Τζούντιθ Μπάρσι: Η φρικιαστική ιστορία της 10χρονης ηθοποιού που δολοφονήθηκε από τον πατέρα της

Ο πατέρας δεν σκότωσε μόνο τη μοναχοκόρη του, αλλά και τη μητέρα της

Η απώλεια ενός παιδιού είναι πάντα αβάσταχτη, αλλά όταν συνοδεύεται από την αγριότητα της βίας, γίνεται ακατανόητη και απερίγραπτη. Η Τζούντιθ Μπάρσι, που έγινε γνωστή από τους ρόλους της στο The Land Before Time και το All Dogs Go to Heaven, δολοφονήθηκε από τον πατέρα της το 1988. Τραγικό θύμα της υπόθεσης ήταν και η μητέρα της, που ούτε εκείνη γλίτωσε από τον κακοποιητικό σύζυγό της. Ο Γιόζεφ Μπάρσι, που θα έπρεπε να είναι ο φύλακας άγγελος και προστάτης τους, μετατράπηκε σε θύτη κόβοντας πρόωρα τη ζωή τους, αφήνοντας πίσω ένα δυσαναπλήρωτο κενό και μία οικογένεια σε πλήρη διάλυση.

Η τραγική ιστορία της πολλά υποσχόμενης νεαρής ηθοποιού που έχασε τη ζωή της σε ηλικία μόλις 10 ετών, εξακολουθεί να συγκλονίζει δεκαετίες μετά τον θάνατό της. Η Τζούντιθ ήταν ένα ανερχόμενο αστέρι στο Χόλιγουντ, ωστόσο πίσω από την επιτυχία της κρυβόταν μια σκοτεινή οικογενειακή ζωή, που κατέληξε σε ανείπωτη τραγωδία.

Στις 27 Ιουλίου 1988, η Τζούντιθ και η μητέρα της, Μαρία Μπάρσι, δολοφονήθηκαν από τον πατέρα της, Γιόζεφ Μπάρσι, στο σπίτι τους στο West Hills της Καλιφόρνιας. Ο Γιόζεφ, που φέρεται να είχε ιστορικό βίαιης συμπεριφοράς, πυροβόλησε τη γυναίκα και την κόρη του πριν βάλει φωτιά στο σπίτι και αυτοκτονήσει στο γκαράζ.

Ποια ήταν η Τζούντιθ Μπάρσι

Η Τζούντιθ Εύα Μπάρσι γεννήθηκε στις 6 Ιουνίου 1978 στο Λος Άντζελες από Ούγγρους μετανάστες, τη Μαρία και τον Γιόζεφ Μπάρσι. Από μικρή ηλικία, έδειξε εξαιρετικό ταλέντο στην υποκριτική, αναλαμβάνοντας τον πρώτο της ρόλο σε ηλικία 3 ετών στη μίνι σειρά Fatal Vision. Σύντομα έγινε περιζήτητη στο Χόλιγουντ. Η μεγάλη της ευκαιρία ήρθε το 1987, όταν επιλέχθηκε για τον ρόλο της Θία Μπρόντι στο Jaws: The Revenge. Ακολούθησαν οι ρόλοι της ως "Ντάκι" στο The Land Before Time το 1988 και ως "Άν-Μαρί" στο All Dogs Go to Heaven, που ήταν και ο τελευταίος της ρόλος. Η μικρή Τζούντιθ συμμετείχε επίσης σε περισσότερες από 50 διαφημίσεις και αρκετές τηλεοπτικές σειρές.

«Ήταν πολύ επιτυχημένη, με κάθε πόρτα ανοιχτή μπροστά της», δήλωσε η Μπόνι Γκολντ, εκπρόσωπος του πρακτορείου της Τζούντιθ, στους Los Angeles Times το 1988. «Κανείς δεν μπορεί να πει μέχρι πού θα έφτανε».

Οι γονείς της

Ο Γιόζεφ και η Μαρία ήταν Ούγγροι μετανάστες που εγκατέλειψαν την πατρίδα τους μετά τη σοβιετική εισβολή του 1956. Ο Γιόζεφ, μεγαλωμένος σε μια βιομηχανική περιοχή της Ουγγαρίας και η Μαρία από μια επαρχιακή πόλη, έφτασαν στις Ηνωμένες Πολιτείες ξεχωριστά, αναζητώντας ένα καλύτερο μέλλον.

Το ζευγάρι γνωρίστηκε σε ένα εστιατόριο του Λος Άντζελες, όπου η Μαρία εργαζόταν ως σερβιτόρα, ενώ ο Γιόζεφ δούλευε ως υδραυλικός.

Παρά τη κοινή τους κληρονομιά και τα όνειρα που τους έφεραν στην Αμερική, ο γάμος τους ήταν γεμάτος συγκρούσεις. Φίλοι θυμούνται ότι κατά τη διάρκεια των καυγάδων, η Μαρία αποκαλούσε τον Γιόζεφ «κάθαρμα» και πολλές φορές αναφερόταν στα δύσκολα παιδικά του χρόνια, όπου ισχυριζόταν πως είχε μείνει ορφανός. Η ταραχώδης σχέση τους θα είχε καταστροφικές συνέπειες όχι μόνο για την ίδια, αλλά και για το παιδί τους.
Η Τζούντιθ Μπάρσι μαζί με τους γονείς της Μαρία και Γιόζεφ

Ο τρόμος πίσω από τις κλειστές πόρτες

Παρά την επαγγελματική της επιτυχία, η ζωή της Τζούντιθ στο σπίτι ήταν γεμάτη τρόμο. Ο πατέρας της, Γιόζεφ, φέρεται να ήταν βίαιος, αλκοολικός και με εκρηκτική ιδιοσυγκρασία. Σύμφωνα με κοντινά τους πρόσωπα, ήταν εξαιρετικά χειριστικός και συχνά απειλούσε τη ζωή τους.

Μία ιστορία αναφέρει πως πριν από το ταξίδι της στις Μπαχάμες για τα γυρίσματα του Jaws: The Revenge, ο Γιόζεφ φέρεται να έβαλε μαχαίρι στον λαιμό της κόρης της και να της είπε: «Αν αποφασίσεις να μην επιστρέψεις, θα σου κόψω τον λαιμό».

Η κακοποιητική του συμπεριφορά γινόταν ολοένα και πιο έντονη, ενώ η Τζούντιθ εμφάνιζε σημάδια έντονου στρες.
«Φοβάμαι να πάω σπίτι» είχε πει σε οικογενειακούς φίλους λίγους μήνες πριν από τον θάνατό της, σύμφωνα με τους Los Angeles Times, προσθέτοντας: «Ο μπαμπάς μου είναι δυστυχισμένος. Είναι μεθυσμένος κάθε μέρα και ξέρω ότι θέλει να σκοτώσει τη μαμά μου».

Η μητέρα της, Μαρία, μοιραζόταν συχνά με φίλους τον φόβο της για την επιδεινούμενη ψυχολογική κατάσταση του Γιόζεφ, αλλά οι προσπάθειες να ζητήσει βοήθεια από τις αρχές αποδείχθηκαν ανεπαρκείς.

Τον Δεκέμβριο του 1986, η Μαρία κατήγγειλε τις απειλές του Γιόζεφ στην Υπηρεσία Προστασίας Παιδιών της Κομητείας του Λος Άντζελες, αλλά η υπόθεση έκλεισε όταν οι αστυνομικοί δεν βρήκαν εμφανή τραύματα.

Η ημέρα της δολοφονίας

Στις 27 Ιουλίου 1988, ο Γιόζεφ υλοποίησε τις απειλές που έκανε επί χρόνια. Πυροβόλησε τη Μαρία στον διάδρομο του σπιτιού τους και την Τζούντιθ ενώ κοιμόταν στο κρεβάτι της.

Αφού διέπραξε τις σοκαριστικές δολοφονίες, έλουσε τα άψυχα σώματα και το σπίτι με βενζίνη και έβαλε φωτιά. Στη συνέχεια αυτοκτόνησε μέσα στο γκαράζ, όπου τον βρήκαν αργότερα οι αστυνομικοί.

Η αστυνομία ανακάλυψε τα πτώματα της Μαρίας και της Τζούντιθ μετά την κατάσβεση της φωτιάς από τους πυροσβέστες. Το σώμα της Τζούντιθ βρέθηκε στο υπνοδωμάτιό της, κοντά σε μια ροζ τηλεόραση που ο πατέρας της φέρεται να της είχε κάνει δώρο παλαιότερα, ως «συγγνώμη» για την κακοποίησή της.

«Άκουσα μια έκρηξη και είδα καπνό να βγαίνει από το σπίτι», είχε δηλώσει τότε η γειτόνισσα Έουνις Ντέιλι στους Los Angeles Times. «Η πρώτη μου σκέψη, καθώς έτρεχα να καλέσω το 911, ήταν: ‘Το έκανε. Τις σκότωσε και έβαλε φωτιά στο σπίτι, όπως είχε πει ότι θα κάνει’».

Η τελευταία ταινία της ταλαντούχας Τζούντιθ Μπάρσι

Η τελευταία ταινία της 10χρονης Τζούντιθ ήταν το All Dogs Go to Heaven, όπου δάνεισε τη φωνή της στην "Άν-Μαρί," ένα ορφανό κορίτσι που μπορεί να επικοινωνεί με τα ζώα. Η ταινία κυκλοφόρησε μετά τον θάνατό της.

Σε ένα βίντεο που έγινε viral στο TikTok τον περασμένο Ιούνιο, ένας δημιουργός περιεχομένου μίλησε για έναν βαθύτερο συμβολισμό της τελευταίας σκηνής της ταινίας. Όπως ισχυρίστηκε, ο πρωταγωνιστής της ταινίας, Μπαρτ Ρέινολντς, δεν είχε ηχογραφήσει το τελευταίο κομμάτι του διαλόγου του με την Τζούντιθ πριν από τον θάνατό της. Η σκηνή, στην οποία ο σκύλος Τσάρλι (Ρέινολντς) αποχαιρετά την Άν-Μαρί (Τζούντιθ), φέρεται να ήταν ένα συναισθηματικό, πραγματικό αντίο του Ρέινολντς προς την Τζούντιθ.

«Ο Ρέινολντς ζήτησε να είναι μόνος με τον ηχολήπτη στο στούντιο εκείνη την ημέρα», είχε αναφέρει ο δημιουργός. «Κανείς δεν ξέρει πόσες φορές χρειάστηκε να πει την ατάκα του χωρίς να ξεσπάσει σε κλάματα». Τόνισε μάλιστα ότι «δεν ήταν ο Τσάρλι που αποχαιρετούσε την Άν-Μαρί, αλλά ο Μπαρτ Ρέινολντς που αποχαιρετούσε την Τζούντιθ Μπάρσι». Παρ’ όλα αυτά, ο Ρέινολντς δεν σχολίασε ποτέ δημόσια την εμπειρία του από την ηχογράφηση αυτών των σκηνών.

Η αδιαφορία των κοινωνικών υπηρεσιών και οι προσπάθειες αλλαγής

Η δολοφονία της Τζούντιθ και της μητέρας της προκάλεσε ανείπωτο πόνο στους οικείους τους και συγκλόνισε την τοπική κοινότητα. Παρά τις επανειλημμένες καταγγελίες για κακοποίηση, η παρέμβαση των Αρχών καθυστέρησε, καθώς δεν υπήρχαν επαρκείς αποδείξεις για να κινηθεί η διαδικασία εγκαίρως.

«Αυτό είναι το κύριο πρόβλημα: είναι εύκολο να επικεντρωθούμε στη σωματική κακοποίηση, επειδή είναι ορατή» δήλωσε η Έλεν Κλάινμπεργκ, μέλος της Επιτροπής Υπηρεσιών Παιδιών, στους Los Angeles Times τον Σεπτέμβριο του 1988.

Η υπόθεση προκάλεσε έντονη οργή και οδήγησε σε εκκλήσεις για αλλαγές στον τρόπο με τον οποίο οι αρχές διαχειρίζονται τις περιπτώσεις συναισθηματικής και ψυχολογικής κακοποίησης, καθώς είναι πιο δύσκολο να εντοπιστούν και να αντιμετωπιστούν σε σχέση με τη σωματική κακοποίηση.

«Πώς μπορούμε να προστατεύσουμε κάποιον από απειλές; Ειλικρινά, δεν μπορούμε», είχε δηλώσει μετά το τραγικό συμβάν η αστυνομικός Σάντρα Πάλμερ, συμπληρώνοντας: «Μπορώ να πω ‘Θα σε σκοτώσω.’ Έχω το δικαίωμα να το πω, επειδή ζούμε σε μια ελεύθερη κοινωνία. Δεν έχω όμως το δικαίωμα να το πραγματοποιήσω».

Τον Σεπτέμβριο του 1988, ο διευθυντής της Υπηρεσίας Προστασίας Παιδιών, Ρόμπερτ Τσάφι, ενημέρωσε το Συμβούλιο Εποπτών ότι το τμήμα του θα ενίσχυε την εκπαίδευση των υπαλλήλων για τους κινδύνους που θέτει η ενδοοικογενειακή βία στα παιδιά.
Παρά τις κραυγές για βοήθεια και τις εκκλήσεις που έμειναν αναπάντητες, η απουσία έγκαιρης παρέμβασης έσπειρε τον πόνο μιας φρικτής τραγωδίας. Και παρόλο που έγιναν κάποιες προσπάθειες μετά το γεγονός, η σκληρή αλήθεια παραμένει: ανάλογες σοκαριστικές ιστορίες εξακολουθούν να εκτυλίσσονται, θυμίζοντας με τον πιο οδυνηρό τρόπο την επιτακτική ανάγκη για ουσιαστική δράση και αποτελεσματική προστασία.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr