Το φαινόμενο «Ίστγουντ»: Ο Dirty Harry είναι ακόμη εδώ
06.01.2019
08:46
Φλερτάρει με τα 90 και σκηνοθετεί ακάθεκτος ταινίες, τη μία καλύτερη από την άλλη, με το πρόσφατο «Βαποράκι» (The Mule) να καλωσορίζει το 2019 στις ελληνικές αίθουσες και να είναι, σύμφωνα με πολλούς, το απόλυτα αυτοβιογραφικό του εγχείρημα που εστιάζει στις γυναίκες, στα όργια και τα ναρκωτικά
Σε περίπου έναν χρόνο θα δρασκελίσει το κατώφλι των 90 χρόνων. Εξακολουθεί να πορεύεται. Εξακολουθεί να θεωρείται το απόλυτο κινηματογραφικό επιχείρημα του american cinema. Εξακολουθεί να απολαμβάνει, όπως λέει, τη μοναχικότητά του. Εξακολουθεί να ονειρεύεται περισσότερα αγαλματίδια του «θείου» Οσκαρ για τα επιτεύγματά του. Και θα εξακολουθεί να σκηνοθετεί μέχρι τον θάνατό του: «Αυτός είμαι και σε όποιον αρέσει».
Το τελευταίο καλλιτεχνικό αποτύπωμά του προέρχεται από την ταινία «The Mule» (Το βαποράκι), που εν Αθήναις θα προβάλλεται από την προσεχή Πέμπτη 3 Ιανουαρίου. Το πιο εξωφρενικό με την περίπτωση του Κλίντον Ιστγουντ τζούνιορ είναι οι πολλές όψεις της προσωπικότητάς του. Γι’ αυτό θεωρείται στους κύκλους του Χόλιγουντ η επιτομή των αντιφάσεων και ο πλήρης ορισμός των αντιθέσεων.
Για παράδειγμα, ο αριστερός Σον Πεν, πρωταγωνιστής στο οικογενειακό δραματικό θρίλερ «Σκοτεινό ποτάμι», έλεγε σε μια συνέντευξη που μου είχε παραχωρήσει στο Φεστιβάλ των Καννών ότι «ποτέ στη ζωή μου δεν συνεργάστηκα με σκηνοθέτη τόσο τζέντλεμαν και τόσο ανεκτικό όπως ο Κλιντ Ιστγουντ».
Ο Τιμ Ρόμπινς, κι αυτός φιλελεύθερων, αριστερών πεποιθήσεων, συμπρωταγωνιστής του Σον Πεν στην ίδια ταινία, έλεγε ότι ο Κλιντ Ιστγουντ είναι χαμηλών τόνων, χωρίς ιδιαίτερες απαιτήσεις για τις ερμηνείες και ότι δεν εξαντλεί τους ηθοποιούς σε περιττές πρόβες. Συνήθως, μάλιστα, οι περισσότερες σκηνές γυρίζονται μια και έξω. Γεγονός πρωτοφανές στα παγκόσμια κινηματογραφικά χρονικά.
Σκηνή 1: «Εξαφανίστε αυτό το τσουλί»
Εντελώς αλλιώτικη η γνώμη των γυναικών που έζησαν μαζί του. Και ήταν πολλές, μερικές «νόμιμες», μερικές «παράνομες». Οπως, ας πούμε, η ηθοποιός Σάντρα Λοκ. Που στο αυτοβιογραφικό της πόνημα «The Good, the Bad and the Very Ugly», τον περιγράφει ως τέρας με τη μορφή ανθρώπου. Και είναι, όπως λέει, τέρας γιατί ζώντας μαζί του κατάλαβε ότι δεν του καιγόταν καρφί για τον διπλανό του. Εντελώς άδειος και ανύπαρκτος για τη σύντροφό του. Και φυσικά ήταν καταστροφικός για οτιδήποτε δεν ήταν για εκείνον βολικό.
Το πιο ανατριχιαστικό σχετικά με τον πόλεμο ανάμεσά τους ήταν το γεγονός, όπως ισχυρίζεται η ίδια, ότι την ανάγκασε να υποστεί δύο εκτρώσεις. Μάλιστα οι κοινοί φίλοι τους και όσοι γνώριζαν τον χαρακτήρα του Κλιντ Ιστγουντ απορούσαν και θαύμαζαν την υπομονή της και την ανεκτικότητά της. «Πώς τον αντέχεις;» της έλεγαν...
Ο πόλεμος κατέληξε στα δικαστήρια με τη Λοκ να διεκδικεί, ως ηθική αποζημίωση, 70 εκατ. δολάρια. Που στη συνέχεια μετατράπηκαν σε 1 εκατ. και κάτι ψιλά. Εκείνη, ακάθεκτη και ασυγκράτητη, κατηγόρησε τους δικαστές και μάλιστα ισχυρίστηκε κάτι ακόμα πιο ανατριχιαστικό. Οτι ο Κλιντ είχε απαιτήσει από την εταιρεία του, με την οποία συνεργαζόταν κι εκείνη, να τη σκοτώσουν επαγγελματικά. Και έτσι να απαλλαγεί από αυτό το «τσουλί» που είχε βάλει σκοπό της ζωής της να τον διασύρει, να τον απαξιώσει και να τον καταστρέψει. Με την αποκαλυπτική αφήγηση της Σάντρα Λοκ ταιριάζουν και άλλα συμβάντα από την πολυτάραχη ιδιωτική ζωή του Dirty Harry. Για παράδειγμα, τα δύο παιδιά που προέκυψαν από την παράνομη σχέση που είχε συνάψει με την Τζόσελιν Ριβς. Σκάνδαλο πρώτου μεγέθους κι αυτό, με αποτέλεσμα τα δύο παιδιά του να μην αναγνωρίζουν την πατρότητά του. Τόσο μεγάλη και αθεράπευτη η απέχθεια και το μίσος τους για τον βιολογικό πατέρα τους. Φανταστείτε, μάλιστα, ότι στην ταυτότητά τους έχουν το επίθετο της μητέρας τους.
Σκηνή 2: Αμέτρητες γυναίκες, αμέτρητοι καβγάδες
Τυπικά και σύμφωνα με τον νόμο, ο Κλιντ Ιστγουντ είχε συνάψει δύο γάμους. Ο πρώτος το 1953, όταν ήταν εντελώς άσημος. Περιφερόμενο «ξυλάγγουρο» και «ψηλολέλεκας». Ετσι τον έλεγαν οι ατζέντηδες αλλά και κάμποσοι τηλεοπτικοί σκηνοθέτες που αναζητούσαν τριτοκλασάτους, περιφερόμενους ηθοποιούς για να παριστάνουν τα «κοντάρια» και τα ζωντανά διακοσμητικά στοιχεία σε διάφορα δευτεροκλασάτα σίριαλ.
Το τελευταίο καλλιτεχνικό αποτύπωμά του προέρχεται από την ταινία «The Mule» (Το βαποράκι), που εν Αθήναις θα προβάλλεται από την προσεχή Πέμπτη 3 Ιανουαρίου. Το πιο εξωφρενικό με την περίπτωση του Κλίντον Ιστγουντ τζούνιορ είναι οι πολλές όψεις της προσωπικότητάς του. Γι’ αυτό θεωρείται στους κύκλους του Χόλιγουντ η επιτομή των αντιφάσεων και ο πλήρης ορισμός των αντιθέσεων.
Για παράδειγμα, ο αριστερός Σον Πεν, πρωταγωνιστής στο οικογενειακό δραματικό θρίλερ «Σκοτεινό ποτάμι», έλεγε σε μια συνέντευξη που μου είχε παραχωρήσει στο Φεστιβάλ των Καννών ότι «ποτέ στη ζωή μου δεν συνεργάστηκα με σκηνοθέτη τόσο τζέντλεμαν και τόσο ανεκτικό όπως ο Κλιντ Ιστγουντ».
Ο Τιμ Ρόμπινς, κι αυτός φιλελεύθερων, αριστερών πεποιθήσεων, συμπρωταγωνιστής του Σον Πεν στην ίδια ταινία, έλεγε ότι ο Κλιντ Ιστγουντ είναι χαμηλών τόνων, χωρίς ιδιαίτερες απαιτήσεις για τις ερμηνείες και ότι δεν εξαντλεί τους ηθοποιούς σε περιττές πρόβες. Συνήθως, μάλιστα, οι περισσότερες σκηνές γυρίζονται μια και έξω. Γεγονός πρωτοφανές στα παγκόσμια κινηματογραφικά χρονικά.
Σκηνή 1: «Εξαφανίστε αυτό το τσουλί»
Εντελώς αλλιώτικη η γνώμη των γυναικών που έζησαν μαζί του. Και ήταν πολλές, μερικές «νόμιμες», μερικές «παράνομες». Οπως, ας πούμε, η ηθοποιός Σάντρα Λοκ. Που στο αυτοβιογραφικό της πόνημα «The Good, the Bad and the Very Ugly», τον περιγράφει ως τέρας με τη μορφή ανθρώπου. Και είναι, όπως λέει, τέρας γιατί ζώντας μαζί του κατάλαβε ότι δεν του καιγόταν καρφί για τον διπλανό του. Εντελώς άδειος και ανύπαρκτος για τη σύντροφό του. Και φυσικά ήταν καταστροφικός για οτιδήποτε δεν ήταν για εκείνον βολικό.
Το πιο ανατριχιαστικό σχετικά με τον πόλεμο ανάμεσά τους ήταν το γεγονός, όπως ισχυρίζεται η ίδια, ότι την ανάγκασε να υποστεί δύο εκτρώσεις. Μάλιστα οι κοινοί φίλοι τους και όσοι γνώριζαν τον χαρακτήρα του Κλιντ Ιστγουντ απορούσαν και θαύμαζαν την υπομονή της και την ανεκτικότητά της. «Πώς τον αντέχεις;» της έλεγαν...
Ο πόλεμος κατέληξε στα δικαστήρια με τη Λοκ να διεκδικεί, ως ηθική αποζημίωση, 70 εκατ. δολάρια. Που στη συνέχεια μετατράπηκαν σε 1 εκατ. και κάτι ψιλά. Εκείνη, ακάθεκτη και ασυγκράτητη, κατηγόρησε τους δικαστές και μάλιστα ισχυρίστηκε κάτι ακόμα πιο ανατριχιαστικό. Οτι ο Κλιντ είχε απαιτήσει από την εταιρεία του, με την οποία συνεργαζόταν κι εκείνη, να τη σκοτώσουν επαγγελματικά. Και έτσι να απαλλαγεί από αυτό το «τσουλί» που είχε βάλει σκοπό της ζωής της να τον διασύρει, να τον απαξιώσει και να τον καταστρέψει. Με την αποκαλυπτική αφήγηση της Σάντρα Λοκ ταιριάζουν και άλλα συμβάντα από την πολυτάραχη ιδιωτική ζωή του Dirty Harry. Για παράδειγμα, τα δύο παιδιά που προέκυψαν από την παράνομη σχέση που είχε συνάψει με την Τζόσελιν Ριβς. Σκάνδαλο πρώτου μεγέθους κι αυτό, με αποτέλεσμα τα δύο παιδιά του να μην αναγνωρίζουν την πατρότητά του. Τόσο μεγάλη και αθεράπευτη η απέχθεια και το μίσος τους για τον βιολογικό πατέρα τους. Φανταστείτε, μάλιστα, ότι στην ταυτότητά τους έχουν το επίθετο της μητέρας τους.
Σκηνή 2: Αμέτρητες γυναίκες, αμέτρητοι καβγάδες
Τυπικά και σύμφωνα με τον νόμο, ο Κλιντ Ιστγουντ είχε συνάψει δύο γάμους. Ο πρώτος το 1953, όταν ήταν εντελώς άσημος. Περιφερόμενο «ξυλάγγουρο» και «ψηλολέλεκας». Ετσι τον έλεγαν οι ατζέντηδες αλλά και κάμποσοι τηλεοπτικοί σκηνοθέτες που αναζητούσαν τριτοκλασάτους, περιφερόμενους ηθοποιούς για να παριστάνουν τα «κοντάρια» και τα ζωντανά διακοσμητικά στοιχεία σε διάφορα δευτεροκλασάτα σίριαλ.
Η πρώτη σύζυγος του Κλιντ ήταν η Μάργκαρετ Νέβιλ Τζόνσον με την οποία έχει αποκτήσει δύο παιδιά. Η ίδια είχε αποφύγει δημοσίως να αποκαλύψει τις άπειρες αταξίες του. Είναι όμως γεγονός ότι ο «ψηλολέλεκας» δεν είχε αφήσει θηλυκό για θηλυκό. Σε τέτοιο σημείο που ακόμα και σήμερα τα δύο παιδιά του έχουν τις «καλύτερες» αναμνήσεις από τον πατέρα τους.
Οι σεξουαλικές περιπέτειές του, σε συνδυασμό με την αδιαφορία του και τον ασυγκράτητο εγωισμό του, ταιριάζουν γάντι με την περίπτωση του (μακαρίτη) Σουηδού σκηνοθέτη Ινγκμαρ Μπέργκμαν. Αδιευκρίνιστος ο αριθμός της «παράνομης» σποράς τους. Και αδιευκρίνιστος ο αριθμός των καβγάδων και των αλλεπάλληλων συγκρούσεων με τις γυναίκες που βρέθηκαν μαζί τους.
Αν και ο ίδιος ισχυρίζεται ότι «το σεξ είναι υπερτιμημένο», στην πραγματικότητα ακόμα και σήμερα αποτελεί το πιο ευαίσθητο και το πιο ευάλωτο στοιχείο του χαρακτήρα του. Καθόλου τυχαία και ανεξήγητη η επιθυμία του να παντρευτεί την Ντίνα Μαρί Ρουίζ. Ενα μελανούρι με τα όλα της αλλά ασήμαντη ως ηθοποιός και μάλιστα ατάλαντη και εντελώς «ξυλάγγουρο». Εκείνη την εποχή της γνωριμίας τους η μεν Ντίνα ήταν 30 Μαΐων και εκείνος πατημένα τα 65. Never Mind. Αλλωστε ο Τσάρλι Τσάπλιν απείχε ηλικιακώς από την τελευταία του σύζυγο Ούνα Ο’Νιλ 54 έτη!
Η σχέση τυπικώς κατέληξε το 2014. Ομως ουσιαστικώς είχε εκπνεύσει προ πολλού. Αφαντος ο Κλιντ τόσο εκ της οικίας όσο και εκ της συζυγικής κλίνης. Στο μεσοδιάστημα προέκυψε τρίτο τέκνο. Που αθροιζόμενα με τα άλλα δύο της «παρανομίας» και της Τζόσελιν Ριβς, φτάνουν στον αριθμό των πέντε παιδιών. Ασφαιρα τα περίστροφα του Dirty Harry. Ομως οι άλλες, οι οργανικές «σφαίρες», αποδείχτηκαν εύστοχες και γόνιμες.
Σκηνή 3: Ενας γλεντζές πορνόγερος «αυτοβιογραφείται»...
Η λατρεία του για τον γυναικείο πληθυσμό, κάθε προελεύσεως και κάθε είδους, ακόμα και για τα «αγοραία» θηλυκά, ομολογείται πλαγίως από τον ίδιο στην τελευταία του ταινία «The Mule». Που αρκετοί πιστεύουν πως θα είναι και το κύκνειο άσμα του. Εύχομαι από καρδιάς οι Κασσάνδρες να πέσουν εντελώς έξω.
Τα παραδείγματα πολλά. Οπως, ας πούμε, η μανία του υπερήλικα ήρωά του να ξοδεύει τα βρώμικα λεφτά του πέφτοντας στο κρεβάτι με δύο, ακόμα και με τρία πορνίδια από την εκλεκτή συντροφιά ενός Μεξικανού μαφιόζου του καρτέλ της κοκαΐνης.
Αδιαφορώντας για τα χρόνια του και την οικογένειά του, ο συγκεκριμένος ήρωας με το όνομα Ερλ Στόουν επιδίδεται στο σπορ των ομαδικών οργίων. Μόνος αρσενικός γέρος κόκορας εκείνος με συντροφιά νεαρά κορίτσια. Μια ζωή την έχουμε κι αν δεν τη γλεντήσουμε τι θα καταλάβουμε τι θα καζαντήσουμε. Και ο μήνας έχει εννιά.
Προφανώς το «Βαποράκι» είναι μέρος των αυτοβιογραφικών του επιδόσεων. Αλλά και πλάγια ομολογία των αντιφάσεών του. Οπως ο ήρωάς του, έτσι και ίδιος, είναι πλήρως αποτυχημένος ως σύζυγος και πατέρας. Μία η κολοσσιαία διαφορά ανάμεσα στον πραγματικό Κλιντ και τον Ερλ Στόουν: ότι ο πρώτος είναι ζάπλουτος, ενώ ο δεύτερος παντελώς χρεοκοπημένος.
Μάλιστα οι επαΐοντες των κινηματογραφικών μετοχών ισχυρίζονται ότι ο Κλιντ Ιστγουντ είναι η πιο ζουμερή ζωντανή χρηματομηχανή. Απεριόριστων διαστάσεων και ανεξάντλητου βάθους. Η προσωπική του περιουσία εκτιμάται ότι ξεπερνάει τα 5 δισ. δολάρια. Πλην εκείνης που έχει επενδυθεί σε πολλές επιχειρήσεις, καθώς και στην προσωπική του εταιρεία παραγωγής ταινιών με την ονομασία Malpaso.
«Πρωτοφανής ο κυνισμός του όσο και ο εγωισμός του», έλεγε σε μια συνέντευξη που μου είχε παραχωρήσει ο Τζέιμς Αϊβορι στο Φεστιβάλ της Βενετίας. Και συνέχισε: «Οταν ανακοινώθηκε το όνομά του για το Οσκαρ Καλύτερης Σκηνοθεσίας, σηκώθηκε και μας προσπέρασε με βλέμμα αδιαπέραστο, ψυχρό και γυάλινο».
Αυτή η ψυχρότητα και η εσωστρέφειά του, το πιο χαρακτηριστικό του ήρωά του στο «Βαποράκι». Μάλιστα η κορυφαία αντίφασή του είναι η πλήρης αναίρεση του Dirty Harry. Απίστευτη η ανατροπή που με τόση ψυχρότητα αφηγείται στη σκηνοθεσία του. Ο Ερλ Στόουν, μερικά μέτρα πριν από τον θάνατό του, αναλαμβάνει χρέη μεταφορέα αρκετών ποσοτήτων κοκαΐνης για λογαριασμό ενός καρτέλ από το Μεξικό.
Χωρίς ίχνος μετάνοιας. Χωρίς ίχνος ηθικοπλαστικού διδάγματος. Χωρίς ίχνος νομιμότητας. Η κινητήρια δύναμή του είναι η κατοχή άφθονου χρήματος. Η εκδίκησή του για το αχόρταγο, αμερικανικό, μοντέλο που πριμοδοτεί τους πλούσιους και σκοτώνει τους μικρομεσαίους παραγωγούς.
Σκηνή 4: Οχι στον Μπους, ναι στον «αντισυστημικό» Τραμπ
Το εμπόριο ναρκωτικών ως καταφύγιο κατεστραμμένων υπάρξεων, θυμάτων ενός ακόρεστου τραπεζικού συστήματος. Προφανώς, σε δεύτερη ματιά, αυτή η πράξη ύψιστης παρανομίας είναι ένα από τα «αντισυστημικά» προεκλογικά επιχειρήματα του Ντόναλντ Τραμπ.
Ετσι διπλής όψεως η κοινωνική πορεία του Κλιντ Ιστγουντ. Από τη μια υπέρ του περιθωρίου. Ας πούμε υπέρ Αριστεράς. Και από την άλλη υπέρ του «αντισυστημικού» Ντόναλντ Τραμπ. Αυτή η διπλή, επαμφοτερίζουσα, πορεία του αποδείχτηκε το πιο εύστοχο και πιο γοητευτικό ιδεολογικό του οπλοστάσιο. Που συμπυκνώνεται στο «ναι μεν αλλά».
Για παράδειγμα, αν και με το κόμμα των Ρεπουμπλικάνων, είχε αρνηθεί να συμμετάσχει στην προεκλογική καμπάνια του Τζορτζ Μπους. Με το επιχείρημα ότι «οι ακροδεξιοί καταστρέφουν την παράταξή μας». Αυτό, βέβαια, δεν τον εμπόδισε να δηλώνει διαρκώς ότι ψηφίζει τους εκλεκτούς της παράταξής του. Ούτε φυσικά να στηρίζει Ντόναλντ Τραμπ.
Το εντυπωσιακό στην περίπτωση του Ερλ Στόουν είναι ότι καταφέρνει να μετατρέψει το αρνητικό σε θετικό. Η προχωρημένη ηλικία των 90 ετών καταλήγει ως το πιο ακατάβλητο τεκμήριο αθωότητας. Η ασυλία της τρίτης ηλικίας. Μα είναι, ποτέ, δυνατόν ένας τόσο ηλικιωμένος, ένα «χούφταλο», ένας λευκός με καθαρό ποινικό μητρώο να μεταφέρει στο σαράβαλό του μεγάλες ποσότητες ναρκωτικών; Ποτέ των ποτών!
Σκηνή 5: Για μια χούφτα δολάρια
Πλήθος αντιφάσεων και αντιθέσεων η πορεία και η διαδρομή του Κλιντ Ιστγουντ. Οπως, ας πούμε, το ύψος 1,93 μ. που τότε, στην αρχή της καριέρας του, θεωρήθηκε το μεγαλύτερο μειονέκτημά του. Ποιος, τότε, θα το φανταζότανε πως τούτο το «πανύψηλο πράγμα» θα μετρούσε, στη συνέχεια, τέσσερα Οσκαρ!
Μα αυτό ακριβώς και φυσικά η ψηλόλιγνη φιγούρα του ήταν το ατού του για την επιλογή του στη θρυλική τριλογία του Σέρτζιο Λεόνε «Για μια χούφτα δολάρια», «Μονομαχία στο Ελ Πάσο» και «Ο καλός, ο κακός και ο άσχημος».
Ο Τζέιμς Κόμπερν ήταν εκείνος που ευεργέτησε την αρχή της διαδρομής του, που έχασε τον ρόλο επειδή ακριβώς ζήτησε από τον Σέρτζιο Λεόνε ως αμοιβή 25.000 δολάρια, αλλά ο Ιταλός σκηνοθέτης είχε πεισματώσει στις 15.000. Ετσι, ο Κλιντ άρπαξε την ευκαιρία. Ενα τόσο μικρό ποσό για ένα τόσο ψηλό καουμπόη σε ένα τόσο διάσημο και θρυλικό σπαγγέτι γουέστερν.
Ετσι ένας Αμερικανός αδέσποτος ηθοποιός, κάποιος «ασήμαντος» που είχε εγκαταλείψει τις κολεγιακές του σπουδές και περιφερόταν χτυπώντας κλειστές πόρτες, βρέθηκε σε ηλικία 34 ετών ως πρωταγωνιστής μιας ιταλικής παραγωγής. Παρ’ όλα αυτά και παρά την ευρωπαϊκή κυκλοφορία της τριλογίας, το αμερικανικό κοινό αγνοούσε εντελώς την ύπαρξη τόσο του Σέρτζιο Λεόνε όσο και του Κλιντ Ιστγουντ.
Η συνέχεια είναι ακόμα πιο εξωφρενική. Επρεπε πρώτα να δρασκελίσει το κατώφλι των 40 ετών μέχρι κάποια μεγάλη χολιγουντιανή εταιρεία να του εμπιστευτεί το τιμόνι της σκηνοθεσίας. Αν και σκηνοθετεί από τα πρώτα χρόνια της καριέρας του, η ταινία «Οι ασυγχώρητοι» (1992) παίρνει Οσκαρ Καλύτερης Ταινίας και Σκηνοθεσίας. Ο Κλιντ Ιστγουντ κατέχει το ρεκόρ του σκηνοθέτη που αρχίζει την καριέρα του στα 62, μια τόσο προχωρημένη, για τα αμερικανικά δεδομένα, ηλικία.
Σκηνή 6: Ο καλύτερος υπάλληλος
Επειδή λοιπόν, ως χαρακτήρας, πορεύεται με την ίδια μοναχικότητα και την ίδια εσωστρέφεια που τον διακρίνουν στην προσωπική του ζωή. Σε σημείο που να θεωρείται αδιάφορος, κυνικός, εγωπαθής και φιλοτομαριστής. Γι’ αυτό ακριβώς ακόμα και την εποχή που το όνομά του βρισκόταν στην κορυφή, εκείνος εξακολουθούσε να αμφισβητείται από τους παραγωγούς του, ακόμα και όταν σκηνοθέτησε μία από τις πιο εμβληματικές ερωτικές ιστορίες στο σινεμά, τις «Γέφυρες του Μάντισον» (1995), στην οποία πρωταγωνίστησε δίπλα στη Μέριλ Στριπ.
Οπως ο ίδιος είχε αποκαλύψει σε μια συνέντευξή του στο Φεστιβάλ των Καννών «στην αρχή οι άνθρωποι της Warner απέρριψαν το σενάριο της ταινίας “Σκοτεινό ποτάμι” (2003) και μου είπαν “Κλιντ, μπορείς να συνεργαστείς με οποιονδήποτε παραγωγό επιθυμεί να χρηματοδοτήσει το σχέδιό σου”. Εγώ, όμως, δεν το έβαλα κάτω. Αφού πρώτα χτύπησα πολλές πόρτες και εισέπραξα πολλές αρνήσεις, στο τέλος επέστρεψα στη Warner και τους πρότεινα να γυρίσω την ταινία χωρίς αμοιβή, απλώς στο τέλος από τα κέρδη να εξασφαλίσω κάποιο ποσοστό».
Το ίδιο είχε συμβεί και την επόμενη χρονιά, το 2004, με το «Million Dollar Baby», που οι παραγωγοί το είχαν τοποθετήσει στο είδος της «πυγμαχίας», ενώ για τον Κλιντ ήταν και είναι μια βαθιά συναισθηματική σχέση ανάμεσα σε έναν πατέρα και την κόρη του. Πάλι δηλαδή οι ενοχές του για τις τραυματισμένες σχέσεις του με τα παιδιά του! Οι οποίες του έφεραν και πάλι Οσκαρ Καλύτερης Ταινίας και Σκηνοθεσίας.
Ομως ουδέποτε ξεφώνησε ή κατέφυγε σε καταγγελίες εναντίον της εταιρείας και των συνεργατών του. Και πάντα φροντίζει, ως υποδειγματικός businessman, να συνδυάζει το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα με το μίνιμουμ των χρημάτων που επενδύονται στις ταινίες του. Είναι πρωταθλητής αυτής της σχέσης. Σε τέτοιον βαθμό που καταφέρνει πολλές από τις ταινίες του να τις ολοκληρώνει πολύ πριν από το αρχικό χρονικό deadline των επενδυτών του. Με άλλα λόγια, ο Κλιντ είναι το καλύτερο παιδί των εργοδοτών του.
Πλήθος αντιφάσεων, όπως το ότι αν και δεξιός είναι φανατικά αντιρατσιστής και προστάτης των ιερόδουλων. Αν και στην όψη καουμπόη, είναι λάτρης της τζαζ, της όπερας, της λογοτεχνίας και της ζωγραφικής. Είναι το πιο εκρηκτικό, δημιουργικό μείγμα ενός καλλιτέχνη που διαρκώς αντιμάχεται τον εαυτό του. Υπέρ των αδύναμων, υπέρ Αφροαμερικανών, ακόμα και υπέρ των «βαποριών».
Οπως έλεγε και ο Γούντι Αλεν, «ποιον από τους δύο αγαπάς, τον άνθρωπο ή τον καλλιτέχνη;» Ως σύζυγος, πατέρας αλλά και σύντροφος, very ugly. Ως σκηνοθέτης, όμως, creme de la creme!
Οι σεξουαλικές περιπέτειές του, σε συνδυασμό με την αδιαφορία του και τον ασυγκράτητο εγωισμό του, ταιριάζουν γάντι με την περίπτωση του (μακαρίτη) Σουηδού σκηνοθέτη Ινγκμαρ Μπέργκμαν. Αδιευκρίνιστος ο αριθμός της «παράνομης» σποράς τους. Και αδιευκρίνιστος ο αριθμός των καβγάδων και των αλλεπάλληλων συγκρούσεων με τις γυναίκες που βρέθηκαν μαζί τους.
Αν και ο ίδιος ισχυρίζεται ότι «το σεξ είναι υπερτιμημένο», στην πραγματικότητα ακόμα και σήμερα αποτελεί το πιο ευαίσθητο και το πιο ευάλωτο στοιχείο του χαρακτήρα του. Καθόλου τυχαία και ανεξήγητη η επιθυμία του να παντρευτεί την Ντίνα Μαρί Ρουίζ. Ενα μελανούρι με τα όλα της αλλά ασήμαντη ως ηθοποιός και μάλιστα ατάλαντη και εντελώς «ξυλάγγουρο». Εκείνη την εποχή της γνωριμίας τους η μεν Ντίνα ήταν 30 Μαΐων και εκείνος πατημένα τα 65. Never Mind. Αλλωστε ο Τσάρλι Τσάπλιν απείχε ηλικιακώς από την τελευταία του σύζυγο Ούνα Ο’Νιλ 54 έτη!
Η σχέση τυπικώς κατέληξε το 2014. Ομως ουσιαστικώς είχε εκπνεύσει προ πολλού. Αφαντος ο Κλιντ τόσο εκ της οικίας όσο και εκ της συζυγικής κλίνης. Στο μεσοδιάστημα προέκυψε τρίτο τέκνο. Που αθροιζόμενα με τα άλλα δύο της «παρανομίας» και της Τζόσελιν Ριβς, φτάνουν στον αριθμό των πέντε παιδιών. Ασφαιρα τα περίστροφα του Dirty Harry. Ομως οι άλλες, οι οργανικές «σφαίρες», αποδείχτηκαν εύστοχες και γόνιμες.
Σκηνή 3: Ενας γλεντζές πορνόγερος «αυτοβιογραφείται»...
Η λατρεία του για τον γυναικείο πληθυσμό, κάθε προελεύσεως και κάθε είδους, ακόμα και για τα «αγοραία» θηλυκά, ομολογείται πλαγίως από τον ίδιο στην τελευταία του ταινία «The Mule». Που αρκετοί πιστεύουν πως θα είναι και το κύκνειο άσμα του. Εύχομαι από καρδιάς οι Κασσάνδρες να πέσουν εντελώς έξω.
Τα παραδείγματα πολλά. Οπως, ας πούμε, η μανία του υπερήλικα ήρωά του να ξοδεύει τα βρώμικα λεφτά του πέφτοντας στο κρεβάτι με δύο, ακόμα και με τρία πορνίδια από την εκλεκτή συντροφιά ενός Μεξικανού μαφιόζου του καρτέλ της κοκαΐνης.
Αδιαφορώντας για τα χρόνια του και την οικογένειά του, ο συγκεκριμένος ήρωας με το όνομα Ερλ Στόουν επιδίδεται στο σπορ των ομαδικών οργίων. Μόνος αρσενικός γέρος κόκορας εκείνος με συντροφιά νεαρά κορίτσια. Μια ζωή την έχουμε κι αν δεν τη γλεντήσουμε τι θα καταλάβουμε τι θα καζαντήσουμε. Και ο μήνας έχει εννιά.
Προφανώς το «Βαποράκι» είναι μέρος των αυτοβιογραφικών του επιδόσεων. Αλλά και πλάγια ομολογία των αντιφάσεών του. Οπως ο ήρωάς του, έτσι και ίδιος, είναι πλήρως αποτυχημένος ως σύζυγος και πατέρας. Μία η κολοσσιαία διαφορά ανάμεσα στον πραγματικό Κλιντ και τον Ερλ Στόουν: ότι ο πρώτος είναι ζάπλουτος, ενώ ο δεύτερος παντελώς χρεοκοπημένος.
Μάλιστα οι επαΐοντες των κινηματογραφικών μετοχών ισχυρίζονται ότι ο Κλιντ Ιστγουντ είναι η πιο ζουμερή ζωντανή χρηματομηχανή. Απεριόριστων διαστάσεων και ανεξάντλητου βάθους. Η προσωπική του περιουσία εκτιμάται ότι ξεπερνάει τα 5 δισ. δολάρια. Πλην εκείνης που έχει επενδυθεί σε πολλές επιχειρήσεις, καθώς και στην προσωπική του εταιρεία παραγωγής ταινιών με την ονομασία Malpaso.
«Πρωτοφανής ο κυνισμός του όσο και ο εγωισμός του», έλεγε σε μια συνέντευξη που μου είχε παραχωρήσει ο Τζέιμς Αϊβορι στο Φεστιβάλ της Βενετίας. Και συνέχισε: «Οταν ανακοινώθηκε το όνομά του για το Οσκαρ Καλύτερης Σκηνοθεσίας, σηκώθηκε και μας προσπέρασε με βλέμμα αδιαπέραστο, ψυχρό και γυάλινο».
Αυτή η ψυχρότητα και η εσωστρέφειά του, το πιο χαρακτηριστικό του ήρωά του στο «Βαποράκι». Μάλιστα η κορυφαία αντίφασή του είναι η πλήρης αναίρεση του Dirty Harry. Απίστευτη η ανατροπή που με τόση ψυχρότητα αφηγείται στη σκηνοθεσία του. Ο Ερλ Στόουν, μερικά μέτρα πριν από τον θάνατό του, αναλαμβάνει χρέη μεταφορέα αρκετών ποσοτήτων κοκαΐνης για λογαριασμό ενός καρτέλ από το Μεξικό.
Χωρίς ίχνος μετάνοιας. Χωρίς ίχνος ηθικοπλαστικού διδάγματος. Χωρίς ίχνος νομιμότητας. Η κινητήρια δύναμή του είναι η κατοχή άφθονου χρήματος. Η εκδίκησή του για το αχόρταγο, αμερικανικό, μοντέλο που πριμοδοτεί τους πλούσιους και σκοτώνει τους μικρομεσαίους παραγωγούς.
Σκηνή 4: Οχι στον Μπους, ναι στον «αντισυστημικό» Τραμπ
Το εμπόριο ναρκωτικών ως καταφύγιο κατεστραμμένων υπάρξεων, θυμάτων ενός ακόρεστου τραπεζικού συστήματος. Προφανώς, σε δεύτερη ματιά, αυτή η πράξη ύψιστης παρανομίας είναι ένα από τα «αντισυστημικά» προεκλογικά επιχειρήματα του Ντόναλντ Τραμπ.
Ετσι διπλής όψεως η κοινωνική πορεία του Κλιντ Ιστγουντ. Από τη μια υπέρ του περιθωρίου. Ας πούμε υπέρ Αριστεράς. Και από την άλλη υπέρ του «αντισυστημικού» Ντόναλντ Τραμπ. Αυτή η διπλή, επαμφοτερίζουσα, πορεία του αποδείχτηκε το πιο εύστοχο και πιο γοητευτικό ιδεολογικό του οπλοστάσιο. Που συμπυκνώνεται στο «ναι μεν αλλά».
Για παράδειγμα, αν και με το κόμμα των Ρεπουμπλικάνων, είχε αρνηθεί να συμμετάσχει στην προεκλογική καμπάνια του Τζορτζ Μπους. Με το επιχείρημα ότι «οι ακροδεξιοί καταστρέφουν την παράταξή μας». Αυτό, βέβαια, δεν τον εμπόδισε να δηλώνει διαρκώς ότι ψηφίζει τους εκλεκτούς της παράταξής του. Ούτε φυσικά να στηρίζει Ντόναλντ Τραμπ.
Το εντυπωσιακό στην περίπτωση του Ερλ Στόουν είναι ότι καταφέρνει να μετατρέψει το αρνητικό σε θετικό. Η προχωρημένη ηλικία των 90 ετών καταλήγει ως το πιο ακατάβλητο τεκμήριο αθωότητας. Η ασυλία της τρίτης ηλικίας. Μα είναι, ποτέ, δυνατόν ένας τόσο ηλικιωμένος, ένα «χούφταλο», ένας λευκός με καθαρό ποινικό μητρώο να μεταφέρει στο σαράβαλό του μεγάλες ποσότητες ναρκωτικών; Ποτέ των ποτών!
Σκηνή 5: Για μια χούφτα δολάρια
Πλήθος αντιφάσεων και αντιθέσεων η πορεία και η διαδρομή του Κλιντ Ιστγουντ. Οπως, ας πούμε, το ύψος 1,93 μ. που τότε, στην αρχή της καριέρας του, θεωρήθηκε το μεγαλύτερο μειονέκτημά του. Ποιος, τότε, θα το φανταζότανε πως τούτο το «πανύψηλο πράγμα» θα μετρούσε, στη συνέχεια, τέσσερα Οσκαρ!
Μα αυτό ακριβώς και φυσικά η ψηλόλιγνη φιγούρα του ήταν το ατού του για την επιλογή του στη θρυλική τριλογία του Σέρτζιο Λεόνε «Για μια χούφτα δολάρια», «Μονομαχία στο Ελ Πάσο» και «Ο καλός, ο κακός και ο άσχημος».
Ο Τζέιμς Κόμπερν ήταν εκείνος που ευεργέτησε την αρχή της διαδρομής του, που έχασε τον ρόλο επειδή ακριβώς ζήτησε από τον Σέρτζιο Λεόνε ως αμοιβή 25.000 δολάρια, αλλά ο Ιταλός σκηνοθέτης είχε πεισματώσει στις 15.000. Ετσι, ο Κλιντ άρπαξε την ευκαιρία. Ενα τόσο μικρό ποσό για ένα τόσο ψηλό καουμπόη σε ένα τόσο διάσημο και θρυλικό σπαγγέτι γουέστερν.
Ετσι ένας Αμερικανός αδέσποτος ηθοποιός, κάποιος «ασήμαντος» που είχε εγκαταλείψει τις κολεγιακές του σπουδές και περιφερόταν χτυπώντας κλειστές πόρτες, βρέθηκε σε ηλικία 34 ετών ως πρωταγωνιστής μιας ιταλικής παραγωγής. Παρ’ όλα αυτά και παρά την ευρωπαϊκή κυκλοφορία της τριλογίας, το αμερικανικό κοινό αγνοούσε εντελώς την ύπαρξη τόσο του Σέρτζιο Λεόνε όσο και του Κλιντ Ιστγουντ.
Η συνέχεια είναι ακόμα πιο εξωφρενική. Επρεπε πρώτα να δρασκελίσει το κατώφλι των 40 ετών μέχρι κάποια μεγάλη χολιγουντιανή εταιρεία να του εμπιστευτεί το τιμόνι της σκηνοθεσίας. Αν και σκηνοθετεί από τα πρώτα χρόνια της καριέρας του, η ταινία «Οι ασυγχώρητοι» (1992) παίρνει Οσκαρ Καλύτερης Ταινίας και Σκηνοθεσίας. Ο Κλιντ Ιστγουντ κατέχει το ρεκόρ του σκηνοθέτη που αρχίζει την καριέρα του στα 62, μια τόσο προχωρημένη, για τα αμερικανικά δεδομένα, ηλικία.
Σκηνή 6: Ο καλύτερος υπάλληλος
Επειδή λοιπόν, ως χαρακτήρας, πορεύεται με την ίδια μοναχικότητα και την ίδια εσωστρέφεια που τον διακρίνουν στην προσωπική του ζωή. Σε σημείο που να θεωρείται αδιάφορος, κυνικός, εγωπαθής και φιλοτομαριστής. Γι’ αυτό ακριβώς ακόμα και την εποχή που το όνομά του βρισκόταν στην κορυφή, εκείνος εξακολουθούσε να αμφισβητείται από τους παραγωγούς του, ακόμα και όταν σκηνοθέτησε μία από τις πιο εμβληματικές ερωτικές ιστορίες στο σινεμά, τις «Γέφυρες του Μάντισον» (1995), στην οποία πρωταγωνίστησε δίπλα στη Μέριλ Στριπ.
Οπως ο ίδιος είχε αποκαλύψει σε μια συνέντευξή του στο Φεστιβάλ των Καννών «στην αρχή οι άνθρωποι της Warner απέρριψαν το σενάριο της ταινίας “Σκοτεινό ποτάμι” (2003) και μου είπαν “Κλιντ, μπορείς να συνεργαστείς με οποιονδήποτε παραγωγό επιθυμεί να χρηματοδοτήσει το σχέδιό σου”. Εγώ, όμως, δεν το έβαλα κάτω. Αφού πρώτα χτύπησα πολλές πόρτες και εισέπραξα πολλές αρνήσεις, στο τέλος επέστρεψα στη Warner και τους πρότεινα να γυρίσω την ταινία χωρίς αμοιβή, απλώς στο τέλος από τα κέρδη να εξασφαλίσω κάποιο ποσοστό».
Το ίδιο είχε συμβεί και την επόμενη χρονιά, το 2004, με το «Million Dollar Baby», που οι παραγωγοί το είχαν τοποθετήσει στο είδος της «πυγμαχίας», ενώ για τον Κλιντ ήταν και είναι μια βαθιά συναισθηματική σχέση ανάμεσα σε έναν πατέρα και την κόρη του. Πάλι δηλαδή οι ενοχές του για τις τραυματισμένες σχέσεις του με τα παιδιά του! Οι οποίες του έφεραν και πάλι Οσκαρ Καλύτερης Ταινίας και Σκηνοθεσίας.
Ομως ουδέποτε ξεφώνησε ή κατέφυγε σε καταγγελίες εναντίον της εταιρείας και των συνεργατών του. Και πάντα φροντίζει, ως υποδειγματικός businessman, να συνδυάζει το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα με το μίνιμουμ των χρημάτων που επενδύονται στις ταινίες του. Είναι πρωταθλητής αυτής της σχέσης. Σε τέτοιον βαθμό που καταφέρνει πολλές από τις ταινίες του να τις ολοκληρώνει πολύ πριν από το αρχικό χρονικό deadline των επενδυτών του. Με άλλα λόγια, ο Κλιντ είναι το καλύτερο παιδί των εργοδοτών του.
Πλήθος αντιφάσεων, όπως το ότι αν και δεξιός είναι φανατικά αντιρατσιστής και προστάτης των ιερόδουλων. Αν και στην όψη καουμπόη, είναι λάτρης της τζαζ, της όπερας, της λογοτεχνίας και της ζωγραφικής. Είναι το πιο εκρηκτικό, δημιουργικό μείγμα ενός καλλιτέχνη που διαρκώς αντιμάχεται τον εαυτό του. Υπέρ των αδύναμων, υπέρ Αφροαμερικανών, ακόμα και υπέρ των «βαποριών».
Οπως έλεγε και ο Γούντι Αλεν, «ποιον από τους δύο αγαπάς, τον άνθρωπο ή τον καλλιτέχνη;» Ως σύζυγος, πατέρας αλλά και σύντροφος, very ugly. Ως σκηνοθέτης, όμως, creme de la creme!
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr