Μαριάννα Κιμούλη: «Είναι άτοπο να με συγκρίνουν με τον πατέρα μου»
10.06.2024
07:13
Η σχέση της με τους διάσημους γονείς της, η πολύτιμη αυτονομία της, τα μαθήματα που της δίνει η υποκριτική και ο ρόλος της στις «Ψυχοκόρες» του ΑΝΤ1 - Η σταθερά ανερχόμενη ηθοποιός έχει πολλά να πει κι ακόμα περισσότερα να κατακτήσει στο μέλλον
H Μαριάννα Κιμούλη είναι ένα φωτεινό πλάσμα -έστω και κατά περιόδους, όπως η ίδια ισχυρίζεται- που γελάει πολύ, χαμογελάει περισσότερο και είναι απολαυστική συνομιλήτρια. Ως Μαρίκα, η μεγαλύτερη από τις αδερφές στις «Ψυχοκόρες» του ANT1, έγινε οικείο πρόσωπο σε χιλιάδες τηλεθεατές και κέρδισε το δικό της μερίδιο στη δημοσιότητα, που προς το παρόν τουλάχιστον είναι ένας άγνωστος και ίσως λίγο τρομακτικός τόπος για μια ηθοποιό που κάνει ακόμα τα πρώτα της βήματα.
Θα έλεγε κανείς ότι ως κόρη του Γιώργου Κιμούλη και της Μαρίας Δαμανάκη θα έπρεπε να έχει συνηθίσει στη δημοσιότητα και ίσως ακόμα και στην αδιακρισία, αλλά εκείνη με διαβεβαιώνει ότι οι γονείς της τη μεγάλωσαν σε ένα υγιές περιβάλλον, μακριά από τα φώτα, σαν ένα οποιοδήποτε συνηθισμένο παιδί οποιωνδήποτε συνηθισμένων γονιών. Μόνο που η Μαριάννα δεν είναι καθόλου συνηθισμένο κορίτσι - λόγω του ταλέντου της και όχι επειδή τη λένε Κιμούλη.
GALA: Σου αρέσει να δίνεις συνεντεύξεις;
ΜΑΡΙΑΝΝΑ ΚΙΜΟΥΛΗ: Οχι, καθόλου. Είμαι και εσωστρεφής άνθρωπος, οπότε μου είναι δύσκολο. Υπάρχουν κάποια συναισθήματα που τα θεωρώ πολύ προσωπικά και δικά μου και νιώθω την ανάγκη να τα προστατεύσω, γιατί θέλω να τα μοιράζομαι μόνο με δικούς μου ανθρώπους. Οπότε αυτού του είδους η έκθεση με αγχώνει.
G.: Οπότε η επόμενη ερώτηση είναι πώς ένα εσωστρεφές άτομο αποφασίζει να ακολουθήσει ένα τόσο εξωστρεφές επάγγελμα.
Μ.Κ.: Εγώ γενικά είμαι αντιφατική. Οσο εσωστρεφής είμαι, άλλο τόσο θέλω να εκτίθεμαι μέσω της δουλειάς μου. Οσο ευαίσθητη είμαι, άλλο τόσο σκληρή μπορώ να γίνω. Οσο σκοτάδι έχω μέσα μου, άλλο τόσο έχω φως. Πάντα υπήρχαν οι αντιφάσεις μέσα μου ως στοιχεία προσωπικότητας, το οποίο με βοηθάει βέβαια στη δουλειά μου.
G.: Να υποθέσω ότι κληρονόμησες το μικρόβιο της υποκριτικής από τον πατέρα σου;
Μ.Κ.: Δεν το βλέπω ακριβώς έτσι. Νιώθω ότι μου δόθηκε η ευκαιρία από μια πολύ νεαρή ηλικία να γνωρίσω τον χώρο από μέσα και με τα καλά και με τα κακά που έχει, αλλά ήταν μια πολύ συνειδητή επιλογή από την εφηβεία και μετά, όταν πια ξεκίνησα να πηγαίνω σε καλοκαιρινά σεμινάρια σε δραματικές σχολές στην Αγγλία, στη RADA, στην Guildford...
G.: Οι γονείς σου σε στήριζαν;
Μ.Κ.: Ναι, από την αρχή σέβονταν όλες τις αποφάσεις που έπαιρνα. Ηταν πάντα πολύ γενναιόδωροι και υποστηρικτικοί, κάτι για το οποίο νιώθω πολύ τυχερή. Οπότε όταν τελείωσα το σχολείο, έφυγα για την Αγγλία με στόχο να μετακομίσω εκεί μόνιμα.
G.: Γιατί επέλεξες την Αγγλία;
Μ.Κ.: Είναι μια χώρα που εκτιμά πάρα πολύ τον πολιτισμό που παράγει, όπως και τους καλλιτέχνες, αλλά και τους ανθρώπους που διακονούν την τέχνη, και θεωρούσα ότι κατά μία έννοια ήταν η Μέκκα του θεάτρου στην Ευρώπη. Πήγα λοιπόν και σπούδασα Υποκριτική στο Royal Central School of Speech & Drama και Θεατρολογία στο Queen Mary. Ηθελα να έχω και τις θεωρητικές βάσεις. Κατά τη διάρκεια, νομίζω, του πτυχίου μου είχα μετανιώσει για τη Θεατρολογία, γιατί ήξερα ότι ήθελα να γίνω ηθοποιός και ένιωθα ότι ήταν αρκετά θεωρητικό αυτό που έκανα, αλλά τώρα καταλαβαίνω πόσο χρήσιμο μου ήταν αυτό το πτυχίο. Χωρίς αυτές τις θεωρητικές βάσεις δεν θα μπορούσα να είμαι στο στάδιο όπου βρίσκομαι τώρα ως ηθοποιός.
G.: Εκανες πράγματα στην Αγγλία;
Μ.Κ.: Ναι, δούλεψα ως βοηθός ενδυματολόγου της Φωτεινής Δήμου σε μια ταινία μικρού μήκους και μετά με πήρε μαζί της και στο BBC για την ταινία «The Dresser», με τον Αντονι Χόπκινς και τον Ιαν ΜακΚέλεν. Ηταν ένα τεράστιο σχολείο και απίστευτη ευκαιρία για έναν νέο άνθρωπο να δει πώς δουλεύουν τέτοιου μεγέθους ηθοποιοί.
G.: Στην Ελλάδα γιατί επέστρεψες;
Μ.Κ.: Για ένα καλοκαίρι γύρισα βασικά, δεν είχα στόχο να μείνω. Αλλά ερχόμενη στην Αθήνα συνειδητοποίησα πόσο ακραίο ήταν το πρόγραμμα που έκανα. Τις σπουδές στο πανεπιστήμιο και τη σχολή και τη δουλειά τα έκανα ταυτόχρονα. Και για ένα παιδί που ήταν 20 χρόνων αυτό ήταν κάπως βίαιο. Οπότε αποφάσισα να δώσω εξετάσεις και στο Εθνικό και στο Ωδείο Αθηνών, αλλά με μια άγνοια κινδύνου κι ένα «να δούμε τι θα γίνει». Και πέρασα και στα δύο και πήγα στο Εθνικό.
G.: Τι συμβουλές σού έχει δώσει ο πατέρας σου;
Μ.Κ.: Να έχω μεγάλη αντοχή. Αυτό το θυμάμαι από πάντα. Και πειθαρχία και αφοσίωση.
G.: Εχεις νιώσει ποτέ να σε συγκρίνουν μαζί του;
Μ.Κ.: Οχι, και σίγουρα σε αυτό βοηθάει ότι είμαι γυναίκα, δηλαδή ότι δεν θα υποδυόμουν ποτέ ίδιους ρόλους με εκείνον, και έπειτα υπάρχει μεγάλη διαφορά ηλικίας. Εκείνος είναι ένας άνθρωπος με τεράστια πορεία στον χώρο, εγώ ουσιαστικά τώρα ξεκίνησα να κάνω τα πρώτα μου βήματα. Καταλαβαίνω αν γίνεται αυτή η σύγκριση, αλλά ταυτόχρονα είναι και άτοπη.
G.: Πώς βρέθηκες στις «Ψυχοκόρες»;
Μ.Κ.: Με τον παραδοσιακό τρόπο, με κάστινγκ. Αρχικά με πήρε τηλέφωνο η Φρόσω Ράλλη, συναντήθηκα με την ίδια και τον σκηνοθέτη και μετά κάναμε τέσσερις μήνες κάστινγκ. Είδαν πάρα πολύ κόσμο μέχρι να καταλήξουν.
G.: Ηταν πολλές οι οντισιόν;
Μ.Κ.: Ναι, με πολλούς διαφορετικούς συνδυασμούς ώστε να μπορέσουμε να ταιριάξουμε οι αδερφές μεταξύ μας αλλά και με τους υπόλοιπους ρόλους μετά. Κι επειδή εγώ δεν τα απολαμβάνω τα κάστινγκ, με αγχώνουν πολύ, αυτή ήταν η πρώτη φορά που δημιουργήθηκε ένα κλίμα που θύμιζε περισσότερο πρόβα.
G.: Τι σχέση έχεις με τον ρόλο σου, τη Μαρίκα;
Μ.Κ.: Θαυμασμού. Εχει τα στοιχεία που θα ήθελα να έχω και που, αν τα είχαν αρκετοί, θα είχαμε μια πολύ καλύτερη κοινωνία.
G.: Ποια στοιχεία είναι αυτά;
Μ.Κ.: Είναι ακραία γενναιόδωρη, προσπαθεί πρώτα να κατανοήσει τον άλλον παρά να τον κρίνει, έχει τρομακτική υπομονή και ακούει πολύ καλύτερα απ’ όσο έχουμε συνηθίσει να ακούμε οι σύγχρονοι άνθρωποι.
G.: Σου έδωσε μαθήματα ζωής η Μαρίκα ή κάθε άλλος ρόλος σου;
Μ.Κ.: Νομίζω ότι μου δίνει μάθημα ζωής η υποκριτική. Κάπως μας μαθαίνει πώς οφείλουμε να ζούμε και πώς οφείλουμε να υπάρχουμε μαζί με άλλους ανθρώπους, μέσω της συνεργασίας.
G.: Η έννοια της συνεργασίας υπάρχει και σε άλλα επαγγέλματα όμως.
Μ.Κ.: Σίγουρα υπάρχει, απλώς ο πυρήνας σε αυτό το επάγγελμα είναι οι ανθρώπινες σχέσεις. Κι αυτό το «μαζί» νιώθω ότι έχει ξεχαστεί τις τελευταίες δεκαετίες.
G.: Κουβαλάς ποτέ τον ρόλο σου; Γίνεσαι για λίγο κάποια άλλη;
Μ.Κ.: Δεν πίστευα ποτέ σε αυτό. Θεωρώ ότι η υποκριτική μάς αφήνει να αποκαλύψουμε πλευρές του εαυτού μας που ήδη υπάρχουν. Μπορεί να μας μετατοπίσει προς μία κατεύθυνση, αλλά εμπεριέχονται αυτά τα στοιχεία ήδη μέσα μας. Την υποκριτική δεν την έβλεπα ποτέ ως τρόπο διαφυγής, ότι θα μεταμορφωθώ και θα γίνω κάτι άλλο, αλλά ότι μέσω αυτής θα γνωρίσω καλύτερα κάποιες πτυχές μου που ίσως προσπαθώ να κρύψω κιόλας και πώς θα υπάρχω καλύτερα με τους άλλους ανθρώπους.
G.: Πόσο έχεις αλλάξει αυτά τα 12 χρόνια, από τότε που ξεκίνησες τις σπουδές σου μέχρι σήμερα;
Μ.Κ.: Πολύ. Ημουν και πριν ευθύς, αλλά τώρα έχω γίνει ακόμα περισσότερο. Αυτό ήταν σίγουρα μια μετατόπιση που έγινε μέσω της υποκριτικής. Και νιώθω ότι είναι μια μετατόπιση που είναι και λίγο αντίσταση, γιατί η κοινωνία μάς σπρώχνει να λειτουργούμε με πλάγιο τρόπο. Οπότε εγώ προτιμώ την ευθεία οδό. Θεωρώ ότι η νέα γενιά καλλιτεχνών οφείλει να το έχει αυτό, γιατί ζούμε σε μια χώρα που δεν δείχνει κανέναν σεβασμό στους καλλιτέχνες και τον σύγχρονο πολιτισμό που παράγεται αυτή τη στιγμή. Εχουμε πολλά πράγματα να διεκδικήσουμε.
G.: Πώς τα πας με την έννοια της απόρριψης;
Μ.Κ.: Δεν την αντιμετωπίζω καθόλου με την αρνητική έννοια. Θεωρώ ότι οι άλλοι ζητούν κάτι συγκεκριμένο που μπορεί να μην έχω εγώ, τουλάχιστον τη δεδομένη στιγμή.
G.: Είσαι τόσο στωική και τόσο ψύχραιμη;
Μ.Κ.: Σε αυτό, ναι. Σε άλλα καθόλου. Αλλά στο θέμα της απόρριψης στις ακροάσεις θα έλεγα ότι με εκπαίδευσε περισσότερο η Αγγλία, γιατί εκεί μιλάμε για μια βιομηχανία θεάματος. Αυτό που μπορεί να βιώνουμε εδώ που κάπως γνωριζόμαστε με όλους εκεί δεν υπάρχει καθόλου. Εκεί έλυσα πολύ γρήγορα αυτό το αίσθημα, να μην προσωποποιώ δηλαδή την οποιαδήποτε απόρριψη για μια δουλειά.
G.: Σε ενοχλούν οι αρνητικές κριτικές;
Μ.Κ.: Ανάλογα. Προσπαθώ, κι αυτό είναι μία ακόμα συμβουλή που μου έχουν δώσει οι γονείς μου, να μην αξιώνω ανθρώπους που με απαξιώνουν και να μην απαξιώνω ανθρώπους που με αξιώνουν.
G.: Πώς ήταν τα παιδικά σου χρόνια αλήθεια;
Μ.Κ.: Ηρεμα, περιέργως. Το συνειδητοποιώ γιατί είναι μια ερώτηση που μου κάνουν πολύ συχνά και καταλαβαίνω γιατί μου την κάνουν. Εγώ δεν αντιμετώπισα ποτέ τους γονείς μου ως κάτι διαφορετικό από τους γονείς των άλλων παιδιών. Με προστάτευσαν και οι δύο πάρα πολύ από τη δημοσιότητα, οπότε ήταν πολύ ήρεμα και φυσιολογικά όλα.
G.: Ούτε είχες διαφορετική αντιμετώπιση στο σχολείο; Δεν ήσουν ποτέ η κόρη κάποιων επώνυμων;
Μ.Κ.: Οχι, με αντιμετώπιζαν όπως όλα τα παιδιά. Πιστεύω ότι οφείλεται στον τρόπο που μεγάλωσα, όπου η αυτονομία μου έπαιζε μεγάλο ρόλο. Καταλαβαίνω ότι έχω μια πολύ έντονη προσωπικότητα που ευτυχώς μέχρι τώρα, και νιώθω τυχερή γι’ αυτό, είναι αυτή που με χαρακτηρίζει και όχι το ποιοι είναι οι γονείς μου. Και στη σχολή ακόμα, όταν επέστρεψα από την Αγγλία, ποτέ δεν με αντιμετώπισαν ως την κόρη «κάποιων».
G.: Εχει ανέβει ο πήχης σου τώρα; Νιώθεις ότι πρέπει να είσαι πιο επιλεκτική σε επόμενους τηλεοπτικούς ρόλους;
Μ.Κ.: Σίγουρα πρέπει να είμαι πιο προσεκτική, αλλά και τα λάθη μέρος της ζωής είναι.
G.: Αρα αποδέχεσαι τα λάθη σου;
Μ.Κ.: Οχι, είμαι πολύ αυστηρή με τον εαυτό μου, αλλά είναι κάτι που προσπαθώ να το βελτιώσω.
G.: Είσαι καλά σε αυτή τη φάση της ζωής σου;
Μ.Κ.: Ναι, είμαι πολύ ερωτευμένη. Οι φίλοι μου γελάνε μαζί μου γιατί λένε ότι έχω μετατοπιστεί αρκετά από τότε, προς το θετικό ελπίζω.
Θα έλεγε κανείς ότι ως κόρη του Γιώργου Κιμούλη και της Μαρίας Δαμανάκη θα έπρεπε να έχει συνηθίσει στη δημοσιότητα και ίσως ακόμα και στην αδιακρισία, αλλά εκείνη με διαβεβαιώνει ότι οι γονείς της τη μεγάλωσαν σε ένα υγιές περιβάλλον, μακριά από τα φώτα, σαν ένα οποιοδήποτε συνηθισμένο παιδί οποιωνδήποτε συνηθισμένων γονιών. Μόνο που η Μαριάννα δεν είναι καθόλου συνηθισμένο κορίτσι - λόγω του ταλέντου της και όχι επειδή τη λένε Κιμούλη.
GALA: Σου αρέσει να δίνεις συνεντεύξεις;
ΜΑΡΙΑΝΝΑ ΚΙΜΟΥΛΗ: Οχι, καθόλου. Είμαι και εσωστρεφής άνθρωπος, οπότε μου είναι δύσκολο. Υπάρχουν κάποια συναισθήματα που τα θεωρώ πολύ προσωπικά και δικά μου και νιώθω την ανάγκη να τα προστατεύσω, γιατί θέλω να τα μοιράζομαι μόνο με δικούς μου ανθρώπους. Οπότε αυτού του είδους η έκθεση με αγχώνει.
G.: Οπότε η επόμενη ερώτηση είναι πώς ένα εσωστρεφές άτομο αποφασίζει να ακολουθήσει ένα τόσο εξωστρεφές επάγγελμα.
Μ.Κ.: Εγώ γενικά είμαι αντιφατική. Οσο εσωστρεφής είμαι, άλλο τόσο θέλω να εκτίθεμαι μέσω της δουλειάς μου. Οσο ευαίσθητη είμαι, άλλο τόσο σκληρή μπορώ να γίνω. Οσο σκοτάδι έχω μέσα μου, άλλο τόσο έχω φως. Πάντα υπήρχαν οι αντιφάσεις μέσα μου ως στοιχεία προσωπικότητας, το οποίο με βοηθάει βέβαια στη δουλειά μου.
G.: Να υποθέσω ότι κληρονόμησες το μικρόβιο της υποκριτικής από τον πατέρα σου;
Μ.Κ.: Δεν το βλέπω ακριβώς έτσι. Νιώθω ότι μου δόθηκε η ευκαιρία από μια πολύ νεαρή ηλικία να γνωρίσω τον χώρο από μέσα και με τα καλά και με τα κακά που έχει, αλλά ήταν μια πολύ συνειδητή επιλογή από την εφηβεία και μετά, όταν πια ξεκίνησα να πηγαίνω σε καλοκαιρινά σεμινάρια σε δραματικές σχολές στην Αγγλία, στη RADA, στην Guildford...
G.: Οι γονείς σου σε στήριζαν;
Μ.Κ.: Ναι, από την αρχή σέβονταν όλες τις αποφάσεις που έπαιρνα. Ηταν πάντα πολύ γενναιόδωροι και υποστηρικτικοί, κάτι για το οποίο νιώθω πολύ τυχερή. Οπότε όταν τελείωσα το σχολείο, έφυγα για την Αγγλία με στόχο να μετακομίσω εκεί μόνιμα.
G.: Γιατί επέλεξες την Αγγλία;
Μ.Κ.: Είναι μια χώρα που εκτιμά πάρα πολύ τον πολιτισμό που παράγει, όπως και τους καλλιτέχνες, αλλά και τους ανθρώπους που διακονούν την τέχνη, και θεωρούσα ότι κατά μία έννοια ήταν η Μέκκα του θεάτρου στην Ευρώπη. Πήγα λοιπόν και σπούδασα Υποκριτική στο Royal Central School of Speech & Drama και Θεατρολογία στο Queen Mary. Ηθελα να έχω και τις θεωρητικές βάσεις. Κατά τη διάρκεια, νομίζω, του πτυχίου μου είχα μετανιώσει για τη Θεατρολογία, γιατί ήξερα ότι ήθελα να γίνω ηθοποιός και ένιωθα ότι ήταν αρκετά θεωρητικό αυτό που έκανα, αλλά τώρα καταλαβαίνω πόσο χρήσιμο μου ήταν αυτό το πτυχίο. Χωρίς αυτές τις θεωρητικές βάσεις δεν θα μπορούσα να είμαι στο στάδιο όπου βρίσκομαι τώρα ως ηθοποιός.
G.: Εκανες πράγματα στην Αγγλία;
Μ.Κ.: Ναι, δούλεψα ως βοηθός ενδυματολόγου της Φωτεινής Δήμου σε μια ταινία μικρού μήκους και μετά με πήρε μαζί της και στο BBC για την ταινία «The Dresser», με τον Αντονι Χόπκινς και τον Ιαν ΜακΚέλεν. Ηταν ένα τεράστιο σχολείο και απίστευτη ευκαιρία για έναν νέο άνθρωπο να δει πώς δουλεύουν τέτοιου μεγέθους ηθοποιοί.
G.: Στην Ελλάδα γιατί επέστρεψες;
Μ.Κ.: Για ένα καλοκαίρι γύρισα βασικά, δεν είχα στόχο να μείνω. Αλλά ερχόμενη στην Αθήνα συνειδητοποίησα πόσο ακραίο ήταν το πρόγραμμα που έκανα. Τις σπουδές στο πανεπιστήμιο και τη σχολή και τη δουλειά τα έκανα ταυτόχρονα. Και για ένα παιδί που ήταν 20 χρόνων αυτό ήταν κάπως βίαιο. Οπότε αποφάσισα να δώσω εξετάσεις και στο Εθνικό και στο Ωδείο Αθηνών, αλλά με μια άγνοια κινδύνου κι ένα «να δούμε τι θα γίνει». Και πέρασα και στα δύο και πήγα στο Εθνικό.
G.: Τι συμβουλές σού έχει δώσει ο πατέρας σου;
Μ.Κ.: Να έχω μεγάλη αντοχή. Αυτό το θυμάμαι από πάντα. Και πειθαρχία και αφοσίωση.
G.: Εχεις νιώσει ποτέ να σε συγκρίνουν μαζί του;
Μ.Κ.: Οχι, και σίγουρα σε αυτό βοηθάει ότι είμαι γυναίκα, δηλαδή ότι δεν θα υποδυόμουν ποτέ ίδιους ρόλους με εκείνον, και έπειτα υπάρχει μεγάλη διαφορά ηλικίας. Εκείνος είναι ένας άνθρωπος με τεράστια πορεία στον χώρο, εγώ ουσιαστικά τώρα ξεκίνησα να κάνω τα πρώτα μου βήματα. Καταλαβαίνω αν γίνεται αυτή η σύγκριση, αλλά ταυτόχρονα είναι και άτοπη.
G.: Πώς βρέθηκες στις «Ψυχοκόρες»;
Μ.Κ.: Με τον παραδοσιακό τρόπο, με κάστινγκ. Αρχικά με πήρε τηλέφωνο η Φρόσω Ράλλη, συναντήθηκα με την ίδια και τον σκηνοθέτη και μετά κάναμε τέσσερις μήνες κάστινγκ. Είδαν πάρα πολύ κόσμο μέχρι να καταλήξουν.
G.: Ηταν πολλές οι οντισιόν;
Μ.Κ.: Ναι, με πολλούς διαφορετικούς συνδυασμούς ώστε να μπορέσουμε να ταιριάξουμε οι αδερφές μεταξύ μας αλλά και με τους υπόλοιπους ρόλους μετά. Κι επειδή εγώ δεν τα απολαμβάνω τα κάστινγκ, με αγχώνουν πολύ, αυτή ήταν η πρώτη φορά που δημιουργήθηκε ένα κλίμα που θύμιζε περισσότερο πρόβα.
G.: Τι σχέση έχεις με τον ρόλο σου, τη Μαρίκα;
Μ.Κ.: Θαυμασμού. Εχει τα στοιχεία που θα ήθελα να έχω και που, αν τα είχαν αρκετοί, θα είχαμε μια πολύ καλύτερη κοινωνία.
G.: Ποια στοιχεία είναι αυτά;
Μ.Κ.: Είναι ακραία γενναιόδωρη, προσπαθεί πρώτα να κατανοήσει τον άλλον παρά να τον κρίνει, έχει τρομακτική υπομονή και ακούει πολύ καλύτερα απ’ όσο έχουμε συνηθίσει να ακούμε οι σύγχρονοι άνθρωποι.
G.: Σου έδωσε μαθήματα ζωής η Μαρίκα ή κάθε άλλος ρόλος σου;
Μ.Κ.: Νομίζω ότι μου δίνει μάθημα ζωής η υποκριτική. Κάπως μας μαθαίνει πώς οφείλουμε να ζούμε και πώς οφείλουμε να υπάρχουμε μαζί με άλλους ανθρώπους, μέσω της συνεργασίας.
G.: Η έννοια της συνεργασίας υπάρχει και σε άλλα επαγγέλματα όμως.
Μ.Κ.: Σίγουρα υπάρχει, απλώς ο πυρήνας σε αυτό το επάγγελμα είναι οι ανθρώπινες σχέσεις. Κι αυτό το «μαζί» νιώθω ότι έχει ξεχαστεί τις τελευταίες δεκαετίες.
G.: Κουβαλάς ποτέ τον ρόλο σου; Γίνεσαι για λίγο κάποια άλλη;
Μ.Κ.: Δεν πίστευα ποτέ σε αυτό. Θεωρώ ότι η υποκριτική μάς αφήνει να αποκαλύψουμε πλευρές του εαυτού μας που ήδη υπάρχουν. Μπορεί να μας μετατοπίσει προς μία κατεύθυνση, αλλά εμπεριέχονται αυτά τα στοιχεία ήδη μέσα μας. Την υποκριτική δεν την έβλεπα ποτέ ως τρόπο διαφυγής, ότι θα μεταμορφωθώ και θα γίνω κάτι άλλο, αλλά ότι μέσω αυτής θα γνωρίσω καλύτερα κάποιες πτυχές μου που ίσως προσπαθώ να κρύψω κιόλας και πώς θα υπάρχω καλύτερα με τους άλλους ανθρώπους.
G.: Πόσο έχεις αλλάξει αυτά τα 12 χρόνια, από τότε που ξεκίνησες τις σπουδές σου μέχρι σήμερα;
Μ.Κ.: Πολύ. Ημουν και πριν ευθύς, αλλά τώρα έχω γίνει ακόμα περισσότερο. Αυτό ήταν σίγουρα μια μετατόπιση που έγινε μέσω της υποκριτικής. Και νιώθω ότι είναι μια μετατόπιση που είναι και λίγο αντίσταση, γιατί η κοινωνία μάς σπρώχνει να λειτουργούμε με πλάγιο τρόπο. Οπότε εγώ προτιμώ την ευθεία οδό. Θεωρώ ότι η νέα γενιά καλλιτεχνών οφείλει να το έχει αυτό, γιατί ζούμε σε μια χώρα που δεν δείχνει κανέναν σεβασμό στους καλλιτέχνες και τον σύγχρονο πολιτισμό που παράγεται αυτή τη στιγμή. Εχουμε πολλά πράγματα να διεκδικήσουμε.
G.: Πώς τα πας με την έννοια της απόρριψης;
Μ.Κ.: Δεν την αντιμετωπίζω καθόλου με την αρνητική έννοια. Θεωρώ ότι οι άλλοι ζητούν κάτι συγκεκριμένο που μπορεί να μην έχω εγώ, τουλάχιστον τη δεδομένη στιγμή.
G.: Είσαι τόσο στωική και τόσο ψύχραιμη;
Μ.Κ.: Σε αυτό, ναι. Σε άλλα καθόλου. Αλλά στο θέμα της απόρριψης στις ακροάσεις θα έλεγα ότι με εκπαίδευσε περισσότερο η Αγγλία, γιατί εκεί μιλάμε για μια βιομηχανία θεάματος. Αυτό που μπορεί να βιώνουμε εδώ που κάπως γνωριζόμαστε με όλους εκεί δεν υπάρχει καθόλου. Εκεί έλυσα πολύ γρήγορα αυτό το αίσθημα, να μην προσωποποιώ δηλαδή την οποιαδήποτε απόρριψη για μια δουλειά.
G.: Σε ενοχλούν οι αρνητικές κριτικές;
Μ.Κ.: Ανάλογα. Προσπαθώ, κι αυτό είναι μία ακόμα συμβουλή που μου έχουν δώσει οι γονείς μου, να μην αξιώνω ανθρώπους που με απαξιώνουν και να μην απαξιώνω ανθρώπους που με αξιώνουν.
G.: Πώς ήταν τα παιδικά σου χρόνια αλήθεια;
Μ.Κ.: Ηρεμα, περιέργως. Το συνειδητοποιώ γιατί είναι μια ερώτηση που μου κάνουν πολύ συχνά και καταλαβαίνω γιατί μου την κάνουν. Εγώ δεν αντιμετώπισα ποτέ τους γονείς μου ως κάτι διαφορετικό από τους γονείς των άλλων παιδιών. Με προστάτευσαν και οι δύο πάρα πολύ από τη δημοσιότητα, οπότε ήταν πολύ ήρεμα και φυσιολογικά όλα.
G.: Ούτε είχες διαφορετική αντιμετώπιση στο σχολείο; Δεν ήσουν ποτέ η κόρη κάποιων επώνυμων;
Μ.Κ.: Οχι, με αντιμετώπιζαν όπως όλα τα παιδιά. Πιστεύω ότι οφείλεται στον τρόπο που μεγάλωσα, όπου η αυτονομία μου έπαιζε μεγάλο ρόλο. Καταλαβαίνω ότι έχω μια πολύ έντονη προσωπικότητα που ευτυχώς μέχρι τώρα, και νιώθω τυχερή γι’ αυτό, είναι αυτή που με χαρακτηρίζει και όχι το ποιοι είναι οι γονείς μου. Και στη σχολή ακόμα, όταν επέστρεψα από την Αγγλία, ποτέ δεν με αντιμετώπισαν ως την κόρη «κάποιων».
G.: Εχει ανέβει ο πήχης σου τώρα; Νιώθεις ότι πρέπει να είσαι πιο επιλεκτική σε επόμενους τηλεοπτικούς ρόλους;
Μ.Κ.: Σίγουρα πρέπει να είμαι πιο προσεκτική, αλλά και τα λάθη μέρος της ζωής είναι.
G.: Αρα αποδέχεσαι τα λάθη σου;
Μ.Κ.: Οχι, είμαι πολύ αυστηρή με τον εαυτό μου, αλλά είναι κάτι που προσπαθώ να το βελτιώσω.
G.: Είσαι καλά σε αυτή τη φάση της ζωής σου;
Μ.Κ.: Ναι, είμαι πολύ ερωτευμένη. Οι φίλοι μου γελάνε μαζί μου γιατί λένε ότι έχω μετατοπιστεί αρκετά από τότε, προς το θετικό ελπίζω.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr