Η υψίφωνος Τζίνα Φωτεινοπούλου μας συστήνεται και ως συγγραφέας
Στα 24 χρόνια της πλούσιας διαδρομής της δεν σταματά να δοκιμάζει, να πειραματίζεται και να ανακαλύπτει νέες καλλιτεχνικές πλευρές της
Τώρα η πολύπλευρη καλλιτέχνις μάς συστήνεται και ως συγγραφέας. Εμπνευσμένη από το οπερατικό έργο του Ιταλού συνθέτη Τζάκομο Πουτσίνι, που φέτος συμπληρώθηκαν 100 χρόνια από τον θάνατό του, μεταφέρει για πρώτη φορά σε μουσικοθεατρικά παραμύθια στα ελληνικά τις όπερες «Τουραντότ» και «Μανόν Λεσκώ». «Η “Τουραντότ” είναι το τελευταίο οπερατικό αποτύπωμα του συνθέτη ενώ η “Μανόν Λεσκώ” η πρώτη από τις όπερές του που τον καθιέρωσε διεθνώς», εξηγεί τις επιλογές της. Τα δύο πολυτελή βιβλία, που κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Απαρσις, συνοδεύονται από διπλό ηχογράφημα (CD), όπου όλη η ιστορία και τα τραγούδια της κάθε όπερας ζωντανεύουν με τις φωνές καταξιωμένων ηθοποιών, τραγουδιστών και μουσικών συνόλων. Στόχος και ανάγκη της ήταν να μεταφέρει τη μαγεία των έργων του κορυφαίου συνθέτη και σε εκείνους που δεν είναι μυημένοι στην όπερα. Και ο στόχος, όπως μου λέει, επετεύχθη. Και τα δύο βιβλία, που υποστηρίχθηκαν χορηγικά από το υπουργείο Πολιτισμού αλλά και από ιδιώτες χορηγούς, αγκαλιάστηκαν από το αναγνωστικό κοινό, έχουν ενταχθεί σε παρουσιάσεις και εκπαιδευτικά προγράμματα και έχουν λάβει βραβεία και διακρίσεις.
«Συστήνω τον κόσμο της όπερας στον μη μυημένο αναγνώστη με τρόπο απλουστευμένο, αλλά όχι απλοϊκό και με απόλυτο σεβασμό στο πρωτότυπο έργο του συνθέτη»
«Η αφορμή ήταν τα παιδιά μου, στα οποία ήθελα από πολύ μικρά να μεταφέρω τις ιστορίες των οπερών. Ο πληθωρικός μου χαρακτήρας με έκανε πολύ παραστατική - προσπαθούσα να εμπλουτίζω τις διηγήσεις μου με στίχους ομοιοκατάληκτους, να ραπάρω, να χορεύω, ώστε να φέρνω την ιστορία πιο κοντά τους. Αυτή η ιδιαίτερη αφήγηση έβλεπα ότι λειτουργούσε καταπληκτικά, τους προξενούσε το ενδιαφέρον, αγωνιούσαν για τη συνέχεια. Κάπως έτσι σκέφτηκα το 2019 να μεταφέρω στο χαρτί την “Τουραντότ” αρχικά και στη συνέχεια τη “Μανόν Λεσκώ”, δύο όπερες ενός συνθέτη που θαυμάζω πάρα πολύ. Η πρόθεση ήταν κλείνοντας το βιβλίο ο αναγνώστης να ξέρει την ιστορία της συγκεκριμένης όπερας, τους ήρωες, τις άριες και τα χορωδιακά μέρη, ώστε να έχει μια σφαιρική γνώση με τρόπο που να φέρνει τον κόσμο της όπερας στα μέτρα του. Για να συστήσω την όπερα επέλεξα πρωτίστως τον μύθο, την ιστορία, το παραμύθι, ενώ στο ηχογράφημα δεν με ενδιέφερε να συστήσω τη λυρική τραγουδιστική δεξιοτεχνία, αλλά κυρίως τις μελωδίες σε χαμηλότερο τόνο από το πρωτότυπο, ώστε να τραγουδιούνται και να μαθαίνονται ευκολότερα από τους μη μυημένους στο λυρικό τραγούδι. Με λίγα λόγια, με τα δύο βιβλία συστήνω τον κόσμο της όπερας στον μη μυημένο αναγνώστη με τρόπο απλουστευμένο, αλλά όχι απλοϊκό και με απόλυτο σεβασμό στο πρωτότυπο έργο του συνθέτη», διευκρινίζει.
Το ότι καταπιάστηκε με έργα του Πουτσίνι έχει και αυτό τον συμβολισμό του. «Αγάπησα τις υπέροχες ιστορίες των οπερών του, τους ήρωες και τις ηρωίδες που διαμόρφωσε μουσικά, τις ανεπανάληπτες μελωδίες του, τις δραματικές ατμόσφαιρες που δημιούργησε. Ο Πουτσίνι αγαπιέται παγκοσμίως.
Προσιτός και κατανοητός ως προς τη μουσική του γραφή, θεωρείται ο πιο “λαϊκός” συνθέτης όπερας. Οι ήρωές του είναι τρωτοί, καθημερινοί, με τα πάθη τους, τους έρωτές τους, τα λάθη τους. Συνήθως τα έργα του είναι βαριά, δραματικά. Αλλά ακόμα και αυτό για εμένα είναι μια πρόκληση ως προς τη μεταφορά των ιστοριών στα μέτρα και τα σταθμά των παιδιών».
Η συγγραφή των βιβλίων τής προέκυψε ως τρόπος καλλιτεχνικής έκφρασης την περίοδο της πανδημίας. «Τον Δεκέμβριο του 2019 άρχισε να με απασχολεί το σκηνικό ανέβασμα της ολοκληρωμένης πια “Τουραντότ”, που είχα στο συρτάρι μου, όμως λίγους μήνες μετά έκλεισαν τα θέατρα λόγω της πανδημίας. Ωστόσο, με κάποιες ευτυχείς συγκυρίες -την πρόσκληση από το ΥΠΠΟΑ για υποστήριξη δράσεων φιλαναγνωσίας, αλλά και την εύρεση άλλων χορηγών- προχώρησα στο εκδοτικό πόνημα. Μέσα στον COVID έγινε κάλεσμα σε όλους τους καλλιτέχνες και τα χορωδιακά σχήματα που υπηρέτησαν τη μεταφορά της γραφής στο ηχογράφημα και μπήκαμε στο στούντιο. Σε μια νεκρή καλλιτεχνικά περίοδο, η ηχογράφηση ήταν “η άνοιξη μέσα στο καταχείμωνο”. Ο τενόρος Γιάννης Φίλιας και οι ηθοποιοί Νίκος Κουρής, Νικήτας Τσακίρογλου, Θανάσης Αλευράς, Θανάσης Τσαλταμπάσης και Μιχάλης Οικονόμου έντυσαν ιδανικά τα αφηγηματικά και τραγουδιστικά μέρη. Κοντά μου επίσης ήταν και η χορωδία του Δήμου Αθηναίων, οι παιδικές-νεανικές χορωδίες της Λεοντείου Σχολής Νέας Σμύρνης και του Δήμου Παλαιού Φαλήρου που τραγούδησαν τα χορωδιακά μέρη και οι τελειόφοιτοι Υποκριτικής της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου που απέδωσαν τα χορικά».
Και για όποιον αναρωτηθεί για την ύπαρξη των χορικών σε μια όπερα, η Τζίνα Φωτεινοπούλου έχει την απάντηση: «Γνώριζα ότι η όπερα γεννήθηκε στην Ιταλία μέσα από τις φιλολογικές συναθροίσεις πνευματικών ανθρώπων της Φλωρεντίας, οι οποίοι θέλησαν να αναβιώσουν τον τραγουδιστό λόγο των χορικών του αρχαίου ελληνικού δράματος. Μου άρεσε πολύ η ιδέα της σύνδεσης με τη γενεσιουργό πηγή της όπερας μέσα από μια σύγχρονη μεταφορά στα ελληνικά. Ετσι προέκυψαν τα δικά μου χορικά, τα έμμετρα μέρη που απαγγέλλονται από μια ομάδα ανθρώπων, τον Χορό, και εναλλάσσονται συχνά με τον λόγο του αφηγητή. Για να δημιουργήσω σύγχρονο τραγουδιστό λόγο χρησιμοποίησα τον ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο, τον πιο οικείο ρυθμό στη δημώδη ελληνική ποίηση, και που εκ του αποτελέσματος βλέπω ότι λειτουργεί θαυμάσια και για τους μικρούς αναγνώστες. Μέσα από την ιδιότυπη γραφή και την πιστή απόδοση των τραγουδιστικών μερών από τα ιταλικά στα ελληνικά, αλλά και μέσα από τον σεβασμό στο μουσικό έργο του Πουτσίνι διατηρήσαμε την αίγλη της μεγάλης όπερας που είναι η “Τουραντότ”. Μεγάλη έμφαση δόθηκε και στην εικονογράφηση της Θέντας Μιμηλάκη, μέσα από απλές φόρμες, πραγματικά και συμβολικά στοιχεία».
Και έπειτα ήρθε η «Μανόν Λεσκώ». «Το δεύτερο βιβλίο μιλάει για έναν μεγάλο έρωτα που διαδραματίζεται στο Παρίσι. Στο ηχογράφημα μετέχουν ο τενόρος Γιάννης Καλύβας και οι ηθοποιοί Δημήτρης Παπανικολάου, Δημήτρης Πιατάς, Αλκις Κούρκουλος, Θανάσης Τσαλταμπάσης, Στέλιος Ιακωβίδης, Τζένη Διαγούπη, Ελένη Καρακάση, Μαριλού Κατσαφάδου, Ευτυχία Φαναριώτη, Αλέξανδρος Ζουριδάκης, Μιχάλης Κατσούλης, Ανδρέας Κωνσταντινίδης και Λαέρτης Μαλκότσης. Και εδώ ο ρόλος του Χορού είναι καταλυτικός. Η δημιουργία μάλιστα κι ενός δεύτερου μικρού γυναικείου Χορού, που δεν υπάρχει στην όπερα και σχολιάζει με κωμικό ή καυστικό τρόπο τα όσα διαδραματίζονται, μου έδωσε τη λύση προκειμένου να ελαφρύνω κάποια δραματικά στοιχεία της ιστορίας. Επίσης, στη δική μου “Μανόν Λεσκώ” βρίσκω την ευκαιρία να συνδέσω την οπερατική πλοκή με τις Τρεις Μοίρες της ελληνικής μυθολογίας που γνέθουν την κόκκινη κλωστή, η οποία διατρέχει όλο το βιβλίο στην εικονογράφηση της Αιμιλίας Κονταίου». Ακόμα και το τέλος, όμως, είναι καινοτόμο. «Υπάρχει και διττή επιλογή ως προς την τελική έκβαση της ιστορίας: ένα happy end και το πραγματικό δραματικό τέλος» ◆
Make-up: Αχιλλέας Χαρίτος. Βοηθός Styling: Ελένη Εξάρχου. Βοηθός Φωτογράφου: Γιώργος Καπράνος.
Ευχαριστούμε το «Electra Palace Athens» (Ναυάρχου Νικοδήμου 18-20, Αθήνα, τηλ.: 210 3370000, electrahotels.gr) για τη φιλοξενία της φωτογράφησης
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr