστεύω ως αισιόδοξη. Εννοείται ότι ο κίνδυνος έρχεται απ’ τα χέρια στα οποία θα πέσει. Εκείνο που με τρομάζει είναι με πόση ευκολία εκθέτει καθένας πια τη ζωή του. Τι γοητεία βρίσκεις άραγε να εκθέσεις την πιο δική σου στιγμή;
Π.Β.: Εγώ έχω ένα προφίλ στο Instagram. Και διαρκώς σβήνω και ξανακατεβάζω την εφαρμογή στο κινητό μου. Γιατί τις περιόδους όπου το χρησιμοποιώ στενοχωριέμαι που δεν μπορώ να φτάσω στα πρότυπα φίλων και γνωστών. Ανθρώπων που τους βλέπω διαρκώς ευτυχισμένους, να κάνουν τη διατροφή τους, να γυμνάζονται, να περνάνε συνέχεια καλά. Σκέψου πόσο ανασφαλής είμαι που καταλήγω να πιστεύω ότι είμαι άχρηστη.
G.: Για να τραβήξει την προσοχή ένας καλλιτέχνης σε μια εποχή άπειρης πληροφορίας και ερεθισμάτων, τι πρέπει να κάνει;
Π.Β.: Νομίζω ότι στην εποχή της διαφορετικότητας υπάρχει μια άρρητη επιβολή να προσποιηθείς ότι έχεις κάτι υπερ-διαφορετικό. Ενώ το γεγονός ότι είσαι άνθρωπος και ευάλωτος σε κάνει αυτόματα διαφορετικό από κάθε άλλον. Η αυθεντικότητα αυτή τη στιγμή δεν αρκεί. Για να ξεχωρίσεις πρέπει να υιοθετήσεις μια ακραία προς οποιαδήποτε κατεύθυνση περσόνα. Αυτό παρατηρώ.
G.: Hταν πιο απλά τα πράγματα παλιά;
Δ.Γ.: Για μένα αυτά είναι τελείως άγνωστα. Τελείως όμως. Είμαι της γνώμης ότι υπάρχει ένας σωρός στον οποίο οι άνθρωποι που έχουμε μια δημιουργικότητα εναποθέτουμε κάτι. Εχω την εντύπωση ότι ο κόσμος προσεγγίζει αυτόν τον σωρό και επιλέγει αυτό που θέλει. Δεν πά’ να του λες εσύ ότι έχεις γράψει τον ουρανό με τ’ άστρα; Εκείνος θα ακούσει αυτό που θέλει και έχει ανάγκη. Θέλω να πιστεύω ότι ακόμα λειτουργούν αυτές οι συνθήκες.
Π.Β.: Ετσι ξεκλείδωσε εμένα. Οταν είχα χαωθεί και δεν ήξερα τι να κάνω, μου είπε: «Μην προσπαθείς να κάνεις κάτι άλλο. Ελκεις νομοτελειακά αυτό που είσαι». Αυτό με ηρέμησε.
Δ.Γ.: Αυτό που εκπέμπεις θα πάει στα κατάλληλα πρόσωπα.
G.: Μάθημα ζωής;
Δ.Γ.: Είναι κάτι που με δίδαξε η πείρα. Κι εγώ είχα τις αγωνίες μου. Ελεγα γιατί δεν κάνω ένα smash hit, όταν ο άλλος συνάδελφός μου κάνει; Ξέρεις γιατί; Διότι δεν ήμουν εγώ γι’ αυτό.
Π.Β.: Ε, πώς; Σε μας έχεις κάνει smash hits.
Δ.Γ.: Ναι, αλλά δεν ήμουν ποτέ των χρυσών, των πλατινένιων και των αδαμάντινων δίσκων. Ξέρεις, νόμιζα κάποτε ότι θα μου ήταν πολύ εύκολο να πετάξω μια τέτοιου τύπου επιτυχία. Κι έκανα μια-δυο φορές κάτι βλακώδεις προσπάθειες, οι οποίες ήταν για γέλια γιατί δεν έπεισαν κανέναν. Το πέρασα αυτό το κουπί μόνη, αλλά υπήρχαν άνθρωποι που μου έδωσαν φως. Είχα, βλέπεις, μεγάλη τύχη. Οι πρώτοι άνθρωποι που γνώρισα ήταν ο Γκάτσος, ο Μούτσης και αμέσως μετά ο Ξαρχάκος, ο Χατζιδάκις, ο Τσιτσάνης, ο Λοΐζος, ο Σπανός, ο Χατζηνάσιος. Πρέπει να είσαι πολύ ηλίθιος όταν γνωρίζεις τέτοιες προσωπικότητες για να μη ρουφήξεις κάθε στιγμή μαζί τους. Ηταν όμως μια άλλη εποχή.
G.: Ηταν δηλαδή ζήτημα περιόδου;
Δ.Γ.: Ηταν η συνθήκη. Οταν γνώρισα τον Μούτση δεν είχα καταλάβει καλά-καλά ποιος είναι. Είχα μια απόλυτη άγνοια κινδύνου που επέτρεπε την αθωότητα. Αυτό που μου λείπει στην εποχή μας είναι η δύναμη της αθωότητας. Γιατί η αθωότητα προϋποθέτει δύναμη. Για να είσαι αθώος πρέπει να είσαι πολύ δυνατός. Και ορθάνοιχτος. Η αθωότητα, ξέρεις, θέλει ανοιχτωσιά.
G.: Εσύ, Παυλίνα, πώς θα έλεγες ότι νιώθεις; Αθώα ή υποψιασμένη;
Π.Β.: Καθόλου υποψιασμένη. Ισα-ίσα παραείμαι χύμα και πρέπει να βρίσκω τις δυνάμεις να καταλαβαίνω ποια είμαι. Ξέρεις πόσα κατάλαβα μέσα από τη Δήμητρα; Με πιο σημαντικό απ’ όλα ότι η αυθεντικότητα δεν εμπεριέχει τυχαιότητα. Νόμιζα ότι ο αυθεντικός καλλιτέχνης κάνει ό,τι του ’ρθει. Ομως έμαθα ότι ακόμα και τις φορές που δεν ξέρει ποιος είναι, ξέρει ποιος θέλει να είναι.
Δ.Γ.: Αυτό που λες με συγκινεί πολύ.
Π.Β.: Είναι σαν να μεταλλάχτηκα μέσα από τη συνεργασία με τη Δήμητρα. Οχι επειδή μου έκανε κάποιο μάθημα. Την παρατηρούσα να είναι απλά ο εαυτός της. Στα πρώτα live δεν είχα καρδιά. Πήγαινα με τη δική της. Ημουν συνεξαρτώμενη.
Δ.Γ.: Γι’ αυτό έγραψε το «Καρδιά μου».
Π.Β.: Αν ένιωθε δυνατή, ένιωθα δυνατή. Αν ένιωθε ευάλωτη, ένιωθα ευάλωτη. Μέσα από αυτή τη διαδικασία βρήκα τη δική μου φωνή και νομίζω ότι βρίσκομαι πιο κοντά από ποτέ σε αυτό που θέλω να είμαι.
Δ.Γ.: Και μόνο που διακρίνεις και επιλέγεις, σημαίνει πολλά. Σημασία δεν έχει τι θα σου δώσουν οι άλλοι -περισσότερο ή λιγότερο σημαντικοί- άνθρωποι, αλλά τι θα πάρεις εσύ. Ξέρετε, οι παλιοί μουσικοί, ειδικά οι παίκτες του μπουζουκιού που δεν μπορούσαν να μάθουν μπουζούκι στο ωδείο, έπαιρναν το όργανο, κάθονταν στο πάλκο και έκλεβαν με την παρατήρηση ό,τι μπορούσαν από τους έμπειρους οργανοπαίχτες. Αν ρωτήσεις μεγάλους σολίστες, δεν τους έδειξε ποτέ κανείς. Κακά τα ψέματα, η ζωή είναι ωραία όταν ξέρεις να την παρατηρείς.
G.: Δύσκολο ακούγεται.
Δ.Γ.: Ναι, για τους ανθρώπους που έχουν ταλέντο και έντονη προσωπικότητα. Εκεί πρέπει να βάλεις σε πειθαρχία τον εαυτό σου. Αν κάτι καλό έχει αυτή η ιστορία, είναι ότι κρατά το εγώ σου σε μια διαρκή δοκιμασία.
Στην πραγματικότητα, οι δύο τραγουδοποιοί μοιάζουν σαν να καθρέφτισαν τον εαυτό τους η μία στην άλλη. Με ειλικρίνεια, γενναιότητα και γνήσια περιέργεια. Κυρίως με αθωότητα. Από αυτήν άλλωστε αντλούν την άρρητη δύναμή τους -και μάλλον την έμπνευση και το κουράγιο τους να κάνουν τέχνη-, αυτή με την οποία σε εφοδιάζουν για καιρό, ακόμα κι αν περάσεις μαζί τους μόλις μία ώρα της ημέρας παρατηρώντας τες να συνομιλούν.
GALA: Διάβαζα για την πρώτη γνωριμία σας, όταν η Παυλίνα ήταν έφηβη.
ΔΗΜΗΤΡΑ ΓΑΛΑΝΗ: Ηταν ο πατέρας της Παυλίνας υπουργός Πολιτισμού τότε, μας είχε προσκαλέσει στο σπίτι τους στο Σούνιο. Ηταν πολύ όμορφα. Η Παυλίνα, που πήγαινε στη Β’ Γυμνασίου, πέρασε, μας είδε και μας προσπέρασε. Σιγά μην ασχολιόταν. Εκεί κατάλαβα ότι πρόκειται για μια πολύ ισχυρή οντότητα.
ΠΑΥΛΙΝΑ ΒΟΥΛΓΑΡΑΚΗ: Και ήμουν και πολύ μεγάλη fan. Αλλά τότε είχα άλλες προτεραιότητες. Χαιρέτησα από μακριά και έφυγα.
Δ.Γ.: Πολύ αργότερα άρχισα να την παρακολουθώ καλλιτεχνικά. Εκείνο που, κατ’ αρχάς, με τράβηξε ήταν ότι γράφει δικά της τραγούδια. Με τους τραγουδοποιούς δηλώνω γοητευμένη. Τους έχω αδυναμία. Με συγκινούσε ότι ένα νέο παιδί όχι μόνο ξεκινάει στη μουσική, αλλά παλεύει με το δικό του υλικό.
G.: Η διττή ιδιότητα ανεβάζει και τον πήχη;
Δ.Γ.: Στο δικό μου κριτήριο πολύ. Οταν ένας άνθρωπος γράφει στίχους και μουσική δεν φοβάται να είναι γυμνός, να εκθέσει την ψυχή του.
G.: Παυλίνα, εσύ τι θαύμαζες τότε στη Γαλάνη;
Π.Β.: Δεν μπορώ να το ανακαλέσω. Θυμάμαι ότι άκουγα πολύ τα τραγούδια της, όπως και του Παύλου Σιδηρόπουλου και της Αρλέτας. Συμπτωματικά, που τελικά δεν ήταν καθόλου συμπτωματικά, με έλκυαν οι άνθρωποι που έγραφαν τα δικά τους τραγούδια. Ποτέ δεν μου έλεγε κάτι μια σπουδαία φωνή από μόνη της, πίσω από την οποία δεν υπήρχε ένας άνθρωπος που θα μπορούσε να με συνεπάρει.
Δ.Γ.: Ο τραγουδιστής στην Ελλάδα πάντως είναι ένα πρόσωπο πολύ οικείο. Είναι δίπλα σου συνέχεια. Στη χαρά σου, στον πόνο σου, στην εκτόνωσή σου. Πρόκειται για ένα πρόσωπο σχεδόν οικογενειακό. Είσαι η «Δήμητρά του», είσαι η «Παυλίνα του».
G.: Υποθέτω ότι αμφότερες ζείτε με αυτή την οικεία προσέγγιση.
Δ.Γ.: Οχι μόνο το ζω, αλλά είναι και εξαιρετικά συγκινητικό. Επειτα από 54 χρόνια που τραγουδάω, όταν έρχεται κάποιος και μου λέει «μαζί σου έχω κλάψει» ή «έχω ερωτευτεί», συγκινούμαι πάρα πολύ και αισθάνομαι ευλογημένη. Εκεί που κάθεσαι σου έρχεται ένα θετικό πράγμα από ανθρώπους που δεν γνωρίζεις. Σκέφτονται και μιλάνε για σένα ως κάτι πολύτιμο.
G.: Πότε ανακαλύψατε καθεμιά το χάρισμά σας;
Δ.Γ.: Πιστεύω ότι η οικογένεια παίζει τεράστιο ρόλο, ο τρόπος με τον οποίο θα σου στρωθεί ένα πεδίο για να κινηθείς. Από την άλλη, έχουμε ακούσει για τεράστια ταλέντα που υπέστησαν φοβερή καταπίεση και τελικά βρήκαν τον δρόμο μέσα από το τραύμα. Θα μου πεις, όλοι μέσα από τα τραύματά μας υπάρχουμε.
G.: Χωρίς τραύμα υπάρχει τέχνη;
Δ.Γ.: Ούτε ψείρα δεν υπάρχει χωρίς τραύμα.
G.: Ναι, αλλά ζούμε σε έναν κόσμο που καμουφλάρει τις πληγές με μια επίπλαστη τελειότητα. Εννοώ μέσα από τα κοινωνικά δίκτυα.
Δ.Γ.: Αυτή είναι η τραγική κατάληξη της πρώτης επαφής του ανθρώπου με την τεχνολογία. Είναι θλιβερή εικόνα. Η τεχνολογία, πάντως, καθόλου δεν εννοεί αυτό. Είναι ένα πέταγμα, μια απογείωση ανθρώπινη που θα κάνει ακόμα περισσότερα καλά. Αυτό πιστεύω ως αισιόδοξη. Εννοείται ότι ο κίνδυνος έρχεται απ’ τα χέρια στα οποία θα πέσει. Εκείνο που με τρομάζει είναι με πόση ευκολία εκθέτει καθένας πια τη ζωή του. Τι γοητεία βρίσκεις άραγε να εκθέσεις την πιο δική σου στιγμή;
Π.Β.: Εγώ έχω ένα προφίλ στο Instagram. Και διαρκώς σβήνω και ξανακατεβάζω την εφαρμογή στο κινητό μου. Γιατί τις περιόδους όπου το χρησιμοποιώ στενοχωριέμαι που δεν μπορώ να φτάσω στα πρότυπα φίλων και γνωστών. Ανθρώπων που τους βλέπω διαρκώς ευτυχισμένους, να κάνουν τη διατροφή τους, να γυμνάζονται, να περνάνε συνέχεια καλά. Σκέψου πόσο ανασφαλής είμαι που καταλήγω να πιστεύω ότι είμαι άχρηστη.
G.: Για να τραβήξει την προσοχή ένας καλλιτέχνης σε μια εποχή άπειρης πληροφορίας και ερεθισμάτων, τι πρέπει να κάνει;
Π.Β.: Νομίζω ότι στην εποχή της διαφορετικότητας υπάρχει μια άρρητη επιβολή να προσποιηθείς ότι έχεις κάτι υπερ-διαφορετικό. Ενώ το γεγονός ότι είσαι άνθρωπος και ευάλωτος σε κάνει αυτόματα διαφορετικό από κάθε άλλον. Η αυθεντικότητα αυτή τη στιγμή δεν αρκεί. Για να ξεχωρίσεις πρέπει να υιοθετήσεις μια ακραία προς οποιαδήποτε κατεύθυνση περσόνα. Αυτό παρατηρώ.
G.: Hταν πιο απλά τα πράγματα παλιά;
Δ.Γ.: Για μένα αυτά είναι τελείως άγνωστα. Τελείως όμως. Είμαι της γνώμης ότι υπάρχει ένας σωρός στον οποίο οι άνθρωποι που έχουμε μια δημιουργικότητα εναποθέτουμε κάτι. Εχω την εντύπωση ότι ο κόσμος προσεγγίζει αυτόν τον σωρό και επιλέγει αυτό που θέλει. Δεν πά’ να του λες εσύ ότι έχεις γράψει τον ουρανό με τ’ άστρα; Εκείνος θα ακούσει αυτό που θέλει και έχει ανάγκη. Θέλω να πιστεύω ότι ακόμα λειτουργούν αυτές οι συνθήκες.
Π.Β.: Ετσι ξεκλείδωσε εμένα. Οταν είχα χαωθεί και δεν ήξερα τι να κάνω, μου είπε: «Μην προσπαθείς να κάνεις κάτι άλλο. Ελκεις νομοτελειακά αυτό που είσαι». Αυτό με ηρέμησε.
Δ.Γ.: Αυτό που εκπέμπεις θα πάει στα κατάλληλα πρόσωπα.
G.: Μάθημα ζωής;
Δ.Γ.: Είναι κάτι που με δίδαξε η πείρα. Κι εγώ είχα τις αγωνίες μου. Ελεγα γιατί δεν κάνω ένα smash hit, όταν ο άλλος συνάδελφός μου κάνει; Ξέρεις γιατί; Διότι δεν ήμουν εγώ γι’ αυτό.
Π.Β.: Ε, πώς; Σε μας έχεις κάνει smash hits.
Δ.Γ.: Ναι, αλλά δεν ήμουν ποτέ των χρυσών, των πλατινένιων και των αδαμάντινων δίσκων. Ξέρεις, νόμιζα κάποτε ότι θα μου ήταν πολύ εύκολο να πετάξω μια τέτοιου τύπου επιτυχία. Κι έκανα μια-δυο φορές κάτι βλακώδεις προσπάθειες, οι οποίες ήταν για γέλια γιατί δεν έπεισαν κανέναν. Το πέρασα αυτό το κουπί μόνη, αλλά υπήρχαν άνθρωποι που μου έδωσαν φως. Είχα, βλέπεις, μεγάλη τύχη. Οι πρώτοι άνθρωποι που γνώρισα ήταν ο Γκάτσος, ο Μούτσης και αμέσως μετά ο Ξαρχάκος, ο Χατζιδάκις, ο Τσιτσάνης, ο Λοΐζος, ο Σπανός, ο Χατζηνάσιος. Πρέπει να είσαι πολύ ηλίθιος όταν γνωρίζεις τέτοιες προσωπικότητες για να μη ρουφήξεις κάθε στιγμή μαζί τους. Ηταν όμως μια άλλη εποχή.
G.: Ηταν δηλαδή ζήτημα περιόδου;
Δ.Γ.: Ηταν η συνθήκη. Οταν γνώρισα τον Μούτση δεν είχα καταλάβει καλά-καλά ποιος είναι. Είχα μια απόλυτη άγνοια κινδύνου που επέτρεπε την αθωότητα. Αυτό που μου λείπει στην εποχή μας είναι η δύναμη της αθωότητας. Γιατί η αθωότητα προϋποθέτει δύναμη. Για να είσαι αθώος πρέπει να είσαι πολύ δυνατός. Και ορθάνοιχτος. Η αθωότητα, ξέρεις, θέλει ανοιχτωσιά.
G.: Εσύ, Παυλίνα, πώς θα έλεγες ότι νιώθεις; Αθώα ή υποψιασμένη;
Π.Β.: Καθόλου υποψιασμένη. Ισα-ίσα παραείμαι χύμα και πρέπει να βρίσκω τις δυνάμεις να καταλαβαίνω ποια είμαι. Ξέρεις πόσα κατάλαβα μέσα από τη Δήμητρα; Με πιο σημαντικό απ’ όλα ότι η αυθεντικότητα δεν εμπεριέχει τυχαιότητα. Νόμιζα ότι ο αυθεντικός καλλιτέχνης κάνει ό,τι του ’ρθει. Ομως έμαθα ότι ακόμα και τις φορές που δεν ξέρει ποιος είναι, ξέρει ποιος θέλει να είναι.
Δ.Γ.: Αυτό που λες με συγκινεί πολύ.
Π.Β.: Είναι σαν να μεταλλάχτηκα μέσα από τη συνεργασία με τη Δήμητρα. Οχι επειδή μου έκανε κάποιο μάθημα. Την παρατηρούσα να είναι απλά ο εαυτός της. Στα πρώτα live δεν είχα καρδιά. Πήγαινα με τη δική της. Ημουν συνεξαρτώμενη.
Δ.Γ.: Γι’ αυτό έγραψε το «Καρδιά μου».
Π.Β.: Αν ένιωθε δυνατή, ένιωθα δυνατή. Αν ένιωθε ευάλωτη, ένιωθα ευάλωτη. Μέσα από αυτή τη διαδικασία βρήκα τη δική μου φωνή και νομίζω ότι βρίσκομαι πιο κοντά από ποτέ σε αυτό που θέλω να είμαι.
Δ.Γ.: Και μόνο που διακρίνεις και επιλέγεις, σημαίνει πολλά. Σημασία δεν έχει τι θα σου δώσουν οι άλλοι -περισσότερο ή λιγότερο σημαντικοί- άνθρωποι, αλλά τι θα πάρεις εσύ. Ξέρετε, οι παλιοί μουσικοί, ειδικά οι παίκτες του μπουζουκιού που δεν μπορούσαν να μάθουν μπουζούκι στο ωδείο, έπαιρναν το όργανο, κάθονταν στο πάλκο και έκλεβαν με την παρατήρηση ό,τι μπορούσαν από τους έμπειρους οργανοπαίχτες. Αν ρωτήσεις μεγάλους σολίστες, δεν τους έδειξε ποτέ κανείς. Κακά τα ψέματα, η ζωή είναι ωραία όταν ξέρεις να την παρατηρείς.
G.: Δύσκολο ακούγεται.
Δ.Γ.: Ναι, για τους ανθρώπους που έχουν ταλέντο και έντονη προσωπικότητα. Εκεί πρέπει να βάλεις σε πειθαρχία τον εαυτό σου. Αν κάτι καλό έχει αυτή η ιστορία, είναι ότι κρατά το εγώ σου σε μια διαρκή δοκιμασία.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα