Ντάνιελ Ντέι-Λιούις: Η μεγάλη επιστροφή του «βασιλιά» στον κινηματογράφο
Day-Lewis-arthrou

Ντάνιελ Ντέι-Λιούις: Η μεγάλη επιστροφή του «βασιλιά» στον κινηματογράφο

Το «Ποτέ μη λες ποτέ» θα γίνει η νέα αγαπημένη φράση του κορυφαίου Βρετανοϊρλανδού ηθοποιού, που αποφάσισε να σπάσει το επταετές «εμπάργκο» του στα κινηματογραφικά δρώμενα, για να παίξει σε μια ταινία που σκηνοθετεί ο γιος του

Ο σερ Ντάνιελ Ντέι-Λιούις, ένας από τους μεγαλύτερους ηθοποιούς της γενιάς του, αν όχι ο σπουδαιότερος, πριν από εφτά χρόνια αποφάσισε να ρίξει μαύρη πέτρα στην υποκριτική για λόγους που ακόμα και για τον ίδιο δεν ήταν απολύτως ξεκάθαροι. «Δεν είμαι ακόμα σίγουρος γιατί, αλλά αυτή είναι μια απόφαση που έχει ωριμάσει πλέον μέσα μου.

Παρότι φοβάμαι να χρησιμοποιήσω την πολύπαθη λέξη “καλλιτέχνης”, υπάρχει κάτι στην ευθύνη του καλλιτέχνη που με βαραίνει. Χρειάζεται να πιστέψω στην αξία αυτού που κάνω. Αυτή η δουλειά μοιάζει να είναι ζωτικής σημασίας, ακόμα και ακαταμάχητη. Και αν το κοινό το πιστεύει αυτό, θα έπρεπε να μου είναι αρκετό. Αλλά τελευταία δεν είναι», είχε δηλώσει τότε, προσπαθώντας να ρίξει φως σε μια απόφαση που έμοιαζε υπερβολικά σκοτεινή για όλους τους υπόλοιπους.

Μέχρι και πριν από λίγους μήνες, ο Ντέι-Λιούις ήταν αποφασισμένος να κρατήσει τον λόγο που είχε δώσει στον εαυτό του και να μην ξαναπατήσει ποτέ το πόδι του σε σετ. Ποτέ μη λες ποτέ, όμως. Ο 67χρονος ηθοποιός μάλλον κάνει την ανάγκη φιλοτιμία και επιστρέφει έστω και για μία τελευταία φορά -παρότι δεν το έχει διευκρινίσει- για χάρη του γιου του Ρόναν Ντέι-Λιούις, που κάνει το σκηνοθετικό ντεμπούτο του με την ταινία «Anemone», σε σενάριο που συνέγραψε με τον διάσημο πατέρα του. Σύμφωνα με τους δημιουργούς, η ταινία εξερευνά τις πολύπλοκες σχέσεις πατεράδων, γιων και αδερφών και τις δυναμικές των συγγενικών δεσμών. Ισως να είναι και ένα κομμάτι από τη δική τους ιστορία ζωής.

Ο Nτάνιελ Ντέι-Λιούις δεν ήταν ποτέ συνηθισμένος άνθρωπος και κανείς δεν μπορεί να τον ψέξει -το αντίθετο, μάλιστα- που έπειτα από εφτά χρόνια άλλαξε γνώμη. Γιος του βραβευμένου Βρετανοϊρλανδού ποιητή Σέσιλ Ντέι-Λιούις και της ηθοποιού Τζιλ Μπάλκον, γεννήθηκε στο Λονδίνο και μεγάλωσε σε ένα σπίτι-καλλιτεχνικό άντρο στη γειτονιά του Γκρίνουιτς. «Δεν ήταν ακριβώς κοινότητα αυτό στο οποίο ζούσαμε, αλλά πάντα είχα την αίσθηση ότι η ζωή μας περιελάμβανε περισσότερους ανθρώπους πέραν του εαυτού μου, της αδερφής μου, της μητέρας μου και του πατέρα μου», θα περιέγραφε ο ίδιος μια εικόνα των παιδικών χρόνων του.

Στην εφηβεία του επέλεξε να καλλιεργήσει μια διπλή προσωπικότητα. «Στο σπίτι ήμουν ο καθώς πρέπει εαυτός μου και όταν έβγαινα γινόμουν ένας αθυρόστομος Λονδρέζος που έμπλεκε σε καβγάδες και μιλούσε με διαφορετική προφορά. Η αδερφή μου με αποκαλούσε ελεεινό υποκριτή, αλλά εγώ το λάτρευα». Τελικά οι δικοί του τον έστειλαν οικότροφο σε εσώκλειστο σχολείο για ατίθασα παιδιά, για να διαπλάσει ήθος και χαρακτήρα. Δεν τα κατάφεραν ακριβώς.

Ο Ντέι-Λιούις έχει βάλει κι άλλες φορές τον καθωσπρεπισμό στον πάγο και δεν έχει φερθεί πάντα ως ο τζέντλεμαν που τον ανέθρεψαν οι γονείς του να είναι. Στα πρώτα χρόνια της καριέρας του, όπως άλλαζε τους ρόλους που υποδυόταν, άλλαζε και τις ερωτικές συντρόφους του.

Ο πρότερος ερωτικός βίος του περιλαμβάνει μεταξύ άλλων την Τζούλια Ρόμπερτς, τη Ζιλιέτ Μπινός -ο έρωτάς τους είχε κρατήσει μόλις δύο μήνες, πολύ λιγότερο από όσο είχαν διαρκέσει τα γυρίσματα της ταινίας «Η αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι», το 1988, όπου συμπρωταγωνιστούσαν- τη Γουινόνα Ράιντερ και την Ιζαμπέλ Ατζανί, με την οποία έζησε μια θυελλώδη εξαετή σχέση με πολλά on/off, μέχρι που εκείνη του έστειλε με φαξ τα νέα ότι είναι έγκυος και εκείνος της απάντησε με άλλο φαξ ότι θέλει να χωρίσουν. Ο γιος τους Γκάμπριελ Ντέι-Λιούις είναι σήμερα 29 ετών.

Στον ίσιο δρόμο της οικογένειας τον έβαλε τελικά η Ρεμπέκα Μίλερ, Αμερικανίδα κινηματογραφίστρια και μυθιστοριογράφος, κόρη του σημαντικού θεατρικού συγγραφέα Αρθουρ Μίλερ, με την οποία παντρεύτηκαν το 1996, έναν χρόνο μετά τη γέννηση του Γκάμπριελ. Η ωραία Ατζανί θα πρέπει να είχε νιώσει τότε διπλά προδομένη, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία που ο ΝτέιΛιούις αποφεύγει να διηγείται.

Για όσους τον γνωρίζουν, πάντως, η απόφαση να εγκαταλείψει την υποκριτική -στην οποία τελικά επιστρέφει- δεν ήρθε ακριβώς σαν κεραυνός εν αιθρία. Σχεδόν από την αρχή της καριέρας του ο Ντάνιελ Ντέι-Λιούις είχε αναπτύξει μια σχέση αγάπης και μίσους με το επάγγελμα στο οποίο επέλεξε να διαπρέψει. Το 1989 είχε αφήσει στη μέση τις παραστάσεις του «Αμλετ» στο Εθνικό Θέατρο του Λονδίνου γιατί ένιωσε νευρικότητα που ο ήρωάς του μιλούσε με το φάντασμα του πατέρα του.

Εκτοτε δεν έπαιξε ποτέ ξανά στο θέατρο. Λίγα χρόνια αργότερα, ο Τζιμ Σέρινταν, σκηνοθέτης των ταινιών του «Το αριστερό μου πόδι», που του είχε χαρίσει το πρώτο του Οσκαρ το 1990, «Εις το Ονομα του Πατρός» και «The Boxer», θα ανέφερε μεταξύ τυρού και αχλαδιού ότι ο ηθοποιός τού είχε εκμυστηρευτεί ότι μισούσε την υποκριτική. «Τολμώ να πω ότι ίσχυε όταν το είπα», είχε επιβεβαιώσει σε μεταγενέστερη συνέντευξή του ο ίδιος. «Ποιος δεν μισεί κάποια στιγμή αυτό που αγαπάει; Η υποκριτική είναι το εμπόριο της ψευδαίσθησης, αλλά η αίσθηση που κυριαρχεί όταν πηγαίνω στη δουλειά είναι εκείνη της χαράς. Και παρά την ευρύτερη αντίληψη ότι είναι ένα είδος αυτομαστίγωσης για μένα, αυτό δεν θα μπορούσε να απέχει περισσότερο από την αλήθεια».

Ισως τα τρία Οσκαρ -τα περισσότερα που έχει κερδίσει ποτέ άνδρας ηθοποιός-, τα τέσσερα BAFTA και οι δύο Χρυσές Σφαίρες που κοσμούν την τροπαιοθήκη του να λειτουργούσαν σαν βάλσαμο για τις πληγές που του άνοιγε κάθε ρόλος, γιατί η αλήθεια είναι ότι ο Ντέι-Λιούις πάντα προτιμούσε να υποδύεται πολύπλοκους χαρακτήρες και να εισχωρεί στα άδυτά τους με πλήρη αυταπάρνηση της δικής του προσωπικότητας -για το «Αριστερό μου πόδι», για παράδειγμα, κυκλοφορούσε για μήνες με αναπηρικό καροτσάκι για να μπει στον χαρακτήρα του μέχρι το μεδούλι. Και όταν πια τελείωναν τα γυρίσματα, εκείνος επέμενε να κάνει μακρά διαλείμματα, δύο και τριών ετών, για να τινάξει από πάνω του και την τελευταία σκόνη του προηγούμενου ρόλου του πριν ξεκινήσει τη διαδικασία για την επόμενη κινηματογραφική του μεταμόρφωση.

Μέχρι που μπήκε στη ζωή του ο μόδιστρος Ρέινολντς Γούντκοκ, που ενσάρκωσε στην ταινία «Αόρατη κλωστή» του Πολ Τόμας Αντερσον το 2017. Επί δύο ολόκληρα χρόνια, ο ηθοποιός έκανε μαθήματα ραπτικής, καταβρόχθιζε αρχειακά στιγμιότυπα από fashion shows του ’50 και του ’60, συζητούσε με σχεδιαστές και ειδικούς της μόδας, έφτασε ακόμα και να αναπαραγάγει με τα χέρια του ένα φόρεμα του Balenciaga. Για εκείνον ήταν ένας ακόμα ρόλος, τον οποίο θα αντιμετώπιζε με την περιλάλητη τελειομανία του. Δεν ήξερε ότι θα ανακοίνωνε πως θα ήταν και ο τελευταίος του.

Στη διάρκεια των γυρισμάτων τον κατέλαβε μια ανεξήγητη κατάθλιψη και η όποια αίσθηση χαράς τον συνόδευε μέχρι πρότινος όταν πήγαινε στη δουλειά απλά εξαφανίστηκε. Ο Ντέι-Λιούις δεν θέλησε καν να δει εκείνη την ταινία. «Απλώς δεν ήθελα να παρασυρθώ σε ένα ακόμα project.

Ολη μου τη ζωή έλεγα ότι θα έπρεπε να παραιτηθώ από την υποκριτική και δεν ξέρω γιατί ήταν διαφορετικό αυτή τη φορά, αλλά η παρόρμηση να τα παρατήσω ριζώθηκε μέσα μου κι έγινε καταναγκασμός. Ηταν κάτι που έπρεπε να κάνω».

Μάλλον αυτό σκέφτηκε και όταν ο 26χρονος Ρόναν, μέχρι πρότινος γνωστός ως ανερχόμενος visual artist, του πρότεινε να γράψουν μαζί το σενάριο μιας ταινίας στην οποία θα πρωταγωνιστούσε ο πατέρας σε σκηνοθεσία του γιου. Ηταν κάτι που ο Ντάνιελ Ντέι-Λιούις έπρεπε να κάνει. Το αποτέλεσμα θα δείξει αν έκρινε σωστά.

Ειδήσεις σήμερα:

Τουρκία και Κατάρ ρυθμιστές της επόμενης ημέρας για τη Χαμάς - Ο πιθανός διάδοχος του Σινουάρ πήγε στην Άγκυρα και συνάντησε τον Φιντάν

Η μάχη του Λίαμ Πέιν με τους δαίμονές του: Ήταν σε κέντρο αποτοξίνωσης πριν από εβδομάδες

Η Χαμάς απορρίπτει την απελευθέρωση ομήρων στη Γάζα χωρίς κατάπαυση του πυρός
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
δειτε ολες τις ειδησεις

Best of Network

Δείτε Επίσης