Φριτς Κοκ: Ο περιζήτητος φωτογράφος μόδας που αναβίωσε το παλιό Χόλιγουντ
Ξεκινώντας από το Άμστερνταμ με τα ευφάνταστα κολάζ του στα 80s, έγινε περιζήτητος σε Παρίσι, Νέα Υόρκη και Λος Αντζελες
Ο Ολλανδός καλλιτέχνης εγκατέλειψε νωρίς το σχολείο του στο Αμστερνταμ για να περιπλανηθεί στη Φλόριντα και τον Μισισιπή και το 1985 εγκαταστάθηκε στο Λος Αντζελες. Σχεδίασε φημισμένες βιτρίνες στο Μπέβερλι Χιλς και δημιούργησε εμβληματικές εικόνες για περιοδικά όπως τα «The Face» και «Interview», συνεργάστηκε με brands-κολοσσούς, όπως τα Renault, Sony, Roberto Cavalli και Philip Morris, αλλά και θρύλους της showbiz όπως οι Τζορτζ Μάικλ, Ρόμπερτ Πάλμερ, Μπόι Τζορτζ και Λένι Κράβιτζ.
Οι εικόνες του παραπέμπουν στα 40s και διηγούνται συναρπαστικές ιστορίες μπλέκοντας σαγηνευτικά το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον. «Τα editorials μου σε περιοδικά μόδας απεικονίζουν μια μακρά περίοδο της ζωής μου που σήμερα με οδηγεί αλλού.
Οπως η σχέση του ζωγράφου με τον καμβά του, ο οποίος κάποια στιγμή χρειάζεται να αφήσει τον ζωγραφισμένο πίνακα για να προχωρήσει στον επόμενο», εξηγεί ο Φριτς Κοκ.
«Η φήμη, ενώ μπορεί να χτίσει μύθους, μπορεί να γκρεμίσει ταυτόχρονα την προσωπικότητα»
Διεθνώς αναγνωρισμένος καλλιτέχνης, διευκρινίζει πως μια εικόνα δεν χρειάζεται να είναι τέλεια για να ξεχωρίσει - ενίοτε την ίδια δουλειά κάνει η ατέλεια. «Ενώ ο επαγγελματικός εξοπλισμός βοηθά στην επίτευξη της τεχνικής ακρίβειας, η ουσία της φωτογραφίας εξακολουθεί να εξαρτάται από το όραμα πίσω από τον φακό, από το πώς θα ειπωθεί εικαστικά μια ιστορία, κι αυτό είναι που θα συγκινήσει τον θεατή. Μια λήψη ερασιτεχνική ή από κάμερα παλιάς τεχνολογίας ή από ένα κινητό μπορεί να επικοινωνήσει άψογα με τον αποδοχέα χωρίς να κραυγάζει το τεχνικό της φινίρισμα».
Εχοντας συναναστραφεί με τους πιο διάσημους του πλανήτη, τι άποψη έχει σχηματίσει γι’ αυτόν τον κόσμο; «Η φήμη από μόνη της, ενώ είναι εθιστική σαν ναρκωτικό, χτίζοντας μύθους για κάποιους, γκρεμίζει ταυτόχρονα την προσωπικότητα και οδηγεί σε συμπεριφορές που μπορούν να εξελιχθούν σε αλλοπρόσαλλες, ψυχωτικές. Οι διάσημοι, όπως τους γνώρισα, γίνονται φιλικοί, διασκεδαστικοί, πολύ ενδιαφέρουσες προσωπικότητες όταν βρίσκονται μακριά από το πλήθος και την κοινή γνώμη. Η φήμη είναι όπως το τέρας που σε καταβροχθίζει» .
Η επίθεση στους Δίδυμους Πύργους τον οδήγησε να εγκαταλείψει το Μανχάταν. «Δεν κατάφερα να αντιμετωπίσω τη νέα πραγματικότητα και επέστρεψα στην πατρίδα μου. Το Αμστερνταμ μου φαινόταν φιλικό, πιο ανθρώπινο, χωρίς τους φρενήρεις ρυθμούς της Νέας Υόρκης.
Εχοντας ζήσει σε πολλές μεγαλουπόλεις στη διάρκεια ενός 40χρονου μαραθώνιου, αποφάσισα να εγκατασταθώ σε ένα πιο χαλαρό, αλλά όχι λιγότερο δημιουργικό περιβάλλον. Μου λείπει η πληρότητα της δημιουργίας μέσα από συνεργασίες, αλλά ασπάζομαι την ευκαιρία να εξερευνήσω νέα ενδιαφέροντα, όπως η εσωτερική διακόσμηση. Οι πιο αργοί ρυθμοί πλέον για μένα δεν είναι σημάδι εφησυχασμού, αλλά μια σκόπιμη επιλογή».
«Η ουσία της φωτογραφίας εξαρτάται από το όραμα πίσω από τον φακό, από το πώς θα ειπωθεί εικαστικά μια ιστορία»
Η κατοικία του, ένα πρώην εγκαταλελειμμένο ταχυδρομείο του 1908, το οποίο μετέτρεψε στο γνωστό σήμερα ως Samaritain - A Postoffice turned into Loft (samaritainnl.wordpress.com) αντικατοπτρίζει απόλυτα την εκλεκτική αισθητική του, θυμίζει παλιό Χόλιγουντ και παράλληλα διατίθεται για φωτογραφήσεις και γυρίσματα. Για τον Κοκ, αυτό το βιομηχανικό κτίριο των 340 τ.μ., σε ένα παλιό λιμάνι στην ακτογραμμή της Βόρειας Θάλασσας, είναι ένα όνειρό του που έγινε πραγματικότητα: ένα κτίριο δημόσιας χρήσης μετατράπηκε σε ιδιωτικό κατοικήσιμο χώρο που φέρει μνήμες του ευρωπαϊκού Μεσοπολέμου, έχει ατμόσφαιρα από ταινίες και σουίτες ξενοδοχείων εποχής, κοσμείται με πίνακες-αντίκες που απεικονίζουν υπερωκεάνια. «Είναι χαρά μου να υποδέχομαι κόσμο εδώ για να απολαύσει ένα ταξίδι στον χρόνο, να το αποτυπώσει σε φωτογραφήσεις, να βιώσει ό,τι έζησα εγώ στα δικά μου ταξίδια. Τα θέματα που με ενέπνεαν σε όλη μου την καριέρα ήταν οι ταινίες του Χίτσκοκ, οι βιτρίνες πολυκαταστημάτων όπως τα “Bullock’s” στο Λος Αντζελες ή του περίφημου “Samaritaine” στο Παρίσι του ’40. Θα επιλέξω αντικείμενα όπως μια vintage ξαπλώστρα Minotti της Gigi Radice από την Ikea ή κάποιο που θα βρω στον δρόμο, και προτιμώ ο χώρος να δίνει την αίσθηση του ελάχιστα επιπλωμένου. Εχω φωτογραφίσει σε ιστορικά ξενοδοχεία όπως το “Pera Palace” στην Κωνσταντινούπολη και το “Royal Hawaiian” στη Χονολουλού, έχω δουλέψει με δημιουργούς του κλασικού κινηματογράφου, έχω φωτογραφίσει για την Paramount, έχω ζήσει στο σπίτι του σχεδιαστή εσωτερικών χώρων των σταρ Πολ Φόρτσουν, έχω συναντήσει θρύλους του σινεμά στα σπίτια τους και έχω μπει σε εκείνο όπου έζησε η Γκρέτα Γκάρμπο. Ολα αυτά υποσυνείδητα καθόρισαν την αισθητική μου και αυτή εκφράζεται στο Samaritain».
Στο τέλος της συζήτησής μας ο Φριτς Κοκ θα επισημάνει: «Εχουμε επίγνωση της εξωτερικής μας εμφάνισης, ενώ δεν κατέχουμε πώς να επικοινωνήσουμε τον εσωτερικό μας κόσμο. Αναρωτιέμαι για το πόσο πρέπει να παρεμβαίνω στο αυθεντικό προκειμένου να αποδώσω καλύτερα την ιστορία. Λέγεται πως μια εικόνα αξίζει χίλιες λέξεις, όμως κατά πόσο μπορεί να εκφραστεί η εσωτερική ομορφιά του ειδώλου όταν το μεταφέρεις από το βιβλίο στην οθόνη;» ◆
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr